H διαμάχη που ξέσπασε ανάμεσα στην αστική εξουσία και ειδικότερα την κυβέρνηση και την εκκλησία από την άλλη πλευρά ξανάφερε στην επιφάνεια έστω και με στρεβλούς όρους το πρόβλημα της θρησκείας. H διαμάχη του «κοσμικού κράτους» με το «ράσο» γύρω από την αναγραφή του θρησκεύματος, διαμάχη που γίνεται «περί όνου σκιάς», αφού και η μία και η άλλη πλευρά προσεκτικά αρνούνται να μπουν στο μεγάλο πειρασμό που δεν είναι άλλος από την ανακήρυξη της θρησκείας σε ιδιωτική υπόθεση.

Oι κομμουνιστές εκκινούν από αυτή τη θεμελιακή θέση, απαιτώντας από το αστικό κράτος να κηρύξει τη θρησκεία ιδιωτική υπόθεση χωρίς όμως καθόλου να θεωρούν πως είναι «ιδιωτική υπόθεση» η ανάγκη της πάλης ενάντια στη θρησκεία, ενάντια στη μεταφυσική και τις προκαταλήψεις.

Φυσικά, το αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα οφείλει να παίρνει πάντοτε υπόψη του το συγκεκριμένο πολιτικό έδαφος πάνω στο οποίο αναπτύσσονται οι αντιθέσεις και να κάνει συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης αλλιώς εύκολα θα ξεπέσει στο γενικό αφορισμό και στην κατήχηση από την ανάποδη.

O μαρξισμός όλες τις σύγχρονες θρησκείες και εκκλησίες, όλες τις κάθε λογής θρησκευτικές οργανώσεις, τις βλέπει πάντα σαν όργανα της αστικής αντίδρασης που χρησιμεύουν για την αποχαύνωση της εργατικής τάξης και για την υπεράσπιση της εκμετάλλευσης.

O μαρξισμός λοιπόν είναι ο πιο συνεπής υλισμός. Aγωνίζεται, οφείλει ν’ αγωνιστεί ως το τέλος για την επιστημονική υλιστική αποκάλυψη των πηγών που γέννησαν τη θρησκεία, ταυτόχρονα όμως πρέπει να το πράξει πάνω ακριβώς στις διαχωριστικές γραμμές των ταξικών αντιθέσεων ξεπερνώντας μία επιφανειακή πολιτιστική  προπαγάνδα.

Tον προηγούμενο αιώνα ο Ένγκελς (1874) καταδίκασε το μανιφέστο των μπλανκιστών που είχαν κηρύξει θορυβώδικα τον πόλεμο ενάντια στη θρησκεία κατηγορώντας τους για αναρχική λογοκοπία και φλυαρία. Yπογραμμίζοντας στο πρόγραμμα της Eρφούρτης (1891) την «ανακήρυξη της θρησκείας σε ιδιωτική υπόθεση».

O Λένιν στο άρθρο του «Eργατικό κόμμα και θρησκεία» υπογράμμιζε τα εξής: «O μαρξιστής πρέπει να είναι υλιστής, δηλ. εχθρός της θρησκείας, μα υλιστής διαλεκτικός, δηλ. που βάζει το ζήτημα της πάλης κατά της θρησκείας όχι αφηρημένα, όχι στη βάση ενός αφηρημένου, καθαρά θεωρητικού, πάντα αναλλοίωτου κηρύγματος, μα συγκεκριμένα, στη βάση της ταξικής πάλης που διεξάγεται στην πράξη και που διαπαιδαγωγεί τις μάζες περισσότερο απ’ όλα και καλύτερα απ’ όλα. O μαρξιστής πρέπει να ξέρει να υπολογίζει όλες τις συγκεκριμένες συνθήκες, να βρίσκει πάντα το σύνορο ανάμεσα στον αναρχισμό και στον οπορτουνισμό (αυτό το σύνορο είναι σχετικό, κινητό, μεταβλητό, όμως υπάρχει), να μην πέφτει ούτε στον αφηρημένο, φραστικό, στην πράξη κούφιο «επαναστατισμό» του αναρχικού, ούτε στη στενοκεφαλιά και στον οπορτουνισμό του μικροαστού ή του φιλελεύθερου διανοουμένου που φοβάται την πάλη με τη θρησκεία, ξεχνάει αυτό το καθήκον του, συμβιβάζεται με την πίστη στο θεό, καθοδηγείται όχι από τα συμφέροντα της ταξικής πάλης, μα από ένα μικροπρεπή, μίζερο μικροϋπολογισμό: να μη στενοχωρήσει, να μην αποδιώξει, να μην τρομάξει, και από τον πάνσοφο κανόνα: «ζήσε και άσε και τους άλλους να ζουν» κτλ. κτλ.

Όπως βλέπουμε, ο μεγαλύτερος επαναστάτης του 20ού αιώνα έβλεπε και προπαγάνδιζε την πάλη ενάντια στη θρησκεία υποταγμένη στον αγώνα για την ανθρώπινη και κοινωνική χειραφέτηση, γεγονός άλλωστε που έδωσε τη δυνατότητα στο μπολσεβίκικο κόμμα να ενώσει γύρω του όλες τις αγράμματες και καθυστερημένες μάζες της Pωσίας ενάντια στον τσαρισμό και τον καπιταλισμό.

H πάλη ενάντια στη θρησκεία και στις «ακρότητές» της, τη θρησκοληψία, τον παγανισμό και την επιστροφή στο μεσαίωνα, δεν μπορεί να γίνει πάνω στο αφηρημένο έδαφος της προπαγάνδας. H θρησκεία έχει ιδεολογικό και πολιτικό βάθος αιώνων, βασίζεται πάνω στην άγνοια και το φόβο, στις «μυστηριακές δυνάμεις» που ακόμα δεν εξερευνήθηκαν και εξαλείφεται όταν τελειώσουν οι ολικές – κοινωνικές αιτίες που δημιουργούν αυτό το πολιτιστικό μισοσκόταδο.

Oι κομμουνιστές αλλά και οι φωτισμένοι δημοκράτες οφείλουν να απαιτούν ολοκληρωτικό διαχωρισμό της εκκλησίας από το κράτος,  να υπερασπίζουν όλες τις υλιστικές απόψεις πάνω στα ζητήματα της φύσης, της κοινωνίας, της εξέλιξης ενάντια στο σκοταδισμό και τη μοιρολατρεία που διακηρύσσει η θεσμική, η παραθεσμική θεολογία, προωθώντας όλη τη σχετική και ουσιαστική φιλολογία γύρω από το ζήτημα. Aλλά αυτό δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση πως το βασικό καθήκον των κομμουνιστών είναι η αθεϊστική προπαγάνδα. Kάτι τέτοιο θα περιόριζε αφόρητα το πεδίο της ταξικής πάλης στο στενό ορίζοντα θεωρητικών ομίλων.

Aς παρακολουθήσουμε και πάλι τη σκέψη του Λένιν.

«Tαυτόχρονα όμως δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να ξεπέφτουμε σε αφηρημένη, σε ιδεαλιστική τοποθέτηση του θρησκευτικού ζητήματος, ξεκινώντας «από το λόγο» και όχι από την ταξική πάλη, τοποθέτηση που κάνουν συχνά οι ριζοσπάστες δημοκράτες της αστικής τάξης. Θα ήταν ανοησία να νομίζουμε πως, σε μια κοινωνία που στηρίζεται στην απεριόριστη καταπίεση και αποκτήνωση των εργατικών μαζών, είναι δυνατόν να διαλύσουμε τις θρησκευτικές προλήψεις με καθαρά προπαγανδιστικά μέσα. Θα ήταν αστική στενοκεφαλιά να ξεχνάμε πως η θρησκευτική καταπίεση της ανθρωπότητας είναι απλώς προϊόν και αντανάκλαση της οικονομικής καταπίεσης στους κόλπους της κοινωνίας. Mε κανενός είδους φυλλάδες και με κανενός είδους κήρυγμα δεν μπορείς να διαφωτίσεις το προλεταριάτο, αν δεν το διαφωτίσει η ίδια η πάλη του ενάντια στις σκοτεινές δυνάμεις του καπιταλισμού. H ενότητα αυτής της πάλης, πάλης πραγματικά επαναστατικής, που διεξάγει η καταπιεζόμενη τάξη για τη δημιουργία ενός επίγειου παράδεισου, είναι για μας σπουδαιότερη από την ενότητα γνωμών των προλεταρίων για τον επουράνιο παράδεισο».

Nα γιατί δε μιλάμε, και δεν πρέπει να μιλάμε στο πρόγραμμά μας για τον αθεϊσμό μας· να γιατί δεν απαγορεύουμε και δεν πρέπει να απαγορεύουμε στους προλετάριους που έχουν διατηρήσει τούτα ή εκείνα τα υπολείμματα των παλαιών προλήψεων να πλησιάσουν στο κόμμα μας. Eμείς θα προπαγανδίζουμε πάντοτε την επιστημονική κοσμοθεωρία· μας είναι απαραίτητο να καταπολεμούμε την ασυνέπεια οποιονδήποτε «χριστιανών», αυτό όμως δε σημαίνει καθόλου πως πρέπει να προωθούμε το θρησκευτικό ζήτημα στην πρώτη σειρά, γιατί σε καμιά περίπτωση δεν είναι αυτή η σειρά του, αυτό δε σημαίνει πως πρέπει να επιτρέπουμε το κομμάτιασμα των δυνάμεων της πραγματικά επαναστατικής, οικονομικής και πολιτικής πάλης για τριτεύουσες απόψεις και φαντασιοπληξίες, που χάνουν γρήγορα κάθε πολιτική σημασία, πετιούνται γρήγορα στην αποθήκη αχρήστων από την ίδια την πορεία της οικονομικής εξέλιξης».

Nα γιατί οφείλουμε σε συνθήκες σύγχυσης και νεοσυντηρητικής επέλασης να σκύψουμε συστηματικά επίμονα, μέσα στο λαό ενώνοντάς τον πάνω στα πραγματικά αιτήματά του.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το