Δημήτρης Μαυρίδης

Ένας συνηθισμένος κυριακάτικος καφές σε κεντρικό σημείο της πόλης και δυο – τρεις απλές μαθηματικές πράξεις ίσως μπορούν τελικά να σου δώσουν απαντήσεις σε ερωτήματα που σε βασανίζουν εδώ και καιρό, καθώς φρίττεις και χάνεις σημαντική ποσότητα τριχών κεφαλής κάθε φορά που ανοίγεις την τηλεόραση ή το διαδίκτυο και μια καινούρια bold κοτσάνα προβάλλει στην οθόνη σου. Το ζήτημα που σε απασχολεί από αυτά που βλέπεις και ακούς είναι όχι το «τι ψηφίσατε ρε!», αλλά το «ποιοι, ρε γαμώτο, τους ψηφίσανε;». Τότε, ασυναίσθητα, καταφεύγεις στα στοιχεία της εμφάνισης των πελατών της καφετέριας και σε μια τρόπον τινά ερασιτεχνική χρήση της φυσιογνωμικής, μ’ όλο τον κίνδυνο της προκατάληψης που αυτή μπορεί να ενέχει. Γυρνάς, λοιπόν, το βλέμμα σου δεξιά και αριστερά και αναρωτιέσαι αν αυτοί οι άνθρωποι, όπως ο ευρυκούτελος κύριος με τα πρεσβυωπικά γυαλιά και το κόκκινο πόλο μπλουζάκι στα δεξιά σου, η κοπέλα με το όμορφο χαμόγελο απέναντί σου, ο σωματώδης νεαρός με το τατουάζ του Χριστού δίπλα της, η κάθιδρη από τα κυριακάτικα (απαραιτήτως την Κυριακή!) ψώνια φουριόζα κυρία, ο ξινισμένος όρθιος που ψάχνει για μια τρίτη καρέκλα είναι αυτοί μάλλον οι οποίοι ψηφίσανε αυτούς για τους οποίους αναρωτιέσαι «ποιοι τους ψήφισαν;». Ή μήπως τελικά είναι κάποιοι, απλώς, σαν κι εσένα;

Φυσικά, αμφιβάλλεις με το ενδεχόμενο Αυτοί(!) που έχουν κάνει τούτη την επιλογή να είναι ίδιας ιδιοσυγκρασίας με σένα και εξακολουθείς να αξιοποιείς τα υπάρχοντα δεδομένα σε πιο ορθολογιστική βάση θέτοντας σε εφαρμογή τις μαθηματικές σου γνώσεις από το σχολείο. Παίρνεις, λοιπόν, ως δείγμα τρία τυχαία τραπέζια των τεσσάρων ατόμων και έχεις αμέσως – αμέσως δώδεκα άτομα. Απ’ αυτούς σκέφτεσαι ότι το 60% (δηλαδή τα επτά άτομα) συμμετείχε στην τελευταία εκλογική διαδικασία. Καταλήγεις στο ότι οι τρεις στους επτά ψήφισαν το νυν κυβερνόν κόμμα. Τότε, λοιπόν, βασανίζεσαι για το ποιοι απ’ αυτούς που βρίσκονται γύρω σου είναι αυτοί που συμφωνούν με απόψεις κυβερνητικών στελεχών – και συνεκδοχικά της κυβέρνησης – που διατυπώθηκαν τον τελευταίο μήνα και που πολύ ευχαρίστως θα την ξαναψήφιζαν εξαιτίας των θέσεών της αυτών στις επόμενες εκλογές. Θα μπορούσε να είναι ένας από το αριστερό τραπέζι, ένας από το δεξί και ένας από το δικό σου. Θα μπορούσαν να είναι και οι τρεις από το ίδιο τραπέζι ή να είναι δύο από το δεξί και ένας από το αριστερό ή και αντίστροφα. Το χειρότερο απ’ όλα είναι… και οι τρεις να βρίσκονται στην παρέα σου! Τρέμοντας στην ιδέα αποδιώχνεις προς στιγμήν και αυτό το ενδεχόμενο, αλλά παράλληλα σε τρώει και η περιέργεια για το τι μπορεί να συμβαίνει στο «δικό σου» τραπέζι. Αμφιταλαντεύεσαι. Αποφασίζεις, όμως, να το «τραβήξεις» ως το τέλος ακόμα και με το μεγάλο ρίσκο να σου βγει ο κυριακάτικος καφές ξινός. Θέλεις, οπωσδήποτε, να βγάλεις τα συμπεράσματά σου και, μετά από τις πρώτες γουλιές, αρχίζεις τα «πολιτικά»…

Ακολουθώντας χρονολογική σειρά, κάνεις λόγο για «τις ελιές» του Χατζηδάκη, για την «παιδαγωγική σημασία» του sms του Γεραπετρίτη και, τέλος, για τον «κακό σύζυγο, αλλά καλό πατέρα» του Λοβέρδου. Οι απόψεις της ομήγυρης πέφτουν στο τραπέζι αβίαστα και, καθώς διατυπώνονται αυθόρμητα και με πληθώρα επιχειρημάτων, σου δίνουν την εντύπωση απόψεων επεξεργασμένων και αποκρυσταλλωμένων από καιρό στο μυαλό των εκφραστών τους. Μόνο ένας συμφωνεί με «τις ελιές» του Χατζηδάκη λέγοντας μάλιστα πως ο ξάδερφός του, υπάλληλος σε εταιρεία χρωμάτων, για πολλά χρόνια αντιμετώπιζε το πρόβλημα της αναζήτησης εργατικών χεριών για το μάζεμά τους. Άλλωστε, «προς το παρόν, η διευθέτηση του ωραρίου δεν είναι θέμα που αφορά το δημόσιο τομέα». Σχετικά με την «παιδαγωγική σημασία» του sms, δύο από τους ομοτράπεζους εκφράζουν το θυμό τους γι’ αυτήν την ανοησία του υπουργού ενώ ο τρίτος, σπουδαγμένος στο εξωτερικό, τον υποστηρίζει λέγοντας πως αυτό το μέτρο είναι απαραίτητο για έναν λαό σαν το δικό μας που δύσκολα συνηθίζει μια κατάσταση νομιμοφροσύνης, κάνοντας παράλληλα αναφορά στην παροιμιώδη γερμανική πειθαρχία. Τέλος, όλοι τους, έμμεσα, κρίνουν ως σχεδόν αληθή την ουσία των λόγων του Λοβέρδου και μόνο όταν η πρώην φουριόζα, τώρα όμως ξεκούραστη και χαλαρή, κυρία από τα αριστερά τούς κοιτάζει απειλητικά, το γυρνούν στην πλάκα κάνοντας λόγο για πιθανό ξεκούτιασμα του εν λόγω βουλευτή. Ο κύριος με το πλατύ κούτελο και τα πρεσβυωπικά γυαλιά στο αριστερό τραπέζι παρακολουθεί διακριτικά τη συζήτηση, κλείνει την εφημερίδα του και κοιτάζει προς την απέναντι βιτρίνα. Από την αντίδρασή του θα μπορούσαμε να υποθέσουμε πως νοιώθει απογοητευμένος.

Υποθέτουμε ότι περίπου τις ίδιες απόψεις θα άκουγε κανείς σε κάποιο άλλο τραπέζι στον ίδιο χώρο, σε κάποιον άλλο τόπο, σε κάποια άλλη χρονική στιγμή και σε συζητήσεις πάνω σε άλλες γελοίες και επικίνδυνες δηλώσεις επίσημων προσώπων που διατυπώθηκαν τους τελευταίους μήνες. Οι άνθρωποι που δε δίνουν τη δέουσα προσοχή στη σημασία και τη σκοπιμότητα των λόγων των εκπροσώπων μιας τέτοιας κυβέρνησης και συμφωνούν με τις ανοησίες που κατά καιρούς εκστομίστηκαν είναι και οι ψηφοφόροι και οι υποστηριχτές της. Αυτοί δεν είναι οντότητες που ζουν σε συγκεκριμένα ενδιαιτήματα και που δραστηριοποιούνται σε συγκεκριμένους τομείς. Όλοι τους διαβιούν ανάμεσά μας και τους βρίσκεις σε όλους τους πιθανούς χώρους. Ωστόσο, όσον αφορά τη μόρφωσή τους, διαπιστώνει κανείς ότι για πολλούς από τους παραπάνω αυτή συντελέστηκε εις μάτην, αφού οι ίδιοι καταντούν να ενστερνίζονται δουλοπρεπώς παράλογες και ανερμάτιστες απόψεις ανθρώπων ακαλλιέργητων, καιροσκόπων και ενίοτε σαλεμένων.

Για τους περισσότερους, όμως, το πρόβλημα έχει την αιτία του στην έλλειψη ταξικής συνείδησης. Οι μικρές και κάποτε ισχυρές δόσεις (επίπλαστης) ευμάρειας που τους παρείχε σε κάποια άλλη εποχή «η τράπεζα της γειτονιάς τους», διαμόρφωσαν σ’ αυτούς τους ψηφοφόρους την ιδέα μιας εξασφαλισμένης ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας, ενώ στην πραγματικότητα αυτοί ανεπαίσθητα είχαν ήδη βάλει ως ενέχυρο το ίδιο τους το μέλλον. Συνεπώς, είναι εύλογο – στην ουσία όμως παράλογο – ο χρεοκοπημένος οικονομικά και κοινωνικά (ή ακόμα και ο ανέκαθεν φτωχός, για άλλους όμως λόγους) να εντάσσεται σε πολιτικούς χώρους και να υποστηρίζει κομματικές παρατάξεις που εξυπηρετούν τα αντίθετα από τα δικά του – λαϊκά κατά βάση – συμφέροντα. Η συγκεκριμένη πολιτική στάση και λανθασμένη επιλογή παρατηρείται κατά κόρον στη λεγόμενη μεσαία και μικρομεσαία αστική τάξη που δεν έπαψε να θεωρεί ποτέ τον εαυτό της ως μια εν δυνάμει κυρίαρχη τάξη στο πλαίσιο ενός καπιταλιστικού συστήματος που μόλις και μετά βίας κατανοεί.

Έτσι, λοιπόν, θα μπορούσε κάποιος στο πλαίσιο ενός τυπικού κυριακάτικου καφέ και με λίγη παρατηρητικότητα να δώσει μια γρήγορη – αν και κάπως απλοϊκή – απάντηση πάνω στο ερώτημα «ποιοι τους ψηφίσανε;». Μάλιστα, πολλές φορές τους «ξετρυπώνεις» στην παρέα σου ή και στο τραπέζι σου. Αναμφισβήτητα, οι εμπεριστατωμένες μελέτες σχετικά με το προφίλ των ψηφοφόρων αντιλαϊκών κυβερνήσεων ή των υποστηριχτών αντιδημοκρατικών καθεστώτων ανήκουν στη σφαίρα των κοινωνικών και πολιτικών επιστημών. Ωστόσο, μια πολιτική συζήτηση που διαμείβεται σε χαλαρές συνθήκες συνοδεία καφέ ή μεταξύ τυρού και αχλαδιού μπορεί να αποτελέσει αληθινό χρυσωρυχείο για κάποιον που επιζητά απλές και αρκετά ρεαλιστικές απαντήσεις.

Μαυρίδης Δημήτρης

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το