Η «επιστροφή» των ΗΠΑ του Μπάιντεν, η οποία τόσο χαιρετίστηκε από τους Ευρωπαίους ηγέτες, βάζει δύσκολα στο ιμπεριαλιστικό οικοδόμημα της ΕΕ. Μια σειρά αποφάσεων του Λευκού Οίκου προκάλεσαν νέους τριγμούς στις «σταθερές» που χαρακτήριζαν το δυτικό στρατόπεδο τα μεταπολεμικά χρόνια. Η γεωπολιτική στοχοπροσήλωση των ΗΠΑ προς την περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, η ξαφνική μονομερής απόφαση για αποχώρηση από το Αφγανιστάν, η σύνοδος κορυφής Μπάιντεν – Πούτιν, η «βόμβα» της συμμαχίας AUKUS δημιούργησαν νέα δεδομένα.

Τα παραπάνω σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση της ΕΕ μετά την αποχώρηση της Βρετανίας, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την πολιτική «άμυνας και ασφάλειας» αναζωπύρωσαν τη συζήτηση για τον βαθμό «αυτονομίας» της ΕΕ σε σχέση με τις επιδιώξεις των ΗΠΑ.
Μια συζήτηση που κρατάει χρόνια και επανέρχεται στο προσκήνιο κάθε φορά που οξύνονται οι διεθνείς σχέσεις και καταγράφονται διαφοροποιήσεις ανάμεσα στις κύριες δυνάμεις του δυτικού στρατοπέδου.
Στο παρελθόν η συζήτηση αυτή έμπαινε στο περιθώριο ή συντηρούνταν για διαπραγματευτικούς λόγους, στο βαθμό που δεν αμφισβητούνταν η μονοκρατορία των ΗΠΑ και το Brexit δεν ήταν στον ορίζοντα. Όμως η ραγδαία άνοδος της καπιταλιστικής Κίνας που αμφισβητεί ευθέως την παγκόσμια οικονομική ηγεμονία των ΗΠΑ καθώς και η επανάκαμψη και ισχυροποίηση του ρώσικου ιμπεριαλισμού δημιουργούν νέα δεδομένα στο ασταθές πλέον οικοδόμημα της ΕΕ.

Όπως τόνισε και σε πρόσφατο άρθρο του ο επικεφαλής της Εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Ζ. Μπορέλ «ο κόσμος δεν θα μας περιμένει» καθώς η ΕΕ αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να καταστεί «αντικείμενο, αντί για παίκτης στις διεθνείς υποθέσεις, αντιδρώντας στις αποφάσεις άλλων, αντί να οδηγούμε και να διαμορφώνουμε εμείς τα γεγονότα».
Παρουσιάζοντας τη «Στρατηγική Πυξίδα» σε θέματα Ασφάλειας και Άμυνας ως το 2030 (προσχέδιό της θα παρουσιαστεί τον Νοέμβριο) αναφέρθηκε ότι υπάρχουν δύο μεγάλες τάσεις που «πιέζουν την ΕΕ όλο και περισσότερο». Παραδέχεται έτσι ότι η ΕΕ καλείται να σταθμίσει της επιλογές της ανάμεσα σε μια όλο και μεγαλύτερη πίεση των ΗΠΑ προς την Κίνα, η οποία αποτελεί τον μεγαλύτερο εμπορικό της εταίρο και από την άλλη με την εκτίμηση ότι αναπτύσσεται μια «πολυπολική δυναμική» που αμφισβητεί την αμερικανική ηγεμονία.

Μετά τη συγκρότηση του αγγλοσαξονικού άξονα της AUKUS και άλλων σχημάτων (Quad) στον Ινδο-Ειρηνικό η Ουάσιγκτον επιδιώκει να σύρει τους δυτικοευρωπαίους ιμπεριαλιστές σε μια συμμαχία των «δημοκρατιών» απέναντι στα θεωρούμενα ως καταπιεστικά καθεστώτα, πρωτίστως της Κίνας αλλά και της Ρωσίας.
Όμως η συγκρότηση της νέας συμμαχίας θίγει ευθέως τα συμφέροντα του γαλλικού ιμπεριαλισμού ο οποίος βρέθηκε προ τετελεσμένων. Όχι μόνο οικονομικά, μετά την ακύρωση της συμφωνίας κατασκευής υποβρυχίων για την Αυστραλία αλλά και γιατί αμφισβητείται η γεωπολιτική παρουσία της Γαλλίας στον ευαίσθητο χώρο του Ινδο-Ειρηνικού, στον οποίο διατηρεί υπερπόντιες κτήσεις.

Το ενδιαφέρον των δυτικοευρωπαίων για την περιοχή, όπου μετατοπίζεται η σύγκρουση για την παγκόσμια ηγεμονία, είναι δεδομένο και συνδέεται ασφαλώς και με το πλαίσιο οικοδόμησης των σχέσεων με το Πεκίνο. Όπως υπογράμμισε ο Μπορέλ «ο Ινδο-Ειρηνικός είναι ένα κορυφαίο γεωστρατηγικό θέατρο και πρέπει να είμαστε παρόντες» αφού το 40% του εμπορίου της ΕΕ διέρχεται από τη Νότια Κινεζική Θάλασσα και η περιοχή παράγει το 60% της παγκόσμιας ανάπτυξης. Όπως τόνισε, η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος επενδυτής στην περιοχή (όχι η Κίνα, όπως πιστεύουν πολλοί), «οπότε έχουμε μεγάλο μερίδιο και συνεισφορά».

Η εξέλιξη με την AUKUS οδήγησε στην «οργισμένη αντίδραση» του Παρισιού που μίλησε για «πισώπλατη μαχαιριά» και άνοιξε ξανά τη συζήτηση, αυτή τη φορά σε νέα βάση, για τη συγκρότηση του ευρωστρατού και την αυτονόμηση της ΕΕ από το ΝΑΤΟ σε θέματα «ασφάλειας και άμυνας». Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο γαλλικός ιμπεριαλισμός, ο οποίος είναι πλέον η ισχυρότερη στρατιωτική δύναμη στην ΕΕ και το μοναδικό μέλος του συμβουλίου ασφαλείας του ΟΗΕ, έθεσε αυτό το θέμα. Θυμίζουμε τις πρόσφατες δηλώσεις του Γάλλου προέδρου Ε. Μακρόν για το «εγκεφαλικά νεκρό ΝΑΤΟ» την περίοδο Τραμπ. Βέβαια αυτή η κατεύθυνση δεν βρίσκει σύμφωνες όλες τις χώρες της ΕΕ.

Το δίλημμα που καλούνται να λύσουν στις Βρυξέλες είναι αν το ευρωπαϊκό ιμπεριαλιστικό οικοδόμημα θα προχωρήσει στη συγκρότηση του δικού του «πυλώνα άμυνας και ασφάλειας» ακόμη και «ανταγωνιστικού» του ΝΑΤΟ ή θα παραμείνει συμπληρωματική δύναμη στο πλαίσιο του ευρωατλαντικού στρατοπέδου σε στοίχιση με τις επιδιώξεις των ΗΠΑ.
Το σταυροδρόμι στο οποίο βρίσκεται η ΕΕ αποτυπώθηκε ανάγλυφα στα συμπεράσματα της πρόσφατης άτυπης συνόδου κορυφής των 27 στη Σλοβενία. Προσπάθησαν να συμβιβάσουν τα ασυμβίβαστα, αφού σε αυτό το επίμαχο θέμα κυριάρχησαν οι επιδιώξεις και προσανατολισμοί των επιμέρους αστικών τάξεων και οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί.

Τα προβλήματα που καλούνται να λύσουν οι Βρυξέλες δεν επικεντρώνονται μόνο στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού και την Κίνα. Αφορούν και την «πίσω αυλή» τους. Η τρέχουσα κρίση με την Πολωνία η οποία «απειθαρχεί» στις ευρωπαϊκές απειλές, μετά την απόφαση του συνταγματικού δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία το πολωνικό δίκαιο υπερισχύει του ευρωπαϊκού, είναι ένα ακόμη επεισόδιο της κρίσης στην οποία έχει περιέλθει η ΕΕ μετά το Brexit. Η υποστήριξη που δέχεται η Βαρσοβία από χώρες όπως η Ουγγαρία δημιουργεί ένα άτυπο μέτωπο αντιπαράθεσης στο εσωτερικό της. Στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής Γαλλία και Γερμανία είχαν διαμετρικά αντίθετες θέσεις ως προς την πολωνική «ανταρσία». Ο Ε. Μακρόν ζήτησε την παραδειγματική τιμωρία με την επιβολή οικονομικών μέτρων ενώ η Α. Μέρκελ είχε το ρόλο «ειρηνοποιού» ώστε να αποφευχθεί ένα Polexit.

Η εθνικιστική αντικομμουνιστική κυβέρνηση της Πολωνίας, που διατηρεί ιδιαίτερους δεσμούς με τις ΗΠΑ έχει εκφράσει πολλές φορές την αντίθεσή της στην ευρω-ρωσική συνεργασία, ιδιαίτερα του Βερολίνου με τη Μόσχα μετά και την κατασκευή του αγωγού Nord Stream2. Βρίσκεται επίσης στην πρώτη γραμμή της αντιρωσικής υστερίας και της παρέμβασης στα εσωτερικά της Λευκορωσίας.
Πονοκέφαλο προκαλεί επίσης και η ευρωπαϊκή πορεία των Δυτικών Βαλκανίων, με τις Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία να περιμένουν ματαίως την πρόσκληση για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Το βέτο που έθεσε το Παρίσι έχει παγώσει τις διαδικασίες παρά τις αντίθετες επιδιώξεις του Βερολίνου αλλά και της Ουάσιγκτον που πολύ θα ήθελε άλλους δυο «δορυφόρους» της να εισέλθουν στην ΕΕ.
Όμως και εδώ τα πράγματα είναι ρευστά αφού η έντονη παρουσία τόσο της Ρωσίας όσο και της Κίνας στα Βαλκάνια μπορεί να τροποποιήσει τα δεδομένα.

Επικοινωνία Ε. Μακρόν-Σι Τζινπίνγκ

Τηλεφωνική συνομιλία είχαν οι πρόεδροι της Κίνας και της Γαλλίας που εστίασαν στην κατάλληλη διαχείριση των διαφορών ώστε «να διασφαλιστεί η βιώσιμη ανάπτυξη των διμερών σχέσεων», όπως μετέδωσε το κινεζικό πρακτορείο Xinhua. Συμφώνα με το ίδιο δημοσίευμα ο Κινέζος πρόεδρος τόνισε ότι «η διατήρηση τακτικής επικοινωνίας και συντονισμού με τον Μακρόν για σοβαρά θέματα θα συμβάλει στην ομαλή πορεία των σινο-γαλλικών σχέσεων και θα προσφέρει περισσότερη σταθερότητα στον κόσμο». Επίσης ο Σι Τζινπίνγκ επεσήμανε την ανάγκη «να ενισχυθούν η επικοινωνία και ο διάλογος σε ανώτατο επίπεδο, να ενισχυθούν η αμοιβαία κατανόηση και εμπιστοσύνη και να μειωθούν οι παρεξηγήσεις και οι παρερμηνείες». Σημείωσε ακόμη ότι «διεθνής κατάσταση αλλάζει γοργά» και ότι «οι πολλές πρόσφατες και σημαντικές διεθνείς συναντήσεις επιβεβαίωσαν ότι η Γαλλία ορθά επιμένει στη στρατηγική αυτονομία της ΕΕ». Εξέφρασε δε την ελπίδα ότι «η Γαλλία θα διαδραματίσει θετικό ρόλο στην προώθηση της υγιούς και σταθερής ανάπτυξης των σινο-ευρωπαϊκών σχέσεων». Η Γαλλία αναλαμβάνει την ευρωπαϊκή προεδρία το πρώτο εξάμηνο του 2022.

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το