Η ζωή της Μαρίκας Κοτοπούλη, της μεγάλης ερμηνεύτριας του θεάτρου, όπως αποδίνεται από την πένα και τη σκηνοθεσία του Πέτρου Ζούλια, με την εξαιρετική Νένα Μεντή στον ομώνυμο ρόλο.
Επί σκηνής ξετυλίγεται η πολυτάραχη ζωή της ηθοποιού από το 1936 – και τη φάση της μετακόμισης του θιάσου και της ίδιας από το θέατρο “Μαρίκα Κοτοπούλη”, πρώην “Ομονοίας”, στο θέατρο “Κοτοπούλη-Ρεξ” της Πανεπιστημίου ως το θάνατό της (1954). Παράλληλα ωστόσο, φωτίζονται (επιλεκτικά) μεγάλα ιστορικά και κοινωνικοπολιτικά γεγονότα της εικοσαετίας, όπως η διαπάλη γύρω από το γλωσσικό ζήτημα, η αντίθεση μοναρχικών-βενιζελικών, η μεταστροφή των θεατρικών ηθών με την ανάδειξη του ρόλου του σκηνοθέτη ως καθοριστικού, ενώ τονίζεται δυσανάλογα η εκτέλεση της διαβόητης για τη σκανδαλώδη εύνοια που απολάμβανε από τον δωσίλογο Ράλλη και τους ναζί, ηθοποιού Ελένης Παπαδάκη.

Μετά την “Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου”, τη σημαντικότερη ίσως στιγμή της σταδιοδρομίας του ως θεατρικού συγγραφέα και σκηνοθέτη, ο Πέτρος Ζούλιας συνεργάζεται και πάλι με τη Νένα Μεντή, ζωντανεύοντας αυτή τη φορά επί σκηνής τη θρυλική Μαρίκα Κοτοπούλη.

Δεν πρόκειται για ίσης αξίας εγχείρημα, παρόλο που η σεμνότατη Νένα Μεντή μεταμορφώνεται κυριολεκτικά επί σκηνής –με το θηριώδες ερμηνευτικό της εκτόπισμα. Ο Ζούλιας αποφεύγει να παρακολουθήσει τον αυταρχισμό και την πολιτική καταστολής του Μεταξά και τις λαϊκές αντιδράσεις ή, έστω, τη στάση της πλειονότητας των ανθρώπων του θεάτρου στη διάρκεια της Κατοχής, τη δράση του ΕΑΜ και τη συσπείρωση της συντριπτικής πλειοψηφίας των καλλιτεχνών στις γραμμές του, περιοριζόμενος σε χλιαρά κι άκρως υποκειμενικά σχόλια για τα μεγάλα ζητήματα που σφράγισαν την 20ετία, εστιάζοντας κυρίως στη σκιαγράφηση της προσωπικότητας της Κοτοπούλη. Υπογραμμίζει παρόλα αυτά με έμφαση το γεγονός της δήθεν άδικης εκτέλεσης της Παπαδάκη από την ΟΠΛΑ, την οποία, σημειωτέον, είχε καταδικάσει -για τη γενικότερη αντιδραστική στάση της όπως και για τη σχέση της με τον Ράλλη και τους ναζί ή τον προκλητικό τρόπο ζωής της την ώρα που συνάδελφοί της εκτελούνταν ή πέθαιναν από την πείνα- σύσσωμη η θεατρική κοινότητα.

Αυτή όμως που κερδίζει με το παραπάνω και δικαίως τις εντυπώσεις για μια ακόμα φορά, είναι η Νένα Μεντή, που αποδίνει στο ακέραιο το μπρίο και το ταμπεραμέντο της Κοτοπούλη, το πάθος και τα πάθη της, την εκρηκτικότητα και τις αντιφάσεις της, την αγάπη της για το θέατρο, που το υπηρέτησε μέχρις εσχάτων, τον έρωτά της για τον Ίωνα Δραγούμη, την ελευθεροστομία και την αντισυμβατικότητά της, την έμπρακτη υπεράσπιση της χρήσης της δημοτικής, τις φιλομεταξικές και φιλομοναρχικές της τάσεις (ενώ δεν δίστασε αργότερα να παρέμβει για να σώσει δημοκρατικούς κι αριστερούς συναδέλφους της από τους διωγμούς και τις εξορίες), τη γενναιοδωρία της προς τους νεότερους ηθοποιούς, όπως χαρακτηριστικά την Έλλη Λαμπέτη, τη βαθύτερη μοναξιά της.

Σε πρόσφατη συνέντευξή της σε ελληνικό διαδικτυακό περιοδικό επ’ αφορμή του ανεβάσματος του “Μαρίκα”, η Μεντή καταθέτει – με τη χαρακτηριστική αυθορμησία της: «Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι με το οποίο γεννιέσαι. Σχεδόν όλα, ακόμα και ο χαρακτήρας σου, διαμορφώνονται στη διαδρομή της ζωής σου. Και ηθοποιός γίνεσαι, και τραγουδιστής γίνεσαι… […] Πιστεύω ότι είναι τόσο καθοριστικό αυτό που ζει ο άνθρωπος, είτε αρνητικό, είτε θετικό, που τελικά αυτό τον διαμορφώνει. […] Είναι μια ιστορία που προϋποθέτει μεγάλη τόλμη, μεγάλη αγάπη γι’ αυτό που πας να κάνεις. […] Η τηλεόραση έκανε τους νέους ανθρώπους να νομίζουν ότι είναι πάρα πολύ σπουδαίο πράγμα το να είσαι διάσημος. Αλλά και πάρα πολύ απλό το να κάνεις τον ηθοποιό. Δεν είναι έτσι, όμως…[…] Χωρίς να θεωρώ ότι κάνει κάτι πάρα πολύ σπουδαίο, ο ηθοποιός είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο. Θέλει μια δύναμη ψυχής, αλλά και να έχεις την ανάγκη να εκτεθείς, να “απογυμνωθείς”. […] Ο κλάδος μας είχε πάντα μεγάλη ανεργία, μιλάμε για πάνω από 70%. […] 500 νέοι ηθοποιοί βγαίνουν κάθε χρόνο. Και πεινάνε… Ή παίζουν κάπου, χωρίς να πληρώνονται. […] Υπάρχουν άνθρωποι με ενδιαφέρον και με ικανότητες, που όμως δεν είναι ούτε σε “αυλές”, ούτε γλείφουν, ούτε έχουν το “μέσον”… και δεν έχουν και τύχη· γιατί είναι και θέμα τύχης, φυσικά. […] Πρέπει να είσαι αφοσιωμένος στο θέατρο και, συγχρόνως, να μην κάνεις πολύ μεγάλες υποχωρήσεις. […] Το θέατρο είναι μαγικό πράγμα. Γιατί είναι “ζωντανό” – γι’ αυτό, όχι γι’ άλλο λόγο. Είναι ο άνθρωπος κάτω, ο αποδέκτης σου, ζωντανός. Και πρέπει να επικοινωνήσεις μ’ αυτόν. […] Νιώθεις την ανάσα του. […] Είναι ένα μαγικό πράγμα, μαγικό… Εγώ δεν το αλλάζω με τίποτα. Είναι πολύ μεγάλη η συγκίνηση. […]».
Αξιοπρεπέστατες ερμηνείες από τους Τζ. Σκαρλάτου, Γ. Δεπάστα, Μ. Πατέλη, που πλαισιώνουν αποτελεσματικά τη Μεντή.

Στο θέατρο “Χώρα”, Αμοργού 20.

Θέμις Αμάλλου

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το