«Μα καλά, δεν έχεις λογαριασμό στο Τουίτερ; Ούτε στο Φέισμπουκ; Στο Ινσταγκραμ; Στο Φλικρ, έστω, για τις φωτογραφίες σου; Σοβαρά μιλάς τώρα; Σε λίγο θα μας πεις ότι δεν έχεις και κινητό, δημοσιογράφος άνθρωπος… ΤΙΙΙΙΙ; ΟΝΤΩΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΚΙΝΗΤΟ; Και πώς ζεις, δηλαδή, εν έτει 2020; Πώς επικοινωνείς με τους άλλους; Είσαι ένας πρωτόγονος, ένας λουδίτης, ένας μοντέρνος Νεάντερταλ!».

Ο παραπάνω διάλογος δεν είναι φανταστικός. Για την ακρίβεια τον έχω ακούσει εκατοντάδες φορές την τελευταία εικοσαετία, με στόχο των επικρίσεων, όπως καλά το καταλάβατε, εμένα τον ίδιο. Διότι ναι, είναι αλήθεια: λίγο οι πολιτικοκοινωνικές εμμονές μου, λίγο το γαϊδουρινό πείσμα μου, λίγο η μόνιμη αντιδραστική τάση μου να μην ακολουθώ τις τάσεις και τις μόδες των γύρω μου, λίγο τέλος ο αθεράπευτα «ρετρο-σεξουαλ» χαρακτήρας μου, που πάντα μ’ έκανε να δίνω μεγαλύτερη έμφαση στην προσωπική επαφή με φίλους, συγγενείς και συνεργάτες, όλα αυτά μαζί και πολλά ακόμη με έχουν οδηγήσει να είμαι ώς και σήμερα ένας από τους τελευταίους των Μοϊκανών: ένας… αν-αρχισυντάκτης χωρίς κινητό τηλέφωνο και χωρίς καμιά παρουσία σε μέσα κοινωνικής, ή όπως επίμονα προτιμώ να τα αποκαλώ, αντι-κοινωνικής δικτύωσης. Ενας Νεάντερταλ…

Εντάξει, ας μην υπερβάλλουμε – μπορεί να είμαι λουδίτης, αρνητής της μοντέρνας τεχνολογίας, αλλά στην πραγματικότητα είμαι ένας επιλεκτικός λουδίτης, με ένα σπίτι και ένα γραφείο γεμάτο υπολογιστές, ταμπλέτες και ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές. Τι θα ήμουν αλήθεια, κι εγώ κι όλοι οι συνάδελφοί μου, χωρίς το Ιντερνετ; Η μέρα μου ξεκινά και τελειώνει με μια τσάρκα στα μεγαλύτερα ΜΜΕ του κόσμου- και αυτό είναι ανεκτίμητο. Παράλληλα έχω δημιουργήσει (και μη ρωτήσετε πως…) μια εκπληκτική ψηφιακή συλλογή από χιλιάδες σπάνιες ταινίες, δεκάδες χιλιάδες μουσικά κομμάτια και εκατοντάδες χιλιάδες βιβλία, έναν πραγματικό θησαυρό γνώσης και τέχνης που δέκα ζωές δεν φτάνουν για να τα δω/ακούσω/διαβάσω όλα.

Τι απίστευτος πλούτος! Και να σκεφτεί κανείς ότι μεγάλωσα με ασπρόμαυρη τηλεόραση, ενώ ως νεαρός δημοσιογράφος πρόλαβα την εποχή που κάναμε ακόμα…αληθινό κόπι-πέιστ: όταν θέλαμε να αντιγράψουμε κάτι, π.χ. μια δήλωση αξιωματούχου, κόβαμε με το κοπίδι τα τηλεγραφήματα του ΑΠΕ, τα κολλάγαμε με σελοτέιπ στο κενό που είχαμε αφήσει επίτηδες στο δακτυλογραφημένο κείμενό μας και το στέλναμε στους φωτοσυνθέτες και τους μοντέρ.

Σας βεβαιώνω πάντως πως δεν είναι καθόλου εύκολο να ζεις έτσι, σαν… απόκληρος της ψηφιακής εποχής. Οχι γιατί στερούμαι κάποιας μορφής επικοινωνία ή δράση (ευτυχώς οι φίλοι, σύντροφοι και συγγενείς μου με αγαπάνε κι έτσι, ή τέλος πάντων με ανέχονται, ακόμα κι όταν με κράζουν μπροστά στους τρίτους), αλλά γιατί όταν ζεις χωρίς κινητό και αντι-σόσιαλ μίντια, ο κόσμος μας μοιάζει απολύτως σουρεαλιστικός. Ξέρετε τι είναι να βγαίνεις ραντεβού με μια κοπέλα ή να πηγαίνεις για καφέ με το παρεάκι και να είναι όλοι, μα ΟΛΟΙ ΣΥΝΕΧΕΙΑ κολλημένοι στις οθόνες τους; Φυσικά και το ξέρετε, το ζείτε και οι ίδιοι καθημερινά – απλά στην πλειονότητα των περιπτώσεων συμμετέχετε και οι ίδιοι στον εγκεφαλικό (και εν τέλει κοινωνικό, όπως θα δούμε παρακάτω) ευνουχισμό σας.

Κοινώς, λυπάμαι που το λέω, αλλά οι περισσότεροι από εσάς -νέοι, γέροι και παιδιά- έχετε γίνει τζάνκια της άχρηστης πληροφορίας, για να μην πω ότι έχετε πάθει κανονικότατο ψηφιακό μιθριδατισμό! Και στην προσπάθειά σας να «επικοινωνήσετε» περισσότερο, κλείνεστε όλο και περισσότερο στις οθόνες και τα «κουτάκια σας», «Alone Together» (Mονοι μαζί) όπως προφητικά είχε τιτλοφορήσει ήδη από το 2007 το ομώνυμο βιβλίο της η καθηγήτρια του ΜΙΤ, Σούζαν Tερκλ. Στο οποίο ανέλυε διεξοδικά και τεκμηριωμένα πώς οι σύγχρονοι άνθρωποι, συλλέγοντας εκατοντάδες ή και χιλιάδες «φίλους» και «ακολούθους», πέφτουν θύματα μιας ψευδεπίγραφης συντροφικότητας μπερδεύοντας τα τουίτ και τα ποστ με την αυθεντική διαπροσωπική επικοινωνία.

Μια διαδικασία μόνιμης διασύνδεσης που, όπως όλοι κατά βάθος ξέρουμε, αλλά λίγοι παραδέχονται, οδηγεί στην πιο βαθιά μοναξιά, καθώς οι πραγματικοί συναισθηματικοί δεσμοί μας βουλιάζουν στον ψηφιακό βάλτο. Κι έτσι φτάνουμε σε «σχέσεις», «φιλίες», ακόμα και «έρωτες» χωρίς ανθρωπιά, που ξεκινούν και τελειώνουν με γραπτά μηνύματα…

Γιατί σας τα λέω όλα αυτά; Ενας λόγος είναι η πανδημία και η επικείμενη, όπως όλα δείχνουν, νέα καραντίνα, αφού οι υπερμοντέρνες κοινωνίες μας με τα εκπληκτικά επικοινωνιακά τους εργαλεία αποδεικνύονται όπως φαίνεται ανίκανες να πείσουν τον μόνιμα διασυνδεδεμένο, αλλά διόλου εξυπνότερο πληθυσμό τους να κάνει αυτό που έκαναν με επιτυχία οι… αγράμματοι πρόγονοι με την ισπανική γρίπη το 1919 – να βάλουν δηλαδή μια γαμημένη μάσκα και να κρατάνε τις αποστάσεις μέχρι να περάσει το κακό. Αντιθέτως, τα αντικοινωνικά δίκτυα αποδείχτηκαν ιδανική θερμοκοιτίδα για την ανάπτυξη και διασπορά των πιο απίθανων θεωριών και φέικ νιουζ για τον κορονοϊό.

Ενας δεύτερος λόγος είναι όμως ότι αυτό τον καιρό όλο και περισσότεροι μιλούν και γράφουν για ένα νέο ντοκιμαντέρ που σε μεγάλο βαθμό δικαιώνει τις αιρετικές απόψεις μου για το θέμα, το ήδη διάσημο «Social Dilemma» του Τζεφ Ορλόφσκι. Το είδα λοιπόν κι εγώ – ομολογώ «πειρατικά» κατεβασμένο μέσω τόρεντ, καθότι δεν διαθέτω χρόνο για Νετφλιξ ή οποιουδήποτε άλλου είδους «τηλεόραση».

Ενα πολύτιμο φιλμάκι που όντως χρησιμοποιεί υποδειγματικά τις (συχνά απολογητικές σε βαθμό αυτομαστίγωσης!) μαρτυρίες πρωτοκλασάτων στελεχών της ιντερνετικής βιομηχανίας για να σε καθηλώσει, κρατώντας μπροστά σου έναν καθρέφτη και αποδεικνύοντας ότι στη συγκεκριμένη αγορά το προϊόν είσαι… εσύ, δηλαδή ο ίδιος ο χρήστης, και ο μοναδικός αλγόριθμος που σε συνοδεύει και καταγράφει τις διασυνδέσεις σου, τις καταναλωτικές σου συνήθειες και τις εξατομικευμένες προτιμήσεις σου.

Δεν θα πω πολλά, απλώς συστήνω να κλείσετε για λίγο τα κινητά σας, να αποσυνδεθείτε από τις πάσης φύσεως πλατφόρμες που σας κρατούν δέσμιους και να το δείτε. Οχι, δεν πρόκειται να σας κάνει να αλλάξετε τρόπο ζωής – αυτό είναι ουτοπικό, ο ψηφιακός εθισμός είναι πανίσχυρος, τα στερητικά θυμίζουν πρέζα. Αλλά τουλάχιστον θα καταλάβετε πως νιώθω εγώ και οι λιγοστοί ομοϊδεάτες μου κάθε φορά που βρίσκομαι σε μια ομήγυρη ψηφιακών ζόμπι!

Και ίσως συνειδητοποιήσετε κι εσείς πως αυτό που ζούμε δεν είναι τίποτε λιγότερο από ένα παγκόσμιο κοινωνικό πείραμα ακραίας εξατομίκευσης, με δισεκατομμύρια «χρήστες» να προσφέρουν καθημερινά και εθελοντικά τον εαυτό τους σαν πειραματόζωα και να κλείνονται μόνοι τους στα ψηφιακά κλουβιά, αυτοκαταδικασμένοι σε συναισθηματικό θάνατο, σε εικονική ζωή…

Πηγή: Γιώργος Τσιάρας – efsyn.gr

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το