Το πρωινό της 12ης Οκτωβρίου ο βασανισμένος λαός της Αθήνας δονούνταν από την κραυγή «φεύγουν».

Η Αθήνα ήταν λεύτερη μετά από 1.264 μέρες φασιστικής σκλαβιάς.

Την επομένη, 13 του Οκτώβρη, ο «Ριζοσπάστης» ήταν αφιερωμένος στη μέρα της απελευθέρωσης. «ΖΗΤΩ Η ΛΕΥΤΕΡΗ ΑΘΗΝΑ ΜΑΣ!», έγραφε στην πρώτη του σελίδα με μεγάλα, κεφαλαία γράμματα. Στην ίδια σελίδα φιλοξενούνταν ανακοίνωση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ για το θέμα και «Χαιρετισμός του ΕΑΜ προς το μαχόμενο έθνος».

Να τι γράφει η κεντρική ανακοίνωση:

“Η ηρωική Αθήνα είναι πια ελεύθερη. Ο περήφανος λαός της αναπνέει τον αέρα της λευτεριάς. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας τις μεγάλες αυτές στιγμές χαιρετίζει τον ηρωικό λαό της Αθήνας που τρία ολόκληρα χρόνια αγωνίστηκε θαρραλέα για την απελευθέρωση της Ελλάδας μας, τους ήρωες και μάρτυρες της λευτεριάς.

Κομμουνιστές!
Συνεχίστε στο πλευρό της εθνικής κυβέρνησης και των μεγάλων μας συμμάχων με μεγαλύτερη ορμή τον αγώνα για τη απελευθέρωση και της τελευταίας σπιθαμής εδάφους της πατρίδας μας. Για την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας κι ακεραιότητας της Ελλάδας.

Ζήτω ο ηρωικός ελληνικός λαός.
Ζήτω η Αθήνα, η Ακρόπολη της ελληνικής λευτεριάς.
Ζήτω η εθνική μας κυβέρνηση

Το πολιτικό γραφείο της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ”

Τα παρακάτω αποσπάσματα είναι παρμένα από το βιβλίο του Θανάση Χατζή, γραμματέα του ΕΑΜ την τριετία 1941-44, για την Αντίσταση (Η νικηφόρα Επανάσταση που χάθηκε, εκδόσεις Δωρικός).

“Κυριακή 12 Οκτώβρη 1944

(…) Πριν περάσουμε την Κάνιγγος τραντάχτηκε η Αθήνα από κωδωνοκρουσίες και χαρμόσυνες αγγελίες με εκατοντάδες τηλεβόες, απ’ όλες τις μεριές της πόλης: Λαέ της αδούλωτης Αθήνας. Η πρωτεύουσα της πατρίδας μας, η καρδιά της Ελλάδας είναι λεύτερη! Μαχητές του ηρωικού ΕΛΑΣ κατέβασαν τη σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό που 1264 μέρες μόλυνε το βράχο της Ακρόπολης. Ύψωσαν τη γαλανόλευκη που μόνη της κυματίζει στον ελεύθερο Αττικό ουρανό. Ζήτω η ελεύθερη Ελλάδα μας! Ζήτω το ΕΑΜ, η τιμή και η συνείδησή μας! Ζήτω ο ελευθερωτής ΕΛΑΣ μας! Ζήτω οι μεγάλοι μας σύμμαχοι!

Όταν φτάσαμε στην Πατησίων, βρεθήκαμε μπροστά σε ένα χείμαρρο λαού που κατέβαινε από τις λαϊκές γειτονιές στο κέντρο της πόλης. Ο λαός βγήκε στους δρόμους. Τα μπαλκόνια, στολισμένα με σημαίες και λουλούδια ήταν άδεια. Μόνο κάποια γεροντάκια, καθισμένα στις καρέκλες, σκούπιζαν δάκρυα χαράς και περηφάνιας για το μεγάλο κι αδούλωτο λαό μας. Κάτω περνούσαν φάλαγγες ατέλειωτες, με πλακάτ, σημαίες και λάβαρα, με μουσικές και τραγούδια επαναστατικά. Γιόρταζαν την απελευθέρωση που απόκτησαν με τόσες θυσίες, αίμα και δάκρυ. Ποτέ στην ιστορία της η πρωτεύουσα δεν είχε γνωρίσει παρόμοιο ενθουσιασμό που κορυφώθηκε όταν ένα τμήμα –συμβολικό του ΕΛΑΣ του Α’ Σώματος Στρατού- ξεκινώντας από την Πλατεία Αγάμων, παρέλασε στην Πατησίων. Ο λαός τιμούσε τα πιο εκλεκτά παιδιά του, που στάθηκαν υπερασπιστές του, σε όλη τη σκληρή περίοδο της Κατοχής.

Από τις πρώτες εκδηλώσεις του αδούλωτου λαού της πόλης, που στάθηκε καρδιά της εθνικής συνείδησης και πηγή του παγκόσμιου θαυμασμού για τους θρυλικούς μαζικούς κι ένοπλους αγώνες του- φάνηκε η προβολή στη ζωή της νέας δύναμης: του εργαζόμενου λαού. Ποιοτικά αγνώριστος κι ασύγκριτος σε δύναμη κι ήθος σε σχέση με το παρελθόν. Προικισμένος με αρετές, συνείδηση κι αγωνιστική αποφασιστικότητα. Έτοιμος να ριχτεί με τον ίδιο ενθουσιασμό και αυτοθυσία που πολέμησε τον εχθρό, ενάντια σε κάθε νέο εχθρό και να ξαναχτίσει την πατρίδα του από τα ερείπια. Ένα ακόμα καινούριο στοιχείο για τον ελληνικό λαό ήταν η οργάνωσή του και η πειθαρχία στις αποφάσεις και τις οδηγίες των καθοδηγητών του.”

Την επομένη της λαοπλημμύρας στην πρωτεύουσα το κλίμα της γιορτής της Απελευθέρωσης μεταφέρεται από τον Τύπο σε όλη την Ελλάδα. Υπό τον τίτλο «ΛΕΥΤΕΡΙΑ! ΛΕΥΤΕΡΙΑ! Η ΑΘΗΝΑ ΓΙΟΡΤΑΖΕΙ», ο «Ριζοσπάστης» γράφει:

«Χάθηκε το βρωμερό κουρέλι του φασισμού απ’ την Ακρόπολη. Τούτο το σύνθημα περίμενε η Αθήνα. Η μπαρουτοκαπνισμένη Αθήνα, που γνώρισε την πείνα και το βόλι του κατακτητή, το στιλέτο του προδότη, η αδάμαστη Αθήνα, που τρία χρόνια πάλεψε, ξεχύθηκε ζωντανή ανθρωποθάλασσα να διαλαλήσει τη Νίκη, να γιορτάσει τη Λευτεριά της. Πέντε λεφτά φτάσανε για να κολυμπήσει όλη η πόλη στο γαλάζιο. Για ν’ ανέβουν οι ΕΠΟΝίτες στα καμπαναριά και ν’ αντηχήσουν χαρούμενα οι καμπάνες. Διαδηλώσεις, που πρώτη φορά βλέπει η Αθήνα, ξεχύνονται από παντού. Από το Σύνταγμα ως την Ομόνοια ένα ρεύμα είναι ο κόσμος. Γελούν, δακρύζουν, αγκαλιάζονται. Λευ-τε-ρω-θή-κα-με ! Νι-κή-σα-με !

Και πάνω απ’ όλα, μια φωνή που αγκαλιάζει όλη την Αθήνα, που κλείνει όλους τους σκληρούς τρίχρονους αγώνες, όλη την πίστη στη λευτεριά, όλη τη χαρά της Νίκης:

Ε-Α-Μ ! Ε-Α-Μ ! (…). Ανεβασμένοι στ’ αυτοκίνητα, ρίχνουν οι ΕΑΜίτες τα συνθήματα, που τ’ αρπάζει με μια φωνή ο κόσμος και τα κάνει βουή και σάλπισμα για να φτάσουν απ’ άκρη σ’ άκρη της Ελλάδας. Κανένα άσυλο στους προδότες! Λευτεριά – Λαοκρατία!(…) ΕΛΑΣίτες περνούν σ’ αυτοκίνητα και μοτοσικλέτες. Ακράτητος ο κόσμος τους κυκλώνει: Ζήτω ο Λαϊκός Στρατός! Ζήτω ο Στρατός της Λευτεριάς μας! Το δίκοχο του ΕΛΑΣίτη, όπου εμφανιστεί, ξεσηκώνει θύελλα ενθουσιασμού. (…) το πένθιμο εμβατήριο αντηχεί από χιλιάδες στόματα που υπόσχονται πίστη στον αγώνα, το τελικό τσάκισμα του Φασισμού και τη Λαοκρατία (…)».

Ο ΕΛΑΣ απελευθερώνει την Ελλάδα.

Στις 14 Οκτωβρίου, 2 μέρες μετά την απελευθέρωση, κατέφθασαν στην πρωτεύουσα και τα πρώτα βρετανικά στρατεύματα, ενώ ο Γεώργιος Παπανδρέου, επικεφαλής της κυβέρνησης “Εθνικής Ενότητας” ήρθε μόλις στις 18 Οκτωβρίου, συνοδευόμενος από τον Βρετανό στρατηγό Σκόμπυ.

Τις επόμενες μέρες ο ΕΛΑΣ άρχισε να απελευθερώνει πόλεις το ένα μετά το άλλο αστικά κέντρα. Την Θήβα, τη Λαμία, τον Βόλο, τη Λάρισα, την Ελασσόνα, την Έδεσσα και άλλες πόλεις. Στις 30 Οκτωβρίου τμήματα της 11ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ απελευθέρωσαν τη Θεσσαλονίκη.

Μέχρι της 3 Νοέμβρη τα τελευταία Γερμανικά στρατεύματα εγκατέλειψαν το ελληνικό έδαφος κάτω από τα συνεχή κτυπήματα του ΕΛΑΣ. Οι τελευταίες μάχες δόθηκαν στη Κρήτη με αποκλεισμένα τμήματα Γερμανικού και Ιταλικού στρατού στις περιοχές Αποκορώνου – Κυδωνίας.

Η απελευθέρωση της Ελλάδας δεν έπεσε από τον ουρανό. Ήταν αποτέλεσμα του μακροχρόνιου αγώνα που διεξήγαγε ο ΕΛΑΣ και κατέληξε στη γενική αντεπίθεση του Αυγούστου του 1944. Η κατάσταση που είχε διαμορφωθεί σηματοδοτήθηκε από την συντριβή των χιτλερικών δυνάμεων και την προέλαση του κόκκινου στρατού προς τη Σόφια και το Βελιγράδι. Το γεγονός επέσπευσε την αποχώρηση των Γερμανικών στρατευμάτων μπροστά στον κίνδυνο να εγκλωβιστούν χωρίς οδό διαφυγής. Μάλιστα είχαν αρχίσει ήδη να αποσύρουν τις φρουρές τους από διάφορα νησιά του Αιγαίου.

Οι τελευταίες γερμανικές ωμότητες

Στα Καλάβρυτα, στην Κάνδανο, στην Κοκκινιά, στο Δίστομο, στην Καισαριανή, στο Δοξάτο, στο Μεσόβουνο, στο Χορτιάτη και σε τόσα μέρη σε όλη την Ελλάδα οι ναζιστές και οι φασίστες έκαναν εγκλήματα τρομερά.

Να δούμε πιο αναλυτικά τι άφησαν πίσω τους οι εγκληματίες οπαδοί του Χίτλερ, μετά από 4 χρόνια, 1940-1944, τεράστιων καταστροφών. Να σκεφτούμε τι πραγματικά πιστεύουν όσοι «Έλληνες» υποστηρίζουν το Χίτλερ και τις μεθόδους του, είτε με τα λόγια είτε με τις πράξεις τους.

Οι ανθρώπινες απώλειες ήταν ανυπολόγιστες σε σχέση με τον πληθυσμό της χώρας. Στην διάρκεια της γερμανικής κατοχής, που κράτησε σαράντα δύο μήνες, πέρασαν από τα γερμανικά εκτελεστικά αποσπάσματα και τουφεκίσθηκαν 39.000 Έλληνες! Σκοτώθηκαν από σφαίρες «αδέσποτες» και άλλα «στρατιωτικά ατυχήματα 12.000. Σκοτώθηκαν σε μάχες 70.000.

Πέθαναν από πείνα σε ολόκληρη την Ελλάδα περίπου 600.000. Από αυτούς τα παιδιά, που πέθαναν από την ασιτία και τις κακουχίες των μανάδων τους, ήταν 300.000, δηλαδή, μία ολόκληρη γενιά.

Θανατώθηκαν με τρόπο εγκληματικό κι απάνθρωπο στα ναζιστικά και φασιστικά γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης κι επίσης άλλοι 60.000 Έλληνες, Εβραίοι το θρήσκευμα.

Φυλακίστηκαν στους σαράντα δύο μήνες κατοχής 200.000 κι οι περισσότεροι πέθαναν από τις κακουχίες και τα άγρια βασανιστήρια στην φυλακή ή λίγο μετά.

Προσβλήθηκαν άλλοι από βαριές ασθένειες ή έμειναν δια βίου ανίκανοι πάνω από 1.000.000.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το