Η ώρα άρπαξε τη μέρα από το σβέρκο
μην σκορπίσουν τα γεγονότα σαν χυμένο γάλα.
Ένας αέρας θυμωμένος σήκωσε τα φτερά του,
ξεροβοριάς που μισεί τους φτωχούς και τους άστεγους.
– Κράτησέ μου μια θέση σύντροφε
μη γράψει η ιστορία τις απουσίες μας
και λιγοστέψει η σούπα στο αυριανό πιάτο.
Ούπω καιρός που λένε οι φιλόλογοι
ήρθε η ώρα να γράψουν οι σημαίες μας,
τίποτα λιγότερο από τη λέξη ελευθερία.
Κίτρινο πάνω στο κόκκινο, κόκκινο πάνω στο άσπρο
υπάρχει πάντα χρωματολόγιο της ελπίδας.
Ερρίφθη ο κύβος!
Δέκα χιλιάδες γροθιές
είκοσι χιλιάδες μάτια της αγρύπνιας
ένας πανώριος σκοπός μεγάλος σαν βουνό.
Δίδυμοι αδελφοί στον δρόμο
όλοι για έναν, ένας για όλους,
κρατώντας μια στέρνα μελάνι
για να τελειώσουν το μανιφέστο του λαού.
-Κράτησέ μου μια θέση σ’ αυτό το πανηγύρι
κυρίως στην πρώτη γραμμή
για να θωρώ στην καμπούρα του τοίχου
αράδες άλικες σαν αίμα να φωνάζουν
«έγκλημα δεν είναι να είσαι φτωχός,
το να μην κάνεις όμως τίποτα
έγκλημα γίνεται».

Θανάσης Τσιριγώτης

αντιτετράδια, τ. 126

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το