Η απόφαση του Facebook να περιορίσει τα θέματα πολιτικού περιεχομένου που βλέπουν οι χρήστες του είναι βαθύτατα πολιτική. Ο πολιτικός λόγος βρίσκεται υπό διωγμόν από τη βιομηχανία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, τη στιγμή που τον χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ.

Xιλιάδες ή και εκατομμύρια κάτοικοι της Βραζιλίας, του Καναδά και της Ινδονησίας μετατράπηκαν αυτή την εβδομάδα, εν αγνοία τους, σε «ινδικά χοιρίδια» ενός τεράστιου πολιτικού πειράματος, που ανακοίνωσε στα τέλη Ιανουαρίου o δημιουργός του Facebook, Μαρκ Ζούκερμπεργκ. Για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα θα βλέπουν στον «τοίχο» τους πολύ λιγότερα θέματα πολιτικού περιεχομένου από ό,τι μέχρι σήμερα.

Η εταιρεία φιλοδοξεί έτσι να εκπαιδεύσει τον αλγόριθμό της στον εντοπισμό πολιτικών θεμάτων τα οποία στη συνέχεια θα μπορεί, αν το αποφασίσει, να περιορίσει στο σύνολο των 2,8 δισεκατομμυρίων χρηστών της. Όπως φαίνεται, μάλιστα, το φάσμα της αποπολιτικοποίησης είναι τόσο ευρύ ώστε εκπρόσωπος της εταιρείας αισθάνθηκε την ανάγκη να διευκρινίσει ότι θα υπάρχουν εξαιρέσεις για τα θέματα που προέρχονται από θεσμούς όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας!

Το ενδιαφέρον είναι ότι σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας, στις ΗΠΑ οι πολιτικές ιστορίες αποτελούν μόνο το 6% των θεμάτων που φτάνει στις οθόνες των χρηστών του Facebook. Ακόμη και αυτό το ποσοστό όμως φαίνεται ότι ενοχλεί.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα, ύστερα από την εισβολή του Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο βουλευτές του Δημοκρατικού Κόμματος άσκησαν πιέσεις στο Facebook να τροποποιήσει δραστικά τον τρόπο με τον οποίο οι αλγόριθμοί του προτείνουν και προωθούν θέματα πολιτικού περιεχομένου. Για άλλη μια φορά δηλαδή η ηγεσία των Δημοκρατικών αντί να ασχοληθεί με τα πραγματικά αίτια του εκφασισμού ενός σημαντικού μέρους της αμερικανικής κοινωνίας προτιμά να κρύψει το πρόβλημα κάτω από το χαλί δημιουργώντας μια ψευδαίσθηση εθνικής ενότητας.

Το Facebook βέβαια δεν χρειαζόταν και πολλές πολιτικές πιέσεις για να προχωρήσει στην αποπολιτικοποίηση του περιεχομένου του. Ο «δεινόσαυρος» των μέσων κοινωνικής δικτύωσης προσπαθεί να επιβιώσει στις νέες συνθήκες στις οποίες κυριαρχούν πλατφόρμες όπως το Instagram (επίσης ιδιοκτησίας Facebook) και το κινέζικο TikTok, τα οποία από τη δομή τους περιορίζουν τον πολιτικό λόγο προς όφελος της φωτογραφίας και των σύντομων video.

Η αποπολιτικοποίηση δηλαδή δεν έρχεται (μόνο) με εντολή των κυβερνώντων αλλά από την ίδια τη λειτουργία του οικονομικού συστήματος, που αντιμετωπίζει κάθε μονάδα πληροφορίας σαν προϊόν η αξία του οποίου καθορίζεται από το πόσες διαφημίσεις μπορεί να φέρει στην πλατφόρμα.

Ουσιαστικά βέβαια αυτό που συμβαίνει είναι ότι οι διευθύνοντες μιας εταιρείας για να διασώσουν την κερδοφορία τους παρεμβαίνουν στους υποτιθέμενα αδέκαστους αλγόριθμους, αφαιρώντας το περιεχόμενο που προωθούν οι χρήστες με τις επιλογές τους – στη συγκεκριμένη περίπτωση την ανάρτηση θεμάτων πολιτικού περιεχομένου.

Μήπως όμως όλα αυτά σημαίνουν ότι η αποπολιτικοποίηση θα είναι καθολική και δεν θα υπάρξει φίμωση συγκεκριμένων πολιτικών χώρων ή ακόμη και ολόκληρων κρατών; Στο κάτω κάτω αυτό επιβάλλει το κυνήγι της κερδοφορίας μέσω των διαφημίσεων.

Δυστυχώς η αποπολιτικοποίηση συνδυάζεται όλο και συχνότερα με πολιτικές παρεμβάσεις στη ροή περιεχομένου. Τα τελευταία χρόνια είδαμε, παραδείγματος χάριν εταιρείες όπως η Twitter, η Google και η Facebook να περιορίζουν την πρόσβαση των χρηστών τους σε μέσα ενημέρωσης και προσωπικές σελίδες από χώρες όπως η Ρωσία, το Ιράν ή η Βενεζουέλα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Twitter τα θέματα μέσων ενημέρωσης που χρηματοδοτούνται από το ρωσικό ή το κινεζικό κράτος είχαν ειδική σήμανση (Russia state-affiliated media) κάτι που δεν συνέβαινε για τα κρατικά ή τα κρατικά επιχορηγούμενα μέσα της Δύσης, όπως το BBC, το NPR, η Φωνή της Αμερικής κ.ο.κ.

Πολύ πιο πρόσφατα η διεύθυνση του Facebook, με πρόφαση την αναγκαία μάχη απέναντι στον αντισημιτισμό έθεσε στους μετόχους της εταιρείας το ερώτημα εάν θα πρέπει να μπλοκάρει και όσους ασκούν κριτική στον σιωνισμό – δηλαδή σε μια ακροδεξιά, εθνικιστική ιδεολογία η οποία στο παρελθόν είχε ταυτιστεί και με τρομοκρατικές επιθέσεις.

Όπως εξηγούσε στην εφημερίδα «Guardian» η ραβίνος Αλίσα Γουάις, από την εβραϊκή οργάνωση Jewish Voice for Peace, η ταύτιση του αντισημιτισμού με την κριτική στον σιωνισμό «δεν αποτελεί μια ειλικρινή προσπάθεια να τερματιστεί η μισαλλοδοξία και η βία εναντίον των Εβραίων. Αποτελεί μια απίστευτα κυνική προσπάθεια να περιοριστεί η ικανότητά μας να ασκούμε κριτική στο Ισραήλ για τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Παλαιστινίων». Η παρέμβαση, εξηγούσε η ίδια, είναι εξίσου πολιτική με το να απαγορεύσεις την κριτική στον καπιταλισμό ή τον σοσιαλισμό.

Υπό αυτή την έννοια το Facebook όπως και οι περισσότερες μεγάλες πλατφόρμες δεν διαφέρουν ουσιαστικά από την πολιτική που ακολουθούν εδώ και δεκαετίες τα συστημικά μέσα ενημέρωσης: το περιεχόμενό τους δεν καθορίζεται με βάση τις πραγματικές προτιμήσεις των θεατών αλλά από τις προτιμήσεις των διαφημιζόμενων. Ενώ όμως το αόρατο χέρι της αγοράς προωθεί μια γενικευμένη αποπολιτικοποίηση, το σιδερένιο χέρι πολιτικών και επιχειρηματιών πραγματοποιεί συνεχείς διορθωτικές κινήσεις: Δεν θέλουμε να μιλάτε και να σκέφτεστε πολιτικά, αν όμως το κάνετε θα σκέφτεστε όπως θέλουμε εμείς.

Άρης Χατζηστεφάνου

πηγή: infowar

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το