Μία χρονιά με λιγότερη δημοκρατία (και) στο κοινοβουλευτικό επίπεδο

«Στη διάρκεια του ταραγμένου 2020 ψηφίσαμε 113 νομοσχέδια, δρομολογήσαμε δεκάδες τολμηρές μεταρρυθμίσεις». Η δήλωση ανήκει στον Κυριάκο Μητσοτάκη  και με αυτή ξεκίνησε η εισήγησή του στο τελευταίο υπουργικό Συμβούλιο  για το 2020. Ουδείς όμως έδωσε μεγάλη σημασία στο στατιστικό στοιχείο που ανέφερε ο πρωθυπουργός για την λειτουργία της Βουλής.

Κρίμα γιατί μια απλή διαίρεση μας λέει το εξής: Μέσα στο 2020 μηνιαίως ψηφίζονταν 9.41 νομοσχέδια, δηλαδή 9 ή 10 νομοθετήματα κάθε μήνα. Γνωρίζοντας πως ένας μήνας έχει μόλις 4 εβδομάδες είχαμε κάτι παραπάνω από 2 νομοσχέδια την εβδομάδα. Αυτά χωρίς να συνυπολογίσουμε την 10ημερη διακοπή της λειτουργίας της Βουλής τον Αύγουστο και τις διακοπές του Πάσχα, που προφανώς αφαιρούνται από τον διαθέσιμο χρόνο.

Σκεφθείτε τώρα ότι ένα νομοσχέδιο για να ψηφιστεί με βάση όσα προβλέπει το γράμμα και το πνεύμα των κανόνων της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας -που καυχιόμαστε ότι διαθέτουμε- πρέπει να συμβούν τα εξής: Να αναρτηθεί επί έναν μήνα το λιγότερο σε δημόσια διαβούλευση. Να κατατεθεί στην Βουλή με όλες τις συνταγματικά προβλεπόμενες ελεγκτικές εκθέσεις. Να το επεξεργαστεί η αρμόδια κοινοβουλευτική διαρκή επιτροπή στην οποία πρέπει να καταθέσουν τις προτάσεις τους εκτός από τα πολιτικά κόμματα και οι ενδιαφερόμενοι κοινωνικοί φορείς. Τέλος να συζητηθεί αναλυτικά στην Ολομέλεια της Βουλής. Με τέτοιον τρόπο ώστε να τοποθετηθούν οι βουλευτές, να υπάρξει περεταίρω επεξεργασία και να ενσωματωθούν τυχόν πολιτικές συγκλίσεις, εφόσον αυτές υπάρχουν.

Προφανώς όλα είναι από εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο να πραγματοποιηθούν και ταυτόχρονα να ψηφιστούν σχεδόν 3 νομοσχέδια την εβδομάδα. Εκτός αν η εβδομάδα αυτή διαθέτει 18 ημέρες. Όμως οι εβδομάδες του 2020 διέθεταν μόλις 7 ημέρες, εκ των οποίων 5 εργάσιμες.

Έτσι λοιπόν οι αριθμοί πιστοποιούν αυτό που καταγγέλλει εδώ και μήνες σύσσωμη η αντιπολίτευση: Ότι την φετινή χρονιά είχαμε σημαντικές «εκπτώσεις» στην ποιότητα της νομοθέτησης. Πράγμα που αυτόματα μεταφράζεται σε λιγότερη δημοκρατία. Ιδίως όταν συνδυάζεται με αναγκαστικές συνθήκες μειωμένης συμμετοχής των βουλευτών στις διαδικασίες, όπως αυτές που επέβαλλε η πανδημία.

Στην «μαγική εικόνα» προσθέστε και τα εξής: Τις δεκάδες Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου που ήταν ο κυρίαρχος τρόπος νομοθέτησης στο lockdown της Άνοιξης. Τις αρνήσεις υπουργών (με πρώτη και καλύτερη την Νίκη Κεραμέως) να καταθέσουν στην Βουλή συμβάσεις που έχει υπογράψει το δημόσιο με ιδιώτες. Την τακτική των βουλευτικών τροπολογίων που γίνονται δεκτές την τελευταία στιγμή, χωρίς αξιολόγηση από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Τα νομοσχέδια που αποτελούν «συρραφή διατάξεων» όπως αυτό του υπουργείου Υγείας που ψηφίστηκε στις 22 Δεκεμβρίου. Τα νομοθετήματα που ξεκινούσαν με 50 ή 60 άρθρα για να καταλήξουν σε κείμενα – τόμους που ξεπερνούσαν τα 150 άρθρα. Την μη προώθηση για ψήφιση στην Βουλή διεθνών συμβάσεων για λόγους εσωκομματικών ισορροπιών της Ν.Δ. Την συνεχή επίκληση της «αρχής της δεδηλωμένης» και μάλιστα από μία κυβέρνηση που δεν εκλέχθηκε με το σύστημα της απλής αναλογικής, ώστε να μπορεί να επικαλεστεί -πολιτικά- ότι αποτελεί κυβέρνηση λαϊκής πλειοψηφίας.

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι το 2020 δεν ήταν μια χρονιά σαν όλες τις άλλες. Η πολιτική ζωή της χώρας κλήθηκε να προσαρμοστεί στις αναγκαιότητες μιας πρωτόγνωρης παγκόσμιας πανδημίας. Όμως αυτό δεν μπορεί να δικαιολογήσει το ότι ήταν μία χρονιά με λιγότερη δημοκρατία (και) στο κοινοβουλευτικό επίπεδο.

Γεράσιμος Λιβιτσάνος

Πηγή:news247.gr

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το