Με δύο ανακοινώσεις, χαρακτηριστικά δείγματα κυβερνητικού συνδικαλισμού, ΔΑΚΕ-ΔΗΣΥ-ΔΙΚΤΥΟ (πλειοψηφία στο Δ.Σ. της ΔΟΕ) εγκαταλείπουν, παρά τα λεγόμενά τους, τον αγώνα ενάντια στην αξιολόγηση, εγκαταλείποντας ταυτόχρονα τις χιλιάδες των εκπαιδευτικών που επί τέσσερα χρόνια παλεύουν ενάντιά της. Πρόκειται για την ανακοίνωση της 19-3-2024 , με αριθ. πρωτ. 921 και τίτλο «Συνεχίζουμε περήφανα τον αγώνα ενάντια στην αντιεκπαιδευτική-αντιεπιστημονική αξιολόγηση των νόμων 4692/20 και 4823/21» και την αμέσως επόμενή της στις 20-3-2024, με αριθ. πρωτ. 922 και τίτλο «Συνεχίζουμε τον αγώνα ενάντια στην αντιεκπαιδευτική-αντιεπιστημονική αξιολόγηση με υπεύθυνη στάση»- (οι υπογραμμίσεις δικές μας).

Οι εξελίξεις στην πάλη των εκπαιδευτικών ενάντια στην αξιολόγηση μπαίνουν σε άλλη πορεία έπειτα από την καταδικαστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών στις 15-3-2024 αλλά πολύ περισσότερο έπειτα από την αλλαγή στάσης των συγκεκριμένων παρατάξεων, που αρνούνται ουσιαστικά να συνεχίσουν τον αγώνα και να προκηρύξουν ξανά Απεργία- Αποχή από τις διαδικασίες της αξιολόγησης. Μέσα σε λίγες ημέρες το εκπαιδευτικό τοπίο χρωματίστηκε από αντιδράσεις ενάντια σε αυτήν την απόφαση και αρκετοί είναι οι Σύλλογοι εκπαιδευτικών Π.Ε. (και ΕΛΜΕ) που προχωρούν στην επαναπροκήρυξή της. Η υπόθεση της συνέχισης  του αγώνα περνά στη βάση του Κλάδου των εκπαιδευτικών.Οι δύο αλλεπάλληλες ανακοινώσεις της ΔΟΕ, κουβαλώντας το πνεύμα και τις πολιτικοσυνδικαλιστικές αντιλήψεις των παρατάξεων του κυβερνητικού συνδικαλισμού, χαρακτηρίζονται από μία ολοφάνερη διαστρέβλωση της αλήθειας και «βαφτίζουν το κρέας …ψάρι»! Ενώ στους τίτλους και των δύο κάνουν λόγο για συνέχιση του αγώνα των εκπαιευτικών- «περήφανα» όπως γράφουν- σε όσα γράφονται στο εσωτερικό τους αναδεικνύονται άλλες επιδιώξεις από αυτήν, στην πραγματικότητα η εγκατάλειψή του.

Στην πρώτη , χρονολογικά, ανακοίνωση γίνεται λόγος για το ζοφερό εκπαιδευτικό μέλλον που προωθούν ολοταχώς οι αντιεκπαιδευτικές κυβερνητικές πολιτικές, με όχημα την αξιολόγηση. Στην πραγματικότητα στρέφονται ενάντια σε αυτό το σκοτεινό μέλλον μονάχα στα λόγια, υποκριτικά. Αναγνωρίζουν, και πάλι στα λόγια, ότι 150 χιλιάδες εκπαιδευτικοί (σε ΔΟΕ – ΟΛΜΕ)  έχουν απέναντί τους μία σκληρή κυβερνητική πολιτική, που έχει θέσει αποκλειστικό σκοπό την εμπορευματοποίηση-ιδιωτικοποίηση εκπαίδευσης και μόρφωσης. Που φορτώνει όλα τα εκπαιδευτικά , που δημιουργεί αυτή η πολιτική, στις πλάτες των εκπαιδευτικών. Που μεταλλάσσει με τους νόμους και τις ρυθμίσεις της το DNA  της δημόσιας εκπαίδευσης , σε τέτοιο βαθμό που έχει καταντήσει αγνώριστη σε όσους τη ζουν καθημερινά, μαθητές και εκπαιδευτικούς. Υποκριτικά και πάλι η ανακοίνωση καταγγέλλει την απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου στις 15-3-2024, απόφαση που κηρύσσει την Απεργία- Αποχή παράνομη και καταχρηστική (πώς θα γινόταν άλλωστε η απόφαση να είναι διαφορετική και υπέρ των εκπαιδευτικών, όταν βρίσκονται σε πλήρη εφαρμογή όλοι οι αντισυνδικαλιστικοί νόμοι που η κυβέρνηση της ΝΔ έθεσε σε εφαρμογή). Καταγγέλλει πως η απόφαση αδιαφορεί για τη «νομολογία του Αρείου Πάγου», πως «τσουβαλιάζει» διαφορετικές δικαστικές αποφάσεις, για το ίδιο ζήτημα, σε μία, πως «κατασκευάζει ένα αυταρχικό αφήγημα», πως στέλνει «αντιδημοκρατικό μήνυμα» προς κάθε κατεύθυνση και προς όσους διανοηθούν να αγωνιστούν. Όμορφες και σωστές διαπιστώσεις, ωστόσο απολύτως υποκριτικές! Υποκριτικές, γιατί εν συνεχεία ο «βασιλιάς κυβερνητικός συνδικαλισμός» αποκαλύπτεται γυμνός και φανερώνονται πεντακάθαρα οι πραγματικές τους θέσεις και αντιλήψεις.

Πλήρης η στροφή και οι τρεις παρατάξεις, ΔΑΚΕ-ΔΗΣΥ-ΔΙΚΤΥΟ, «ανακρούουν πρύμναν». Προσπερνούν, σαν να μην το ανέφεραν αυτές οι ίδιες στην ανακοίνωση που υπογράφουν, τη δύναμη των χιλιάδων εκπαιδευτικών, οι οποίοι συσπειρωμένοι και καλά οργανωμένοι στα σωματεία τους  μπορούν να αποτελέσουν μία ισχυρή δύναμη ικανή να αντισταθεί στην κυβερνητική πολιτική, στην αξιολόγηση, να τη φρενάρει , να τη σταματήσει. Να τη σταματήσει όπως κάνει επί δεκαετίες, όπως ακριβώς κάνει τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Δεν πιστεύουν, ποτέ δεν πίστεψαν, και αδιαφορούν για τη δύναμη που μπορεί ο κλάδος να αποκτήσει, όταν πειστεί πως ο μόνος δρόμος που μπορεί και πρέπει να ακολουθήσει είναι αυτός του ανειρήνευτου και ασίγαστου αγώνα για την υπεράσπιση του δημόσιου σχολείου και του χαρακτήρα του, ο αγώνας της υπεράσπισης των μορφωτικών δικαιωμάτων των μαθητών, ο αγώνας της υπεράσπισης των εκπαιδευτικών και των εργασιακών τους δικαιωμάτων και κατακτήσεων. Όταν πειστεί πως ο μόνος δρόμος είναι ο ανειρήνευτος και ασίγαστος αγώνας ενάντια στις αντιεκπαιδευτικές πολιτικές και σε όσους τις επιβάλλουν. Ομνύουν, «πίνουν νερό», στους αγώνες των εκπαιδευτικών , μα στην πραγματικότητα δεν πίστεψαν ποτέ στο δίκιο και τη δύναμή του.

Η υποκρισία του κυβερνητικού συνδικαλισμού απέναντι στον αγωνιζόμενο κλάδο αποκαλύπτεται ξεκάθαρα, όταν στην ανακοίνωση της 19-3-2024 υιοθετούν ανερυθρίαστα, ως μέσο επιβολής της στάσης τους στους χιλιάδες εκπαιδευτικούς, όλο το τρομοκρατικό και εκβιαστικό οπλοστάσιο, που μέχρι πρότινος κρατούσαν στα χέρια τους κυβέρνηση, υπουργείο, Γενικοί Γραμματείς και άλλοι πειθήνιοι εφαρμοστές της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής της αξιολόγησης. Για το Δ.Σ. της ΔΟΕ (τις τρεις αυτές συνδικαλιστικές παρατάξεις του κυβερνητικού τόξου) «μέγιστο» ζήτημα δεν είναι η υπεράσπιση του δημόσιου σχολείου και του χαρακτήρα του, η υπεράσπιση των δικαιωμάτων μαθητών και εκπαιδευτικών. Όχι! Για την πλειοψηφία στη ΔΟΕ μέγιστο ζήτημα είναι ο «ορατός, πλέον, κίνδυνος της τιμωρίας των μελών μας»! Αν αυτή δεν είναι ξεκάθαρη απόπειρα τρομοκράτησης των εκπαιδευτικών, από το στόμα μάλιστα της Ομοσπονδίας τους, αναρωτιέται κανείς τι είναι! Έπειτα από τη δήλωση αυτή, γραπτή, εκ μέρους τους , προφανώς δεν υπάρχει λόγος στους κυβερνητικούς ιθύνοντες να ξεστομίσουν την οποιαδήποτε απειλή. Άλλοι έχουν αναλάβει αυτό το έργο! Η «ρομφαία» των απειλών περνά με αξιώσεις στα χέρια των δυνάμεων του κυβερνητικού συνδικαλισμού! Αυτός με τη σειρά του τρομοκρατεί, δημιουργεί φόβο, κατασκευάζει κάθε λογής «ερωτήματα» και «αδιέξοδα» για να κάμψει το αγωνιστικό φρόνημα των εκπαιδευτικών, να ξεφουσκώσει τους αγώνες, που λίγες αράδες παραπάνω υμνεί!

Η απολογητική στάση, υπέρ της εγκατάλειψης του αγώνα που ισοδυναμεί με στήριξη των κυβερνητικών επιδιώξεων, συνεχίζεται παραπέρα, όταν αναφέρονται στην «ασφάλεια» που επιθυμούν να παρέχουν στους αγωνιζόμενους εκπαιδευτικούς «ενάντια στον αυταρχισμό και τις διώξεις»Προσπερνάμε την αλήθεια, που κάνουν πως δε γνωρίζουν, πως απέναντι στον κυβερνητικό αυταρχισμό και τις διώξεις, απέναντι στο αντεργατικό περιβάλλον που η κυβέρνηση χτίζει και με όχημα την αξιολόγηση, κανείς και σε καμία περίπτωση δεν είναι ασφαλής. Αυτό έχει αποδείξει όλα αυτά τα χρόνια η εμπειρία των εργαζόμενων , και των εκπαιδευτικών. Στεκόμαστε στο γεγονός πως ο αυταρχισμός και οι διώξεις, που υποκριτικά ξορκίζουν οι παρατάξεις του κυβερνητικού συνδικαλισμού, δεν αντιμετωπίζονται με υποχωρήσεις και επίκληση στην «ασφάλεια» αλλά με ανυποχώρητους, πραγματικούς και μακροχρόνιους αγώνες. Στην πραγματικότητα, όπως όλα δείχνουν, το μόνο που επιθυμούν οι εμπνευστές της ανακοίνωσης είναι να «ξορκίσουν» αυτούς τους αγώνες, τώρα μάλιστα που οι εξελίξεις είναι κρίσιμες.

Και στην επόμενη ανακοίνωση της, που, σημειωτέον, εκδόθηκε μία ημέρα μετά την πρώτη και επειδή έγιναν αντιληπτές οι αντιδράσεις, η πλειοψηφία της ΔΟΕ κραδαίνει για άλλη μία φορά ποικίλες απειλές, που δε χρειάζεται να αναφερθούν. Επαναλαμβάνοντας τα υποκριτικά περί συνέχισης του αγώνα, προσπαθεί εκ νέου να πείσει για το δίκιο και την αγωνιστικότητά της.

Σύμφωνα με τη δεύτερη ανακοίνωση η αλλαγή στον τρόπο του αγώνα, η άρνηση επαναπροκήρυξης της Απεργίας – Αποχής- εμείς λέμε η εγκατάλειψη του αγώνα και των συμφερόντων των εκπαιδευτικών- είναι αναγκαστική και λαμβάνει υπόψη την καταδικαστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου. Κατηγορεί μάλιστα σύσσωμος ο κυβερνητικός συνδικαλισμός ως «ψευδείς» και «συκοφαντικές» τις κριτικές που ασκούνται απέναντι στη στάση αυτή, κριτικές που τονίζουν πως είναι απαραίτητη η συνέχιση του αγώνα με Απεργία- Αποχή , η κλιμάκωσή του και όχι η εγκατάλειψή του. Οι εμπνευστές της ανακοίνωσης θεωρούν υποχρέωσή τους να αναφέρουν «τα σημεία της νομικής ενημέρωσης που έλαβε υπόψη του (το Δ.Σ. της ΔΟΕ) προκειμένου να οδηγηθεί , με αίσθημα ευθύνης απέναντι στους χιλιάδες εκπαιδευτικούς , στην απόφαση…»! Υποκριτικά η πλειοψηφία των τριών, ΔΑΚΕ-ΔΗΣΥ-ΔΙΚΤΥΟ, αυτοχρίζεται ως το τμήμα εκείνο του εκπαιδευτικού συνδικαλιστικού κινήματος που φέρεται «υπεύθυνα», αφήνοντας σε όσους τις ασκούν κριτική τη ρετσινιά του «ανεύθυνου» απέναντι στους εκπαιδευτικούς. Κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν, και αποκρύπτουν από την κοινή θέα, ότι πραγματική υπευθυνότητα απέναντι στη δημόσια εκπαίδευση, μαθητές και εκπαιδευτικούς αποτελεί  μόνο η αγωνιστική, η ανυποχώρητη στάση ενάντια στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς, απέναντι στους οποίους υποχωρεί και υποτάσσεται. Δεν υπάρχει καμία υπεύθυνη στάση απέναντι στους εκπαιδευτικούς, όταν υποχωρείς στις πολιτικές που τους οδηγούν να σκύψουν το κεφάλι. Πραγματική υπευθυνότητα απέναντι στις χιλιάδες των εκπαιδευτικών, στις χιλιάδες μαθητών, στο παρόν και στο μέλλον της εκπαίδευσης, στον τόπο και στην κοινωνία είναι η συνέχιση του αγώνα και όχι η εγκατάλειψή του, όπως αυτοί πράττουν, παρά τα υποκριτικά λόγια τους!

Στην  ανακοίνωση μία κατεξοχήν πολιτική απόφαση που έλαβαν από κοινού ΔΑΚΕ-ΔΗΣΥ-ΔΙΚΤΥΟ,  επιχειρείται να ενδυθεί μανδύα νομιμότητας και νομιμοφροσύνης. Επιχειρείται «να κατοχυρωθεί» στη σκέψη και τη συνείδηση των εκπαιδευτικών, «να καθαγιαστεί», πατώντας πάνω σε νομικά τερτίπια και «ερμηνείες» και έτσι μ΄ αυτόν τον τρόπο να παρουσιαστεί ως μονόδρομος. Οι εκπρόσωποι του κυβερνητικού συνδικαλισμού  επιχειρούν να επιβάλλουν σιγή ασυρμάτου, διαγράφοντας από το προσκήνιο την ιστορική αλήθεια πως οι αγώνες των εργαζόμενων σύρθηκαν πολλές φορές από αυταρχικές κυβερνήσεις σε αίθουσες δικαστηρίων, πως εργαζόμενοι σύρθηκαν οι ίδιοι σε δικαστήρια, πως οι αστικές κυβερνήσεις επιχειρούν πάντα να περιορίσουν τους εργαζόμενους με τέτοια μέσα αλλά… εντέλει οι αγώνες κι οι τρόποι τους δεν καθορίζονται από αυτά. Οι απεργιακοί αγώνες των εργαζόμενων κάθε κατηγορίας, οι μορφές πάλης και τα όπλα που χρησιμοποιούν οι εργαζόμενοι, καθορίζονται από τους ίδιους και τις ανάγκες του αγώνα. Δυστυχώς για τους εκπροσώπους του κυβερνητικού συνδικαλισμού η υποκρισία της θέσης τους αποκαλύπτεται πεντακάθαρα, αφού υποχωρούν και αποδέχονται ο αγώνας ενάντια στην αξιολόγηση να καθοριστεί από τα δικαστήρια και τις ανάγκες άλλων, στην προκειμένη περίπτωση από την ανάγκη της κυβέρνησης της ΝΔ να προχωρήσει επιτέλους την αξιολόγηση και την αποδόμηση της δημόσιας εκπαίδευσης.

Δυστυχώς για τους κυβερνητικούς συνδικαλιστές η στάση τους είναι ολοφάνερο πως δεν εξυπηρετεί τα αληθινά συμφέροντα όσων αναπνέουν στη σχολική αίθουσα, δεν εξυπηρετεί μαθητές κι εκπαιδευτικούς, δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα της πλειοψηφίας της κοινωνίας! Κι αυτήν την αλήθεια, όσο κι αν προσπαθήσουν να την αποκρύψουν δεν θα το επιτύχουν!

 

Γιάννης Μελιόπουλος, δάσκαλος, μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου Ημαθίας

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το