Οι ανιστόρητοι, αγράμματοι, και κατά κανόνα συστηματικοί διαστρεβλωτές της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, “ελληναράδες”, των διάφορων φασιστικών μορφωμάτων, εμπορεύονται την αρχαία ελληνική ιστορία κακοποιώντας την βάναυσα για να διαδώσουν το ψωραλέο εθνικιστικό- σωβινιστικό- ρατσιστικό τους δηλητήριο.
Απέναντι στον ανιστόρητο φασισμό και τις σύγχρονες τερατογενέσεις του, η Αριστερά, οφείλει να αναδείξει τις πραγματικές ιστορικές κατακτήσεις των αρχαίων χρόνων, όχι για να υποτάξει το σήμερα (της μισθωτής καπιταλιστικής σκλαβιάς) στο χθες (της αρχαίας δουλοκτητικής κοινωνίας) αλλά για να επικυρώσει πάνω στη βάση της διαλεκτικής και του ιστορικού υλισμού τις αληθινά σπουδαίες συνεισφορές του αρχαίου ελληνικού στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο πολιτισμό, όπως τις τόνισαν και τις πρόβαλαν οι κλασικοί του μαρξισμού.

Η “Πορεία”, συμβάλλοντας σ’ αυτό το σκοπό, ξεκινά σειρά σχετικών παρουσιάσεων, αρχίζοντας με τη διδακτορική διατριβή του (περίπου 24 χρόνων τότε) Μαρξ, για τη διαφορά της φυσικής φιλοσοφίας του Δημόκριτου και της φυσικής φιλοσοφίας του Επίκουρου.

ΤΟ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΜΑΡΞ

Η συγκριτική μελέτη του Δημόκριτου και του Επίκουρου ήταν στην πραγματικότητα ένα τολμηρό και πρωτότυπο έργο. Ο Μαρξ ήξερε πως δεν υπήρχε περίπτωση να υποβάλει την διατριβή του στους καθηγητές του Βερολίνου, από τη στιγμή μάλιστα, που θα την έλεγχε εξονυχιστικά ο Φ.Β. φον Σέλινγκ, ένας βετεράνος αντιεγελιανός φιλόσοφος, τον οποίο είχαν φέρει στο Πανεπιστήμιο το 1841, κατόπιν προσωπικής διαταγής του νέου βασιλιά, προκειμένου να ξεριζώσει όλες τις ανθυγιεινές επιρροές. Αντί για το Βερολίνο, ο Μαρξ τελικά υπέβαλε το διδακτορικό του στο Πανεπιστήμιο της Ιένας. Επισυνάφθηκε και μία συστατική επιστολή από τον Βασιλικό Επίτροπο των Πληρεξουσίων της κυβέρνησης στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, ο οποίος δεν έβρισκε για τον Μαρξ «τίποτα ιδιαίτερα αρνητικό να σημειώσει από την άποψη της πειθαρχίας», εκτός από το ότι «σε πολλές περιπτώσεις υπήρξε αντικείμενο αγωγών για χρέη». Ο Κοσμήτορας της φιλοσοφίας στην Ιένα, ο Δρ. Καρλ Φρίντριχ Μπάχμαν, αποφάσισε πως αυτά τα ασήμαντα πταίσματα θα μπορούσαν να παραβλεφθούν, καθώς το δοκίμιο πάνω στο Δημόκριτο και τον Επίκουρο «μαρτυρεί ευφυΐα και διεισδυτικότητα όσο και ευρυμάθεια, και γι’ αυτόν τον λόγο θεωρώ τον υποψήφιο άξιο μετ’ επαίνων»(πηγή: βιογραφία, Φράνσις Γουίν, εκδ. ΩΚΕΑΝΙΔΑ).

Η διδασκαλία του Επίκουρου, αρχαίου Έλληνα φιλοσόφου-υλιστή του 4ου-3ου αιώνα π.Χ. και των οπαδών του, ξεκινούσε από την παραδοχή της υλικής ενότητας του κόσμου, «της ύπαρξης των πραγμάτων έξω από τη συνείδηση του ανθρώπου και ανεξάρτητα από αυτήν» (Λένιν: φιλοσοφικά τετράδια). Η υλιστική διδασκαλία του Επίκουρου, που πήρε πλατιά διάδοση στην αρχαιότητα, αργότερα δεχόταν άγριες επιθέσεις εκ μέρους της χριστιανικής εκκλησίας και της ιδεαλιστικής φιλοσοφίας. Ο Π. Γκασσέντι (1649), αποκαθιστώντας τις υλιστικές αντιλήψεις του Επίκουρου στον τομέα της φυσικής και της ηθικής, αν και αναγνώριζε ότι στην πραγματικότητα υπάρχουν μόνο τα άτομα και το κενό, και η αιωνιότητα και το άπειρο του χώρου και του χρόνου, παρόλα αυτά δεν ήταν συνεπής υλιστής, αφού υποθέτει ότι τα άτομα δημιουργήθηκαν από το θεό και ότι ο αριθμός τους είναι περιορισμένος. Ο Μαρξ, στη διδακτορική διατριβή του, σημείωσε πως ο Γκασσέντι προσπάθησε «να συμφιλιώσει την καθολική του συνείδηση με την ειδωλολατρική του γνώση, τον Επίκουρο με την εκκλησία».

Δημοσιεύουμε παρακάτω τον πρόλογο της διατριβής του Μαρξ. (εκδ. Αναγνωστίδη)

Καρλ Μαρξ

Πρόλογος στη θέση:

Η διαφορά ανάμεσα στη φυσική φιλοσοφία του Δημόκριτου και τη φυσική φιλοσοφία του Επίκουρου

Η μορφή της πραγματείας αυτής, θα έπρεπε να είναι, από τη μία μεριά, πιο αυστηρά επιστημονική, και, από την άλλη μεριά, λιγότερο δασκαλίστικη σε μερικά σημεία, αν αρχικά δεν προοριζόταν σαν θέση για διδαχτορική διατριβή. Ωστόσο, είμαι υποχρεωμένος, για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή μου να τη δημοσιεύσω στην τωρινή της μορφή. Πρόσθετα, πιστεύω ότι σ’ αυτήν έλυσα, ένα, μέχρι σήμερα, άλυτο πρόβλημα, στην ιστορία της ελληνικής φιλοσοφίας.

Οι ειδικοί ξέρουν ότι δεν υπάρχουν προηγούμενα έργα που θα μπορούσαν να είναι, κατά κάποιο τρόπο, χρήσιμα για το θέμα αυτής της πραγματείας. Μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει τίποτε άλλο εχτός από τις επαναλήψεις των ασυναρτησιών του Κικέρωνα και του Πλούταρχου. Ο Γκασσέντι, που ελευθέρωσε τον Επίκουρο από την απαγόρευση που του είχαν επιβάλει οι Πατέρες της Εκκλησίας και ολόκληρος ο Μεσαίωνας -η εποχή αυτή του υλοποιημένου ιρρασιοναλισμού [αντιορθολογισμού]- δίδει μονάχα ένα ενδιαφέρον σημείο στις παρατηρήσεις του.(1) Προσπαθεί να συμφιλιώσει την Καθολική του συνείδηση, με την ειδωλολατρική του γνώση και τον Επίκουρο με την Εκκλησία -ολοφάνερα μάταιη προσπάθεια. Είναι σα να ρίχνει το ράσο μιας χριστιανής καλόγριας πάνω στο κορμί που ξεχειλίζει από σφρίγος και ζωή της ελληνίδας Λαΐδας. Σε τούτη την περίπτωση, ο Γκασσέντι, πιο πολύ, μάθαινε φιλοσοφία από τον Επίκουρο, παρά ήταν ικανός να μας διδάξει τη φιλοσοφία του Επίκουρου.

Η πραγματεία αυτή θα πρέπει να θεωρηθεί σαν ένας πρόδρομος για μια πλατύτερη εργασία όπου θα εκθέσω με λεπτομέρειες τον κύκλο της φιλοσοφίας του Επίκουρου, της στωικής φιλοσοφίας και της φιλοσοφίας των σκεπτικών σε συσχετισμό με ολόκληρη την ελληνική αφηρημένη θεώρηση(2). Οι ατέλειες αυτής της πραγματείας όσον αφορά τη μορφή και τα παρόμοια, θα διορθωθούν σ’ εκείνη την εργασία.

Ο Χέγκελ, στο σύνολο, καθόρισε σωστά τα γενικά χαρακτηριστικά των συστημάτων που αναφέρονται παραπάνω. Αλλά, στο θαυμάσια εκτεταμένο και τολμηρό σχέδιο του έργου του «Ιστορία της φιλοσοφίας», απ’ όπου μπορούμε να χρονολογήσουμε την όλη ιστορία της φιλοσοφίας, ήταν αδύνατο, από τη μία μεριά, να προχωρήσει σε λεπτομέρειες, και από την άλλη, η άποψη του μεγάλου στοχαστή, που την ονόμαζε αφηρημένη θεώρηση PAR EXCELLENCE (κατ’ εξοχήν – γαλλικά στο κείμενο) τον εμπόδιζε να αναγνωρίσει την ανώτερη σημασία που είχαν τα συστήματα αυτά, για την ιστορία της ελληνικής φιλοσοφίας και γενικά για το ελληνικό πνεύμα. Τα συστήματα αυτά είναι το κλειδί της αληθινής ιστορίας της ελληνικής φιλοσοφίας. Μια πιο βαθειά ένδειξη της σχέσης τους με την ελληνική ζωή βρίσκεται στο έργο του φίλου μου ΚΟΠΠΕΝ: «Φρειδερίκος ο Μεγάλος και οι Αντίπαλοί του».

Αν προστέθηκε σαν παράρτημα μια κριτική της πολεμικής του Πλούταρχου ενάντια στη θεολογία του Επίκουρου, είναι όχι γιατί η πολεμική αυτή είναι μοναδική, αλλά γιατί είναι αντιπροσωπευτική ενός είδους που είναι πολύ κατάλληλο να δείξει την τάση της θεολολογούσης λογικής στη φιλοσοφία.

Η κριτική δεν αναφέρει την απάτη της θέσης γενικά του Πλούταρχου όταν εγκαλεί τη φιλοσοφία μπροστά στο δικαστήριο (FORUM) της θρησκείας.

Στο σημείο αυτό ένα απόσπασμα από τον Ντέιβιντ Χιούμ, ταιριάζει πολύ καλά, όπως κάθε άλλο είδος συζήτησης:

«Είναι ασφαλώς ένα είδος ύβρης για τη φιλοσοφία που το κυρίαρχο κύρος της πρέπει ν’ αναγνωρίζεται παντού, να την υποχρεώνουμε, σε κάθε περίπτωση, ν’ απολογείται για τα συμπεράσματά της και να δικαιολογείται σε κάθε ιδιαίτερη τέχνη και επιστήμη που μπορεί να προσβλήθηκε από αυτήν. Αυτό κάνει τον καθένα να σκέφτεται ένα βασιλιά που κατηγορείται για έσχατη προδοσία των υπηκόων του» (DAVID HUME, Πραγματεία για την Ανθρώπινη Φύση,τόμ. I).

Όσο, στην κοσμοκαταχτήτρια, απόλυτα ελεύθερη καρδιά της φιλοσοφίας, μένει ακόμα μια σταλιά αίμα, δε θα παύσει να φωνάζει στους αντιπάλους της, μαζί με τον Επίκουρο: «ασεβής δε ουχ ο τους των πολλών θεούς αναιρών, αλλ’ ο τας των πολλών δόξας θεοίς προσάπτων». [Ελληνικά στο πρωτότυπο: «Δεν είναι ασεβής εκείνος που απορρίπτει τους θεούς του πλήθους, αλλά εκείνος που δέχεται τη γνώμη του πλήθους για τους θεούς». – Από την επιστολή του Επίκουρου στο Μενοικέα στο Δέκατο Βιβλίο του Διογένη Λαέρτιου].

Δεν το κρατεί μυστικό αυτό η φιλοσοφία. Η ομολογία του Προμηθέα:

απλώ λόγω τους πάντας εχθαίρω θεούς
[«με λίγα λόγια, μισώ όλους τους θεούς»
Ελληνικά στο πρωτότυπο – Αισχύλου: Προμηθέας Δεσμώτης]

είναι η ίδια της η ομολογία, το δικό της ρητό ενάντια σ’ όλους τους θεούς, επουράνιους και γήινους, που δεν αναγνωρίζουν την ανθρώπινη συνείδηση ως την ανώτατη θεότητα. Δεν πρέπει να υπάρχει ισάξιος της θεός.

Και στους αξιοθρήνητους τρελούς(3) που θριαμβολογούν για τη φαινομενική κατάρρευση της κοινωνικής θέσης της φιλοσοφίας, η φιλοσοφία απαντά πάλι, με την απάντηση που έδωσε ο Προμηθέας στον Ερμή, τον απεσταλμένο των θεών:

Της σης λατρείας την εμήν δυσπραξίαν,
σαφώς επίστασ’, ουκ αν αλλάξαιμ’ εγώ.
Κρείσσον γαρ οίμαι τήδε λατρεύειν πέτρα
η πατρί φύναι Ζηνί πιστόν άγγελον.

[Ελληνικά στο πρωτότυπο-
«Με τη σκλαβιά σου, μάθε το καλά,
εγώ ποτέ δε θ’ άλλαζα τη συμφορά μου
τό ’χω καλύτερα σ’ αυτό το βράχο σκλάβος,
παρά πιστός του Διά μαντατοφόρος»]
.

Ο Προμηθέας είναι ο πιο ευγενικός από τους αγίους και μάρτυρες στο ημερολόγιο της φιλοσοφίας.

Βερολίνο, Μάρτης 1841.

———————————-

(1) PETRI GASSENTI: (Παρατηρήσεις στο 10ο βιβλίο του Διογένη Λαέρτιου, για τη Ζωή, την Ηθική και τις σκέψεις του Επίκουρου) Λυών, 1649.

(2) Εφτά σημειώσεις του έγραψε ο Μαρξ το 1839 για την ιστορία της επικούρειας, στωικής και σκεπτικής φιλοσοφίας που μερικές, που χρησιμοποίησε για τούτη τη θέση, σώζονται μέχρι σήμερα.

(3) MARCH HARES: Κατά λέξη: «Μαρτιάτικοι λαγοί». Από το γεγονός ότι οι λαγοί του Μάρτη είναι ξεφρενιασμένοι εξ αιτίας του σεξουαλικού τους οργασμού. (Σημ. του Μετ.).

πηγή: περιοδικό “Πορεία”, τ. 57

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το