Άλλος ένας πρώην ισχυρός υπουργός των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ οδηγείται στη φυλακή, για ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Είναι ο δεύτερος πρώην υπουργός Άμυνας που περνά το κατώφλι των φυλακών μαζί με τη σύζυγο του για υπόθεση εξοπλιστικών προγραμμάτων, μετά τον Άκη Τσοχατζόπουλο.

Προφυλακιστέοι, λοιπόν, κρίθηκαν το βράδυ της Τρίτης, με σύμφωνη γνώμη ανακριτών και εισαγγελέα, ο πρώην υπουργός Γιάννος Παπαντωνίου και η σύζυγός του, Σταυρούλα Κουράκου, για την υπόθεση των παράνομων αμοιβών, ύψους 2,8 εκατ. ελβετικών φράγκων.

Προηγήθηκε η μαραθώνια απολογία του πρώην υπουργού, για την υπόθεση των εν λόγω αμοιβών που σχετίζεται με τη σύμβαση αναβάθμισης έξι φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού, το 2003. Τον «διαδέχθηκε» η σύζυγός του, που απολογήθηκε επί πέντε ώρες, αρνούμενη επίσης την κατηγορία που αποδίδεται και σ’ αυτήν (νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα).

Στο βαρύτατο κατηγορητήριο, που υπερίσχυσε έναντι των απαντήσεων του πρώην υπουργού και της συζύγου του στην κρίση των δικαστικών λειτουργών για την ποινική τους μεταχείριση, αναφέρεται ότι για την επίμαχη σύμβαση ο κ. Παπαντωνίου έλαβε ως δώρο το επίμαχο χρηματικό ποσό.

Ο πρώην υπουργός δέχθηκε πλήθος ερωτήσεων, ενώ κάποιες στιγμές υπήρξε ένταση, δεδομένου και ότι αμφισβητεί το σκεπτικό της ογκωδέστατης δικογραφίας.

Σύμφωνα με πληροφορίες, απάντησε στους ανακριτές πως αν δεν υπέγραφε την επίμαχη σύμβαση, η ζημιά του Δημοσίου θα ήταν τρία δισ. ευρώ, που θα έπρεπε να δαπανηθούν για την κατασκευή νέων πλοίων.

Σχετικά με τη νομιμοποίηση χρημάτων, φέρεται να αποδίδει στους δικαστικούς λειτουργούς ότι έφτιαξαν ένα σενάριο χωρίς στοιχεία, ισχυριζόμενος: «δεν χρηματίστηκα, δεν έχετε κανένα απολύτως στοιχείο, ούτε ένδειξη».

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δύο κατηγορούμενοι αποχώρησαν από τα δικαστήρια με αστυνομική κλούβα και φορώντας χειροπέδες, με κατεύθυνση στη ΓΑΔΑ, όπου θα διανυχτερεύσουν.

Σε δήλωσή του, ο κ. Παπαντωνίου ανέφερε τα εξής: «Το δόγμα Πολάκη εφαρμόζεται γενικά. Η εργαλειοποίηση της ελληνικής δικαιοσύνης θέτει σε κίνδυνο την ίδια μας τη Δημοκρατία».

Η επίμαχη σύμβαση, σύμφωνα με τη δικογραφία, είναι η 010Β/03 που υπογράφηκε στις 6.2.2003 για τον εκσυγχρονισμό μέσης ζωής έξι φρεγατών τύπου «S» του Πολεμικού Ναυτικού με αντισυμβαλλόμενα μέρη την εταιρεία Ελληνικά Ναυπηγεία Α.Ε, ως κύριο ανάδοχο με υποκατασκευαστή την εταιρεία THALES NEDER LAND B.V. και το υπουργείο Εθνική Άμυνας.

Κατά το κατηγορητήριο, ο κ. Παπαντωνίου έλαβε τα επίμαχα χρηματικά ποσά ως δώρο για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του υποκατασκευαστή του έργου. Ο κ. Παπαντωνίου φέρεται να χρησιμοποίησε πλήθος τραπεζικών λογαριασμών μέσω των οποίων εκτελέστηκαν εκατοντάδες κινήσεις εντός του χρηματοπιστωτικού τομέα, οι οποίες «απέβλεπαν να καταστήσουν αδύνατο τον εντοπισμό των χρημάτων που αποκόμισε» και ταυτόχρονα να προσδώσουν νομιμοφάνεια στις κινήσεις αυτές. Πρόσωπο κλειδί στην υπόθεση είναι ο συγκατηγορούμενος πλέον του πρώην υπουργού, Πολιτικός Μηχανικός Ανδρέας Μπάρδης ο οποίος φαίνεται να παρείχε “κάλυψη” στον κ. Παπαντωνίου, μέσω λογαριασμών και μέσω αγοραπωλησιών ακινήτων.

Κατά την δικογραφία, τα χρήματα κινήθηκαν με την διευκόλυνση που παρείχε μέσω εξωχώριων εταιρειών ο αποβιώσας επιχειρηματίας, εκπρόσωπος τότε της «THALES» στην Ελλάδα, Χαράλαμπος Μπεκατώρος. Από τα στοιχεία των ελβετικών τραπεζών αλλά και των κυπριακών αρχών που έχουν συγκεντρώσει οι δύο δικαστικοί λειτουργοί, θεωρούν ότι το συνολικό ποσό που διακινήθηκε για την επίμαχη σύμβαση ξεπερνά τα 4 εκατομμύρια ελβετικά φράγκα, μέρος του οποίου είναι το ποσό για το οποίο καλείται να λογοδοτήσει ο κ. Παπαντωνίου. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ανάκρισης τα παράνομα χρήματα που φέρνουν ενώπιον της δικαιοσύνης τον κ. Παπαντωνίου κινήθηκαν μέσω 7 λογαριασμών και περίπου 35 υπολογαριασμών και μετά από αλλεπάλληλες κινήσεις, κατέληξαν στον ίδιο.

Η πορεία του παράνομου χρήματος που καταγράφεται στα στοιχεία των ανακριτών φαίνεται να ξεκινά σχεδόν τέσσερις μήνες μετά την υπογραφή της σύμβασης για τις φρεγάτες, Ιούνιο με Ιούλιο του 2003, όπου καταγράφονται δύο εμβάσματα της «THALES», από την τράπεζα ABN AMRO Ολλανδίας προς τραπεζικό λογαριασμό που διατηρούσε στη Γενεύη, εταιρεία συμφερόντων του Μπεκατώρου. Από εκεί τα χρήματα μεταφέρθηκαν σε εξωχώριες εταιρίες του αποβιώσαντος στην Κύπρο και ακολούθως κατέληξαν σε τραπεζικούς λογαριασμούς του Ανδρέα Μπάρδη.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το