Με επιτυχία πραγματοποιήθηκε, η δεύτερη συζήτηση-εκδήλωση «Οι ιστορικές και πολιτικές διαστάσεις της ελληνικής επανάστασης και οι προεκτάσεις τους στο σήμερα», στο πλαίσιο του 9ου Camping της Πορείας.
Με αφορμή την επέτειο συμπλήρωσης 200 χρόνων από την κήρυξη της επανάστασης του ’21, η εκδήλωση περιστράφηκε γύρω από τους μακρόχρονους και ηρωικούς αγώνες του λαού μας για την κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας, ενός στόχου που ακόμη αναζητά την πλήρη δικαίωσή του.

Η εκδήλωση άνοιξε με την προβολή σύντομου βίντεο που αφορούσε στην περιγραφή των πιο σημαντικών ιστορικών σταθμών της περιόδου. Ακολούθησε η τοποθέτηση της Φωτεινής Πανοπούλου για το ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο της προεπαναστατικής και επαναστατικής περιόδου αλλά και για τη μετέπειτα πορεία του νεοελληνικού κράτους μέχρι και τα σημαντικά γεγονότα του 20ου αιώνα. Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με την τοποθέτηση της Μυρτώς Σουλιώτη για τις προεκτάσεις των ιστορικοπολιτικών διαστάσεων της επανάστασης του ’21 στο σήμερα, με αναφορές στην αποτίμηση των γεγονότων που κάνουν τόσο η κυβέρνηση της ΝΔ όσο και άλλες πολιτικές δυνάμεις.

Ακολουθούν ολόκληρες οι τοποθετήσεις:

1821: Από την Ελληνική Επανάσταση στη σύγχρονη Ελλάδα

Η ελληνική επανάσταση είναι ένα από τα κοσμοϊστορικά γεγονότα που οδήγησε στη δημιουργία του πρώτου ελληνικού κράτους, το οποίο δεν συνέβη σαν κεραυνός εν αιθρία, όπως το παρουσιάζουν οι αστοί ιστορικοί, σαν ένα “θαύμα” δηλαδή που οφείλεται στην αδιάλειπτη συνέχεια του ελληνικού έθνους από την αρχαιότητα ως σήμερα με κύριο συνεκτικό δεσμό το κοινό θρησκευτικό συναίσθημα και την ανωτερότητα του πολιτισμού έναντι των άλλων εθνών και απολύτως αποκομμένο από τις γενικότερες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις.

Πριν την ελληνική επανάσταση είχε προηγηθεί η αγγλική αστική επανάσταση (Κρόμβελ, 1648) και φυσικά η γαλλική (1789). Ο Μαρξ μιλώντας γι’ αυτά τα δύο κοσμοϊστορικά γεγονότα, γράφει πως ήταν προάγγελοι μιας νέας κατάστασης σ’ όλη την Ευρώπη. Η νίκη της αστικής τάξης σήμανε το σπάσιμο των κλειστών και «αργών» φεουδαρχικών κοινωνιών και την αντικατάσταση της παλιάς οικονομίας και εξουσίας από τις αστικές δυνάμεις του έθνους. Οι έμποροι-αστοί κυριάρχησαν πάνω στους παλιούς γαιοκτήμονες, τσιφλικάδες, ευγενείς. Χίλια χρόνια φεουδαρχικών παραγωγικών σχέσεων δίνουν τη θέση στην εμποροκρατία και τις αναδυόμενες αστικές δυνάμεις, που προτάσσουν την αστική δημοκρατία, τα ατομικά δικαιώματα και την ελευθερία αγαθών και ανθρώπων. Την ώρα που ωρίμαζαν οι συνθήκες για την εξέγερση, το εθνικό ζήτημα συγκλόνιζε μια σειρά χώρες. Στην Αμερική ξεσπούν επαναστάσεις σε Βενεζουέλα, Κολομβία, Χιλή, Αργεντινή, Περού, με εμβληματική μορφή τον Σιμόν Μπολιβάρ (κάτι αντίστοιχο του Ρ. Φεραίου). Οι εξεγέρσεις στις παραπάνω χώρες ενάντια στην αποικιοκρατία της Ισπανίας καταλήγουν στην ανεξαρτησία. Στην Ευρώπη το κίνημα των καρμπονάρων στην Ιταλία δημιουργεί πανικό στις βασιλείες και οι γαλλικές ξιφολόγχες του Ναπολέοντα μεταφέρουν μαζί με την καταπίεση τον αστικοδημοκρατικό άνεμο. Στην Ισπανία το 1820 επαναστατεί το Καντίζ και επεμβαίνει η Ιερή Συμμαχία. Στην Πορτογαλία γίνονται εξεγέρσεις το 1817 και το 1820. Τα παραπάνω γεγονότα υποδαυλίζουν τον πόθο για ανεξαρτησία και δημιουργούν σ’ όλα τα Βαλκάνια το υπέδαφος για αντιοθωμανική δράση. Ο επαναστατικός πόλεμος της γαλλικής δημοκρατίας μεταφέρεται παντού. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο γαλλικός στρατός του Βοναπάρτη, όταν κατέλαβε τα Εφτάνησα το 1807, καίει το περίφημο libro d’ oro, δηλαδή τη λίστα των αριστοκρατών, μέσα σ’ έξαλλους πανηγυρισμούς των ποπολάρων (φτωχοί ακτήμονες). Όταν ο Ναπολέοντας πολεμάει στην Αίγυπτο, μαζί του βρίσκεται και μία ελληνική λεγεώνα. Σε κάθε περίπτωση, ο φιλελληνισμός, το ρεύμα των διανοούμενων στην Ευρώπη που ελκύστηκε από τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, πίεζε τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για επίλυση του εθνικού ζητήματος και δημιουργούσε θετικές προϋποθέσεις στο διεθνές σκηνικό.
Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες και με βασικό μοχλό την ανάδυση της αστικής τάξης, αρχίζει ν’ αναπτύσσεται εθνική συνείδηση που παίρνει όπως γνωρίζουμε, κυρίως από το έργο του Ρήγα Φεραίου, εκτός από τον εθνικοαπελευθερωτικό και αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα. Η βαθύτερη κοινωνική της βάση είναι το αγροτικό ζήτημα, το ζήτημα δηλαδή της γης και των φόρων. Με βάση τις -αμφισβητούμενες- στατιστικές των ιστορικών, ενώ οι Τούρκοι είναι το 1/10 του πληθυσμού στον Ελλαδικό χώρο, κατέχουν το ½ της καλλιεργούμενης γης. Αλλά και η υπόλοιπη γη ανήκει ολοκληρωτικά στους άρχοντες και την εκκλησία. `Στην απελευθέρωση, από τις 120.000 οικογένειες, οι 100.000 είναι ακτήμονες και οι υπόλοιποι ανήκουν στην τάξη των αρχόντων. Μ’ αυτήν την έννοια, εκτός από το ζήτημα της απελευθέρωσης από τον τουρκικό ζυγό και την κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας, στην ταξική πλευρά του 1821 το αγροτικό ζήτημα είναι η βαθύτερη ουσία του και βασικό κίνητρο κινητοποίησης της αγροτιάς, που ζει διπλή σκλαβιά, των Τούρκων μπέηδων και των ντόπιων κοτζαμπάσηδων.

Κατά τη διάρκεια της οθωμανικής σκλαβιάς, το μεγαλύτερο τμήμα των πληθυσμών στα Νότια Βαλκάνια (άρα και στην Ελλάδα) ζούσε ως καλλιεργητής χωραφιών σε μεγαλύτερες διοικητικές εκτάσεις (τιμάρια-τσιφλίκια). Οι καλλιεργητές έδιναν το μεγαλύτερο τμήμα της σοδειάς στον ιδιοκτήτη και κρατούσαν ένα μικρότερο τμήμα για την αναπαραγωγή και συντήρησή τους. Ήταν εξαρτημένοι από τα τσιφλίκια που τους παραχωρούσαν, τη γη και ενδεχομένως τις καλύβες που είχαν για σπίτια. Μπορούσαν να δουλέψουν και αλλού για να πληρώσουν τα χρέη τους, αλλά αυτό, το ανατολικό σύστημα δουλοπαροικίας, «έδενε» τον «κολλήγο» με τη γη και τον ιδιοκτήτη της. Δίπλα στους Τούρκους μπέηδες (ιδιοκτήτες γης), υπήρχαν και Έλληνες τσιφλικάδες, καθώς και τα απέραντα κτήματα της εκκλησίας, που είχε διατηρήσει όλα τα προνόμιά της, κι ας λένε το αντίθετο οι σημερινοί υποστηρικτές της. Οι ντόπιοι τσιφλικάδες είχαν και διοικητική εξουσία, δημογέροντες, κοτζαμπάσηδες και προεστοί. Στην αρχή του 19ου αιώνα, Τούρκοι, τζάκια και ανώτερος κλήρος συνεργάστηκαν στενά για να χτυπήσουν τις επαναστατημένες δυνάμεις του έθνους.

Κοινωνικές δυνάμεις

Στο πλάι των Βαλκάνιων δουλοπαροίκων, που αποτελούσαν την πλειονότητα των πληθυσμών, υπήρχε μία μεγάλη μάζα επαγγελματιών, κυρίως συγκεντρωμένη σε πόλεις, κωμοπόλεις ή κεφαλοχώρια. Αυτοί ασχολούνταν με την παραγωγή γεωργικών εργαλείων, κατεργάζονταν μέταλλα, υφαντά, καπνό, είχαν ταρσανάδες (ναυπηγεία). Ένα μεγάλο τμήμα απασχολούνταν με το εμπόριο και τις μεταφορές στις διπλανές χώρες και πολλές πόλεις εξελίχθηκαν σε συγκοινωνιακά κέντρα (Γιάννενα, Μοναστήρι). Σημαντικό ρόλο έπαιξαν τα λεγόμενα «ελευθεροχώρια» που είχαν ειδικό φορολογικό καθεστώς. Στις ορεινές περιοχές (Ζαγορά, Δερβενοχώρια, Συράκο, Καλαρύτες) πλήρωναν μόνο φόρους, αλλά είχαν ειδική ασυλία στο εμπόριο. Όμως το καθοριστικό στοιχείο συγκρότησης και ανάδυσης της ελληνικής αστικής τάξης και ουσιαστικό όπλο στον αγώνα για εθνική απελευθέρωση και ανεξαρτησία ήταν το ναυτικό-εφοπλιστικό κεφάλαιο. Μπορεί τα σινάφια (ισνάφια) των κατεργαστών μετάλλων, ξύλου, γούνας, καπνού και δέρματος να ένωναν σε φατρίες χιλιάδες κόσμου, αλλά οι εμποροναυτικοί, και οι έμποροι των ελληνικών παροικιών στο Δούναβη, τη Ν. Ρωσία, τα μικρασιατικά παράλια, την Αίγυπτο, ως νέα και ανερχόμενη δύναμη, αποτέλεσε την ηγετική δύναμη του αγώνα και πρωτοστάτησε στην ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας. Την ανάπτυξη της ναυτιλίας στην ανατολική Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα τη βοήθησαν οι ρωσοτουρκικοί πόλεμοι και οι αντίστοιχες συνθήκες του 1774, 1789 και 1792. Σύμφωνα μ’ αυτές, επειδή η Τουρκία ηττήθηκε, τα πλοία που είχαν ρωσική σημαία μπορούσαν να περνούν ελεύθερα (χωρίς διόδια) τα στενά των Δαρδανελίων, πράγμα που ώθησε τους καραβοκυραίους να υψώσουν ρώσικη σημαία. Σπουδαία ναυτικά κέντρα έγιναν το Μεσολόγγι, το Γαλαξίδι, η Μύκονος, οι Σπέτσες, η Ύδρα, τα Ψαρά. Πολλοί καραβοκυραίοι συνδύαζαν το εμπόριο με την πειρατεία και το κούρσεμα, πράγμα που βοηθούσε στην προετοιμασία εμπειροπόλεμων πληρωμάτων. Τα καραβάνια στο εσωτερικό (καρατζήδες) και το εμπόριο στη θάλασσα πέρασαν στα χέρια της αστικής τάξης. Η εθνικοαπελευθερωτική και κοινωνική επανάσταση είχε σαν κύριο αιμοδότη, όμως, τον λαό, την αγροτιά, τους κλεφταρματωλούς και μεγάλο μέρους του φτωχού κατώτερου κλήρου.

Θα ήταν παράλειψή μας, αν δεν μνημονεύαμε το ρόλο της πνευματικής αναγέννησης και του λεγόμενου νεοελληνικού διαφωτισμού. Απέναντι στο θεοκρατικό και σχολαστικό ρεύμα της παπαδοκρατίας και των Φαναριωτών, αναπτύχθηκε ο νέος διαφωτισμός. Η Μεγάλη του Γένους Σχολή στο Φανάρι, ιδρυμένη το 1454, συνέχιζε τις αντιδραστικές παραδόσεις του Βυζαντίου. Αλλά από τις αρχές του 17ου αιώνα, δίπλα στην άνοδο της βιοτεχνικής παραγωγής και των εμποροχρηματικών συναλλαγών, άρχισε να αναπτύσσεται νέος διαφωτισμός. Στη Θεσσαλονίκη ιδρύεται σχολείο το 1490, στην Αδριανούπολη το 1556, στην Τραπεζούντα το 1692, στη Σμύρνη το 1700, στο Αϊβαλί το 1750, ενώ στην Ελλάδα πρωτοστατούν τα Γιάννενα, ύστερα η Αθήνα, η Πάτμος, η Δημητσάνα, η Λάρισα και ο Τύρναβος. Ταυτόχρονα, στις ελληνικές παροικίες (Οδησσός, Μασσαλία) αρχίζει μετά το 1750 μία πιο συστηματική παραγωγή και εκτύπωση επιστημονικών έργων και μεταφράσεων, που βρίσκεται στον αντίποδα του σχολαστικισμού του Πατριαρχείου και του Φαναριού που επιδιώκει με κάθε τρόπο το σκοταδισμό και την πνευματική καθυστέρηση. Έτσι, οι φυσικές επιστήμες, που ανθούν στην Ευρώπη, αποκλείονται από τα ελληνικά σχολεία και μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα. Η γλώσσα του Φαναριού και της εκκλησίας, είναι η γλώσσα των λογιότατων, δηλαδή η αρχαΐζουσα που καλλιεργούνταν στα ανώτερα στρώματα, η λαϊκή δημοτική επικρατούσε στον απλό λαό, ενώ οι αστοί διανοούμενοι, όπως ο Κοραής, προτείνουν τη μέση οδό της καθαρεύουσας για να αποφύγουν τις ακρότητες, εκφράζοντας ανάγλυφα το συμβιβασμό ενός τμήματος των διανοούμενων προς το βυζαντινισμό και τον κοτζαμπασισμό. Απέναντί τους στέκεται -στα χρόνια της επανάστασης- ο Δ. Σολωμός με την εμβληματική ρήση του: «Δεν έχω στο μυαλό μου πάρεξ γλώσσα κι ελευθερία». Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο γεννιέται η ιδέα της ελληνικής επανάστασης, που είναι κρίκος και μέρος του «Ανατολικού Ζητήματος», δηλαδή το ζήτημα του τι θα απογίνει η τεράστια Οθωμανική αυτοκρατορία, που μαζί με τη ρώσικη και την αυστροουγγρική κατέχουν την πλειονότητα των εδαφών της Ευρώπης.

Ο ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων στην Ελληνική Επανάσταση: Ο ζυγός αλλάζει χέρια!

Αν εστιάσουμε στις διεθνείς συνθήκες καθώς ξεσπούσε η Ελληνική Επανάσταση και στο ρόλο που έπαιξαν οι ανταγωνισμοί και τα ιδιαίτερα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων, θα βρούμε τις ρίζες όλων των δεινών που μαστίζουν τη χώρα μας: Την εξάρτηση, τη στρεβλή ανάπτυξη της οικονομίας, την πρόσδεσή της στο άρμα των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Αυτή την πλευρά είναι που προσπαθεί να κρύψει και να συσκοτίσει η αστική τάξη, ότι δηλαδή ο ηρωικός εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας με σαφές κοινωνικό υπόβαθρο πέτυχε να αποτινάξει τον οθωμανικό ζυγό, αλλά ο στόχος της εθνικής ανεξαρτησίας έμεινε ανεκπλήρωτος: Το νεοσύστατο κράτος, δηλαδή, αποτίναξε τον τουρκικό ζυγό, αλλά δημιουργήθηκε υπό την κηδεμονία των Μεγάλων Δυνάμεων, που ορίστηκαν ως “προστάτιδες” και ήταν παρούσες σε κάθε βήμα του. Αυτό έγινε με τη στήριξη της τσιφλικάδικης και της αστικής τάξης και των εκπροσώπων της, που δέθηκαν σε ένα κουβάρι μαζί τους, προδίδοντας τους αγώνες και τις θυσίες του λαού.

Το διεθνές πολιτικό κλίμα στην Ευρώπη είχε εντωμεταξύ αλλάξει. Μετά την οριστική ήττα του Ναπολέοντα, οι νικήτριες δυνάμεις συναντήθηκαν το 1815 στη Βιέννη για να μοιράσουν τις σφαίρες επιρροής και να επιβάλουν την “Παλινόρθωση”. Συνέστησαν την “Τετραπλή Συμμαχία”, Αυστρίας, Ρωσίας, Αγγλίας, Πρωσίας, ως ένα “διαρκές Συνέδριο”, ώστε να παρακολουθούν τις εξελίξεις και να καθορίζουν τις τύχες των λαών. Παράλληλα, ο καγκελάριος της Αυστρίας Μέτερνιχ, θιασώτης των θεωριών της “παγκόσμιας επαναστατικής συνωμοσίας”, ίδρυσε με τον τσάρο της Ρωσίας Αλέξανδρο και την Πρωσία την Ιερή Συμμαχία, ως χωροφύλακα για την ένοπλη καταστολή των εθνικοαπελευθερωτικών και κοινωνικών κινημάτων.

Σ’ αυτό το πολιτικό κλίμα οι Μεγάλες Δυνάμεις καταδικάζουν απερίφραστα την ελληνική επανάσταση και αναγνωρίζουν τη νομιμότητα της εξουσίας του Σουλτάνου. Η Ρωσία αποκηρύσσει το κίνημα του Υψηλάντη και τον διαγράφει από τους καταλόγους των αξιωματικών και η Αγγλία στέλνει αυστηρές οδηγίες προς τον αρμοστή της στα Επτάνησα Μαίτλαντ να παίρνει μέτρα ενάντια στην επανάσταση και να καταδιώκει τους φιλικούς. Ο λόγος που δεν προχώρησαν στην ένοπλη επέμβαση, όπως στο Πεδεμόντιο της Ιταλίας και στο Καντίζ της Ισπανίας, οφείλεται στις επιτυχίες των επαναστατών, στη γρήγορη εξάπλωση και εδραίωση της επανάστασης στην Πελοπόννησο και στη Στερεά, αλλά και στα ιδιαίτερα συμφέροντα και τους ανταγωνισμούς μεταξύ τους.

Τα μυθεύματα για τη “στήριξη” των ομόδοξων από τη Ρωσία και για τα “φιλελληνικά” αισθήματα της Αγγλίας καμία σχέση με την πραγματικότητα δεν έχουν. Οι Μεγάλες Δυνάμεις Αγγλία-Ρωσία-Γαλλία βλέπουν απλώς την ελληνική υπόθεση ως μέρος του “Ανατολικού Ζητήματος” και ανταγωνίζονται σκληρά για να επωφεληθούν από την υπό κατάρρευση Οθωμανική Αυτοκρατορία και να εξασφαλίσουν τα συμφέροντά τους στην περιοχή: Η Ρωσία την έξοδό της στη θάλασσα και την προώθηση προς τη Αν. Μεσόγειο, η Γαλλία τις προνομιακές οικονομικές συμβάσεις με την Οθωμανική Αυτοκρατορία (διομολογήσεις 1535), η Αγγλία, τον αποκλειστικό έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου και των δρόμων προς τις Ινδίες. Η ισορροπία αυτή δυνάμεων και κυρίως η ανάσχεση της Ρωσίας εξυπηρετείται αρχικά από την διατήρηση της ακεραιότητας της ασθενούς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Η ντε φάκτο επικράτηση της επανάστασης, όμως, θα οδηγήσει τις Μεγάλες Δυνάμεις να επανεξετάσουν τη στάση τους στην κατεύθυνση της δημιουργίας ενός αδύναμου κρατιδίου υπό την πολλαπλή “προστασία” τους. Τον τόνο της μεταστροφής δίνει η Αγγλία από το τέλος του 1822, με φορέα της “νέας γραμμής” τον υπουργό εξωτερικών και μετέπειτα πρωθυπουργό Γεώργιο Κάνιγκ, που βλέπει ότι ένα μικρό και αδύναμο κράτος στη Ν. Βαλκανική θα μπορούσε να εξυπηρετήσει την ανάσχεση της ρωσικής επέκτασης. Μ’ αυτόν τον τρόπο η Αγγλία, που ήδη κατέχει τα Επτάνησα από το 1814, θα μπορούσε να ενισχύσει τη δική της επιρροή, γι’ αυτό ενθαρρύνει και τη σύναψη δανείων (1824/1825). Παράλληλα, όλες οι Δυνάμεις, κινήθηκαν στην κατεύθυνση της δραστηριοποίησης πρακτόρων των συμφερόντων τους, που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μετά το β΄ εμφύλιο πόλεμο τριών ξενόδουλων κομμάτων, του Αγγλικού, του Γαλλικού και του Ρωσικού, που διακήρυτταν την ανάγκη της ξένης “προστασίας” για το “συμφέρον” του αγώνα.

Ο ανταγωνισμός των Μεγάλων Δυνάμεων θα φέρει στα διεθνή παζάρια τη μορφή της κρατικής υπόστασης του μελλοντικού ελληνικού κράτους (της μικρότερης ή μεγαλύτερης αυτονομίας) και θα υπογραφούν συνθήκες και πρωτόκολλα. Εν τέλει, με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου της 3ης Φεβρουαρίου 1830, ιδρύεται “ανεξάρτητο” ελληνικό κράτος με ασφυκτικά σύνορα (Πελοπόννησος, Στερεά, Κυκλάδες, Β. Σποράδες) και αποτυπώνεται ξεκάθαρα η κουτσουρεμένη ανεξαρτησία του: “Οι τρεις Αυλές” ορίζονται ως “εγγυήτριες” και καθορίζεται η αποκλειστική αρμοδιότητά τους να επιβάλουν το πολίτευμα της χώρας, την απόλυτη μοναρχία, και να επιλέξουν τον μονάρχη χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του ελληνικού λαού. Έτσι μπαίνει μια θηλιά τριπλής εξάρτησης της χώρας από τις Μεγάλες Δυνάμεις και επιβάλλεται ο Όθωνας. Η ξενοκρατία, με τη συνδρομή του βασιλιά και των ξενόδουλων κυβερνήσεων αποτύπωνε και τον συμβιβασμό των κοτζαμπάσηδων και της αστικής τάξης, που εγκατέλειψε και πρόδωσε στην ουσία τον Αγώνα για την Ανεξαρτησία.

Το βαρίδι της “προστασίας” συμπληρώθηκε με τα εξωτερικά δάνεια που τύλιξαν βαθιά τη χώρα στα δίχτυα του ξένου κεφαλαίου και των ισχυρών του κυβερνήσεων. Πριν καλά-καλά αποκτήσει κρατική υπόσταση συνάφθηκαν για τις ανάγκες του αγώνα τα λεγόμενα κατά ειρωνικό τρόπο “δάνεια της ανεξαρτησίας” το 1824 και 1825, με Άγγλους τραπεζίτες με όρους όχι απλά τοκογλυφικούς, αλλά ληστρικούς. Από τις 2.800.000 λίρες έφτασαν στην Ελλάδα 540.000 λίρες συνολικά, που διασπαθίστηκαν από τις φατρίες των αστοκοτζαμπάσηδων. Έβαλαν μάλιστα υποθήκη τα εθνικά κτήματα και τα εθνικά έσοδα, λειτουργώντας ως υπηρέτες των ξένων προστατών. Τα δάνεια αυτά που τα χρώσταγαν και οι επόμενες γενιές οδήγησαν στην πρώτη πτώχευση το 1827, αλλά και απέβησαν εις μάτην όσον αφορά στο καλό του αγώνα, αφού στην πραγματικότητα διασπαθίστηκαν από τις πολιτικές και κοινωνικές φατρίες των αστοκοτζαμπάσηδων για τον εκμαυλισμό συνειδήσεων και έπαιξαν τον δικό τους ρόλο στη δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών που οδήγησαν στους δύο εμφυλίους πολέμους, με το τέλος των οποίων δημιουργήθηκαν και τα πρώτα ξενόδουλα κομμα, το Αγγλικό, το Γαλλικό και το Ρωσικό.

Οι εμφύλιοι πόλεμοι – ο α΄ το πρώτο εξάμηνο του 1924 και ο β΄ αμέσως μετά – σχετίζονταν τόσο με τα αντικρουόμενα συμφέροντα και στόχους των κοινωνικών δυνάμεων που συμμετείχαν στην επανάσταση και το στόχο κυρίως των κοτζαμπάσηδων αλλά και των αστών να ελέγξουν τα πολιτικά πράγματα του νέου κράτους που θα δημιουργούνταν, όσο και με τις επεμβάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων που κινούσαν τα νήματα προκειμένου να ενισχύσουν την επιρροή τους. Οι διεργασίες αυτές και οι ωμές επεμβάσεις εκφράστηκαν στις τρεις εθνοσυνελεύσεις. Στην Α΄ Εθνοσυνέλευση είναι πασιφανής ο παραγκωνισμός των κλεφτοκαπεταναίων και ο έλεγχος της εξουσίας από την κλίκα του Μαυροκορδάτου που βρισκόταν υπό την αγγλική επιρροή. Η διαμάχη προκρίτων και κλεφτοκαπεταναίων στη Β΄ Εθνοσυνέλευση θα οδηγήσει στον α΄ εμφύλιο πόλεμο, στον οποίο θα υπερισχύσουν οι πρόκριτοι. Η συμμαχία των οπλαρχηγών με κομμάτια των αστοκοτζαμπάσηδων (στη Ρούμελη με τους εμποροκαραβοκυραίους και στην Πελοπόννησο με τους προκρίτους) θα οδηγήσει στην αγριότητα του β΄ εμφυλίου πολέμου, στον οποίο θα επικρατήσουν οι εμποροκαραβοκύρηδες και από αυτό το στρατόπεδο θα δημιουργηθούν το αγγλικό και γαλλικό κόμμα. Ο εννιάχρονος αγώνας, το αιματοκύλισμα του λαού στους εμφυλίους, η δολοφονία του Καποδίστρια εντάσσονται ακριβώς στο πλαίσιο του λυσσαλέου αγώνα των αστοκοτζαμπάσηδων για τον έλεγχο της εξουσίας για λογαριασμό των ξένων συμφερόντων με τα οποία ήταν αξεδιάλυτα δεμένοι.

Όταν στη συνέχεια οι Μεγάλες Δυνάμεις επέβαλαν τον Όθωνα, εγγυήθηκαν για νέο δανείου 60 εκατομμυρίων, με τους ίδιους τοκογλυφικούς όρους, από τα οποία έφτασαν στην Ελλάδα μόλις 9 εκατομμύρια που ξοδεύτηκαν ασύστολα για πολυτέλειες της Αντιβασιλείας και της αυλής και για τη μισθοδοσία των Βαυαρών αξιωματικών. Μέσω αυτού του δανείου οι Μεγάλες Δυνάμεις αποκτούν το δικαίωμα να “επαγρυπνούν” για να πληρώνονται τα τοκοχρεολύσια και επιβάλλουν τον όρο να διατίθενται τα πραγματικά έσοδα του Δημόσιου Ταμείου για την εξυπηρέτηση του δανείου, γεγονός που οδήγησε τη χώρα σε νέα πτώχευση το 1843 και σε εμπάργκο από τις διεθνείς χρηματαγορές από το 1843 μέχρι το 1879.

Η ιστορία της χώρας από κει και πέρα είναι μια διαρκής σειρά επεμβάσεων, καλυμμένων και ανοιχτών, των Μεγάλων Δυνάμεων που εκμεταλλεύτηκαν και τη διαφθορά της αστοτσιφλικάδικης κλίκας που κατασπαταλούσε τα έσοδα του δημόσιου ταμείου και ήταν πρόθυμη να ζητιανεύει δάνεια με ληστρικούς όρους, αλλά και τη Μεγάλη Ιδέα που φρόντιζαν να συντηρούν και να προβάλλουν ως τη λύση για όλα τα προβλήματα για να εκτονώνουν τη λαϊκή δυσαρέσκεια.

Κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου (1853-1856), όταν ο βασιλιάς ΄Οθωνας και

η κλίκα του θεώρησαν ότι μπορούν να εκμεταλλευτούν την κήρυξη πολέμου για να απελευθερώσουν τη Θεσσαλία, την Ήπειρο και τη Μακεδονία και να “πάρουν την Πολη”…, οι “προστάτιδες” δυνάμεις Αγγλία και Γαλλία προχώρησαν στη στρατιωτική κατοχή της Αθήνας και του Πειραιά (1854-1857), κι έστειλαν και επιτροπή ελέγχου των οικονομικών της χώρας. Η γενικευμένη λαϊκή δυσαρέσκεια που ξέσπασε οδήγησε τελικά στην έξωση του Όθωνα το 1862, και στην επιβολή από τις Δυνάμεις νέας δυναστείας, των Γκλίξμπουργκ.

Το 1898 οι Μεγάλες Δυνάμεις επιβάλλουν καθεστώς Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, ως επακόλουθο της πτώχευσης του 1893 και της ήττας στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Ο υπερβολικός εξωτερικός δανεισμός στη δεκαετία του 1880, κυρίως από τις κυβερνήσεις του Χ. Τρικούπη, θα οδηγήσουν τη χώρα στην επίσημη κήρυξη της πτώχευσης δια στόματος του πρωθυπουργού Χ. Τρικούπη στη βουλή με το περιβόητο “Δυστυχώς επτωχεύσαμεν”. Θα ακολουθήσουν πιέσεις από τους ξένους τοκογλύφους και τις κυβερνήσεις τους να επιβληθούν σκληροί όροι για να διασφαλίσουν τα κέρδη τους.

Έτσι επιβλήθηκε στην Ελλάδα ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος (ΔΟΕ) το 1898: Οι εκπρόσωποι έξι Δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας, Γερμανίας, Αυστρίας, Ιταλίας, Ρωσίας), που υπέγραψαν μετά την ταπεινωτική ήττα στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1898 τη συνθήκη με την Τουρκία αντί της Ελλάδας σαν να μην ήταν ελεύθερο κράτος, ανέλαβαν τον απόλυτο έλεγχο όλων των κρατικών εσόδων. Ο ΔΟΕ εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα για δεκαετίες, έγινε στην πραγματικότητα κράτος εν κράτει επιβάλλοντας όρους που θυμίζουν τα σημερινά Μνημόνια, προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποπληρωμή όλων των ληστρικών “υποχρεώσεων” στους ξένους και ντόπιους τοκογλύφους, ρουφώντας το αίμα του λαού και απομυζώντας όλες τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας.

Η άνοδος του Βενιζέλου στην εξουσία το 1910 μετά την εξέγερση στο Γουδί, συμπίπτει με την ένταση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στα Βαλκάνια. Ο νέος πανίσχυρος ηγέτης, εκπροσωπώντας τους μεγαλοαστούς, εμποροκαπιταλιστές και εφοπλιστές δέθηκε με το αγγλογαλλικό κεφάλαιο, επέλεξε να επενδύσει στη Μεγάλη Ιδέα, προβάλλοντας το όραμα της “Ελλάδας των δύο Ηπείρων και των πέντε Θαλασσών” και τάχθηκε με το μέρος της Αντάντ στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, σε βάρος της Τουρκίας και της Βουλγαρίας που πέσανε στα νύχια της Γερμανίας. Ο βασιλιάς από την άλλη πλευρά, δεμένος με τα γερμανικά συμφέροντα, πρόβαλε μαζί με το κόμμα του Γούναρη και τα άλλα φιλοβασιλικά κόμματα τη θέση της “ουδετερότητας”. Μακριά από τα πραγματικά συμφέροντα της χώρας αιμοτοκύλησαν το λαό σε μια εμφύλια σύρραξη (τον “Εθνικό Διχασμό”), με δύο κυβερνήσεις της “Θεσσαλονίκης” (του Βενιζέλου) και της “Αθήνας” (του Κωνσταντίνου). Την τελική λύση έδωσαν οι Αγγλογάλλοι με την κατάληψη του Πειραιά από δυνάμεις της Αντάντ, υποχρεώνοντας τον Κωνσταντίνο να εγκαταλείψει τη χώρα και βγάζοντας την Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό τους το 1917.

Στη συνέχεια οι ξένοι ιμπεριαλιστές και ειδικά η Αγγλία, θέλοντας να εξυπηρετήσουν τα σχέδιά τους στην Εγγύς Ανατολή και την πετρελαιοφόρα περιοχή της Μοσούλης οδήγησαν, μαζί με την πολιτική ηγεσία της χώρας, την Ελλάδα στην τυχοδιωκτική ιμπεριαλιστική περιπέτεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας και Καταστροφής, που κόστισε χιλιάδες ζωές στρατιωτών και ξερίζωσε 1.500.000 Έλληνες από τα χώματά τους και τους οδήγησε στην προσφυγιά.

Σε μια ανώμαλη πολιτικά περίοδο από το 1922 έως το 1936, με αλλεπάλληλες κυβερνητικές αλλαγές και πραξικοπήματα, με τις ξένες πρεσβείες να παίζουν σκοτεινό ρόλο και τα εξωτερικά δάνεια να βγάζουν κυριολεκτικά τη χώρα στο σφυρί, η Ελλάδα θα οδηγηθεί σε νέα πτώχευση το 1932. Η γενικευμένη οικονομική και πολιτική κρίση (στον απόηχο και της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 1929) θα οδηγήσουν στην άνοδο του λαϊκού κινήματος αλλά και της επιρροής του ΚΚΕ. Απέναντι στον κίνδυνο αυτό θα συσπειρωθούν όλοι οι αντιδραστικοί πλουτοκρατικοί κύκλοι του εσωτερικού και του εξωτερικού και με το σύνθημα της “συμφιλίωσης” θα επιβάλουν πάλι τη μοναρχία με ένα δημοψήφισμα-παρωδία και θα φέρουν τον Γεώργιο τον Β΄ Γκλίξμπουργκ ως “σωτήρα” το 1935. Για να πνίξουν το λαϊκό κίνημα και το ΚΚΕ θα ανοίξουν στη συνέχεια το δρόμο στον Μεταξά να εγκαθιδρύσει τη μοναρχοφασιστική δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936, με την στήριξη (ενεργητική είτε παθητική) όλων των αστικών κομμάτων, ακόμα και των ψευτοδημοκρατικών, που του έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης να σχηματίσει κυβέρνηση τον Απρίλη του 1936, αν και εκπροσωπούσε μόνο το 4% των ψήφων του ελληνικού λαού.

Η εποποιία της Εθνικής Αντίστασης του λαού μας κατά του γερμανο-ιταλικού φασισμού στην οποία θα πρωτοστατήσει το ΚΚΕ με τη δημιουργία του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, του ΕΛΑΝ και της ΕΠΟΝ, θα πνιγεί στο αίμα με την ένοπλη αγγλική επέμβαση το Δεκέμβρη του 1944. Αξιοποιώντας τη συνθηκολόγα γραμμή της τότε ηγεσίας του ΚΚΕ και τη “συμφωνία της Βάρκιζας” το 1945, όλες οι αντιδραστικές δυνάμεις, που ήταν απούσες ή πρόδωσαν τον αντιστασιακό αγώνα, με την καθοδήγηση των Άγγλων ιμπεριαλιστών θα εξαπολύσουν τον μονόπλευρο, αιματηρό, δολοφονικό εμφύλιο πόλεμο ενάντια στο λαοδημοκρατικό κίνημα της Ελλάδας. Με το “Δόγμα Τρούμαν” (12/3/1947) τη θέση των Άγγλων παίρνουν οι ΗΠΑ, που θα στηρίξουν το χτύπημα του ηρωικού αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού και θα καταστήσουν την Ελλάδα και την Τουρκία σταθερά αγκυροβόλια και ορμητήριά τους.

Θα ακολουθήσει η ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, επί κυβέρνησης Πλαστήρα (18/2/1952) και τον επόμενο χρόνο (12/10/1953) η συμφωνία εγκατάστασης στρατιωτικών βάσεων επί κυβέρνησης Παπάγου. Με τη συμφωνία αυτή, οι ΗΠΑ αποκτούν το δικαίωμα να εγκαθιστούν όσες και όποιες στρατιωτικές βάσεις θέλουν και να διακινούν εντελώς ανεξέλεγκτα όποια και όσα στρατεύματα θέλουν. Επιπλέον την περίοδο 1959-1961 εγκαθιστούν στο ελληνικό έδαφος πυρηνικά όπλα.

Την πρόσδεση αυτή στο άρμα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού την πλήρωσε και την πληρώνει η χώρα με την αμερικανοστήρικτη στρατιωτική δικτατορία, την κατοχή της Κύπρου, αλλά και με την αμφισβήτηση των συνόρων στο Αιγαίο, αφού εκχωρείται στους Αμερικανο-ΝΑΤΟϊκούς ο ρόλος του “προστάτη” απέναντι στην επίσης σύμμαχο του ΝΑΤΟ Τουρκία! Επίσης, η επέκταση και η αναβάθμιση του ρόλου και των επιχειρησιακών δυνατοτήτων των βάσεων (η συμφωνία για τις βάσεις ανανεώνεται διαρκώς), καθιστά τη χώρα μόνιμο ορμητήριο των αμερικανο-ΝΑΤΟϊκών (επεμβάσεις σε πρώην Γιουγκοσλαβία, Αφγανιστάν, Ιράν, Λιβύη, Συρία) και την εμπλέκει στις ιμπεριαλιστικές αντιπαραθέσεις (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, ΕΕ).

Μετά τη μεταπολίτευση, το παζλ της οικονομικής και πολιτικής εξάρτησης της χώρας συμπληρώνεται από την ένταξή της στην ΕΟΚ το 1981. Η κυριαρχία των ιμπεριαλιστικών κρατών και των πανίσχυρων δυτικοευρωπαϊκών μονοπωλίων, οδήγησαν τη χώρα στη συρρίκνωση των παραγωγικών κλάδων της γεωργίας και της βιομηχανίας και έδωσαν ώθηση στον παρασιτικό τριτογενή τομέα των υπηρεσιών, γεγονός που εκμεταλλεύτηκαν οι διεθνείς τράπεζες βάζοντας όλο και πιο δυσβάσταχτους και ληστρικούς όρους δανεισμού. Η εξάρτηση αυτή έγινε ακόμη πιο σκληρή με τη δημιουργία της ΕΕ και την ένταξη της χώρας στη ζώνη του ευρώ, που ισχυροποίησε ακόμη περισσότερο το σκληρό πυρήνα της ΕΕ και το ευρωπαϊκό χρηματιστικό κεφάλαιο.

Η υπαγωγή της χώρας σε καθεστώς Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου στις 8 Μάη του 2010, υπό την ιμπεριαλιστική Τρόικα (Ευρωπαϊκή Επιτροπή- ΔΝΤ- Ευρ. Κεντρική Τράπεζα), με τα Μνημόνια, την επιβολή των πιο σκληρών μέτρων ενάντια στο λαϊκό εισόδημα, το γκρέμισμα των εργατικών κατακτήσεων και των λαϊκών ελευθεριών (που σήμερα εντείνονται στο έπακρο), το ξεπούλημα όλων των πλουτοπαραγωγικών πηγών, είναι ένα ακόμα επεισόδιο στη μακρά πορεία επεμβάσεων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Δεν αποτελεί παρά το αποτέλεσμα των διακοσίων χρόνων της ολόπλευρης πολιτικής και οικονομικής εξάρτησής με τη συνδρομή της ντόπιας ολιγαρχίας και των κυβερνήσεων της. Και η δικαίωση των πραγματικών οραμάτων της Ελληνικής Επανάστασης και όλων των ηρωικών αγώνων και θυσιών του λαού μας δεν μπορεί παρά να περνάει μέσα από την πάλη για το γκρέμισμα του καθεστώτος της εξάρτησης και της υποτέλειας και για την ανατροπή της διπλής κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού και της ντόπιας ξενόδουλης μεγαλοαστικής τάξης!

Οι προεκτάσεις των ιστορικοπολιτικών διαστάσεων της επανάστασης του ’21 στο σήμερα

Και ερχόμαστε στο σήμερα, στην Ελλάδα του 2021. Μιας χρονιάς-«ορόσημο» καθώς, με αφορμή τη συμπλήρωση των 200 χρόνων από την έναρξη της ελληνικής επανάστασης, άνοιξε μια βεντάλια απόψεων από τις διάφορες πολιτικές δυνάμεις που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας ως προς το ιστορικό περιεχόμενο της ίδιας της επανάστασης αλλά και ως προς την αποτίμηση των περίπου 200 χρόνων ύπαρξης και πορείας του νεοελληνικού κράτους.

Φορώντας λοιπόν τα ταξικά γυαλιά μας, θα επιχειρήσουμε μία ανασκόπηση στα όσα λέγονται και γράφονται αυτό το διάστημα τόσο από την πλευρά της Δεξιάς μέσω της κυβέρνησης της ΝΔ όσο και από την πλευρά διαφόρων δυνάμεων που αναφέρονται στην Αριστερά, καταλήγοντας στα συμπεράσματα και την αποτίμηση που κάνουμε εμείς, 200 χρόνια μετά τον μεγάλο αγώνα για Ανεξαρτησία.

  • Κυβέρνηση-Κρατικός Γιορτασμός-Επιτροπή 2021

Αν κανείς επισκεφθεί την επίσημη ιστοσελίδα της περιβόητης «Επιτροπής 2021» κατ’ αρχάς θα διαπιστώσει ότι μέχρι και σήμερα δεν υπάρχει μια κεντρική διακήρυξη για την επέτειο των 200 χρόνων, όπως ίσως θα περίμενε. Αντίθετα, η προσοχή του θα διασπαστεί ανάμεσα σε εκατοντάδες πληροφορίες πάνω σε διάφορα θέματα, με δεσπόζοντα το νομισματικό πρόγραμμα όπου μέσω e-shop μπορεί να προμηθευτεί συλλεκτικά νομίσματα από 40-7.000 περίπου ευρώ (όλα έχουν μια τιμή, ακόμα και η επέτειος του ‘21), οι διάφορες χορηγίες της ευαγούς επιτροπής καθώς και το αράδιασμα των χορηγών του προγράμματος με προεξάρχουσες τις τράπεζες.

Σημειώνουμε όμως τα εξής βασικά στοιχεία:

  • Στοιχείο πρώτο («Ισχυρή Ελλάδα» ή αλλιώς καθεστώς εξάρτησης και υποτέλειας)

Από την πρώτη στιγμή των κυβερνητικών εξαγγελιών, των σχετικών με τα 200 χρόνια από την επανάσταση του ΄21, έγινε φανερό ότι το περιεχόμενο του κρατικού γιορτασμού θα είναι κομμένο και ραμμένο στις ανάγκες εξυπηρέτησης της κυβερνητικής πολιτικής. Ο ίδιος ο Κυρ. Μητσοτάκης, στις αρχές του 2020 σε εκδήλωση της «Πρωτοβουλίας 1821-2021», δήλωνε: «η ανάδειξη των πτυχών της Εθνικής Παλιγγενεσίας αλλά και της μετέπειτα ιστορίας μας» θα γίνει «σε σύμπλευση και συναντίληψη με τις προγραμματικές κατευθύνσεις που ήδη έχουν τεθεί και σε εναρμόνιση με έναν εθνικό προγραμματισμό».

Παράλληλα, όλο αυτό το διάστημα ξαναζεσταίνεται ο μπαγιάτικος μύθος περί «ισχυρής Ελλάδας», περί «ενός πετυχημένου δημοκρατικού κράτους… με αδιαπραγμάτευτη θέση στην ευρωπαϊκή οικογένεια» κοκ.

Αξίζει να σημειωθεί ότι όλα τα παραπάνω επενδύονται με μπόλικες δόσεις εθνικιστικών φαιδροτήτων όπως είναι π.χ. οι αναφορές για την «ελληνική ψυχή» και τη «μοναδικότητα του Έλληνα», για το γεγονός της προτροπής «να γιορτάσουμε όπως μόνο οι Έλληνες ξέρουμε» αλλά και για «την ποιότητα της δημοκρατίας και το υψηλό επίπεδο πολιτισμού της Ελλάδας εν αντιθέσει με τη γείτονα χώρα που κάνει βήματα προς τα πίσω, βεβηλώνοντας την ιστορία», όπως δήλωσε η πρόεδρος της «Επιτροπής 2021», Γ. Αγγελοπούλου, κατά την επίσκεψή της στην Αλεξανδρούπολη.

Ας επανέλθουμε όμως στη λεγόμενη «ισχυρή Ελλάδα». Είναι κάτι παραπάνω από ευδιάκριτες οι προσπάθειες της κυβέρνησης της Δεξιάς να προβάλει ως πεμπτουσία του γιορτασμού των 200 χρόνων της Επανάστασης την «εθνική επιτυχία» της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης να κάνει το νεοελληνικό κράτος ένα «ισχυρό δημοκρατικό κράτος». Στην προσπάθεια αυτή, επιστρατεύει και τις επιστημονικοφανείς απόψεις διαφόρων «ειδικών» επί του θέματος διανοούμενων, που τυγχάνει να είναι και μέλη της «Επιτροπής 2021». Διαβάζουμε ενδεικτικά:

  • Άρθρο: Η Μεταπολίτευση υπό το πρίσμα των 200 χρόνων», Γιάννη Βούλγαρη (από την ιστοσελίδα της «Επιτροπής 2021»). «…Και αυτή η αποτίμηση (σ.σ. των ετών της Μεταπολίτευσης) γίνεται πλέον υιοθετώντας τις νέες ματιές και τις νέες ερμηνείες που πρότειναν τα τελευταία χρόνια η ιστορία και η κοινωνιολογία, αφήνοντας πίσω τα παλαιά ερμηνευτικά σχήματα της υπανάπτυξης και της καθυστέρησης που είχε επιβάλει ο μαρξισμός … Σήμερα αντιλαμβανόμαστε καλύτερα και αξιολογούμε θετικότερα το γεγονός ότι η Ελλάδα διαθέτει μια μακρά παράδοση κοινοβουλευτισμού και προωθημένου συνταγματισμού, ενώ υπήρξε χώρα «πρώιμου εκδημοκρατισμού» που υιοθέτησε από τις πρώτες την καθολική ψήφο.».
  • Άρθρο: Αλλαγή υποδείγματος, Στάθη Καλύβα. Στο άρθρο αυτό κρίνεται, βάσει υποτίθεται στοιχείων, ως «θετική και επιτυχημένη… η ιστορική πορεία των περίπου δύο αιώνων που διήνυσε το σύγχρονο ελληνικό κράτος» γεγονός το οποίο καταμαρτυρούν «σύγχρονοι αντικειμενικοί δείκτες που δείχνουν πως η Ελλάδα τοποθετείται μέσα στις περίπου σαράντα(!) πιο πλούσιες και ελεύθερες χώρες του πλανήτη» ενώ παρακάτω επιτίθεται στην άποψη που κάνει λόγο για εξάρτηση της χώρας χαρακτηρίζοντάς την ως «μαρξιστική εκδοχή της δεκαετίας του ’70 που δεν ήταν απλά παρά η καινούργια αμφίεση του συρμού με το μεσσιανικό αλλά μάλλον άπιαστο όραμα της κοινωνικής επανάστασης»

Παρ’ όλες όμως αυτές τις προσπάθειες εξωραϊσμού της κυρίαρχης πολιτικής και του καθεστώτος της εξάρτησης, τα πραγματικά γεγονότα είναι αμείλικτα και καταμαρτυρούν τα εξής:

  • Από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους το 1830, ο λαός είχε να κάνει με την «προστασία», δηλαδή την κηδεμονία και την εξάρτηση από τις Μεγάλες Δυνάμεις, την Αγγλία, τη Γαλλία και τη Ρωσία.
  • Σε όλη τη μετέπειτα πορεία, η ελληνική αστική τάξη έδωσε και πέρασε «επιτυχώς» τις εξετάσεις της εξάρτησης και της ξενοδουλείας, πότε στους Άγγλους, πότε στους Αμερικάνους.
  • Τα τελευταία χρόνια, με όλο και μεγαλύτερη κυνικότητα, φανερώνεται η γύμνια της υποτέλειας της αστικής τάξης και των κυβερνήσεών της, που δένουν ολοένα και πιο σφιχτά τη χώρα μας στο ιμπεριαλιστικό άρμα των ΗΠΑ και της ΕΕ, στο όνομα μάλιστα της προστασίας των εθνικών συμφερόντων. Αυτό μαρτυρά η εκχώρηση των εδαφών, των θαλασσών και του αέρα της χώρας στο ΝΑΤΟ και η μετατροπή τους σε πολεμικά ορμητήρια. Αυτό μαρτυρούν τα αλλεπάλληλα μνημόνια ευρωπαιοδουλείας που προβλέπουν το ξεπούλημα του πλούτου της χώρας, σπιθαμή προς σπιθαμή στα ξένα μονοπώλια

Η κυβέρνηση της ΝΔ και ο Κυρ. Μητσοτάκης δεν παρέλειψαν να δώσουν τα διαπιστευτήρια της υποταγής στους ξένους δυνάστες του λαού, προσκαλώντας εκπροσώπους από την Μ. Βρετανία, τη Γαλλία και τη Ρωσία στις εκδηλώσεις γιορτασμού του ‘ 21, ανήμερα της 25ης Μαρτίου. Εκπροσώπους δηλαδή των χωρών που καταδίκασαν το τότε νεογέννητο ελληνικό κράτος να μπουσουλάει δύο αιώνες τώρα, αποζητώντας διαρκώς την ξένη κηδεμονία. Άλλωστε καθόλου τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί η επίσκεψη του πρωθυπουργού, παραμονή της επετείου, στο αεροπλανοφόρο Αϊζενχάουερ στην αμερικάνικη βάση στη Σούδα για να γιορτάσει εκεί τα 200 χρόνια από τον ελληνικό εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.

Σαν κερασάκι στην τούρτα, αξίζει να σημειώσουμε τη θέση ενός άλλου « ειδικού» της «Επιτροπής 2021», του Άγγλου Ρόντρικ Μπίτον, ο οποίος σε άρθρο του στην Καθημερινή, με τίτλο «Τι γιορτάζουμε» ισχυρίστηκε ότι η «αποφασιστική στιγμή της Ελληνικής Επανάστασης», ήταν «όχι στο πεδίο της μάχης, ούτε καν επί ελληνικού εδάφους» αλλά «η σύσκεψη που έλαβε χώρα στο βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών στις 3 Φεβρουαρίου 1830» όπου «οι υπουργοί Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας υπέγραψαν το λεγόμενο Πρωτόκολλο του Λονδίνου». Λίγο πολύ, ευτυχώς που υπήρχαν και οι Μεγάλες Δυνάμες γιατί χάρη σ’ αυτές δημιουργήθηκε το νεοελληνικό κράτος… Κι ας αντιτάχθηκαν αρχικά στο ξέσπασμα της Επανάστασης… Κι ας διαφοροποίησαν τη στάση τους για εξυπηρέτηση ιδίων συμφερόντων…Μόνο ως ύβρις μπορούν να εκληφθούν τα λόγια αυτά. Ύβρις προς τους λαϊκούς ήρωες του ’21, επώνυμους και ανώνυμους που έχυσαν ποτάμια αίματος στον αγώνα για λευτεριά και Ανεξαρτησία.

  • Στοιχείο δεύτερο («εθνική ενότητα»)

Μία από τις βασικές θέσεις της κυβερνητικής προσέγγισης του γιορτασμού του ’21 είναι αυτή που προκρίνει ότι η ελληνική επανάσταση ήταν ένα γεγονός υπερταξικό, ότι όλοι οι Έλληνες, ανεξαρτήτως κοινωνικών τάξεων, πάλεψαν ενωμένοι ενάντια στον οθωμανικό ζυγό. Μιλώντας λοιπόν νωρίτερα για «ταξικά γυαλιά», καθόλου τυχαία δεν μας ήρθε στο νου η έκφραση αυτή.

Χαρακτηριστικό είναι το κείμενο που κοσμεί την εισαγωγή βίντεο φτιαγμένου από την «Επιτροπή 2021»: «Επαναστατήσαμε, διεκδικήσαμε, δημιουργήσαμε, προοδεύσαμε, πιστέψαμε, συγκινηθήκαμε, διχαστήκαμε και ενωθήκαμε ξανά, πέσαμε και σηκωθήκαμε ξανά. 200 χρόνια από την επανάσταση έχουμε την ευκαιρία να αναλογιστούμε το παρελθόν, να συνειδητοποιήσουμε το παρόν και να οραματιστούμε το μέλλον. Συμμετέχουμε, συζητάμε, συνδιαμορφώνουμε για την Ελλάδα που είμαστε, για την Ελλάδα που θέλουμε» ενώ στο ίδιο βίντεο η πρόεδρος της επιτροπής, Γιάννα Αγγελοπούλου-Δασκαλάκη, μας «υπενθυμίζει» ότι «μπορεί να έχουμε μνήμες χωριστές, ζωές διαφορετικές και όνειρα αλλιώτικα αλλά εμείς όλοι είμαστε η Ελλάδα». Το α΄ πληθυντικό, διόλου τυχαία, χρησιμοποιείται μονότονα. Το αφήγημα της εθνικής ενότητας και ομοψυχίας που μας σερβίρουν όλο αυτό το διάστημα για την αντιμετώπιση της πανδημίας, το αφήγημα της ίδιας εθνικής ενότητας και ομοψυχίας που αναμάσησε το πολιτικό προσωπικό της χώρας για λογαριασμό της αστικής τάξης τα τελευταία 10 χρόνια ως λύση δήθεν εξόδου από την οικονομική κρίση, κοντολογίς το αφήγημα που καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πρέπει «να βάλουμε όλοι πλάτη», έρχεται να βρει την ιστορική του «δικαίωση», με βάση πάντα την ανάγνωση της περιόδου του ’21 από την πλευρά των αστών…

Δε θα σταθούμε στο ανιστόρητο του ζητήματος. Θεωρούμε δεδομενα ότι ο ηρωικός εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας είχε κοινωνικό υπόβαθρο, ότι υπήρχαν αντιτιθέμενες κοινωνικές τάξεις που έδρασαν κατά τη διάρκεια της επανάστασης, ότι η ταξική διαπάλη συνεχιζόταν αδιάκοπα, ότι οι εμφύλιοι πόλεμοι μαίνονταν κλπ. Άλλωστε δεν έχουμε την αντίληψη ότι η αστική τάξη «μένει μετεξεταστέα» στην ιστορία. Αυτό που φαίνεται και σε αυτήν τη συγκυρία είναι η διακαής προσπάθεια να ξαναγραφτεί η ιστορία με τρόπο ανώδυνο, που να μην απειλεί την κυριαρχία της. Ωστόσο, όλο και περισσότερο, μέρα με τη μέρα, αποκαλύπτεται ότι η εθνική ενότητα και ομοψυχία αποτελούν παραμύθια της Χαλιμάς με τα οποία επιχειρείται το «κοίμισμα» του λαού, με απώτερο στόχο να αποσπαστεί η λεγόμενη ενότητα και στην πραγματικότητα συναίνεση και καθυπόταξη στη σωρεία των αντιλαϊκών μέτρων που λαμβάνονται όλα αυτά τα χρόνια και κατ’ επέκταση στην πολιτική της εκμετάλλευσης, της εξάρτησης και της ξενοδουλείας. Διότι ο λαός σίγουρα έχει μνήμες χωριστές από την κ. Αγγελοπούλου και την τάξη που εκπροσωπεί. Έχει τις μνήμες του Καραϊσκάκη, του Κολοκοτρώνη, του Παπαφλέσσα και των τόσων άλλων λαϊκών αγωνιστών του ’21. Έχει του Μπελογιάννη, του Ζαχαριάδη, της Αποστόλου και αμέτρητων ΕΑΜιτών, ΕΛΑΣιτών, ΕΠΟΝιτών που έχυσαν το αίμα τους για τη λευτεριά και ανεξαρτησία τούτου του τόπου. Δεν έχει τις μνήμες ούτε του Παλαιών Πατρών Γερμανού, ούτε του Βενιζέλου, ούτε της κυβέρνησης του Καΐρου, του Παπανδρέου, των πολιτικών προγόνων της σημερινής αστικής τάξης, που άφησαν το λαό να βγάλει το φίδι από την τρύπα, ενάντια στο ναζιστικό τέρας. Έχει σίγουρα ζωή διαφορετική καθότι καλείται σε κάθε περίπτωση να πληρώσει το μάρμαρο, είτε στην περίπτωση της πανδημίας είτε στην περίπτωση των μνημονίων (τα αναφέρουμε ως πιο πρόσφατα) ώστε να πλουτίζει ακόμα περισσότερο η ολιγαρχία της χώρας, που «καμία πλάτη δε βάζει». Και σε καμία περίπτωση ο λαός δεν μπορεί να συζητήσει, να συμμετέχει και να συνδιαμορφώσει για την Ελλάδα που θέλει… Γιατί πολύ απλά η Ελλάδα της εξάρτησης, της υποτέλειας, του ξεζουμίσματος του λαού που θέλει η μεγαλοαστική τάξη δεν είναι η ίδια Ελλάδα που οραματίστηκαν οι ήρωες αγωνιστές και οι πλατιές λαϊκές μάζες το 1821, που οραματίστηκε ο ελληνικός λαός της ΕΑΜικής αντίστασης και εποποιίας. Μια Ελλάδα ελεύθερη, δημοκρατική και ανεξάρτητη. Γιατί πολύ απλά στο τέλος τέλος, ο εκμεταλλευόμενος δεν συνδιαμορφώνει τον τρόπο εκμετάλλευσής του με τον εκμεταλλευτή του…

  • Άλλες δυνάμεις
  • ΣΥΡΙΖΑ: Σε άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» με τίτλο «Η επικαιρότητα του Εικοσιένα», στην υποενότητα «Η σημασία της διεθνούς κοινής γνώμης», ο Αλ. Τσίπρας σημειώνει μεταξύ άλλων: «Σε όλη την Ευρώπη αναπτύχθηκε ένα δυναμικό φιλελληνικό κίνημα που κέρδισε αρχικά τους διανοούμενους, ύστερα την κοινή γνώμη, ωσότου γύρω στα 1825 ανέτρεψε τις αρχικά αρνητικές διαθέσεις των πολιτικών ελίτ των Μεγάλων Δυνάμεων» ενώ συνεχίζει, γράφοντας ότι «Μας υπενθυμίζει κάτι και αυτό. Πως δεν ζούμε μόνοι μας στον κόσμο. Πως κανένας σημαντικός εθνικός στόχος και καμιά εθνική υπόθεση δεν μπορούν να κερδηθούν δίχως να κερδηθεί και η διεθνής κοινή γνώμη, δίχως να πειστεί για τον δίκαιο χαρακτήρα τους, δίχως τελικά να οικοδομηθούν κάποιες διεθνείς συμμαχίες. Αυτό έχει νομίζω τη σημασία του σε μια εποχή που τόσο η οικονομία όσο και η γεωπολιτική στην ανατολική Μεσόγειο απαιτούν τη διαρκή έγνοια και τη μέγιστη προσοχή μας.» Σύμφωνα λοιπόν με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, η μεταστροφή των Μεγάλων Δυνάμεων οφείλεται στο δυναμικό φιλελληνικό κίνημα και όχι στο γεγονός ότι οι λεγόμενες «ελίτ», βλέποντας την κατάσταση που δημιούργησε ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας των Ελλήνων στην Οθωμανική αυτοκρατορία, θέλησαν να την εκμεταλλευτούν στον ανταγωνισμό τους για το επονομαζόμενο Ανατολικό ζήτημα. Ο Αλ. Τσίπρας στην ουσία βαφτίζει την ξένη εξάρτηση «διεθνείς συμμαχίες», εξωραΐζοντάς την ενώ κατ’ εκείνον, χωρίς αυτή δεν μπορεί να επιτευχθεί καμία εθνική υπόθεση και κανένας εθνικός στόχος. Αυτή είναι η εκδοχή του σύγχρονου σοσιαλδημοκρατικού ραγιαδισμού από την πιθανότερη εναλλακτική λύση στη διαδοχή της κυβερνητικής εξουσίας.
  • ΚΚΕ: Ενδιαφέρον προκαλεί η «Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821». Ανάμεσα σε άλλα, υποστηρίζει πως το νεοελληνικό κράτος δημιουργήθηκε από «την επικράτηση των πιο προωθημένων αστικών στοιχείων σε στενή συμμαχία με την καπιταλιστική Βρετανική Αυτοκρατορία» και πως «η συμμαχία με τη Βρετανική Αυτοκρατορία… είχε ιδιαίτερη σημασία για τη διεθνή αναγνώριση του ελληνικού αστικού κράτους». Είναι γνωστή η ικανότητα του ΚΚΕ να κατασκευάζει νέους όρους, αναθεωρώντας την ιστορία… Έτσι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η εξάρτηση αντικαθίσταται με τον όρο «συμμαχία» οπότε λίγο πολύ, σύμφωνα με τους ιστορικούς του ΚΚΕ, η ελληνική αστική τάξη δεν εξαρτήθηκε αλλά συμμάχησε με την αστική τάξη της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Δεν έφερε την ξένη εξάρτηση στην Ελλάδα αλλά σύναψε την εν λόγω συμμαχία ιδιαίτερης σημασίας για την διεθνή αναγνώριση του ελληνικού αστικού κράτους. Στην πραγματικότητα, η άποψη αυτή αποτελεί απόρροια της σημερινής ιδεολογικοπολιτικής γραμμής του ΚΚΕ, το οποίο δεν δέχεται ότι η Ελλάδα είναι μια εξαρτημένη χώρα από τις δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Κατά συνέπεια, το πολιτικό αίτημα και ο πολιτικός αγώνας για εθνική ανεξαρτησία είναι ανεδαφικό και άρα δεν τίθεται ζήτημα πάλης του ελληνικού λαού ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση. Εμείς απλώς παραθέτουμε την εξής φράση από κείμενο του κομμμουνιστή ηγέτη Ν. Μπελογιάννη για τα δάνεια της ανεξαρτησίας: «Από τότε αρχίζει -μαζί μ’ άλλες αιτίες- η επέμβαση των ξένων δυνάμεων στα εσωτερικά της χώρας μας κι έτσι τα δάνεια αυτά, που ονομάστηκαν -τί κοροϊδία- δάνεια της ανεξαρτησίας, αποτέλεσαν τον πρόλογο της οικονομικής υποδούλωσης της Ελλάδας στο ξένο κεφάλαιο».
  • ΝΑΡ: Παρόμοια με το ΚΚΕ θέση για την αποτίμηση των 200 χρόνων προβάλλεται στην αντίστοιχη ανακοίνωση της κύριας συνιστώσας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Βάσει αυτής, η επανάσταση του ΄21 «ήταν από εκείνα τα ιστορικά γεγονότα, όπως αντίστοιχα οι επαναστάσεις στη Γαλλία και στις ΗΠΑ που οδήγησαν στη συγκρότηση του εθνικού κράτους μέσω μιας επανάστασης». Το ΝΑΡ λοιπόν ταυτίζει τα ανεξάρτητα αστικά κράτη που δημιουργήθηκαν στη Γαλλία και στις ΗΠΑ με το ελληνικό αστικό κράτος παραγνωρίζοντας τον εξαρτημένο χαρακτήρα του τελευταίου. Η άποψη αυτή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτήν για τη σημερινή κατάσταση της χώρας, όπου το καθεστώς της υποτέλειας στον δυτικό ιμπεριαλισμό δεν αναγνωρίζεται ενώ η ελληνική αστική τάξη δεν ακολουθεί ξενόδουλη πολιτική αλλά πολιτική συμμαχίας με τις αστικές τάξεις των ισχυρών κρατών. 10 χρόνια απανωτών υποδουλωτικών μνημονίων και αυστηρής επιτήρησης της οικονομικής ζωής της χώρας από την ΕΕ και το ΔΝΤ φαίνεται ότι δεν είναι αρκετά για να επιβεβαιώσουν του λόγου το αληθές…
  • Αναρχία: Ο αναρχικός χώρος, έχοντας πάντα ως λάβαρό του τάχα το ταξικό μίσος, συνεχίζει, με αφορμή την επέτειο του ΄21, να αφορίζει έννοιες όπως αυτή της πατρίδας, του πατριώτη, της εθνικής ανεξαρτησίας, του έθνους κοκ. Άλλοτε το κάνει με μπόλικες δόσεις διανοουμενισμού και άλλοτε με χουλιγκάνικο τρόπο. Έτσι, διαβάζουμε σε αναρχική ανακοίνωση ότι ο χαρακτήρας της ελληνικής επανάστασης δεν ήταν και εθνικοαπελευθερωτικός αλλά εθνογενετικός καθότι, όπως ισχυρίζεται ο συντάκτης, η συγκρότηση των αστικών κρατών είναι που οδηγεί στη δημιουργία του έθνους και όχι το αντίστροφο.

Κάνοντας από την άλλη, με κυνικό τρόπο, λόγο για ξεφτίλες πατριώτες, στην πραγματικότητα ο χώρος αυτός εκχωρεί το έδαφος στους διάφορους εθνικιστές να οικειοποιούνται κάλπικα τα πατριωτικά αισθήματα του λαού ενώ η άποψη αυτή οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο αγώνας για την πατρίδα γενικά είναι ένας «ξεφτιλισμένος αγώνας». Τέτοιος «ξεφτιλισμένος» ήταν ο αγώνας το 1821, τέτοιος ήταν τη δεκαετία του ’40, τέτοιος είναι και στην περίπτωση της Παλαιστίνης σήμερα αφού άμεση διεκδίκηση είναι η αναγνώριση πατρίδας… Πρόκειται για μία γραμμή που στο τέλος της περιμένει η κυρίαρχη ιδεολογία με την αστική τάξη να τρίβει τα χέρια της.

  • Συμπερασματικά

Κόντρα στο κυβερνητικό αφήγημα και στην προσπάθεια διαστρέβλωσης και συσκότισης των πραγματικών ιστορικών γεγονότων, εμείς, από την πλευρά μας, έχουμε χρέος να κρατήσουμε την ιστορική αλήθεια ζωντανή. Και η αλήθεια είναι ότι η ελληνική επανάσταση του 1821, αυτό το συναρπαστικό γεγονός του 19ου αιώνα με χαρακτήρα εθνικοαπελευθερωτικό και αστικοδημοκρατικό, ήταν ένας αγώνας για την απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό και των ντόπιων στηριγμάτων του, των κοτζαμπάσηδων αλλά και ένας αγώνας για ανεξαρτησία. Στον αγώνα αυτό, η ταξική πάλη δεν καταλάγιασε αλλά φούντωσε. Η λευτεριά μετά από τη σκλαβιά και την υποτέλεια στην οθωμανική αυτοκρατορία επιτεύχθηκε μετά από 400 χρόνια. Η ιστορική σημασία της επανάστασης του 1821 είναι ότι η τελευταία πέτυχε τη δημιουργία εθνικού κράτους των Ελλήνων. Αυτό το κράτος ωστόσο που δημιουργήθηκε, δεν ήταν πραγματικά ανεξάρτητο γιατί η αστική τάξη το οδήγησε σε ένα καθεστώς εξάρτησης από τους ξένους δυνάστες. Από τότε μέχρι και σήμερα, στους διάφορους σημαντικούς σταθμούς της νεοελληνικής ιστορίας η κυρίαρχη τάξη «δικαιώνει» τον χαρακτηρισμό της ως κομπραδόρικης και παρασιτικής. Το μεγάλο όραμα της εθνικής ανεξαρτησίας παραμένει επίκαιρο. Εμείς οφείλουμε να συνεχίσουμε τον αγώνα για Δουλειά, Ειρήνη, Δημοκρατία, Εθνική Ανεξαρτησία που ενώνεται, σήμερα, με το μεγάλο στόχο για τον Σοσιαλισμό. Να μην απογοητευόμαστε και να μην εγκλωβιζόμαστε στη λογική του «τίποτα δε μπορεί να γίνει» αλλά με τα πόδια στυλωμένα στη γη και το νου στραμμένο στους ηρωικούς αγώνες του λαού μας, να εμπνεόμαστε και να διδασκόμαστε από αυτούς. Μήπως 4 αιώνες πριν το ξέσπασμα της επανάστασης φανταζόταν κανείς τις τεράστιες νίκες που θα πετύχαιναν οι επαναστατημένες λαϊκές μάζες απέναντι στην οθωμανική σκλαβιά τη δεκαετία του 1820; Το δίδαγμα που πρέπει να αποκομίσουμε είναι ότι ο ελληνικός λαός τόλμησε και ξεσηκώθηκε ενάντια σε μια αυτοκρατορία και μάλιστα σε συνθήκες που σε όλη την Ευρώπη κυριαρχούσαν οι αντιδραστικές δυνάμεις της Ιερής Συμμαχίας. Και όχι μόνο τόλμησε αλλά πέτυχε με τον ηρωικό του αγώνα να αποτινάξει τον οθωμανικό ζυγό. Μήπως ήταν εύκολη η δράση του ηρωικού ΚΚΕ, του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, των εκατοντάδων χιλιάδων κομμουνιστών, αριστερών, δημοκρατών λαού απέναντι στο ναζιστικό τέρας; Πρέπει να υπογραμμίσουμε εδώ ότι η επανάσταση του ΄21 αποτέλεσε πηγή έμπνευσης της μεγάλης εποποιίας του ΕΑΜοΕΛΑΣίτικου αγώνα. Όπως λέει και το αντάρτικο τραγούδι «ο Γοργοπόταμος στην Αλαμάνα στέλνει περήφανο χαιρετισμό». Τα ιστορικά λοιπόν γεγονότα έχουν δείξει και αποδείξει ότι είναι δυνατόν να ξημερώσουν καλύτερες μέρες στον τόπο μας. Αποφεύγοντας τους άστοχους ιστορικούς παραλληλισμούς και αξιοποιώντας την ιστορική θετική και αρνητική πείρα, να πιστέψουμε στις αστείρευτες δυνάμεις του λαού, κόντρα στις πεσιμιστικές και ηττοπαθείς, αστικές, συμβιβαστικές και αναρχοειδείς απόψεις ότι δήθεν «ο λαός δεν τραβάει» ή ότι είναι «άξιος της μοίρας του». Ο ελληνικός λαός έχει γράψει χρυσές σελίδες στο βιβλίο της ιστορίας των αγώνων με μεγάλο σταθμό την εποποιία του ΕΑΜ, όπως αναφέραμε νωρίτερα, όπου με μπροστάρη το επαναστατικό ΚΚΕ, οργάνωσε την πάλη του και τσάκισε τον ναζιφασίστα κατακτητή. Όπως έλεγε και ύμνος του ΕΛΑΣ: «Αντάρτης, κλέφτης, παλικάρι, πάντα είναι ίδιος ο λαός».

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το