Η οικονομική κρίση που χτύπησε κάθετα και οριζόντια όλα τα λαϊκά στρώματα, τροποποίησε αναμφίβολα όλες τις υφιστάμενες κοινωνικές σχέσεις.
Διεμβόλισε ανεπανόρθωτα -προς το παρόν- εδραιωμένες πεποιθήσεις, συγγενικές σταθερές, παγιωμένες αξίες και τρόπους ζωής. Τίποτα δεν είναι όπως πριν και από αυτή την άποψη η κρίση δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα λογιστικό και αριθμητικό δεδομένο που αφορά στο μισθό, μεροκάματο, σύνταξη, επιδόματα, αλλά ως ένα πολυσύνθετο γεγονός με δεκάδες απολήξεις άλλοτε εμφανέστατες, άλλοτε λιγότερο εμφανείς, που μετασχημάτισε όλον τον κοινωνικό ιστό. Ακόμα και οι παραδοσιακές γιορτές που ένωναν τους λαϊκούς ανθρώπους και αποτελούσαν κοινωνική συγκολλητική ύλη μειώθηκαν σημαντικά.

Και εδώ βλέπουμε ανάγλυφα και παραστατικά τις δύο «ψυχές» του κοινωνικού χώρου. Τον αριθμητή και τον παρανομαστή. Τους πάνω και τους κάτω. Μ’ άλλα λόγια το αστικό κράτος και όλες τις παραφυάδες του και απέναντι τη λαϊκή ψυχή όπως εκφράστηκε την τελευταία εφταετία. Τα κρατικά φερέφωνα, οι αστοί, οι παπαγάλοι τους στα ΜΜΕ, οι ξεπουλημένες ΜΚΟ, ο συρφετός των δημοσιολόγων και των πολιτικών συμμοριών που λυμαίνονται το κράτος βλέπει τους εργαζόμενους, τους άνεργους, τους συνταξιούχους, τη νεολαία και τους πρόσφυγες σαν απλά νούμερα, σαν αριθμούς που οφείλουν να συμμορφωθούν «προς τας υποδείξεις».

Η άρχουσα αναλγησία σ’ όλο το μεγαλείο της!

Αν παρακολουθήσει κανείς τους παλιούς και νέους κυβερνητικούς υπαλλήλους θα μείνει κατάπληκτος από την ευδαιμονία των αριθμών, της ανάπτυξης, των επενδύσεων, των λιβανωτών στην προηγουμένη ή την τωρινή διακυβέρνηση.

Την ίδια ώρα τ’ απλωμένα χέρια που ζητιανεύουν περισσεύουν, τα χαρτόκουτα-σπίτια πληθύνονται, η μελαγχολία σέρνεται στους δρόμους, οι έξοδοι μηδενίστηκαν, οι άνθρωποι και τα παιδιά υποσιτίζονται, το προσδόκιμο ζωής έπεσε, οι οικογένειες συμπεριφέρονται ως μικρά, κοινωνικά και προστατευτικά πεδία, ως άλλο «κοινωνικό κράτος». Απέναντι, λοιπόν, στην παλιά και νέα κρατική αναισθησία αντικρίζουμε, ανιχνεύουμε και καταγράφουμε χιλιάδες περιπτώσεις αλληλεγγύης, ανιδιοτέλειας, στήριξης των λαϊκών ανθρώπων. Είναι αυτό που θα περιγράφαμε σαν «λαϊκή ψυχή». Χωρίς καμία διάθεση εξιδανίκευσης, χωρίς να βάζουμε το άγιο φωτοστέφανο στο λαό μας, πρέπει να καταγράψουμε και ν’ αναλύσουμε το αναντίρρητο γεγονός. Αυτό που πηγάζει από πολύ βαθειά, όταν οι φτωχοί και οι μεροκαματιάρηδες υπέθαλπαν τους φυγόδικους, όταν «το ΕΑΜ έσωσε το λαό μας από την πείνα» στην κατοχή, όταν άνοιγε η πόρτα ακόμα και δεξιών για να βρει ο κομμουνιστής απάγκιο όταν, όταν… Στη σημερινή κρίση εκατοντάδες άνθρωποι έδωσαν από το υστέρημά τους στον διπλανό, στα ανατολικά σύνορα και στα νησιά ο λαϊκός ανθρωπισμός έδωσε πολύ περισσότερα από μια χούφτα μισαλλόδοξα φασιστοειδή, στις πόλεις χιλιάδες ανώνυμοι ανοίγουν την καρδιά τους στην περιφερόμενη απόγνωση.

Εμείς οι κομμουνιστές είμαστε πολιτικά όντα, θεωρούμε ότι το κύριο στη συγκυρία είναι η στράτευση, η οργάνωση και ο αγώνας και αυτή μας η πολιτική πεποίθηση έχει δοκιμαστεί χιλιάδες φορές σ’ όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου. Αλλά αυτή η μάχιμη, μαχόμενη και γαλβανισμένη στην ταξική πάλη θεώρησή μας δεν παραγνωρίζει ούτε κατά μία ίντσα το γεγονός ότι η λαϊκή ψυχή είναι εδώ, παρούσα και παλλόμενη. Έχουμε δεκάδες λόγους ν’ απλώνουμε τις πολιτικές μας θέσεις όπου εργάζεται και ζει ο κόσμος της εργασίας. Αλλά έχουμε και άλλους τόσους λόγους να σφίγγουμε το χέρι στους απλούς λαϊκούς ανθρώπους που κόβουν στα δύο το είναι τους για τον διπλανό που δυστυχεί.
Έχουμε κατά νου τα λόγια του Κ. Βάρναλη πως «δεν δίνω λέξεις παρηγόριας, δίνω μαχαίρι σ’ ολουνούς», μα ταυτόχρονα πρέπει ν’ αναγνωρίσουμε στη λαϊκή ανιδιοτέλεια ένα δείγμα φρεσκάδας και ζωής.

Αυτό που χρειάζεται για να γίνει το δεύτερο βήμα.

Να γίνει ο ανθρωπισμός, οργή κι οργάνωση.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το