Δημήτρης Κουσουρής*

Οι τρόποι με τους οποίους πολλοί δωσίλογοι της Κατοχής 1941-1944, πρώην συνεργάτες των δυνάμεων του Αξονα, επανεντάχθηκαν στον «εθνικό κορμό» στα χρόνια του Εμφυλίου κι έπειτα, αποτελεί ένα από τα πιο κοινά «απωθημένα» της σύγχρονης ιστορίας της χώρας που ξαναέρχονται, με διάφορες αφορμές, στην επιφάνεια.

Η πιο πρόσφατη από αυτές, που εμπλέκει έναν απόγονο του αντιστράτηγου Παναγιώτη Δεμέστιχα, υπουργού Εσωτερικών στην πρώτη κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου, με διάφορα μέλη του υπουργικού συμβουλίου της σημερινής κυβέρνησης και τον ίδιο τον πρωθυπουργό, φανερώνει καταρχάς πως ο αντιστράτηγος φρόντισε για την υστεροφημία του…

Η υπόθεση αφορά το ταφικό μνημείο του Αντωνίου Παπαδάκη, εθνικού ευεργέτη από την Κρήτη στο Α’ Νεκροταφείο, που έχει χαρακτηριστεί μνημείο και κοσμείται με ένα γλυπτό του Γ. Βρούτου, το οποίο αφιέρωσε το Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1878 στον ευεργέτη του.

Ο δωσίλογος αντιστράτηγος κατάφερε τα χρόνια 1947-1952 να αποκτήσει την κυριότητα του τάφου, τον οποίο επέλεξε για τελευταία του κατοικία. Μια μαρμάρινη προτομή του τοποθετήθηκε εκεί, μετατρέποντας τη θρηνούσα Επιστήμη του Βρούτου σε ρομαντικό φόντο της δικής του «δόξας». Πρόσφατα, η Διεύθυνση Προστασίας και Αναστήλωσης Νεωτέρων και Σύγχρονων Μνημείων του ΥΠΠΟ «τόλμησε» να εισηγηθεί την απομάκρυνση της προτομής του δoσίλογου και άλλων μεταγενέστερων επεμβάσεων στο μνημείο.

Η ιστορία αυτή πιθανώς δεν θα είχε έλθει στη δημοσιότητα, αν ο ίδιος ο Πάνος Λαζαράτος, καθηγητής Διοικητικού Δικαίου στη Νομική Σχολή Αθηνών, και απόγονος του Δεμέστιχα, δεν είχε ευχαριστήσει δημόσια τους πρωθυπουργό, υπουργό Πολιτισμού, υπουργό Επικρατείας και τον γραμματέα της Κ.Ο. της Ν.Δ. για την προσωπική τους παρέμβαση, με την οποία ανακλήθηκε η σχετική εισήγηση πριν καν συζητηθεί!

Αν λάβουμε υπόψη όλες τις ιδιότητες των προσώπων που εμπλέκονται σε αυτήν την ιστορία, οι ψηφίδες συνθέτουν μια κάπως γκροτέσκα μεν, πλην όμως διδακτική εικόνα. Ενας καθηγητής Διοικητικού Δικαίου, ήτοι του κλάδου της νομικής επιστήμης που μελετά τους κανόνες που ρυθμίζουν τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης σε ένα κράτος δικαίου, ευχαριστεί επωνύμως τον πρωθυπουργό και άλλα μέλη της κυβέρνησης για μια απροκάλυπτη πολιτική παρέμβαση σε μια ατομική διοικητική πράξη, αναγνωρίζοντας μάλιστα ευθέως ότι αυτό συνέβη καθ’ υπέρβαση των κείμενων κανόνων και διαδικασιών, αφού οι εμπλεκόμενοι το θεώρησαν «ΖΗΤΗΜΑ ΤΙΜΗΣ [sic] μιας οικογένειας και μιας Κυβερνήσεως». Η ρητή ταύτιση της πολιτικής τιμής της Ν.Δ. με αυτής των δωσιλόγων και των απογόνων τους γίνεται ασφαλώς διά της αποσιώπησης ή υποβάθμισης της πολιτείας του προγόνου κατά την Κατοχή και της μετέπειτα καταδίκης του.

Στις «Αναμνήσεις» του αντιστράτηγου, που εκδόθηκαν πρόσφατα (2002) από τις νεοφασιστικές εκδόσεις Πελασγός, η πολιτεία του κατά την Κατοχή υποβαθμίζεται, προς όφελος κυρίως της οικογενειακής του γενεαλογίας και της συμμετοχής του στις πολεμικές περιπέτειες της δεκαετίας 1912-1922.

Πριν οικειοποιηθεί τον τάφο του Κρητικού ευεργέτη, ο Μανιάτης αξιωματικός πολέμησε σε όλους τους πολέμους από τους Βαλκανικούς του 1912-1913 και μετά (Α’ Παγκόσμιο, εκστρατεία της Ουκρανίας, Μικρά Ασία), για να εμπλακεί στα διάφορα (φιλομοναρχικά) στρατιωτικά κινήματα κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου και να αναρριχηθεί στις ανώτερες κλίμακες της ιεραρχίας. Διοικητής του Ε’ Σώματος Στρατού στον Β’ Π.Π., συνομολόγησε μαζί με τους Τσολάκογλου και Μπάκο την ανακωχή και την παράδοση στις δυνάμεις του Αξονα, ανέλαβε δε αμέσως μετά υπουργός Εσωτερικών στην πρώτη κατοχική κυβέρνηση.

Αν και βασιλόφρων, υπασπιστής του Γεωργίου Β’ μετά την παλινόρθωση του 1935, από τους πρώτους μήνες της Κατοχής δημοσίευσε άρθρα υποστήριξης του Αξονα και καταδίκης της φιλοσυμμαχικής πολιτικής του βασιλιά και της κυβέρνησής του. Μετά την απελευθέρωση συνελήφθη, καταδικάστηκε από το Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων σε 20 χρόνια ειρκτή κατά συγχώνευση, για προπαγάνδα υπέρ του εχθρού και για διευκόλυνση του έργου των δυνάμεων Κατοχής. Εμεινε στη φυλακή ώς το 1951.

Η αναγωγή των δεινών της Κατοχής σε πρόσκαιρη και ενοχλητική λεπτομέρεια υπήρξε εξαρχής κοινός τόπος της ιδεολογίας και της πολιτικής ηθικής των δωσιλόγων, καθώς και της «γκρίζας ζώνης» του αντικομμουνισμού αλλά και της μεταπολεμικής εθνικοφροσύνης. Από αυτή τη σκοπιά η αυθαίρετη ιδιοποίηση του ταφικού μνημείου ενός εθνικού ευεργέτη χωρίς απογόνους, με άλλα λόγια η απόπειρα οικειοποίησης του εθνικού παρελθόντος με ξένα κόλλυβα, μοιάζει τελείως σύστοιχη. Τελικά αυτό το παρελθόν δεν λέει να παρέλθει! Αντιθέτως, συνεχίζει να επιστρέφει στη δημόσια συζήτηση για καλό ή, συχνότερα, για κακό. Εκείνο που μοιάζει πιο επικίνδυνο για το σήμερα είναι ο λόγος για τον οποίο το συζητάμε: η φερόμενη δηλαδή φροντίδα της κυβέρνησης για τη «σωτηρία» της προτομής, και δι’ αυτής, τη σωτηρία της υστεροφημίας του δωσίλογου αντιστράτηγου Δεμέστιχα. Η συνέχεια του κράτους, από την εμφυλιοπολεμική του πλευρά…

* επίκουρος καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, συγγραφέας του βιβλίου «Δίκες των δoσιλόγων 1944-1949. Δικαιοσύνη, συνέχεια του κράτους και εθνική μνήμη» (εκδ. Πόλις).

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το