Σε ανεπανάληπτο φιάσκο οδηγήθηκε η έκτακτη Σύνοδος Κορυφής των υπουργών Ενέργειας της ΕΕ, σε ό,τι αφορά στην επιβολή πλαφόν στο ρωσικό φυσικό αέριο. Έτσι, το όλο θέμα παραπέμπεται στους ηγέτες των «27» και σε κάποια Σύνοδο Κορυφής του Οκτώβρη. Παράλληλα, δόθηκε εντολή στην Κομισιόν να επανεξετάσει το ενδεχόμενο παρέμβασης ή και ακύρωσης του Χρηματιστηρίου ευρωπαϊκής ενέργειας που λειτουργεί στην Ολλανδία.

Θυμίζουμε την εμμονή των «27» στην «πράσινη ανάπτυξη» και την ακραία προσήλωσή τους στη δήθεν «προστασία του περιβάλλοντος» και την «κλιματική αλλαγή», με άμεση συνέπεια να θέσουν εκτός λειτουργίας τα πυρηνικά εργοστάσια, τους υδροηλεκτρικούς σταθμούς, τις μονάδες κάρβουνου και λιγνίτη κλπ, κλπ. Τώρα κάτω από την αδυσώπητη πίεση των γεγονότων, τα επαναφέρουν άρον-άρον, αφήνοντας στην άκρη τις κορώνες για την «πράσινη ανάπτυξη». Εκτός αυτής της τραγικής, όπως αποδεικνύεται εκ των υστέρων, έλλειψης της οποιασδήποτε πρόληψης και της προσκόλλησης σε κάποιες πολιτικές κερδοσκοπίας των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, ήρθαν και οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας σαν αποτέλεσμα της τυφλής αποδοχής των θέσεων του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού -που δεν έπαψε στιγμή να καταγγέλλει τις ευρωπαϊκές εισαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία- που ξεπέρασαν τα όρια της ενεργειακής αντοχής των Ευρωπαίων και απειλούν να βυθίσουν τις ευρωπαϊκές οικονομίες σε βαθιά κρίση. «Είναι φανερό ότι ο χειμώνας θα δοκιμάσει την ανθεκτικότητα της ενιαίας αγοράς ενέργειας», καταλήγει το αλλοπρόσαλλο κείμενο της τσεχικής προεδρίας. Κάποιοι μάλιστα αγγίζουν και το σφυγμό του 2024! Μέλλει ιδέσθαι…

***

Η έκτακτη σύνοδος κορυφής των υπουργών ενέργειας έδειξε τον κατακερματισμό των χωρών-μελών της ΕΕ και τις καιροσκοπικές ομαδοποιήσεις που συγκροτήθηκαν με βάση τα ιδιαίτερα συμφέροντα του κάθε κράτους, αδυνατώντας να καταλήξει σε αποφάσεις. Τα προτεινόμενα μέτρα της Κομισιόν αφορούσαν στο/στην:

  • Ενεργειακή εξοικονόμηση με στόχο τη μείωση της ζήτησης με την επιβολή ενός υποχρεωτικού στόχου για τη μείωση της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας στις ώρες αιχμής. Την πρόταση για υποχρεωτική μείωση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας στήριξαν οι Αυστρία, Γερμανία, Ολλανδία, Σλοβενία, Σλοβακία, Ιρλανδία, Σουηδία, Φινλανδία, Δανία, ενώ αντίθετες ήταν οι Κύπρος και Μάλτα. Η Ελλάδα εξέφρασε επιφύλαξη.
  • Ανώτατο όριο (πλαφόν) στα έσοδα μονοπωλίων που παράγουν ηλεκτρική ενέργεια με χαμηλό κόστος (ΑΠΕ, λιγνίτης, πυρηνικά εργοστάσια). Την πρόταση στήριξαν Γερμανία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Γαλλία, Βέλγιο, Βουλγαρία, Δανία, Ισπανία, Φινλανδία, Λουξεμβούργο, Πολωνία, Σλοβακία, Σουηδία, ενώ αντίθετες ήταν οι Λιθουανία, Μάλτα, Ολλανδία και Λετονία.
  • Ανώτατο όριο (πλαφόν) στα έσοδα και τα κέρδη και των εταιρειών πετρελαίου και φυσικού αερίου που επίσης έχουν εκτιναχθεί. Το μέτρο ψηφίστηκε όπως παραπάνω. Την πρόταση για φορολόγηση των υπερβολικών κερδών των εταιρειών ορυκτών καυσίμων στήριξαν οι Ελλάδα, Γερμανία, Ισπανία, ενώ αντίθετη ήταν η Σλοβακία.
  • Λήψη πρόνοιας για τη στήριξη και τη «διευκόλυνση της ρευστότητας» για τις εταιρείες Ενέργειας «κοινής ωφέλειας». Την πρόταση στήριξαν Βέλγιο, Γαλλία, Σλοβακία, Ιρλανδία, Ισπανία, Σουηδία, Δανία, Κύπρος, Φινλανδία, Ρουμανία, Ουγγαρία, Σλοβενία, ενώ το Λουξεμβούργο συνέστησε προσοχή.

Οι «27» συμφώνησαν στην «εισφορά αλληλεγγύης» (sic) προς τα μονοπώλια, παράλληλα με την ενίσχυση της ρευστότητάς τους!

Τέλος στα μέτρα της Κομισιόν περιλαμβάνονταν και το πλαφόν στο ρωσικό φυσικό αέριο ως μοχλός πίεσης της Μόσχας και περικοπή των εσόδων με τα οποία χρηματοδοτεί την πολεμική μηχανή εναντίον της Ουκρανίας. Αυτό το τελευταίο απαλείφθηκε από τις προτάσεις της Κομισιόν, εξαιτίας του πολιτικού κυρωτικού χαρακτήρα του και παραπέμφθηκε σε Σύνοδο Κορυφής του Οκτώβρη. Η Γαλλία, η Δανία, η Ισπανία και η Ολλανδία ήταν οι μόνες χώρες που υποστήριξαν το πλαφόν στο ρωσικό αέριο, ενώ κατά ήταν η Ελλάδα, η Αυστρία, η Σλοβακία, η Ουγγαρία, η Ιταλία και το Λουξεμβούργο. To Βερολίνο έχει δηλώσει ότι «δυσπιστεί» σχετικά με την ιδέα του πλαφόν. Κανένα κράτος-μέλος δεν αντιτάχθηκε ρητά, αλλά όλοι εστίασαν στην ανάγκη εξασφάλισης ασφάλειας εφοδιασμού και μη αύξησης της ζήτησης φυσικού αερίου.

Μια συνολική παρέμβαση στις διαμορφούμενες τιμές στο Χρηματιστήριο της Ολλανδίας στήριξαν Ιταλία, Ελλάδα, Βέλγιο, Ιρλανδία, Μάλτα, Κύπρος, Σουηδία, Κροατία, Ρουμανία, Πολωνία, Λουξεμβούργο, Λετονία, Λιθουανία, Βουλγαρία, Σλοβενία και Γερμανία (υπό προϋποθέσεις).

Η καθυστερημένη δήλωση-ερμηνεία της προέδρου της Κομισιόν φον ντερ Λάιεν: «Πρέπει να περικόψουμε τα έσοδα της Ρωσίας που χρησιμοποιεί ο Πούτιν για να χρηματοδοτήσει αυτό τον φρικτό πόλεμο» ακούγεται αφελής, καθώς επιμένει να αναπαράγει την πολιτική της επιβολής κυρώσεων, που οδήγησε την Ευρώπη στην καταστροφική συνέπεια της παύσης των ροών του ρωσικού φυσικού αερίου και πετρελαίου και στην τρομακτική εκτίναξη των τιμών τους.

Από τη ρωσική πλευρά το τελεσίγραφο είναι σαφές: αν η Δύση επιβάλει πλαφόν στις τιμές των ρωσικών εξαγωγών, η Ρωσία θα αποχωρήσει από τα συμβόλαια προμηθειών της.

Σημειώνουμε ότι τα μέτρα κινούνται προς την κατεύθυνση της επιδοματικής πολιτικής, της δήθεν «ενίσχυσης» των ασθενέστερων καταναλωτών κάτω από αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις, αλλά βασικά και κύρια προς την ενίσχυση των εταιρειών-παρόχων και των μονοπωλίων Ενέρ­γειας.

Εξάλλου, για άλλη μία φορά οι εξαγγελίες της Κομισιόν συνάντησαν τη σφοδρή αντίδραση μίας ισχυρής μερίδας των κρατών-μελών, τα οποία βλέποντας τον ασφυκτικό κλοιό των ΗΠΑ, μέσα στον οποίο εγκλωβίστηκαν, με τις αλλεπάλληλες κυρώσεις κατά της Ρωσίας, απαιτούν το «μη παρέκει», δηλ. την αποφυγή ανώτατης τιμής στο ρωσικό φυσικό αέριο, καθώς και τη συνολική μεταρρύθμιση των Χρηματιστηρίων ενέργειας και, μεταξύ άλλων, την αποσύνδεση των τιμών Ενέργειας από αυτά. Τα διαφωνούντα κράτη-μέλη επισημαίνουν πως τα οφέλη από την επιβολή πλαφόν είναι ασήμαντα σε σχέση με τις ζημιές που θα προκύψουν, εάν η Κομισιόν προχωρήσει στην επιβολή πλαφόν. Παράλληλα, το πλαφόν α) εκθέτει τις ευρωπαϊκές εταιρίες που έχουν συμβόλαια με την Gazprom σε σειρά νομικών διεκδικήσεων από τους Ρώσους στα διεθνή διαιτητικά δικαστήρια για αθέτηση των όρων συμβολαίου τους και β) ενισχύει τη Ρωσία που σε αυτή την περίπτωση θα βγει κερδισμένη αφού θα μπορεί να αποδεσμευτεί από όλες τις υποχρεώσεις της και θα χρησιμοποιεί και τις αγωγές της προς τις ευρωπαϊκές εταιρίες ως πρόσθετο μοχλό πίεσης. Το αποτέλεσμα θα είναι η επιβολή υψηλότερων τιμών.

Η Νορβηγία, πλέον ο μεγαλύτερος προμηθευτής φυσικού αερίου της ΕΕ, έκφρασε τις αμφιβολίες της αν το μέτρο του πλαφόν αποδώσει, σε συνδυασμό με τις επικείμενες ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ που μπορεί να περιπλέξουν την κατάσταση. Η ελληνική κυβέρνηση αντιδρά στο ενδεχόμενο ευρωπαϊκού πλαφόν στο ρωσικό αέριο, καθώς θεωρεί ότι θα είχε και άμεσες επιπτώσεις στην τροφοδοσία της Ελλάδας από τον TurkStream.

Εξάλλου, το μέτρο της επιβολής πλαφόν στο ρώσικο φυσικό αέριο εκτιμήθηκε από τους περισσότερους σαν νέα κύρωση κατά της Ρωσίας παρά σαν μέτρο μείωσης των τιμών ενέργειας. Παρ’ όλ’ αυτά, ο Πούτιν υποστήριξε ότι οι κυρώσεις έχουν αρνητικό αντίκτυπο στις εταιρείες που αποχώρησαν από τη Ρωσία αλλά και στις δυτικές οικονομίες. Το Κρεμλίνο δεν πρόκειται να κάνει το πρώτο βήμα, περιμένοντας τις διεθνείς εξελίξεις (κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία, ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ, τιμές ΟΠΕΚ κ.ά.).

Πρόσφατα (2/09), οι υπουργοί Οικονομικών του G7 (ΗΠΑ, Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Καναδάς, Ιαπωνία) είχαν συνομιλίες με θέμα το σχεδιασμό τους να επιβάλουν ανώτατο όριο (πλαφόν) στην τιμή πώλησης του ρωσικού πετρελαίου παγκοσμίως, με στόχο να μειωθούν τα τεράστια έσοδα της Ρωσίας από τη μεγάλη άνοδο των τιμών.

Με βάση τον παραπάνω σχεδιασμό, μόνο οι χώρες και οι εταιρείες που συμμορφώνονται με την ανώτατη τιμή πώλησης για το ρωσικό πετρέλαιο θα συνεχίσουν να λαμβάνουν κρίσιμες υπηρεσίες όπως η χρηματοδότηση και η ασφάλιση δεξαμενό­πλοιων.

Την απειλή ύφεσης στην ΕΕ επανέφερε και ο Επίτροπος για θέματα Οικονομίας, Π. Τζεντιλόνι, εστιάζοντας στην εκτίναξη των τιμών της Ενέργειας. Ο Επίτροπος υπολόγισε ότι η Ρωσία κέρδισε περίπου 160 δισ. € από την αύξηση των τιμών των ορυκτών καυσίμων κατά τη διάρκεια των έξι μηνών πολέμου στην Ουκρανία, με τις εισαγωγές από την ΕΕ να αντιστοιχούν σε περισσότερο από το μισό αυτού του ποσού. Και παρά το γεγονός ότι η ενεργειακή κρίση διαρκώς επιδεινώνεται, καθιστώντας ορατό τον κίνδυνο ύφεσης, η πρόεδρος της Κομισιόν έχει απορρίψει το ενδεχόμενο παρέμβασης στο χρηματιστήριο ενέργειας, το οποίο τροφοδοτεί τα υπερκέρδη των παρόχων ενέργειας εις βάρος των καταναλωτών. Επιπλέον η Κομισιόν προτείνει στήριξη των εταιρειών παροχής ενέργειας, ώστε «να αντιμετωπίσουν την αστάθεια των αγορών»!

Ο Τζεντιλόνι επισήμανε ότι οι τιμές του αερίου ήταν στα τέλη Αυγούστου 20 φορές υψηλότερες εκείνων που ήταν πριν από την πανδημία της Covid-19 και σχεδόν διπλασιάστηκαν σε σύγκριση με τον Ιούλιο, όταν η Κομισιόν δημοσιοποίησε τις τελευταίες οικονομικές προβλέψεις της. Ταυτόχρονα, ο πληθωρισμός κατέρριψε νέο ρεκόρ στην ευρωζώνη τον Αύγουστο, φθάνοντας το 9,1%, ενώ όπως είπε ο επίτροπος Οικονομίας «οι συνθήκες χρηματοδότησης στενεύουν ταυτόχρονα στην Ευρώπη και στον κόσμο. Το ευρώ έπεσε κάτω από την ισοτιμία 1:1 προς το δολάριο για πρώτη φορά εδώ και 20 χρόνια και οι εξελίξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Κίνα δείχνουν πως η εξωτερική ζήτηση θα παραμείνει αδύναμη».

Όμως αυτό είναι αποτέλεσμα της τυφλής πρόσδεσης της ΕΕ στην πολιτική των ΗΠΑ, κάτι που οδηγεί τις ευρωπαϊκές οικονομίες στα πρόθυρα μεγάλης οικονομικής κρίσης.

Αν οι τιμές του φυσικού αερίου παραμείνουν στα σημερινά αστρονομικά επίπεδα ή ακόμα χειρότερα σημειώσουν άνοδο, που είναι και το πιθανότερο, εκατοντάδες μεγάλα ευρωπαϊκά μονοπώλια θα αναγκαστούν να μειώσουν ή να σταματήσουν την παραγωγή τους. Ουσιαστικά, πολλά από αυτά που μέχρι σήμερα δέσποζαν στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα μπορεί να σβήσουν από το χάρτη.

Οικονομικοί ιθύνοντες στην ΕΕ προβλέπουν ότι η ευρωπαϊκή οικονομία θα χάσει πολλές κρίσιμες βιομηχανίες και θα υποστεί τα επόμενα χρόνια καταστροφικό πλήγμα σε επίπεδο ανταγωνιστικότητας με τις οικονομίες των άλλων μεγάλων καπιταλιστικών κέντρων, ιδιαίτερα της Κίνας και των ΗΠΑ. Ακόμη και αν οι τιμές παραμείνουν στα σημερινά επίπεδα για πολύ, οι συνέπειες θα είναι εξ ίσου καταστροφικές, αφού οι τιμές αυτές είναι περίπου 20 φορές υψηλότερες από τα «φυσιολογικά» επίπεδα πριν την κρίση.

Το χειρότερο είναι ότι και αν η Ευρώπη καταφέρει να απεξαρτηθεί από το ρωσικό φυσικό αέριο και οι συνθήκες στην ενεργειακή αγορά εξομαλυνθούν, οι τιμές με τις οποίες θα λειτουργούν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα συνεχίσουν να είναι 2 με 3 φορές υψηλότερες απ’ ό,τι στις ΗΠΑ και την Κίνα. Κατά συνέπεια, ακόμη και οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που θα επιβιώσουν, τον ερχόμενο και τους επόμενους χειμώνες θα κληθούν να λειτουργήσουν με σημαντικό χάσμα ανταγωνιστικότητας απέναντι στους άλλους. Άρα, και να ομαλοποιηθεί η κατάσταση τα επόμενα χρόνια, η Ευρώπη θα έχει χάσει σημαντικό έδαφος σε σύγκριση με την Αμερική και την Κίνα.

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το