Η διαδικασία επανένωσης των κομμουνιστών της Ελλάδας σε ένα κόμμα σε επαναστατική βάση είναι μία πολύ σύνθετη και μακρόχρονη υπόθεση. Πρώτα από όλα, η συγκρότηση ενός κόμματος αντιρεβιζιονιστικού έχει ένα επιπρόσθετο πολιτικό καθήκον σε σχέση με το ρεβιζιονιστικό, το οποίο τις περισσότερες φορές έχει, συν τοις άλλοις, το πλεονέκτημα της διατήρησης της “σφραγίδας”: την αναζήτηση των αιτιών για τις οποίες επικράτησε ο ρεβιζιονισμός. Αυτό το καθήκον δεν είναι απλώς ένα ακόμα: εύκολα μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω διάσπαση των αντιρεβιζιονιστών, αφού η συμφωνία για το “τι έφταιξε” δύσκολα μπορεί να είναι απόλυτη. Και ούτε και τυχόν σύμπτωση στην ερμηνεία του παρελθόντος υποχρεώνει σε μελλοντική συμπόρευση (Βλ. διλήμματα όπως “ανασυγκρότηση του παλιού, καλού κόμματος ή νέος φορέας” και “εύρεση νέου “κέντρου” ή ανεξαρτησία”). Επιπλέον, σε σύγκριση με τους ρεβιζιονιστές, οι αντιρεβιζιονιστές έχουν ένα επιπλέον οργανωτικό καθήκον: το να συγκροτείς κυριολεκτικά από το μηδέν πολιτικές οργανώσεις μαχητικού τύπου δεν είναι εύκολο πράγμα. Μόνο σε όσες περιπτώσεις άμεσα συνέχισαν οι αντιρεβιζιονιστές να είναι οργανωμένοι πολιτικά και να διεξάγουν τον αγώνα μπόρεσαν να επικρατήσουν των ρεβιζιονιστών (βλ. ΚΟ Τασκένδης ΚΚΕ, Βραζιλία, Σρι Λάνκα). Αντίθετα, η χρονική καθυστέρηση στην οργανωτική ανασυγκρότηση αφήνει τον ρεβιζιονισμό ως και να μονοπωλεί την “σφραγίδα” του ηρωικού κόμματος το οποίο ο ίδιος διέλυσε: κι αυτό γιατί, τα οργανωτικά καθήκοντα δεν υπάρχουν μόνο όσον αφορά τα μέλη του κόμματος, αλλά και τους φίλους και συναγωνιστές. Αν οι ίδιοι οι κομμουνιστές δεν θέλουν και πολύ να ιδιωτεύσουν όταν μένουν μακριά από μια οργανωμένη πολιτικά ζωή ή από αγωνιστική δράση, ακόμα πιο εύκολη είναι η ιδιώτευση για ανένταχτους συμπαθούντες και συναγωνιστές.

Όμως, αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με τους υπάρχοντες φίλους και συναγωνιστές, αλλά, όσο περνάνε τα χρόνια και οι δεκαετίες, έχει να κάνει και με τις νέες γενιές, που τελικά δεν γνωρίζουν παρά το ρεβιζιονιστικό κόμμα. Κι ας μην ξεχνάμε ότι ο ρεβιζιονισμός δεν είναι απλά ένας δεξιός οπορτουνισμός ή ρεφορμισμός. Αντίθετα, έχει μία διπλή διάσταση: αφ’ενός συκοφαντεί έμπρακτα, αφ’ετέρου όμως “διαφημίζει” τον κομμουνισμό, και αποτελεί συχνά είτε το “πρώτο σχολείο” πολλών νέων αγωνιστών, είτε νομιμοποιεί συνολικότερα το κομμουνιστικό κίνημα σε μια χώρα, που ενίοτε δύσκολα θα μπορούσε να διατηρηθεί νόμιμο (τυπικά ή πολιτικά), αν δεν υπήρχε το ρεβιζιονιστικό κόμμα, έστω και με τα κομπρεμί του με την αστική εξουσία. Σκληρό, αλλά αληθινό κάτι τέτοιο. Έτσι, όσο δεν γίνονται πραγματικά βήματα στην διαδικασία επανένωσης των κομμουνιστών σε ένα κόμμα σε επαναστατική βάση, αρχίζει από ένα σημείο και μετά να υπάρχει ως και “παρασιτισμός” των αντιρεβιζιονιστών έναντι του ρεβιζιονιστικού κόμματος.

Η αναγνώριση μιας τέτοιας αρνητικής εξέλιξης για την αντιρεβιζιονιστική υπόθεση δεν προκρίνει κανέναν συμφιλιωτισμό με τον ρεβιζιονισμό, όπως θα μπορούσε να συνάγει κανένας φαντασιόπληκτος “αντιρεβιζιονιστής” που νομίζει ότι όσο πιο “αριστερά” πράγματα λέει, τόσο πιο επαναστάτης είναι. Το τελευταίο, μάλιστα, παράδειγμα, του φαντασιόπληκτου “αντιρεβιζιονιστή”, είναι ένας υπαρκτός κίνδυνος για την αντιρεβιζιονιστική υπόθεση. Τι πιο φυσιολογικό, όταν ο ρεβιζιονισμός εισβάλλει από τα δεξιά, να στρίψει κανείς το τιμόνι “αριστερά”, και μιας και είναι εκφυγή από τις αρχές ο ρεβιζιονισμός, να προσφεύγει στα κείμενα των κλασικών του μαρξισμού, για να δει ποιες είναι αυτές οι αρχές. Όμως, κατ’ αυτό τον τρόπο, εύκολα μπορεί να υπάρξει ο κίνδυνος (μαζί με την ατελείωτη αναζήτηση των αιτιών της επικράτησης του ρεβιζιονισμού) να σταθεί κανείς, από ένα σημείο και μετά, περισσότερο στη θεωρία παρά στην πράξη. Κι έτσι, η αναμέτρηση με το ρεβιζιονισμό καταντά να μην έχει πρακτικό αντίκρυσμα, να μη διεξάγεται στις πλατιές μάζες, αλλά περισσότερο να είναι “εσωτερική υπόθεση” των κομμουνιστών, κάτι που ευνοεί αντικειμενικά το ρεβιζιονισμό, που συνεχίζει ακάθεκτος το καταστροφικό του έργο.

Το να μη θέλουν, άλλωστε, οι ίδιοι οι αντιρεβιζιονιστές να μιλούν για τις μεθόδους επιβολής του ρεβιζιονισμού στο κομμουνιστικό κίνημα είναι έτσι κι αλλιώς μεγάλος, αφού, πράγματι, ως ένα σημείο, είναι σαν να πυροβολούν τα πόδια τους. Αν οι ίδιοι δεν μπορούν να εξηγήσουν τις ανηλεείς διώξεις που οι ίδιοι υπέστησαν από τους ρεβιζιονιστές, είναι προφανές ότι είναι δυσκολότερο να μπορέσουν οι συμπαθούντες και οι συναγωνιστές, με χαμηλότερο πολιτικό επίπεδο, να κατανοήσουν ότι οι ρεβιζιονιστικές πρακτικές δεν έχουν σχέση με το πραγματικό κομμουνιστικό κίνημα, αλλά είναι αστική προέκταση-καρκίνωμα εντός αυτού.

Σε όλα αυτά τα δύσκολα καθήκοντα και πλαίσια, προστίθενται και νεότερα. Μετά το 1956, δεν είδαμε μόνο το ρεβιζιονισμό να εκδηλώνεται ως λικβινταρισμός, δεξιός οπορτουνισμός και υποταγή στη σοσιαλδημοκρατία, αλλά είδαμε και διαφορετικές πτυχές του, καθότι ευρισκόμενος σε κυβερνητικές θέσεις. Είδαμε επίσης και νέα φαινόμενα στη διεθνή σκηνή και την κοινωνία: την απόσπαση των μικροαστικών στρωμάτων από την καθοδήγηση της εργατικής τάξης και την έναρξη της πολιτικής τους έκφρασης σε πολύ περισσότερες χώρες σε σχέση με το παρελθόν (απότοκο του μεταπολεμικού “κράτους πρόνοιας”), τον ισλαμισμό ως ανεξάρτητο κίνημα και ενίοτε με αντιιμπεριαλιστικές αιχμές που θα ζήλευαν οι ρεβιζιονιστές, τη μετατροπή του ρεβιζιονισμού στην εξουσία από μεγαλοκρατικό σε ιμπεριαλιστικό, αλλά και – αλλού – από υπερασπιστή της ανεξαρτησίας σε κίνημα μείωσης της πραγματικής ανεξαρτησίας, οι μεταλλάξεις του ρεβιζιονισμού σε “αριστερό” οπορτουνισμό και τροτσκισμό, η κατάρρευση του ρεβιζιονισμού και νέα καθήκοντα ερμηνείας αυτών των φαινομένων, η οποία ερμηνεία εύκολα θα μπορούσε να προκαλέσει περαιτέρω διασπάσεις.

Ας μην πάμε μακριά. Στο ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα, οι δυσκολίες ανασυγκρότησής του σε επαναστατική βάση ήταν ακόμα πιο μεγάλες, με δεδομένη τη διασπορά των ελλήνων κομμουνιστών σε τουλάχιστον εφτά χώρες, με διαφορετικές συνθήκες σε καθεμιά και, όσο περνούσαν οι δεκαετίες, με όλο και πιο διαφορετικές εμπειρίες και διαφορετικές ερμηνείες σε αυτά. Αν λάβουμε δε υπόψη ότι η διαδικασία ανασυγκρότησης δεν γινόταν σε συνθήκες εργαστηρίου, αλλά σε πόλεμο με διπλό μέτωπο, και με το ρεβιζιονισμό και με τον “καθαρό” ταξικό αντίπαλο, δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί σημειώθηκαν διασπάσεις.

Παρατίθεται παρακάτω η κοινή ανακοίνωση της Οργάνωσης Μαρξιστών Λενινιστών Ελλάδας και της μαρξιστικής λενινιστικής οργάνωσης των ελλήνων κομμουνιστών πολιτικών προσφύγων για την έναρξη της διαδικασίας συνένωσής τους το 1972. Η δεύτερη οργάνωση εκείνη την εποχή περιλάμβανε αντιρεβιζιονιστικά στελέχη που όμως είχαν αποδεχτεί την αυθεντικότητα επιστολών που αποδίδονταν – από την KGB που τις κυκλοφόρησε – στο Νίκο Ζαχαριάδη (με τις οποίες ανατρεπόταν η υπερδεκαετής πολιτική γραμμή έναντι του ρεβιζιονισμού, την ώρα ακριβώς που αυτή δικαιωνόταν – και μόνο αυτό αποδεικνύει την μερική έστω πλαστότητά τους). Μάλιστα κάποια, στη Ρουμανία, τις διακίνησαν επίσης στις τάξεις των αντιρεβιζιονιστών, σπέρνοντας, όπως ήταν φυσικό, σύγχυση, διάσπαση και πλήγματα στη μαζικότητα της ίδιας (δεν είναι μόνο η απόσταση από την Ελλάδα ο λόγος της απαίτησης των εκπροσώπων της ΟΜΛΕ για εγκατάλειψη της ονομασίας (ΚΚΕ(μ.λ.)). Εντούτοις, τέτοια στελέχη δεν ήταν μόνο γνωστά “κινεζόφιλα” (π.χ. Πολύδωρος Δανιηλίδης, που αναφέρει ότι οι Αλβανοί συκοφαντούσαν τον ΝΖ πριν καν τις επιστολές και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτοί ήταν η “αξιόπιστη πηγή” που μαρτυρούσε την “αυθεντικότητα” των επιστολών), καθώς υπήρξαν και στην Τασκένδη κάποια που τις αποδέχτηκαν και τις διακίνησαν, με τα ίδια, φυσικά, αρνητικά αποτελέσματα για την αντιρεβιζιονιστική ενότητα και υπόθεση.

Όπως και να’χει, ωστόσο, παρά τις διασπάσεις αυτές και τις αντικειμενικές και ρεβιζιονιστικής προέλευσης δυσκολίες της δεύτερης οργάνωσης να βαδίζει ως ενιαίος φορέας, όσο αργή κι αν ήταν η διαδικασία ενοποίησης (που έληξε για αυτές τις δύο οργανώσεις τον Οκτώβρη του 1974), καθώς πολύ σωστά έπρεπε να εντοπίζονται πρώτα τα σημεία πολιτικής συμφωνίας και διαφωνίας, δεν τιθόταν στην άκρη ο θεμελιακός στόχος: η επανένωση των ελλήνων κομμουνιστών σε επαναστατική βάση και αρχές, με επίκεντρο την Ελλάδα.

Απ’ αυτή την άποψη, η μελέτη ακόμα και των ενωτικών προσπαθειών αντιρεβιζιονιστικών οργανώσεων, ακόμα κι αν αυτές προέρχονται από διασπάσεις, μπορεί να συμβάλλει στην προσπάθεια για επαναφορά της συζήτησης στο πραγματικό επίδικο, με δεδομένο μάλιστα ότι, ειδικά τα τελευταία χρόνια, η διάθεση διάσπασης είναι ακόμα μεγαλύτερη.

Ανακοίνωση της οργάνωσης των μαρξιστών-λενινιστών της Ελλάδας και της μαρξιστικής-λενινιστικής οργάνωσης των πολιτικών προσφύγων απ’ την Ελλάδα στις ανατολικές χώρες

1.Μέσα στον Αύγουστο πραγματοποιήθηκε συνάντηση εκπροσώπων της οργάνωσης μαρξιστών-λενινιστών της Ελλάδας και της μαρξιστικής-λενινιστικής οργάνωσης των πολιτικών προσφύγων απ’ την Ελλάδα στις ανατολικές χώρες.

Οι δύο οργανώσεις, διαπιστώνοντας την συμφωνία τους στα βασικά πολιτικά και ιδεολογικά ζητήματα του ελληνικού και του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος, θεωρούν απαραίτητη μια συνοπτική τοποθέτηση πάνω στη γενικότερη πολιτική κατάσταση στη χώρα μας.

2.Η υποτελής και ξενόδουλη μεγαλοαστική τάξη της Ελλάδας δεν μπόρεσε και δεν θέλησε να λύσει οποιοδήποτε απ’ τα μικρά και μεγάλα προβλήματα της χώρας και του λαού και προτίμησε από παλιά το ρόλο του υπηρέτη και διεκπεραιωτή των ξένων συμφερόντων, παραδίνοντας την Ελλάδα στην ανεξέλεγχτη δικαιοδοσία του ιμπεριαλισμού.

Η αδιάκοπη παρουσία των ιμπεριαλιστών στην χώρα μας, οι οξύτατες συγκρούσεις τους για τον έλεγχό της και τελικά η οικονομική, πολιτική και στρατιωτική της πρόσδεση και υποδούλωση στα συμφέροντά τους, ήταν και είναι ο βασικός παράγοντας της κακοδαιμονίας της Ελλάδας και των δεινών του λαού της.

Η καταλήστευση της χώρας μας, η άγρια και βάρβαρη καταπίεση και εκμετάλλευση του ελληνικού λαού, εντάθηκαν ακόμα περισσότερο με την υπαγωγή της κάτω απ’ την κηδεμονία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Με την άμεση καθοδήγηση αυτού του τελευταίου επιβλήθηκε στην Ελλάδα η φασιστική μιλιταριστική διχτατορία της 21 Απρίλη του ’67. Έτσι, η αμερικάνικη παρουσία, μετά και τις τελευταίες συμφωνίες για τις μόνιμες βάσεις του 6ου στόλου, παίρνει όλο και περισσότερο χαραχτήρα ανοιχτής, απροσχημάτιστης κατοχής.

Οι γιάγκηδες ληστές κατέφυγαν στην λύση της φασιστικής διχτατορίας σπρωγμένοι απ’ την βαθιά κρίση του καθεστώτος της ξενοκρατίας και της υποτέλειας στην Ελλάδα. Η συνένωση κάτω απ’ το φασισμό της κατακερματισμένης μεγαλοαστικής τάξης για το ξεπέρασμα αυτής της κρίσης, με παράλληλη, έστω και προσωρινή, υποταγή του λαϊκοδημοκρατικού κινήματος, ήταν μια απ’ τις βασικές επιδιώξεις τους. Γιατί έτσι έλπιζαν και ελπίζουν στην ανεμπόδιστη χρησιμοποίηση της χώρας μας και σαν ορμητήριο στους τυχοδιωκτισμούς τους στη Μέση Ανατολή και στα Βαλκάνια και για το δυνάμωμα της στρατηγικής τους θέσης στην Ανατολική Μεσόγειο απέναντι στον καινούργιο ανταγωνιστής τους στην περιοχή αυτή, το σοβιετικό σοσιαλιμπεριαλισμό.

Παρ’ όλα αυτά, η κρίση στο στρατόπεδο των λακέδων του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού βάθυνε ακόμα περισσότερο μετά την 21 Απρίλη. Οι ριγμένοι αστοί πολιτικοί κρατούν για τον εαυτό τους το δικαίωμα του εντολοδόχου των ξένων και στη βάση αυτή αντιτίθενται στην κλίκα του Παπαδόπουλου. Ωστόσο, φασίστες και αντιπολιτευόμενοι με ανοιχτά φασιστικές μέθοδες όπως τώρα ο Παπαδόπουλος ή “με κοινοβουλευτικές” όπως παλιότερα οι Καραμανλής, Παπανδρέου και λοιπά, σε ένα είναι σύμφωνοι: στη διατήρηση της ξένης κυριαρχίας στην Ελλάδα, στη συνέχιση και ένταση της καταπίεσης και εκμετάλλευσης του λαού, στον αντικομμουνισμό, στο χτύπημα με κάθε μέσο του λαϊκοδημοκρατικού κινήματος.

Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός που αποτελεί τον υπ’ αριθμό ένα εχθρό του λαού μας και οι πολυποίκιλοι υποταχτικοί του στην Ελλάδα χρησιμοποιούν όλα τα μέσα για την διατήρηση των προνομίων τους, για να κρατάνε τη χώρα και το λαό κάτω απ’ την ξενική σκλαβιά με τη σημερινή, φασιστική, ή με μια άλλη, σαν τις παλιότερες, μορφή. Απ’ Αυτή την άποψη είναι χαραχτηριστικός ο ρόλος και η δραστηριότητα που αναπτύσσουν οι ριγμένοι αστοί πολιτικοί που αντιπολιτεύονται το φασισμό στη σημερινή φάση. Είναι ο ρόλος εφεδρείας των ξένων για εναλλαχτικές λύσεις με παράλληλη προσπάθεια εκτόνωσης των αγωνιστικών διαθέσεων του λαού και της νεολαίας και διοχέτευσής τους μέσα σε νόμιμα και αβλαβή πλαίσια.

Στις προσπάθειές τους αυτές που πατρονάρονται και καθοδηγούνται έντεχνα απ’ τους ξένους προστάτες τους, οι ριγμένοι αστοί πολιτικοί υποβοηθούνται αντικειμενικά απ’ την αρνητική παρουσία και την υπονομευτική δράση του ελληνικού ρεβιζιονισμού. Οι διορισμένοι απ’ την “6η πλατιά ολομέλεια” ρεβιζιονιστές ηγέτες μετά την χρουστσωφική επέμβαση στο ΚΚΕ εφάρμοσαν και εφαρμόζουν επάξια στον ελληνικό χώρο τα ηττοπαθή κηρύγματα του 20ού συνεδρίου. Τα κηρύγματα της ταξικής συμφιλίωσης και συνεργασίας, του “ειρηνικού δρόμου προς το σοσιαλισμό”, δηλαδή της ανοιχτής προδοσίας της λαϊκής επαναστατικής πάλης. Η αντεπαναστατική πολιτική κατεύθυνση και πραχτική τους πριν το πραξικόπημα αφόπλισε το λαϊκό κίνημα, αποπροσανατόλισε τους αγωνιστές και το λαό και οδήγησε στη χωρίς αντίσταση επιβολή του φασισμού στη χώρα μας.

Μετά την 21η Απρίλη, ο ελληνικός ρεβιζιονισμός, παραδέρνοντας μέσα σε μια βαθιά κι αγιάτρευτη πολιτικοϊδεολογική και οργανωτική κρίση, μπήκε στο δρόμο των διασπάσεων, της αποσύνθεσης και της διάλυσης. Ωστόσο, με την ίδια επιμονή εφαρμόζει την προαπριλιανή πολιτική της ταξικής συμφιλίωσης, με την ίδια επιμονή σέρνεται στην ουρά των πολιτικών σχηματισμών της μεγαλοαστικής τάξης και προβάλλει και υιοθετεί όλες τις ενέργειες και χειρισμούς τους, προδίνοντας για άλλη μια φορά τα συμφέροντα του λαού και του επαναστατικού κινήματος.

Οι παλιότερες και οι σημερινές πολιτικές εξελίξεις και η κατάσταση στη χώρα μας συνδέονται στενά και αποτελούν μέρος των γενικότερων πολιτικών εξελίξεων σε διεθνή κλίμακα. Η κατάσταση σε διεθνή κλίμακα χαραχτηρίζεται:

Από την πολιτική της βάρβαρης, απροκάλυπτης επίθεσης και του πολέμου, την πολιτική των ανοιχτών επεμβάσεων και των φασιστικών πραξικοπημάτων του ιμπεριαλισμού, κύρια του αμερικάνικου, ενάντια στους φιλειρηνικούς λαούς όλου του κόσμου.

Δίπλα στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό έκανε την εμφάνισή του τα τελευταία χρόνια ο σοβιετικός σοσιαλιμπεριαλισμός. Με το πρόσχημα της βοήθειας και της προστασίας των λαών και καλύπτοντας τις ενέργειές του πίσω από επαναστατική φρασεολογία, εκμεταλλευόμενος το επαναστατικό παρελθόν της Σοβιετικής Ένωσης, επιδίδεται στην ίδια πολιτική και χρησιμοποιεί ανάλογη μεθοδολογία μ’ αυτής του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού ενάντια στους λαούς.

Ο αμερικάνικός ιμπεριαλισμός κι ο σοβιετικός σοσιαλιμπεριαλισμός είναι οι πιο μεγάλοι εχθροί των λαών. Η συμπαιγνία ΕΠΑ-ΕΣΣΔ για την παγκόσμια ηγεμονία, αποτελεί μεγάλη απειλή για τους λαούς όλου του κόσμου και για τον ελληνικό λαό.

Ο αγώνας ενάντια στον ιμπεριαλισμό, κύρια τον αμερικάνικο που δέχεται τα πλήγματα απ’ τα απελευθερωτικά κινήματα των επαναστατών λαών και σε πρώτη γραμμή των ηρωικών λαών της Ινδοκίνας, και ο αγώνας ενάντια στον ρεβιζιονισμό με κέντρο τον σοβιετικό σοσιαλιμπεριαλισμό, που διεξάγεται με επικεφαλής το Κ.Κ. Κίνας και το Κ.Ε. Αλβανίας, είναι το κεντρικό, το βασικό καθήκον όλων των αυθεντικών μαρξιστικολενινιστικών κομμάτων και οργανώσεων.

Η εσωτερική και διεθνής κατάσταση όπως περιγράφτηκε συνοπτικά, υπαγορεύει το διπλό καθήκον: Της πάλης ενάντια στον ιμπεριαλισμό, κύρια τον αμερικάνικο και στο φασισμό, που αποτελούν στις συνθήκες της Ελλάδας τον κύριο εχθρό, και σ’ όλους τους φανερούς και κρυφούς λακέδες των ξένων, αλλά και ενάντια στο ρεβιζιονισμό, που αντικειμενικά παίζει το παιχνίδι της αντίδρασης και υποσκάφτει τη λαϊκή επαναστατική πάλη.

Το διπλό αυτό καθήκον ανάλαβαν απ’ την εμφάνισή τους οι μαρξιστές-λενινιστές, είτε βρίσκονται κι αγωνίζονται στην Ελλάδα, είτε στις χώρες της Ανατολικήξς Ευρώπης και στη Σοβιετ. Ένωση, είτε σε άλλες χώρες. Οι μαρξιστές-λενινιστές, υπερασπίζοντας την καθαρότητα του μαρξισμού-λενινισμού, αντιπαλεύουν ασταμάτητα τις ποικίλες εκδηλώσεις, θέσεις και τάσεις ατομικιστικού, αναρχικού, αναρχοσυνδικαλιστικού ή τροτσκιστικού χαραχτήρα.

Ο αγώνας των μαρξιστών-λενινιστών στην Ελλάδα που εκφράστηκε ιδεολογικά αμέσως μετά το 1956, αποκρυσταλλώθηκε οργανωτικά το 1964 με την έκδοση του περιοδικού “ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ” και λίγο πριν τη διχτατορία με την ίδρυση της ΣΠΑΚ (Συνεπής Πολιτική Αριστερή Κίνηση), ήταν ακριβώς ενταγμένος μέσα στα πλαίσια της προώθησης αυτού του καθήκοντος. Ο αγώνας αυτός συνεχίζεται και σήμερα κάτω απ’ το φασιστικό καθεστώς και έχει σαν φορέα του την οργάνωση των μαρξιστών-λενινιστών της Ελλάδας.

Η μαρξιστική-λενινιστική οργάνωση των πολιτικών προσφύγων απ’ την Ελλάδα στις ανατολικές χώρες ιδρύθηκε το 1964 ύστερα από μια πορεία συγκρούσεων με το ρεβιζιονισμό απ’ το 1955 και αποτελεί την έκφραση της αντίθεσης της πλειοψηφίας των κομμουνιστών που ζουν στην Α. Ευρώπη και τη Σοβιετ. Ένωση ενάντια στην χρουστσωφική επέμβαση στο ΚΚΕ και ενάντια στην επιβολή της ρεβιζιονιστικής αντεπαναστατικής κατεύθυνσης στο ελληνικό κίνημα.

Η πάλη των μαρξιστών-λενινιστών μέσα κι έξω απ’ την Ελλάδα θα συνεχιστεί αποφασιστικά και ως το τέλος, παρά τις όποιες δυσκολίες και εμπόδια για την απαλλαγή της χώρας απ’ τα αμερικανοφασιστικά δεσμά, για μια Ελλάδα λεύτερη, ανεξάρτητη, λαοκρατούμενη και, παραπέρα, για μια σοσιαλιστική Ελλάδα.

3.Η οργάνωση των μαρξιστών-λενινιστών της Ελλάδας και η μαρξιστική-λενινιστική οργάνωση των πολιτικών προσφύγων απ’ την Ελλάδα στις ανατολικες χώρες, που από αντικειμενικούς λόγους εμφανίστηκαν και αναπτύχθηκαν παράλληλα σε δύο διαφορετικούς χώρους, συμφωνούν στις παραπάνω γενικές πολιτικές και ιδεολογικές κατευθύνσεις που αφορούν τόσο το παγκόσμιο όσο και το ελληνικό επαναστατικό κίνημα. Η συμφωνία αυτή βάζει το καθήκον να χαραχτεί μια πορεία συνένωσης των δύο οργανώσεων σε μια ενιαία οργάνωση.

Σχετικά με την ονομασία των μαρξιστικών-λενινιστικών οργανώσεων των πολιτικών προσφύγων απ’ την Ελλάδα στις ανατολικές χώρες σε ΚΚΕ(μ.λ.) υπάρχουν διαφορετικές εχτιμήσεις απ’ τις δύο οργανώσεις:

Η μαρξιστική-λενινιστική οργάνωση των πολιτικών προσφύγων απ’ την Ελλάδα στις ανατολικές χώρες, εχτιμάει ότι εκείνη την περίοδο σωστά πήρε τον τίτλο ΚΚΕ(μ.λ.). Η οργάνωση των μαρξιστών-λενινιστών της Ελλάδας διαφωνεί με την εχτίμηση αυτή.

Και οι δύο οργανώσεις συμφωνούν ότι η ονομασία των μαρξιστικών-λενινιστικών οργανώσεων των πολιτικών προσφύγων απ’ την Ελλάδα στις ανατολικές χώρες σε ΚΚΕ(μ.λ.) δεν ανταποκρίνεται στη σημερινή πραγματικότητα. Με βάση την παραπάνω διαπίστωση, οι μαρξιστικές-λενινιστικές οργανώσεις των πολιτικών προσφύγων από την Ελλάδα στις ανατολικές χώρες παύουν να ονομάζονται ΚΚΕ(μ.λ.). Οι δυο οργανώσεις, συμφωνούν ότι στις σημερινές συνθήκες, επιταχτικό καθήκον όλων των μαρξιστών-λενινιστών είναι να δυναμώσουν την πάλη τους στους τόπους όπου ζουν και δουλεύουν, με κέντρο βάρους την ανάπτυξη του αγώνα στην Ελλάδα, για την εξασφάλιση και ωρίμανση των όρων της ανασύστασης του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης, του μαρξιστικού-λενινιστικού ΚΚΕ, απαραίτητης προϋπόθεσης για τη νικηφόρα έκβαση της πάλης του λαού μας ενάντια στον ιμπεριαλισμό και το φασισμό.

4.Στην πρόσφατη συνάντησή τους, που αποτελεί συνέχεια προηγούμενων συναντήσεων και κοινών συζητήσεων, οι δύο οργανώσεις αποφάσισαν την συγκρότηση κοινού συντονιστικού γραφείου.

Η δημιουργία του συντονιστικού γραφείου τοποθετείται μέσα στα πλαίσια της πορείας συνένωσης των δύο οργανώσεων και αποτελεί ένα σημαντικό βήμα στην ενίσχυση των γενικών προσπαθειών για την ανάπτυξη του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος, την συγκέντρωση των πραγματικών επαναστατικών δυνάμεων της Ελλάδας και συμβολή στην διαδικασία ανασύστασης του ΚΚΕ (μ-λ).

Το συντονιστικό γραφείο αντιστοιχεί στο στάδιο της ανταλλαγής γνωμών και πείρας ανάμεσα στις δύο οργανώσεις, της συζήτησης για την αποκατάσταση πλήρους συμφωνίας σε όλα τα ζητήματα και της διαπίστωσης στην πράξη της πλήρους αυτής συμφωνίας.

Το συντονιστικό γραφείο είναι υπεύθυνο για την δουλειά των δύο οργανώσεων σε όλα τα ζητήματα που έχει διαπιστωθεί ομοφωνία. Ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες θα συντονίζει την ανάπτυξη της αντιφασιστικής-αντιιμπεριαλιστικής πάλης, καθώς και της πάλης ενάντια στον ρεβιζιονισμό, που συνδέεται αδιάρρηχτα μ’ αυτήν, σ’ όλους τους χώρους όπου ζουν και δουλεύουν έλληνες.

Το συντονιστικό γραφείο απαρτίζεται από εκπρόσωπους των δύο οργανώσεων και αποφασίζει μόνο με ομοφωνία. Οι δύο οργανώσεις δεσμεύονται απ’ τις αποφάσεις αυτές και διατηρούν την αυτονομία τους τόσο στα υπόλοιπα ζητήματα, όσο και στον οργανωτικό τομέα.

Το συντονιστικό γραφείο θα προωθήσει τη μελέτη και τη συζήτηση σε όλα τα ζητήματα που αφορούν το ελληνικό επαναστατικό κίνημα για την εξασφάλιση της πλήρους και τελικής συμφωνίας σε όλα τα ζητήματα αρχής, τόσο σ’ ό,τι αφορά το παρελθόν του κινήματος, όσο και σχετικά με την ταχτική και στρατηγική του.

Οι δύο οργανώσεις χειρίστηκαν και θα χειριστούν και στο μέλλον την όλη διαδικασία της συνένωσής τους με συναίσθηση ευθύνης και με την απαραίτητη προσοχή και περίσκεψη. Η διαδικασία αυτή είναι απαραίτητο να συνδεθεί στενά με την καθημερινή ανάπτυξη της αντιφασιστικής, αντιιμπεριαλιστικής πάλης με όλους τους “μικρούς” και μεγάλους αγώνες που διεξάγει ασταμάτητα ο λαός μας.

Ας ενωθούμε πιο σφιχτά κάτω από τη σημαία του μαρξισμού-λενινισμού, κάτω από τη σημαία της επανάστασης.

Ας δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις για την οικοδόμηση του πραγματικού επαναστατικού ΚΚΕ, μοναδική εγγύηση για την νίκη του λαού και της Ελλάδας.

Αύγουστος 1972

Δημοσιεύτηκε, μεταξύ άλλων, στο “Λαϊκό Δρόμο”, Πολιτική Επιθεώρηση, τ.14, Δεκέμβρης 1972, σ.σ.13-16.

πηγή: parapoda

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το