Η «μετανάστευση» εκτός του τόπου μόνιμης κατοικίας επιβαρύνει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς ετησίως με 7.000 ευρώ, εάν δεν βρεθεί δωμάτιο σε φοιτητική εστία ● 1 στους 2 υποψηφίους δηλώνει ότι το κριτήριο με το οποίο θα επιλέξει σχολή στο μηχανογραφικό του δελτίο θα είναι η έδρα της σχολής, ώστε να είναι κοντά στη μόνιμη κατοικία της οικογένειάς του.

Αν «κρυφάκουγε» κανείς τις συζητήσεις που ανοίγονται αυτές τις μέρες (λίγο πριν από την ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής στα ΑΕΙ) στις οικογένειες με παιδιά που συμμετείχαν στις πανελλαδικές εξετάσεις διεκδικώντας μια θέση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, θα διαπίστωνε ότι οι κουβέντες, βεβαίως, εστιάζουν στο εάν το παιδί καταφέρει να πετύχει την είσοδό του σε κάποια από τις σχολές που έχει επιλέξει (ή και σε μια οποιαδήποτε σχολή), αλλά την ίδια στιγμή ένα τμήμα της αγωνίας τους πηγάζει από τον φόβο της αδυναμίας κάλυψης του κόστους στην περίπτωση που το βάπτισμα της φοιτητικής ιδιότητας του γόνου τους αφορά σχολή εκτός τόπου μόνιμης κατοικίας.

Μια… μεγαλούπολη φοιτητών έχει «μεταναστεύσει» για σπουδές εκτός του τόπου μόνιμης κατοικίας τους (πάνω από 150.000), γεγονός που επιβαρύνει κάθε οικογενειακό προϋπολογισμό ετησίως με 7.000 ευρώ κατά μέσο όρο, και συνολικά πάνω από 1 δισ. ευρώ ετησίως για τις 150.000 οικογένειες φοιτητών.

Και γελιούνται, βεβαίως, όσοι πιστεύουν ότι το ακριβοπληρωμένο στον βωμό της παραπαιδείας «εισιτήριο» εισαγωγής στα ΑΕΙ και ΤΕΙ και η επιβάρυνση του οικογενειακού προϋπολογισμού τελειώνουν με την είσοδο των υποψηφίων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Η ταυτότητα των συζητήσεων μαζί με την έκταση και την ένταση που τις χαρακτηρίζουν σταδιοδρομούν, βεβαίως, στην «πίστα» της οικονομικής αδυναμίας των οικογενειών και στις απαράδεκτα χαμηλές κρατικές δαπάνες για τη φοιτητική μέριμνα που κάνουν απαγορευτική την αντιμετώπιση του αυξημένου κόστους ζωής των φοιτητών, ιδιαίτερα εκείνων που σπουδάζουν εκτός τόπου μόνιμης κατοικίας.

Το ποσοστό των κρατικών δαπανών για την ενίσχυση του φοιτητικού πληθυσμού δεν ξεπερνά πλέον το 0,4% όταν ο μέσος όρος των αντίστοιχων δαπανών στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης ανέρχεται στο 5,7%. Φυσικά αυτή η δημόσια υποχρηματοδότηση έχει συνέπειες στη φοιτητική μέριμνα, σε όλα εκείνα τα στοιχεία της φοιτητικής ζωής (στέγαση, σίτιση, περίθαλψη, βιβλία, υποτροφίες κ.λπ.) τα οποία σχετίζονται με την ουσία της δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης.

Ετσι το κόστος της φοιτητικής ιδιότητας μετακυλίεται όλο και περισσότερο στους «ώμους» των οικογενειακών προϋπολογισμών κάνοντας ακριβό… το «δημόσιο και δωρεάν» Πανεπιστήμιο.

Το κόστος

Πόσο σας στοιχίζει μηνιαίως η φοίτησή σας στο Πανεπιστήμιο; Αυτή η ερώτηση απευθύνθηκε (με κλειστό ερωτηματολόγιο) από τον Νοέμβριο του 2018 μέχρι τον Φεβρουάριο του 2019 σε 250 φοιτητές του Πανεπιστημίου Αθηνών, του ΕΜΠ, του Παντείου, του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, του Πανεπιστημίου Πατρών και του Πανεπιστημίου Κρήτης. Η απάντηση; Οι «μετανάστες» φοιτητές οι οποίοι δεν είχαν βρει θέση στις φοιτητικές εστίες κόστιζαν ετησίως κατά μέσο όρο περίπου 7.000 ευρώ.

Πιο αναλυτικά, για τους φοιτητές που σπουδάζουν εκτός τόπου μόνιμης κατοικίας και συντηρούν το λεγόμενο φοιτητικό νοικοκυριό το κόστος ανέρχεται κατά μέσο όρο στα 695 ευρώ τον μήνα εκ των οποίων τα 455 αφορούν το κόστος διαβίωσης (συμπλήρωμα σίτισης καθώς η φοιτητική λέσχη έχει «κενά», μετακινήσεις, επικοινωνία, βιβλία κ.λπ.) και τα 240 ευρώ το κόστος ενοικίασης και συντήρησης του σπιτιού.

Το συνολικό κόστος των σπουδών για τον μετανάστη φοιτητή με μέση χρονική διάρκεια τέσσερα έως πέντε χρόνια, το κόστος του πτυχίου δηλαδή, ανέρχεται σε 28.000-35.000 € κατά μέσο όρο.

Αν επιχειρήσουμε τώρα να δούμε τι σημαίνει, σήμερα, για το εισόδημα διαφόρων κοινωνικών κατηγοριών η αντιμετώπιση του κόστους ενός φοιτητή που σπουδάζει εκτός τόπου καταγωγής, θα διαπιστώσουμε ότι σε κάποιες περιπτώσεις συνεπάγεται μείωση των οικογενειακών εισοδημάτων που «ρίχνει» το νοικοκυριό κάτω από το όριο φτώχειας, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις είναι αδύνατη η συντήρηση του φοιτητή.

Η κατάσταση αυτή σχετίζεται ευθέως με την επιλογή χιλιάδων υποψηφίων να στοχεύσουν αποκλειστικά σχολές κοντά στη μόνιμη κατοικία τους. Δεν είναι έτσι καθόλου τυχαία η καταγραφή ενός μεγάλου τμήματος υποψηφίων, φέτος μεγαλύτερου από άλλες φορές, που είναι αποφασισμένοι να κάνουν έναν «ρεαλιστικό» υπολογισμό και να στραφούν σε σχολές της περιοχής τους ακόμη κι αν αυτές δεν είναι της πρώτης επιλογής τους.

Ουσιαστικά 1 στους 2 υποψηφίους δηλώνει ότι το κριτήριο με το οποίο θα επιλέξει σχολή στο μηχανογραφικό του δελτίο θα είναι η έδρα της σχολής. Στη στροφή αυτή δεν βαραίνουν μόνο τα οικονομικά προβλήματα των οικογενειών, αλλά και μια άλλη πλευρά της κρίσης η οποία δεν «επιτρέπει» να υπάρχουν πολλές προσδοκίες όσον αφορά την επένδυση στις σπουδές.

Συνέπειες

Η τραγική αυτή κατάσταση λιπαίνει, βεβαίως, και το έδαφος της καθυστέρησης αλλά και της εγκατάλειψης των σπουδών.

Η αδυναμία αντιμετώπισης του αυξημένου κόστους σπουδών σε συνδυασμό με την ανεύρεση εργασίας για τη στοιχειώδη κάλυψη κάποιων εξόδων, παράλληλα με την εσωτερίκευση των αμφίβολων επαγγελματικών προοπτικών, εκκολάπτουν την καθυστέρηση ή την εγκατάλειψη των σπουδών για εκείνο το μέρος του φοιτητικού πληθυσμού για το οποίο αφ’ ενός οι παρατεταμένες σπουδές κοστίζουν ακριβά, αφ’ ετέρου η είσοδος στην παραγωγή και η πρόωρη επαγγελματοποίηση μετατρέπεται σε αναπόφευκτη στρατηγική επιβίωσης, ανατρέποντας έτσι την προοπτική ολοκλήρωσης των σπουδών.

Οσο σίγουρο είναι ότι οι παραπάνω όροι δεν μπορούν να μονοπωλήσουν την καθυστέρηση ή την εγκατάλειψη των σπουδών, άλλο τόσο είναι φανερό ότι η φτώχεια που καλπάζει δεν σταματάει τη δράση της μπροστά στην είσοδο του Πανεπιστημίου.

Χρήστος Κάτσικας, μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου – Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το