Το ποίημα «Federico García Lorca» του Νίκου Καββαδία πρωτοδημοσιεύτηκε στις 19 Μαΐου του 1945, στο 3ο φύλλο του περιοδικού Ελεύθερα Γράμματα. Στη συνέχεια ο ποιητής το ενέταξε στη δεύτερη συλλογή του, Πούσι, το 1947.

Στο ποίημα αυτό ο Καββαδίας ενοποιεί την αγώνα δύο λαών, του ελληνικού και του ισπανικού, ενάντια στο φασισμό: Ισπανικός Εμφύλιος, Λόρκα, Καισαριανή, Δίστομο διαπερνούν το ποίημα:

Νίκου Καββαδία: Federico García Lorca

Ανέμισες για μια στιγμή το μπολερό
και το βαθύ πορτοκαλί σου μεσοφόρι1.
Αύγουστος2 ήτανε δεν ήτανε θαρρώ,
τότε που φεύγανε μπουλούκια οι σταυροφόροι3.

Παντιέρες πάγαιναν του ανέμου συνοδειά
και ξεκινούσαν οι γαλέρες του θανάτου.
Στο ρογοβύζι ανατριχιάζαν τα παιδιά
κι ο γέρος έλιαζε, ακαμάτης, τ’ αχαμνά του.

Του ταύρου ο Πικάσο ρουθούνιζε βαριά4
και στα κουβέλια τότε σάπιζε το μέλι.
Τραβέρσο ανάποδο -πορεία προς το βοριά.
Τράβα μπροστά -ξοπίσω εμείς- και μη σε μέλει.

Κάτω απ’ τον ήλιο αναγαλιάζαν οι ελιές
και φύτρωναν μικροί σταυροί στα περιβόλια.
Τις νύχτες στέρφες απομέναν οι αγκαλιές
τότες που σ’ έφεραν, κατσίβελε, στη μπόλια5.

Ατσίγγανε κι αφέντη μου6, με τι να σε στολίσω;
Φέρτε το μαυριτάνικο σκουτί7 το πορφυρό.
Στον τοίχο της Καισαριανής μας φέραν από πίσω
κι ίσα ένα αντρίκειο ανάστημα ψηλώσαν το σωρό.

Κοπέλες απ’ το Δίστομο8, φέρτε νερό και ξίδι.
Κι απάνω στη φοράδα σου δεμένος σταυρωτά9
σύρε για κείνο το στερνό στην Κόρδοβα ταξίδι,
μέσα απ’ τα διψασμένα της χωράφια τα ανοιχτά.

Βάρκα του βάλτου ανάστροφη, φτενή, δίχως καρένα.
Σύνεργα που σκουριάζουνε σε γύφτικη σπηλιά.
Σμάρι κοράκια να πετάν στην έρημην αρένα
και στο χωριό να ουρλιάζουνε τη νύχτα εφτά σκυλιά.

(από τη δεύτερη συλλογή του Νίκου Καββαδία «Πούσι», 1947)

*-*-*-*-*

1. Μπολερό – πορτοκαλί μεσοφόρι: μέρος της παραδοσιακής ισπανικής ενδυμασίας των ταυρομάχων

2. Ο Λόρκα δολοφονήθηκε στις 19 Αυγούστου του 1936

3. Η εικόνα συνδέεται και με το γεγονός ότι οι Έλληνες εθελοντές στο πλευρό των δημοκρατικών κατά
τον ισπανικό εμφύλιο αποκαλούνταν Σταυροφόροι

4. Παραπομπή στον πίνακα Guernica του Picasso

5. Μπόλια: Το μαντίλι που φορούν οι γυναίκες στο κεφάλι – ο Λόρκα μεταφέρεται νεκρός μέσα σε μπόλια

6. Οι προσφωνήσεις «κατσίβελε» και «Ατσίγγανε κι Αφέντη μου» αποτελούν μετωνυμία του ονόματος του Λόρκα, εμπνευσμένες από την ποιητική συλλογή του Romancero Gitano

7. Πατρίδα του Λόρκα ήταν η Ανδαλουσία, η νοτιότερη περιοχή της Ισπανίας, που γνώρισε την πιο μακροχρόνια κατάκτηση από τους Άραβες. Ο στολισμός του νεκρού με μαυριτάνικο ύφασμα είναι ταιριαστή για έναν ανδαλουσιανό.

8. Με τους στίχους 19 -21 μεταφερόμαστε στην ελληνική πραγματικότητα: στην εκτέλεση από τους Ναζί διακοσίων αριστερών αντιστασιακών την Πρωτομαγιά του 1944 στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής, και στο σφαγιασμό διακοσίων δεκαοχτώ αμάχων κατοίκων του Διστόμου στις 10 Ιουνίου της ίδιας χρονιάς.

9. Εξαιρετικά υποβλητική εικόνα του νεκρού, που, δεμένος πάνω στ’ άλογό του, κάνει το «στερνό» του ταξίδι. Η μορφή του καβαλάρη προέρχεται από τον ήρωα των Ισπανών El Cid. Σε έναν θρύλο (παραδοσιακό τραγούδι) τον έδεσαν νεκρό πάνω στ’ άλογό του και το άφησαν να καλπάσει εναντίον των εχθρών, οι οποίοι διασκορπίστηκαν τρομοκρατημένοι από το θέαμα του νεκρού πολεμιστή.
*-*-*-*-*

Το ποίημα μελοποιήθηκε από το Θάνο Μικρούτσικο, αποδόθηκε από το Γιάννη Κούτρα, συμπεριλήφθηκε στο δίσκο “Ο Σταυρός του Νότου” και θεωρείται ένα από τα πιο εμβληματικά τραγούδια του Θάνου Μικρούτσικου.

Απολαύστε το!

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το