γράφει ο Δημήτρης Ταχματζίδης*

Η ψυχολογία είναι μία επιστήμη που μελετά την ανθρώπινη συμπεριφορά, την απόκτηση και ανάπτυξη της γνώσης, την διαχείριση των συναισθημάτων και των ανθρώπινων σχέσεων. Σε γενικές γραμμές, επιχειρεί να περιγράψει την «ανθρώπινη συνθήκη», τι σημαίνει, δηλαδή, να είσαι άνθρωπος, «σήμερα», στο «εδώ και τώρα». Για μπορέσει να περιγράψει την ανθρώπινη συνθήκη
χρησιμοποιεί ποικίλα εννοιολογικά εργαλεία, τρία εκ των οποίων θα επιχειρήσουμε να εκθέσουμε εδώ: το «μοντέρνο», το «μεταμοντέρνο» και το «υπερμοντέρνο» (νεωτερικότητα, μετανεωτερικότητα και υπερνεωτερικότητα). Το ερώτημα που θα μας απασχολήσει είναι τριπλό: ποια είναι η ψυχολογία του μεταμοντέρνου ανθρώπου, τι σημαίνει η μετάβασή του στο υπερμοντέρνο και ποια είναι η ταυτότητα του εκπαιδευτικού μέσα σε αυτή την μετάβαση; Σε γενικές γραμμές, όταν σήμερα λέμε ότι κάτι/κάποιος είναι «(μέτα-/υπέρ-) μοντέρνο(ς)» στην ουσία αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να περιγράψουμε έναν συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου σε μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή: αλλιώς σκεφτόταν στον διαφωτισμό ο μοντέρνος άνθρωπος, αλλιώς στον 20 ο αιώνα ο μεταμοντέρνος και αλλιώς στον 21ο ο υπερμοντέρνος.


Μοντέρνος άνθρωπος: ο άνθρωπος του διαφωτισμού
Ο μοντέρνος άνθρωπος είναι ο άνθρωπος του διαφωτισμού. Ο διαφωτισμός (ο Αιώνας της Λογικής) θεωρείται ότι ξεκινάει το 1687, όταν διατυπώθηκε ο νόμος της παγκόσμιας έλξης του Νεύτωνα. Μέσα σε αυτά τα ιστορικά πλαίσια, ο άνθρωπος του διαφωτισμού είναι ένας «μοντέρνος» άνθρωπος, είναι ο άνθρωπος που βάζει πίσω του τον σκοταδιστικό μεσαίωνα. Είναι ο άνθρωπος που πιστεύει στη δύναμη της λογικής, του ορθολογισμού και στη δυνατότητα της βελτίωσής του μέσα από την καλλιέργεια των θετικών επιστημών. Είναι ο άνθρωπος που είτε στέκεται κριτικά απέναντι στην παράδοση, είτε την απορρίπτει ως μη λειτουργική για το παρόν και το μέλλον του. Αρνείται κάθε αυθεντία και είναι ταγμένος στην αυτοβελτίωσή του. Στο ερώτημα «τι είναι διαφωτισμός», είναι χαρακτηριστική η απάντηση του Καντ, ο οποίος πιστεύει ότι διαφωτισμός είναι η έξοδος του Ανθρώπου από την ανωριμότητά του, για την οποία ο ίδιος είναι υπεύθυνος. Η έξοδος από την κατάσταση αυτή είναι δυνατή, επειδή υπάρχει μία καθολική, γενικά αποδεκτή
Αλήθεια, στην οποία ο άνθρωπος μπορεί να φτάσει με τη δύναμη της λογικής και την τεχνική πρόοδο.
Μέσα στα πλαίσια αυτά, ο Francis Bacon πιστεύει ότι μία σοφή και με ηθικές αρχές ελίτ ανθρώπων θα μπορούσε να φέρει την πρόοδο στην ανθρωπότητα, ο Georg Hegel εκτιμά ότι στην αντικειμενική αλήθεια μπορούμε να φτάσουμε μέσα από μία διαλεκτική σύνθεση ιδεών η οποία προκύπτει μέσα από την θέση και την αντίθεση των απόψεων, ενώ ο Karl Marx διατυπώνει την ενδιαφέρουσα ιδέα ότι οι οικονομικοί και ιστορικοί νόμοι καθορίζουν την ανθρώπινη ζωή μέσα από την πάλη των τάξεων και η επίγνωση της κατάστασης αυτής μπορεί να οδηγήσει στην οικοδόμηση της ιδανικής κοινωνίας που, με τη σειρά της, θα οδηγήσει στην ευτυχία και ευημερία του ανθρώπου. Οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, το Άουσβιτς, ο πυρηνικός εξοπλισμός, η συστηματική καταστροφή του περιβάλλοντος και άλλα ζοφερά ιστορικά γεγονότα έθεσαν σε κριτική τον διαφωτισμό. Ο άνθρωπος δεν είναι το λογικό ον που οι πρώτοι διαφωτιστές πίστευαν και η τεχνολογική πρόοδος αποδείχθηκε αναγκαία αλλά όχι και ικανή συνθήκη για την ανθρώπινη ευημερία. Τα αδιέξοδα της ανθρωπότητας οδήγησαν στην κριτική του διαφωτισμού, αλλά ταυτόχρονα και στην αναζήτηση μίας «μεταμοντέρνας» κατάστασης η οποία θα μπορούσε να περιγράψει πληρέστερα τον άνθρωπο του 20 ου αιώνα.


Μεταμοντέρνος άνθρωπος: ο άνθρωπος του 20ου αιώνα
Ο όρος «μεταμοντέρνο» δεν χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να περιγράψει την ανθρώπινη συνθήκη. Για πρώτη φορά απαντάται το 1870 από τον John Watkins Chapman αναφερόμενος στην εικαστική τέχνη, λέγοντας ότι για να μπορέσουν οι ζωγράφοι να ξεφύγουν από τα αδιέξοδα του ιμπρεσιονισμού θα πρέπει να επινοηθεί ένα «μεταμοντέρνο στυλ ζωγραφικής». Το 1914 ο J. M.
Thompson θα χρησιμοποιήσει τον ίδιο όρο για να περιγράψει αλλαγές στις στάσεις και τις πεποιθήσεις κυρίως σε θέματα θρησκευτικής ηθικής, ενώ το 1926 ο Bernard Iddings Bell αναφέρει τον όρο για να περιγράψει την μετάβαση από την μοντέρνα στη μεταμοντέρνα εποχή, ασκώντας την κριτική του στον Διαφωτισμό. Η κριτική αυτή διαμορφώθηκε μέσα από τον λόγο και τα έργα σημαντικών διανοητών (π.χ. Adorno, Marcuse, Wittgenstein κ.α.) και καταλήγει στην θέση ότι, τελικά, δεν υπάρχει μία καθολική, αντικειμενικά καθολική αλήθεια, όπως πίστευαν οι διαφωτιστές, αλλά (συν)υπάρχουν ταυτόχρονα πολλές διαφορετικές και αντιθετικές μεταξύ τους αλήθειες, οι οποίες είναι κοινωνικά κατασκευασμένες μέσα από τον λόγο.
Σε συνάρτηση με τα παραπάνω και σε σχέση με την ανάπτυξη των ηλεκτρονικών υπολογιστών, του διαδικτύου και της οπτικό-ακουστικής αφήγησης διαμορφώθηκε η μεταμοντέρνα αντίληψη μέσα από το δίπολο «λόγος» και «εικόνα» ότι, δηλαδή: (α) η πραγματικότητα κατασκευάζεται μέσα από τον λόγο (κάτι είναι πραγματικό όχι επειδή το αντιλαμβάνομαι μέσα από τις αισθήσεις, αλλά επειδή είμαι ικανός να το αρθρώσω λεκτικά) και (β) η πραγματικότητα δεν είναι «πραγματική» αλλά είναι «εικονική», που σημαίνει ότι η εικόνα δεν αναπαριστά την πραγματικότητα, είναι πραγματικότητα, και συχνά η εικονική πραγματικότητα είναι πιο πραγματική από την πραγματική πραγματικότητα. Σε αυτή τη διπολική σχέση λόγου – εικόνας, η εικόνα υπερισχύει διότι, σύμφωνα με τον J.F. Lyotard, το εικονικό «αντιστέκεται» στην αναπαράσταση: κάθε φορά που προσπαθούμε να το παραστήσουμε με τη γλώσσα -να το λεκτικοποιήσουμε- διαφεύγει. Σε αυτό το δίπολο στάθηκε κριτικά ο F. Jameson, ο οποίος εκτιμά ότι ο μεταμοντερνισμός είναι μια εντατικοποίηση και η τελευταία φάση του παγκόσμιου καπιταλισμού, αλλά παρόλα αυτά δέχεται τις βασικές μεταμοντέρνες θέσεις ότι η πραγματικότητα εξατμίζεται σε απλές εικόνες και ότι, στα πλαίσια της καπιταλιστικής κοινωνίας, είμαστε προσκολλημένοι σε προϊόντα και εικόνες.
Στο ίδιο μήκος κύματος και προχωρώντας ακόμα περισσότερο στην περιγραφή της μεταμοντέρνας κατάστασης, ο J. Baudrillard θα διατυπώσει τον αφορισμό ότι το μοντέρνο, το «πραγματικό» (όπως το περιέγραφε ο μοντερνισμός) και το sex έχουν πεθάνει. Η προσομοίωση, πλέον, είναι πιο πραγματική από την πραγματικότητα, ότι η πραγματικότητα δεν γίνεται αντιληπτή από τις αισθήσεις αλλά από τον λόγο και ότι η ομιλία -η ρητορική- κατασκευάζει την πραγματικότητα. Γι’ αυτό το λόγο και ο U. Eco στο δοκίμιό του «Σημειολογικός Ανταρτοπόλεμος» θα επεκτείνει την σκέψη του K. Marx και θα πει ότι θα πρέπει να προβούμε στην κατάληψη των «μέσων παραγωγής νοήματος», διότι όποιος είναι σε θέση να «παράγει» δηλαδή να κατασκευάζει νόημα, επομένως να φτιάχνει την πραγματικότητα, την επιβάλλει με τα μέσα που την παράγουν (ραδιόφωνο, τηλεόραση, κινηματογράφο κλπ).
Στην μεταμοντέρνα, επομένως, θεώρηση του κόσμου, η πραγματικότητα δεν είναι αντικειμενική, αλλά βρίσκεται στην υποκειμενική θεώρηση του κόσμου και κατασκευάζεται μέσα από τον λόγο του υποκειμένου, διαμορφώνοντας την διάσταση της εξουσίας με τον εξής τρόπο: εάν μπορώ να επιβάλλω την ρητορική μου έχω την εξουσία. Μπορούμε να δούμε πολλά παραδείγματα σε αυτόν τον τομέα, όπως, για παράδειγμα, την πρόσφατη περίπτωση της ρητορικής επιχειρηματολογίας τύπου ΤΙΝΑ (there is no alternative), όπου τα κυρίαρχα μέσα επιχείρησαν και κατάφεραν να πείσουν τον κόσμο με συστηματική προπαγάνδα ότι δεν «υπάρχει εναλλακτική» στην παγκόσμια
καπιταλιστική κρίση και ότι θα πρέπει το υπάρχον status quo να παραμείνει, ακόμα κι αν είναι αδιέξοδο. Παρόλα αυτά αξίζει να αναφέρουμε, παρά το γεγονός ότι ο μεταμοντερνισμός δέχεται ότι υπάρχουν πολλές υποκειμενικές αλήθειες και ότι δεν υπάρχει κάποια αντικειμενική αλήθεια, ο B. Murray αναφέρει ότι καμία μεταμοντέρνα θεώρηση σε καμία περίπτωση δεν θα καταφέρει να μας πείσει ότι, τελικά, δεν υφίσταται η μία και μοναδική αλήθεια σε αυτόν τον κόσμο ότι, δηλαδή, υπάρχουν φτωχοί και πλούσιοι.


Υπερμοντέρνος άνθρωπος: ο άνθρωπος του 21ου αιώνα
Η έννοια του υπερμοντέρνου έρχεται να περιγράψει τη σχέση του σύγχρονου ανθρώπου με τον χώρο, τον χρόνο και τα αντικείμενα. Ο όρος «υπερμοντέρνο» εισάγεται το 1992 από τον Γάλλο κοινωνικό ανθρωπολόγο Marc Auge στη μελέτη του Non-Places: Introduction to an Anthropology of Supermodernity. Στην απλούστερη διατύπωσή του, υπερμοντερνισμός είναι η εντατικοποίηση του μεταμοντέρνου. Ετυμολογικά, ο όρος απο δίδει την υπερβολή: το πρόσφυμα υπέρ- παραπέμπει στην θέση ότι κάποιες διαστάσεις του μοντέρνου και του μεταμοντέρνου «υπερβάλλουν και υπερβάλλονται». Σε ό,τι αφορά τον χώρο, ο Auge εισάγει την έννοια του «μη-τόπου» (non-place) για να περιγράψει τους (αστικούς) χώρους που δεν έχουν την απαραίτητη «σημασία» για να θεωρηθούν ως «τόπος».
Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, ένας «χώρος» (space) μπορεί να θεωρηθεί «τόπος» (place) μόνο εάν μέσα σε αυτόν ο άνθρωπος μπορεί να αναπτύξει ουσιαστικές προσωπικές σχέσεις. Στην αντίθετη περίπτωση ο χώρος αυτός είναι μη-τόπος. Για παράδειγμα, το πατρογονικό σπίτι είναι τόπος επειδή σε αυτό έζησαν τα μέλη της οικογένειας, υπάρχουν συγκεκριμένες αναμνήσεις, με συγκεκριμένες συναισθηματικές επενδύσεις. Όταν το πατρογονικό σπίτι, όμως, μετατρέπεται σε ενοικιαζόμενο δωμάτιο (π.χ. τύπου airbnb) τότε σε αυτό το σπίτι δεν μπορούν να υπάρξουν μακροχρόνιοι δεσμοί καθώς οι ένοικοί του εναλλάσσονται διαρκώς και για τον λόγο αυτό το σπίτι δεν έχει πλέον ταυτότητα, δεν παράγει ιστορία, είναι πλέον μητόπος. Οι μη-τόποι δεν δημιουργούν μία (ενιαία) ταυτότητα (πολιτιστική, προσωπική κλπ.), δεν δημιουργούν σχέσεις, αλλά παράγουν μοναξιά, αποξένωση, ομοιομορφία και ομοιότητα. Με τον τρόπο αυτό, οι μη-τόποι καταργούν την προσκόλληση του ανθρώπου με το παρελθόν.
Τι είναι αυτό που μετατρέπει τον μη-τόπο σε τόπο; Η απάντηση είναι ο χρόνος. Για να μπορέσει ο άνθρωπος να συνάψει σχέσεις με έναν τόπο χρειάζεται χρόνος, να επιτρέψει, δηλαδή, στον εαυτό του να εμπλακεί συναισθηματικά με άλλους ανθρώπους που μοιράζονται τον μη-τόπο. Αυτή είναι μία χρονοβόρα και συχνά επίπονη διαδικασία. Στο σημείο αυτό ο υπερμοντερνισμός έρχεται να περιγράψει τη σχέση του ατόμου με τον χρόνο. Οι άνθρωποι σήμερα είναι «βιαστικοί», τα πάντα γίνονται με μία αίσθηση κατεπείγοντος (π.χ. speed-dating, powersleep κ.ο.κ.). Ο υπερμοντερνισμός στέκεται κριτικά απέναντι στον καπιταλισμό θεωρώντας ότι οι σύγχρονες καπιταλιστικές σχέσεις διαφθείρουν τη σχέση του ατόμου με τον προσωπικό του χρόνο, ο οποίος βιώνεται ως «κάτι που πρέπει να γίνει άμεσα – γρήγορα» για να μεταβεί αμέσως σε κάτι άλλο που πρέπει να γίνει ακόμη πιο γρήγορα κ.ο.κ. Σβήνοντας το παρελθόν και συμπιέζοντας το παρόν σε ένα άμεσα πιεστικό μέλλον, ο χρόνος συμπιέζεται και θεωρείται ένα αγαθό το οποίο δεν είναι για χάσιμο, για ξόδεμα, δεν μπορεί να «επενδυθεί» σε μακροχρόνια σχέδια και για το λόγο αυτό δεν δημιουργεί δέσιμο με τους άλλους οι οποίοι θεωρούνται «αντί-κείμενα».
Στο σημείο αυτό ο υπερμοντερνισμός περιγράφει τη σχέση του ατόμου με τα αντικείμενα. Σύμφωνα με τη N. Aubert, στον υπερμοντερνισμό το αντικείμενο αντικαθίσταται από τις ιδιότητές του: ένα αντικείμενο είναι αντικείμενο επειδή έχει τις ιδιότητες του αντικειμένου και όχι τη μορφή του: η οθόνη αφής είναι «πληκτρολόγιο» επειδή έχει τις ιδιότητες (και τη λειτουργία) του πληκτρολόγιου και όχι τη μορφή του. Από τη στιγμή, μάλιστα, που χρησιμοποιούμε περισσότερο την οθόνη αφής από το παραδοσιακό πληκτρολόγιο, η οθόνη αφής είναι το «πραγματικό» πληκτρολόγιο. Συνδυάζοντας τις προηγούμενες παραδοχές του μεταμοντερνισμού, ότι δηλαδή η εικονική πραγματικότητα είναι πραγματική, τότε αρκεί μία εικόνα να έχει συγκεκριμένες λειτουργίες για να μπορέσει να θεωρηθεί και αυτή ως πραγματική. Τα pokemon, για παράδειγμα, είναι «εικονικά», είναι ψηφιακά, αλλά επειδή έχουν συγκεκριμένες λειτουργίες (μπορώ να αλληλεπιδράσω μαζί τους, να μου απαντήσουν, να τα χρησιμοποιήσω κλπ) για το λόγο αυτό είναι αληθινά, υφίστανται επειδή τα βλέπουμε στο κινητό μας και με έναν ευφυή αλγόριθμο μπορούμε να αλληλεπιδράσουμε μέσα από σε κατάλληλο περιβάλλον, επαυξημένης πραγματικότητας (augmented reality). Επεκτείνοντας την σκέψη αυτή, ο πραγματικός μου εαυτός είναι ο εικονικός μου εαυτός: εφόσον χρησιμοποιώ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ο ψηφιακός μου εαυτός είναι αυτός που βλέπουν οι άλλοι και έχει τις βασικές ιδιότητες της αλληλεπίδρασης (επικοινωνώ με τους άλλους, τους γνωρίζω, με γνωρίζουν, ανταλλάσσουμε μηνύματα κλπ) ο ψηφιακός μου εαυτός είναι πιο πραγματικός από τις προγενέστερες έννοιες που παλιότερα μπορούσαν να τον περιγράψουν.

Μπορούμε να κατανοήσουμε τα παραπάνω με το παράδειγμα της βιβλιοθήκης (εικόνα 1). Στην μοντέρνα θεώρηση «βιβλιοθήκη» είναι αυτό που δηλώνει η λέξη: μία θήκη για βιβλία. Υπάρχει μόνο μία «αλήθεια» και μόνο μία χρήση για την βιβλιοθήκη και αυτή είναι να βάζω τα βιβλία μου (η λειτουργία είναι συγκεκριμένη και πρέπει να φαίνεται). Στη μεταμοντέρνα θεώρηση η έννοια της βιβλιοθήκης είναι πιο ρευστή: δεν υπάρχει συγκεκριμένη λειτουργία για βιβλιοθήκη, μπορώ να βάζω και άλλα αντικείμενα. Στον αιώνα του υπερμοντέρνου οτιδήποτε μπορεί να είναι βιβλιοθήκη εφόσον έχει τη λειτουργία της βιβλιοθήκης. Το αντικείμενο το αντικαθιστά η λειτουργία: βιβλιοθήκη είναι η λειτουργία του διαβάσματος και της αποθήκευσης βιβλίων σε μορφή pfd στο cloud (οτιδήποτε μου δίνει τη δυνατότητα να έχω συγκεντρωμένο το αναγνωστικό μου υλικό και να το επεξεργάζομαι με τη βοήθεια της τεχνολογίας).

Εικόνα 1: Μοντέρνα, μεταμοντέρνα και υπερμοντέρνα βιβλιοθήκη


Ο υπερμοντέρνος κόσμος είναι ένας κόσμος που καθορίζεται από τις λειτουργικές ιδιότητες των αντικειμένων. Η λογική είναι η εξής: εφόσον θέλω να έχω κάποιες ιδιότητες, οι ιδιότητες αυτές είναι πραγματικές γιατί τις αποκτώ και τις διαμορφώνω μέσα από την τεχνολογία (π.χ. οθόνη αφής). Εάν τις ιδιότητες μπορεί να τις προσφέρει η τεχνολογία, τότε η τεχνολογία είναι εκείνη που θα καθορίσει την ανθρώπινη ταυτότητα. Ο νέος αυτός κόσμος που έχει ως γνώμονα τις ιδιότητες καθοδηγείται από την άνοδο της τεχνολογίας και φιλοδοξεί να συγκλίνει την τεχνολογία με την βιολογία και κυρίως την πληροφορία με την ύλη. Αυτό σημαίνει ότι ο υπερμοντερνισμός επικυρώνεται δίνοντας έμφαση στην αξία της τεχνολογίας την οποία χρησιμοποιεί για να ξεπεράσει τους φυσικούς περιορισμούς και επιτρέπει στις ιδιότητες ενός αντικειμένου να παρέχουν ακόμη μεγαλύτερη ατομικότητα, δηλαδή: σημασία έχει το άτομο και το κατά πόσο το άτομο μπορεί να αποκτήσει τις λειτουργίες σημασία έχει το άτομο έναντι ομαδικού – προτεραιότητα στην ατομική ηδονή, στην εξατομικευμένη, δηλαδή, εμπειρία χρήσης). Εδώ ακριβώς βρίσκεται η πρόκληση για
τον σύγχρονο ρόλο του εκπαιδευτικού. Στις παλαιότερες θεωρήσεις η έλευση των ηλεκτρονικών υπολογιστών θεωρούνταν πρόκληση για τον εκπαιδευτικό: ο δάσκαλος στην τάξη θα έπρεπε να μάθει να χρησιμοποιεί τον Η/Υ ως επικουρικό εργαλείο στη διδασκαλία του. Στην πραγματικότητα συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Εφόσον οι μαθητές μαθαίνουν μέσα από τον υπολογιστή, σύμφωνα με την υπερμοντέρνα θεώρηση, για να μπορέσει ο εκπαιδευτικός να διδάξει θα πρέπει να αποκτήσει τις λειτουργίες του αντικειμένου που παρέχει τη μόρφωση, που σημαίνει ότι θα πρέπει ο ίδιος να γίνει και να λειτουργεί ως κομπιούτερ. Αυτό είναι το λανθάνον αίτημα της οργανωμένης κοινωνίας απέναντι στον εκπαιδευτικό: η μετατροπή του ίδιου από άτομο σε μηχάνημα.

Ο εκπαιδευτικός στην υπερμοντέρνα κατάσταση
Κατά καιρούς σε διάφορες επιμορφώσεις, αλλά και στην τρέχουσα ακαδημαϊκή βιβλιογραφία, έγινε προσπάθεια να καταγραφεί το προφίλ του σύγχρονου εκπαιδευτικού το οποίο ερχόταν πάντα σε αντιπαραβολή με το προφίλ των εκπαιδευτών προηγούμενων δεκαετιών. Έτσι για παράδειγμα, προβαλλόταν η άποψη ότι παλιότερα, ο εκπαιδευτικός του 1950 ήταν ο μοναδικός φορέας της γνώσης, η απόλυτη αυθεντία μέσα στην τάξη, αυτός, που έχει τα βιβλία στη βιβλιοθήκη του και
έχει διαρκώς πρόσβαση σε αυτά και σε τελική ανάλυση είναι αυτός που «διδάσκει» που μεταλαμπαδεύει δηλαδή τις γνώσεις του στους μαθητές. Σε αντίθεση με αυτόν, ο σύγχρονος
εκπαιδευτικός του 2020 είναι διαχειριστής της γνώσης, ένας ερευνητής, που χειρίζεται τα βιβλία, έχει το κριτήριο να φιλτράρει την ποιότητα των πληροφοριών και των γνώσεων που διατρέχουν το διαδίκτυο και δεν διδάσκει στην πραγματικότητα, αλλά καλλιεργεί στρατηγικές μάθησης και μαθαίνει στους μαθητές του πώς να μαθαίνουν. Στην πραγματικότητα και οι δύο αυτές θεωρήσεις είναι παραπλανητικές και ψευδείς. Στην μεταμοντέρνα θεώρηση εάν τη γνώση την προσφέρει ο Η/Υ, διαδίκτυο κ.ο.κ. τότε ο εκπαιδευτικός σήμερα πρέπει να έχει τη λειτουργία του αντικειμένου που προσφέρει τη γνώση, δηλαδή θα πρέπει να γίνει ο ίδιος ηλεκτρονικός υπολογιστής και να βεβαιώσει ότι η πληροφορία μεταφέρθηκε σωστά. Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζεται ο εκπαιδευτικός από την κοινωνία και την οργανωμένη πολιτεία συνηγορεί υπέρ αυτής της άποψης.
Για να το κατανοήσουμε καλύτερα ας πάρουμε ένα παράδειγμα από το σχολικό βιβλίο της Ιστορίας της Β’ Λυκείου. Στο κεφάλαιο του ανθρωπισμού αναφέρονται δύο πηγές σχετικά με το πώς έβλεπαν στην Αναγέννηση τότε τον καθολικό άνθρωπο (πολύ πριν έρθει ο μοντέρνος άνθρωπος του διαφωτισμού…):


Εάν διαβάσουμε προσεκτικά τις πηγές θα δούμε ότι ο τέλειος και σοφός άνθρωπος της εποχής ήταν εκείνος που ήξερε αρχαία, λατινικά, εβραϊκά, αραβικά, μαθηματικά, φυσική, χημεία, βοτανική, αστρονομία, παίζει μουσική, γράφει ποίηση, αλλά στο τέλος είναι σε θέση να πάρει το σπαθί του και να πάει να σκοτώσει κόσμο. Ελάχιστοι άνθρωποι μπορούν να έχουν τέτοιο ημερήσιο πρόγραμμα. Μπορούμε να χαμογελάσουμε διαβάζοντας τα απίστευτα πράγματα που έπρεπε να κάνει ένας άνθρωπος τον μεσαίωνα για να γίνει σοφός, αλλά μπαίνω στον πειρασμό να παραφράσω την πηγή, να παραχαράξω την ιστορία και να την μεταφέρω στο εδώ και τώρα αλλάζοντας τον τίτλο από «Μόνο ο σοφός είναι ο αληθινός άνθρωπος» σε «Μόνο ο ψυχωτικός είναι ο αληθινός εκπαιδευτικός»:

Περιμένω και θέλω να μάθεις τέλεια όλες τις διδακτικές μεθόδους: πρώτα την κλασική κατά μέτωπο διδασκαλία, έπειτα, τη μέθοδο Project όπως την εισήγαγε ο Vygotsky και την τροποποίησε ο Frey, την ανεστραμμένη τάξη, την blended learning, την σύγχρονη και την ασύγχρονη μάθηση, την ατομική και την ομαδική διδασκαλία.
Θα πρέπει να γνωρίζεις σε ποιο γνωστικό επίπεδο βρίσκονται και οι 125 μαθητές που βλέπεις κάθε μέρα για 45 λεπτά, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να κρατάς σε ησυχίες τους 25 μαθητές της τάξης χωρίς αντιπαιδαγωγικό αλλά με παιδαγωγικό τρόπο. Θα πρέπει να κάνεις το μάθημά σου ενδιαφέρον ώστε να προσέχουν ακόμα και αν αδιαφορούν για το μάθημα που διδάσκεις, αλλά και να προσέχεις εάν σε μαγνητοσκοπούν ή σε ηχογραφούν την ώρα του μαθήματος, διότι ό,τι πεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον σου.
Θα πρέπει επίσης να επιμερίσεις δίκαια και όμορφα τα 45 λεπτά της ώρας στους 25 μαθητές (0,41 λεπτά ανά παιδί) ώστε να λύνεις τις απορίες τους, να τα εμπνέεις για μάθηση, αλλά να βγάλεις και την ύλη και να κάνεις και επαναλήψεις χωρίς να μείνεις πίσω στα διαγωνίσματα. Επίσης θα πρέπει
να διασπάς το μάθημα σε chunck πληροφοριών σύμφωνα με τη θεωρία επεξεργασίας πληροφοριών του Gagne, αλλά να έχεις και μία ολιστική σπειροειδή ανάπτυξη του αναλυτικού προγράμματος σπουδών κάνοντας εξωδιδακτικές παρεμβάσεις και υλοποιώντας πρωτοπόρα και καινοτόμα εκπαιδευτικά σενάρια χωρίς, όμως, να βγεις εκτός ύλης.
Θέλω να διαμορφώσεις το εκπαιδευτικό σου ύφος ανάλογα με το επίπεδο των 25 μαθητών που έχεις σε κάθε ένα από πέντε διαφορετικά τμήματα στα οποία μπαίνεις μέσα κάθε μέρα και επιθυμώ να μην υπάρχει παιδί του οποίου τα στοιχεία να μην γνωρίζεις στο τμήμα στο οποίο είσαι υπεύθυνος και να είσαι σε διαρκή επικοινωνία με τους γονείς.

Θα πρέπει να μπαίνεις στο myschool και να καταχωρίζεις κάθε μέρα κάθε απουσία που κάνει κάθε μέρα ή κάθε ώρα κάθε μαθητής ή μαθήτρια και να την δικαιολογείς σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία που υπάρχει. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να γνωρίζεις τη νομοθεσία και τις αλλαγές που γίνονται σε αυτή κάθε εβδομάδα. Μάθε όλους τους κανόνες σύμφωνα με τους οποίους κάποιος μαθητής ή μαθήτρια θα πρέπει να έρχεται ή όχι στο σχολείο αν έχει covid: εάν είναι εμβολιασμένος, εάν έχει νοσήσει πρόσφατα, αν δεν έχει κάνει το εμβόλιο ή αν είναι στενή επαφή σταυρωτά, διαγώνια ή εντός εκτός και επί τα αυτά. Έπειτα διάβασε προσεκτικά όλη τη νομολογία για να ξέρεις ποια απουσία δικαιολογείται, πως και με ποιο τρόπο. Θα πρέπει να κοιτάς συχνά και τα e-mail σου, καθώς κάποιος γονιός μπορεί να θέλει να επικοινωνήσει μαζί σου για την επίδοση του παιδιού του, αλλά και αν δεν θέλει κάνε το εσύ: στους γονείς θα πρέπει να στέλνεις κάθε ημέρα ενημερωτικό e-mail για την πρόοδο και τις απουσίες των παιδιών.
Από το σχολείο θέλω στα κενά σου να σηκώνεις τηλέφωνα, να κάνεις επιτηρήσεις και να προσέχεις τους μαθητές και τις μαθήτριες. Αν κάποιος χτυπήσει θα πρέπει να γνωρίζεις πρώτες βοήθειες, αλλά να είσαι αμέσως έτοιμος να μπεις μετά για μάθημα για να μη χαθεί καμία ώρα. Ο σωστός εκπαιδευτικός είναι και ψυχολόγος, γι’ αυτό θα πρέπει να είσαι συναισθηματικά διαθέσιμος σε όλους τους μαθητές σου όταν σε ζητήσουν ανά πάσα στιγμή.
Σε ότι αφορά την ύλη θα πρέπει να την βγάλεις τουλάχιστον δύο φορές πριν τις εξετάσεις και εκτός από αυτήν να έχεις κάνει και θέματα από την τράπεζα θεμάτων. Από τις υλικοτεχνικές υποδομές θέλω να γνωρίζεις πώς γίνεται επέκταση οθόνης από το laptop στον projector, πώς συνδέεται το καλώδιο hdmi σε αντάπτορα VGA (και ανάποδα) και πώς να κάνεις κωδικοποίηση χαρακτήρων ASCII όταν υπάρχει πρόβλημα συμβατότητας εγγράφων.
Για το λόγο αυτό θα πρέπει να γνωρίζεις να μετατρέπεις αρχεία pdf σε doc (και το ανάποδο), αλλά και μία οπτικοποίηση των βαθμών σε αρχείο excel θα απογειώσει την παρουσίαση των βαθμών. Ούτε στη χρήση του διαδραστικού πίνακα θα πρέπει να υστερείς, αλλά θα πρέπει και να ανεβάζεις ασκήσεις και υλικό στο eclass και να γνωρίζεις πώς να οργανώνεις την ηλεκτρονική σου τάξη στο moodle, ορίζοντας τις ανάλογες δικλείδες βαθμολόγησης.
Τέλος, όταν γίνεις άντρας ή γυναίκα και φύγεις από το σχολείο θα πρέπει να αφήσεις την ήρεμη ζωή και την ησυχία του σπιτιού σου και πριν ξεκινήσεις το διόρθωμα γραπτών θα πρέπει να κάνεις επιμορφώσεις στις νέες παιδαγωγικές μεθόδους, στη διαφοροποιημένη διδασκαλία, στις έμφυλες διαστάσεις της εκπαίδευσης, στη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, στην ψυχολογία των μαθητών, στις πιστοποιήσεις και τις τεκμηριώσεις, ώστε να μπορείς να υπερασπίζεσαι τη δουλειά σου σε όλες τις δύσκολες στιγμές που προκαλούνται από τις ενέργειες των υπουργών παιδείας.
Είναι σαφές ότι μόνο ένα άτομο που έχει τις λειτουργίες του υπολογιστή μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτές τις απαιτήσεις. Και όμως αυτό είναι το αίτημα της κοινωνίας από τον δάσκαλο. Και είναι σαφές, με τον τρόπο αυτό τα σχολεία μας μετατρέπονται από τόποι σε μη-τόποι και οι συνάδελφοι στο σύλλογο μπορούν να θεωρηθούν άνθρωποι μόνο όταν έχουν συγκεκριμένες λειτουργίες.
* Ο Δημήτρης Ταχματζίδης είναι διδάκτωρ γνωστικής – αναπτυξιακής ψυχολογίας, ακαδημαϊκός υπότροφος στο πανεπιστήμιο δυτικής Μακεδονίας και υποδιευθυντής στο 4ο ΓΕΛ Βέροια

πηγή: αντιτετράδια της εκπαίδευσης, τ. 133

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το