«Ιδεολογία» τιτλοφορείται σχετική στήλη του «κυριακάτικου Ριζοσπάστη» και θέμα της το τελευταίο διάστημα είναι «ο διεθνής ρόλος της Κίνας», όπου παρουσιάζεται σε συνέχειες η πολιτική του ΚΚ Κίνας και της Κίνας, διαχρονικά.

Αν και επικεντρώνεται φαινομενικά στη σημερινή κινέζικη πολιτική και ειδικά στο «ρόλο» της Κίνας από τη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα, στόχο της έχει επίσης το «ρόλο» της Κίνας στα προηγούμενα χρόνια, και ιδιαίτερα τα χρόνια που το ΚΚ Κίνας με επικεφαλής το Μάο Τσετούνγκ καταπολεμούσε το χρουστσωφικό και μπρεζνιεφικό ρεβιζιονισμό. O «Ριζοσπάστης», σαν ηχώ της ετερόφωτης και ολότελα χρεωκοπημένης παλιάς τους προπαγάνδας, αναποδογυρίζοντας τα γεγονότα, υποβάλλει την ιδέα πως η Κίνα του Μάο χρησιμοποιούσε τον ιδεολογικό αγώνα για να προωθήσει κρατικές της βλέψεις και εφάρμοζε γραμμή στην πράξη ενάντια στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα! Η σημερινή διεθνής κινέζικη πολιτική, παρουσιάζεται τελικά ως προς την εσωτερική λογική της σαν ένα είδος φυσικής μετεξέλιξης, προσαρμογής και προέκτασης της γραμμής του Μάο.

Την παρουσίαση, υπογράφει το μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων, Ελισαίος Βαγενάς. Δημοσιεύτηκε ήδη το έκτο μέρος της («κυριακάτικος Ριζοσπάστης» 23 – 24 Απρίλη 2011) και… έπεται συνέχεια. Όποια κι αν είναι η συνέχεια, τα όσα έχουν ως τώρα γραφεί, είναι ήδη πολύ διαφωτιστικά. Όχι ακριβώς για το ρόλο που θέλησαν να πραγματευτούν, αλλά για το ρόλο της δικής τους γραμμής και της «ιδεολογίας» που θέλησαν να υποδηλώσουν.

Πιεσμένοι από τις αδυσώπητες συνέπειες της παλινόρθωσης που έκανε θρύψαλα τα παλιά ιδεολογικά τους στερεότυπα, αναγκάζονται ετεροχρονισμένα με καθυστέρηση δεκαετιών, να παραδεχτούν επιφανειακά ποια ήταν η πραγματικότητα, τι είδους δηλ. ήταν ο «σοσιαλισμός» των Χρουστσώφ – Μπρέζνιεφ – Γκορμπατσόφ που νωρίτερα εξυμνούσαν. Μόνο που (όπως έλεγε ο Λένιν για κάποιους στον καιρό του) «αφήνουν να τους διαφύγει ολότελα το περιεχόμενο, και συνεχίζουν σα να μη συνέβαινε τίποτε, το παλιό τροπάρι».

Η τωρινή ηγεσία του ΚΚΕ αισθάνεται την ανάγκη να επαναλαμβάνει πολύ συχνά τη διαβεβαίωση πως η πολιτική τους είναι θεμελιωμένη επιστημονικά και πως οι προβλέψεις τους διαρκώς επαληθεύονται! Προσπαθώντας ωστόσο να παρουσιάσουν σαν την τελευταία λέξη της επιστήμης τα μεταλλαγμένα και ληγμένα σκευάσματα της «ιδεολογίας» τους, καταφέρνουν μόνο να επιβεβαιώσουν πόσο ξένη προς το μαρξισμό – λενινισμό και πόσο διάτρητη παραμένει η γραμμή που ακολουθούν.

Είναι γνωστό πως το ΚΚΕ απ’ τη δεκαετία του ’60 και ύστερα είχε διακόψει τις σχέσεις με το ΚΚ Κίνας, και κατάγγελνε με δριμύτητα τη γραμμή του Μάο Τσετούνγκ. Αποκατάστησε τις σχέσεις του με το ΚΚ Κίνας μερικά χρόνια ύστερα από το θάνατο του Μάο, στις αρχές της δεκαετίας του ’80 και ενώ είχαν συντελεστεί στην Κίνα μεγάλες ανατροπές, ανάλογες μ’ αυτές που έφερε στη Σοβ. Ένωση το 20ό συνέδριο. Όταν ήδη το ΚΚ Κίνας, κάτω από την ηγεσία της ομάδας του Τενγκ Χσιάο Πιγκ είχε ανατρέψει, απαρνηθεί και καταπροδώσει την επαναστατική γραμμή του Μάο και το σοσιαλισμό, στρέφοντας ξέφρενα το τιμόνι της Κίνας στο δρόμο της καπιταλιστικής παλινόρθωσης. Η γραμμή της καπιταλιστικής παλινόρθωσης, ξεθεμελιώνοντας κάθε επαναστατική σοσιαλιστική κατάκτηση του κινέζικου λαού, μετέτρεψε με ραγδαίους ρυθμούς την Κίνα, σε καπιταλιστικό κάτεργο στο εσωτερικό, και σε μια μεγάλη ανερχόμενη καπιταλιστική δύναμη στην παγκόσμια σκηνή. Η ρεβιζιονιστική ομάδα του Τενγκ Χσιάο Πινγκ, στο πλαίσιο αυτής της γραμμής, καταδίκασε και αποκήρυξε ανοιχτά το μεγάλο ιδεολογικό αγώνα αρχών που διεξήγαγε το ΚΚ Κίνας με επικεφαλής τον Μάο Τσετούνγκ ενάντια στο χρουστσωφικό και μπρεζνιεφικό ρεβιζιονισμό, και αποκατέστησε τελικά «αδελφές σχέσεις» με όλα τα ρεβιζιονιστικά κόμματα και με το ίδιο το ΚΚΣΕ. Σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο, έγινε στη δεκαετία του ’80 η αποκατάσταση των κομματικών σχέσεων του ΚΚΕ με το ΚΚ Κίνας.

Δεν χρειάζονταν κάποια ξεχωριστή οξυδέρκεια για να αντιληφθεί κανείς το καπιταλιστικό περιεχόμενο της κινέζικης πολιτικής των χρόνων αυτών. Οι απανταχού καπιταλιστές απ’ την αρχή το διατυμπάνιζαν, οι ίδιοι οι ιθύνοντες της Κίνας, ξεκάθαρα το συνομολογούσαν και τα βουερά γεγονότα έκαναν το περιεχόμενο αυτό ολοφάνερο για τους πάντες, με εξαίρεση εκείνους που συνήθισαν να θεωρούν πως αν τα γεγονότα δεν συμφωνούν με τις δοτές φόρμουλες που είχαν για οδηγό, τόσο το χειρότερο για τα γεγονότα. Η αποκατάσταση των κομματικών σχέσεων του ΚΚΕ με το ΚΚ Κίνας στη δεκαετία του ’80, συμβαδίζοντας με μια «άκριτη υιοθέτηση επιλογών» της ΕΣΣΔ και, στη συνέχεια, με την «ενδυνάμωση του οππορτουνισμού στις γραμμές του ΚΚΕ» κάτω απ’ την επίδραση της περεστρόικα (όπως οι ίδιοι λένε σήμερα), είχε κοινή βάση σε κάθε περίπτωση την αποκήρυξη και καταδίκη της επαναστατικής μαρξιστικής – λενινιστικής γραμμής, που ο Μάο πρόβαλλε με την τόλμη ενός μεγάλου προλετάριου επαναστάτη ηγέτη, στις θυελλώδεις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Η απόρριψη αυτής της γραμμής, αποτελεί κοινό τόπο συνάντησης όλων των οππορτουνιστικών ρευμάτων, και σήμερα.

Από τη δεκαετία του ’80 κύλισε βέβαια, ως σήμερα, πολύ νερό στ’ αυλάκι και οι ηγέτες του ΚΚΕ, έχοντας από καιρό αναθεματίσει και την περεστρόικα και τις άκριτες κ.λπ. επιλογές, έμαθαν υποτίθεται από τα λάθη τους. Οι ίδιοι, λένε τώρα, πως:

«…ανάμεσα στα «μαθήματα» που έδωσε η αντεπανάσταση στη Σοβιετική Ένωση, ήταν πως οι κομμουνιστές δε θα έπρεπε να επαναπαύονται στα όσα υποστήριζε το ΚΚΣΕ, αλλά θα έπρεπε το κάθε ΚΚ, με επιμονή στην αρχή του προλεταριακού διεθνισμού, να μελετά με τις δικές του δυνάμεις τις εξελίξεις, την πείρα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και να προσπαθεί να διαμορφώσει δική του γνώμη γι’ αυτές, με εργαλείο τη μαρξιστική – λενινιστική κοσμοθεωρία» (πρώτο μέρος, «Ριζοσπάστης» 20 Μάρτη 2011).

Τι είδους μαθήματα πήραν ωστόσο, πολύ χαρακτηριστικά δείγματα μας έδωσαν ήδη οι θέσεις που υιοθέτησε το ΚΚΕ στο 18ο συνέδριό του (Φλεβάρης 2009), σχετικά με το «μαοϊκό» ρεύμα.

Η ηγεσία του ΚΚΕ αν και δανείζεται διάφορες ιδέες που προβλήθηκαν από το «μαοϊκό ρεύμα», όπως το αποκαλούν, προσπαθούν να τις απονευρώσουν και να τις αχρηστεύσουν και σκοτώνοντας το αληθινό πνεύμα και περιεχόμενό τους να τις ενσωματώσουν στο πλαίσιο μιας αντιμαοϊκής γραμμής, στην οποία παραμένουν αμετανόητα προσκολλημένοι.

Mιλούν για το «μαοϊκό» ρεύμα, με κάποια δήθεν αφ’ υψηλού συγκαταβατικότητα, και αποφεύγοντας να αναφερθούν άμεσα στις βασικές ιδέες που πρόβαλλε στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Ιδέες που συνοψίζονται στην ιδεολογικοπολιτική γραμμή που αναπτύχθηκε από το ΚΚ Κίνας με επικεφαλής το Μάο Τσετούνγκ στην πορεία του μεγάλου κινήματος κριτικής του διεθνούς ρεβιζιονισμού και στον αγώνα για την αποτροπή της καπιταλιστικής παλινόρθωσης. Στην έμπραχτη εφαρμογή της θεωρίας για τη συνέχιση της επανάστασης κάτω από τις συνθήκες της δικτατορίας του προλεταριάτου και την εξαπόλυση της Mεγάλης Προλεταριακής Πολιτιστικής Επανάστασης.

Στην πραγματικότητα, οι ιδέες αυτές έδωσαν νέα πνοή στο κομμουνιστικό κίνημα, ζωογόνησαν την υπόθεση του σοσιαλισμού, ενίσχυσαν και ενέπνευσαν την πάλη όλων των καταπιεζομένων και βρήκαν ισχυρή απήχηση ανάμεσα στους αγωνιζόμενους λαούς και τους επαναστάτες σ’ όλο τον κόσμο. Γι’ αυτό και κατασυκοφαντήθηκαν απ’ τη διεθνή αντίδραση κι απ’ όλους τους ρεβιζιονιστές. Συμπεριλαμβάνοντας και εκείνους που σφετερίστηκαν ύστερα απ’ το θάνατο του Μάο την εξουσία στην Κίνα, από κοινού με τους οποίους οι ηγέτες του ΚΚΕ κάνουν ακόμα ανταλλαγές «πείρας». Αν και η ηγεσία του ΚΚΕ δηλώνει τώρα πως σκέφτεται με το δικό της μυαλό και στηρίζεται στις δικές της δυνάμεις, στη βάση του μαρξισμού – λενινισμού, το πώς εννοούν τα όσα λένε μας το πιστοποιεί ιδιαίτερα αποκαλυπτικά «ο Ριζοσπάστης» γράφοντας για τη διεθνή γραμμή που πρόβαλλε και για την πολιτική που εφάρμοσε στα χρόνια ύστερα από το 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ, το ΚΚ Κίνας με επικεφαλής το Μάο Τσετούνγκ. Ας δούμε παρακάτω μερικά από τα όσα γράφονται σχετικά με την πολιτική της Κίνας του Μάο:

«Έχει μια σημασία να θυμίσουμε ορισμένα γεγονότα από το παρελθόν. Όσο υπήρχε Σοβιετική Ένωση, η εξωτερική πολιτική που ακολουθούσε η Κίνα συντονιζόταν με κείνη των ΗΠΑ ενάντια στην ΕΣΣΔ. Η στάση αυτή αρχικά εμφανίστηκε ως κριτική στάση του ΚΚ Κίνας προς την οππορτουνιστική στροφή που πήρε το ΚΚΣΕ στο 20ό Συνέδριό του. Στην πραγματικότητα βέβαια γνωρίζουμε σήμερα πως αρχικά το ΚΚΚ δε διαφοροποιήθηκε ανοιχτά και ουσιαστικά από τις κατευθύνσεις του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ. Η διαφοροποίησή του δημοσιοποιήθηκε αργότερα, έχοντας ως αιτία τις σινορωσικές συνοριακές διαφορές. Η στάση του ΚΚΚ είχε ορισμένη απήχηση σε ΚΚ, εξαιτίας της οππορτουνιστικής διολίσθησης της ΕΣΣΔ σε θέσεις όπως για «παντοτινή ειρήνη και άμιλλα» με τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στα πλαίσια της «ειρηνικής συνύπαρξης». Ωστόσο το ΚΚΚ δεν περιορίστηκε στην κριτική οππορτουνιστικών θέσεων μετά το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, αλλά επέλεξε στρατηγική που στην πράξη οδήγησε σε πολλές περιπτώσεις σε εχθρική στάση απέναντι στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και την ΕΣΣΔ καθώς και σε συντονισμό με τις ΗΠΑ, σε βάρος των συμφερόντων του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος. Το ΚΚ Κίνας στηρίχτηκε στην εκτίμηση περί «τριών κόσμων», όπου ο «πρώτος κόσμος» αποτελούνταν από τις «υπερδυνάμεις» (μάλιστα η ΕΣΣΔ χαρακτηριζόταν ως «σοσιαλιμπεριαλιστική δύναμη), ο «δεύτερος κόσμος» από τους πλούσιους συμμάχους των υπερδυνάμεων και ο «τρίτος κόσμος» από τις αναπτυσσόμενες χώρες, μεταξύ των οποίων και η Κίνα» (τρίτο μέρος, «Ριζοσπάστης» 3 Απρίλη 2011).

Bρισκόμαστε εδώ, μπροστά σε ένα σωρό από ανακρίβειες, διαστρεβλώσεις και ιστορικά και λογικά άλματα, σε μια διαδοχή προτάσεων που κάθε μια διαψεύδει ή διαψεύδεται από την επόμενη.

Tα όσα γράφει ο «Ριζοσπάστης» αποτελούν κυριολεκτικά μια μεταμοντέρνα ανάπλαση από συρραφές υλικών των παλιών εγχειριδίων της μπρεζνιεφικής προπαγάνδας, εμπλουτισμένων καθώς φαίνεται και με πιο φρέσκιες ιδέες της ηγεσίας του KKE.

Σύμφωνα με τα λεγόμενα του «Ριζοσπάστη» το KK Kίνας «δεν διαφοροποιήθηκε ανοιχτά και ουσιαστικά» από τις κατευθύνσεις του 20ού συνεδρίου, ενώ «η διαφοροποίησή του δημοσιοποιήθηκε αργότερα» έχοντας ως «αιτία» τις συνοριακές διαφορές ανάμεσα στην Kίνα και την τότε Σοβ. Ένωση. Αν και «ο Ριζοσπάστης» θέλει να θυμίσει όπως λέει «ορισμένα γεγονότα από το παρελθόν», δεν υπάρχει ούτε μια αράδα εδώ που να αντιστοιχεί σε πραγματικά γεγονότα.

Όταν ο «Ριζοσπάστης» λέει πως το KK Kίνας δεν διαφοροποιήθηκε ανοιχτά και ουσιαστικά, από τις κατευθύνσεις του 20ού συνεδρίου, ισχυρίζεται έτσι πως οι πραγματικές διαφορές του δεν ήταν και τόσο σημαντικές σε σχέση με το 20ό συνέδριο, ότι η πολιτική και ιδεολογική γραμμή του KK Kίνας με επικεφαλής το Mάο, και εκείνη του 20ού συνεδρίου του KKΣE, του Xρουστσώφ και του Mπρέζνιεφ, δεν ήταν διαφορές διαμετρικά αντίθετων γραμμών, διαφορές ανάμεσα στο μαρξισμό-λενινισμό απ’ τη μια και το ρεβιζιονισμό απ’ την άλλη, αλλά είχαν άλλο χαρακτήρα, άλλη βάση, άλλη «αιτία».

H «αιτία», λέει, ήταν οι συνοριακές διαφορές της Kίνας με την τότε Σοβ. Ένωση. Δεν ήταν ιδεολογικός αγώνας αρχών, αλλά κρατικές διεκδικήσεις που ντύθηκαν με κάλυμμα ιδεολογικό, αυτό μας λέει η ηγεσία του KKE και «ο Ριζοσπάστης».

O «Ριζοσπάστης» δεν αποδίδει άμεσα στην Kίνα, ότι αυτή προκάλεσε τις συνοριακές συγκρούσεις, αυτό όμως είναι το λογικό συμπέρασμα από όλα όσα προηγούνται κι απ’ όσα ακολουθούν. Σ’ αυτή την περίπτωση έχουμε βέβαια ατόφια αναπαραγωγή της μπρεζνιεφικής άποψης. Επειδή ωστόσο η ηγεσία του KKE αποδίδει τώρα, όπως είναι γνωστό, κάποιες δόσεις «οππορτουνισμού» και στο KKΣE, θα μπορούσε να φανταστεί κανείς επίσης ότι ίσως το KKE να ήταν διατεθειμένο στις μέρες μας να μοιράσει με επαναστατική επιείκεια ίσες ευθύνες και για τους δυό, αφού λίγο πολύ, ως το χρονικό σημείο της «ιστορίας» που αφηγήθηκε, περίπου ίσο «ουσιαστικά», οππορτουνισμό τους αποδίδει παρά τις «διαφοροποιήσεις» τους.

Mια τέτοια μάλιστα άποψη προβλήθηκε κι από ορισμένους ευρω-αριστερούς και φιλελεύθερους «αντιφρονούντες» της EΣΣΔ στα χρόνια του Mπρέζνιεφ, αντιπροσωπεύοντας εξάλλου μια διαδεδομένη και τυπικά αστική άποψη.

Οι συνοριακές διαφορές λοιπόν, σύμφωνα με το «Ριζοσπάστη» ήταν η αιτία που «δημοσιοποιήθηκε η διαφοροποίηση» του KK Kίνας από το 20ο συνέδριο.

Τέτοιες διαφορές εκδηλώθηκαν, πράγματι με ένταση, σαν αποτέλεσμα ένοπλων συνοριακών προκλήσεων σε βάρος της Kίνας από τον μπρεζνιεφικό ρεβιζιονισμό το 1968 και επαναλήφθηκαν το 1969. H «δημοσιοποίηση» όμως των διαφορών, η δημόσια δηλ. αντιπαράθεση του KK Kίνας με επικεφαλής το Mάο Tσετούνγκ, στο χρουστσωφικό ρεβιζιονισμό και τη γραμμή του 20ού συνεδρίου ξεκίνησε όχι το ’68 ή το ’69 όπως νομίζει ή θέλει να μας κάνει να πιστέψουμε ο «Ριζοσπάστης», αλλά αμέσως μετά το 22ο συνέδριο του KKΣE τον Oχτώβρη 1961, και συνεχίστηκε έκτοτε με ορμή σε όλη τη δεκαετία του ’60 και κατοπινά.

Oι συνοριακές προκλήσεις εναντίον της Kίνας το 1968, και αντίστοιχα το 1969, έγιναν η μία τη χρονιά που πραγματοποιήθηκε και η άλλη ένα χρόνο αφ’ ότου είχε ήδη πραγματοποιηθεί εξάλλου ένοπλη εισβολή της Σοβ. Ένωσης του Mπρέζνιεφ στην Tσεχοσλοβακία, ενάντια σε ένα κατά τα άλλα «αδελφό σοσιαλιστικό κράτος», στην Eυρώπη, πράγμα που εγκαινίαζε μια νέα φάση επιθετισμού από τη μεριά του μπρεζνιεφικού ρεβιζιονισμού και συνεπώς και μια ανάλογη αντιστοίχιση και του ιδεολογικοπολιτικού αγώνα εναντίον του ρεβιζιονισμού.

Αποτέλεσμα εικόνας για κκε κινα

Γράφοντας για το «διεθνή ρόλο της Κίνας» και ειδικά για το ρόλο του ΚΚ Κίνας με επικεφαλής τον Μάο Τσετούνγκ απέναντι στο 20ό συνέδριο, ο «Ριζοσπάστης» ­όπως είδαμε στο προηγούμενο φύλλο του Λαϊκού Δρόμου­ σημείωνε τα εξής: α) «όσο υπήρχε Σοβ. Ένωση, η εξωτερική πολιτική που ακολουθούσε η Κίνα συντονιζόταν με εκείνη των ΗΠΑ, ενάντια στην ΕΣΣΔ». β) «Η στάση αυτή αρχικά εμφανίστηκε ως κριτική στάση του ΚΚ Κίνας προς την οππορτουνιστική στροφή που πήρε το ΚΚΣΕ στο 20ό συνέδριό του». γ) Αν και «εμφανίστηκε» ως κριτική στάση, με βάση τους συλλογισμούς του «Ριζοσπάστη» δεν ήταν τέτοια. «Στην πραγματικότητα βέβαια, γνωρίζουμε σήμερα (λέει ο «Ριζοσπάστης») πως αρχικά το ΚΚ Κίνας δεν διαφοροποιήθηκε ανοιχτά και ουσιαστικά από τις κατευθύνσεις του 20ού Συνεδρίου». δ) Δεν διαφοροποιήθηκε λοιπόν «ουσιαστικά», αλλά και όταν «δημοσιοποιήθηκε η διαφοροποίησή» του (όταν δηλαδή το ΚΚ Κίνας κατάγγειλε δημόσια και άνοιξε γενική πολεμική στη γραμμή του 20ού συνεδρίου) αυτό, σύμφωνα με τον «Ριζοσπάστη» δεν είχε αιτία τις ιδεολογικές διαφορές αλλά «είχε ως αιτία τις σινορωσικές συνοριακές διαφορές».

Θα επιμείνουμε στο σχολιασμό των παραπάνω σημείων, με τα οποία η ηγεσία του ΚΚΕ και ο «Ριζοσπάστης» επιβεβαιώνουν την εμμονή τους στα όσα άκριτα αναπαρήγαγαν οι ίδιοι τον παλιό καλό καιρό, και θα δούμε στη συνέχεια και τα υπόλοιπα βασικά ζητήματα στα οποία αναφέρονται, θέλοντας να «θυμίσουν», όπως λένε, «ορισμένα γεγονότα από το παρελθόν», όπου κατά τα άλλα επαναλαμβάνουν συμπληρωμένα και φρεσκαρισμένα τα παλιά τροπάρια συκοφάντησης και διαστρέβλωσης της επαναστατικής, μαρξιστικής-λενινιστικής γραμμής του Μάο Τσετούνγκ.

Σημειώσαμε ήδη πως οι «συνοριακές» διενέξεις για τις οποίες κάνει λόγο ο «Ριζοσπάστης» (πιο σωστά οι συνοριακές εδαφικές-σωβινιστικές διεκδικήσεις και προκλήσεις κατά της Κίνας) έγιναν το 1968, την ίδια χρονιά δηλαδή που η Σοβ. Ένωση του Μπρέζνιεφ εισέβαλε στην Τσεχοσλοβακία, και κλιμακώθηκαν το 1969, τον αμέσως επόμενο από την εισβολή χρόνο. Αν και τα γεγονότα αυτά σηματοδοτούν πράγματι το πέρασμα του αγώνα κατά της ρεβιζιονιστικής γραμμής του 20ού συνεδρίου, σε νέα φάση, η ανοιχτή και δημόσια καταγγελία της γραμμής του 20ού συνεδρίου από το ΚΚ Κίνας δεν έγινε στα χρόνια αυτά, ούτε με βάση τα γεγονότα αυτά, όπως παραπλανητικά αφήνει ο «Ριζοσπάστης» να εννοηθεί, αλλά έγινε πολλά χρόνια νωρίτερα, από τις αρχές της δεκαετίας του ’60.

O ιδεολογικοπολιτικός αγώνας του ΚΚ Κίνας εναντίον της γραμμής του 20ού συνεδρίου αναπτύχθηκε, καταπολεμώντας και ξετινάζοντας συστηματικά, με βάση το μαρξισμό-λενινισμό, τις οππορτουνιστικές θέσεις. Όχι μόνον αυτές που θυμάται και μνημονεύει επιλεκτικά ο «Ριζοσπάστης» («θέσεις όπως για “παντοτινή ειρήνη και άμιλλα” με τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στα πλαίσια της “ειρηνικής συνύπαρξης”…»), αλλά όλες ανεξαιρέτως τις οππορτουνιστικές θέσεις και θεωρίες που πρόβαλε ο χρουστσωφικός ρεβιζιονισμός. Η ουσία των θέσεων και θεωριών αυτών, ήταν η αναθεώρηση των βασικών αρχών του μαρξισμού-λενινισμού. Η άρνηση της προλεταριακής επανάστασης και της δικτατορίας του προλεταριάτου, η απόρριψη του δρόμου της Oκτωβριανής Επανάστασης, η άρνηση των λενινιστικών θέσεων για τον ιμπεριαλισμό, για τον πόλεμο και την ειρήνη, η αλλοίωση του προλεταριακού χαρακτήρα του κόμματος, η προσπάθεια επιβολής στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα μιας οππορτουνιστικής «στροφής»… Μιας «στροφής», που αν και το ΚΚΕ και ο «Ριζοσπάστης» την ανακαλύπτουν τώρα, με καθυστέρηση δηλαδή μισού αιώνα και παραπάνω, έχουν την αξίωση να πάρει κάποιος στα σοβαρά, τη λαθρόβια μομφή που διατυπώνουν, σύμφωνα με την οποία το ΚΚ Κίνας και ο Μάο… άργησαν να διαφοροποιηθούν δημόσια από τις θέσεις του 20ού συνεδρίου (!).

O ιδεολογικοπολιτικός αγώνας του ΚΚ Κίνας με επικεφαλής τον Μάο, ξεδιπλώθηκε δημόσια, διάπλατα και γενικευμένα, όταν το ΚΚΣΕ με το 22ο συνέδριό του το 1961, είχε πλέον ολοκληρώσει σ’ ένα γενικό αντεπαναστατικό πρόγραμμα τη ρεβιζιονιστική πλατφόρμα του 20ού συνεδρίου. Με το πρόγραμμα που ψήφισε το 22ο συνέδριο του ΚΚΣΕ, διακηρύχτηκαν οι αντεπαναστατικές θεωρίες της «ειρηνικής συνύπαρξης» (χρουστσωφικού τύπου), της «ειρηνικής άμιλλας», του «ειρηνικού περάσματος», του «παλλαϊκού κράτους», του «κόμματος όλου του λαού» και άλλες.

Oι σημερινές θέσεις του ΚΚΕ, προσπαθούν να απαλλαγούν από τα άχρηστα πλέον βαρίδια, που αποτελούν για τους τωρινούς σκοπούς του ΚΚΕ οι θεωρίες αυτές, και κάνουν σποραδικά κάποια κριτική σ’ αυτές. Τέτοια όμως κριτική που ούτε την ουσία των θεωριών αυτών θίγουν ούτε και δείχνουν να αντιλαμβάνονται καν, το εσωτερικό τους περιεχόμενο. Τέτοια κριτική, σαν να πρόκειται απλώς για κάποιες περιττές λεξούλες («παλλαϊκό κράτος», «παλλαϊκό κόμμα» κ.λπ.) που μπορεί να «αποσυρθούν» και να καταχωνιαστούν, χωρίς να αλλάξει σε τίποτε μια τέτοια απόσυρση την περί «σοσιαλισμού» γενική αντίληψη και γραμμή του ΚΚΕ, μια αντίληψη-πνευματικό τέκνο του 20ού συνεδρίου, που την πήρε έτοιμη από τον Χρουστσώφ η ηγεσία που εγκαθιδρύθηκε στο ΚΚΕ το 1956, και όπως όλα δείχνουν εξακολουθεί να τη διατηρεί ατόφια στην ουσία της και η τωρινή του ηγεσία.

Αν και η γενική δημόσια καταγγελία και πολεμική εναντίον του 20ού συνεδρίου, αναπτύχθηκε από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 και ύστερα, ο αγώνας του ΚΚ Κίνας με επικεφαλής τον Μάο εναντίον του χρουστσωφικού ρεβιζιονισμού, ξεκίνησε στην πραγματικότητα την επαύριο κιόλας του 20ού συνεδρίου, το 1956. Ύστερα από το σημαδιακό αυτό συνέδριο, έμμεσα αλλά με πολλή σαφήνεια, σε άρθρα κομματικών οργάνων, ομιλίες ηγετών κ.λπ., σε συζητήσεις με την ηγεσία του ΚΚΣΕ ή σε πολυμερείς συσκέψεις που είχαν σκοπό την επίλυση των προβλημάτων που αναδύθηκαν από το 20ό συνέδριο, ασκήθηκε έντονη κριτική στις ρεβιζιονιστικές θέσεις και προβλήθηκαν αντίστοιχα οι μαρξιστικές-λενινιστικές θέσεις.

Στο λόγο του (στη δεύτερη ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚ Κίνας) το Νοέμβρη 1956, ο Μάο Τσετούνγκ σημείωνε ήδη με εξαιρετική σαφήνεια: «Η εισήγηση του Χρουστσώφ στο 20ό Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης αναφέρει ότι είναι δυνατόν η κρατική εξουσία να καταληφθεί με τον κοινοβουλευτικό δρόμο, με άλλα λόγια, δεν είναι πια αναγκαίο για όλες τις χώρες να διδάσκονται από την Οκτωβριανή Επανάσταση. Από τη στιγμή που άνοιξε αυτή η πόρτα, ο λενινισμός, γενικά, πετάχτηκε μακριά». (υπογρ. του «Λ.Δ»)

Στον ίδιο λόγο του, ο Μάο, παρατηρούσε επίσης χαρακτηριστικά: «Νομίζω ότι υπάρχουν δύο “σπαθιά”: το ένα είναι ο Λένιν και το άλλο ο Στάλιν. Το σπαθί του Στάλιν πετάχτηκε μακριά τώρα από τους Ρώσους… Πόσο κεφάλαιο διαθέτετε; Μόνο τον Λένιν και τον Στάλιν. Τώρα έχετε εγκαταλείψει τον Στάλιν, και στην πράξη έχετε εγκαταλείψει ακόμα και τον Λένιν, με τον Λένιν χωρίς πόδια ή πιθανόν να έχει μείνει το κεφάλι του μόνο ή με ένα από τα χέρια του κομμένο. Εμείς από τη μεριά μας μένουμε πιστοί στη μελέτη του μαρξισμού-λενινισμού και αντλούμε διδάγματα από την Οκτωβριανή Επανάσταση».

Αυτά δεν είναι το 1968 ή 1969, αλλά το 1956, και δεν είναι «συνοριακές» διαφορές, αλλά διαφορές αρχών… Από εδώ μπορεί ο καθένας να κρίνει πόσο απέχουν από τα πραγματικά γεγονότα, εκείνα, που ο «Ριζοσπάστης» θυμήθηκε να παρουσιάσει στους άτυχους αναγνώστες του σαν «ορισμένα γεγονότα από το παρελθόν».

Η μπρεζνιεφική πολιτική των επεμβάσεων, των ένοπλων εισβολών και των προκλήσεων, δεν εκδηλώθηκε «εν αιθρία». Αποτέλεσε τη «φυσική» εξέλιξη της οππορτουνιστικής πολιτικής που εγκαινίασε το 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ, το 1956. Η πολιτική αυτή, με επικεφαλής αρχικά τον Χρουστσώφ, αφού εδραιώθηκε και βάθυνε σε όλες τις εκφράσεις και πτυχές της, πήρε από μια στιγμή και ύστερα, στον καιρό του Μπρέζνιεφ, τα κραυγαλέα γνωρίσματα με τα οποία εμφανίστηκε στα 1968-’69 (με την εισβολή στην Τσεχοσλοβακία, τις συνοριακές προκλήσεις κατά της Κίνας κ.ά.). Τα γνωρίσματα αυτά, πρόβαλαν έκδηλα, παγιώθηκαν και έγιναν το «σήμα κατατεθέν» της διεθνούς πολιτικής της Σοβ. Ένωσης τα επόμενα χρόνια.

Αποτέλεσμα εικόνας για κκε κινα

Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις του Λένιν («Η χρεωκοπία της Β’ Διεθνούς» – 1915), υπάρχει «στενότατη και αδιάσπαστη σύνδεση του σοσιαλ-σωβινισμού με τον οππορτουνισμό» και «το ιδεολογικοπολιτικό περιεχόμενο και των δύο ρευμάτων είναι ένα και το αυτό». Μήπως νομίζει η ηγεσία του ΚΚΕ και ο «Ριζοσπάστης» ότι μπορούν ανέξοδα κάτι να ψελλίζουν οι ίδιοι περί «οππορτουνιστικής στροφής» του 20ού συνεδρίου και ταυτόχρονα να κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν και να αρνούνται ό,τι αναγκαστικά σημαίνει, συνεπάγεται και συνεπιφέρει αυτή η «οππορτουνιστική στροφή»; O σωβινισμός, και στην προκειμένη περίπτωση ο σωβινισμός μιας μεγάλης δύναμης, όπως ήταν η Σοβ. Ένωση, αποτέλεσε και δεν μπορούσε παρά να αποτελέσει, αναπόσπαστη ιδιότητα και περιεχόμενο της γενικής οππορτουνιστικής γραμμής του 20ού συνεδρίου. Ενάντια σ’ αυτήν τη γραμμή ξεσηκώθηκε από την πρώτη στιγμή ο αγώνας του ΚΚ Κίνας με επικεφαλής τον Μάο Τσετούνγκ.

Η πολιτική που εγκαινίασε το 20ό συνέδριο, βρέθηκε σύντομα, μέσα σε μερικά χρόνια, μπροστά στο φάσμα της χρεωκοπίας της, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο διεθνές πεδίο, πράγμα που οδήγησε στην πτώση του Χρουστσώφ το 1964. Η πτώση όμως αυτή δεν σήμαινε και αλλαγή της ρεβιζιονιστικής πολιτικής. Με την απομάκρυνση του Χρουστσώφ, και την προώθηση του Μπρέζνιεφ, η ρεβιζιονιστική ομάδα που αναρριχήθηκε με τις σημαίες του 20ού συνεδρίου στην κομματική και κρατική εξουσία, ήθελε να ξεφύγει από τη δύσκολη θέση στην οποία είχε περιέλθει και να δώσει την εντύπωση μιας «αλλαγής». Με την ανάληψη της ηγεσίας από τον Μπρέζνιεφ, στην πολιτική της Σοβ. Ένωσης επήλθε πράγματι μια βαθμιαία μεταβολή, αλλά αυτή η μεταβολή δεν σήμαινε εγκατάλειψη του ρεβιζιονισμού, αντίθετα σήμαινε βάθεμα και παραπέρα ανάπτυξη του ρεβιζιονισμού. O Μπρέζνιεφ αποδείχτηκε λιγότερο φαφλατάς από τον Χρουστσώφ και πιο ικανός στην ψευτοεπαναστατική δημαγωγία, αλλά η αληθινή πολιτική του ­πολιτική όχι επιστροφής στις επαναστατικές αρχές του μαρξισμού-λενινισμού, αλλά ακόμα μεγαλύτερης απομάκρυνσης από αυτές­ έφερε την οικονομία της Σοβ. Ένωσης στο αστικό τέλμα και τη χρεωκοπία, τη σοβιετική κοινωνία σε κρίση, αδιέξοδο και αποπνικτικό λήθαργο, και τη σοβιετική διεθνή πολιτική στον αναπόφευκτο εκφυλισμό και την πλήρη μετατροπή στο αντίθετό της, οδηγώντας τη Σοβ. Ένωση σ’ ένα δρόμο, που γνωρίζουμε ήδη ποιο υπήρξε το οικτρό και οδυνηρό τέρμα του.

Στον καιρό της μπρεζνιεφικής ηγεσίας, στο εσωτερικό εδραιώθηκε ακόμα περισσότερο η κυριαρχία του αστοποιημένου «ανώτερου στρώματος» της κομματικής και κρατικής γραφειοκρατίας και όλων των κλικών των προνομιούχων, που εξέθρεψε η γραμμή του 20ού συνεδρίου, με δύο λόγια εδραιώθηκε η εξουσία της νέας αστικής τάξης που δημιούργησε η πολιτική της εγκατάλειψης των σοσιαλιστικών αρχών οικοδόμησης της σοβιετικής κοινωνίας. Ενάντια σε μια τέτοια αντεπαναστατική εξέλιξη που δρομολόγησε η γραμμή του 20ού συνεδρίου, υψώθηκε ο ιστορικός αγώνας του ΚΚ Κίνας με επικεφαλής τον Μάο, καταπολεμώντας την ιδεολογικοπολιτική γραμμή που πρόβαλλε ο Χρουστσώφ και στη συνέχεια ο Μπρέζνιεφ, μια ρεβιζιονιστική γραμμή ενός κόμματος με πολύ μεγάλη επιρροή, που είχε εξάλλου υποστηρικτές και στηρίγματα μέσα στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Κι ανάμεσα σ’ αυτά τα στηρίγματα, τη γραμμή της τότε ηγεσίας του ΚΚΕ, που όπως πιστοποιούν τα γεγονότα παραμένει, αν και με ψαλλιδισμένες τις άκρες της, βασική γραμμή και της τωρινής του ηγεσίας.

«Η υπεράσπιση και στερέωση της προνομιακής θέσης των μικροαστών ή της αριστοκρατίας (και της γραφειοκρατίας) της εργατικής τάξης σαν “στρώματος ανώτερου” – ­αυτή είναι … η οικονομική βάση του σοσιαλιμπεριαλισμού των ημερών μας», σημείωνε ο Λένιν, μιλώντας για τους αποστάτες της δεύτερης Διεθνούς. («Η χρεωκοπία της Β’ Διεθνούς»). Στο ίδιο έργο του, τόνιζε επίσης πως: «Το γερμανικό κόμμα ­- το κόμμα της Β’ Διεθνούς με τη μεγαλύτερη επιρροή, πέρασε με το μέρος του γενικού επιτελείου της αστικής τάξης. Το γεγονός έχει κοσμοϊστορική σημασία».

Αν και οι αποστάτες και προδότες του μαρξισμού για τους οποίους μιλούσε ο Λένιν, δεν κατείχαν οι ίδιοι την εξουσία, η κοσμοϊστορική σημασία των οππορτουνιστικών πεπραγμένων του δικού τους κόμματος, μας δείχνει το μέγεθος και τη σημασία της αποστασίας των ηγετών ενός τέτοιου κόμματος, όπως το ΚΚΣΕ, που είχε παγκόσμιο κύρος και επιρροή και κατείχε την εξουσία στη Σοβ. Ένωση, στο πρώτο σοσιαλιστικό κράτος που γεννήθηκε στον κόσμο.

Όσα ίσχυαν για τους οππορτουνιστές της Β’ Διεθνούς, ισχύουν εξίσου, αν όχι σε ασύγκριτα μεγαλύτερο βαθμό, και γι’ αυτούς, που η αποστασία και προδοσία τους προς το μαρξισμό-λενινισμό, οδήγησε τελικά στην πλήρη καταστροφή το πρώτο στον κόσμο σοσιαλιστικό κράτος.

Η ηγεσία του ΚΚΕ, αν και κάνει λόγο για «οππορτουνιστική στροφή» του 20ού συνεδρίου, επιμένει ταυτόχρονα να μιλάει για … «σοσιαλιστική οικοδόμηση» που τάχα συνεχίζονταν (παρά την «οππορτουνιστική στροφή»!) στη Σοβ. Ένωση του Χρουστσώφ και του Μπρέζνιεφ (!) και ­προς δόξα του οππορτουρνιστικού παραλογισμού­ και ως τις μέρες του Γκορμπατσόφ ακόμα!

Η ηγεσία του ΚΚΕ αποστρέφεται τα πραγματικά γεγονότα, και δεν θέλει να διδαχτεί από αυτά. Στις θέσεις του 18ου συνεδρίου του ΚΚΕ, διαβάζουμε πως: «Oι εξελίξεις δεν δικαιώνουν τη συνολική στάση του “μαοϊκού” ρεύματος απέναντι στη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην ΕΣΣΔ, το χαρακτηρισμό της ΕΣΣΔ ως σοσιαλιμπεριαλιστικής, την προσέγγιση με τις ΗΠΑ, αλλά και την ασυνέπεια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην Κίνα (π.χ. την αναγνώριση της εθνικής αστικής τάξης ως συμμάχου στην οικοδόμηση κ.λπ.).

Αν και οι θέσεις αυτές προβάλλονται σαν χαμηλόφωνα μουρμουρητά και με δύσπνοια, η ουσία εδώ είναι ότι όχι μόνο αποδοκιμάζεται η «συνολική στάση του “μαοϊκού” ρεύματος», αλλά και συνοδεύεται η απόρριψη της γραμμής του «ρεύματος» αυτού, με κριτική εναντίον του Μάο «από τα αριστερά»(!) Η αναζήτηση κάποιου «άλλοθι», είναι συνηθισμένο καταφύγιο για τους συνεργούς, που ψάχνουν απελπισμένα να βρουν διέξοδο απαλλαγής από τα αδικήματα που διαπράχθηκαν εν γνώσει και με την κάλυψή τους. Η ηγεσία του ΚΚΕ, που δεν ξέρει πού πατάει και πού βρίσκεται, νομίζει πως βρήκε τέτοιο άλλοθι και πως θα συγκαλύψει το δικό της ρόλο, «αποκαλύπτοντας» το υποτιθέμενο δεξιό περιεχόμενο της πολιτικής του Μάο, με τα …πειστήρια που επικαλείται, (την «ασυνέπεια» του Μάο στη σοσιαλιστική οικοδόμηση, την εθνική αστική τάξη κ.λπ.). Θα αναφερθούμε και σ’ αυτά, αλλά ας σταθούμε προηγούμενα στα όσα αφορούν την εξέλιξη της ρεβιζιονιστικής πολιτικής του 20ού συνεδρίου του ΚΚΣΕ και τις αντίστοιχες θέσεις και «χαρακτηρισμούς» του ΚΚ Κίνας και του Μάο απέναντι στην πολιτική αυτή.

Για το «χαρακτηρισμό της ΕΣΣΔ ως σοσιαλιμπεριαλιστικής» εγείρουν ενστάσεις οι θέσεις του 18ου συνεδρίου του ΚΚΕ, ενώ πιο διεξοδικά είναι αυτά που «θυμάται» ο «Ριζοσπάστης» κριτικάροντας το «ρόλο» του ΚΚ Κίνας και του Μάο. Επαναλαμβάνουμε αυτά που γράφει ο «Ριζοσπάστης»: «… το ΚΚ Κίνας δεν περιορίστηκε στην κριτική οππορτουνιστικών θέσεων μετά το 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ, αλλά επέλεξε στρατηγική που στην πράξη οδήγησε σε πολλές περιπτώσεις σε εχθρική στάση απέναντι στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και την ΕΣΣΔ καθώς και σε συντονισμό με τις ΗΠΑ, σε βάρος των συμφερόντων του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος. Το ΚΚ Κίνας στηρίχτηκε στην εκτίμηση περί “τριών κόσμων”, όπου ο “πρώτος κόσμος” αποτελούνταν από τις “υπερδυνάμεις” (μάλιστα η ΕΣΣΔ χαρακτηριζόταν ως “σοσιαλιμπεριαλιστική δύναμη“), ο “δεύτερος κόσμος” από τους πλούσιους συμμάχους των υπερδυνάμεων και ο “τρίτος κόσμος” από τις αναπτυσσόμενες χώρες, μεταξύ των οποίων και η Κίνα».

O θέσεις του ΚΚΕ αρνούνται το «χαρακτηρισμό της ΕΣΣΔ ως σοσιαλιμπεριαλιστικής». Υποθέτουμε βέβαια πως το λενινιστικό σχήμα που συνοψίζει ορισμένα γνωρίσματα της οππορτουνιστικής πολιτικής στον όρο «σοσιαλιμπεριαλισμός» δεν το αρνούνται.

Το 18ο συνέδριο του ΚΚΕ δεν έχει πρόβλημα να κάνει τη «γενική» διαπίστωση πως «η υιοθέτηση αναθεωρητικών και οππορτουνιστικών αντιλήψεων από την ηγεσία του ΚΚΣΕ και άλλων ΚΚ εξουσίας τελικά μετέτρεψε αυτά τα κόμματα σε φορείς που ηγήθηκαν της αντεπανάστασης στη δεκαετία του 1980».

Το ΚΚΣΕ, που «οι αναθεωρητικές και οππορτουνιστικές αντιλήψεις της ηγεσίας του» τελικά το μετέτρεψαν, όπως λέει το ΚΚΕ, σε κόμμα-φορέα που ηγήθηκε της αντεπανάστασης, σε ποιο πνεύμα κατηύθυνε την πολιτική του δράση την προηγούμενη περίοδο, στο προλεταριακό διεθνιστικό ή στο αστικό-σωβινιστικό πνεύμα; Εφάρμοζε σοσιαλιστική πολιτική ή πολιτική στα λόγια σοσιαλιστική και στην πράξη αντισοσιαλιστική; Σίγουρο είναι πως μπορεί να αυτοαποκαλείται κάποιος διεθνιστής και να κηρύσσει την ίδια ώρα τον πιο αποκρουστικό ιμπεριαλιστικό σωβινισμό.

«Όπως έναν άνθρωπο, έτσι κι ένα κόμμα πρέπει να το κρίνουμε… εννοείται… όχι από τις διακηρύξεις του, αλλά από τις ενέργειές του, όχι από αυτό που ισχυρίζεται πως είναι, αλλά από αυτά που κάνει και από αυτό που είναι πραγματικά…», παρατηρούσε ο Φρ. Ένγκελς, γράφοντας για την «Επανάσταση και αντεπανάσταση στη Γερμανία».

Στο έργο του «O ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», ο Λένιν σχολίαζε με τα παρακάτω λόγια την πολιτική των ηγετών του μεγαλύτερου τότε κόμματος της Β’ Διεθνούς:

«… οι ηγέτες του σημερινού “σοσιαλδημοκρατικού” κόμματος της Γερμανίας πήραν πολύ δίκαια τον τίτλο “σοσιαλιμπεριαλιστές”, δηλαδή σοσιαλιστές στα λόγια και ιμπεριαλιστές στην πράξη».

Τα λόγια αυτά ταιριάζουν απόλυτα και για την πολιτική του ΚΚΣΕ, όπως θα δούμε στη συνέχεια.

Σχετική εικόνα

Είδαμε πώς οι θέσεις του 18ου συνεδρίου του ΚΚΕ, κριτικάροντας το «μαοϊκό ρεύμα», διατυπώνουν την αντίθεσή τους στο «χαρακτηρισμό» της πολιτικής της Σοβ. Ένωσης (του Μπρέζνιεφ) «ως σοσιαλιμπεριαλιστικής», ενώ ο «Ριζοσπάστης» μεγαλώνει τη δοσολογία της κριτικής αυτής και αποσαφηνίζει παραπέρα τα νοήματά της. Αποδοκιμάζει τη «στρατηγική» επιλογή του ΚΚ Κίνας και του Μάο, που οδηγούσε σε «εχθρική» στάση απέναντι στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα σε «συντονισμό» με τις ΗΠΑ, και κριτικάρει την κατάταξη της ΕΣΣΔ στις «υπερδυνάμεις» καθώς και το ότι «χαρακτηριζόταν» ως «σοσιαλιμπεριαλιστική δύναμη».

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα που υποδηλώνονται στο «Ριζοσπάστη», το ΚΚ Κίνας και ο Μάο δεν θα έπρεπε να είχαν κάνει αυτά που υποτίθεται οτι έκαναν και για τα οποία τους απευθύνει μομφές, αντίθετα θα έπρεπε να είχαν περιορίσει την όποια ιδεολογικοπολιτική «διαφοροποίησή» τους. Σε κάποια πλαίσια ίσως, όπως αυτά για παράδειγμα, στα οποία «περιορίζουν» τη δική τους κριτική στην «οππορτουνιστική στροφή» του 20ού συνεδρίου, το ΚΚΕ και ο «Ριζοσπάστης» μισό αιώνα κατοπινά!

Σύμφωνα με το «Ριζοσπάστη» το ΚΚ Κίνας «δεν περιορίστηκε στην κριτική οππορτουνιστικών θέσεων μετά το 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ, αλλά επέλεξε στρατηγική που στην πράξη οδηγούσε σε πολλές περιπτώσεις σε εχθρική στάση απέναντι στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και την ΕΣΣΔ καθώς και σε συντονισμό με τις ΗΠΑ σε βάρος των συμφερόντων του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος».

Το ΚΚΕ και ο «Ριζοσπάστης» είναι δέσμιοι του οππορτουνισμού και σήμερα όπως και στο παρελθόν. Αρνούνται να διδαχτούν, να καταλάβουν και πολύ περισσότερο να «χαρακτηρίσουν» με το όνομά της την αντισοσιαλιστική πολιτική που σήμανε η «οππορτουνιστική στροφή» του 20ού συνεδρίου. Νομίζοντας πως μπορούν να προσπεράσουν και να θάψουν την αλήθεια και να βγουν αλώβητοι απ’ τη σύγχυση μέσα στην οποία οι ίδιοι βολοδέρνουν, επαναλαμβάνουν τον εαυτό τους. Καταφεύγουν σε επινοήσεις αντιπερισπασμού και εξοργιστικής παραπλάνησης, κάνουν δηλητηριώδεις υπαινιγμούς για την εθνική και διεθνή πολιτική της Κίνας του Μάο, και παίζουν κρυφτούλι με το τι καταλαβαίνει ή δεν καταλαβαίνει ο κάθε καλοπροαίρετος αγωνιστής της επιρροής τους, για τους «χαρακτηρισμούς» που έκαναν το ΚΚ Κίνας και ο Μάο, που τους αποκηρύσσει το ΚΚΕ αλλά που τους έχει ανέκκλητα επικυρώσει η ιστορία, που μίλησε!

«Δεν περιορίστηκε» λοιπόν, το ΚΚ Κίνας στην «κριτική οππορτουνιστικών θέσεων μετά το 20ό συνέδριο», ενώ αν είχε περιοριστεί, αν δηλ. σώπαινε και συγκάλυπτε με δουλοπρέπεια το πραγματικό περιεχόμενο των διαφορών και συνέχιζε τις συζητήσεις στα μουλωχτά έως ότου να φτάσουν τα πράγματα να μην αφήσει η ρεβιζιονιστική αντεπανάσταση λίθον επί λίθου, τότε θα ήταν καλύτερα τα πράγματα, μοιάζει να μας λέει ο «Ριζοσπάστης».

Άλλα όμως μας λέει ο Λένιν:

«Γι’ αυτό, ανάμεσα στ’ άλλα, πρέπει να απορριφτούν αμέσως σαν σοφιστίες όλα όσα γράφονται ότι δεν συζητήθηκε αρκετά η διαφορά ανάμεσα στην εθνική και τη διεθνή τακτική κ.λπ. κ.λπ.

Τα σοσιαλιστικά κόμματα δεν είναι λέσχες συζητήσεων, αλλά οργανώσεις του μαχόμενου προλεταριάτου, και όταν μια σειρά τάγματα περνούν με το μέρος του εχθρού πρέπει να τα κατονομάσουμε και να τα στιγματίσουμε σαν προδοτικά, χωρίς να αφήνουμε να μας «πιάσουν» με υποκριτικούς λόγους για το ότι «δεν» καταλαβαίνουν «όλοι το ίδιο» τον ιμπεριαλισμό, ότι να, ο σωβινιστής Κάουτσκι κι ο σωβινιστής Κούνοφ είναι σε θέση να γράψουν τόμους γι’ αυτό το ζήτημα, ότι το ζήτημα «δεν συζητήθηκε αρκετά» κ.λπ. κ.λπ. (Λένιν – «Η χρεωκοπία της Β’ Διεθνούς – 1915).

Και γιατί θα έπρεπε να «περιοριστεί» οποιοσδήποτε, αν τα προβλήματα που είχαν τεθεί ήταν θεμελιώδη προβλήματα αρχών, από την αντιμετώπιση και την έκβαση των οποίων μπορούσε να κριθεί η τύχη του σοσιαλισμού, το ποιος ποιον, ο σοσιαλισμός ή ο καπιταλισμός, στη Σοβιετική Ένωση είτε στην Κίνα;

Το ΚΚΕ μιλάει για την «οππορτουνιστική στροφή» του 20ού συνεδρίου και περιγράφει έστω επιδερμικά, μια διαρκή εμβάθυνση των «οππορτουνιστικών» θέσεων στη δεκαετία του ’60 και του ’70.

Το 18ο συνέδριο του ΚΚΕ αναφέρεται στην «οππορτουνιστική διάβρωση και τον αντεπαναστατικό εκφυλισμό», που «εκφράστηκε με την πολιτική της περεστρόικα και διεκδίκησε τη θεσμική κατοχύρωση των καπιταλιστικών σχέσεων».

Και για να μη γίνει παρεξήγηση:

«Αυτό επιτεύχθηκε μετά την περεστρόικα, με την ανατροπή», σπεύδουν να διευκρινίσουν οι θέσεις του ΚΚΕ(!)

Λες και όλο το πρόβλημα βρίσκονταν στη «θεσμική» κατοχύρωση των καπιταλιστικών σχέσεων, ενώ αν δεν υπήρχε τέτοια «θεσμική» κατοχύρωση, όλα θα ήταν εντάξει, ο «σοσιαλισμός» ακέραιος και η «σοσιαλιστική οικοδόμηση» απρόσβλητη στα μάτια της ηγεσίας του ΚΚΕ, που προσπαθεί μάταια να διασώσει τη γραμμή και την αντίληψη περί «σοσιαλισμού» με την οποία επί δεκαετίες γαλουχήθηκε, ανάγοντας δηλ. το «σοσιαλισμό» σε φορμαλιστικές τελετουργίες, εστιάζοντας αποκλειστικά στα τυπικά εξωτερικά γνωρίσματα, στη μορφή, και αδιαφορώντας για το πραγματικό περιεχόμενο. Μια αντίληψη που δεν έχει καμιά σχέση με το μαρξισμό – λενινισμό, αλλά τον παραμορφώνει και τον διαστρεβλώνει.

Προηγούμενα, πριν δηλ. τη «θεσμική» κατοχύρωση, πράγματι δεν υπήρχε νομικά κατοχυρωμένη ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, και σ’ αυτό το γεγονός έμαθαν να νομίζουν ή κάνουν πως νομίζουν ότι βρίσκεται όλη η ουσία του προβλήματος. Αλλά αν και δεν είχε παραχωρηθεί το ονομαστικό δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, ουσιαστικά τα μέσα αυτά τα κατείχε και τα διαχειρίζονταν το αστοποιημένο «ανώτερο στρώμα» της κομματικής και κρατικής γραφειοκρατίας και όλων των κλικών των προνομιούχων και των «διαβρωμένων και εκφυλισμένων» παλιών και νέων αστικών στοιχείων που εξέθρεψε, υπερπολλαπλασίασε και έκανε κυρίαρχα η «οππορτουνιστική στροφή» του 20ού συνεδρίου. Αυτά ήταν το στήριγμα της ρεβιζιονιστικής εξουσίας, και στον καιρό του Μπρέζνιεφ το προπύργιο της νέας αστικής τάξης, του «σκιώδους κεφαλαίου» και της μαφιόζικου τύπου παρα-οικονομίας των κατοπινών «ολιγαρχών» που τότε ετοίμαζαν το επόμενο βήμα…

Για ποιο είδος «σοσιαλισμού» και για ποια «σοσιαλιστική οικοδόμηση» μπορεί να γίνεται λόγος, ύστερα από την «οππορτουνιστική στροφή», την αναρρίχηση και την εδραίωση, δηλαδή, του ρεβιζιονισμού, των Χρουστσώφ – Μπρέζνιεφ και σία, στην εξουσία;

Ξεκάθαρες στο νόημά τους είναι παρακάτω, σχετικές παρατηρήσεις του Στάλιν:

«Τα κολχόζ είναι σοσιαλιστική μορφή οικονομικής οργάνωσης, το ίδιο όπως το Σοβιέτ είναι σοσιαλιστική μορφή πολιτικής οργάνωσης. Τόσο τα κολχόζ όσο και τα σοβιέτ, είναι από τις μεγαλύτερες καταχτήσεις της επανάστασής μας, από τις μεγαλύτερες καταχτήσεις της εργατικής τάξης. Τα κολχόζ όμως και τα σοβιέτ αποτελούν μονάχα μορφή οργάνωσης, βέβαια σοσιαλιστική, πάντως όμως μορφή οργάνωσης. Το παν εξαρτάται απ’ το τι περιεχόμενο θα δοθεί σ’ αυτήν τη μορφή. Ξέρουμε περιπτώσεις, που τα σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών αντιπροσώπων υποστήριζαν, για μια ορισμένη περίοδο, την αντεπανάσταση ενάντια στην επανάσταση. Έτσι είχε γίνει στη χώρα μας στην ΕΣΣΔ, λόγου χάρη τον Ιούλη του 1917, όταν τα σοβιέτ τα καθοδηγούσαν οι μενσεβίκοι και οι εσέροι κι όταν τα σοβιέτ κάλυπταν την αντεπανάσταση ενάντια στην επανάσταση… Συνεπώς, δεν πρόκειται μόνο για τα σοβιέτ, σα μορφή οργάνωσης…

Πρόκειται, πριν απ’ όλα, για το περιεχόμενο της δουλειάς των σοβιέτ, πρόκειται για το χαρακτήρα της δουλειάς των σοβιέτ, πρόκειται για το ποιος συγκεκριμένα διευθύνει τα σοβιέτ: οι επαναστάτες ή οι αντεπαναστάτες…». (Στάλιν – «Για τη δουλειά στο χωριό», Γενάρης 1933).

Ποιοι διηύθυναν τα σοβιέτ κι όλη τη Σοβιετική Ένωση, ύστερα από την «οππορτουνιστική στροφή που πήρε το ΚΚΣΕ στο 20ό συνέδριό του» κι ύστερα απ’ τη διαρκή εμβάθυνση των «οππορτουνιστικών θέσεων» του 20ού συνεδρίου, κάτω απ’ τη ρεβιζιονιστική ηγεσία του Χρουστσώφ και του Μπρέζνιεφ: οι επαναστάτες ή οι αντεπαναστάτες;

Σύμφωνα με το 18ο συνέδριο του ΚΚΕ, η… «σοσιαλιστική οικοδόμηση»… δεν αναιρείται από το γεγονός «ότι από μια περίοδο και μετά, σταδιακά, το κόμμα έχασε τα επαναστατικά χαρακτηριστικά του κι έτσι έγινε δυνατό να κυριαρχήσουν οι αντεπαναστατικές δυνάμεις στο κόμμα και στην εξουσία στη δεκαετία, του 1980. Χαρακτηρίζουμε τις εξελίξεις του 1989 – 1991 ως νίκη της αντεπανάστασης, ως ανατροπή της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, ως κοινωνική οπισθοδρόμηση…».

Η διάτρητη θεωρία της ηγεσίας του ΚΚΕ, σύμφωνα με την οποία από τότε που γεννήθηκε το σοβιετικό κράτος ως τις μέρες της περεστρόικα κι ως την πλήρη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, υπήρχε αδιάλειπτα εκεί, «σοσιαλισμός» και «σοσιαλιστική οικοδόμηση», αποτελεί εξωραϊσμό του ρεβιζιονιστικού ψευδοκομμουνισμού των Χρουστσώφ – Μπρέζνιεφ αλλά και του Γκορμπατσόφ, παρά τις κατάρες και τους ξορκισμούς που επιφυλάσσουν για τον τελευταίο. Η ηγεσία του ΚΚΕ παρουσιάζεται ως υπερασπιστής της ιστορικής κληρονομιάς του σοσιαλισμού, αλλά στην πραγματικότητα θεωρώντας σαν «σοσιαλισμό» τα εκφυλισμένα ρεβιζιονιστικά καθεστώτα που δημιούργησε η εγκατάλειψη των επαναστατικών αρχών ύστερα απ’ το 20ό συνέδριο, δυσφημεί έτσι τον πραγματικό σοσιαλισμό. Μην κάνοντας διάκριση ανάμεσα στη μεγάλη επαναστατική περίοδο των Λένιν – Στάλιν και την περίοδο των Χρουστσώφ – Μπρέζνιεφ και των επιγόνων τους, ανάμεσα στην περίοδο οικοδόμησης και στην περίοδο κατεδάφισης του σοσιαλισμού, ανάμεσα στο μαρξισμό – λενινισμό και το ρεβιζιονισμό, υποβιβάζει το μαρξισμό – λενινισμό στο επίπεδο των αρνητών του και καλλιεργεί και αναπαράγει έτσι τη σύγχυση και τον ιδεολογικό αποπροσανατολισμό.

Oι θέσεις του ΚΚΕ με υπεκφυγές, αοριστολογίες και μισόλογα προσπαθούν να ικανοποιήσουν πολλά γούστα. Αλλά για το ΚΚ Κίνας του Μάο Τσετούνγκ, δεν έχουν παρά μόνο επαναλήψεις τροπαρίων από κασέτες της μπρεζνιεφικής πολεμικής βιομηχανίας προπαγάνδας.

Με μια τέτοια αντίληψη περί «σοσιαλισμού», που αυτοαναιρείται και αγκομαχάει πίσω από καταπιεσμένες λέξεις, η ηγεσία του ΚΚΕ αποδεικνύει την πλήρη ανημπόρια της να βγάλει πραγματικά συμπεράσματα και να αντλήσει από την πραγματική πείρα της πάλης ενάντια στο ρεβιζιονιστικό ψευδοκομμουνισμό και την καπιταλιστική παλινόρθωση, που ο Μάο υπήρξε ο αδιαμφισβήτητος ιστορικός πρωταγωνιστής της. Δεν «περιορίστηκε» (όπως θα εύχονταν η ηγεσία του ΚΚΕ και ο «Ριζοσπάστης» να έχει κάνει) ούτε σώπασε με δουλοπρέπεια, μα τα δικά του συμπεράσματα (που προσπαθεί η ηγεσία του ΚΚΕ να εμποδίσει εκ των προτέρων τους αγωνιστές να τα γνωρίσουν, επαναλαμβάνοντας τους συκοφαντικούς της ισχυρισμούς για το «συντονισμό» με τις ΗΠΑ και την «εχθρική» στάση του Μάο απέναντι στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα) είναι που ηχούν και σήμερα με δύναμη, όχι σαν ξεστόμισμα απερίσκεπτων και αβάσιμων προφητειών, αλλά σαν ζωντανό και αληθινό επαναστατικό, μαρξιστικό – λενινιστικό κάλεσμα αγώνα.

«Στο 22ο συνέδριο του ΚΚΣΕ, ο Χρουστσώφ διακήρυξε την είσοδο της Σοβιετικής Ένωσης στη φάση της αναπτυγμένης οικοδόμησης της κομμουνιστικής κοινωνίας και πρόσθεσε «…Θα οικοδομήσουμε την κομμουνιστική κοινωνία βασικά σε 20 χρόνια»(!) Αυτό είναι καθαρή απάτη.

Πώς μπορεί να γίνεται λόγος για την οικοδόμηση του κομμουνισμού όταν η ρεβιζιονιστική κλίκα του Χρουστσώφ, οδηγεί τη Σοβιετική Ένωση στο δρόμο της επιστροφής στον καπιταλισμό και ο σοβιετικός λαός αντιμετωπίζει το μεγάλο κίνδυνο να χάσει τις σοσιαλιστικές του κατακτήσεις; Στις συνθήκες αυτές, μπροστά στο σοβιετικό λαό δεν τίθεται το ζήτημα πώς θα οικοδομήσει τον κομμουνισμό, αλλά πώς θα καταπολεμήσει και θα ανατρέψει τις απόπειρες παλινόρθωσης του καπιταλισμού από τον Χρουστσώφ» («O Χρουστσωφικός ψευδοκομμουνισμός και τα ιστορικά διδάγματα που δίνει στον κόσμο», 13 Ιουλίου 1964).

Το κάλεσμα του Μάο για την καταπολέμηση του ρεβιζιονισμού και για την αποτροπή της καπιταλιστικής παλινόρθωσης, (που το ΚΚΕ και ο «Ριζοσπάστης» κάνουν τόσο φιλότιμες προσπάθειες να το παρουσιάσουν σαν έκφραση του κινέζικου εθνικισμού εναντίον της ΕΣΣΔ) απευθύνονταν εξίσου και στο εσωτερικό της ίδιας της Κίνας! Προειδοποιώντας (το Μάιο 1963) τον κινέζικο λαό και όλους τους επαναστάτες με βάση και τις εμπειρίες του 20ού συνεδρίου πως σε μια παρόμοια περίπτωση στην Κίνα:

… «Τότε σε λίγο καιρό, ίσως σε μερικά χρόνια ή σε μια δεκαετία και το πολύ – πολύ σε μερικές δεκαετίες, μια αντεπαναστατική παλινόρθωση θα γίνει αναπόφευκτη σε πανεθνική κλίμακα, το μαρξιστικό – λενινιστικό κόμμα θα μεταβληθεί σε ένα ρεβιζιονιστικό κόμμα ή σε ένα φασιστικό κόμμα και ολόκληρη η Κίνα θα αλλάξει χρώμα».

Το ΚΚΕ και ο «Ριζοσπάστης» που φρονούν πως έπρεπε να «περιοριστεί» η κριτική σε (κάποιες) «οππορτουνιστικές θέσεις» μετά το 20ό συνέδριο, ίσως πάλι, θα ήθελαν να είχε γίνει κάτι σαν αυτό, που κάνει σήμερα λόγου χάριν το ΚΚΕ ­η ηγεσία του για να ακριβολογούμε­ κριτικάροντας από τις στήλες του «Ριζοσπάστη» με βάση τις θέσεις του 18ου συνεδρίου τους, το ομόηχο και ομότιτλο αλλά ιδεολογικοπολιτικά ριζικά διαφορετικό πλέον κόμμα της Κίνας, το ΚΚ Κίνας, όπως αυτό μετασχηματίστηκε και εξελίχθηκε ύστερα από την αναρρίχηση στην κομματική ηγεσία του και την κρατική εξουσία, της ρεβιζιονιστικής ομάδας με επικεφαλής τον («Κινέζο Χρουστσώφ») Τενγκ Χσιάο Πινγκ. Αλλά πριν εξετάσουμε την εξωφρενική πολιτική του ΚΚΕ και το τι σημαίνει η διατήρηση των κομματικών σχέσεών του με το σημερινό ΚΚ Κίνας, του οποίου την πολιτική όπως θα δούμε παρακάτω, πιο αναλυτικά, θεωρούν ούτε λίγο – ούτε πολύ «ιμπεριαλιστική»(!) θα επιμείνουμε να δειχτεί τι πιστοποιούν τα ετεροχρονισμένα ιδιότυπα πορίσματα που έμμεσα υποβάλλουν από τις στήλες του «Ριζοσπάστη» για το τι θα έπρεπε να είχε κάνει το ΚΚ Κίνας με επικεφαλής το Μάο Τσετούνγκ απέναντι στην πολιτική του Χρουστσώφ και του Μπρέζνιεφ, και συνεπώς ποια θα όφειλε να είναι γενικά τον καιρό εκείνο η επαναστατική πολιτική, όπως τουλάχιστον αντιλαμβάνεται το νόημα μιας τέτοιας πολιτικής η τωρινή ηγεσία του ΚΚΕ.

Γιατί βέβαια για την πολιτική της τότε ηγεσίας του ΚΚΕ δεν χρειάζεται να κάνουμε εδώ πολύ λόγο. Ήταν το «φυσικό» προϊόν μιας προσαρμογής, που αντιστοίχιζε και μετέφραζε στο πνεύμα της «οππορτουνιστικής στροφής» του 20ού συνεδρίου και της κακόφημης «6ης Oλομέλειας» του 1956, την πολιτική του ΚΚΕ πάνω στο ελληνικό κίνημα. Μια πολιτική που ακολουθούσε τυφλά στο διεθνή στίβο, τη γραμμή εκείνων στους οποίους χρωστούσε την «επικράτησή» της, κάνοντας και κάποιες «άκριτες επιλογές», όπως αναγκάζονται να ομολογούν οι ίδιοι οι επίγονοι αυτής της πολιτικής σήμερα. Αποφεύγοντας πάντως να προσδιορίσουν καθαρά, ποιες ακριβώς ήταν οι «άκριτες επιλογές», πλην κάποιων κραυγαλέων περιπτώσεων, όπως π.χ. του Αφγανιστάν, όπου στήριξαν τη «διεθνιστική» στρατιωτική εισβολή της ΕΣΣΔ, μετά αυτομαστιγώθηκαν επί Γκορμπατσόφ και την καταδίκασαν σαν λάθος, και μετά τον Γκορμπατσόφ και την πλήρη διάλυση, την ξαναϋποστήριξαν με επαναστατική πάντα… προσήλωση στις αρχές, κάνοντας κριτική στην αυτοκριτική τους…

Όσο για την τωρινή τους γενική ιδεολογικοπολιτική γραμμή, όπως επαναπροσδιορίστηκε στο προ διετίας συνέδριό τους, οι ίδιοι τη θεωρούν και την προβάλλουν σαν πολύ επαναστατική. Άρα μια τέτοια «επαναστατική» πολιτική θα εφάρμοζαν και μια τέτοια πολιτική θα ήθελαν να είχε εφαρμοστεί στο παρελθόν, μετά το 20ό συνέδριο. Μόνο που μια τέτοια πολιτική δεν διαφοροποιείται σε τίποτε στα πιο ουσιώδη γνωρίσματα και συστατικά της από την πολιτική που σφραγίστηκε με τα προγονικά της αμαρτήματα. Αν υπάρχει κάποια διαφορά είναι στο ότι η τωρινή έχει περισσότερο «σταλινισμό» στην επιφάνεια και πολύ περισσότερο τροτσκισμό στο μεδούλι, πράγμα που απολύτως τίποτε κατά συνέπεια δεν αλλάζει, δίνοντας απλώς διαφορετική μορφή στο ίδιο οππορτουνιστικό περιεχόμενο. Επειδή είναι ολόιδια στην ουσία της, γι’ αυτό «θα έπρεπε» κατά τη συνέπεια της δικής τους λογικής να κριθεί όχι σαν ίδια, αλλά σαν τρισχειρότερη από την παλιά. Πριν μισό και πάνω αιώνα, οι φορείς μιας τέτοιας γραμμής μπορούσαν να επικαλεστούν κάποια άλλοθι. Oι σημερινοί, κανένα…

O «Ριζοσπάστης», όπως σημειώσαμε, δε συμφωνεί με την κατάταξη της ΕΣΣΔ στις «υπερδυνάμεις», ούτε με το «χαρακτηρισμό» της ως «σοσιαλιμπεριαλιστική δύναμη». Αλλά αν ο «Ριζοσπάστης» δεν ήθελε έναν τέτοιο χαρακτηρισμό, θα έπρεπε για λόγους ιστορικής δικαιοσύνης πριν αποδοκιμάσει το ΚΚ Κίνας και τον Μάο, να στρέψει τα βέλη του εναντίον του ΚΚΣΕ και των ρεβιζιονιστών ηγετών του, πρώτα – πρώτα, γιατί εκείνοι τον πρωτοεισήγαγαν κι εκείνοι εξήγησαν επίσης με τον τρόπο τους ιδιαίτερα παραστατικά το περιεχόμενό του:

«Εμείς (η ΕΣΣΔ και οι ΗΠΑ), είμαστε οι πιο ισχυρές χώρες του κόσμου. Εάν εμείς ενωθούμε προς το συμφέρον της ειρήνης, δεν μπορεί να γίνει πόλεμος. Και εάν ένας τρελός αποτολμούσε τότε να εξαπολύσει τον πόλεμο, θα αρκούσε να του κουνήσουμε το δάχτυλο για να καλμάρει» (5 Σεπτέμβρη 1961).

«Οι δύο υπερδυνάμεις της εποχής, η Σοβ. Ένωση και οι ΗΠΑ, προπορεύονται κατά πολύ από οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου».

«Η κάθε μια από τις δύο αυτές δυνάμεις, βρίσκεται επικεφαλής ενός μεγάλου αριθμού χωρών. Η Σοβ. Ένωση επικεφαλής του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος, οι ΗΠΑ επικεφαλής του καπιταλιστικού στρατοπέδου» (επίσημη κρατική μπροσούρα, 1963).

«Εάν επιτευχθεί μια συμφωνία ανάμεσα στον αρχηγό της σοβιετικής κυβέρνησης Ν.Σ. Χρουστσώφ και στον πρόεδρο των ΗΠΑ Τ.Φ. Κένεντι, θα βρεθεί μια λύση για τα διεθνή προβλήματα, από τα οποία εξαρτώνται οι τύχες της ανθρωπότητας» (13 Δεκέμβρη 1962).

Μιλούν εδώ, όχι το ΚΚ Κίνας και ο Μάο, αλλά οι ηγέτες του ΚΚΣΕ και της Σοβ. Ένωσης! O ίδιος ο Χρουστσώφ, ο ιδεολογικός του φωστήρας Μ.Ν. Γιάκοβλεφ, ο Α. Γκρομύκο (λόγος στο Ανώτατο Σοβιέτ της ΕΣΣΔ).

Και θα μπορούσε να μνημονευτούν αναρίθμητα τέτοια καθημερινά ρεβιζιονιστικά, σοσιαλ-σωβινιστικά και ιμπεριαλιστικά στην ουσία τους μαργαριτάρια, που κατοπινά έγιναν η καθημερινότητα των λόγων, των σκέψεων και των πρακτικών, ψωμοτύρι των κομματικών και κρατικών ιθυνόντων της Σοβ. Ένωσης του Μπρέζνιεφ.

Αν ψάχνει για κάποια «στρατηγική» επιλογή, «συντονισμό» με τις Η ΠΑ, «εχθρική στάση» απέναντι στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και στον κόσμο όλο, προσφέρονται πολλές ευκαιρίες στο «Ριζοσπάστη» για να τις ανακαλύψει όπως και για το ξεχώρισμα του κόσμου ανάμεσα στις «υπερδυνάμεις» και τους «πλούσιους συμμάχους» τους, για το οποίο τόσο εύγλωττα μιλούν οι πατριάρχες του σοβιετικού ρεβιζιονισμού, και για το οποίο οι μικροί εγχώριοι μύστες τους, χτεσινοί και σημερινοί, δεν φαίνεται να έχουν εδώ κανένα πρόβλημα. Ας συμπληρώσουμε εδώ, δίπλα στην αυτοπαρουσίαση των «υπερδυνάμεων» από τους ιθύνοντες της ΕΣΣΔ, και μια αμερικανική νότα: «Η κυβέρνηση είναι τώρα πεισμένη πως οι ΗΠΑ οφείλουν να υποστηρίξουν το Χρουστσώφ στον ανώτατο βαθμό στη διαφορά του με την κόκκινη Κίνα» (Nesweek, Ιούλιος 1963).

Θα επανέλθουμε στο θέμα, κλείνοντας στο σημείο αυτό με μια νύξη από τα γραφόμενα στο «Ριζοσπάστη», που αφορούν όχι στην Κίνα του Μάο, αλλά στη σημερινή Κίνα.

«Τα κράτη που κερδίζουν έδαφος στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, δεν μπορούν να παίξουν το ρόλο που έπαιζε στο παρελθόν η ΕΣΣΔ, γιατί κινούνται από το κίνητρο του πρόσθετου κέρδους για τα δικά τους μονοπώλια. Αυτό ισχύει και για την Κίνα και δεν μπορεί να αναιρεθεί επειδή χρησιμοποιείται η κόκκινη σημαία και ο κομμουνιστικός τίτλος του κόμματος…».

Σχετική εικόνα

Η πολιτική μεγάλης δύναμης, εκδηλώθηκε από την πρώτη στιγμή της οππορτουνιστικής στροφής του 20ού συνεδρίου και την εγκαθίδρυση της Χρουστσωφικής ρεβιζιονιστικής εξουσίας. Το αντισοσιαλιστικό και αντιδιεθνιστικό περιεχόμενο της πολιτικής αυτής ξεδιπλώνονταν και αναπτύσσονταν προς την ίδια πάντα κατεύθυνση και με όλο και μεγαλύτερη ορμή και θρασύτητα, όσο περισσότερο με το πέρασμα των χρόνων οι ρεβιζιονιστές άπλωναν, εδραίωναν και ενίσχυαν τις κυρίαρχες θέσεις τους στο ΚΚΣΕ και στο σοβιετικό κράτος.

Η διεθνής πολιτική του ΚΚΣΕ και της ΕΣΣΔ, ύστερα από το 20ό συνέδριο, έδειξε έμπρακτα από την αρχή, ποια λάφυρα είχαν στο νου τους και με ποιες μεθόδους λογάριαζαν να τα αποκτήσουν οι ρεβιζιονιστές. Έχοντας πετάξει στ’ αχρείαστα τις επαναστατικές αρχές, οι ρεβιζιονιστές με επικεφαλής τον Χρουστσώφ, δανείστηκαν τις μεθόδους που είχε διδάξει η αποικιακή και ιμπεριαλιστική διπλωματία. Σκοτίζονταν πάνω απ’ όλα για την εξασφάλιση της συνεργασίας τους με τις ΗΠΑ, ενώ αναφέρονταν και αντιμετώπιζαν τις σοσιαλιστικές χώρες και τα κομμουνιστικά κόμματα λιγότερο σαν φίλους και συντρόφους και περισσότερο σαν υποτελείς. Για τον χρουστσωφικό ρεβιζιονισμό, αυτοί θα ήταν τα λάφυρα και συνάμα τα διαπραγματευτικά χαρτιά του.

Αν οι ΗΠΑ είχαν θέσει κάτω από τον έλεγχο και την κηδεμονία τους πολυάριθμες χώρες σε όλες τις ηπείρους της γης, γιατί οι ρεβιζιονιστές με επικεφαλής τον Χρουστσώφ δεν θα μπορούσαν να πετύχουν και αυτοί το ίδιο; Παζαρεύοντας π.χ. με τους Αμερικανούς μια γενική συνεργασία με αμοιβαία ανταλλάγματα, που θα οδηγούσε σε μια «δίκαιη» μοιρασιά ανάμεσα στις «δύο πιο ισχυρές χώρες του κόσμου»;

Η μεγαλύτερη υπηρεσία που πρόσφερε στους Αμερικανούς ο Χρουστσώφ ήταν πως έβαλε μπροστά τη δουλειά της υπονόμευσης και της ανατροπής στις σοσιαλιστικές χώρες. Άρχισε από την ίδια τη Σοβιετική Ένωση και συνέχισε στις άλλες χώρες. Για το ΚΚΕ βέβαια, όλα αυτά συνιστούσαν σε κάθε περίπτωση «σοσιαλιστική οικοδόμηση»!

Oι χρουστσωφικοί ρεβιζιονιστές άσκησαν ωμές επεμβάσεις παντού όπου μπορούσαν. Καταπάτησαν αδίστακτα τα κυριαρχικά δικαιώματα σοσιαλιστικών χωρών και την ανεξαρτησία των κομμουνιστικών κομμάτων, κατέφυγαν όπου συναντούσαν αντιστάσεις και εμπόδια, σε συνωμοσίες για την ανατροπή νόμιμων καθοδηγήσεων κομμάτων και κυβερνήσεων, χρησιμοποίησαν οικονομικούς εκβιασμούς, στρατιωτικές απειλές και κάθε λογής μηχανορραφίες και ατιμίες ιμπεριαλιστικού τύπου.

Το ΚΚΕ εναντιώνεται σε μια τέτοια κριτική, και θα ήθελε να «περιοριστεί» η όποια κριτική σε «οππορτουνιστικές θέσεις» του 20ού συνεδρίου.

Η ειρωνεία της ιστορίας είναι, πως, ένα από τα πρώτα θύματα της χρουστσωφικής ρεβιζιονιστικής πολιτικής, υπήρξε το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα, με την πραξικοπηματική «6η Oλομέλεια» του 1956 (αμέσως μετά το 20ό συνέδριο), την ξένη επέμβαση και επιβολή της γραμμής του 20ού συνεδρίου στο ΚΚΕ, και την εγκαθίδρυση στην ηγεσία των πρόθυμων να υπακούσουν και να υπηρετήσουν τη γραμμή αυτή.

Oι χρουστσωφικοί ρεβιζιονιστές ήθελαν να έχουν παντού υποτακτικούς που να εφαρμόζουν τυφλά την αντεπαναστατική πολιτική τους. Επαίρονταν και αυτοθαυμάζονταν πως είναι «μεγάλη δύναμη», πως η Σοβιετική Ένωση και οι ΗΠΑ είναι οι «δύο πιο ισχυρές χώρες του κόσμου» – οι «υπερδυνάμεις» όπως φρόντισαν οι ίδιοι να διακηρύξουν.

Είδαμε στο προηγούμενο φύλλο του «Λαϊκού Δρόμου», πώς παρουσίαζαν οι κομματικοί και κρατικοί ιθύνοντες του ΚΚΣΕ και της ΕΣΣΔ, το ρόλο που ονειρεύονταν να παιχτεί από τις «δύο υπερδυνάμεις» (στις οποίες οι ίδιοι τοποθετούσαν την ΕΣΣΔ και τις ΗΠΑ) ή με παρόμοιες λέξεις το ρόλο που ονειρεύονταν να παιχτεί από τις «δύο πιο ισχυρές χώρες του κόσμου» (όπου οι ηγέτες τους θα κρατούσαν στα χέρια τους τις τύχες της ανθρωπότητας και όπου θα αρκούσε να κουνήσουν το μικρό τους δαχτυλάκι για να καθίσει σούζα μπροστά τους οποιαδήποτε ενοχλητική ύπαρξη στον πλανήτη…).

Η παρουσίαση αυτή παραμένει εξαιρετικά αποκαλυπτική για την ουσία της πολιτικής του ΚΚΣΕ και της Σοβιετικής Ένωσης, όπως αυτή αναπτύχθηκε ύστερα από την οππορτουνιστική στροφή του 20ού συνεδρίου (1956) και ολοκληρώθηκε σ’ ένα γενικό αντεπαναστατικό πρόγραμμα με τις αποφάσεις του 22ου συνεδρίου του ΚΚΣΕ (1961).

Σε ό,τι αφορά τη διεθνή πολιτική, στην παραπάνω «αυτοπαρουσίαση» των ιθυνόντων του Κρεμλίνου σχετικά με το ρόλο των «υπερδυνάμεων», αντανακλώνται έκδηλα οι κατευθύνσεις αυτών των αποφάσεων, που σηματοδοτούν και στρώνουν διάπλατα το δρόμο στο σοσιαλσωβινισμό και στο σοσιαλιμπεριαλισμό, στα οποία και θα μετασχηματιστούν πλήρως κατά τα κατοπινά χρόνια του Μπρέζνιεφ, και ειδικά ύστερα από την εισβολή στην Τσεχοσλοβακία το 1968. Στα χρόνια αυτά η αντεπαναστατική επεμβατική πολιτική, θα γίνει το κυρίαρχο δόγμα της διεθνούς πολιτικής του ΚΚΣΕ και της ΕΣΣΔ.

Η ηγεσία του ΚΚΕ δεν θέλει να ακούσει λέξη για σοσιαλιμπεριαλισμό, και μέμφεται γι’ αυτό το «χαρακτηρισμό» την πολιτική του ΚΚ Κίνας με επικεφαλής το Μάο.

Το ΚΚΕ επικαλείται πολύ την «οικονομία» και κάνει συχνά επιδείξεις μαρξιστικής πολυγνωσίας, προκειμένου να υπεκφύγει και να συγκαλύψει τα πραγματικά πολιτικά και ιδεολογικά προβλήματα και τις απαντήσεις που το ίδιο δίνει σ’ αυτά. Ενώ έχουν το θράσος να κάνουν κριτική «απ’ τα αριστερά» στον Στάλιν, διορθώνοντάς τον ­χωρίς να ξέρουν οι ίδιοι καλά-καλά τι λένε­ για το τι είναι και τι δεν είναι εμπόρευμα στο σοσιαλισμό και ενώ έχουν γεμίσει το ιδεολογικό κενό στο οποίο είναι βυθισμένοι, προσθέτοντας κατά βούληση πολλούς «κομμουνισμούς» και «κομμουνιστικές σχέσεις» στις «θέσεις» του 18ου συνεδρίου τους, τους αρκεί για το «σοσιαλισμό» του Χρουστσώφ και του Μπρέζνιεφ, μια επιδερμική και ξόφαλτση κριτική, γιατί κατά τα άλλα το «σοσιαλισμό» αυτό έχουν στο κεφάλι τους και σ’ αυτόν εξακολουθούν να ορκίζονται και να θυσιάζουν. Ας δούμε λοιπόν κάπως αναλυτικότερα, τι λογής ήταν αυτό ο «σοσιαλισμός» και ποια ήταν η «οικονομία» του, όπως την παρουσίαζαν οι ίδιοι οι προπαγανδιστές του.

Στη μπρεζνιεφική εκλαϊκευτική προπαγανδιστική μπροσούρα με τίτλο «ΕΣΣΔ – 100 ερωτήσεις και απαντήσεις», που την πρόβαλε και δούλεψε εντατικά για τη διάδοσή της η ηγεσία του ΚΚΕ (εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή» – δεύτερη έκδοση, Γενάρης 1978) διαβάζουμε μεταξύ άλλων ορισμένα πολύ διαφωτιστικά.

Η ερώτηση (που οι ίδιοι οι συγγραφείς της μπροσούρας κάνουν στον εαυτό τους) είναι η εξής:

«Στο σύστημα της ελεύθερης ιδιωτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας, ο ιδιοκτήτης καταστήματος φροντίζει να είναι τα ράφια του καταστήματος γεμάτα με εμπορεύματα που θα του δώσουν κέρδη, ο ιδιοκτήτης επιχείρησης και ο χονδρέμπορος προσπαθούν να ικανοποιήσουν όλες τις απαιτήσεις του ιδιοκτήτη καταστήματος για τον ίδιο σκοπό. Μου είναι δύσκολο να καταλάβω, πώς μπορούν να δουλεύουν οι άνθρωποί σας, για το καλό της κοινωνίας και όχι για το κέρδος;»

Η «ερώτηση» λέει πώς στο «σύστημα της ελεύθερης ιδιωτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας» (στον καπιταλισμό δηλαδή!) η δραστηριότητα αυτή έχει για σκοπό «τα κέρδη». Η ίδια ερώτηση, όπως βλέπουμε, τελειώνει με μια-δυο λέξεις κλισέ που εκφράζουν απορία ή θαυμασμό για το πώς μπορούν «οι άνθρωποι» στην ΕΣΣΔ (1977) να «δουλεύουν για το καλό της κοινωνίας και όχι για το κέρδος». Και τι λέει η «απάντηση»; Αφού επαναλαμβάνει τις λέξεις-κλισέ, ώστε οι φράσεις αν και γελοιογραφούν το μαρξισμό να φαίνονται κάπως «μαρξιστικές» («θεωρούμε έναν από τους σπουδαιότερους σκοπούς μας την πραγματοποίηση της μέγιστης δυνατής αρμονίας ανάμεσα στα προσωπικά και τα κοινωνικά συμφέροντα των πολιτών» η απάντηση ξεκάθαρα περιγράφει και σχεδόν απροκάλυπτα δηλώνει, πως ακριβώς όπως «στο σύστημα της ελεύθερης ιδιωτικής επιχείρησης», δηλαδή στον καπιταλισμό, ο ιδιοκτήτης καταστήματος, η επιχείρηση ή ο χονδρέμπορος κ.λπ. που προμηθεύουν τα καταστήματα με εμπορεύματα έχουν σκοπό τα κέρδη, τον ίδιο και απαράλλακτο σκοπό έχει στο σύστημα (του Μπρέζνιεφ) ο «διευθυντής» καταστήματος, ο «διευθυντής» επιχείρησης και ο… «χονδρέμπορος» (που εδώ είναι ο διευθυντής κρατικής επιχείρησης του «παλλαϊκού κράτους»), οι οποίοι έχουν «προσωπικό συμφέρον» να κάνουν το ίδιο πράγμα που κάνουν και οι ακραιφνείς καπιταλιστές. Δεν υπάρχει καμία διαφορά, λέει η «απάντηση». (ο καθένας «προσπαθεί να πάρει μεγαλύτερο κέρδος»!), δεν υπάρχει λέει, καμία αντίφαση («πού βλέπετε εδώ αντίφαση;»), όλα είναι είναι ίδια και δεν αλλάζουν το γεγονός οι λέξεις-κλισέ περί «αρμονίας προσωπικών και κοινωνικών συμφερόντων». Στην «απάντηση» η κοινωνία είναι… «οι αγοραστές» και οι πωλητές(!) Αυτό το ομοίωμα του καπιταλισμού, ο μπρεζνιεφικός ρεβιζιονισμός το αποκαλούσε «αναπτυγμένο σοσιαλισμό» και «υπαρκτό σοσιαλισμό», η τότε ηγεσία του ΚΚΕ το εξυμνούσε, εκστασιάζονταν και υποκλίνονταν μπροστά στο ηθικό και υλικό μεγαλείο του, και η τωρινή ηγεσία του ΚΚΕ, που θέλει να μας πείσει ότι ξεσπαθώνει με ταξική αδιαλλαξία κατά της «οππορτουνιστικής στροφής» του 20ού συνεδρίου, επιμένει να το αποκαλεί «σοσιαλισμό» και «σοσιαλιστική οικοδόμηση». Σ’ αυτό το ομοίωμα του καπιταλισμού αντιστοιχούσε πλήρως η διεθνής πολιτική που ασκούνταν.

Στην ίδια μπρεζνιεφική μπροσούρα (σελ. 153) διατυπώνεται η παρακάτω «ερώτηση»: «Από ποια συμφέροντα ξεκινάει η Σοβιετική Ένωση, χορηγώντας πιστώσεις;». Αφού στην αρχή η «απάντηση» βεβαιώνει πως «ο σχεδιασμένος χαρακτήρας της σοβιετικής οικονομίας, αποκλείει την ύπαρξη πλεονασμάτων και συνεπώς την αναγκαιότητα εξαγωγής τους» σε διάκριση από τα καπιταλιστικά κράτη «όπου υπάρχουν ελεύθερα χρηματικά κεφάλαια και υποαπασχολημένο παραγωγικό δυναμικό», η απάντηση συνεχίζει ως εξής:

«Πώς όμως τότε εξηγείται το γεγονός ότι η Σοβιετική Ένωση χορηγεί μακροπρόθεσμες πιστώσεις στις αναπτυσσόμενες χώρες; Από συμφέρον οικονομικού κέρδους; Δεν είναι ακριβώς έτσι. Εμείς χορηγούμε πιστώσεις με τόκο χαμηλότερο… Η ανάγκη σε ελεύθερο συνάλλαγμα; Εμείς δεχόμαστε εμπορεύματα των παραδοσιακών εξαγωγών τους και ένα μέρος της παραγωγής από τις επιχειρήσεις που οικοδομούνται με τη βοήθεια της Σοβιετικής Ένωσης… Πολιτικοί όροι; Η χώρα μας ποτέ δεν πρόβαλλε τέτοιους όρους, αυτό θα έρχονταν σε αντίθεση με τις αρχές της σοσιαλιστικής εξωτερικής πολιτικής. Πώληση εμπορευμάτων που έχει πλεόνασμα η ΕΣΣΔ; … Τέλος μπορεί να υπάρχει επιθυμία της ΕΣΣΔ να διεισδύσει στην οικονομία των αναπτυσσόμενων χωρών με σκοπό την απόκτηση κέρδους στο μέλλον»;…».

Για όλα αυτά και για το καθένα ξεχωριστά η μπρεζνιεφική μπροσούρα λέει ότι «δεν είναι ακριβώς έτσι». Λοιπόν πώς είναι ακριβώς;

«Και παρ’ όλα αυτά ­λέει η «απάντηση»­ για ποιο σκοπό χορηγεί η Σοβιετική Ένωση πιστώσεις; Η εκδοχή της ευεργεσίας πρέπει αμέσως να απορριφθεί. Είχε δίκιο ο πρόεδρος του Επαναστατικού Συμβουλίου της Αλγερίας Χουαρί Μπουμεντιέν, όταν δήλωσε πριν λίγα χρόνια ότι στις σημερινές διεθνείς οικονομικές σχέσεις, δεν υπάρχει θέση για ευεργεσία και τα λόγια περί ευεργεσίας είναι προσβλητικά γι’ αυτόν που δήθεν τη δέχεται και τη χρησιμοποιεί. Η Σοβιετική Ένωση χορηγεί στις αναπτυσσόμενες χώρες πιστώσεις και τους δίνει πολύπλευρα άλλη βοήθεια, γιατί αντικειμενικά τα συμφέροντα αυτών των χωρών συμπίπτουν με τα συμφέροντά μας και με την αντίληψή μας για το διεθνιστικό μας χρέος…».

Συμπίπτουν «αντικειμενικά» λοιπόν τα «συμφέροντα», και επίσης υπάρχει, για να μην ξεχνιέται κανείς, και η «αντίληψη για το διεθνιστικό χρέος»!

Θα κάνουμε εδώ την παρατήρηση πως πολλά πανομοιότυπα με τα παραπάνω επιχειρήματα, ο «Ριζοσπάστης» τα θεωρεί εύλογα όταν πρόκειται για την ΕΣΣΔ αλλά τα απορρίπτει όταν πρόκειται για τη σημερινή κινέζικη πολιτική. Στην πραγματικότητα δεν έχουν καμία ουσιαστική διαφορά, και αν έχουν δεν αφορά σε τίποτε το περιεχόμενο, που είναι και στη μια και στην άλλη περίπτωση, το περιεχόμενο μιας πολιτικής πέρα για πέρα ξένης προς το σοσιαλισμό, αλλά πλήρως εναρμονισμένης με τον διεθνή καπιταλισμό, πολιτική ιμπεριαλιστική, σοσιαλιμπεριαλιστική!

Αλλά η ίδια η ηγεσία του ΚΚΕ που ενοχλείται από τον εν λόγω «χαρακτηρισμό», πώς χαρακτηρίζει την πολιτική της Κίνας και του σημερινού ΚΚ Κίνας, ενός κόμματος που πράγματι δεν διατηρεί εδώ και πολλές δεκαετίες τίποτε το κομμουνιστικό εκτός από τον τίτλο του; Γράφει ο «Pιζοσπάστης»:

«Η Κίνα, ιδιαίτερα από τη δεκαετία του ’80, έχει συνδέσει την οικονομία της με τη διεθνή καπιταλιστική αγορά. Είναι ένα γεγονός που όχι μόνο δεν αρνείται η ίδια η κινεζική ηγεσία, αλλά το εκθειάζει. Συμμετέχει πλέον ενεργά στον παγκόσμιο καπιταλιστικό καταμερισμό ως μια μεγάλη “φάμπρικα” φτηνού εργατικού δυναμικού, με μεγάλα ποσοστά κερδοφορίας για εκείνους του καπιταλιστές που έχουν τη δυνατότητα να επενδύσουν εκεί. Ως αποτέλεσμα αυτής της στροφής η Κίνα έχει “σφιχταγκαλιαστεί” με άλλες ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, πρώτα απ’ όλα τις ΗΠΑ, αλλά και την Ιαπωνία, την ΕΕ, από τις οποίες εξαρτάται ως παγκόσμια εξαγωγική δύναμη που είναι. Είναι πια “σάρκα από τη σάρκα” του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος…».

Γράφει επίσης ο «Ριζοσπάστης»: «… Σήμερα, που στην Κίνα αναπτύσσονται και κυριαρχούν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, που έχει βρεθεί να συμμετέχει σε τέτοιους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς όπως ο ΠOE και έχει ενσωματωθεί στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, η στάση της στα διεθνή ζητήματα δεν ξεχωρίζει από τη στάση των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Oι όποιες αντιθέσεις προβάλλει απέναντι στις ΗΠΑ σχετίζονται με τη “μοιρασιά της λείας”, ενώ ανάμεσά τους υπάρχει «ομόνοια» σε ό,τι αφορά τα δικαιώματα των εργαζομένων, που συρρικνώνονται για το “καλό” της οικονομίας της αγοράς, αλλά και σε βάρος κρατών που ενέργειές τους θίγουν κάποιο “μονοπώλιο” των ηγέτιδων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων». («Ριζοσπάστης» 7-10, Απρίλης 2011).

Ποια θέση έχει πάρει και ποια στάση τηρεί η ηγεσία του ΚΚΕ απέναντι στο ΚΚ Κίνας, εφόσον αυτό εφαρμόζει εδώ και τριάντα (τουλάχιστον) χρόνια μια τέτοια πολιτική και διαδραματίζει έναν τέτοιο ρόλο, σαν αυτόν που περιγράφει ο «Ριζοσπάστης»;

Ας δούμε τι λέει ο «Ριζοσπάστης»:

«… το ΚΚΕ, ενώ συνεχίζει να διατηρεί διμερείς σχέσεις με το ΚΚ Κίνας, παρακολουθεί συστηματικά, διαμορφώνει τις δικές του εκτιμήσεις, τις θέτει ανοικτά στο ΚΚ Κίνας και δημόσια. Όπως είναι γνωστό, ήδη από το 17ο συνέδριό του (2005), το ΚΚΕ επισήμανε την επέκταση των καπιταλιστικών σχέσεων στην Κίνα. Στα χρόνια που μεσολάβησαν η τάση αυτή ισχυροποιήθηκε και είναι εμφανής ακόμα περισσότερο». («Ριζοσπάστης» 20 Μάρτη 2011).

O ανυποψίαστος αναγνώστης πληροφορείται λοιπόν εδώ πως το ΚΚΕ συνεχίζει να διατηρεί κομματικές σχέσεις με το ΚΚ Κίνας. Με ένα κόμμα δηλαδή του οποίου την πολιτική ο «Ριζοσπάστης» πολύ κατηγορηματικά την περιγράφει σαν καπιταλιστική και στην πράξη ιμπεριαλιστική!

Όπως βλέπουμε, καταφέρνουν να συμβιβάσουν τα ασυμβίβαστα και να θεωρούν καπιταλιστική και ιμπεριαλιστική την κινέζικη πολιτική και την ίδια ώρα να έχουν κομματικές δηλαδή συντροφικές-κομμουνιστικές σχέσεις, με εκείνους που διαμορφώνουν, κατευθύνουν και εφαρμόζουν αυτή την πολιτική! Έχουμε εδώ τον ορισμό, του τι ακριβώς σημαίνει πολιτική έξω από αρχές!

H ηγεσία του KKE και ο «Ριζοσπάστης» ισχυρίζονται πως προσπαθούν να διδαχθούν από την πείρα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, να τη γενικεύσουν και να βγάλουν τα επιβαλλόμενα συμπεράσματα. Aυτό όμως που καταφέρνουν είναι μόνο να επιβεβαιώσουν πως παραμένουν δέσμιοι μιας οππορτουνιστικής λογικής, που έχει ανέκκλητα χρεωκοπήσει. Kάτω από την κυριαρχία μιας τέτοιας λογικής, ο επαναπροσδιορισμός της «ιδεολογίας» τους καταλήγει σε «μια από τα ίδια».

Oι «θέσεις» του KKE και οι κριτικές του «Ριζοσπάστη» για το «διεθνή ρόλο της Kίνας», προσπαθώντας να ενσωματώσουν στην «ιδεολογία» που τώρα προβάλλουν, δάνεια, αναφομοίωτα και κακοχωνεμένα, από την ιδεολογία που καταπολεμούν(!) αντί να σκεπάσουν, όπως οι ίδιοι νομίζουν, με τον τρόπο αυτό τα περασμένα λάθη τους, τα αποκαλύπτουν μεγεθυμένα. Μπερδεύοντας «το δεξί με το αριστερό», μοιάζουν με κείνους, για τις κριτικές των οποίων ο Στάλιν είχε παρατηρήσει σαρκαστικά: «Aχ εσείς, κακομοίρηδες κριτικοί… δεν ξέρετε πού είναι το δεξί και πού το αριστερό»…

Ενώ χαρακτηρίζουν στην ουσία σαν καπιταλιστική και ιμπεριαλιστική την πολιτική της σημερινής Kίνας, την ίδια στιγμή, με το τωρινό, κατ’ όνομα μόνο κομμουνιστικό και στην πραγματικότητα πλήρως μεταλλαγμένο KK Kίνας, που διαμορφώνει και διευθύνει την πολιτική αυτή, διατηρούν κομματικές σχέσεις και στέλνουν αντιπροσωπείες στην Kίνα για να παρακολουθήσουν διαλέξεις και να μάθουν από πρώτο χέρι για τους «στόχους και την πορεία» του λεγόμενου «σοσιαλισμού της αγοράς» και για την κινέζικη… «αρμονική κοινωνία» (όπως μαθαίνουμε κι από την KOMEΠ, τεύχος 3, 2011).

 

Το KKE και ο «Ριζοσπάστης» κριτικάροντας το «διεθνή ρόλο της Kίνας», επιχειρηματολογούν πως «ισχύει και για την Kίνα», ότι το περιεχόμενο της πολιτικής που εφαρμόζει στην πράξη, «δεν μπορεί να αναιρεθεί, επειδή χρησιμοποιείται η κόκκινη σημαία και ο κομμουνιστικός τίτλος του κόμματος». Αλλά αυτό που οι ίδιοι λένε ότι ισχύει για τη σημερινή Kίνα, δε θέλουν με τίποτε να παραδεχτούν και αρνούνται ότι ισχύει (δηλαδή ίσχυε!) για την EΣΣΔ και το KKΣE των Xρουστώφ, Mπρέζνιεφ και των επιγόνων τους, παρά το ότι έχουν τελεσίδικα αποφανθεί εδώ και δεκαετίες πλέον γι’ αυτό, όχι οι θεωρίες αλλά τα πραγματικά γεγονότα.

Τα πασίγνωστα γεγονότα είναι πως η EΣΣΔ εδώ και δύο ολόκληρες δεκαετίες αποσυντέθηκε και (αυτο)διαλύθηκε και τυπικά και πως οι ηγέτες της και ηγέτες του KKΣE πετώντας από πάνω τους οτιδήποτε «κομμουνιστικό» -τίτλους, σημαίες, σύμβολα κ.λπ.- αποκαλύφτηκαν τέτοιοι όπως πραγματικά ήταν, αντικομμουνιστές ως το μεδούλι. H ηγεσία του KKE παράπαιε εμβρόντητη και πελαγωμένη, μπροστά στην αδιανόητη, με βάση τις τότε θεωρίες της και τις τότε ιδεολογικοπολιτικές της αντιλήψεις, εξέλιξη. Είκοσι χρόνια μετά, αποδείχνεται πως προτιμά να διασώσει ό,τι μπορεί απ’ τις χρεωκοπημένες θεωρίες της παρά να διδαχτεί πραγματικά από τα γεγονότα. Τα γεγονότα δεν φαίνεται να έχουν για την ηγεσία και για τους θεωρητικούς του KKE, καμιά ισχύ μπροστά στην οππορτουνιστική εθελοτυφλία και τον ακαταμάχητο συνδυασμό ημιμάθειας (που την παριστάνουν ως πολυγνωσία) και ιδεολογίας της αυτοσυντήρησης.

«H επανάληψη “συνθημάτων” που είχαν μάθει απ’ έξω, αλλά ούτε καταλάβαιναν, ούτε εσκέπτονταν, οδήγησε στην πλατιά διάδοση μιας άδειας φρασεολογίας. Kατάληγε πρακτικά σε τάσεις βασικά αντίθετες στο Mαρξισμό και μικροαστικές…», σημείωνε ο Λένιν για κάποιους απ’ τους οππορτουνιστές του καιρού του. H επανάληψη των περί «σοσιαλισμού» συνθημάτων που είχαν μάθει απ’ έξω, αλλά ούτε καταλάβαιναν ούτε εσκέπτονταν κ.λπ. χαρακτηρίζει την ιδεολογικοπολιτική αντίληψη και την πρακτική στάση του KKE εξίσου απέναντι στο παρελθόν όσο και στο παρόν. Όπου την ίδια στιγμή σε μια αποθέωση της έλλειψης αρχών, διατηρούν κομματικές σχέσεις με το KK Kίνας, του οποίου την πολιτική θεωρούν ούτε λίγο ούτε πολύ, καπιταλιστική-ιμπεριαλιστική κι όπου την ίδια επίσης στιγμή μηρυκάζοντας αξιοθρήνητες επινοήσεις και διαστρεβλώσεις, καταδικάζουν την πολιτική του KK Kίνας με επικεφαλής το Mάο Tσετούνγκ, γιατί δεν περιορίστηκε σε κάποιες επιδερμικές κριτικές της οππορτουνιστικής γραμμής του 20ου συνεδρίου, αλλά ξετίναξε όλες τις ρεβιζιονιστικές Xρουστσωφικές θεωρίες και γιατί «χαρακτήρισε» τη διεφθαρμένη μπρεζνιεφική πολιτική, σοσιαλιμπεριαλιστική και την καταπολέμηση σαν τέτοια με επαναστατική αδιαλλαξία και συνέπεια.

Tα κυριότερα επιχειρήματα με τα οποία το KKE και ο «Ριζοσπάστης» βάλλουν εναντίον της γραμμής του Mάο, στην πραγματικότητα αυτοαναιρούνται από τα όσα οι ίδιοι είναι αναγκασμένοι να παραδεχτούν έστω και κατόπιν εορτής, για τα τεκταινόμενα της εποχής, στην EΣΣΔ. Υπονομεύονται και καταρρίπτονται ακόμα περισσότερο, απ’ τα ίδια τα προπαγανδιστικά κηρύγματα της μπρεζνιεφικής προπαγάνδας, που το πέρασμα του χρόνου και τα όσα έχουν πλέον δει ολονών τα μάτια, τα έχουν μετατρέψει σε αποδεικτικό υλικό που ξεσκεπάζει και καταρρίπτει την ίδια την μπρεζνιεφική επιχειρηματολογία, δικαιώνοντας πέρα για πέρα τη θέση και τη γραμμή του Mάο.

Είδαμε στο προηγούμενο φύλλο του «Λαϊκού Δρόμου», ορισμένες βασικές πλευρές που αφορούσαν την πραγματική, πέρα απ’ τα επιφανειακά δήθεν «σοσιαλιστικά» της επιχρίσματα, λειτουργία της οικονομίας της EΣΣΔ (του Mπρέζνιεφ) τόσο στο εσωτερικό όσο και στο διεθνές πεδίο, όπως οι λειτουργίες αυτές περιγράφονται στην μπρεζνιεφική εκλαϊκευτική μπροσούρα με τίτλο «EΣΣΔ-100 ερωτήσεις και απαντήσεις» (1977-78).

Οι λειτουργίες αυτές δείχνουν ήδη ξεκάθαρα ποιο ήταν το περιεχόμενο της πολιτικής της EΣΣΔ στην πράξη, πράγμα που δεν μπορεί να αναιρεθεί επειδή χρησιμοποιούνταν οι κόκκινες σημαίες και οι κομμουνιστικοί τίτλοι από το KKΣE. Δείχνουν επίσης ποιος «χαρακτηρισμός» αντιστοιχεί σ’ αυτή την πολιτική.

Αυτές όμως, αν και είναι αναμφισβήτητα πολύ σημαντικές, δεν είναι όμως ούτε οι μοναδικές ούτε ακόμα οι πιο αποφασιστικές πλευρές που δείχνουν τι είδους πολιτική εφάρμοζε η EΣΣΔ (στην εποχή του Mπρέζνιεφ). Θεωρίες όπως του «διεθνούς καταμερισμού εργασίας» και της «περιορισμένης κυριαρχίας», των «κρατικών συμφερόντων» της EΣΣΔ που επεκτείνονται παντού, σ’ όλο τον κόσμο, κι άλλες παρόμοιες, συναφείς ή συμπληρωματικές στις παραπάνω, που δεν έχουν τίποτε να ζηλέψουν από τις νεοαποικιακές θεωρίες του διεθνούς ιμπεριαλισμού. Oι θεωρίες αυτές δεν αναπτύσσονταν εν κενώ, αλλά συνοδεύονταν και συνόδευαν έναν χωρίς προηγούμενο εκμιλιταρισμό της σοβιετικής εθνικής οικονομίας. Kυνήγι εξοπλισμών, συσσώρευση αναρίθμητων πυρηνικών όπλων, βαλλιστικών πυραύλων, τανκς, αεροπλάνων, πολεμικού στόλου, με αγκυροβόλια από τα Kύθηρα ως την άλλη άκρη της γης κ.ο.κ.

Πέρα απ’ την επίσημη κρατική προπαγάνδα, ο ρεβιζιονιστικός εκφυλισμός απλώνονταν και βάθαινε διαρκώς, υποθάλποντας την εξίσου διαβρωτική, ανεπίσημη, εθνικιστική και σωβινιστική προπαγάνδα.

Eίναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικά από την άποψη αυτή, όσα σημείωναν βλέποντας με τα δικά τους ματογυάλια, μερικοί οπαδοί του Xρουστσώφ και του «δημοκρατικού κομμουνισμού», όπως ο Λεβ Kόπελεφ, που διαβάζουμε σε κείμενό του, γραμμένο το 1975 (περιέχεται στη συλλογή άρθρων με τίτλο «Aντιπολιτευτικές τάσεις στη Σοβιετική Ένωση – Eκδόσεις Oδυσσέας – Nοέμβρης 1978) μεταξύ άλλων τα παρακάτω: «Οι πομπώδεις κήρυκες του μεγαλορούσικου ιμπεριαλιστικού σωβινισμού δρουν ανενόχλητοι σε πολλούς εκδοτικούς οίκους (Mολοντάγια Γκβάρντια, Σοβιέτσκαγια Pοσσίγια, στους περιφερειακούς οίκους του Pοστόφ, του Kρασνοντάρ, του Σαράτοφ και άλλους), στις συντάξεις της εφημερίδας «Σοβιέτσκαγια Pοσσίγια», των περιοδικών «Oγκονιόκ», «Mολοντάγια Γκβάρντια» (H νέα φρουρά), «Mοσκβά», «Nεβά», «Nτον», «Bόλγα» και σε πάρα πολλά άλλα δημοσιεύματα. Kατέχουν ηγετικές θέσεις στην εταιρία για την προστασία των ιστορικών μνημείων, που στην πραγματικότητα έγινε ένας νόμιμος σύλλογος της νέας Mαύρης Λεγεώνας («Tσόρναγια Σότνια»: ρούσικη προεπαναστατική δεξιά εθνικιστική οργάνωση), κατέχουν, τέλος, πόστα στα πιο διαφορετικά ιδεολογικά ιδρύματα. Άνθρωποι των γραμμάτων κι επιστήμονες διακηρύσσουν ανοιχτά ότι θαυμάζουν τη δυναστεία των Pομανόφ, ότι είναι υποστηρικτές των εθνικιστικών και μοναρχικών ιδεών του Λεόντιεφ, του Nτανιλέφσκι, του Pοζάνοφ, παραμένουν μέλη του KKΣE, δημοσιεύουν βιβλία, ποιήματα και άρθρα που εκθέτουν με τρόπο μόλις καλυμμένο τις ιδέες τους που είναι απόλυτα εχθρικές προς όλες τις ερμηνείες του μαρξισμού».

«Tα κομμουνιστικά κόμματα που έχουν ισχυρούς δεσμούς με τη Mόσχα και δέχονται την υλική της βοήθεια, είναι εξαναγκασμένα να εκτελούν όλες σχεδόν τις εντολές της σοβιετικής ιεραρχίας και συχνά να θυσιάζουν στα κρατικά συμφέροντα της EΣΣΔ όχι μόνο τα εθνικά και πολιτικά συμφέροντα του ίδιου του λαού τους αλλά ακόμα και ανθρώπινο αίμα και ζωές…

…Oι «ηγέτες της EΣΣΔ», όμως, δε χρειάστηκε και ούτε θα χρειαστεί ποτέ να «λογοδοτήσουν» σε κανένα ξένο κομμουνιστικό κόμμα και οι χρηματικές παροχές προς αυτά τα κόμματα είναι κάθε άλλο παρά ανιδιοτελείς ενισχύσεις της «παγκόσμιας επανάστασης», την οποία από καιρό πια κανείς δε σκέφτεται ακόμα και «στα σπίτια των βετεράνων της επανάστασης». Oι χρηματοδοτήσεις αυτές, που είναι πραγματικά σημαντικές, εξασφαλίζουν στο κράτος μας μια ενίσχυση τόσο ογκώδη και συχνά ολοκληρωτική, ώστε τα μέλη του τσαρικού γενικού επιτελείου ούτε μπορούσαν ποτέ να την ονειρευτούν. Φυσικά, πριν από το 1937-39 και πριν από το 1968, η υποστήριξη αυτή ήταν ουσιαστική και ενεργός. Ωστόσο, αυτό που μένει ακόμα -ιδιαίτερα στην Aσία, την Aφρική και τη Λατινική Aμερική- είναι ασύγκριτα ανώτερο από τις αντίστοιχες δυνάμεις των άλλων μεγάλων δυνάμεων».

Τα παραπάνω δίνουν μια ξεχωριστή, αν και αναμφίβολα λειψή και αποσπασματική, εικόνα για την πραγματική κατάσταση στην EΣΣΔ του Mπρέζνιεφ. Για «σοσιαλισμό στα λόγια, ιμπεριαλισμό στα έργα, μετεξέλιξη του οππορτουνισμού σε ιμπεριαλισμό», έκανε λόγο ο Λένιν, καταγγέλοντας τους αποστάτες της B’ Διεθνούς και τον ίδιο χαρακτηρισμό θα επαναλάβει με τόλμη και διορατικότητα ο Mάο Tσετούνγκ.

O χαρακτηρισμός της πολιτικής αυτής σαν σοσιαλιμπεριαλιστικής, έχει πλήρη τεκμηρίωση και πλήρη ιστορική, θεωρητική και πραχτική επαλήθευση και δικαίωση.

Οι προσπάθειες της ηγεσίας του KKE να προσπεράσει τα προβλήματα και να θάψει την αλήθεια, θα αποδειχτούν εξίσου αδιέξοδες και τώρα όπως και στο παρελθόν, και οι καινούργιες τους οππορτουνιστικές ιδεολογικοπολιτικές ακροβασίες θα χρεωκοπήσουν εξίσου αναπόφευκτα.

Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύθηκε σε συνέχειες σε πέντε φύλλα της εφημερίδας «Λαϊκός Δρόμος»

(2 Μάη, 16 Μάη, 13 Ιούνη, 27 Ιούνη, 11 Ιούλη 2011)

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το