Του Γιώργου Κ. Καββαδία*

Διακοπές του Πάσχα, αλλά οι μαθητές της Γ΄Λυκείου, οι υποψήφιοι αντιμετωπίζουν τις ασφυκτικές αντιπαιδαγωγικές συνθήκες των πανελλαδικών εξετάσεων και την πλήρη έλλειψη ελεύθερου χρόνου με σοβαρές παρενέργειες στην πνευματική τους συγκρότηση και την ψυχική τους ισορροπία.

Αν υπολογίσει κανείς τις 6-7 ώρες που αφιερώνουν μαθητές στο σχολείο ημερησίως, τις 3 – 4 ώρες στο φροντιστήριο που παρακολουθεί το 95% και πλέον των μαθητών, τις 1 – 2 ώρες στις ξένες γλώσσες και τις 4 -5 ώρες διαβάσματα των καθημερινών μαθημάτων σχολείου και φροντιστηρίου, τότε θα διαπιστώσει ότι οι μαθητές είναι από τους πιο σκληρά εργαζόμενους και η Φράση “ελεύθερος χρόνος” είναι γι’ αυτούς… άγνωστη. Εργάζονται, οι περισσότεροι από αυτούς 15 -16 ώρες την ημέρα και 75 · 85 ώρες εβδομαδιαίως.

Έτσι ή αλλιώς το πρόβλημα του ελεύθερου χρόνου είναι ιδιαίτερα οξυμμένο, αφού η κατ’ οίκον εργασία που απαιτεί το σχολείο-εξεταστικό κέντρο, και το φροντιστήριο καλύπτει τις “ελεύθερες ώρες” των μαθητών και τις μετατρέπει σε εξάρτημα των σχολικών. Το σχολείο, που έχει μετατραπεί σε απέραντο φροντιστήριο, μαθαίνει τους μαθητές να λειτουργούν σαν ντομπαρισμένοι δρομείς σε μια ξέφρενη κούρσα μηχανιστικής και στείρας αποστήθισης… εκσυγχρονιστικού τύπου. Ξοδεύουν μέχρι και 16 ώρες καθημερινής δουλειάς, σε έναν εξουθενωτικό αγώνα άκρατου ανταγωνισμού για να κερδίσουν το πολυπόθητο εισιτήριο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αυτό ίσχυε μέχρι τώρα κυρίως για την Γ’ Λυκείου. Τώρα, με την “εκπαιδευτική μεταρρύθμιση” της Ν. Κεαρμέως και την καθιέρωση της κακόφημης τρα΄πεζας θεμάτων,  ισχύει και για τις τρεις τάξεις του Λυκείου, που αντιμετωπίζεται σαν κάτεργο. Μέχρι να κοπεί το νήμα της κούρσας τα παιδιά αποκόβονται από το κοινωνικό περιβάλλον και μέσα από αυτήν την τραυματική εμπειρία πολλά από αυτά μισούν τη γνώση και το διάβασμα. Η εφηβεία συνθλίβεται στο ασφυκτικό εμβαδόν της φροντιστηριοποίησης της καθημερινής ζωής των μαθητών.

Παράλληλα, η εμπλοκή των μαθητών σε ένα σύστημα όπου το μέλλον του καθενός προσφέρεται όχι μόνο σαν ανεξάρτητο από το μέλλον των άλλων, αλλά σαν ανταγωνιστικό, ο ατομικισμός, η σύγκριση των επιδόσεων και η βαθμοθηρία που καλλιεργούν στάσεις και πρακτικές θεμιτού ή αθέμιτου ανταγωνισμού, δημιουργούν στη σχολική ζωή συνθήκες περιθωριοποίησης όχι μόνο στις ουσιαστικές διαδικασίες μάθησης, αλλά και στη συνεργασία και την αλληλεγγύη. Για τους περισσότερους η χρησιμοθηρική στάση που καλλιεργείται έχει ως αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν τις γνώσεις που είναι αποσπασμένες από την πραγματικότητα, ως αντικείμενα εκμετάλλευσης – εμπορεύματα που έχουν μια ανταλλακτική αξία, το βαθμό, Κι αυτός μετριέται με την ικανότητα των μαθητών ν’ αποστηθίζουν αποκτώντας θραύσματα γνώσεων και όχι ουσιαστικές γνώσεις. Εξάλλου, είναι γνωστό ότι το σχολικό πρόγραμμα εκφράζει, κυρίως, μια γνώση που αξιολογείται και ιεραρχείται (εβδομαδιαίος χρόνος, υποχρεωτικά – προαιρετικά μαθήματα κ.λπ.) με βάση ορισμένα κριτήρια που απηχούν και εκφράζουν τις αντιλήψεις και τους στόχους των κυρίαρχων κοινωνικών τάξεων.

Σε συνθήκες εξεταστικού ολοκληρωτισμού που έχει δημιουργήσει το απάνθρωπο, ψυχοφθόρο και πνευματοκτόνο εξεταστικό σύστημα της … εκάστοτε “εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης”, οι μαθητές αντιμετωπίζονται ως παραγωγικές μονάδες που εκ-βιάζονται να “μεγαλώσουν”. Σ’ αυτές ακριβώς τις συνθήκες εμφανίζεται ένας κάθετος και βαθύς διχασμός του μαθητικού πληθυσμού σε δύο υποσύνολα, στους “ουραγούς” και τους “μπροστάρηδες”, σ΄ αυτούς που από τα πρώτα τους βήματα στις λυκειακές τάξεις, στιγματισμένοι με τη σχολική επιτυχία, εσωτερικεύουν την πεποίθηση ότι βρίσκονται σε εχθρικό έδαφος και σ’ αυτούς που λειτουργούν σαν άλογα κούρσας, μέσα σε ένα έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον. Στο πλαίσιο αυτό, ο “εσωτερικός όλεθρος” της παραίτησης, της ήττας και της αδιαφορίας από τη μια και του ανέξοδου ανταγωνισμού από την άλλη, αποτελεί το “εκρηκτικό μείγμα” της μαθητικής αντίδρασης που ηγεμονεύει ως “πνεύμα και σώμα” στα όρια του σχολικού και εξωσχολικού χώρου.

Αυτή η στέρηση ή και η λεηλασία του όποιου ελεύθερου χρόνου από τη “βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου” και τις μορφές νόθας ψυχαγωγίας οδηγεί στην έλλειψη νοήματος των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων με πολλαπλές επιπτώσεις στους νέους που ανοίγουν το δρόμο στις νευρώσεις, τις ψυχικές διαταραχές και, σ’ ορισμένες περιπτώσεις στην αναζήτηση τρόπων φυγής από την πραγματικότητα. Ανοίγουν το δρόμο στην αναζήτηση τεχνητών παραδείσων με την κατάχρηση αλκοόλ και ψυχοτρόπων φαρμάκων και ναρκωτικών, με τις συμμορίες που παραμονεύουν στη γωνία, με την αύξηση του ποσοστού των αυτοκτονιών των παιδιών που πάσχουν από κατάθλιψη και την αύξηση της παιδικής εγκληματικότητας.

Ειδικότερα τη φετινή σχολική χρονιά με το κλείσιμο των σχολείων για έξι και πλέον μήνες η ψυχολογική επιβάρυνση των μαθητών και των υποψηφίων των πανελλαδικών εξετάσεων «χτυπαέι κόκκινο». Η ίδια η τηλεκπαίδευση έχει μετατραπεί σε μέσο ψυχολογικής κακοποίησης.  Και αυτό γιατί έρευνες δείχνουν ότι 9 στους 10 εφήβους έχουν βιώσει αρνητικά συναισθήματα αυτό το διάστημα. Από αυτά κυριαρχούν το άγχος (71,5%) η ψυχική εξάντληση (63%) και η αίσθηση ρουτίνας (55,3%). Από αυτά κυριαρχούν το άγχος (71,5%) η ψυχική εξάντληση (63%) και η αίσθηση ρουτίνας (55,3%) (Έρευνα του τμήματος Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής του ΑΠΘ).

Σε αυτές τις πολύ δύσκολες σύνθήκες κυβέρνηση και ΥΠΑΙΘ ξεπερνούν κάθε όριο ταξικής αναλγησίας και δείχνουν το αποκρουστικό πρόσωπο της εκπαιδευτικής τους πολιτικής όχι μόνο γιατί ψήφισαν στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, αλλάζοντας τους τους όρους διεξαγωγής των πανελλαδικών, αλλά γιατί επιμένουν στην εφαρμογή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ) που θα παίξει τον ρόλο του τροχονόμου της εισόδου στα πανεπιστήμια, εξοστρακίζοντας, με εργαλείο τον βαθμό δυσκολίας των θεμάτων, χιλιάδες υποψήφιους.Πάνω από 20.000 υποψήφιοι κινδυνεύουν νε μείνουν εκτός και περίπου 150 ή ποσοστό 30% από το σύνολο των 459 κινδυνεύουν να μείνουν με ελάχιστους πρωτοετείς και σταδιακά να βάλουν λουκέτο λόγω της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ). Γεμίζουν, έτσι, τις δεξαμενές της ιδιωτικής εκαπίδευσης με χιλιάδες «αποτυχημένους» υποψηφίους έχοντας φροντίσει και για την εξίσωση των πτυχίων των πανεπιστημίων και των πουλυτεχνείων με κάθε είδους κολλέγια.

*Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, μέλος της  ΣΕ του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης» και του Εκπαιδευτικού Ομίλου.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το