Τα εμβόλια κατά του κορονοϊού αποτελούν επιστημονικές ανακαλύψεις σωτήριες για τους λαούς, όπως και τα άλλα προηγούμενα εμβόλια. Από την Κίνα που εμβολίασε πάνω από 1 δισ. του πληθυσμού της μέχρι την Κούβα, από τη Ρωσία μέχρι την Αμερική και την Ευρώπη έχουν γίνει πάνω από 3 δισ. εμβολιασμοί, σώζοντας μαζικά ζωές από τον κορονοϊό και αναμφισβήτητα η κατάσταση για τους λαούς θα ήταν πολύ χειρότερη χωρίς αυτά τα εμβόλια.

Η μετατροπή των εμβολίων σε εργαλεία πολιτικής σκοπιμότητας δεν μειώνει ούτε κατά ελάχιστο την επιστημονική τους αξία, την αποτελεσματικότητα και τη χρησιμότητά τους απέναντι στην πανδημία του κορονοϊού.

Και σε κάθε περίπτωση δεν ευθύνονται τα εμβόλια για την εργαλειοποίησή τους από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, από τις αστικές κυβερνήσεις και από τις μεγάλες δυνάμεις.
Χωρίς μια τέτοια ουσιαστική παραδοχή δεν μπορεί να υπάρξει προοδευτικό πολιτικό μέτωπο απέναντι στην ψευτοϋγειονομιική πολιτική.

Οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές και καπιταλιστικές χώρες του πλανήτη αξιοποιούν τα εμβόλια ως εργαλεία ανταγωνισμού και κερδοφορίας, κυριαρχίας και ελέγχου. Χύνουν δάκρυα για την αργή εξέλιξη των εμβολιασμών, αλλά κρατούν τις χρυσοφόρες πατέντες των εμβολίων των εταιρειών τους μυστικές και εμποδίζουν την πρόσβαση σε πλατιές μάζες του παγκόσμιου πληθυσμού. Πίσω από την εμβολιαστική τους πολιτική θέλουν να κρύψουν την κατεδάφιση των δημόσιων συστημάτων υγείας.

Η πολιτική της υποχρεωτικότητας των εμβολίων που κήρυξε η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν έχει καμία σχέση με την υγειονομική πολιτική. Μιλάει στο όνομα της υγείας, επικαλείται τη δημόσια υγεία, παριστάνει την υγειονομική πολιτική, αλλά δεν είναι υγειονομική πολιτική. Πρόκειται για μέτρο εξαναγκασμού, αυταρχισμού και επιβολής και αποτελεί άμεση συνέχεια όλων των αυταρχικών μέτρων που επέβαλε από την αρχή της πανδημίας. Απαγορεύσεις κυκλοφορίας, απαγορεύσεις των συγκεντρώσεων, απαγορεύσεις στις μετακινήσεις, απαγορεύσεις στις παραλίες, στα πάρκα, στα σπίτια και στις κοινωνικές συναναστροφές, παρατεταμένα λοκντάουν και καραντίνα, πρόστιμα και αστυνομοκρατία.
Στράφηκε κατά των υγειονομικών, με το εξοντωτικό μέτρο των αναστολών και την ολοκληρωτική περικοπή του μισθού, οδηγώντας χιλιάδες …«ήρωες» της πρώτης γραμμής σε απόγνωση. Παράλληλα όμως, έδωσε το έναυσμα για τη γενικευμένη κήρυξη ασφυκτικών εργοδοτικών πιέσεων, εκβιασμών και τρομοκρατίας σε βάρος πολλών εργαζομένων, παραβιάζοντας προσωπικά δεδομένα, ιατρικά απόρρητα και συνταγματικά δικαιώματα.

Στο όνομα της υγείας, η κυβέρνηση έθεσε 6500 χιλιάδες υγειονομικούς εκτός μάχης, δίνοντας την τελική σπρωξιά στο υπό κατάρρευση δημόσιο σύστημα υγείας. Χιλιάδες ραντεβού ακυρώνονται, χειρουργεία ξανά αναστέλλονται, άλλες παθήσεις και νοσήματα, πέρα από τον κορονοϊό, αγνοούνται και παραπέμπονται στο ιδιωτικό εμπόριο της υγείας για όσους έχουν την οικονομική δυνατότητα, ενώ τα πλατιά λαϊκά στρώματα εγκαταλείπονται στη μοίρα τους.

Στο όνομα της υγείας, οι μη εμβολιασμένοι αποκλείονται! από τις δημόσιες δομές για τη διεξαγωγή τεστ και τιμωρούνται να πληρώνουν τουλάχιστον 80€ το μήνα για τεστ, όταν ο βασικός μισθός είναι 569€.

Στο όνομα της υγείας, η κυβέρνηση εμφανίζει τα εμβόλια ως πανάκεια και ως το αποκλειστικό υπερόπλο για την αντιμετώπιση της κρίσης. Χρησιμοποιεί το εργαλείο της ατομικής ευθύνης, σπρώχνει τον ένα απέναντί στον άλλο, καλλιεργεί τον αντιδραστικό κοινωνικό αυτοματισμό, το διχασμό και τον κοινωνικό κανιβαλισμό.

Σκεπάζει μέσω της εμβολιαστικής της πολιτικής τις τεράστιες εγκληματικές ευθύνες για την κατάρρευση του δημόσιου συστήματος υγείας, για τα τεράστια κενά σε γιατρούς και προσωπικό, σε ΜΕΘ, σε φάρμακα, που αναπόσπαστα αποτελούν εργαλεία μαζί με τα εμβόλια για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Η αποκάλυψη του πραγματικού χαρακτήρα της κυβερνητικής πολιτικής προϋποθέτει το διαχωρισμό μεταξύ του εμβολίου και της εμβολιαστικής πολιτικής που είναι δύο διαφορετικά πράγματα.
Όποια πολιτική τοποθέτηση δεν κάνει ξεκάθαρη τη συμβολή των εμβολίων, στέκεται με μισόλογα και μετεωρίζεται στις ίσες αποστάσεις μεταξύ εμβολίου και αντιεμβολίου, γίνεται βορά στην πολιτική της κυβέρνησης, δυναμώνει την πολιτική της υποχρεωτικότητας και της ανοίγει το δρόμο, επικοινωνεί και ταυτίζεται εύκολα με το ρεύμα του αντιεμβολιασμού και των αρνητών, στο οποίο πρωταγωνιστούν οι δυνάμεις της ακροδεξιάς και της θρησκοληψίας, της κοινωνικής και πολιτικής καθυστέρησης.

Όποια πολιτική τοποθέτηση δεν αποδέχεται με ουσιαστικό τρόπο τη σημασία των εμβολίων, μεταφέρει το πεδίο της αντιπαράθεσης όχι στο κύριο, που είναι η πολιτική της υποχρετωτικότητας, αλλά στο σαθρό πεδίο μιας επιστημονικοφανούς απολιτικής εν τέλει αντιπαράθεσης γύρω από τις ιδιότητες των εμβολίων.
Και δεν μπορεί ούτε να ξεσκεπάσει την πολιτική της κυβέρνησης που υπερδιογκώνει τη σημασία των εμβολίων ούτε να στραφεί αποτελεσματικά και πειστικά απέναντι στην κυβέρνηση, τους αρνητές της στήριξης, της ενίσχυσης και της ύπαρξης του δημόσιου συστήματος υγείας.

Αν η πολιτική στάση της μη αποδοχής των εμβολίων γίνεται εύκολη λεία και διευκολύνει την πολιτική του Μητσοτάκη, η πολιτική που κλείνει τα μάτια στις τραγικές ελλείψεις του ΕΣΥ, που ανέχεται το μέτρο της υποχρεωτικότητας ή βλέπει τη αναγκαιότητά του έστω εν μέρει και μετατρέπεται σε φωνή της εμβολιαστικής σταυροφορίας, γίνεται ουρά και παρακολούθημα της κυβέρνησης και της πολιτικής τής υποχρεωτικότητας.

Γίνεται ουρά της πολιτικής που καλλιέργησε τον τρόμο, τη μαζική ψύχωση, τη μαζική φοβία και τον αυταρχισμό. Όλα αυτά αναγορεύτηκαν ως τα μέσα για την καταπολέμηση της πανδημίας και τώρα βάζουν στο στόχαστρο και διώκουν αυτούς που φοβούνται τα εμβόλια.

Το 40 % του κόσμου που είναι απρόθυμο να εμβολιαστεί είναι υπερπολλαπλάσιο από το μικρό εκείνο ποσοστό του γενικού αντιεμβολιασμού που υπήρχε προ πανδημίας. Το συντριπτικό ποσοστό αμφιβάλλει για τα συγκεκριμένα εμβόλια και η καχυποψία απέναντί τους τροφοδοτήθηκε από την παντοειδή εργαλειοποίηση των εμβολίων, από τον καταναγκασμό, από τις μαζικές ψυχώσεις, από τις αναρίθμητες αντιφάσεις και τον κλονισμό της εμπιστοσύνης στις επιστημονικές επιτροπές, από τη χρεοκοπία της διαχείρισης από την κυβέρνηση.

Αυτοί που δημιούργησαν τα προβλήματα και εξέθρεψαν τις αμφιβολίες, την καχυποψία και τον αρνητισμό είναι η κυβέρνηση και η ΕΕ και οι επιστημονικές επιτροπές που λειτούργησαν σαν κυβερνητικά παρακλάδια. Και αυτές οι δυνάμεις -που δημιούργησαν το πρόβλημα με τους τερατώδεις ανορθολογισμούς τους- όχι μόνο δεν μπορούν να το λύσουν, αλλά κάθε μέρα φουντώνουν τις αντιεμβολιαστικές και αντιεπιστημονικές αντιλήψεις, φουντώνουν τον ανορθολογισμό.

Και αν το ποσοστό αυτό κινείται, όπως το καταγράφουν, στο 40 % της κοινωνίας, είναι πολύ μεγαλύτερο σε εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους όταν πρόκειται για τα παιδιά.

Από εκεί και πέρα το ποιος, εντέλει, δεν πρέπει να κάνει το εμβόλιο είναι ζήτημα ιατρικής αξιολόγησης και γνωμάτευσης και όχι μιας οριζόντιας διοικητικής απόφασης, εκβιασμού, απειλών, τρομοκρατίας και εκδικητικής τιμωρίας.

Η πολιτική στάση που υιοθετούν ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ μετατρέπει τις δυνάμεις αυτές σε σημαιοφόρους και σταυροφόρους του εμβολιασμού και αποτελεί ξέπλυμα των κυβερνητικών ευθυνών και στοίχιση πίσω από την κυβέρνηση, από το Μητσοτάκη και τον Πλέυρη. Είναι στάση προσαρμογής κάτω από την πίεση και εξωραϊσμού της πολιτικής της υποχρεωτικότητας και του αυταρχισμού.

Ούτε αρνητές, ούτε σταυροφόροι!
Η πολιτική θέση που συμπυκνώνεται στο δίπτυχο «Ναι στα εμβόλια – Όχι στην υποχρεωτικότητα» αποτελεί τη μόνη τοποθέτηση που επιτρέπει τη σύνδεση με το μαζικό κίνημα με προοδευτικά αντικυβερνητικά χαρακτηριστικά, που πρέπει να καταγγείλει την υποχρεωτικότητα και να παλέψει για την ανατροπή της.

Και ταυτόχρονα επιτρέπει τον απεγκλωβισμό από μια τεχνητή πόλωση και διαίρεση που προωθεί η κυβέρνηση, αξιοποιώντας αποπροσανατολιστικά το ζήτημα εμβόλιο – μη εμβόλιο.
Το διχαστικό δίπολο που καλλιεργεί η κυβέρνηση και τα κυρίαρχα μέσα αποτελεί παγίδευση, που διευκολύνει την απρόσκοπτη προώθηση καταιγιστικών αντιλαϊκών εξελίξεων, οι οποίες αποτελούν την κύρια πλευρά της πολιτικής κατάστασης που ο λαός μας πρέπει να αντιπαλέψει.

Διότι η κύρια πλευρά στην πολιτική κατάσταση είναι η νέα συμφωνία για την πενταετή ανανέωση της παραμονής των αμερικανικών βάσεων στη χώρα μας και η πρωτοφανής τους επέκταση. Είναι η νέα συμφωνία με τη Γαλλία. Αυτές οι δυο συμφωνίες μαζί βαθαίνουν απότομα την περιστολή των κυριαρχικών δικαιωμάτων και την ξένη εξάρτηση. Είναι η στρατιωτικοποίηση της χώρας μας και της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου, την ίδια στιγμή που στρατιωτικοποιείται και ο Ειρηνικός ανεβάζοντας το πολεμικό θερμόμετρο.

Είναι η πώληση της ΔΕΗ στο ιδιωτικό κεφάλαιο, μαζί με τα λιμάνια τα αεροδρόμια, τις εθνικές οδούς, τα βουνά και όλο τον εθνικό και δημόσιο πλούτο.

Είναι η εφαρμογή από την εργοδοσία του νόμου της κυβέρνησης για την κατάργηση του οκτάωρου και για τη μετατροπή των σχέσεων εργασίας σε βάρος των εργαζομένων, όπως έγινε πρόσφατα στην efood. Είναι η εφαρμογή των αντεργατικών διατάξεων για το χτύπημα της απεργίας και των σωματείων.
Είναι το πέταγμα 40 χιλιάδων μαθητών έξω από τα πανεπιστήμια με την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής και η προώθηση των ιδιωτικών πανεπιστημίων.

Είναι η προώθηση του αυτονόμου, ταξικού σχολείου.
Είναι το νέο κύμα ακρίβειας στο ρεύμα, στα καύσιμα, στο αέριο, στο ψωμί, στα ενοίκια, στους φόρους και η άθλια εξαπάτηση της κυβέρνησης.
Είναι η ιδιωτικοποίηση της υγείας και της παιδείας.
Είναι η εξύψωση του δόγματος της ατομικής ευθύνης και η συνεχής υποχώρηση της κρατικής μέριμνας στην πυροπροστασία, στα αντισεισμικά, στα αντιπλημμυρικά έργα και η εγκατάλειψη των θυμάτων των καταστροφών στην τύχη τους.

Τα μεγάλα παλλαϊκά προβλήματα της φτώχειας, της ανεργίας, της εθνικής υποδούλωσης, του αυταρχισμού, είναι η βάση για το ξεπέταγμα των νέων λαϊκών αγώνων για ψωμί, δουλειά, ανεξαρτησία. Για Δημόσια Δωρεάν Υγεία και Παιδεία.

Κανένας εγκλωβισμός δεν πρέπει να υπάρξει για το λαό στα αποπροσανατολιστικά διλήμματα της κυβέρνησης.

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το