Ο Μόριτς Άλφρεντ Χόλγκρεν (18/6/1899-10/11/1956) ήταν πολύ γνωστός φιλελεύθερος δημοσιογράφος, εκδότης και δημοσιολόγος στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’30.  Αρθρογραφούσε ιδιαίτερα στο περιοδικό The Nation.

***

Προς κ. Φέλιξ Μόροου, εκτελούντα χρέη Γραμματέα

της Αμερικανικής Επιτροπής για την Υπεράσπιση του Λέοντος Τρόσκι

Γραφείο 511, Ανατολική 17η οδός 22, Νέα Υόρκη

Αγαπητέ κύριε,

Έχει καταστεί για μένα απαραίτητο να ξεκαθαρίσω τη θέση μου αναφορικά με τις δίκες της Μόσχας και ιδίως με τη σχέση του Τρότσκι με αυτές.

Από τότε που εντάχθηκα στην επιτροπή σας, έχω σκεφτεί ολόπλευρα και ενδελεχώς το όλο πρόβλημα με το οποίο αυτή ασχολείται. Έχω εξετάσει όσα έγγραφα έχουν καταστεί διαθέσιμα στη χώρα για την υπόθεση. Έχω παρακολουθήσει επισταμένα όλα τα σχετικά ρεπορτάζ. Έχω μελετήσει όλες τις ανταποκρίσεις μη κομμουνιστών που παραβρέθηκαν στην πρώτη δίκη. Έχω προσεκτικά αναλύσει τα δημοσιευμένα επιχειρήματα των υποστηρικτών και των δύο πλευρών. Και μόλις ξαναμελέτησα ενδελεχώς τα γραπτά του Τρότσκι αναφορικά με την υπόθεσή του ενάντια στον σταλινισμό και τη θεωρία του πρώτου για τη διαρκή επανάσταση, δηλαδή, τα γραπτά του εκείνα που έχουν ως σήμερα δημοσιευτεί.

Πίστευα, όταν εντασσόμουν στην επιτροπή σας, και ακόμα πιστεύω στο δικαίωμα ασύλου για άτομα που εξορίζονται για πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις. Στον Τρότσκι έχει παραχωρηθεί άσυλο στο Μεξικό και αυτό το τμήμα των καθηκόντων της επιτροπής φαίνεται, συνεπώς, ότι έχει υλοποιηθεί.

Δεύτερον, υπήρχαν στο μυαλό μου εκείνη την εποχή αρκετές αμφιβολίες αναφορικά με διάφορες πτυχές της δίκης Ζηνόβιεφ-Κάμενεφ που με είχαν οδηγήσει να υποθέσω ότι η δίκη δεν ήταν εντελώς κανονική. Αυτές οι αμφιβολίες βασίζονταν στην πιθανότητα ότι, ενώ οι Ζηνόβιεφ και οι συνεργάτες του είχαν εμπλακεί σε συνωμοσία (για την οποία δεν είχα ποτέ δει κάποιον καλό λόγο για να αμφιβάλλω για την ενοχή τους), τους είχε γίνει η υπόσχεση για μετρίαση των ποινών τους ως αντάλλαγμα μιας δημόσιας ομολογίας που θα ενέπλεκε τον Τρότσκι και στα εγκλήματά τους. Δεδομένης αυτής της αμφιβολίας, είχα τη χαρά να ενταχθώ στην επιτροπή επιδιώκοντας να δοθεί στον Τρότσκι μια δυνατότητα να απαντήσει στις εναντίον κατηγορίες του. Αυτό δεν οφειλόταν σε κάποια επιθυμία να είμαι «δίκαιος» ή «φιλελεύθερος» με τη χωρίς νόημα έννοια που αυτοί οι όροι συνήθως έχουν όταν χρησιμοποιούνται από τους αμερικάνους φιλελεύθερους, αλλά απλώς γιατί το θεωρούσα οριακά λιγότερο κατακριτέο και επικίνδυνο για το μέλλον του σοσιαλισμού ο Στάλιν και οι συνεργάτες του να μεταχειρίζονται τη σοβιετική δικαιοσύνη για τους δικούς τους προσωπικούς σκοπούς από όσο ο Τρότσκι να συνωμοτεί για να ανατρέψει την κυβέρνηση της μόνης σοσιαλιστικής δημοκρατίας στον κόσμο.

Πολύ σύντομα μετά την πρώτη δίκη, ο Ζηνόβιεφ και οι συνεργοί του εκτελέστηκαν. Διατυπώθηκε ο ισχυρισμός ότι τους είχε γίνει υπόσχεση για πιο ήπια μεταχείριση αν, από την πλευρά τους, δημοσίως κατηγορούσαν τον Τρότσκι ότι είχε συνωμοτήσει μαζί τους για να ανατρέψουν τον Στάλιν και τη Σοβιετική κυβέρνηση. Μάλιστα, ήταν, σε μεγάλο βαθμό βασισμένος σε αυτή την υπόθεση ο ισχυρισμός ότι η πρώτη δίκη ήταν «στημένη». Όμως, τώρα που οι άνθρωποι αυτοί οδηγήθηκαν στο θάνατο, ο Τρότσκι και οι οπαδοί του δήλωσαν ότι οι κατηγορούμενοι «εξαπατήθηκαν». Για τους τροτσκιστές, αυτό ήταν μια περαιτέρω απόδειξη του ισχυρισμού τους ότι η πρώτη δίκη ήταν «στημένη». Για τον αμερόληπτο όμως, μελετητή, θα μπορούσε εξίσου εύκολα να αποδειχθεί το αντίθετο. Άλλωστε, πρόκειται για έναν από τους απλούστερους κανόνες λογικής ότι δεν μπορούμε να χρησιμοποιούμε μία υπόθεση για να αποδεικνύουμε μία θέση και, έπειτα, να χρησιμοποιούμε την άρνηση αυτής της υπόθεσης για να αποδεικνύουμε την ίδια θέση. Με βάση τη λογική, επομένως, θα έπρεπε κανείς να αναζητήσει αλλού μια εξήγηση για τις εκτελέσεις, και η μόνη άλλη δυνατή εξήγηση ήταν ότι αυτοί οι άνθρωποι οδηγήθηκαν στο θάνατο με βάση τη συνήθη πορεία απόδοσης δικαιοσύνης και για το μόνο λόγο ότι ήταν πράγματι ένοχοι για τα εγκλήματα για τα οποία κατηγορούνταν. Πάλι, όμως, θα ήταν πιθανό, παρά την αντίκρουση αυτής της αμφιβολίας, να είχαν, όντως, «εξαπατηθεί».

Τώρα φτάνουμε στη δεύτερη δίκη. Ποια είναι η κατάσταση; Οι άνθρωποι που τώρα δικάζονται δεν μπορούν να έχουν οποιαδήποτε αυταπάτη για τη μοίρα τους. Πρέπει να γνωρίζουν και όντως γνωρίζουν ότι θα οδηγηθούν στο θάνατο. Παρ’ όλα αυτά, δεν διστάζουν να ομολογήσουν τα εγκλήματά τους. Γιατί; Η μόνη νοητή απάντηση είναι ότι είναι ένοχοι. Σίγουρα, δεν μπορεί και δεν θα ειπωθεί αυτή τη φορά πάλι ότι έχει υπάρξει μια «συναλλαγή», γιατί άνθρωποι σαν τον Ράντεκ προφανώς δεν είναι τόσο ηλίθιοι για να πιστεύουν ότι θα σώσουν κατ’ αυτόν τον τρόπο τις ζωές τους μετά από όσα συνέβησαν στον Κάμενεφ και τον Ζηνόβιεφ. Έχει ειπωθεί ότι υπέστησαν βασανιστήρια για να ομολογήσουν. Όμως, υπάρχει μεγαλύτερο και αποτελεσματικότερο βασανιστήριο από τη γνώση για τον βέβαιο θάνατο; Σε κάθε περίπτωση, οι άνθρωποι που βρίσκονται στο εδώλιο του κατηγορουμένου δεν έχουν δείξει το παραμικρό στοιχείο ότι έχουν βασανιστεί ή ότι βρίσκονται υπό πίεση. Έχει ειπωθεί από κάποιους ότι τους έχουν υπνωτίσει ώστε να ομολογήσουν ή ότι η εισαγγελία, αξιοποιώντας τη γνώση της για τη σλαβική ψυχολογία, έχει κατά κάποιο τρόπο παγιδεύσει αυτούς τους ανθρώπους ώστε να ομολογήσουν πράξεις για τις οποίες δεν είναι ένοχοι. Για παράδειγμα, το ότι ομόφωνα αυτοί οι άνθρωποι ομολογούν εκλαμβάνεται ως απόδειξη ότι οι ομολογίες τους είναι ψεύτικες και ότι έχουν αποσπαστεί με μυστηριώδη μέσα. Ωστόσο, αυτοί οι ισχυρισμοί δεν βασίζονται σε κάποια απτή ή λογική απόδειξη. Η ιδέα ότι κάποια ανεξήγητη μορφή ανατολίτικης μαγείας έχει χρησιμοποιηθεί αποτελεί επαρκή λόγο από μόνο του για να απορριφθεί ως εντελώς φανταστική. Το ίδιο το γεγονός της ομοφωνίας των κατηγορουμένων, όχι μόνο δεν αποδεικνύει ότι και αυτή η δίκη είναι «στημένη», αλλά, αντίθετα, μου φαίνεται ότι αποδεικνύει το εντελώς αντίθετο. Γιατί αν αυτοί οι άνθρωποι είναι αθώοι, τότε, σίγουρα, τουλάχιστον ένας από τους τριάντα περίπου, γνωρίζοντας ότι, σε κάθε περίπτωση, θα καταδικαζόταν σε θάνατο, θα έβγαζε προς τα έξω την αλήθεια. Είναι αδιανόητο, από έναν τόσο μεγάλο [αριθμό] κατηγορουμένων, όλοι να ψεύδονται, όταν τα ψέματα δεν θα έκαναν ούτε σε έναν από αυτούς το παραμικρό καλό. Όμως, γιατί κανείς να κοιτά πέρα από το προφανές, για την αναζήτηση της αλήθειας, γιατί να αναζητεί στο μυστικισμό και στη μαγεία γεγονότα που είναι μπροστά στα μάτια του; Γιατί να μην αποδεχτεί το ξεκάθαρο γεγονός ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι ένοχοι; Και αυτό το γεγονός, αν γίνει αποδεκτό αναφορικά με τους ανθρώπους που τώρα δικάζονται, θα πρέπει να γίνει αποδεκτό αναφορικά και με τους ανθρώπους που εκτελεστήκαν μετά την πρώτη δίκη.

***

Πλέον δεν βλέπω κάποιον βάσιμο λόγο να πιστεύω ότι οι κατηγορούμενοι στην πρώτη δίκη δεν αντιμετωπίστηκαν δίκαια. Ασφαλώς, δεν μπορεί τώρα πια να διατυπώνεται ο ισχυρισμός ότι είχαν «εξαπατηθεί» γιατί αυτός ακυρώνεται από μόνος του αν σταθούμε για ένα λεπτό και δούμε ότι η σοβιετική κυβέρνηση έχει οδηγήσει μια δεύτερη ομάδα ανθρώπων σε δίκη με τις ίδιες κατηγορίες. Καθώς η κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να δελεάσει τη δεύτερη ομάδα να ομολογήσει υπό την πίεση ψεύτικων υποσχέσεων, είναι λογικό να υποθέσει κανείς ότι δεν βασιζόταν σε ψεύτικες υποθέσεις στην πρώτη δίκη. Επιπροσθέτως, είμαι πλέον εντελώς πεπεισμένος ότι στους κατηγορούμενους στην πρώτη δίκη είχε δοθεί κάθε δυνατότητα να υποστηρίξουν τον εαυτό τους, ότι δεν στερήθηκαν κανένα δικαίωμα που παραχωρείται σε μια αμερόληπτη δίκη. Είναι σημαντικό το ότι, όσοι ισχυρίζονται ότι δεν έγιναν έτσι τα πράγματα, δεν έχουν κομίσει ούτε ένα αποδεικτικό στοιχείο, πέρα από τους δικούς τους αστήρικτους ισχυρισμούς και υποψίες, προς επίρρωση των ισχυρισμών τους. Από την άλλη πλευρά, έχουμε όχι μόνο τα πρακτικά της δίκης, αλλά και αυτόκλητες ανταποκρίσεις από μη κομμουνιστές παρατηρητές που ήταν παρόντες στη δίκη.

Μια τέτοια δήλωση έχει κάνει ο Ντ.Ν. Πριτ, άγγλος νομικός και μέλος του Εργατικού Κόμματος στη Βουλή των Κοινοτήτων. Ο κ. Πριτ επουδενί δεν μπορεί να κατηγορηθεί για συμπάθεια προς τους κομμουνιστές ή τον Στάλιν. Για την ακρίβεια, είναι μέλος της δεξιάς πτέρυγας του Εργατικού Κόμματος. Όμως είναι επίσης καταρτισμένος στη Νομική, ενώ, επιπλέον, σε αντίθεση με τον Ουόλτερ Σιτρίν και άλλους που κατηγορούν ότι έγιναν μεγάλες αυθαιρεσίες στην απονομή δικαιοσύνης, ο ίδιος ήταν προσωπικά παρών στη δίκη στη Μόσχα. Ανέφερε στην έκθεσή του, αργότερα, ότι έμεινε «πλήρως ικανοποιημένος» για το ότι η δίκη «έλαβε χώρα με τον δέοντα τρόπο» και ότι οι κατηγορούμενοι «δίκαια και νομότυπα αντιμετωπίστηκαν». Πρόσθεσε ότι η εμφάνισή τους και η συμπεριφορά τους ήταν τέτοια που υποδείκνυε «απουσία οποιασδήποτε κακομεταχείρισης ή φόβου». Δήλωσε ότι δεν υπήρχε «βάση για υπόνοια για οποιαδήποτε άδικη αντιμετώπιση στη μορφή ή την ουσία». Η άποψή του επιβεβαιώθηκε από όλους τους άλλους μη κομμουνιστές παρατηρητές στη δίκη, των οποίων τις ανταποκρίσεις μελέτησα. Ασφαλώς, ο Τρότσκι επιδίδεται πλέον στην καταγγελία του Πριτ γιατί παρείχε αυτές τις «υπηρεσίες» στον «σταλινισμό». Όμως, ο Τρότσκι δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο για να αποδείξει ότι ο Πριτ ήταν καθ’ οιονδήποτε τρόπο προκατειλημμένος υπέρ της κυβέρνησης Στάλιν. Στην πραγματικότητα, ας μου επιτραπεί να επαναλάβω, ενώ οι αποδείξεις ότι αυτοί οι άνθρωποι με δίκαιο τρόπο δικάστηκαν φαίνονται βάσιμες και πειστικές, ο αντίθετος ισχυρισμός ότι δεν αντιμετωπίστηκαν δίκαια δεν υποστηρίζεται από κανενός είδους στοιχείο, πειστικό ή άλλο. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί για τη διεξαγωγή της δεύτερης δίκης ως τώρα, με βάση τις ως τώρα ανταποκρίσεις.

Είναι περίεργο το γεγονός, που φαίνεται ότι διαφεύγει από τους φιλελεύθερους σε αυτή τη χώρα και στην Αγγλία, ότι η σοβιετική κυβέρνηση πλήττεται εξαιρετικά περισσότερο από όσο πιθανώς θα μπορούσε να βοηθηθεί η ίδια με τη διεξαγωγή αυτών των δικών, ιδίως αυτή την εποχή. Και μόνο το γεγονός ότι οι φιλελεύθεροι και οι σοσιαλιστές έχουν ξεσηκωθεί εξαιτίας της διεξαγωγής αυτών των δικών, και μόνο το γεγονός ότι αυτή η επιτροπή υπεράσπισης έχει σχηματιστεί, αποδεικνύει το μεγάλο βαθμό στον οποίο η Σοβιετική Ένωση βλάπτεται. Τι έχει να κερδίσει ο Στάλιν από την ανάληψη μιας δράσης που τείνει να αποξενώσει από αυτόν αυτά τα στοιχεία; Είναι προφανές ότι δεν έχει να κερδίσει το παραμικρό. Αντίθετα, χάνει πολλά. Τη στιγμή αυτή, διατρέχει σοβαρό κίνδυνο επέμβασης. Η σοβιετική κυβέρνηση χρειάζεται κάθε υποστήριξη που μπορεί να αποσπάσει από εργάτες και φιλελεύθερους και δημοκράτες σε άλλες χώρες. Χωρίς μια τέτοια υποστήριξη, το αυξανόμενο κύμα φασισμού θα μπορούσε σύντομα να σκάσει πάνω στη Σοβιετική Ρωσία, οπότε, φυσικά, ο Στάλιν και η κυβέρνησή του αναπόφευκτα θα εξαφανίζονταν.

Θα πρέπει, λοιπόν, να υποθέσουμε ότι ο Στάλιν τα έχει κάνει όλα ρημαδιό, ηλιθιωδώς, για να εκδικηθεί τους προσωπικούς του εχθρούς; Θα πρέπει να υποθέσουμε ότι έχει τόση αγωνία να έχει λαϊκά μέτωπα ανεγερμένα για να προστατεύουν τη Σοβιετική Ένωση ενάντια σε έναν εξωτερικό εχθρό και, ταυτόχρονα, είναι τόσο τυφλός που αναλαμβάνει δράση η οποία μπορεί να καταστρέψει αυτά τα λαϊκά μέτωπα, προκειμένου αυτός να ικανοποιήσει απλώς τις προσωπικές του ορέξεις ή φιλοδοξίες; Θα πρέπει να υποθέσουμε ότι είναι τόσο στενοκέφαλος που δεν εκτιμά τη σοβαρότητα αυτού του εξωτερικού κινδύνου όχι μόνο για τη Σοβιετική Ένωση, αλλά και για τον ίδιο; Πλέον, κανένας δεν θα πει ότι ο Στάλιν είναι ηλίθιος. Ακόμα και οι τροτσκιστές ισχυρίζονται ότι η απειλή του «σταλινισμού» έγκειται όχι στην ηλιθιότητα, αλλά σε διαβολική εξυπνάδα. Συνάγεται, επομένως, αφού η κυβέρνηση Στάλιν προφανώς ρισκάρει πολλά, με τη διεξαγωγή αυτών των δικών, ότι έχει εντοπίσει έναν εσωτερικό κίνδυνο οριακά λιγότερο επικίνδυνο από όσο ο εξωτερικός. Εν συντομία, συνάγεται ότι η κυβέρνηση έχει ανακαλύψει μια συνωμοσία ενάντια στην ίδια, τα στοιχεία για την οποία είναι τόσο άφθονα και ο κίνδυνος από την οποία είναι τόσο προφανής, που δεν τολμά να σταυρώσει τα χέρια της, ακόμα και αν, με το να εξαλείψει αυτή τη συνωμοσία, θα μπορούσε να απομακρύνει την υποστήριξη των δημοκρατών από το εξωτερικό και, επομένως, να αυξήσει τον εξωτερικό κίνδυνο.

Μέχρι τώρα, είχαμε σταθεί μόνο στους συνωμότες στη Μόσχα. Λίγα έχουν ειπωθεί για τον Λέοντα Τρότσκι. Είναι, επίσης, ένοχος κι αυτός; Οι συνωμότες λένε ότι είναι. Αυτός το αρνείται κατηγορηματικά (και διατυπώνει κατηγορίες ίδιας σοβαρότητας ενάντια στον Στάλιν). Έχουμε τα στοιχεία από τη Μόσχα. Πού είναι τα στοιχεία του Τρότσκι; Κάποιος θα μπορούσε να πει ότι δεν του δόθηκε η δυνατότητα να παραστεί στο δικαστήριο. Άλλος μπορεί να ισχυριστεί ότι, προς το τέλος της παραμονής του στη Νορβηγία, στην κυριολεξία δεν είχε δυνατότητα επικοινωνίας. Ωστόσο, εδώ και κάποιες εβδομάδες, είναι εκτός Νορβηγίας και, ακόμα, μια απτή απόδειξη των ισχυρισμών του δεν έχει δοθεί από πλευράς του, ούτε ντοκουμέντα, ούτε καν κάποιες δηλώσεις που βασίζονται στη συγκυρία.  Δεν έχει δημοσιεύσει τίποτε άλλο από απλές αρνήσεις. Ακόμα και κάποιες από αυτές τις αρνήσεις είναι κάπως αμφισβητήσιμες. Η αδικαιολόγητη επίθεσή του σε βάρος του Ντ.Ν. Πριτ, την οποία εξαπέλυσε χωρίς στοιχεία προς επίρρωσή της, σίγουρα δεν τον βοήθησε. Η δήλωσή του ότι δεν είχε ποτέ ακούσει για κάποιον Βλαντίμιρ Ρομ, έναν γνωστότατο σοβιετικό δημοσιογράφο και επί χρόνια σημαντικό ανταποκριτή του ΤΑΣΣ και αργότερα της Ιζβέστια, απλούστατα δεν μπορεί να γίνει πιστευτή και, στην πραγματικότητα, τείνει να δυσφημίσει τον Τρότσκι. Όμως αυτό είναι το είδος «αποδείξεων» που στέλνει στους Νιου Γιορκ Τάιμς, την Μπάλτιμορ Σαν και τη Μάντσεστερ Γκάρντιαν.

***

Αν ο Τρότσκι είναι αθώος και έχει τεκμηριωμένες αποδείξεις για την αθωότητά του, γιατί δεν τις κομίζει; Ο εκδοτικός όμιλος Χιρστ μετά χαράς και μόνο θα δημοσίευε και θα πλήρωνε, μάλιστα, αδρά τον Τρότσκι για τα στοιχεία του. Οι Νιου Γιορκ Τάιμς, οι Τάιμς του Λονδίνου, και άλλα αστικά έντυπα, ομοίως ευχαρίστως θα παραχωρούσαν χώρο για τα στοιχεία του. Ο Μάντσεστερ Γκάρντιαν είναι φανατικά στο πλευρό του τους τελευταίους αρκετούς μήνες, δεν θα τον εγκατέλειπε τώρα. Έχει ειπωθεί ότι (ο Τρότσκι) επιδιώκει να γνωστοποιήσει τις αποδείξεις του στο νέο βιβλίο που γράφει για τον σταλινισμό. Και μπορεί, επίσης, να διατυπωθεί ο ισχυρισμός ότι θα ήταν καλύτερο για αυτόν να θέσει τις αποδείξεις που διαθέτει υπόψη της υπό σύσταση διεθνούς επιτροπής που θα τον ακροαστεί. Όμως, ας δούμε το παράδοξο, τον απόλυτο κυνισμό μιας τέτοιας στάσης. Έχουμε ανθρώπους που αναμένουν τον θάνατο για κατηγορίες που ο Τρότσκι λέει ότι είναι απόλυτα χαλκευμένες και έχουμε τον Τρότσκι, ο οποίος ισχυρίζεται ότι μπορεί να αποδείξει ότι είναι τέτοιες, και όμως, κρατά κρυφές αυτές τις απαραίτητες αποδείξεις προς χάρη ενός βιβλίου, ή προς χάρη μιας διεθνούς επιτροπής που δεν έχει ακόμα συγκροτηθεί! Και έχουμε άπειρους φιλελεύθερους και σοσιαλιστές που ειλικρινά πιστεύουν ότι η δικαιοσύνη καταστρέφεται κατ’ εντολή του Στάλιν, όμως δεν έχουν κομίσει το παραμικρό στοιχείο προς υποστήριξη αυτής της πεποίθησης, πέραν των δικών τους φόβων και υποψιών, και έχουμε τον Τρότσκι που έχει τα σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία – και όμως, δεν τα κομίζει, τη στιγμή που αυτά είναι απαραίτητα όσο ποτέ.

Ας αναλογιστούμε κάτι ακόμα. Ο Τρότσκι, τα τελευταία χρόνια, έχει γράψει πολλά βιβλία και μπροσούρες όπου εκθέτει το δόγμα του για τη διαρκή επανάσταση και αποσκοπεί στην αποκάλυψη του Στάλιν και του σταλινισμού. Έχει ισχυριστεί, όχι μια φορά, αλλά ξανά και ξανά, ότι ο Στάλιν πρέπει να ανατραπεί αν είναι να σωθεί η επανάσταση. Άρα, τώρα, είτε τα επιχειρήματα και οι προτροπές του Τρότσκι είναι εντελώς παθητικής και ακαδημαϊκής φύσης, οπότε και μπορούν κάλλιστα να ξεχαστούν, είτε, με το να τα διατυπώνει, εννοεί ότι πρέπει να γίνουν πράξη. Είναι προφανές, ωστόσο, ότι ο Τρότσκι δεν παίζει κανέναν παθητικό ρόλο, ότι είναι συνειδητά ο αγκιτάτορας και ότι θεωρεί εαυτόν τον πραγματικό ηγέτη της κίνησης ενάντια στον Στάλιν. Αυτό προκύπτει από κάθε γραμμή των γραπτών του επί του προβλήματος και είναι προφανές από κάθε του δραστηριότητα. Όμως, πώς ο Στάλιν θα ανατραπεί; Είναι ξεκάθαρο, ακόμα και στους οπαδούς του Τρότσκι, ότι δεν μπορεί να υπάρχει καμία ελπίδα πρόκλησης λαϊκής εξέγερσης εντός της Σοβιετικής Ένωσης. Η ανατροπή μπορεί να γίνει μόνο με ξένη επέμβαση, ή με μια συνωμοσία εντός της σοβιετικής κυβέρνησης, ή με συνδυασμό αυτών των δύο. Μέσω ποιων μπορεί μια τέτοια συνωμοσία να υλοποιηθεί; Προφανώς, μέσω ατόμων εντός της κυβέρνησης, τα οποία είχαν την εμπειρία για μια τέτοια δουλειά κατά το παρελθόν. Ακόμα προφανέστερα, από παλιούς συνωμότες που πιστεύουν ή, κάποτε πίστεψαν, στο δόγμα Τρότσκι. Και τι έχουν οι δίκες στη Μόσχα αποκαλύψει; Έχουν αποκαλύψει ακριβώς αυτό το είδος συνωμοσίας ενάντια στην σοβιετική κυβέρνηση, στην οποία συνωμοσία τα διδάγματα του Τρότσκι καλούν.

***

Ασφαλώς, αυτό από μόνο του δεν αποδεικνύει ότι ο Τρότσκι συνωμότησε με τους κατηγορουμένους στη Μόσχα. Ωστόσο, ο λογικός άνθρωπος είναι υποχρεωμένος να συμφωνήσει ότι, δεδομένης της γνωστής διάθεσης του Τρότσκι να δράσει, και της επίμονης παρουσίασης της δικής του «υπόθεσης» ενάντια στον Στάλιν, τα στοιχεία που βασίζονται στις περιστάσεις είναι πράγματι πολύ ισχυρά. Θα μπορούσε φυσικά να ειπωθεί, και να μη μπορεί κάποιος να αρνηθεί, ότι η «υπόθεση» της σοβιετικής κυβέρνησης ενάντια στον Τρότσκι δεν είναι τέλεια. Έχει κάνει λάθη. Έχει διατυπώσει ισχυρισμούς που είναι προφανώς αντίθετοι με τα γεγονότα. Όμως, και πάλι, δεν έχει ποτέ υπάρξει μια αντιπαράθεση στην οποία τα γεγονότα από τη μία πλευρά ήταν όλα μαύρα και αυτά από την άλλη κατάλευκα. Θα πρέπει να κρίνουμε αυτά, όχι με αυστηρά και απόλυτα μέτρα, αλλά ζυγίζοντας τα αποδεικτικά στοιχεία. Και, επί του παρόντος, η βαρύτητα των αποδεικτικών στοιχείων είναι υπέρ της σοβιετικής κυβέρνησης και ξεκάθαρα εναντίον του Τρότσκι.

Πρόθυμα θα συμφωνήσω ότι ο Στάλιν έχει τα ελαττώματά του. Μακριά από μένα η συμφωνία σε κάθε τι που η σοβιετική κυβέρνηση και η Κομιντέρν έχουν κάνει. Ωστόσο, κάθε άνθρωπος που κρίνει δίκαια οφείλει να παραδεχτεί ότι, υπό την σημερινή ηγεσία της, η Σοβιετική Ένωση έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στο δρόμο προς την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού. Είναι μόνο στις τάξεις των Ναζί, των φασιστών και των αντιδραστικών σε άλλες χώρες, στις τάξεις μικρών ομάδων εντός της Β’ Διεθνούς, και στις τάξεις των τροτσκιστών, που γίνεται ο ισχυρισμός ότι η Σοβιετική Ένωση επί Στάλιν και των συνεργατών του κινείται όχι προς τον σοσιαλισμό αλλά προς τον καπιταλισμό ή τον βοναπαρτισμό ή κάτι που ονομάζεται «κόκκινος φασισμός». Άτομα εξοικειωμένα με τα γεγονότα πρέπει να θεωρούν και θεωρούν αυτούς τους ισχυρισμούς εξωφρενικούς. Κάποιος που κατανοεί την οικονομική επιστήμη μπορεί άνετα να δει ότι είναι ο σοσιαλισμός και τίποτε άλλο που αναπτύσσεται στη σοβιετική Ρωσία. Η διατύπωση οποιουδήποτε ισχυρισμού για το αντίθετο είναι, δεδομένων των στοιχειοθετημένων γεγονότων, απλώς μια επιθυμία – ή συνειδητή διαστρέβλωση. Έτσι, οποιαδήποτε επίθεση στην κομμουνιστική ηγεσία στη Σοβιετική Ένωση – όσο ατελής μπορεί να είναι αυτή η ηγεσία–, η οποία επίθεση έχει σκοπό της την ανατροπή της σοβιετικής κυβέρνησης, πρέπει να θεωρείται συνειδητή και κακόβουλη επίθεση στον ίδιο τον σοσιαλισμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι θεωρώ τη σοβιετική κυβέρνηση υπεράνω κριτικής. Κάθε άλλο. Αλλά σημαίνει ότι θεωρώ μη έντιμη κριτική ή κάθε προσπάθεια για κάτι πέραν της κριτικής (π.χ., μια προσπάθεια την καταστροφή και όχι τη βοήθεια στην ανάπτυξη του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση) προδοσία του σοσιαλισμού. Και αυτό, μακράν πέραν της κατακραυγής ενάντια στις δίκες της Μόσχας, είναι ο αντικειμενικός σκοπός των γραπτών και των δράσεων ζύμωσης του Τρότσκι. Αν κάποιος τείνει να αμφιβάλλει ως προς αυτό, χρειάζεται απλώς να συγκρίνει τα γραπτά του Τρότσκι για τον «σταλινισμό» με τη μελέτη των Γουέμπ για το σοσιαλισμό στη Σοβιετική Ένωση.

***

Ας συνοψίσουμε. Από τη μια, έχουμε τις ομολογίες των κατηγορουμένων στη Μόσχα, τα πρακτικά των δικών, τις δηλώσεις ανιδιοτελών παρατηρητών στην πρώτη δίκη και τις ανταποκρίσεις για τη δεύτερη δίκη από έγκριτους δημοσιογράφους όπως ο Γουόλτερ Ντουράντι. Αυτά μας παρέχουν επαρκείς ενδείξεις που τείνουν να αποδείξουν ότι οι κατηγορούμενοι δικάστηκαν με δίκαιο τρόπο και ότι η ενοχή τους για το ότι συνωμότησαν με σκοπό να ανατρέψουν τη σοβιετική κυβέρνηση έχει στοιχειοθετηθεί. Επίσης τείνουν να αποδείξουν ότι ο Τρότσκι συμμετείχε στη συνωμοσία, ή ότι τουλάχιστον είχε μια ένοχη γνώση αυτής, παρότι οι άμεσες αποδείξεις για το βαθμό συμμετοχής του στο έγκλημα δεν είναι τόσο θεμελιωμένες όσο αυτές που αφορούν τους δικασμένους. Ωστόσο, έχουμε επίσης τα γραπτά του και αυτά τείνουν σε μεγάλο βαθμό να ισχυροποιήσουν την εικασία, αν όχι για άμεση ενοχή, τουλάχιστον για ηθική αυτουργία. Από την άλλη, δεν έχουμε τίποτα το συγκεκριμένο με το οποίο να μπορεί να αντισταθμιστεί η κατηγορία για συνωμοσία. Έχουμε μόνο τους αστήρικτους ισχυρισμούς του Τρότσκι και τους μη επιβεβαιωμένους φόβους και υποψίες πολλών φιλελεύθερων και σοσιαλιστών.

Ίσως ο Τρότσκι να μπορεί να υποστηρίξει τους ισχυρισμούς του. Σαφώς, δεν θα πρέπει να στερηθεί τη δυνατότητα να παράσχει τις αποδείξεις που λέει ότι έχει. Όμως, η διστακτικότητα ή ανικανότητά του να τις παράσχει, όταν αυτές είναι απαραίτητες όσο ποτέ, σίγουρα πρέπει να μετρήσει σε βάρος του. Επιπλέον, και αυτό είναι ένα σημείο εξαιρετικής σημασίας, θα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη ότι ο Τρότσκι δεν είναι μια ανιδιοτελής πλευρά. Δεν προσέρχεται στη δίκη με καθαρά χέρια. Είναι ορκισμένος αντίπαλος της κυβέρνησης Στάλιν. Πρέπει να υποτεθεί, επομένως, ότι έχει τουλάχιστον το ίδιο, και κατά πάσα πιθανότητα αρκετά περισσότερο ενδιαφέρον για τη διεξαγωγή της καμπάνιάς του για την καταστροφή της κυβέρνησης Στάλιν όσο είναι για την επίτευξη απονομής στοιχειώδους δικαιοσύνης για τον ίδιο. Ας δηλώσει ότι είναι η δικαιοσύνη αυτό που μόνο επιθυμεί, και έπειτα, ας υποσχεθεί δημοσίως ότι, σε περίπτωση που αποτύχει να θεμελιώσει τους ισχυρισμούς του ενάντια στην κυβέρνηση, θα πάψει πάραυτα τις προσπάθειές του για καταστροφή αυτής της κυβέρνησης. Αν αρνηθεί να δεσμευτεί σε αυτό συγκεκριμένα, ένας λογικός άνθρωπος θα πρέπει να συμπεράνει ότι ο Τρότσκι χρησιμοποιεί το αίτημά του για δικαιοσύνη μόνο ως ένα μέσο για την απόκτηση επιπρόσθετης υποστήριξης στην καμπάνιά του ενάντια στον σοσιαλισμό στη Σοβιετική Ένωση. Πράγματι, με βάση τη χρονική σειρά των γεγονότων, οι αποδείξεις ως προς αυτό το θέμα ήδη είναι εναντίον του. Η κατακραυγή ενάντια στις δίκες της Μόσχας ξεκίνησε πρώτα από τους τροτσκιστές. Ήταν αυτοί που πρώτοι διατύπωσαν την κατηγορία ότι η Σοβιετική δικαιοσύνη κατευθυνόταν από τον Στάλιν. Ήταν μόνο μετά από αυτό που κάποιοι ανιδιοτελείς φιλελεύθεροι συνέχισαν την κατακραυγή. Δεν μπορεί να υπάρχει αμφιβολία ότι οι τροτσκιστές, όταν έκαναν λόγο για «διώξεις», γνώριζαν ότι θα κέρδιζαν τη συμπάθεια και ίσως την ενεργό βοήθεια αυτών των φιλελεύθερων. Και μπορεί λίγο κανείς να αμφιβάλλει ότι αυτός, παρά η απονομή δικαιοσύνης, ήταν ο πραγματικός σκοπός τους. Σίγουρα, αν πράγματι πίστευαν, όπως ισχυρίζονται, ότι η κυβέρνηση Στάλιν δεν σεβόταν κανέναν νόμο και καμιά δικαιοσύνη, τότε δεν θα μπορούσαν να αναμένουν οι φιλελεύθεροι να βοηθήσουν ώστε να πετύχουν απονομή δικαιοσύνης σε αυτούς από την κυβέρνηση Στάλιν. Και, καθώς συνεχίζουν να διατηρούν αυτή τη θέση, είναι απολύτως λογικό να υποτεθεί ότι ο πραγματικός σκοπός τους στην απεύθυνση έκκλησης στους φιλελεύθερους είναι όχι η επίτευξη απονομής δικαιοσύνης για αυτούς, αλλά η απόσπαση της υποστήριξης των φιλελεύθερων στον τροτσκισμό, δηλαδή, στην καμπάνια του Τρότσκι ενάντια στον σοσιαλισμό στη Σοβιετική Ένωση, και το να γίνει αυτό στο όνομα της ιεράς αλλά χωρίς νόημα φιλελεύθερης αρχής γνωστής και ως αφηρημένη δικαιοσύνη.

***

Σε κάθε περίπτωση, τουλάχιστον μέχρις ότου ο Τρότσκι προσέλθει στο δικαστήριο με τα δικά του καθαρά χέρια, θα παραμένω πεπεισμένος ότι το σημερινό κίνημα φιλελευθέρων για την επίτευξη δικαιοσύνης για αυτόν δεν είναι παρά μια τροτσκιστική μανούβρα ενάντια στη Σοβιετική Ένωση και ενάντια στον σοσιαλισμό. Είμαι, ομοίως, πεπεισμένος, όπως και πρέπει να είμαι, υπό τις παρούσες περιστάσεις, ότι η Αμερικανική Επιτροπή για την Υπεράσπιση του Λέοντος Τρότσκι, έχει, ίσως χωρίς να το θέλει, καταστεί όργανο των τροτσκιστών για πολιτική παρέμβαση ενάντια στη Σοβιετική Ένωση. Πράγματι, πέραν των προαναφερθεισών σκέψεων, είναι αρκετά ξεκάθαρο ότι η όλη προσέγγιση και φρασεολογία της επιτροπής έχει ριζικά αλλάξει σε σχέση με την περίοδο που είχε συγκροτηθεί. Για παράδειγμα, σε όσους είχαν προσκληθεί να προσχωρήσουν, ζητιόταν να το κάνουν προκειμένου να δοθεί στον Τρότσκι «πλήρης δυνατότητα να υποστηρίξει την υπόθεσή του». Όμως, τώρα, τα κείμενα της επιτροπής κάνουν λόγο για «εργασία για μια πλήρη και αντικειμενική διερεύνηση των δικών της Μόσχας». Οι συνέπειες από αυτή την αλλαγή στάσης είναι αρκετά προφανείς και δεν χρειάζονται αποσαφήνιση εδώ. Είναι ο φιλελεύθερος που θα δώσει στον Τρότσκι μια δυνατότητα να ακουστεί, αλλά είναι μόνο ο τροτσκιστής (ή κάποιος άλλος που έχει άχτι με το Κομουνιστικό Κόμμα) αυτός που θα απαιτούσε αυτή την πολιτική παρέμβαση που θα χρειαζόταν ώστε να διεξαχθεί μια «πλήρης και αντικειμενική διερεύνηση των δικών της Μόσχας». Αυτό δεν είναι παρά προπαγάνδα. Δείχνει εντελώς ξεκάθαρα ότι οι τροτσκιστές έχουν καταλάβει την επιτροπή.

Ίσως τα φιλελεύθερα μέλη δεν συνειδητοποιούν την πραγματική φύση της επιτροπής. Όμως, αυτό δεν μπορεί να ισχύει για τα μέλη πολιτικών φορέων, για τους τροτσκιστές και άλλους, που δεν έχουν παρά έναν σκοπό, ο οποίος είναι να χρησιμοποιηθεί η επιτροπή ως εφαλτήριο για νέες επιθέσεις σε βάρος της Σοβιετικής Ένωσης. Δεν έχω, υπό οποιαδήποτε περίσταση, πρόθεση να επιτρέψω στον εαυτό μου να συμβάλλει σε οποιοδήποτε σχέδιο που έχει αντικειμενικό του σκοπό (όποια κι αν είναι η υποκειμενική δικαιολόγησή του) να βλάψει ή να καταστρέψει το οικοδομούμενο σοσιαλιστικό σύστημα στη Σοβιετική Ρωσία. Επομένως, αποσύρατε το όνομά μου από μέλος της επιτροπής.

Ίσως περιττεύει να επισημάνω ότι δεν μιλώ εκ μέρους κάποιου κόμματος ή παράταξης. Δεν ανήκω τώρα ή στο παρελθόν σε οποιοδήποτε πολιτικό κόμμα ή πολιτική οργάνωση. Μιλώ μόνο εκ μέρους του εαυτού μου.

Είναι, ωστόσο, απαραίτητο να προσθέσω ότι θα θέσω αντίγραφα αυτής της επιστολής στη διάθεση κάποιων ατόμων και ομάδων που αναμφίβολα θα ενδιαφερθούν για το περιεχόμενό της.

Με εκτίμηση,

Μόριτς Α. Χόλγκρεν

Γκλένγουντ, Μέριλαντ, 27 Ιανουαρίου 1937

Μετάφραση από τα αγγλικά parapoda. Δημοσιεύτηκε σε μπροσούρα από τον εκδοτικό οίκο International Publishers.

Πηγή: parapoda.wordpress.com

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το