Όπως κάθε μεγάλο γεγονός έτσι και ο κορονοϊός έχει δευτερεύουσες και τριτεύουσες πλευρές, πολλές φορές αθέατες για την πρόχειρη και βιαστική ματιά. Μία από αυτές είναι η χειραγώγηση (μανιπουλάρισμα) του κόσμου από την κρατική εξουσία. Με αφορμή την πανδημία εξαπλώθηκε, εφαρμόζεται, διαφημίζεται μία τεράστιας έκτασης πολιτική που έχει αποδέκτες τις πλατειές μάζες. «Μένουμε σπίτι», δυνάμεις καταστολής παντού, κρατικοί διαφημιστές. Και οπωσδήποτε ένα τσούρμο δημοσιολόγοι καταμετρούν, παίρνουν τον λαϊκό σφυγμό, κοιτάζουν πόσο έπιασε το φάρμακο, δημοσκοπούν, αερολογούν. Την ίδια ώρα τα νοσοκομεία στενάζουν από ελλείψεις, τα βασικά υγειονομικά μέσα λείπουν, γεμίσαμε χωροφύλακες, λείπουν οι γιατροί. Κάθε γειτονιά έχει δυο-τρεις εκκλησίες αλλά κανένα κέντρο υγείας και περισσότερο χώρο καταλαμβάνουν οι ανοησίες για τον επιτάφιο αλλά λιγότερο οι σοβαρές επιστημονικές συζητήσεις για τα αναγκαία τεστ σ’ όλο τον πληθυσμό. Δείγμα καθυστερημένης χώρας.

Αλλά η εξάπλωση του φόβου είναι ισχυρότερη από τον ιό! Το μένουμε σπίτι και όλα τα συμπαραμαρτούντα είναι πιο δυνατά από την επιδημία. Σε πολλά χωριά της πατρίδας μας, όπου υπάρχει η γνωριμία και η επωνυμία, δυνάμωσαν τα «καρφώματα» και οι κλήσεις στην αστυνομία, ενώ παρατηρείται να μη μιλάνε οι συγγενείς μεταξύ τους. Ο φόβος ζει και βασιλεύει, ο αόρατος εχθρός δεν είναι ο ιός αλλά ένα αδιαπέραστο κλίμα φοβίας· ίδια εγγλέζικη ομίχλη. Δεν πρόκειται για την παλιά ξενοφοβία, την προσφυγοφοβία ή την ιοφοβία γενικώς. Πρόκειται για την αλλοφοβία, όπου ο διπλανός είναι εν δυνάμει φορέας της πανδημίας, πρόσωπο αποβλητέο εις το πυρ το εξώτερο, εχθρός και αντίπαλος. Αυτό που μερικά και όχι για πολύ κατόρθωσε η άρχουσα τάξη και τα δεκάδες παπαγαλάκια της είναι να φοβηθούμε τον γείτονα, την οικογένειά μας, τον παππού και τη γιαγιά, τα παιδιά και τ’ αδέλφια μας, τον άλλο εν γένει ως φορέα του κακού.

Στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές χώρες με ατμομηχανή τις ΗΠΑ, οι εργασιακές σχέσεις τροποποιήθηκαν και η ανεργία έφτασε -αν δεν πέρασε- τα επίπεδα του μεγάλου κραχ του 1929. Και από πάνω όλα τα όπλα τους σημαδεύουν ώστε η επόμενη μέρα να προσομοιάζει την κόλαση και να την ξεπερνά.

Η απάντηση βεβαίως δεν είναι οι ειδικοί, οι ψυχίατροι, οι ψυχολόγοι· όσο κι αν σέβεται κανείς τα διάφορα επαγγέλματα.
Η απάντηση είναι η συντροφικότητα, η ομαδικότητα, τα πανό στα νοσοκομεία, η ομαδική αντίσταση, το «δε φοβάμαι» αν θέλετε, συνδυασμένο με το «παίρνω μέτρα αυτοπροφύλαξης».

Αλλά αν αφήσουμε το φόβο του φόβου να κυριαρχήσει παγερά, τότε ο ιός μπορεί να μηδενιστεί, αλλά ένα κύμα μαυρίλας θα κυριαρχήσει στην κοινωνία και οι άρχουσες συμμορίες θα τρίβουν τα χέρια τους. Γιατί παγίωσαν για μεγάλο χρονικό διάστημα την αλλοφοβία. Γιατί ο κάθε ξεχωριστός άνθρωπος θα νομίζει ότι βρίσκει παρηγοριά, ασφάλεια και αποκούμπι κάτω από τις φτερούγες του κράτους και των δυνάμεων καταστολής. Και αυτό θα είναι χειρότερο από την κήρυξη μιας χούντας ή για να το πούμε διαφορετικά, η χούντα θα φοράει άσπρες στολές και θα κρύβει το μαστίγιο πίσω από σύριγγες και ιατρικές συμβουλές.

Θανάσης Τσιριγώτης

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το