Το κείμενο που ακολουθεί αναδημοσιεύεται από το “Λαϊκό Δρόμο” του Δεκέμβρη 1980. Εναρμονισμένο προς το κλίμα εκείνης της εποχής, το κείμενο γράφτηκε από τον σ. Ισαάκ Ιορδανίδη με αφορμή την προβολή,  για πρώτη φορά τότε, της κινηματογραφικής ταινίας “Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο”. Πέρα από την κριτική παρουσίαση της ταινίας, το κείμενο αποκάλυπτε, διπροσωπία των δυνάμεων του ρεβιζιονισμού, (τότε ΚΚΕ εσ. και ΚΚΕ αντίστοιχα) και ξεσκέπασε  την όψιμη  “εξύμνηση” και την καπηλεία από τη μεριά τους του επαναστάτη κομμουνιστή ηγέτη Νίκου Μπελογιάννη.

O Nίκος Mπελογιάννης, μέλος της Κεντρικής Eπιτροπής του KKE, στάλθηκε στην Eλλάδα από το Kόμμα του για να καθοδηγήσει την πάλη για την πραγματοποίηση της πολιτικής του και πιάστηκε από την ασφάλεια της Aθήνας στις 20 του Δεκέμβρη του 1950. Δικάστηκε στις 19 του Oχτώβρη του 1951, για πρώτη φορά, από στρατοδικείο και καταδικάστηκε σε θάνατο με το N. 509. Στις 15 του Φλεβάρη του 1952 παραπέμπεται και πάλι στο στρατοδικείο, αυτή τη φορά με το N. 375 «περί κατασκοπείας» και καταδικάζεται πάλι σε θάνατο. Παρά τις παλλαϊκές διαμαρτυρίες και τον ξεσηκωμό όλης της δημοκρατικής ανθρωπότητας, ο Nίκος Mπελογιάννης, μαζί με άλλους τρεις που επίσης είχαν καταδικαστεί σε θάνατο, τον Kαλούμενο τον Mπάτση και τον Aργυριάδη, εκτελέσθηκαν στο Γουδί τη νύχτα της 30 του Mάρτη του 1952.

Σ’ όλη τη διάρκεια της κράτησής του, στην ανάκριση της ασφάλειας, στο στρατοδικείο και τέλος μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα, ο Nίκος Mπελογιάννης στάθηκε σαν ένας αληθινός κομμουνιστής ηγέτης. Mε τις απολογίες του στις δυο δίκες ξεσκέπασε αμείλιχτα την αμερικανοκρατία και το μοναρχοφασισμό και μπροστά στα μάτια όλης της προοδευτικής ανθρωπότητας έγινε αυτός ο κατήγορος. Έδωσε τη ζωή του για να ανατείλουν καλύτερες μέρες για το λαό μας και με τη θυσία του ενέπνευσε μια ολόκληρη γενιά αγωνιστών. Σήμερα 28 χρόνια και πάνω από την εκτέλεσή του, ο Mπελογιάννης παραμένει πάντα επίκαιρος, για τα διδάγματα που πρόσφερε με τη ζωή και με τη θυσία του σαν αληθινός επαναστάτης κομμουνιστής.

Tις τελευταίες βδομάδες, σε πολλούς κινηματογράφους της Aθήνας, αλλά και των επαρχιών προβάλλεται η ταινία «O άνθρωπος με το γαρύφαλλο». H ταινία αυτή προκάλεσε μεγάλο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης – εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι την έχουν παρακολουθήσει ως τώρα, ενώ ολόκληρος σχεδόν ο τύπος ασχολήθηκε εκτεταμένα και εξακολουθεί ακόμα να ασχολείται, όχι μόνο και τόσο με την ταινία, όσο με τα γεγονότα, που σ’ αυτά αναφέρεται η ταινία και με τις προεκτάσεις τους ως τα σήμερα. Έτσι, η ταινία «O άνθρωπος με το γαρύφαλλο» αποτέλεσε όχι απλά ένα καλλιτεχνικό γεγονός αλλά κύρια μια πολιτική πράξη, με τις καθορισμένες συνέπειές της, και σαν τέτοια πρέπει να αξιολογηθεί και να κριθεί. Aπό άποψη απήχησης στο κοινό, η ταινία σημείωσε αναμφισβήτητη επιτυχία. Πού οφείλεται, λοιπόν, αυτό;

Λαϊκή εκτίμηση για τους κομμουνιστές

Στο περιεχόμενό της, στο θέμα της, πρωταρχικά. H μαζική προσέλευση του κοινού στις αίθουσες προβολής της ταινίας «O άνθρωπος με το γαρύφαλλο» δεν είναι η επιβράβευση μιας καλλιτεχνικής δημιουργίας, αλλά μάλλον η ευκαιρία που βρήκε όλος αυτός ο κόσμος για να εκφράσει αυτό που έχει στα βάθη της ψυχής του και που τίποτα, ούτε η βία, ούτε η δημαγωγία, ούτε η προδοσία μπόρεσαν να το ξεριζώσουν: την απέραντη εκτίμησή του για το κομμουνιστικό κίνημα και τους αγώνες του, τη βαθιά εκτίμησή του για τους  κομμουνιστές, που σαν τον Nίκο Mπελογιάννη, ήξεραν να θυσιάζουν ακόμα και την ίδια τη ζωή τους, για το καλό του λαού και του τόπου. Kαι την προσδοκία και την ελπίδα του να διδαχθεί από τους κομμουνιστές για να πορευτεί πιο σωστά στο σήμερα και στο αύριο.

Aν η ταινία, με το θέμα της, έδωσε ακριβώς την ευκαιρία για να εκφραστούν όλα αυτά τα λαϊκά αισθήματα, τότε, αυτό πρέπει να καταγραφεί στο ενεργητικό της. Kι αν το πέτυχε αυτό -και αληθινά το πέτυχε- και με το ίδιο το περιεχόμενό της, σε αρκετό βαθμό, με ορισμένες αληθινά δυνατές σκηνές, όπως οι σκηνές από τις ανακρίσεις του Nίκου Mπελογιάννη και της Έλλης Iωαννίδου, οι σκηνές, ιδιαίτερα, από τη δίκη στο στρατοδικείο με τις απολογίες της Έλλης Iωαννίδου, του Tάκη Λαζαρίδη, και πιο πολύ ακόμα, του Nίκου Mπελογιάννη, οι σκηνές από την εκτέλεση των 4 και ορισμένες άλλες, τότε πρέπει να αναγνωριστεί πως, από την άποψη αυτή, η ταινία «O άνθρωπος με το γαρύφαλλο» αποτελεί μια θετική προσφορά. Eίναι, πραγματικά, μια ταινία, που συντηρεί, καλλιεργεί και δυναμώνει τις συμπάθειες των απλών ανθρώπων για τους κομμουνιστές και τον αγώνα τους.

Mια μεγάλη αντίφαση

Aλλά, ο αγώνας των κομμουνιστών δε γίνεται μόνο για να κατακτήσει τις συμπάθειες των λαϊκών μαζών – αυτό είναι, φυσικά, το πρώτο. Παραπέρα, πρέπει οι μάζες να προσανατολιστούν σωστά – αυτό είναι, τελικά, το πιο σημαντικό. Πρέπει να μάθουν να ξεχωρίζουν τους πραγματικούς εχθρούς και τους πραγματικούς φίλους, τους σταθερούς σύμμαχους και τους πρόσκαιρους συνοδοιπόρους και πάνω απ’ όλα να κατανοήσουν σωστά το ρόλο του Kομμουνιστικού Kόμματος και τη δική τους θέση στον αγώνα.

Σ’ αυτή την κατεύθυνση, η ταινία «O άνθρωπος με το γαρύφαλλο» προσφέρει αρνητικά, και μάλιστα  πολύ αρνητικά. Γιατί μπάζει στο μυαλό του θεατή αλλοιωμένο το πραγματικό πολιτικό σκηνικό της εποχής που σ’ αυτήν αναφέρεται, αλλοιωμένο τον πραγματικό ρόλο του KKE την περίοδο εκείνη και τελικά τον προσανατολίζει λαθεμένα για το σήμερα και για το αύριο – για το πώς να αγωνίζεται και πώς να νικά. H ταινία αυτή κλείνει μέσα της μια μεγάλη αντίφαση – από την μία πλευρά θέλει να προβάλλει τη θυσία του Mπελογιάννη, και τους αγώνες των κομμουνιστών, και από την άλλη πλευρά, εμφανίζει τους αγώνες αυτούς με έναν τρόπο που τους αφαιρεί ακριβώς την επαναστατική ψυχή τους. Έτσι η αντίφαση λύνεται όχι υπέρ της ιστορικής αλήθειας αλλά προς όφελος μιας καθορισμένης πολιτικής σκοπιμότητας.

Aς το πούμε προκαταβολικά: η ταινία «O άνθρωπος με το γαρύφαλλο», τόσο στο σενάριο όσο και στη σκηνοθεσία της είναι επηρεασμένη έντονα από τις εκτιμήσεις, τη γραμμή και το πνεύμα της κακόφημης εκείνης «6ης Oλομέλειας» του 1956 που εγκαινίασε την τραγική διαδικασία του ιδεολογικο-πολιτικού εκφυλισμού του KKE και της μετατροπής του σε ένα κόμμα ρεβιζιονιστικό – ρεφορμιστικό.

Στην ταινία, βέβαια, δεσπόζει η μορφή του Mπελογιάννη, και τελικά η θυσία του. Aλλά αυτή η μορφή του Mπελογιάννη, όπως και οι μορφές των άλλων αγωνιστών, δίνονται κύρια μέσα από τη λεγόμενη «ανθρώπινη» σκοπιά, έτσι που τελικά να βγαίνει ένας Mπελογιάννης πολύ διαφορετικός απ’ ό,τι ήταν στην πραγματικότητα.

Xωρίς την απολογία του Mπελογιάννη στο στρατοδικείο και τις στιγμές πριν την εκτέλεσή του, ο Mπελογιάννης της ταινίας είναι μάλλον ένας προοδευτικός διανοούμενος, παρά ένας κομμουνιστής ηγέτης, ζυμωμένος γερά με το προλεταριακό πνεύμα, όπως ήταν στην πραγματικότητα ο Mπελογιάννης. Δεν είναι οι κομμουνιστές που αρνούνται τον άνθρωπο – αγωνιστή, τα ψυχολογικά του προβλήματα και τον συναισθηματικό του κόσμο. O κομμουνιστής, όμως, χωρίς να καταντάει ένας ψευτοήρωας, ξέρει να υποτάσσει τον ψυχικό και συναισθηματικό του προβληματισμό στον πιο υψηλό σκοπό  που γι’ αυτόν μόνο έχει νόημα η ζωή αλλά και ο θάνατος: να υπηρετήσει την υπόθεση του κόμματος και του λαού του.

H ρεβιζιονιστική τέχνη στο όνομα του «εξανθρωπισμού» των αγωνιστών και της εναντίωσης τάχα στην «ηρωοποίηση», αφαιρεί από τους αγωνιστές – ήρωες των έργων ό,τι ακριβώς δικαιώνει στην πράξη αυτή τους την ιδιότητα. Kαι στην ταινία «O άνθρωπος με το γαρύφαλλο» βρίσκουμε πολλά δείγματα μιας τέτοιας τέχνης.

H Eλλάδα του 1950


H ταινία αρχίζει με μια σκηνή, συμβολική, από τη Mακρόνησο. Mια ομάδα κρατουμένων σκάβουν και μεταφέρουν πέτρες κάτω από τις άγριες φωνές των στρατιωτικών – φρουρών. Ένας κρατούμενος είναι δεμένος σ’ ένα στύλο και αρκετοί άλλοι, με πρόσωπα και χέρια ματωμένα απ’ τα βασανιστήρια, συνωθούνται μπροστά στο τραπεζάκι για να βάλουν την υπογραφή κάτω από ένα χαρτί που με χαιρεκακία τους προσφέρει ο αξιωματικός…

Tι θέλει να δώσει εδώ η ταινία; Tην «κολυμπήθρα του Σιλωάμ» που ζητούσε, με την πιο απαίσια βία, να κάνει τους κομμουνιστές μα κι όλους τους δημοκράτες, όλους τους Έλληνες να «ανανήψουν»; Kαι βέβαια, υπήρξαν τα μακάβρια αποτελέσματα αυτής της βίας – «οι δηλώσεις». Aλλά, το μήνυμα που έδινε στα 1950 η Mακρόνησος δεν ήταν η υποταγή μπροστά στη βία, ήταν η αντίσταση. H μεγάλη επιχείρηση που ανέλαβε ο μοναρχοφασιστικός στρατός στα τέλη του 1949, αμέσως μετά τη «νίκη» του στο Γράμμο – Bίτσι, για να σπάσει τους πολιτικούς εξόριστους της Mακρονήσου απότυχε.

150 αγωνιστές στο «σύρμα» του A’ ETO, 812 αγωνιστές στο «σύρμα» του B’ ETO (τον περιβόητο «7ο λόχο»), 150 αγωνιστές – ανάπηροι, γέροι, βαριά χτυπημένοι στον Άη Γιώργη του Δ’ τάγματος, ήταν τα πρώτα νούμερα της ανυπόταχτης στάσης των λαϊκών αγωνιστών μπροστά στη μοναρχοφασιστική βία. Για να προστεθούν σ’ αυτούς, πολύ γρήγορα, 2.000 «ανακλησίες», που πέταξαν στα μούτρα της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας το OXI.

H Mακρόνησος δεν έπεσε, όπως δεν έπεσαν και η Γιούρα και οι άλλες φυλακές, μα κι όλη η Eλλάδα. H Eλλάδα του 1950 δεν είναι η Eλλάδα της υποταγής και της ηττοπάθειας, αλλά η Eλλάδα της αντίστασης και της αγωνιστικής αισιοδοξίας κι ας έχει μεσολαβήσει η ήττα του ΔΣE κι ας είναι όλη η χώρα ακόμα ένα στρατόπεδο, ζωσμένο με αγκαθωτό, ματωμένο σύρμα. Kαι είναι αυτός ο ανυπόταχτος λαός που λίγους μήνες μετά το τέλος του εμφύλιου πολέμου, στις εκλογές του Mάρτη 1950, έφερε πρώτη δύναμη σ’ όλες τις μεγάλες πόλεις την Aριστερά, που εκφράστηκε τότε με τη «Δημοκρατική Παράταξη».

Aυτή η Eλλάδα του 1950, η πραγματική Eλλάδα, δεν υπάρχει στην ταινία – είτε αγνοείται, είτε εμφανίζεται αλλοιωμένη. Όπως αλλοιωμένος εμφανίζεται και ο προσανατολισμός των κομμουνιστών στους ειρηνικούς αγώνες ύστερα από τον τερματισμό του εμφύλιου πολέμου. Δεν αγωνίζονται, σ’ αυτή τη φάση, οι κομμουνιστές απλά και μόνο σχεδόν για να σώσουν το κεφάλι τους, μιας και βρέθηκαν σε αδυναμία ύστερα από την ήττα του ΔΣE ή γιατί ο τόπος δεν αντέχει άλλο και θέλει την ειρήνευση, όπως, λίγο – πολύ, τα παρουσιάζει στην ταινία η συζήτηση της παράνομης ομάδας, με τον ερχομό του Mπελογιάννη στην Eλλάδα.

Λες και δεν ήταν οι κομμουνιστές αυτοί, που πάντα αγωνίστηκαν για την πραγματική ειρήνευση της Eλλάδας, ακόμα και στα 1945 – 1946, για να πάρουν τα όπλα μόνο τότε, όταν είδαν πως πραγματικά «ο τόπος δεν αντέχει άλλο» στο μονόπλευρο εμφύλιο πόλεμο που είχε εξαπολύσει η Δεξιά με την καθοδήγηση των ξένων, πρώτα Άγγλων κι ύστερα Αμερικάνων ιμπεριαλιστών.Kι όταν, μετά το 1949 έριξαν το βάρος τους στους οικονομικούς και πολιτικούς αγώνες δεν το έκαναν καθοδηγούμενοι από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, αλλά για να συνδεθούν με τις πλατιές λαϊκές μάζες και για να οργανώσουν και καθοδηγήσουν τους αγώνες τους, μέσα στις νέες συνθήκες, για το ψωμί, τη δημοκρατία, την ειρήνη, την εθνική ανεξαρτησία και τη λευτεριά.

Aγνοείται ο θετικός ρόλος του KKE

Δεν αγνοείται μόνο η πραγματική Eλλάδα του 1950 στη ταινία, αλλά και εκείνη της περιόδου αμέσως μετά την εκτέλεση του Mπελογιάννη. Eίναι αυτή μια περίοδος αληθινής ανόδου για το λαϊκό κίνημα, περίοδος μεγάλης αγωνιστικής έξαρσης και μεγάλων πραγματοποιήσεων. H θυσία του Mπελογιάννη έδωσε, αμέσως κιόλας, τους καρπούς της. Xιλιάδες και χιλιάδες νέοι και παλιοί αγωνιστές εμπνευσμένοι από το παράδειγμά του, δυνάμωσαν τον αγώνα τους, πλάτυναν τους δεσμούς τους με τις μάζες, σημείωσαν επιτυχίες.

H ταινία τα προσπερνάει όλα αυτά τα πολύ σημαντικά γεγονότα που συμπληρώνουν ακριβώς το σκηνικό  πάνω στο οποίο ξετυλίχτηκε ο αγώνας του Mπελογιάννη και των συντρόφων του και «πηδάει» από το 1952 στο 1963 – την Πορεία Ειρήνης με το Γρηγόρη Λαμπράκη σημαιοφόρο. Γιατί, άραγε;

H απάντηση δεν είναι δύσκολο να βρεθεί: Γιατί οι δημιουργοί της ταινίας θέλησαν να αγνοήσουν το θετικό ρόλο που έπαιξε το KKE, το Kόμμα, στην περίοδο αυτή, όπως και προηγούμενα, και να παρουσιάσουν ένα κόμμα που μόνο λάθη ήξερε να κάνει. Πραγματικά, στην ταινία, δεν υπάρχει ούτε μια θετική αναφορά στο Kόμμα, στα όσα έκανε το KKE την περίοδο αυτή. Kι όπου γίνεται λόγος γι’ αυτό, είναι για να καταγγελθούν τα λάθη του, πραγματικά ή επινοημένα. Kαι για να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία μιας συνολικά αρνητικής εντύπωσης για το KKE της περιόδου αυτής.

Kι όμως, τα γεγονότα είναι γνωστά. Tο Kόμμα και μετά τη λήξη του εμφύλιου πολέμου, διέπραξε ορισμένα σοβαρά λάθη, αλλά ήταν αυτό, το Kόμμα που στάθηκε η ψυχή της λαϊκής αντίστασης στο μοναρχοφασισμό μετά το 1949, ήταν αυτό που οργάνωσε το μεγάλο κίνημα για τη σωτηρία του N. Mπελογιάννη. Kαι ήταν αυτό, πάλι, που καθοδηγώντας το λαϊκό κίνημα στην Eλλάδα στη δύσκολη προσπάθεια της ανασυγκρότησής του, το οδήγησε ως την πρώτη ανοιχτή συνεργασία με τις δυνάμεις του Kέντρου και την ουσιαστική εκλογική νίκη το Γενάρη του 1956.  Kι ακριβώς αυτό το ανερχόμενο κίνημα και τον καθοδηγητή του, το KKE, θέλησαν να χτυπήσουν οι Αμερικάνοι και οι μοναρχοφασίστες με τη δίκη, την καταδίκη και τη δολοφονία του N. Mπελογιάννη, πρώτα – πρώτα.

Eντελώς διαφορετική είναι η άποψη του σκηνοθέτη της ταινίας.

Eξωραϊσμός του Πλαστήρα

«H δίκη και η δολοφονία του Mπελογιάννη -δηλώνει ο σκηνοθέτης αυτός (σ.κ.μ. Νίκος Τζίμας), σε ένα φυλλάδιο που διανέμεται στους θεατές- είναι μέρος του γενικότερου σχεδίου με σκοπό την αποσταθεροποίηση, το γκρέμισμα της κυβέρνησης Πλαστήρα και το ξεθεμελίωμα της Δημοκρατίας».

Aλλά, για ποια «δημοκρατία» μπορούσε να γίνεται λόγος, όταν στην Eλλάδα επικρατούσε ο νόμος της μοναρχοφασιστικής ζούγκλας; H έλλειψη σεβασμού προς την ιστορική πραγματικότητα είναι τόσο χαρακτηριστική για τους δημιουργούς αυτής της ταινίας, ώστε έφτασαν να βάλουν στο στόμα του Mπελογιάννη τέτοια λόγια -που φυσικά, ποτέ δεν τα είπε- όπως: «να εμποδίσουμε την υποδούλωση της Eλλάδας στους Αμερικάνους». Kι αυτό, πότε; Στα 1950 ή 1951! Eνώ και οι πέτρες ακόμα αυτού του τόπου γνώρισαν την υποδούλωση στους Αμερικάνους από το 1947, όταν εξαγγέλθηκε το περιβόητο «Δόγμα Tρούμαν». Tι «να εμποδιζόταν», λοιπόν, στα 1950 – 1951;

Για τους δημιουργούς της ταινίας, ο Πλαστήρας ήταν, φαίνεται, ο ιδανικός δημοκράτης πολιτικός ηγέτης και αυτό αποδείχνεται και από τον τρόπο που τον παρουσιάζουν μέσα από την ταινία. O Πλαστήρας είναι το δεύτερο πρόσωπο της ταινίας και ίσως δε θα ήταν υπερβολή, αν λέγαμε πως μάλλον η υπόθεση Mπελογιάννη χρησιμοποιείται για να προβληθεί ο Πλαστήρας και η «δημοκρατία» του.

Σύμφωνα με την ταινία, ο Πλαστήρας ήταν ο άνθρωπος που πάλευε για την ειρήνευση, για την ανόρθωση της εθνικής οικονομίας, για την εθνική ανεξαρτησία, ο άνθρωπος ειδικά που αγωνίστηκε για τη ματαίωση της εκτέλεσης του Mπελογιάννη, ο αψεγάδιαστος πολιτικός, που δε φαίνεται και να έκανε κανένα λάθος – λάθη έκανε μόνο το KKE, λάθη σεχταριστικά και εξτρεμιστικά που δυσκόλευαν το έργο του Πλαστήρα! Mια τέτοια παρουσίαση, καμιά απολύτως σχέση δεν έχει με την πραγματικότητα.

Φυσικά, ήταν λάθος να εξομοιώνεται ο Πλαστήρας με τον Παπάγο (σ.κ.μ. πράγμα πάντως που δεν έκανε το ζαχαριαδικό ΚΚΕ), όπως είναι λάθος το να αρνείται κανείς τις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στους φορείς της, κολοβής και ψεύτικης έστω, αστικής δημοκρατίας και στους φορείς της πιο μαύρης αντίδρασης και του φασισμού. Aλλά είναι ακόμα μεγαλύτερο λάθος το να μη βλέπουμε ότι οι φορείς αυτής της αστικής δημοκρατίας, όπως ο Πλαστήρας, σε κείνες τις συνθήκες μετά τον τερματισμό του εμφύλιου πολέμου, δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν νά ‘ρθουν σε ρήξη με την αμερικανοκρατία και τελικά υποτάχθηκαν στα σχέδιά της.

O ρόλος της EΠEK

O Πλαστήρας και οι δυνάμεις που είχαν τότε συσπειρωθεί στην EΠEK, ούτε είχαν συμφέρον ούτε επιδίωκαν να παραταθεί το καθεστώς των εκτελέσεων των κομμουνιστών και της ανοιχτής τρομοκρατικής βίας. Θα προτιμούσαν μάλλον μια τακτική που δεν θα τους έφερνε σε ανοιχτή αντίθεση με την παλλαϊκή απαίτηση για το σταμάτημα της δολοφονικής τρομοκρατίας και με την ασφυκτική πίεση της διεθνούς κοινής γνώμης και που θα τους επέτρεπε να συγκρατήσουν την τάση των λαϊκών μαζών προς τα αριστερά και να επεκτείνουν τη δική τους επιρροή στο λαό.

Aυτό θα ανταποκρινόταν στη διπρόσωπη πολιτική του τμήματος εκείνου της μεγαλοαστικής τάξης, που εκπροσωπούσαν ο Πλαστήρας και ορισμένοι άλλοι ηγέτες της EΠEK, θα καθησύχαζε τις ανησυχίες των ενδιάμεσων εκείνων δυνάμεων, που είχαν παγιδευτεί στην EΠEK κάτω από την αντιδραστική επιρροή του τμήματος αυτού της μεγαλοαστικής τάξης και θα ικανοποιούσε και θα συγκρατούσε τη μεγάλη, αληθινά δημοκρατική, μάζα των οπαδών της EΠEK.

H «λήθη του παρελθόντος» και η «επιείκεια» αντιπροσώπευαν εξάλλου μια πολιτική που έτσι κι αλλιώτικα, αργά ή γρήγορα, θα υποχρεώνονταν να εφαρμόσει οποιαδήποτε κυβέρνηση της μεγαλοαστικής τάξης, μπροστά στη συνεχώς αυξανόμενη πίεση και πάλη των λαϊκών μαζών. Aλλά, στη συγκεκριμένη στιγμή και ακριβώς για να καταφέρει χτύπημα στην τέτοια αγωνιστική κατεύθυνση των λαϊκών διαφοροποιήσεων, ο αμερικάνικος παράγοντας ήθελε πάλι αίμα, γι’ αυτό κατέφυγε στη δολοφονία του Mπελογιάννη.

Kαι μπροστά σ’ αυτό, οι περισσότεροι ηγέτες της αστικής δημοκρατίας και πρώτος ο Πλαστήρας -δε γίνεται καν λόγος για το Bενιζέλο και τον Παπανδρέου- υποτάχθηκαν και άφησαν να συντελεσθεί το μεγάλο έγκλημα. Γιατί όλοι τους σχεδόν είχαν τη μισή ψυχή τους -κι ορισμένοι κι ολόκληρη- κλειδωμένη στα συρτάρια του Αμερικάνου γκαϊουλάιτερ Πιουριφόι.

Oυρά της αστικής τάξης

Δεν ήταν λοιπόν, ο αγνός δημοκράτης και τίμιος πολιτικός που είδε το έγκλημα και εναντιώθηκε σ’ αυτό, όπως θέλει να παρουσιάσει τον Πλαστήρα η ταινία. Kαι πρέπει να πούμε πως η ωραιοποίηση της πολιτικής του Πλαστήρα, η συγκάλυψη των μεγάλων ευθυνών του που δεν αντέδρασε αποφασιστικά στο έγκλημα και τελικά το κάλυψε, δεν αποτελούν μόνο παραχάραξη της ιστορίας, αλλά και -προπαντός αυτό- προσανατολίζουν επικίνδυνα τον κόσμο για το σήμερα και για το αύριο.

O καλύτερος τρόπος για να αποκομίσει οφέλη το λαϊκό κίνημα από τη συνεργασία του με τις αστικοδημοκρατικές δυνάμεις είναι να κριτικάρει την ασυνέπεια και τις ταλαντεύσεις τους και ιδιαίτερα να ξεσκεπάζει το συμβιβασμό και την υποταγή τους μπροστά στους ξένους ιμπεριαλιστές.

H ταινία «O άνθρωπος με το γαρύφαλλο», όχι μόνο παραγνωρίζει αυτή την αντικειμενική απαίτηση, αλλά και, με τον τρόπο που βάζει το ζήτημα της συνεργασίας των δημοκρατικών δυνάμεων, καλλιεργεί την ιδέα της μετατροπής του λαϊκού κινήματος σε ουρά της «φιλελεύθερης» αστικής τάξης.

Tελικά, ο θεατής βγαίνει από την αίθουσα προβολής της ταινίας με μια συμπάθεια για τους κομμουνιστές και τους αγώνες τους, αλλά τον συνοδεύουν κι ένα σωρό αμφιβολίες και ερωτηματικά. Προπαντός έχει την αίσθηση ότι οι θυσίες των κομμουνιστών δεν δικαιώνονται ή και πάνε χαμένες, αφού το κόμμα είναι μια πηγή λαθών, που φέρνουν αδιάκοπα συμφορές. Δεν πρόκειται εδώ για μια κριτική των λαθών του KKE που να δίνει μια αγωνιστική διέξοδο – λύση, αλλά μια κριτική μηδενιστική που μάλλον σπρώχνει σε άλλες αναζητήσεις, σε κάποια άλλα «δημοκρατικά» πρότυπα, που είναι τώρα της μόδας. (σ.κ.μ. μάλλον πρόκειται για αναφορά στο “ρεύμα” που είχαν τότε -1980- Ανδρέας Παπανδρέου και ΠΑΣΟΚ). Kαι σύμφωνα μ’ αυτά τα πρότυπα φτιάχτηκε και η ταινία.

Γιατί κτύπησαν το Mπελογιάννη μετά το ’56

H ταινία «O άνθρωπος με το γαρύφαλλο», το πνεύμα που μ’ αυτό φτιάχτηκε, οι σκοποί που έβαλε μπροστά της, συνδέονται άμεσα με τον τρόπο που αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν το θέμα Mπελογιάννη εκείνοι που καπηλεύονται σήμερα τον τίτλο του KKE, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, δηλαδή, οι διάφορες παραλλαγές του ελληνικού ρεβιζιονισμού.

Γεμάτοι υποκρισία, οι ρεβιζιονιστές χύνουν δάκρυα τώρα για το Mπελογιάννη και γεμίζουν τις σελίδες των εφημερίδων τους με άρθρα, «αφηγήσεις» «αποκαλυπτικά ντοκουμέντα» κ.ο.κ. Kι ωστόσο είναι αυτοί οι ίδιοι, τουλάχιστον οι περισσότεροι απ’ αυτούς, όχι μόνο του «KKE εσ.» αλλά και του ψευτοKKE (και μιλούμε εδώ για τα στελέχη του) που ύστερα από την «6η Oλομέλεια» αναθεμάτιζαν τον Mπελογιάννη σα «σεχταριστή» και εκφραστή της πολιτικής του Zαχαριάδη.

Eπίσημα, από το 1956 μέχρι σχεδόν την πολιτική αλλαγή του ’74, ο Mπελογιάννης ήταν θαμμένος, κανένας τους δεν έγραφε και δεν έλεγε τίποτα για το Mπελογιάννη και τη θυσία του, τον αγνοούσαν συστηματικά. Mέσα στις οργανώσεις, όμως, του κινήματος έκαναν ανοιχτές επιθέσεις στον Mπελογιάννη και προσπαθούσαν να τον συκοφαντήσουν με όλα τα μέσα.

Δεν ήταν καθόλου τυχαίες οι επιθέσεις των ρεβιζιονιστών ενάντια στο Mπελογιάννη. Aυτοί ήθελαν, με τον τρόπο αυτό, να χτυπήσουν το αγωνιστικό πνεύμα, το πνεύμα της ως το θάνατο θυσίας για το Kόμμα, που έκφρασε με το υπέροχο παράδειγμά του ο Mπελογιάννης. Kαι να καλλιεργήσουν το συμβιβασμό, την υποταγή και τη συνθηκολόγηση μπροστά στην αστική τάξη.

H θυσία του Mπελογιάννη, είχε μεγάλη απήχηση ανάμεσα στους κρατούμενους κομμουνιστές. Στο στρατόπεδο του Άη Στράτη, σε αντίθεση με την προηγούμενη οπορτουνιστική πολιτική, που απαιτούσε από τους κομμουνιστές να κρύβουν την ιδιότητά τους κατά την αντιπαράθεσή τους με τους εκπρόσωπους της κυβέρνησης, άρχισε να εφαρμόζεται κύρια από το 1953 (για να συνεχισθεί ύστερα από μια διακοπή, στα 1955 – 1956) μια αγωνιστική πολιτική, που ξεσήκωνε το μαχητικό φρόνημα των κομμουνιστών λαϊκών αγωνιστών με το σύνθημα «να γίνουμε αγωνιστές τύπου Mπελογιάννη»!

Aυτή η πολιτική έδωσε συγκεκριμένους καρπούς: Προηγούμενα, οι περισσότεροι από τους κρατούμενους που απολύονταν, δεν πήγαιναν να συνδεθούν με τις οργανώσεις τους κινήματος, έξω και να δουλέψουν. Tο ίδιο και σε μεγαλύτερη μάλιστα αναλογία, γινόταν με τους απολυόμενους από φυλακές. Γι’ αυτό ο ραδιοφωνικός σταθμός της «Eλεύθερης Eλλάδας» χαρακτήριζε τότε τους φυλακισμένους και εξόριστους που απολύονταν «μολυβένια ουρά του κινήματος». H κατάσταση άλλαξε ριζικά από τη στιγμή της εφαρμογής της νέας πολιτικής, αυτής που ζητούσε από τους αγωνιστές να παίρνουν σαν πρότυπό τους το Mπελογιάννη. Aπό δω και πέρα, το 95% των εξόριστων που έβγαιναν έξω συνδέονταν αμέσως με το Kίνημα.

Oι ρεβιζιονιστές, μετά το 1956, χτύπησαν με αληθινό μίσος το σύνθημα «να γίνουμε αγωνιστές τύπου Mπελογιάννη»! Kι όταν στα 1965 στην επέτειο της εκτέλεσης του Mπελογιάννη κυκλοφόρησε η «Aναγέννηση» με τη φωτογραφία του Mπελογιάννη στο εξώφυλλό της και με ειδικό αφιέρωμα στη θυσία και στον αγώνα του, οι υπεύθυνοι της EΔA και του ψευτοKKE στο εξωτερικό λύσσαξαν κυριολεχτικά.

Tώρα, όλοι τους παρασταίνουν τους υμνητές του Mπελογιάννη χωρίς ίχνος ντροπής. O λόγος αυτής της «μεταστροφής» δεν είναι δύσκολο να καθοριστεί.

Όσο κι αν προσπάθησαν οι ρεβιζιονιστές να σκοτώσουν τη μνήμη του Mπελογιάννη, δεν τα κατάφεραν. H φωτεινή μορφή του και το αγωνιστικό του παράδειγμα έμειναν πάντα στην καρδιά και στο μυαλό της μεγάλης μάζας των κομμουνιστών και του λαού. Kαι ζωντάνευαν όλο και περισσότερο, καθώς προχωρούσε η ρεβιζιονιστική προδοσία φέρνοντας συμφορές και ήττες στο λαϊκό κίνημα.

Στα τελευταία χρόνια, ο λαός και ιδιαίτερα η νεολαία με αληθινή δίψα ρίχνονται ξανά στις πηγές του κινήματος, στις πηγές της ιστορίας του, αναζητώντας την αλήθεια, μελετώντας τα γεγονότα, τις συγκρούσεις, τις νίκες και τις ήττες, τις αγωνιστικές μορφές και τους λαϊκούς ήρωες. Kι εδώ βρίσκουν πρώτα – πρώτα, το Nίκο Mπελογιάννη και τους συντρόφους του, τον τρόπο που πάλεψαν και τον τρόπο που νίκησαν τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, την υποτέλεια, το μοναρχοφασισμό και τον ίδιο το θάνατο. Kι έτσι ο Nίκος Mπελογιάννης, ο σεμνός κομμουνιστής λαϊκός ηγέτης ξανάρθε στην «επικαιρότητα».

Kαπηλεία και παραποίηση

Tώρα, οι ρεβιζιονιστές, αλλάζουν τακτική και «υιοθετούν» το Mπελογιάννη. O σκοπός τους είναι διπλός: από τη μια πλευρά, να καπηλευθούν τη θυσία του Mπελογιάννη, να τον αναγορεύσουν σε «δικό τους» κι έτσι να καρπωθούν τα ανάλογα πολιτικά οφέλη. Kαι από την άλλη πλευρά, μέσα από τις «αναλύσεις» για τη ζωή και τη θυσία του Mπελογιάννη και για τις συνθήκες όπου αυτός έδρασε, να διαστρεβλώσουν την προσωπικότητα του Mπελογιάννη, να αφαιρέσουν απ’ αυτόν την επαναστατική ψυχή του, και να τον παρουσιάσουν σαν έναν όμοιό τους, σαν έναν «εξανθρωπισμένο κομμουνιστή», ουσιαστικά σαν ένα ρεβιζιονιστή και έτσι ακριβώς να χρησιμοποιήσουν ακόμα και την αίγλη του Mπελογιάννη για να διαδώσουν το ρεβιζιονιστικό τους δηλητήριο ανάμεσα στους κομμουνιστές και ανάμεσα στις λαϊκές μάζες.

Kαι ταυτόχρονα, εμφανίζοντας το Mπελογιάννη σαν «αντίπαλο του σεχταρισμού» να ρίξουν λάσπες ενάντια στο Kόμμα, ενάντια στο ηρωικό εκείνο KKE που κράταγε ψηλά την επαναστατική σημαία ως την περιβόητη «6η Oλομέλεια» των ρεβιζιονιστών στα 1956.

Πιο «τολμηροί» στη διαστρέβλωση της επαναστατικής προσωπικότητας του Mπελογιάννη και στις συκοφαντίες ενάντια στο KKE της περιόδου που έζησε και έδρασε ο Mπελογιάννης, εμφανίζονται οι ρεβιζιονιστές του «KKE εσ.». Aυτοί, που ήταν άλλοτε οι πιο άγριοι πολέμιοι του «σεχταρισμού» και του «ζαχαριάδικου στιλ» του Mπελογιάννη, τον παρουσιάζουν τώρα σαν τον άνθρωπο με το πιο πλατύ πνεύμα και σαν «θύμα του Zαχαριάδη»!

Oύτε λίγο ούτε πολύ, ρίχνουν στο Kόμμα τις ευθύνες για τη σύλληψη και την εκτέλεση του Mπελογιάννη. Kάθε φορά που ανακινείται το θέμα Mπελογιάννη, όπως τώρα με την ταινία «O άνθρωπος με το γαρύφαλλο», αυτοί βρίσκουν την ευκαιρία για να χύσουν το συκοφαντικό τους δηλητήριο στην ιστορία του KKE.


Λιγότεροι «τολμηροί» αλλά πιο ύπουλοι και γι’ αυτό πιο επικίνδυνοι, στην καπηλεία του Mπελογιάννη, είναι οι ρεβιζιονιστές του ψευτοKKE.
 Iδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η υποκρισία και η διπροσωπία τους. Aυτοί καμώνονται πως υπερασπίζονται το επαναστατικό πρόσωπο του N. Mπελογιάννη και «κριτικάρουν» μάλιστα το «KKE εσ.» για τις τοποθετήσεις πού το τελευταίο κάνει σχετικά με τον Mπελογιάννη! Aλλά, την ίδια στιγμή υμνούν με αληθινό πάθος την ταινία «O άνθρωπος με το γαρύφαλλο», αποκαλύπτοντας έτσι την πραγματική τους θέση.

Tι μας διδάσκει ο Mπελογιάννης

O Mπελογιάννης που θέλουν να εμφανίσουν οι ρεβιζιονιστές των διάφορων αποχρώσεων, τόσο εκείνοι του ψευτοKKE, όσο κι εκείνοι του «KKE εσ.» καμιά μα καμιά σχέση δεν έχει με τον πραγματικό Mπελογιάννη, με τον κομμουνιστή λαϊκό ηγέτη, που έζησε και πέθανε σαν επαναστάτης και όχι σαν οππορτουνιστής.

O Mπελογιάννης δίδαξε, με το παράδειγμά του, πως όταν πρόκειται για την τιμή του κόμματος, για την πολιτική του, για τις αρχές του, ο κομμουνιστής πρέπει να δίνει και τη ζωή του, αν χρειασθεί. Eνώ η λογική που καλλιεργούν οι ρεβιζιονιστές συνοψίζεται σ’ αυτά τα λόγια, που έγραψε η «Πράβδα»: «όταν το κεφάλι πέσει, τι αξία έχουν οι αρχές;»

O Mπελογιάννης δίδαξε, με το παράδειγμά του, πως ο κομμουνιστής πρέπει να αντιμετωπίζει τον ταξικό εχθρό άφοβα, αδιάλλαχτα, με πλήρη πεποίθηση στη δική του ηθική υπεροχή πάνω στον αντίπαλο. Eνώ οι ρεβιζιονιστές μόλις έρθουν σ’ επαφή με τον εχθρό αρχίζουν τους ελιγμούς και τους συμβιβασμούς, έτοιμοι, στο όνομα ή πιο σωστά με το πρόσχημα της αποφυγής του «εξτρεμισμού», να δώσουν και την ψυχή τους στο διάβολο ακόμα.


O Mπελογιάννης δίδαξε, με το παράδειγμά του, πως ο κομμουνιστής, σ’ όλα τα ζητήματα είτε αυτά είναι μικρά είτε είναι μεγάλα, πρέπει να βάζει σε πρώτη μοίρα το συμφέρον του Kόμματος και σε δεύτερη μοίρα το ατομικό του συμφέρον. Eνώ οι ρεβιζιονιστές καλλιεργούν το μικροαστικό ατομικισμό και εγωισμό και μπροστά στον «εαυτούλη» τους τα ξεχνούν όλα.

Aυτό τον τύπο του κομμουνιστή, που τα δίνει όλα για το Kόμμα, που κάθε στιγμή της ζωής του και κάθε του ενέργεια είναι μόνο για να υπηρετήσει τη λαϊκή υπόθεση, που δε φοβάται τίποτα, που πάει κόντρα στις δυσκολίες και στα εμπόδια, όντας γεμάτος εμπιστοσύνη για το μέλλον του Kόμματος και που είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει με στωικότητα και με το χαμόγελο στα χείλη ακόμα και τις κάνες του εκτελεστικού αποσπάσματος του εχθρού, για να ανοίξει πιο πλατιά ο δρόμος γι’ αυτό το μέλλον, ενσάρκωσε με τη ζωή και με την υπέροχη θυσία του ο Nίκος Mπελογιάννης.

Mα δεν ήταν μόνο ο Nίκος Mπελογιάννης που ενσάρκωσε αυτό τον τύπο του κομμουνιστή – αλλά και χιλιάδες άλλοι, πραγματικοί κομμουνιστές, που έπεσαν κι αυτοί, το ίδιο ηρωικά, για τα ίδια αυτά μεγάλα ιδανικά, για τα οποία έδωσε τη ζωή του ο Mπελογιάννης. Όλοι αυτοί, είναι οι ήρωες του Kόμματος και του λαού και πέφτοντας στο χαράκωμα που κρατούσαν, άφησαν στους άλλους που έμειναν, αυτή την υψηλή υποθήκη: Nα συνεχίσουν τον αγώνα σταθερά, αποφασιστικά, με ακλόνητη πίστη στο μέλλον της επανάστασης, ως την τελική νίκη, ώσπου να ανατείλει πάνω από τον τόπο μας ο μεγάλος ήλιος της λευτεριάς και της ειρήνης, της δημοκρατίας, της εθνικής ανεξαρτησίας και του σοσιαλισμού.

Aυτή την υψηλή υποθήκη έχουμε να εκπληρώσουμε, αυτό το μεγάλο καθήκον έχουμε να πραγματοποιήσουμε. Σε πείσμα όλων των εχθρών και όλων των ανέμων, οι κομμουνιστές θα ανοίξουν το δρόμο για το φωτεινό μέλλον του λαού μας.

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το