Μια μεγάλη έρευνα που φέρνει στο προσκήνιο μία αθέατη και υποτιμημένη πτυχή της καθημερινής εργοδοτικής βίας

γράφουν οι Τάσος Γιαννόπουλος και Κώστας Παπαντωνίου

***

«Δίπλα μου συνάδελφος είχε αρχίσει να ιδρώνει, να τον βλέπεις να τον έχει πιάσει ένα μούδιασμα από πάνω μέχρι κάτω. Πολλές φορές σε στέλνουν σε ένα τμήμα στο οποίο δεν έχεις ιδέα για το αντικείμενο και σε εξαναγκάζουν σε παραίτηση».

Ο Μ.Μ. άρχισε να δουλεύει σε τηλεφωνικό κέντρο το 2004. Μέχρι σήμερα έχει δουλέψει στους τρεις από τους τέσσερις μεγαλύτερους παρόχους τηλεπικοινωνιών της χώρας. Αναγκάστηκε πρόσφατα να παραιτηθεί επειδή δεν άντεχε την πίεση της δουλειάς.

Η καθημερινότητά του ήταν ταυτόσημη με το στρες. «Το ζητούμενο είναι 7-8 κλήσεις την ώρα. Οι προϊστάμενοι λένε διαρκώς: ‘Θα στο πω μια φορά, δεν θα ρωτήσεις ξανά’, ‘άσχετα με το πόσο δύσκολες περιπτώσεις αντιμετώπισες, θα πρέπει να βγάζεις τα νούμερα’, ‘έχεις 3 λεπτά να ακούσεις τον πελάτη, παράλληλα έλεγξε τα συστήματα για να καταλάβεις τι πρόβλημα έχει και αλλά 3 λεπτά να λύσεις το πρόβλημα, προλαβαίνεις’» περιγράφει στην ΑΥΓΗ ο Μ.Μ.

Στα τηλεφωνικά κέντρα «συνυπάρχουν» όλα τα στοιχεία της ψυχολογικής κακομεταχείρισης των εργαζόμενων: επισφάλεια, πελατοκεντρική λογική, επιθετικοί πελάτες, συνεχής πίεση για επίτευξη στόχων, προσβλητικές συμπεριφορές.

«Όταν βλέπουν ότι κάποιος πελάτης σε έχει ‘στριμώξει’ ή, ακόμα χειρότερα, σε βρίζει , οι προϊστάμενοι περνάνε δίπλα σου απλά ατάραχοι, σου φωνάζουν ‘τελείωνε’. Αντίθετα, αλίμονό σου αν τολμήσεις να κλείσεις τη γραμμή».

Η παγίδα, σύμφωνα με τον εργαζόμενο: «Για να πιάσεις τα νούμερα πρέπει να τρέξεις.  Όμως, όταν τρέχεις, κάνεις λάθη.  Άρα δεν εξυπηρετείς σωστά. Αν πας πιο προσεκτικά για να μην κάνεις λάθη, δεν βγαίνουν με τίποτα τα νούμερα.  Άρα δεν είσαι ‘παραγωγικός’».

Η άσκηση ψυχολογικής πίεσης που περιγράφει ο Μ.Μ. είναι καθημερινό βίωμα για εκατομμύρια εργαζόμενους, χωρίς πάντα να το συνειδητοποιούν.

Το φαινόμενο του mobbing, όπως ονομάζεται, «χρησιμοποιείται προκειμένου να ορίσει ή, καλύτερα, να αναγνωρίσει νόμιμα και συγκεκριμένα την έννοια του εργασιακού εκφοβισμού, δηλαδή το ψυχολογικό και συναισθηματικό μπούλινγκ που υφίσταται κάποιος/α εργαζόμενος/η στο εργασιακό του πλαίσιο» εξηγεί στην ΑΥΓΗ η ψυχολόγος Msc Μάιρα Ζαρέντη.

«Προσιδιάζει στον σχολικό εκφοβισμό και περιλαμβάνει τη διάδοση ψευδούς συνήθως φήμης για τον εργαζόμενο, την υποτίμηση, τον εξοστρακισμό, την αγνόηση, την προσβολή, αλλά κυρίως τη συρρίκνωση των εργασιακών του δικαιωμάτων. Μερικές φορές μπορεί να περιλαμβάνει την ανάθεση εργασίας παραπάνω από το δυνατόν, ίσα – ίσα προκειμένου να νιώσει ο εργαζόμενος ανίκανος. Ασκείται από ανώτερα στελέχη, αλλά και από οργανωμένες ομάδες συναδέλφων που στοχεύουν στην περιθωριοποίηση των εξιλαστήριων θυμάτων τους» αναλύει η Μ. Ζαρέντη.

Δεν είναι απλά ένας «κακός προϊστάμενος»

Πολλές φορές οι εργαζόμενοι βλέπουν ως αιτία αυτής της συμπεριφοράς τον χαρακτήρα ενός εργοδότη ή ενός προϊσταμένου. Το ζήτημα όμως είναι δομικό.

«Το φαινόμενο της ηθικής παρενόχλησης ευνοείται από την οργανωτική κουλτούρα του εργασιακού περιβάλλοντος, καθώς και από την ίδια την οργάνωση της εργασίας, τη διαμόρφωσή της κατ’ αντικείμενο και τρόπο εκτέλεσης, και κυρίως από το ύφος (και ήθος) διεύθυνσης της εργασίας» τονίζει στην ΑΥΓΗ ο Παναγιώτης Μπουμπουχερόπουλος, δικηγόρος και διδάκτωρ Νομικής ΕΚΠΑ.

Συνδέει έτσι το mobbing με τις σχέσεις εξουσίας και τον τρόπο οργάνωσης της παραγωγής. Στα τηλεφωνικά κέντρα, για παράδειγμα, επικρατεί η λογική του «μάνατζμεντ μέσω του στρες», άκρως ζημιογόνου για την ψυχική και σωματική υγεία των εργαζόμενων.

Άνθρωποι που τρέμουν σαν τα ψάρια

Σύμφωνα με μελέτη του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ (2017) η αποδοτικότητα λόγω του εργασιακού στρες μειώνεται κατά 80%, ενώ το 50% των θυμάτων ψυχολογικής βίας στον χώρο εργασίας αναφέρουν ότι υποφέρουν από έντονο άγχος.

«Άνθρωποι τρέμουν σαν τα ψάρια να σηκωθούν να πάνε την επομένη για δουλειά. Χάνουν τον ύπνο τους, την όρεξή τους και να νιώθουν ολοένα και πιο μόνοι σε αυτό. Εκείνο που κάνει το φαινόμενο αυτό εγκληματικό, κατά τη γνώμη μου, είναι πως δεν μπορείς να ξεφύγεις από τον κακοποιητή σου. Είναι κάθε μέρα εκεί, να μετρά τις ανάσες σου και να περιμένει ύπουλα το επόμενο λάθος για να ξεσπάσει πάνω σου. Και όλα αυτά επειδή είναι κανείς αναγκασμένος να παλεύει να ζήσει με αξιοπρέπεια» σχολιάζει η Μ. Ζαρέντη.

«Όσο σημαντικό κι αν είναι να μιλάνε τα θύματα, δεν μπορούμε να τα στέλνουμε μόνα τους στον λάκκο με τις ύαινες. Γιατί μπορεί να γράφουμε στα social ‘είμαστε όλ@ μαζί’, αλλά ο καθένας είναι μόνος του όταν πλέον δεν χτυπάει το τηλέφωνο για δουλειά. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι ένα θεσμικό πλαίσιο που θα ορίσει ο ίδιος ο χώρος και ισχυρά σωματεία που θα μπορούν να δέχονται καταγγελίες, να τις ερευνούν και να δρουν απομονώνοντας όσους έχουν κακοποιητική και αντισυναδελφική συμπεριφορά» σχολιάζει η Μαργαρίτα Συγγενιώτου, λυρική τραγουδίστρια και οργανωτική γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Θεάματος – Ακροάματος.

Μην ξεχνάμε ότι από τον χώρο της τέχνης (και την καταγγελία της Ζέτας Δούκα) άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι της εργοδοτικής τρομοκρατίας στους χώρους δουλειάς.

Το νομοθετικό κενό στη χώρα μας

Στη χώρα μας, τονίζει ο Π. Μπουμπουχερόπουλος, επίκειται η κύρωση της υπ’ αριθμ. 190 Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας, ενώ, μέχρι σήμερα, «οι κοινωνικοί εταίροι δεν έχουν εκπληρώσει την ενοχική τους δέσμευση», σύμφωνα με το άρθρο 18 της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας των ετών 2004-2005, «να εξειδικεύσουν τον όρο και τις πιθανές περιπτώσεις ηθικής παρενόχλησης στους χώρους εργασίας». Η σχετικώς πρόσφατη τροποποίηση του άρθρου 312 του Ποινικού Κώδικα δεν περιλαμβάνει ορισμό της ηθικής παρενόχλησης.

Σε ορισμένες έννομες τάξεις επιλέχθηκε ήδη η ρητή νομοθετική ρύθμιση του φαινομένου (Σουηδία, Ολλανδία, Γαλλία, Βέλγιο, Σλοβενία, Πολωνία, Σερβία, Δανία). Στις ευρωπαϊκές χώρες της αγγλοαμερικανικής νομικής παράδοσης προτιμάται μάλλον η θέσπιση «κωδίκων καλής πρακτικής» για την πρόληψη, διαχείριση και αντιμετώπιση του φαινομένου στην εργασία.

Και φυσικά ισχύει στα κράτη – μέλη της  Ένωσης η ειδικότερη προστασία από την απλή και από τη σεξουαλική παρενόχληση, σύμφωνα με τους ορισμούς της ενωσιακής προέλευσης νομοθεσίας για την απαγόρευση των διακρίσεων λόγω ορισμένων χαρακτηριστικών του προσώπου.

«Ξέρεις τι είναι να διπλώνεις στα δύο από το άγχος;»

Μαρτυρία του Δ. Χατζηστέλιου, μέλους του Δ.Σ. του Πανελλήνιου Σωματείου Εργαζόμενων Vodafone – Πάναφον

Στα τηλεφωνικά κέντρα δεν υπάρχει μόνιμη εργασιακή σχέση. Οι μεγάλες εταιρείες έχουν συνήθως πολύ λίγα άτομα που είναι δικό τους προσωπικό ή των θυγατρικών τους και ουσιαστικά οι περισσότεροι εργαζόμενοι έχουν σύμβαση με τρίτες εταιρείες (Adecco, Icap, Manpower κ.ά.). Πολλές φορές οι συμβάσεις διαρκούν μόλις έναν μήνα και ανανεώνονται διαρκώς, η σχέση εργασίας είναι εξ ορισμού πολύ επισφαλής.

Συνολικά στα τηλεφωνικά κέντρα της Vodafone εργάζονται πάνω από 3.500 άνθρωποι. Από την πρώτη στιγμή που κάθονται στον υπολογιστή και κάνουν log in στα διάφορα συστήματα ελέγχονται διαρκώς. Υπάρχουν άπειροι δείκτες μετρήσεων οι οποίοι διαμορφώνουν έμμεσα ένα πιεστικό περιβάλλον πριν καν να γίνει η παραμικρή παρατήρηση.

Ο άμεσος προϊστάμενος θα απαιτήσει να είσαι στον χώρο της δουλειάς σου νωρίτερα, ώστε, όταν ξεκινάει και τυπικά το ωράριό σου, να είσαι έτοιμος να πατήσεις κλήσεις.

Το σύστημα αξιολόγησης στα τηλεφωνικά κέντρα δείχνει πόση ώρα ήσουν σε αναμονή για να περιμένεις κλήση, πόση ώρα έκανες για να βγεις εκτός κλήσης, πόσο βγήκες διάλειμμα, πόσες κλήσεις πήρες, ποιος είναι ο μέσος όρος που μιλάς σε κάθε κλήση (πιέζουν να διαρκεί λίγο). Μετράει ακόμα και πόσες φορές θα ξανακαλέσει ο πελάτης για το ίδιο θέμα.

Υπάρχει και σύστημα βαθμολόγησης από τον πελάτη, είτε ηλεκτρονικά είτε με μήνυμα. Απαντάει το 2% των πελατών και η βαθμολογία του πελάτη διαμορφώνει τον δείκτη NTS, ο οποίος είναι ένας μανατζερίστικος δείκτης που χρησιμοποιείται πολύ την τελευταία δεκαετία.

Οι προϊστάμενοι ζητούν να βγαίνει κλήση ασταμάτητα, η μία μετά την άλλη. Κάθε τηλεφωνικό κέντρο έχει άλλο αντικείμενο και, αν έχεις απορίες, δεν πρέπει να σταματάς, κάτι που δημιουργεί ασφυκτικό πλαίσιο. Αυτήν την πίεση δεν αργεί ένας άνθρωπος να την εσωτερικεύσει.  Έχω δει συναδέλφους κυριολεκτικά να διπλώνονται στα δύο από το άγχος. Έχουμε περιπτώσεις κρίσεων πανικού, άνθρωποι έχουν φύγει με ασθενοφόρα στο παρελθόν.

Μία κρίση πανικού που κατεγράφη πρόσφατα (τον Οκτώβριο του 2020) οδήγησε σε απόλυση της συναδέλφου, η οποία δεν είχε ξαναβρεθεί σε τόσο πιεστικό περιβάλλον. Το θέμα έφτασε στην Επιθεώρηση Εργασίας, αλλά η εργαζόμενη απέσυρε την καταγγελία.

Η πίεση έχει να κάνει με συνεχείς παρενοχλήσεις μέσω μέιλ ή άλλων συστημάτων chating. Πολλές φορές ο προϊστάμενος έρχεται και ουρλιάζει από πάνω σου, «κλείσε τον πελάτη, δεν με ενδιαφέρει τι θα κάνεις, πάρε νέα κλήση κ.λπ.». Τώρα που δουλεύουμε εξ αποστάσεως, την ώρα που εσύ μιλάς με τον πελάτη και προσπαθείς να λύσεις ένα πρόβλημα, ο προϊστάμενος μπορεί να ακούει τη κλήση σου και να σου κάνει παρατηρήσεις («κλεισ’ τον, το κάνεις λάθος, είσαι άχρηστος») χωρίς να τον ακούει ο πελάτης!

Συνεχείς είναι οι παρατηρήσεις του στυλ «δεν τα πήγες καλά στα στατιστικά» και «θέλουμε να κάνεις περισσότερα πράγματα».

Υπάρχει ανακύκλωση εργαζόμενων και τεράστιο ποσοστό παραιτήσεων: κάθε δίμηνο προσλαμβάνονται περίπου 100 άνθρωποι και φεύγουν άλλοι τόσοι.

Στα τμήματα που κάνουν πωλήσεις και στα εμπορικά τμήματα εξυπηρέτησης που ακολουθούν αυτές τις μεθόδους και σιγά – σιγά εισάγονται και αυτοματοποιημένες διαδικασίες, εργαζόμενος ο οποίος θα κλείσει πάνω από 8 μήνες θεωρείται… παλιός.

Στο δικό μου τμήμα, από τους 110 εργαζόμενους, μόλις οι 20 δουλεύουν από δύο χρόνια και πάνω και μόνο 30 είναι πάνω από έναν χρόνο στη δουλειά.

Όταν θέτουν στόχο για απολύσεις βάζουν τον άμεσο εργοδότη (τις εργολαβικές εταιρείες) να στείλει εκφοβιστική επιστολή στον εργαζόμενο: «Έχουμε ενημερωθεί ότι δεν τα πήγατε καλά με την απόδοσή σας, η συνεργασία μας θα επανεξεταστεί στο τέλος του μήνα».

Έγγραφο

«Σήκωσέ μου τη χαρτοπετσέτα, γιατί έτσι θέλω»

Δεν είναι εύκολο να κρατάς έναν δίσκο.  Όχι για το βάρος από τα ποτήρια και τα πιάτα του. Αλλά για τον «τζίτζικα» που έχεις δίπλα στο αυτί σου, όπως αποκαλεί τα κατά καιρούς αφεντικά που είχε ο Βασίλης.  Όπως εξηγεί, η διαφορά των σερβιτόρων με τους εργαζόμενους στο γραφείο είναι ότι η βία εναντίον τους γίνεται ταυτόχρονα με την «παραγωγή».

«Μπορεί εσύ να μην έχεις κάνει κάτι λάθος, αλλά, επειδή ακριβώς κάτι περνάει από το μυαλό του υπευθύνου, θεωρεί ότι μπορεί, την ώρα που εσύ είσαι στη διαδικασία που κάνεις κάτι εκείνη τη στιγμή, να σε αντιμετωπίσει έτσι και να σε γεμίσει με στρες».

Αρκετές φορές τα πράγματα ξεφεύγουν ακόμη περισσότερο. Η Δ.Χ., επίσης σερβιτόρα, μετράει αρκετές δυσάρεστες εμπειρίες. Ένας εργοδότης της είπε ότι τη φαντάζεται να κάνει καλό σεξ.  Ένας άλλος έτρωγε, πέταξε τη χαρτοπετσέτα κάτω και ήθελε από αυτήν να τη μαζέψει.

Η έμφυλη διάσταση του mobbing υπάρχει παντού. Ακόμη και στην πληροφορική, όπου «οι γυναίκες προγραμματίστριες αποκλείονται από μίτινγκ και πληροφορίες με τις οποίες θα ολοκλήρωναν πιο εύκολα το έργο τους, από πιο ηγετικές θέσεις μέσα στις ομάδες» μας λέει ο συνδικαλιστής στον κλάδο Πάρις Λαφτσής.

Τι μπορούμε λοιπόν να κάνουμε; Ο δικηγόρος Δημήτρης Βλαχόπουλος μας θυμίζει ότι υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις εργαζομένων που έχουν δικαιωθεί. Άλλωστε διατάξεις για την ηθική παρενόχληση στην εργασία υπάρχουν απ’ το 1920.

«Μας ξεφτιλίζουν επειδή δεν έχουν κάτι άλλο να μας πάρουν»

Του Βασίλη Κεφαλά*

Μιλώντας συνολικά για τον κλάδο του επισιτισμού, τα τελευταία τρία – τέσσερα χρόνια τα φαινόμενα εργοδοτικής βίας έχουν πολλαπλασιαστεί κι έχουν γίνει καθεστώς. Δεν μιλάμε απλώς για κάποια περιστατικά.

Το ένα είναι η ψυχολογική βία, που ασκείται με φωνές και βρισίδια. Αυτό αποτυπώνεται σε όλες τις ειδικότητες των εργαζομένων, όχι μόνο στους διανομείς. «Πήγαινε γρήγορα τις παραγγελίες, πάρε πολλές παραγγελίες, κάθεσαι, γιατί κάθεσαι;». Από εκεί και πέρα υπάρχουν διαφόρων τύπων αξιολογήσεις, οι οποίες στα μικρά μαγαζιά μεταφράζονται σε βρισίδια («δεν είσαι καλός στη δουλειά σου») και σε μεγάλες εταιρείες αφορούν τον αριθμό των παραγγελιών και τους χρόνους παράδοσης.

Αυτό είναι το ένα μέρος.  Έχουμε περάσει όμως και σε ένα δεύτερο, τη φυσική βία.  Έχουμε πάρα πολλά περιστατικά με χειροδικίες σε διανομείς, σεξουαλική παρενόχληση σε σερβιτόρες συναδέλφισσες.

Ένας εργαζόμενος διανομέας, ένας σερβιτόρος ή ένας μάγειρας, όταν αρχίζει τη δουλειά, δέχεται ούτως η άλλως μια ψυχολογική βία, δεδομένου ότι έξω υπάρχει 30% ανεργία.

Πέρα από την εντατικοποίηση, η αποδοχή όλων των παράνομων πρακτικών να μην πληρώνει ο εργοδότης υπερωρίες και να δηλώνει τα μισά ένσημα, αλλιώς «άμα δεν σ’ αρέσει φύγε», είναι μορφή ψυχολογικής βίας, η οποία δεν αναγνωρίζεται. Δεν υπάρχει νομοθεσία σε σχέση με αυτή.

Οι εργοδότες αλωνίζουν. Δεν υπάρχει κάποιος ο οποίος να εφαρμόζει κάτι. Εφαρμόζουν ό,τι νομίζουν, ό,τι θέλουν, ό,τι πιστεύουν και ό,τι τους βολεύει αναλόγως με τη μέρα. Κι επειδή δεν υπάρχει και τίποτε άλλο να σου πάρουν από υπερωρίες και από δώρα, αρχίζουν τη ψυχολογική και σωματική – φυσική βία και τον εξευτελισμό.

* Ο Βασίλης Κεφαλάς είναι μέλος της διοίκησης του Συνδικάτου Επισιτισμού – Τουρισμού και της Επιτροπής Αγώνα Διανομέων Θεσσαλονίκης

Το να χαμογελάς είναι πλέον αυτονόητο προσόν

Του Βασίλη Μυρσινιά*

Στον χώρο του επισιτισμού η εργασιακή βία είναι ο τρόπος εργασίας, είναι καθεστηκυία ως λογική. Αυτό συμβαίνει και λόγω των ρυθμών της δουλειάς, δεν είναι απλά ένας προϊστάμενος που έρχεται στο γραφείο σου να σου μεταφέρει ένα αίτημα έχοντας μία άσχημη συμπεριφορά, γίνεται την ώρα που εσύ δουλεύεις.  Όλα γίνονται την ίδια στιγμή και η βία είναι ταυτόχρονη με την «παραγωγή» και στην ουσία ανοίγει τον δρόμο για όλες τις άλλες μορφές βίας (σεξιστική κ.λπ.).

Μπορεί εσύ να μην έχεις κάνει κάτι λάθος, να έχει βγει ένα πιάτο ή ένας καφές λάθος, να μην είναι καθαρό ένα τραπέζι, οτιδήποτε, αλλά, επειδή ακριβώς κάτι περνάει από το μυαλό του υπευθύνου, θεωρεί ότι μπορεί, την ώρα που εσύ είσαι στη διαδικασία που κάνεις κάτι εκείνη τη στιγμή, να σε αντιμετωπίσει έτσι και να σε γεμίσει με στρες.

Ειδικά σε νέους συναδέλφους, χωρίς εξειδίκευση, αυτή η συμπεριφορά τούς εξωθεί σε λάθη και δεν νιώθουν αξιοπρεπείς.

Το πιο άμεσο είναι ότι κάποιος σκέφτεται «πού αλλού μπορώ να βρω δουλειά για να μην υφίσταμαι τέτοια συμπεριφορά; Τον έναν χρόνο θα είμαι εδώ, του χρόνου αλλού». Σκέφτεται ότι θέλει να πάει κάπου όπου δεν θα υπάρχει αυτός ο “τζίτζικας” πάνω από το κεφάλι του.

Το ψυχολογικό το ζυγίζει εξίσου ο εργαζόμενος με τα οικονομικά και ασφαλιστικά δεδομένα.  Όταν δεν υπάρχει ψυχολογική βία, προβάλλεται και ως επιχείρημα από τον εργοδότη, χωρίς πάντα να ισχύει απαραίτητα.

Υπάρχει και το ζήτημα του πώς φερόμαστε στους πελάτες, με χαμόγελο κ.λπ., είναι πλέον ένα αυτονόητο προσόν, όπως το να ξέρεις να φτιάχνεις καφέδες, εκεί πάει το πράγμα.

* Ο Βασίλης Μυρσινιάς είναι μέλος της συλλογικότητας «Καμαριέρα, μπουφετζής – μπαρίστας και σερβιτόρος». Το όνομα της συλλογικότητας παραπέμπει στον Στρος Καν, που ήταν κατ’ επάγγελμα παρενοχλητής καμαριέρων

Παραιτήθηκα και πήγα σε ψυχολόγο για να συνέλθω

Της Δ.Χ.*

Είμαι τρία χρόνια στην εστίαση και τα έχω δει όλα. Στην πρώτη μου δουλειά «βαράγαμε» 14-15 ώρες, πήγαινα τα σαββατοκύριακα 8 η ώρα το πρωί και έφευγα 10 η ώρα το βράδυ, ακόμα και 11, ενώ τις καθημερινές, με πιο «νορμάλ» δουλειά, κατά τις 6 που ήθελα να φύγω (πολύ μετά δηλαδή τη λήξη του οκταώρου) επειδή είχα τη σχολή μου, μου έλεγε η εργοδότρια “δεν θα μου πεις εσύ πότε θα σχολάς, εγώ θα σου πω”.

Η εργοδότρια ήταν πολύ απαιτητική, δεν μας άφηνε να κάνουμε διαλείμματα. Σε μία άλλη συνάδελφο, λίγο μεγαλύτερη, που είχε παιδί, δεν της έδιναν ρεπό για να μπορέσει να δει το παιδί της (δούλευε πάνω από 10 ώρες και τις καθημερινές) και της έλεγε ο άλλος υπεύθυνος “κι εγώ δούλευα ενώ είχα παιδί, δεν έπαθε κάτι”. Το κερασάκι στην τούρτα ήταν ότι σε ένα μαγαζί με τεράστιο “ταμείο” κάθε βράδυ μέναμε για πολύ καιρό απλήρωτοι.

Στην επόμενη δουλειά ο εργοδότης δεν μας ασφάλιζε κι έβαζε μόνο ένα ένσημο την εβδομάδα, απλά να φαίνεσαι ότι δουλεύεις στην επιχείρηση. Θυμάμαι χαρακτηριστικά πως, παρότι μια μέρα δεν είχε δουλειά το μαγαζί, ο εργοδότης έτρωγε, πέταξε τη χαρτοπετσέτα κάτω και ήθελε να τη μαζέψω.

Σε νέα δουλειά, που έπιασα τον Σεπτέμβριο του 2020, έτρωγα πολύ “πέσιμο”, ένας από τους εργοδότες, νέος σε ηλικία, μου είπε: “Έχω φανταστεί ότι θα κάνεις καλό σεξ”.

Στην επόμενη δουλειά πήγα σε έναν συγγενή μου και περίμενα “να βρω την υγειά μου”, αλλά ήταν ο χειρότερος εργοδότης που είχα ποτέ. Είχα αναλάβει το ταμείο και ο άνθρωπος ήταν κυριολεκτικά Big Brother. Έβγαζα, ας πούμε, το καπέλο για να πάω να κάνω ένα τσιγάρο και αμέσως μου έστελνε μήνυμα στο μέσεντζερ να το «φορέσω».

Πραγματικά είχα χάσει τον ύπνο μου. Μια μέρα ξύπνησα απότομα και έλεγα “Παναγία μου, με παρακολουθεί”. Μετά, αφού με ανάγκασε να παραιτηθώ, πήγα σε ψυχολόγο για να συνέλθω, νόμιζα ότι μόνιμα κάποιος με παρακολουθεί.

* Η Δ.Χ. είναι 21χρονη εργαζόμενη στην εστίαση

Η έμφυλη διάσταση του mobbing

Του Πάρι Λαφτσή*

Καταρχάς να πούμε ότι στην Ευρώπη υπάρχουν τέσσερις φορές παραπάνω άνδρες από γυναίκες σε τομείς που σχετίζονται με τις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών και οι γυναίκες κερδίζουν 18,9% λιγότερα από τους άντρες στον ίδιο τομέα.

Αυτό, στην πληροφορική πιο συγκεκριμένα, φτιάχνει ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο οι γυναίκες προγραμματίστριες πρέπει να αποδεικνύουν διαρκώς ότι είναι εξίσου ικανές με τους άντρες συναδέλφους τους και ότι το να γράφεις καλό κώδικα δεν είναι ανδρική υπόθεση.  Έτσι σε πολλές περιπτώσεις αποκλείονται από μίτινγκ και πληροφορίες με τις οποίες θα ολοκλήρωναν πιο εύκολα το έργο τους, από πιο ηγετικές θέσεις μέσα στις ομάδες κ.ο.κ.

Δεν λείπουν φυσικά ούτε από εδώ φαινόμενα σεξουαλικής παρενόχλησης, τα όποια σε έναν ούτως ή άλλως ανδροκρατούμενο χώρο φτιάχνουν ένα αφιλόξενο περιβάλλον για τις γυναίκες συναδέλφισσες, οι οποίες είναι τελικά πιο πιθανό να εγκαταλείψουν την επαγγελματική τους πορεία στον κλάδο.

Να τονίσουμε ότι η πρώτη αφορμή κινητοποιήσεων στον κολοσσό της Google διεθνώς το 2018 ήταν η καταγγελία περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης από προϊσταμένους, οι φυλετικές διακρίσεις και η μισθολογική ανισότητα των δύο φύλων εντός της εταιρείας. Τέκνο εκείνης της δράσης είναι και το σωματείο εργαζομένων στην Google, που ιδρύθηκε μόλις τον προηγούμενο μήνα και αποτελεί την πρώτη σημαντική προσπάθεια οργάνωσης εργαζομένων στις Big Tech.

* Ο Πάρις Λαφτσής είναι μέλος του Δ.Σ. του Συνδικάτου Εργαζομένων στις Τηλεπικοινωνίες και την Πληροφορική / Radical I.T

Μπορούν να δικαιωθούν οι εργαζόμενοι;

Σύμφωνα με τον δικηγόρο Δημήτρη Βλαχόπουλο, η προσβολή της προσωπικότητας του εργαζομένου λόγω ηθικής παρενόχλησης συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων της εργασιακής σύμβασης και του δίνει το δικαίωμα να θεωρήσει τη συμπεριφορά αυτή ως απόλυση (κάτι που προβλέπεται σε διάταξη του 1920) και να ζητήσει τη νόμιμη αποζημίωση.

Το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο δίνει στον εργαζόμενο – θύμα ηθικής παρενόχλησης τη δυνατότητα αφενός να διακόψει την παροχή της εργασίας του χωρίς να υποστεί τις συνέπειες της παραίτησης και αφετέρου να ζητήσει από τον εργοδότη να πάψει να τον παρενοχλεί. Σε κάθε περίπτωση του δίνει το δικαίωμα να ζητήσει την αποκατάσταση της περιουσιακής, αλλά και της μη περιουσιακής (ηθικής) βλάβης του.

Τα ελληνικά δικαστήρια έχουν ασχοληθεί με υποθέσεις ηθικής παρενόχλησης στην εργασία, έστω και αν, κατά κανόνα, απουσιάζει από τις δικαστικές αποφάσεις η συγκεκριμένη ορολογία. Για παράδειγμα:

Εργοδότης άρχισε να χρησιμοποιεί απρεπείς εκφράσεις έναντι εργαζόμενης, να την υποβαθμίζει, να της αναθέτει υποδεέστερα καθήκοντα και να της απευθύνεται σε υβριστικό τόνο, ενώ ξεκίνησε να καθυστερεί επίτηδες τη μισθοδοσία της. Η εργαζόμενη δήλωσε στον εργοδότη ότι θεωρεί τη συμπεριφορά αυτή ως μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας, έπαψε να εργάζεται και ζήτησε τη νόμιμη αποζημίωση απόλυσης.

Το δικαστήριο έκρινε πως, με τη συμπεριφορά του αυτή, ο εργοδότης είχε σκοπό να προκαλέσει ένταση και εκνευρισμό στην εργαζόμενη και πως προσέβαλε την προσωπικότητά της. Της επιδίκασε, έτσι, τη νόμιμη αποζημίωση απόλυσης και το ποσό των 1.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.

Απόπειρα αυτοκτονίας εργαζόμενης λόγω υποβάθμισης και υποτιμητικής συμπεριφοράς από τον εργοδότη κρίθηκε από το δικαστήριο ότι συνιστά εργατικό ατύχημα.

Συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες…

Γήπεδο. Θέατρο. Πανεπιστήμιο. Τρεις χώροι οι οποίοι, λόγω προβολής και αντίληψης, δεν προκαλούν αμέσως καχυποψία. Αντίθετα η σκληρή πραγματικότητα μακιγιάρεται και νομιμοποιείται από τον τρόπο κάλυψης των γεγονότων.

Η σφαλιάρα γνωστού προπονητή στον πάγκο της ομάδας εν ώρα αγώνα θεωρείται φυσιολογικό μέρος της προσωπικότητας και των μεθόδων του. Η σκληρότητα, το μπούλινγκ και η ισοπέδωση της προσωπικότητας των σπουδαστών στις δραματικές σχολές θεωρούνται αποδεκτές μέθοδοι επειδή έτσι το έκανε ο Κουν. Περιστατικά εκφοβισμού και υποτίμησης στα πανεπιστημιακά εργαστήρια, που αποτελούν επίσης ένα γενικό φαινόμενο, περνάνε στα ψιλά επειδή το να παράγεις έρευνα «θέλει γερό στομάχι».

Σε αντίθεση όμως με ό,τι πιστεύεται, δεν είναι καθόλου «OK» να σε βρίζει ο προπονητής σου, μας λέει ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Συνδέσμου Αμειβομένων Ποδοσφαιριστών Γιώργος Μπαντής. Δεν θα αποδώσεις καλύτερα αν ακούς τα σχολιανά σου στα καμαρίνια, μας λένε ο ηθοποιός Ερρίκος Μηλιάρης (κατήγγειλε πρόσφατα για παρενόχληση τον σκηνοθέτη Κώστα Ζάπα) και η λυρική τραγουδίστρια και οργανωτική γραμματέας της ΠΟΘΑ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Θεάματος Ακροάματος) Μαργαρίτα Συγγενιώτου.

Δεν θα σηκώνεσαι ευκολότερα απ’ το κρεβάτι για να πας σ’ ένα περιβάλλον όπου θα περνάνε τις αδυναμίες σου απ’ το μικροσκόπιο, διαβεβαιώνει ερευνήτρια ανώνυμα. Ακόμη και σήμερα ζει υπό το καθεστώς του φόβου πως, αν μαρτυρήσει κάτι, θα μείνει για πάντα μακριά απ’ αυτό που αγαπά…

«Δουλεύουμε σαν μηχανές που πρέπει πάντα να κερδίζουν»

Του Γιώργου Μπαντή

Ο σπουδαίος συγγραφέας Eduardo Galeano, σε ένα από τα πολλά βιβλία του που ασχολήθηκε με τον «βασιλιά των σπορ», είχε γράψει πως «το σύγχρονο ποδόσφαιρο οργανώνεται όχι για να γίνει παιχνίδι, αλλά για να εμποδιστεί να είναι παιχνίδι». Όλη η αλήθεια κρυμμένη σε δύο σειρές.

Οι διοικήσεις, οι οπαδοί, ακόμη και αρκετοί ποδοσφαιριστές προτιμούν μια ανέντιμη νίκη από μία αξιοπρεπή ήττα. Δυστυχώς ο αθλητής είναι αναγκασμένος να δουλεύει σαν μηχανή που πρέπει πάντα να κερδίζει ή να κερδίζει. Οποιοδήποτε άλλο αποτέλεσμα δεν είναι αποδεκτό. Όλα τα παραπάνω πολλές φορές αποτελούν αιτία ακραίων συμπεριφορών από παράγοντες, δημοσιογράφους, οπαδούς, προπονητές, ακόμη και από μερίδα συναθλητών.

Δεν σας κρύβω πως μεγάλος αριθμός των ποδοσφαιριστών που βιώνουν τέτοιες συμπεριφορές τις θεωρούν φυσιολογικές. Η συνήθεια έχει ριζώσει βαθιά μέσα μας, ότι δηλαδή ο συγκεκριμένος χώρος είναι σκληρός και πως για να γίνεις καλός ποδοσφαιριστής θα πρέπει να αντεπεξέλθεις σε τέτοιου είδους συμπεριφορές.

Εύκολα μπορούμε να διακρίνουμε πως σε εκατοντάδες σχόλια χρηστών σε μεγάλες αθλητικές σελίδες πυροβολείται με υποτιμητικά, ρατσιστικά ακόμη και σεξιστικά σχόλια ο οποιοσδήποτε δεν κατάφερε να πιάσει την απόδοση που για εκείνους είναι ικανοποιητική ή δεν ήταν αρκετή για να κερδίσει η ομάδα τους.

Πρέπει να μεγαλώσουμε τις επόμενες γενιές αθλητών, προπονητών, παραγόντων και οπαδών όχι να προετοιμάζονται να αντιμετωπίσουν έναν σκληρό και άκαρδο κόσμο ποδοσφαίρου αλλά να τον κάνουν λιγότερο άγριο και άκαρδο.

*Ο Γιώργος Μπαντής είναι ποδοσφαιριστής

Υπήρχε μια πίεση υπογείως, με ευγενικό τρόπο

Της Ε.Ζ.

Υπήρξα ερευνήτρια σε ακαδημαϊκό περιβάλλον. Δεν μου δόθηκε η ευκαιρία να μάθω, να αποκτήσω περαιτέρω γνώσεις, να εκπαιδευτώ, να κάνω λάθη, να εξελιχθώ. Αντίθετα αυτό που βίωνα σε καθημερινή βάση ήταν η υποτίμηση. Σαν να είμαι ανίκανη και άχρηστη. Υπήρχε μια πίεση υπογείως, σε μεγάλο βαθμό, με κάποια παροδικά ψήγματα επιβράβευσης, μια φορά στο τόσο, έτσι για να συνεχίζουμε.

Αυτή η πίεση δεν ήταν με άσχημα λόγια, αλλά με πολύ ευγενικό τρόπο, μ’ ένα πολύ επίσημο προσωπείο. Οπότε άργησα να καταλάβω τι συμβαίνει, κυρίως διότι θεωρούσα ότι η κριτική που δεχόμουν ήταν πραγματική. Κάτι λάθος θα έκανα.  Όταν άρχισα να πιστεύω σε μένα, να αποκτώ αυτοπεποίθηση, να βλέπω ότι τα καταφέρνω μόνη μου, τότε άρχισα να καταλαβαίνω τι παίζει.

Παρ’ όλο που κατάλαβα, συνέχισα να μένω στην εργασία αυτή. Το κίνητρο δεν ήταν οικονομικό. Ο λόγος ήταν ότι δεν ήθελα να εγκαταλείψω την έρευνά μου. Η έρευνά μου είναι το παιδί μου και πιστεύω σε αυτό το συναίσθημα, όταν αφιερώνεις χρόνο και πάθος σε κάτι.

Δεν με χτυπήσανε, δεν με σπρώξανε, δεν είχα κάποια εκδήλωσης βίας. Η υποτίμηση ήταν καθημερινή, ακόμη και με βλέμματα.

Ακούγεται ότι το ακαδημαϊκό περιβάλλον και η έρευνα θέλουν στομάχι. Δυστυχώς συμφωνώ. Είναι εκ των πραγμάτων κάτι δύσκολο το να παράγεις κάτι πρωτότυπο, θα ήθελα όμως να είναι μόνο αυτή η δυσκολία. Διότι το γερό στομάχι δεν χρειάζεται μόνο για τις ήδη μεγάλες απαιτήσεις της έρευνας, αλλά ακόμη περισσότερο για τα περιφερειακά ζητήματα που την περιβάλλουν.

Ξυπνούσα το πρωί κι ένιωθα ένα βάρος να σηκωθώ απ’ το κρεβάτι.  Ήθελε μεγάλο ψυχικό σθένος το να συνεχίσω την επόμενη μέρα στην δουλειά. Αν νιώθεις ότι δεν τα καταφέρνεις, με τι κότσια θα πας την επόμενη μέρα.

Στο ακαδημαϊκό περιβάλλον, όταν υπάρχει επαγγελματική σχέση, δεν υπάρχει καμιά διαφορά μ’ ένα οποιοδήποτε άλλο εργασιακό περιβάλλον που έχει ελαττώματα. Δεν έχει τίποτα διαφορετικό από έναν εργασιακό τοξικό χώρο.

Μιλάω τώρα επειδή ελπίζω ότι, αν ακούσουν κι άλλοι, αν κάποιος διαβάσει και βιώσει κάτι αντίστοιχο στην εργασία του, ας σκεφτεί ότι σίγουρα κάνει λάθη, αλλά όχι ότι είναι ανίκανος ή άχρηστος. Ας ρίξει μια ματιά στην ευρύτερη εικόνα. Στην πιθανότητα να φταίει ο χώρος στον οποίο βρίσκεται.

Αν είχα ακούσει κι εγώ κάποιον, ίσως να καταλάβαινα νωρίτερα.  Ότι δεν ήταν μόνο δική μου η ευθύνη.  Όλοι κάνουμε λάθη. Και συνεχώς. Το ζήτημα είναι να μην θεωρείς ότι κάνοντας ένα λάθος έκανες το μεγαλύτερο έγκλημα.

* Η Ε.Ζ. είναι ερευνήτρια

Δεν χρειάζεται κλειδαρότρυπα, χρειάζεται κάθαρση

Της Μαργαρίτας Συγγενιώτου*

Έχουν γραφτεί πολλά τις τελευταίες μέρες για τις υποθέσεις κακοποίησης που αποκαλύπτονται στον καλλιτεχνικό χώρο. Συνήθως επικεντρώνονται στην έμφυλη βία, μια σημαντική διάσταση, που όμως δεν είναι η μόνη.

Ακόμα κι αν μία γυναίκα (ή ένας άντρας) δεν ανέχεται κακοποιητικές συμπεριφορές στον ιδιωτικό της/του βίο, το εργασιακό περιβάλλον είναι πολύ διαφορετικό. Αυτό που συνδέει όλα τα θύματα είναι η λαχτάρα τους να βρεθούν στη σκηνή. Αυτή τους κάνει να ανέχονται ανεπίτρεπτες συμπεριφορές, να πηγαίνουν σε οντισιόν ή να συνεργάζονται με ανθρώπους για τους οποίους έχουν ακούσει πολλά.

Όσοι εκμεταλλεύονται αυτή τη λαχτάρα ανατρέχουν σε ιστορίες που αγγίζουν τον μύθο για το πώς τα ιερά τέρατα εκμηδένιζαν την προσωπικότητα μαθητών και συνεργατών για να εκμαιεύσουν μια μεγάλη ερμηνεία ή για ατελείωτες ώρες προβών στρατιωτικής πειθαρχίας.  Έτσι φτάσαμε στο σημείο όποιος ζητούσε ωράριο προβών ή άλλα εργασιακά δικαιώματα να αντιμετωπίζεται περίπου σαν τεμπέλης με δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία.

Αν συνυπολογίσουμε την εργασιακή επισφάλεια, την τεράστια ανεργία, την εποχικότητα του επαγγέλματος, τη δύναμη που έχουν κάποιες παρέες στον χώρο να καταστρέφουν καριέρες με ένα τηλεφώνημα, δεν πρέπει να απορεί κανείς γιατί δεν υπήρχαν καταγγελίες για όσα γίνονταν πίσω από κλειστές πόρτες, διότι κανένας δεν μιλούσε, ενώ όλοι ξέραμε.

Η αντιδεοντολογική συμπεριφορά, ακόμα κι αν δεν είναι ποινικά κολάσιμη, είναι πάντα ηθικά απαράδεκτη.  Όμως, όσο σημαντικό κι αν είναι να μιλάνε τα θύματα, δεν μπορούμε να τα στέλνουμε μόνα τους στον λάκκο με τις ύαινες. Γιατί μπορεί να γράφουμε στα social “είμαστε όλ@ μαζί”, αλλά ο καθένας είναι μόνος του όταν πλέον δεν χτυπάει το τηλέφωνο για δουλειά.

Αυτό που χρειαζόμαστε είναι ένα θεσμικό πλαίσιο που θα ορίσει ο ίδιος ο χώρος και ισχυρά σωματεία που θα μπορούν να δέχονται καταγγελίες, να τις ερευνούν και να δρουν απομονώνοντας όσους έχουν κακοποιητική και αντισυναδελφική συμπεριφορά. Δεν μας χρειάζεται ούτε ανθρωποφαγία ούτε κλειδαρότρυπα. Μας χρειάζεται κάθαρση.

* Η Μαργαρίτα Συγγενιώτου είναι μουσικός

Ας δοκιμάσουμε να εμπνέουμε πειθαρχία στο θέατρο και όχι να την επιβάλλουμε

Του Ερρίκου Μηλιάρη*

Πρόκειται για μία ιστορική στιγμή. Ένα χρόνιο φαινόμενο που, κακά τα ψέματα, υπάρχει σε όλους τους εργασιακούς χώρους, έρχεται πια στην επιφάνεια με κρότο. Στο θέατρο δυστυχώς υπήρχε με την έννοια σχεδόν συστατικού στοιχείου του. Δεν εννοώ επ’ ουδενί πως το σύνολο του χώρου χαρακτηρίζεται από φαινόμενα βίας. Δεν υπάρχει, όμως, άνθρωπος που να θέλησε να ασχοληθεί με αυτή την τέχνη και να μην άκουσε το κλασικότατο «χρειάζεται να έχεις γερό στομάχι».

Ήρθε λοιπόν τώρα η ιστορική στιγμή να αναρωτηθούμε. Πρέπει στα αλήθεια να έχεις «γερό στομάχι»; Πολλοί φοβούνται μήπως με όλο αυτό το κύμα αποκαλύψεων γεγονότων, που κανείς δεν μπορεί να μην τα θεωρήσει αίσχη και ακραία φαινόμενα, δαιμονοποιηθεί παράλληλα η γενικότερη αίσθηση αυστηρότητας και πίεσης που υπάρχει στη δουλειά μας και θεωρείται απαραίτητη για την καλλιτεχνική διαδικασία.

Δεν θα κρύψω πως στην αρχή κι εγώ το φοβήθηκα. Στη συνέχεια, όμως, προβληματίστηκα. Είναι στα αλήθεια απαραίτητη; Γενιές ηθοποιών μεγαλώσαμε με τα ιερά τέρατα Κάρολο Κουν και έπειτα Λευτέρη Βογιατζή. Και ορθώς η τεράστια ιστορία αυτών των ανθρώπων και η παρακαταθήκη που μας άφησαν πέρασε στις επόμενες γενιές καλλιτεχνών μέχρι και σήμερα, ως παράδειγμα προς μίμηση.

Φαίνεται όμως ότι ριζώθηκε η σκέψη, σε αρκετές πλευρές του σύγχρονου θεάτρου όπου βρίσκομαι κι εγώ, πως, αφού ο Λευτέρης Βογιατζής έκανε υψηλή τέχνη (ίσως την πιο υψηλή της σύγχρονης, νεοελληνικής θεατρικής ιστορίας) χρησιμοποιώντας καταπιεστικές ή και σαδιστικές μεθόδους για κάποιους, τότε μόνο με τον ίδιο τρόπο μπορούμε και εμείς να δημιουργήσουμε υψηλή τέχνη σήμερα.

Μήπως ήρθε η ώρα να αναθεωρήσουμε βαθύτατα; Μήπως ήρθε η ώρα να σκεφτούμε πως ίσως έχουμε στις πλάτες μας μια ιστορική παρεξήγηση και εργαζόμαστε στην τέχνη μας με αυτήν; Η αξία των Κουν και Βογιατζή είναι αδιαμφισβήτητη και τεράστιο μάθημα για εμάς τους νεότερους (απαραίτητο μάθημα θα έλεγα).

Πόσο μεγάλη παρεξήγηση, όμως, το να νομίζουμε πως «για να τους φτάσουμε» πρέπει οπωσδήποτε να ακολουθήσουμε τις ίδιες μεθόδους! Νομίζω πως ήρθε η ώρα ριζοσπαστικών αλλαγών στον τρόπο που εργαζόμαστε στο θέατρο. Ας δοκιμάσουμε να εμπνέουμε πειθαρχία στο θέατρο και όχι να την επιβάλλουμε.

Ας δοκιμάσουμε να αγαπάμε ισότιμα τα δημιουργικά μέλη του θεάτρου και να αναπτύσσουμε χώρο δημιουργίας για όλους, συντονίζοντας ένα κοινό όραμα, που ξεκινάει πάντοτε από έναν και μεταφέρεται ως ποίηση στους υπόλοιπους και όχι ως υψηλότερη γνώση, κυριαρχία ή εγωκεντρική εμμονή του ενός.  Ήρθε η ώρα να εξευγενιστούμε όσο πιο βαθιά μπορούμε. Και θα δούμε αν μπορεί να παραχθεί υψηλή τέχνη και με αυτό τον τρόπο ή όχι. Και εδώ είμαστε να το ξανασυζητήσουμε τότε.

Οι εποχές αλλάζουν, ο κόσμος προχωράει. Το θέατρο οφείλει να συμβαδίζει για να λέγεται θέατρο. Και το σίγουρο είναι πως, με αυτόν τον τρόπο, θα έχουμε γίνει τουλάχιστον καλύτεροι άνθρωποι, αν όχι και καλλιτέχνες. Που αυτός, έτσι κι αλλιώς, είναι ο πραγματικός σκοπός της τέχνης.

* Ο Ερρίκος Μηλιάρης είναι ηθοποιός

πηγή: 3pointmagazine.gr

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το