Με αφορμή μια ακόμη επίθεση του ΚΚΕ στο Μ-Λ ΚΚΕ και το μ-λ κίνημα από τις στήλες του «ατέχνως»

Με ένα ενυπόγραφο κείμενο που δημοσιεύτηκε στο «ατέχνως» (διαδικτυακό μέσο της επιρροής του ΚΚΕ), το ΚΚΕ επιχειρεί -μέσα από ένα «άτεχνο» κράμα ιστορικών παραχαράξεων, άλογων συμπερασμάτων και λάσπης- μια ακόμη επίθεση στο Μ-Λ ΚΚΕ και γενικότερα στο «μαοϊκό ρεύμα» όπως το χαρακτηρίζει, αφορίζοντάς το ήδη από τον τίτλο του πονήματος ως οπορτουνιστικό. Είναι η δεύτερη φορά μέσα σε λίγες μέρες που επισήμως το ΚΚΕ επιλέγει να ανοίξει μέτωπο και βασικά να συκοφαντήσει και να λασπολογήσει σε βάρος του Μ-Λ ΚΚΕ. Είχε προηγηθεί κομματική ανακοίνωση-καταγγελία της τομεακής επιτροπής Ικαρίας Φούρνων του ΚΚΕ σε βάρος της ΕΡΓΑΣ και του Μ-Λ ΚΚΕ. Και στα δύο κείμενα το συμπέρασμα πανομοιότυπο. Ότι το ΚΚΕ παλεύει αταλάντευτα για την εργατική εξουσία και το σοσιαλισμό και ότι αυτό ενοχλεί τους πάντες, το «μ-λ κίνημα» και το Μ-Λ ΚΚΕ, και για αυτό του επιτίθενται. Πρόκειται για ένα «συμπέρασμα» που στερείται στοιχειώδους λογικής και αιτιολόγησης και που σίγουρα η ηγεσία του ΚΚΕ κρίνει ότι το έχει ανάγκη για αξιοποίηση στο εσωτερικό του, ειδικά στην παρούσα φάση.

Ξεκαθαρίζουμε από την αρχή, ότι η κριτική του Μ-Λ ΚΚΕ προφανώς και δεν αφορά τις αγνές προθέσεις και τις αγωνιστικές διαθέσεις των «χιλιάδων μελών και φίλων» του ΚΚΕ, πίσω από τις οποίες επιχειρεί να κρύψει την επιζήμια γραμμή του ΚΚΕ ο αρθογράφος (Γ. Κατημερτζής), αλλά την ιδεολογική κατεύθυνση, την πολιτική και την πρακτική που απορρέουν από αυτή, με την οποία κατευθύνει το ΚΚΕ η ηγεσία του και το ρόλο που, ανεξαρτήτως προθέσεων, καταλήγει να παίζει αυτό το κόμμα.

Στο κείμενο του Γ. Κατημερτζή, προκειμένου να αποφευχθεί η αναμέτρηση με τα σημερινά ζητήματα, επιχειρείται μια «ιστορική θεμελίωση» θέσεων και συμπερασμάτων, μέσα από μια σύντομη αναδρομή σε γεγονότα που συντάραξαν το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα. Με «χαρακτηριστική ευκολία», με λογικές ακροβασίες και στρεβλώσεις, ο αρθρογράφος αναφέρεται, στο 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ, στο ΚΚΚ και στο έργο του Μάο, με τρόπο που καταλήγει να στερείται της στοιχειώδους σοβαρότητας που απαιτεί η ανάγνωση της ιστορίας από την αριστερά και το κομμουνιστικό κίνημα. Αν και το πραγματικό ζήτημα δεν είναι προφανώς το εκτεταμένο ιστορικό κομμάτι, είναι σκόπιμη μια μικρή απάντηση στα βασικά ζητήματα με τα οποία «βασανίζεται» το κείμενο. Για όσους πραγματικά θέλουν ιστορική αλήθεια και ιστορικά συμπεράσματα, δυστυχώς για το πόνημα του Γ. Κ., αυτά βοούν. Από εκεί και πέρα είναι αναγκαία μια ξεκάθαρη θέση για την επίθεση λάσπης που επιχειρεί το ΚΚΕ ειδικά το τελευταίο διάστημα, προκειμένου να διαχειριστεί τις αντιδράσεις του κόσμου που παρακολουθεί την εξόφθαλμη γραμμή της ανοχής και της προσαρμογής του στην κυβερνητική πολιτική όλο αυτό το διάστημα.

Α. Για την διάσπαση του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, το 20ό συνέδριο και το μ-λ κίνημα

Αν και στο κείμενο αρχικά και σωστά αναφέρεται ότι «το 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956)… η δεξιά οπορτουνιστική στροφή που υιοθετήθηκε από το ΚΚΣΕ το 1956 καθώς και η οξύτατη κριτική που άσκησε το ΚΚΚ στο Σοβιετικό Κόμμα» και η συνακόλουθη ρήξη υπήρξαν τα γεγονότα που στιγμάτισαν την ιστορία του, αμέσως μετά επιχειρείται η αποδόμηση αυτής της αλήθειας και η διατύπωση εν είδει ερωτήματος της θέσης: «Υπήρξε όντως ιδεολογική διαπάλη μεταξύ του ΚΚΣΕ και του ΚΚΚ ή η ρήξη που προκλήθηκε ήταν προϊόν της τυχοδιωκτικής και επεκτατικής πολιτικής που εφάρμοζε η ΛΔ Κίνας ήδη από το 1963;»

Τα παιχνίδια με την ιστορική αλήθεια όμως δεν είναι εύκολα. Όσο και αν ο Γ. Κ., προκειμένου να καταλήξει στην «αλήθεια» του, φτιάχνει ένα κουβάρι από επιλεκτικές ιστορικές αναφορές και ψεύδη, για γεγονότα όπως αυτά που συγκλόνισαν το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα, η παραχάραξή τους απαιτεί μάλλον «περισσότερο κόπο».

Έτσι, λοιπόν, ο αρθογράφος όχι απλά αγνοεί την αντιπαράθεση που ξέσπασε την επαύριο ήδη του 20ού Συνεδρίου και πολύ περισσότερο τη δημόσια πολεμική μετά το 22ο, αλλά παρουσιάζει το ΚΚΚ ως, ούτε λίγο ούτε πολύ, οπαδό της «δεξιάς οπορτουνιστικής στροφής» που τη «δέχτηκε με θαυμασμό και ενθουσιασμό». Και παρουσιάζει ως πρώτη στιγμή ρήξης την ένοπλη συνοριακή σύγκρουση της Κίνας με την Ινδία το 1962! Ούτε οι ίδιοι οι χρουστσωφικοί δεν τόλμησαν να μιλήσουν τότε για «εισβολή» της Κίνας, όπως κάνει τώρα ο Γ.Κ. Αν και παρίσταναν βέβαια τους ουδέτερους, εξακολουθούσαν να στέλνουν εξοπλισμό στο αντιδραστικό αντικομμουνιστικό καθεστώς της Ινδίας, που πράγματι εισέβαλε και διεκδικούσε στα σύνορα κινεζικά εδάφη. Γεγονός είναι ότι αποκρούστηκαν αποφασιστικά από τις κινεζικές δυνάμεις που μετά την απώθηση των εισβολέων επέστρεψαν στις θέσεις τους.

Ο Γ.Κ. συνεχίζει με την πραγματικά εμπνευσμένη του επινόηση ότι «Οι σινο-σοβιετικές σχέσεις οξύνθηκαν ακόμα περισσότερο όταν η ΕΣΣΔ προχώρησε στην υπογραφή της συμφωνίας για την απαγόρευση των πυρηνικών δοκιμών (Test Ban Treaty) με τη συμμετοχή των ΗΠΑ και της Βρετανίας (5/8/1963)» και καταλήγει, αυθαίρετα και σίγουρα λανθασμένα, ότι η οριστική ρήξη επήλθε το 1969(!) και γι’ αυτό μετράει «52 χρόνια ύπαρξης του μαοϊκού οπορτουνισμού»!

Πρόκειται για καθαρή παραχάραξη και αστική αφήγηση της ιστορίας. Αφυδατώνει από το πραγματικό της περιεχόμενο μια παγκόσμια διαπάλη γραμμών και με την επιλογή και την υποκειμενική παρουσίαση κάποιων γεγονότων προσπαθεί να μετατρέψει και να παρουσιάσει αυτά τα ευφυολογήματα ως «περιεχόμενο της ρήξης».

Το 20ό Συνέδριο πραγματικά υπήρξε το σημείο καμπής, η αφετηρία της καπιταλιστικής παλινόρθωσης, η αρχή του τέλους της Σοβιετικής Ένωσης. Στο 20ό Συνέδριο εγκαταλείφθηκαν οι αρχές του μαρξισμού- λενινισμού και η επαναστατική γραμμή του μέχρι τότε ΚΚΣΕ. Υιοθετήθηκε η γραμμή του ειρηνικού περάσματος στο σοσιαλισμό, αλλά όχι μόνο όπως την παρουσιάζει ο αρθογράφος. Υιοθετήθηκε και η γραμμή της «ειρηνικής συνύπαρξης» χρουστσωφικού τύπου, δηλαδή της συνθηκολόγησης μπροστά στην πίεση του ιμπεριαλισμού και της συνεργασίας με το διεθνή ιμπεριαλισμό για την κατάπνιξη των επαναστατικών κινημάτων. Και αυτό ήταν το πραγματικό περιεχόμενο της συμφωνίας ΕΣΣΔ-ΗΠΑ-Βρετανίας και το 1962 και κάθε άλλης τέτοιας. Την οποία ο αρθογράφος επιλέγει να παρουσιάσει με ουδέτερο τρόπο λέγοντας ότι ΗΠΑ-Βρετανία «συμμετείχαν». Η υιοθέτηση της ρεβιζιονιστικής γραμμής του 20ού Συνεδρίου, που συστηματοποιήθηκε σε ένα γενικό αντεπαναστατικό πρόγραμμα στο 22ο Συνέδριο τον Οκτώβρη 1961, σήμανε τεράστιες και καθοριστικές ανατροπές στις παραγωγικές σχέσεις και με τις ολέθριες συλλήψεις για το κόμμα και το κράτος όλου του λαού ο Χρουτσώφ κήρυξε το τέλος της ταξικής πάλης στο σοσιαλισμό, και ουσιαστικά οδήγησε στην επάνοδο της αστικής τάξης στην εξουσία. Όλα αυτά μαζί με την απόρριψη και την κατασυκοφάντηση της ιστορίας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και των τεράστιων επιτευγμάτων της στα χρόνια του Λένιν και του Στάλιν.

Σημαία του χρουστσωφικού ρεβιζιονισμού έγινε ο αντισταλινισμός, που μαζί με το ειρηνικό (κοινοβουλευτικό) πέρασμα στο σοσιαλισμό σηματοδοτούσαν μια γενική γραμμή αποσύνθεσης από τα μέσα, κατεδάφισης του σοσιαλισμού και παλινόρθωσης του καπιταλισμού. Η γραμμή αυτή γνώρισε τα εγκώμια και τους ύμνους του διεθνούς ιμπεριαλισμού με επικεφαλής τις ΗΠΑ αλλά και την αναπότρεπτη αντίθεση, αποδοκιμασία και αντίσταση των κομμουνιστών.

Όχι το 1969 ή το 1962, αλλά ήδη λίγους μόλις μήνες μετά το 20ό Συνέδριο, το Νοέμβρη του 1956, ο Μάο Τσετούνγκ (σε λόγο του στη δεύτερη ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚ Κίνας) απερίφραστα καταδίκασε τόσο το «ειρηνικό πέρασμα» σαν απόρριψη γενικά του λενινισμού και του δρόμου της Οκτωβριανής Επανάστασης, όσο και την εκστρατεία του Χρουστσώφ εναντίον του Στάλιν σαν εγκατάλειψη γενικά του μαρξισμού-λενινισμού. Μάλιστα, για να υπογραμμιστεί ξεκάθαρα και να γίνει ολοφάνερη η αντίθεση στις επιθέσεις κατά του Στάλιν, με εντολή του Μάο, στην κεντρική πλατεία του Πεκίνου τοποθετήθηκε το πορτραίτο του Στάλιν. Στην τρίτη ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚ Κίνας, τον Οκτώβρη 1957, ο Μάο θα τονίσει: «Βάλαμε το πορτραίτο του Στάλιν στην πλατεία Τιεν Αν Μεν. Αυτό ανταποκρίνεται στις επιθυμίες του εργαζόμενου λαού σ’ ολόκληρο τον κόσμο και δείχνει τις θεμελιώδεις διαφορές μας με τον Χρουστσώφ.»

Τέτοιος ήταν ο «θαυμασμός» και ο «ενθουσιασμός» που τάχα εκδήλωσαν το ΚΚ Κίνας και ο Μάο για τη γραμμή του 20ού Συνεδρίου, για τα οποία μας βεβαιώνει, κάνοντας τον ανήξερο, ο Γ.Κ.

Αν και η γενική δημόσια καταγγελία και πολεμική εναντίον του 20ού Συνεδρίου αναπτύχθηκε από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 και ύστερα, ο αγώνας του ΚΚ Κίνας με επικεφαλής τον Μάο εναντίον του χρουστσωφικού ρεβιζιονισμού ξεκίνησε στην πραγματικότητα την επομένη του 20ού Συνεδρίου. Ύστερα από το σημαδιακό αυτό συνέδριο, έμμεσα αλλά με πολλή σαφήνεια, σε άρθρα κομματικών οργάνων, ομιλίες ηγετών κλπ, σε συζητήσεις με την ηγεσία του ΚΚΣΕ ή σε πολυμερείς συσκέψεις που είχαν σκοπό την επίλυση των προβλημάτων που αναδύθηκαν από το 20ό Συνέδριο, ασκήθηκε έντονη κριτική στις ρεβιζιονιστικές θέσεις.

Οι θέσεις και η γενική γραμμή του 20ού Συνεδρίου αναπτύχθηκαν, βάθυναν και εξελίχθηκαν σταδιακά σε ένα ολοκληρωμένο αντεπαναστατικό πρόγραμμα που σηματοδότησε και επικύρωσε την εδραίωση του ρεβιζιονισμού στην εξουσία, με το 22ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ τον Οκτώβρη του 1961. Ύστερα από το συνέδριο αυτό, ξεκίνησε και ξεδιπλώθηκε διάπλατα μια δημόσια πολεμική, ο θυελλώδης αντιρεβιζιονιστικός αγώνας, που καμία παραποίηση, διαστρέβλωση και ψευδολογία δεν μπορεί να μειώσει την ανεκτίμητη, για το κομμουνιστικό κίνημα, ιστορική σημασία του.

Δεν χρειάζεται κόπο για να βρει κάποιος άρθρα αυτής της πολεμικής. Αρκεί βέβαια να θέλει. Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 γράμματα, απαντήσεις και άρθρα για τον «χρουτσωφικό ψευδοκομμουνισμό», το «ειρηνικό πέρασμα», τις «δύο διαμετρικά αντίθετες πολιτικές για την ειρηνική συνύπαρξη», για όλες τις αντεπαναστατικές ανατροπές του 20ού Συνεδρίου γεμίζουν τα έντυπα του ΚΚ Κίνας όπως και τον διεθνή τύπο. Στην προσπάθειά του ΚΚ Κίνας να απαντήσει ακριβώς στο ζήτημα της καπιταλιστικής παλινόρθωσης, εντάσσεται εξάλλου και η εξαπόλυση της «Μεγάλης Προλεταριακής Πολιτιστικής Επανάστασης» η οποία αποτελεί μία ακόμη τεράστια παρακαταθήκη για το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα.

Αυτή είναι η ουσία για το περιεχόμενο της αντιπαράθεσης και ο ρόλος των δύο αντιμαχόμενων στρατοπέδων. Το στρατόπεδο του ΚΚΣΕ και των κομμάτων που έμειναν σε αυτό ήταν οι φορείς του ρεβιζιονισμού και της αντεπανάστασης, ενώ το ΚΚ Κίνας, το μ-λ κίνημα και τα κόμματα που γεννήθηκαν από αυτή την παγκόσμια ρήξη υπηρέτησαν τη γραμμή της υπεράσπισης των επαναστατικών αρχών και της ιστορίας. Αυτή είναι η αλήθεια που με λογικά άλματα και ψεύτικα συμπεράσματα επιχειρεί να κρύψει ο Γ.Κ.

Β. Για τις «παρεμβάσεις», το ρόλο του μ-λ ρεύματος και του ΚΚΕ

Αφού λοιπόν, μετά από όλα αυτά, ο Γ.Κ πιστοποιεί την «ευφυή» σύλληψή του, ότι η ρήξη που επήλθε το 1969 είχε ως αιτία «την τυχοδιωκτική και επεκτατική πολιτική της Κίνας», με ευκολία ξεκαθαρίζει ότι η ΛΔ Κίνας, ο Μάο(!) και το μ-λ κίνημα κατ’ επέκταση, «ουδέποτε αποτέλεσε συνεπή ιδεολογικό φορέα της διδασκαλίας του Μαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν, ούτε ποτέ ακολούθησε ή μελέτησε την πείρα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση επί Ιωσήφ Στάλιν». Και με αστειότητες καταλογίζει στον Μάο αντιλενινιστικές θέσεις και νόθευση των μαρξιστικών αρχών.

Καλό θα ήταν να υπάρχει ένα μέτρο. Και όταν αριστεροί άνθρωποι αναφέρονται σε επαναστάτες του διαμετρήματος του Μάο να περιορίζουν λίγο την προχειρότητα, την ευκολία και την έπαρση, όποιος και αν είναι ο στόχος τους. Αλλά προσπερνώντας τις αστείες γενικολογίες του κειμένου, δεν μπορεί κανείς να μην εκπλαγεί από το γεγονός ότι καταλογίζει, ασυνέπεια και ανακολουθία στη «μελέτη της οικοδόμησης και του έργου του Στάλιν» στο ΚΚ Κίνας και στο μ-λ κίνημα! Πραγματικά, κανείς δεν μπορεί να ανασκευάσει και να αναστρέψει την ιστορική αλήθεια περισσότερο. Αν δεν το έκανε αυτό ο Μάο, το ΚΚ Κίνας και το μ-λ κίνημα, που βασικό στοιχείο της πολεμικής τους αποτέλεσε ακριβώς η υπεράσπιση της ιστορίας της οικοδόμησης των διδαγμάτων και της πείρας αυτής της περιόδου, τότε ποιος το έκανε; Μήπως το ΚΚΕ που, υιοθετώντας τις δεκαετίες ’60, ’70, ’80 και ’90 όλη τη χρουτσωφική αντισταλινική προπαγάνδα και την απόρριψη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, χειροκροτούσε και αγωνίζονταν για την καπιταλιστική παλινόρθωση μέχρι ακόμη και τον Γκορμπατσόφ και την περεστρόικα;

Μέσα από τέτοια εμβριθή ιστορικά συμπεράσματα και πάντα με χαρακτηριστική ευκολία, καταλογίζεται τελικά στο ΚΚΚ και στο μ-λ κίνημα η αποσταθεροποίηση, διάσπαση και αποδυνάμωση του ταξικού εργατικού κινήματος. Μάλιστα αναφέρεται ότι «αξιοποιώντας το πλαίσιο που είχε δημιουργηθεί εντός του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, το ΚΚΚ αποφάσισε να παρέμβει στο εσωτερικό των ΚΚ…». Το να κατηγορεί κάποιος το ΚΚΚ για επεμβάσεις στο «εσωτερικό άλλων κομμάτων», ειδικά αν ως μέλος του ΚΚΕ παίρνει την ευθύνη να αναφερθεί σε αυτά τα ζητήματα, αποτελεί πολιτικό κρετινισμό. Πρώτα από όλα γιατί μιλάμε για την περίοδο που το ΚΚΣΕ ήταν ένα πανίσχυρο κόμμα με πραγματική δυνατότητα επέμβασης στα υπόλοιπα κόμματα, κάτι που δεν θα μπορούσε ακόμη και αν ήθελε το ΚΚ Κίνας. Πράγματι ήταν ακριβώς το ΚΚΣΕ που, κατά παράβαση κάθε αρχής, έκανε ολέθριες επεμβάσεις στο εσωτερικό των ΚΚ. Και πρώτα και κύρια στο ίδιο το ΚΚΕ. Μια επέμβαση που ξεκίνησε με το αντικομματικό πραξικόπημα της Τασκένδης και ολοκληρώθηκε αμέσως μετά το 20ό Συνέδριο με την κακόφημη πραξικοπηματική «6η Ολομέλεια» του 1956. Αυτή καθαίρεσε και έθεσε υπό διωγμό τον Ν. Ζαχαριάδη (ώσπου τον εξόντωσε εξόριστο στη Σιβηρία), ενώ εγκατέστησε στην ηγεσία του ΚΚΕ αξιοθρήνητους «πρόθυμους» να υπηρετούν τη γραμμή του 20ού Συνεδρίου. Μια επέμβαση παράνομη, αντικαταστατική και αντιδιεθνιστική για την οποία το ΚΚΕ και ο Γ. Κ σφυρίζουν αμέριμνα.

Και επειδή κι από αυτή την «ιστορική παρωδία», καταπώς συνηθίζουν τα στελέχη του ΚΚΕ, απουσιάζει ο ρόλος αυτού του κόμματος και η ιστορική αποτίμηση γίνεται σαν αυτό να βρισκόταν κάπου αλλού, ή ακόμα χειρότερα σαν να βρισκόταν πάντα από την πλευρά των ιστορικά δικαιωμένων επαναστατικών δυνάμεων, ας θυμίσουμε τα εξής.

Χιλιάδες μέλη εκείνου του ηρωικού ΚΚΕ που βρίσκονταν στην πολιτική προσφυγιά και την εξορία και κυρίως στον Αη Στράτη, ευτυχώς για το ελληνικό κίνημα, διαφώνησαν και αντιπάλεψαν την επέμβαση του χρουτσωφικού ρεβιζιονισμού και την επιβολή της γραμμής της καπιταλιστικής παλινόρθωσης. Γέννημα αυτής της διαπάλης είναι το μ-λ κίνημα, και κομμάτι του το Μ-Λ ΚΚΕ.

Αυτό το κίνημα, δυστυχώς πάλι για τον Γ.Κ., δεν μετράει 52 χρόνια. Μετράει τόσα χρόνια όσα λείπουν από το επαναστατικό ΚΚΕ για να συμπληρωθούν τα 100. Ουσιαστικά μετράει τόσα χρόνια πάλης όσα μας χωρίζουν από την 6η Ολομέλεια και το 20ό Συνέδριο. Αλλά και αν ο Γ.Κ. δεν θέλει να το μετρήσει από το ’56 και την ομάδα των εξορίστων του Αη Στράτη που διαφώνησαν ανοιχτά με την αντεπαναστατική γραμμή που επιβλήθηκε στο ΚΚΕ, οφείλει να το μετρήσει από την πρώτη τυπική δημόσια εμφάνισή του. Από τη συγκρότηση της ομάδας των μαρξιστών-λενινιστών, τις Ιστορικές Εκδόσεις του ’63 και την έκδοση της περιοδικού «Αναγέννηση» το ’64. Όχι πάντως το ’69.

Σε όλες αυτές τις δεκαετίες, στο ελληνικό όπως και στο παγκόσμιο κίνημα, αναμετρήθηκαν δυο γραμμές. Και όσο και αν ο Γ.Κ., το «ατέχνως» και το ΚΚΕ θέλουν να το ξεχνούν, το ΚΚΕ από το ’60 και μετά, που δυστυχώς μετατράπηκε σε ένα ρεβιζιονιστικό κόμμα του «ειρηνικού δρόμου», χρεώνεται ξεκάθαρα τον ιστορικό ρόλο που αναλογεί σε αυτή την ιδεολογική γραμμή.

Οφείλουμε λοιπόν σε κάθε αμνήμονα του Περισσού να θυμίζουμε ότι από το ’60 και μετά το ΚΚΕ στις κύριες, στις μεγάλες πολιτικές αναμετρήσεις βαρύνεται με…

Τη γραμμή, προδιχτατορικά, που παρέδωσε τον αγώνα των λαϊκών μαζών στη μεγαλοαστική τάξη, διέλυε και έκανε το αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα ουρά της Ένωσης Κέντρου του Γ. Παπανδρέου, εξωράιζε την αμερικανοκρατία και εγκατέλειπε τον αντινατοϊκό αγώνα. Τη στάση του, την περίοδο της επταετίας, που το οδήγησε μέχρι την εναντίωσή του στην κορυφαία στιγμή της αντιδικτατορικής πάλης του λαού μας, στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Με τα ιστορικά ντοκουμέντα, όπως εκείνα τα άθλια κείμενα της Πανσπουδαστικής, να το καταδιώκουν μέχρι σήμερα. Μετά ήρθε, ο συμβιβασμός και η συνδιαλλαγή με τη σοσιαλδημοκρατία του ’80, όπου το ΠΑΣΟΚ παρουσιάστηκε από το ΚΚΕ ως κόμμα της «αλλαγής» και που επί μία δεκαετία διεκδικούσε τη συνεργασία μαζί του από τα συνδικάτα, μέχρι τις εκλογές με τα περίφημα ρεφορμιστικά συνθήματα «αλλαγή δε γίνεται χωρίς το ΚΚΕ…» Αμέσως μετά ήρθε το ’89 με τις συγκυβερνήσεις, πρώτα με τη ΝΔ και στη συνέχεια στην οικουμενική και με τη ΝΔ και με το ΠΑΣΟΚ. Με τη ΝΔ μάλιστα συναγελάζονταν όλη τη δεκαετία του ’90, με τις επίσημες και «ανεπίσημες» συνεργασίες που έφταναν στην τοπική αυτοδιοίκηση μέχρι του σημείου, να στηρίζουν και οι δυο τον ίδιο υποψήφιο είτε της ΝΔ είτε του ΚΚΕ.

Ξεχωριστή όμως υπήρξε η «συμβολή» του σημερινού ΚΚΕ σε ένα ακόμη μεγάλο επεισόδιο της ταξικής πάλης του λαού μας, αυτό του αγώνα του ενάντια στην επιβολή των μνημονίων. Το ΚΚΕ αντιτάχθηκε στον αγώνα κατά των μνημονίων στο όνομα της πάλης για τη λαϊκή εξουσία και το σοσιαλισμό, έστρεψε προκλητικά τις πλάτες στο μαζικό λαϊκό κίνημα, εναντιώθηκε σε ό,τι δεν ελεγχόταν από το ίδιο, εφαρμόζοντας μια χωριστική, διασπαστική πολιτική που τις συνέπειές της ακόμα τις πληρώνει. Στην πιο κρίσιμη πολιτική κατάσταση που δημιούργησαν οι τεράστιες σε μαζικότητα και πρωτόγνωρη μαχητικότητα απεργιακές κινητοποιήσεις το Φθινόπωρο του 2011, το ΚΚΕ βρέθηκε πάλι να ζητά επίμονα… εκλογές! Έδειξε αυτό το παραβάν, που από τη στροφή του ’56 και μετά έχει γίνει η «τήβεννος» του σημερινού ΚΚΕ. Αυτό το παραβάν που αποτελεί πάντα την καλύτερη λύση για την κυρίαρχη τάξη και το σύστημά της.

Αυτό όμως που πραγματικά ξεπερνάει τα όρια, είναι να μιλούν οι ρεφορμιστές του ΚΚΕ για την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, για τις αρνητικές εξελίξεις της καπιταλιστικής παλινόρθωσης, της υποχώρησης των αριστερών ιδεών και την αποδυνάμωση του εργατικού κινήματος, ως αθώοι παρατηρητές της ιστορίας, ως άμοιροι ευθυνών!

Αυτοί που πραγματικά έδωσαν μέχρι τελευταίας ρανίδας τη μάχη για την υπεράσπιση της ιδεολογικοπολιτικής γραμμής της καπιταλιστικής παλινόρθωσης να κάνουν τώρα τους αμέριμνους κριτές της ιστορίας. Αυτοί που, επί τρεις και πλέον δεκαετίες, αναμασούσαν και αναπαρήγαγαν όλη τη χρουστσωφική αθλιότητα για την αναθεώρηση της ιστορίας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, υιοθετώντας πλήρως τις αντιμαρξιστικές θεωρίες για τον κοινοβουλευτικό δρόμο και την ειρηνική συνύπαρξη χρουστσωφικού τύπου.

Αυτοί που ακόμα και όταν παιζόταν το κύκνειο άσμα αυτού του «ιστορικού πισωγυρίσματος» έμειναν, μαζί με το διεθνή ιμπεριαλισμό, οι τελευταίοι υμνητές της περεστρόικας! Σε σημείο που δύο μήνες πριν ο Γκορμπατσόφ κηρύξει επισήμως τη διάλυση της ΕΣΣΔ αλλά και του ίδιου του κόμματός του, η Γενική Γραμματέας του ΚΚΕ, Α. Παπαρήγα, να του προσφέρει ένα αγαλματίδιο του Ηρακλή… συγχαίροντάς τον για το ηράκλειο (πραγματικά) έργο του!! Αυτός ήταν ο πραγματικός ρόλος του σημερινού ΚΚΕ, στο «μεγάλο ιστορικό πισωγύρισμα της αντεπανάστασης». Επί 30 και πλέον χρόνια υπήρξε από τα πιο «πρόθυμα» διεθνή στηρίγματα της ρεβιζιονιστικής αντεπανάστασης και το αναμφισβήτητο στη χώρα μας πρωτοπαλίκαρό της.

Όλες αυτές τις δεκαετίες, το μ-λ κίνημα και το Μ-Λ ΚΚΕ διακριτά βρέθηκε στον αντίποδα όλων αυτών των επιζήμιων θέσεων. Αναμετρήθηκε με το σύνολο αυτής της ολέθριας γραμμής, από το συνδικαλιστικό κίνημα μέχρι την κεντρική πολιτική σκηνή. Και δεν μπορεί μάλιστα να παραγραφεί ότι η 30χρονη κριτική και πάλη (από το ’60 μέχρι το ’90) ενάντια σε αυτό το πισωγύρισμα, που από την αρχή έδωσε το μ-λ κίνημα, αντιμετωπίστηκε από το ΚΚΕ με τους γνωστούς τραμπουκισμούς ως έργο αντικομμουνιστών και αντισοβιετικών! Μάλλον οι φορείς της γραμμής που συκοφαντεί το «μαοϊκό ρεύμα» θα έπρεπε να κοιταχτούν στον καθρέφτη.

Το ότι προσπαθεί και σήμερα με λογικές ακροβασίες και λεκτικά κόλπα το ΚΚΕ και το «ατέχνως» να παρουσιάσει την κριτική και την πάλη γραμμών που διεξάγεται εδώ και δεκαετίες με το Μ-Λ ΚΚΕ και το μ-λ κίνημα ως μια «αντιΚΚΕ λασπολογία των οπορτουνιστών» μπορεί να προσφέρεται βραχυπρόθεσμα για εσωτερική κατανάλωση, αλλά είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί να πείσει παρά μόνο ανιστόρητους και ανυποψίαστους. Από κει και πέρα υπάρχει μόνο εθελοτυφλία.

Γ. Τεράστιες οι ευθύνες του ΚΚΕ για την κατάσταση που διαμορφώθηκε στο διάστημα της πανδημίας

Μπορεί το κείμενο του Γ.Κ. να ξεκινάει από την Κίνα του Μάο για να καταλήξει στις ανοησίες για τα 100 χρόνια και την πρωτοπόρα δράση του ΚΚΕ στον καιρό της πανδημίας, ο καθένας όμως καταλαβαίνει ότι το κείμενο απαντάει στις ανάγκες της περιόδου για το ΚΚΕ. Και αυτές δεν έχουν να κάνουν με την Κίνα, αλλά με την Ελλάδα, με τα όσα συμβαίνουν τους τελευταίους μήνες στη χώρα και τη στάση του ΚΚΕ που δικαιολογημένα δημιουργεί ερωτηματικά, προβληματισμούς ακόμη και αγανάκτηση σε πολύ κόσμο που το παρακολουθεί. Και αυτό το πρόβλημα, όσο και αν προσπαθεί το ΚΚΕ να το ξεπεράσει με συνεχείς αυτοαναφορές στο πόσο πρωτοπόρο είναι και πόσο το καταδιώκουν οι υπόλοιποι για αυτό, δεν μπορεί να λυθεί όσο τα γεγονότα θα πιστοποιούν το αντίθετο.

Και όσο και να προσπαθεί να ανασκευάσει τη μόλις 19 μηνών ιστορία το ΚΚΕ, με τα γνωστά περί πρωτοπορίας των αγώνων, η αλήθεια για αυτό το διάστημα είναι μία. Απέναντι στην αξιοποίηση της πανδημίας από την κυβέρνηση για την επιβολή ενός αντιδραστικού καθεστώτος, με περιορισμούς, απαγορεύσεις, πρόστιμα, απαγορεύσεις συγκεντρώσεων και συναθροίσεων, ειδικά του περασμένου φθινοπώρου και του χειμώνα, το ΚΚΕ και οι δυνάμεις που διαθέτει στο μαζικό κίνημα σιώπησαν. Πρόσφεραν στην κυβέρνηση ένα σπουδαίο άλλοθι όταν επί της ουσίας παραδέχονταν ότι όλες αυτές οι απαγορεύσεις είχαν υγειονομικό περιεχόμενο. Για αυτό και από την Πρωτομαγιά του 2020, το ΚΚΕ ξεκίνησε την πραγματοποίηση των μυστικά οργανωμένων συγκεντρώσεων και τις φιέστες, μια γραμμή με την οποία πορεύτηκε ολόκληρο το χειμώνα που πέρασε. Μια γραμμή επί της ουσίας που δήλωνε την ανοχή του και την προσαρμογή του απέναντι σε μια πολιτική πρωτόγνωρου για τη μεταπολίτευση αυταρχισμού, βίας και καταστολής. Αυτό ακριβώς πιστοποιούσε το γεγονός ότι το ΚΚΕ και οι συνδικαλιστικές δυνάμεις που ελέγχει δεν πραγματοποίησαν κανένα δημόσιο κάλεσμα, ώστε ο λαός να βγει στους δρόμους για να σπάσει την πολιτική των απαγορεύσεων. Μόνο φιέστες.

Αναπαρήγαγαν έτσι το αφήγημα του Χρυσοχοΐδη ότι ο λαός κινδυνεύει από τους αγώνες του και όχι από αυτή την εγκληματική πολιτική. Έπεσε όλο το βάρος σε δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και κάποια πρωτοβάθμια σωματεία που από την πρώτη στιγμή κάλεσαν τους εργαζόμενους και το λαό στο δρόμο κόντρα στην πίεση της κυρίαρχης προπαγάνδας. Το Μ-Λ ΚΚΕ σαφώς υπηρέτησε με τις δυνάμεις του αυτή τη γραμμή και άσκησε κριτική στο ΚΚΕ και σε όσους άλλους ακολούθησαν τη γραμμή της ανοχής και της προσαρμογής στην πολιτική των απαγορεύσεων. Επειδή ακριβώς υπήρξαν οι δυνάμεις που αναμετρήθηκαν με αυτή τη γραμμή της προσαρμογής, ήδη από το Πολυτεχνείο, διαμορφώθηκαν οι συνθήκες για να υπάρξουν τα γεγονότα της Νέας Σμύρνης και η έξοδος των φοιτητών, στην οποία όπως μας ενημερώνει το «ατέχνως» «πρωτοπόροι φυσικά ήταν τα μέλη της ΚΝΕ». Δεν γνωρίζουμε πού ζούσε ο Γ.Κ. μέχρι το Μάρτη που, έχοντας πλέον σπάσει οι απαγορεύσεις, το ΚΚΕ και η ΚΝΕ έκαναν το πρώτο δημόσιο κάλεσμα, πάντως στο καιρό του ζόφου ο κόσμος έψαχνε τα καλέσματα των εκατοντάδων ομοσπονδιών, πρωτοβάθμιων σωματείων και Εργατικών Κέντρων που ελέγχει το ΠΑΜΕ και δεν τα έβρισκε. Αν το κίνημα είχε μείνει στις μυστικά οργανωμένες συμβολικές δράσεις του ΚΚΕ, η αντιδραστική πολιτική των απαγορεύσεων δεν θα είχε «ενοχληθεί» ποτέ και πουθενά.

Την ίδια ακριβώς στάση σιωπής και ανοχής κράτησε όλο το προηγούμενο διάστημα απέναντι στον αυταρχισμό της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών. Παρά τα διαρκή αιτήματα των υγειονομικών για στήριξη του αγώνα ενάντια σε αυτό το μέτρο, άφησαν όλο αυτό το διάστημα τις μέρες και τους μήνες να κυλούν, προς όφελος επί της ουσίας της κυβερνητικής πολιτικής. Που ασκούσε αφόρητες πιέσεις και τρομοκρατούσε τους εργαζόμενους. Η άρνηση στήριξης σε αποφάσεις συνδικαλιστικών φορέων ενάντια στην υποχρεωτικότητα, ήταν η πάγια τακτική σε όλα τα σωματεία και τις ομοσπονδίες. Μόνο όταν τα πράματα έφτασαν στο «και πέντε», με τις απολύσεις και τη διάλυση των δημόσιων νοσοκομείων να αποτελούν δεδομένο, τότε μόνο εμφανίστηκαν με αλληλοσυγκρουόμενες θέσεις και με το γνωστό «είμαστε πάντα εδώ». Χωρίς βέβαια καμία απόφαση για στάση ή απεργία, χωρίς το μόνο όπλο που μπορεί να δώσει απάντηση από την πλευρά των εργαζομένων. Μόνο απογευματινά συλλαλητήρια! Όμως έτσι δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Δεν είναι τυχαίο ότι ειδικά το πρώτο διάστημα φλέρταρε και με το αντιδραστικό ιδεολόγημα της ατομικής ευθύνης και με αυτό το περιεχόμενο συνεχίζει να τοποθετείται και απέναντι στα ζητήματα του εμβολιασμού και της υποχρεωτικότητας.

Το πραγματικό ζήτημα για το ΚΚΕ είναι τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει στον κόσμο που το παρακολουθεί αυτή η γραμμή «της προσαρμογής στην πολιτική του αυταρχισμού και των απαγορεύσεων» και οι αλλοπρόσαλλες τοποθετήσεις στις οποίες το οδηγεί. Όσο και αν το ΚΚΕ, το «ατέχνως», ή όποια άλλη σφραγίδα του, επιδίδονται σε συκοφαντικές και υβριστικές επιθέσεις εναντίον του Μ-Λ ΚΚΕ και του μ-λ κινήματος, όσο και αν βαυκαλίζονται με το λιβανιστήρι για τον «ιερό αγώνα» για την εργατική εξουσία και το σοσιαλισμό, στον οποίο είναι «ευλαβικά αφοσιωμένοι», τα ίδια τα γεγονότα θα είναι εδώ και θα προσφέρουν απαντήσεις σε όποιον είναι πρόθυμος να τις ακούσει.

Γραφείο Τύπου του Μ-Λ ΚΚΕ

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το