«Δυστυχισμένοι Αρβανίτες της Αττικής, πού να ξέρετε πως τα έργα και οι δωρεές του Συγγρού, το πιο πολύ είναι ιδρώτας και αίμα δικό σας

Κακόμοιροι αγρότες που σας μαθαίνουν στα σχολεία ένα σωρό παραμύθια για τους “μεγάλους ευεργέτες του Εθνους”, πού να ξέρετε πως οι Τοσίτσηδες, οι Ζαππαίοι, οι Μπενάκηδες, οι Αβέρωφ, οι Ζωγράφηδες, οιΒαλλιάνοι, οι Μαρασλήδες και τράβα κορδέλα, ήταν σκληροί εκμεταλλευτές των αγροτών και εργατών της Αιγύπτου, Τουρκίας, Ρουμανίας, Ρωσίας…»….

Γιάννης Κορδάτος – “Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας”, τ. 4, έκδ. 20ός Αιώνας, Αθήνα 1958, σ. 445).

 
Το 1899 πέθανε ίσως ο μεγαλύτερος χρηματιστηριακός κερδοσκόπος που έχει υπάρξει από συστάσεως ελληνικού κράτους, ο Ανδρέας Συγγρός.
 
Η τότε κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη τον τίμησε με μια κηδεία που έχει αφήσει ιστορία.  Βασιλιάς,υπουργοί, όλοι οι κρατικοί αξιωματούχοι και φυσικά λόγω της προπαγάνδας χιλιάδες κόσμου, τον συνόδεψαν στην τελευταία του κατοικία, ενώ με κυβερνητική εντολή έκλεισαν τα σχολεία για τρεις μέρες σε ένδειξη πένθους, και ματαιώθηκαν οι εκδηλώσεις της Αποκριάς.
Τι είχε κάνει ο εκλιπών και του άξιζαν τέτοιες τιμές;
Ήταν ένας “μηχανορράφος και επιδέξιος πολιτικάντης”, όπως τον χαρακτηρίζει ο Γιάννης Κορδάτος που συγκέντρωσε αμύθητα πλούτη εκμεταλλευόμενος τις πολύ καλές σχέσεις που είχε με το πολιτικό ιερατείο της εποχής και καθοδηγώντας προς ίδιο όφελος τις οικονομικές επιλογές αλλεπάλληλων κυβερνήσεων της εποχής που ήθελε «κατά το τουρκικόν παράδειγμα να σχηματίση μίαν ιδιωτικήν εταιρείαν, η οποία να εκμεταλλεύηται τον Τόπον», όπως τόνιζε στις 25 Νοέμβρη 1885 στη Βουλή ο πολιτικός του αντίπαλος βουλευτής Αριστείδης Οικονόμου.
Ας παραθέσουμε ένα απόσπασμα από  δημοσίευμα  της Ελευθεροτυπίας για να δείξουμε πώς για την κατεστημένη ιστορία κλασικοί απατεώνες και στυγνοί εκμεταλλευτές του λαού σήμερα παρουσιάζονται “εθνικοί ευεργέτες”.
Χρηματιστής και τραπεζίτης στην Κωνσταντινούπολη, ο Συγγρός (Τσιγγρός ήταν το όνομά του, προτού το “εξευγενίσει”) μετέφερε εγκαίρως τον κύκλο των εργασιών του στην Αθήνα, όπου ο επιτυχής συνδυασμός πολιτικής και οικονομικής δραστηριότητας τον μετέτρεψε σύντομα στον μεγαλύτερο κεφαλαιούχο της εποχής.
Περίφημη υπήρξε η κερδοσκοπία του με τις μετοχές του Λαυρίου που εξανέμισε τις περιουσίες των αφελών και του χάρισε τον τίτλο του “λαυριοφάγου”. 
 
Η αγορά τεράστιων τσιφλικιών και η σκληρή εκμετάλλευση των κολίγων του, ο επανειλημμένος επαχθής δανεισμός του ελληνικού δημοσίου, η προσωπική αξιοποίηση πολιτικών πληροφοριών για τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, οι διασυνδέσεις του με το παλάτι και οι απειλές για ίδρυση δικού του κόμματος, όταν δεν τον ικανοποιούσαν οι τρικουπικοί ή οι δηλιγιαννικοί, συνιστούν μερικές από τις όψεις της δράσης του που απασχόλησαν ιδιαίτερα την κοινή γνώμη των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα.
Δεν είναι όμως μόνον οι αντίπαλοί του που προσφέρουν στοιχεία για την αντιφατική προσωπικότητα του μεγάλου ευεργέτη. Τις απολαυστικότερες ίσως πληροφορίες για τη ζωή του μπορούμε να αντλήσουμε από τα ίδια τα “Απομνημονεύματά” του.
Πρόκειται για ένα έργο τριών τόμων και χιλίων συνολικά σελίδων, το οποίο μας επιτρέπει να ανιχνεύσουμε τους μηχανισμούς που επέτρεψαν τον γρήγορο πλουτισμό κάποιων Ελλήνων της διασποράς, τη μεταγενέστερη εμπλοκή τους στα πολιτικά πράγματα της χώρας και τη διαδικασία που τους οδήγησε στις όχι πάντοτε αφιλοκερδείς ευεργεσίες τους.
Ας περιοριστούμε σε δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα:
Αναφερόμενος στη συνομολόγηση δανείου 30 εκατομμυρίων φράγκων μεταξύ της τουρκικής κυβέρνησης και ομίλου γάλλων χρηματιστών το 1869, το οποίο διαπραγματεύτηκε ο ίδιος, ο Συγγρός εξηγεί ότι το τουρκικό κράτος έλαβε τελικά 12 εκατ., ενώ ο ίδιος κέρδισε 30.000 τούρκικες λίρες χωρίς να έχει καταβάλει δεκάρα.
 
“Και ταύτα τα μηχανήματα ονομάζοντο τραπεζικαί πράξεις!”, αναφέρει στα “Απομνημονεύματά” του. “Είμεθα άπληστοι, αλλά κάπως συγγνωστέοι, βλέποντες την αφροσύνην και παχυλήν αμάθειαν των κυβερνώντων τα οικονομικά της Τουρκίας”.
Αλλά και στην Αίγυπτο δεν ήταν και πολύ διαφορετικά τα πράγματα: 
“Εν Αιγύπτω τότε έπρεπε να είναι τις ή εντελώς ηλίθιος ή πλήρης ελαττωμάτων διά να μη σχηματίση τάχιστα σπουδαίαν περιουσία”.
Η μέθοδος των μη ηλιθίων αυτών Αιγυπτιωτών εξηγείται σε άλλο σημείο:  
“Εδάνειζον προς τόκον 30 ή 36% ετησίως, επί δε της εσοδείας του γεωργού και του χρεώστου εις πληρωμήν ελάμβανον προϊόντα υποτετιμημένα κατά 20 και 30%”.
Ουδείς ψόγος:  
“Ειργάσθην ως τραπεζίτης, ή μάλλον τοκιστής”, αναφέρει κάπου με αφοπλιστική ειλικρίνεια ο ίδιος.
Πηγή: tsak-giorgis

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το