• Εισαγωγή
  • Επιστολή Ομάδας Αξιωματικών του Πολωνικού Στρατού προς το Λαϊκό Επιτροπάτο Κρατικής Ασφάλειας της ΕΣΣΔ για συμμετοχή τους στον πόλεμο εναντίον της φασιστικής Γερμανίας (22/06/1941)
  • Κάλεσμα του Επιτελείου της 1ης Πολωνικής Μεραρχίας στην ΕΣΣΔ προς τον πολωνικό λαό σε αγώνα ενάντια στους φασίστες κατακτητές (03/07/1941)
  • Τηλεγραφήματα σοβιετικού υπ.εξ και σοβιετικού πρέσβη στο Λονδίνο (03-11/07/1941)
  • Συμφωνία κυβερνήσεων ΕΣΣΔ και Πολωνίας για αποκατάσταση των σχέσεων και ίδρυση πολωνικού στρατού εντός της επικράτειας της ΕΣΣΔ (30/07/1941)
  • Πολωνο-Σοβιετική Στρατιωτική Συμφωνία (14/08/1941)
  • Δήλωση Φιλίας & Αμοιβαίας Βοήθειας Σικόρσκι-Στάλιν (04/12/1941)
  • Δήλωση Βισίνσκι: -Για τις Μονάδες του Πολωνικού Στρατού που συγκροτήθηκαν στην ΕΣΣΔ
  • -Για τα μέτρα ανακούφισης για τις πολωνικές οικογένειες που αποχώρησαν από περιφέρειες που κατέλαβαν οι γερμανοί εισβολείς
  • Η υιοθέτηση της ναζιστικής επιχειρηματολογίας από την εξόριστη στο Λονδίνο πολωνική κυβέρνησης (17-20/04/1943)
  • Νότα Μολότοφ στον πολωνό πρέσβη για διακοπή των σοβιετοπολωνικών σχέσεων (25/04/1943)
  • Απάντηση Στάλιν σε ερωτήσεις του ανταποκριτή των Τimes για την Πολωνία (04/05/1943)

Με το Brexit να ολοκληρώνεται, πέρα από την αλλαγή του συσχετισμού των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και των ενώσεών τους που αυτό επιφέρει, και την ανάγκη ιδιαίτερης μελέτης του πιο ανεξάρτητου πλέον βρετανικού ιμπεριαλισμού, που ήδη προσπαθεί να ανακτήσει το χαμένο έδαφος (βλ.επαφές του σε χώρες του Κόλπου, που μόλις πριν λίγες δεκαετίες έφυγε και θα χρησιμεύσουν ως βατήρας για ανάμειξη στη Μ.Ανατολή), νέος χώρος αφήνεται ελεύθερος για την αναδιάταξη των δυνάμεων εντός της ΕΕ. Λόγω μεγέθους και «παράδοσης», η Πολωνία φιλοδοξεί να παίξει το ρόλο της 5ης δύναμης εντός ΕΕ, «πουλώντας» στους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές το ρόλο «αντιρωσικού προμαχώνα», αλλά και εκβιάζοντάς τους με τις προνομιακές σχέσεις με τις ΗΠΑ (και, σε σαφώς μικρότερο βαθμό, την Κίνα). Ως γνωστόν, οι ΗΠΑ, συνέβαλλαν στην «ευρωπαϊκή ενοποίηση» αρχικά, στο βαθμό, όμως, που αυτή δεν θα έφτανε σε σημείο να ανταγωνιστεί τα συμφέροντά τους. Έτσι, ανέκαθεν ενθάρρυναν την ύπαρξη μιας τροχοπέδης στην ενίσχυση της ενότητας της ΕΕ, που ούτως ή άλλως έχει όρια, λόγω της ιμπεριαλιστικής φύσης των μεγάλων δυνάμεων που συμμετέχουν σε αυτή και των αντιτιθέμενων συμφερόντων τους, που τις ωθούν όχι μόνο σε μια επίπλαστη ενότητα όταν είναι να αντιπαρατεθούν σε άλλους ιμπεριαλιστές, αλλά και σε κατ’ιδίαν συνεννοήσεις με τους ίδιους ιμπεριαλιστές. Η Πολωνία, έτσι, ως επικεφαλής των «προβληματικών» χωρών του Βίζενγκραντ, και στις ΗΠΑ «πουλά» το ρόλο σφήνας ανάμεσα σε Ρωσία και Γερμανία, η οποία, ενώ σε επίπεδο ΕΕ συντάσσεται σε αντιρωσικές κυρώσεις, σε διμερές επίπεδο προωθεί (με σκαμπανεβάσματα, εννοείται) έργα για την συνέχιση της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης από τη Ρωσία, ως αντιστάθμισμα στις αμερικανικές πιέσεις.

Σε κάθε περίπτωση, η σημερινή πολωνική ελίτ οικειοθελώς εντάσσει την Πολωνία στους σχεδιασμούς των ιμπεριαλιστών και μετατρέπει τη χώρα σε «χαρτί» των τελευταίων, νομίζοντας ότι έτσι θα την έχουν όλοι «στα ώπα-ώπα». Όπως, όμως, έχει δείξει η ιστορία, η Πολωνία έχει πολλάκις οδηγηθεί στην κατάρρευση ως «χάρτινος πύργος» της κρατικής υπόστασής της, όταν δεν παίζει το ρόλο φιλειρηνικής δύναμης και παράγοντα σταθερότητας. Μια πραγματικά Ανεξάρτητη Πολωνία νοείται μόνο ως γέφυρα, όχι ως ταραχοποιός υπέρ του ενός ή του άλλου ή και όλων των ιμπεριαλιστών.

Απ’ αυτή την άποψη, ο πολωνικός λαός χρειάζεται να αγωνίζεται ώστε να μην μετατρέπεται άλλο η χώρα του σε τροχοπέδη για την πρόοδο όχι μόνο του ιδίου, αλλά ακόμα και όλης της ανθρωπότητας, όπως κάποιοι, όπως θα δούμε παρακάτω, είχαν προσπαθήσει επί Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και τώρα, που βγάζει κάθε είδους αναχρονιστικό «φρούτο» (για λόγους που έχουν εξηγηθεί εδώ). Έχοντας, βέβαια, απέναντί του όλους τους ιμπεριαλιστές (και στους οποίους εφεξής θα ξαναπροστεθεί ο αγγλικός ιμπεριαλισμός), οι περισσότεροι εκ των οποίων του χαϊδεύουν τα αυτιά και του καλλιεργούν τα κατώτερα (μεγαλοκρατικά) ένστικτα, για να ξεχνά την εξαθλίωση επί καπιταλισμού, αυτό το καθήκον είναι πολύ δύσκολο. Τα ιστορικά διδάγματα, ωστόσο, μπορούν να βοηθήσουν σε αυτό.

Η σοβιετική νίκη στο Στάλινγκραντ στις αρχές του 1943 σηματοδότησε το γύρισμα της πλάστιγγας υπέρ των Συμμάχων κατά του χιτλερισμού σε στρατιωτικό επίπεδο, αλλά και την επαναφορά σε πρώτο πλάνο του έτσι κι αλλιώς απόλυτου αντισοβιετισμού στις τάξεις των δυτικών ιμπεριαλιστών, παρά το φαινομενικό «λιώσιμο των πάγων» μετά την είσοδο της ΕΣΣΔ στο Β’ Π.Π. στο πλευρό τους, που επέβαλλε αντίστοιχες αλλαγές και στους αχυρανθρώπους τους, όπως την εξόριστη πολωνική κυβέρνηση, που αποκατέστησε τις σχέσεις της με την ΕΣΣΔ. Αυτή η νίκη έθετε στην ημερήσια διάταξη των ιμπεριαλιστών, που είχαν πια το βλέμμα στην «επόμενη μέρα», ζητήματα όπως το μελλοντικό ρόλο της Πολωνίας, από την οποία θα περνούσαν τα σοβιετικά στρατεύματα, στο δρόμο για το Βερολίνο. Οι ιμπεριαλιστές χρειαζόταν να αξιοποιήσουν κάθε αντισοβιετική εφεδρεία που είχαν στις τάξεις των Πολωνών, προκειμένου να ξαναφτιάξουν μια Πολωνία, τέτοια όπως έφτιαξαν το 1918, δηλαδή, παράγοντα αναταραχής στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη, που θα φέρνει τις φλόγες του πολέμου κοντά στην ΕΣΣΔ, για την αποτροπή της ειρηνικής της οικοδόμησης, που θα αποτελούσε πρότυπο χώρας για ακόμα περισσότερους εκμεταλλευόμενους σε όλο τον κόσμο. Προς τούτο, δεν δίσταζαν να αξιοποιήσουν εκείνο ακριβώς το χρεοκοπημένο πολιτικό προσωπικό που το 1939 οδήγησε το πολωνικό κράτος στον θάνατο, συμπεριλαμβανομένων των φιλοχιτλερικών στοιχείων αυτού. Προκειμένου να συσπειρωθούν γύρω από την αντισοβιετική εξόριστη στο Λονδίνο κυβέρνηση τμήματα του πολωνικού λαού, ο οποίος συνειδητοποιούσε πια ποιος είχε οδηγήσει στην καταστροφή το πολωνικό κράτος και προτιμούσε, όλο και πιο πολύ, μια Πολωνία που εφεξής θα ήταν παράγοντας ειρήνης και όχι αναταραχής όπως στο μεσοπόλεμο, οι ιμπεριαλιστές δεν δίσταζαν να αξιοποιήσουν, δια στόματος εξόριστης κυβέρνησης, ως και την τρέχουσα τότε ναζιστική αντισοβιετική προπαγάνδα, για θέματα όπως τη μοίρα χιλιάδων πολωνών στρατιωτικών και πολιτικών αξιωματούχων σε σοβιετικά εδάφη που στο μεταξύ είχαν καταληφθεί από τους Ναζί (υπόθεση Κατύν).

Η αναπόφευκτη όξυνση, σε βαθμό διακοπής, των σοβιετοπολωνικών σχέσεων, που θα επέφερε κάτι τέτοιο, με αναπόφευκτη συνέπεια τη διάσπαση των Σύμμαχων Δυνάμεων εν μέσω μιας κρίσιμης καμπής στον πόλεμο, ο οποίος έτσι παρατεινόταν, δεν προβλημάτιζε τους ιμπεριαλιστές. Αυτοί ενδιαφέρονταν πρωτίστως να αντιτάξουν στον γιγαντωνόμενο κοινωνικοπολιτικό πόλο υπέρ μιας μεταπολεμικά φιλειρηνικής Πολωνίας, τον οποίο συγκροτούσε γύρω του το αναγεννημένο Εργατικό Κόμμα Πολωνίας, έναν αντίστοιχο πόλο σε αντισοβιετική βάση, με την αναβίωση των στερεοτύπων του «πατροπαράδοτου» αντιρωσισμού, τον οποίο, κατά το μεσοπόλεμο, το αγγλόδουλο κατασκεύασμα των Βερσαλιών, ταύτιζε τον πατριωτισμό. Προς τούτο, αξιοποίησαν και τα αντισοβιετικά στοιχεία εντός του πολωνικού στρατού στην ΕΣΣΔ, παρά τον αποτροπιασμό της κοινής γνώμης που προκαλούσε αυτή η αχαριστία της πολωνικής κυβέρνησης, καθώς ήταν με την απλόχερη βοήθεια της ΕΣΣΔ και εντός αυτής που αυτός ο στρατός είχε συγκροτηθεί.

Παρακάτω υπάρχει μια σειρά ντοκουμέντων και δηλώσεων με συντριπτικά για τους ιμπεριαλιστές και τους αντισοβιετικούς Πολωνούς στοιχεία για τις πολωνοσοβιετικές σχέσεις εν μέσω πολέμου, για την απλόχερη βοήθεια της ΕΣΣΔ στους πολωνούς εκπατρισμένους και στο κύρος της δηλωμένα αντισοβιετικής πολωνικής κυβέρνησης (ένα ελευθέρας σε τέτοιο βαθμό που, και μόνο για λόγους ασφαλείας, ακόμα και σε καιρό ειρήνης, καμία άλλη χώρα δεν θα επέτρεπε), και ιδίως για τον πολωνικό στρατό του διαβόητου Άντερς, ο οποίος αποχώρησε από την ΕΣΣΔ, για να υπηρετήσει, τελικά, και ανοιχτά, τους δυτικούς ιμπεριαλιστές (εδέησε να πολεμήσει, στην ουσία, μόλις 1,5-2 χρόνια μετά τη συγκρότησή του, στην Ιταλία, δείχνοντας ότι η συγκρότησή του και η παρατεταμένη αδράνειά του ήταν γιατί χρειαζόταν ως αντισοβιετικό και – εσωτερικά, στη μεταπολεμική Πολωνία – αντιδραστικό χαρτί), υποχρεώνοντας έτσι στη δημιουργία και δεύτερου στρατού με τη βοήθεια και εντός πάλι της ΕΣΣΔ, μάχιμου αυτή τη φορά.

**

Οι σχέσεις της ΕΣΣΔ με την εξόριστη πολωνική “κυβέρνηση (του εαυτού της)” είχαν φτάσει το 1940 στο ναδίρ, μετά την κήρυξη πολέμου από την δεύτερη εναντίον της πρώτης. Εντούτοις, τον Ιούνη του 1940, και ενώ η Γαλλία κατέρρεε, σε σημείο οι Ναζί να εισέλθουν στο Παρίσι τον ίδιο μήνα, η επίθεση των Ναζί εναντίον της ΕΣΣΔ φαινόταν πια θέμα χρόνου. Αυτό έθετε νέα ζητήματα στην ημερήσια διάταξη, όπως το τι θα έκανε η ΕΣΣΔ με τους πολωνούς κατοίκους, πρόσφυγες και αιχμαλώτους πολέμου (όπως είχαν χαρακτηριστεί μετά την πολωνική κήρυξη πολέμου εναντίον της ΕΣΣΔ οι πολωνοί στρατιώτες και αξιωματικοί που βρέθηκαν ανατολικότερα των σοβιετικών στρατευμάτων το 1939). Ήταν προφανές ότι η ΕΣΣΔ θα επιδίωκε να σχηματίσει μια ένοπλη δύναμη από όλους αυτούς, η οποία, σε αντίθεση με τους κατοικοεδρεύοντες στο Λονδίνο, θα ήταν φιλική προς την ΕΣΣΔ, και θα αποτελούσε, καθότι ένοπλη, μια εν δυνάμει πολωνική εξουσία, που θα μπορούσε να εκμηδενίσει το κύρος της πολωνικής κυβέρνησης του Λονδίνου και την επιρροή του αγγλικού ιμπεριαλισμού στην μεταπολεμική Πολωνία. Μια τέτοια εξέλιξη δημιουργούσε δύο αντιπαρατιθέμενα στρατόπεδα εντός των πολωνικών αρχών που έδρευαν στο Λονδίνο. Η μία παράταξη, με επικεφαλής τον πρωθυπουργό Σικόρσκι, πίστευε πως θα έπρεπε να επιδιωχθεί μία συμφωνία με την ΕΣΣΔ, ώστε, στον Πολωνικό Στρατό, που, έτσι κι αλλιώς, θα δημιουργούταν εντός της ΕΣΣΔ, να έχει τον αποκλειστικό λόγο η πολωνική κυβέρνηση του Λονδίνου. Για αυτό το λόγο, στις 19 Ιούνη 1940, ο Σικόρσκι υπέβαλε υπόμνημα στον Τσόρτσιλ, με το οποίο πρότεινε τη δημιουργία στρατού 300.000 ανδρών από τους Πολωνούς που διέμεναν στην ΕΣΣΔ.

Σε πλήρη αντίθεση με τον Σικόρσκι, βρισκόταν η παράταξη των υπολειμμάτων της “Σανάτσια” (βασική υπεύθυνη για την καταστροφή της Πολωνίας), που είχε άνθρωπό της, τον πρόεδρο Βλάντισλαβ Ράτσκιεβιτς στην θέση του πολωνού προέδρου, αλλά και τον “ανένταχτο” Άουγκουστ Ζαλέσκι στη θέση του υπουργού εξωτερικών. Και οι δύο θεωρούσαν ότι η Πολωνία βρισκόταν σε πόλεμο ταυτόχρονα και με τη Γερμανία και με την ΕΣΣΔ. Για αυτό, στις 18 Ιούλη, ο Ράτσκιεβιτς καθαίρεσε τον Σικόρσκι, και όρισε τον Ζαλέσκι για πρωθυπουργό. Ομάδα αξιωματικών, ωστόσο, με επιρροή στο Γενικό Επιτελείο και το Εθνικό Συμβούλιο, αντιτάχθηκαν στην απόφαση του Ράτσκιεβιτς, ο οποίος στις 20 Ιούλη ανακάλεσε την απόφασή του, υπό τον όρο ότι δεν θα προχωρούσε τις σκέψεις του για συμφωνία με την ΕΣΣΔ. Πρακτικά, λοιπόν, η “Σανάτσια” είχε κερδίσει τη μάχη στο Λονδίνο.

Η ζωή, όμως, προχωρά και η “Σανάτσια” δεν μπορούσε να εμποδίσει τη δημιουργία πολωνικού στρατού στην ΕΣΣΔ. Τμήματα των αιχμαλώτων πολέμου, μάλιστα, αυτονομούνταν από το Λονδίνο και ζητούσαν από μόνα τους τη δημιουργία στρατού. Παράλληλα, κινητοποιούνταν και οι πολωνοί κομμουνιστές που βρίσκονταν στην ΕΣΣΔ. Επομένως, υπό την ηγεσία είτε των μεν, είτε των δε, το Λονδίνο θα είχε σίγουρα έναν ανταγωνιστή, ίσως μάλιστα θανάσιμο.

Συγκεκριμένα, κάποιοι από τους (αιχμαλώτους πολέμου εξαιτίας της εξόριστης στο Λονδίνο πολωνικής κυβέρνησης) αξιωματικούς του πολωνικού στρατού, π.χ. όσοι συσπειρώνονταν γύρω από τον Σίγκμουντ Μπέρλινγκ ή τον στρατηγό Μάριαν Γιανουσάιτις, είχαν αρχίσει να μη θεωρούν εαυτόν δεσμευμένο από το Λονδίνο και, από τα τέλη του 1940, να προβαίνουν σε διερευνητικές επαφές με συναδέλφους τους για τη δημιουργία πολωνικού τμήματος στις τάξεις του Κόκκινου Στρατού. Αυτή η διαδικασία, ήταν αργή, όπως ήταν φυσιολογικό, λόγω της ρωσοφοβίας με την οποία επί δεκαετίες διαπαιδαγωγούνταν οι πολωνοί στρατιωτικοί. Επίσης, έπρεπε να διεξαχθεί μυστικά από τους Ναζί, αλλά και τους Άγγλους και τους Πολωνούς του Λονδίνου, καθώς σε περίπτωση πολέμου Γερμανίας-ΕΣΣΔ, δεν ήταν ακόμα βέβαιο ποια στάση θα τηρηθεί από αυτούς. Οι αξιωματικοί έπρεπε να είναι διαλεγμένοι προσεκτικά ώστε να μη δημιουργηθεί ένας αντισοβιετικός στρατός. (Εντούτοις, αυτή η μυστικότητα δεν επιτεύχθηκε, καθώς ο Νάρκις Λοπιανόφσκι, σύμφωνα με τη μαρτυρία του, στάλθηκε από τον Ταξίαρχο Βάτσλαβ Πζετζιέτσκι, μέλος της κατασκοπευτικής “Μυστικής Οργάνωσης στη Λιθουανία και την ΕΣΣΔ” να συμμετάσχει στις συζητήσεις αυτές για να μάθει τις σοβιετικές προθέσεις). Λόγω αυτών των λεπτών χειρισμών που απαιτούνταν, λοιπόν, η διαδικασία αυτή ολοκληρώθηκε μόλις λίγες μέρες πριν την χιτλερική εισβολή, στις 4 Ιούνη 1941, όταν, παράλληλα, ελήφθη από το Συμβούλιο Λαϊκών Επιτρόπων της ΕΣΣΔ και το ΠΚΚ(μπ.) απόφαση να επιτραπεί η συγκρότηση (238ης) πολωνικής μεραρχίας στην Κεντρική Ασία από 10.298 αιχμαλώτους πολέμου και άλλους Πολωνούς.

Την ίδια ημέρα που εισέβαλαν οι Ναζί στη Σοβιετική Ένωση, 13 από αυτούς τους πολωνούς αξιωματικούς ζήτησαν να πολεμήσουν εναντίον των Ναζί, σε επιστολή τους με προωθημένο μάλιστα προοδευτικό και φιλοσοβιετικό σκεπτικό.

Επιστολή Ομάδας Αξιωματικών του Πολωνικού Στρατού προς το Λαϊκό Επιτροπάτο Κρατικής Ασφάλειας της ΕΣΣΔ για συμμετοχή τους στον πόλεμο εναντίον της φασιστικής Γερμανίας (22/06/1941)

Εμείς, οι υπογράφοντες αξιωματικοί του πρώην Πολωνικού Στρατού, αγανακτισμένοι από την προδοτική επίθεση της χιτλερικής Γερμανίας ενάντια στην Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, θεωρούμε υποχρέωσή μας να δηλώσουμε τα ακόλουθα:

1.Ο επιβληθείς από τη χιτλερική Γερμανία στην Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών πόλεμος αποτελεί πρόκληση προς όλο τον κόσμο της εργασίας – τους εργάτες, τους αγρότες, την εργαζόμενη διανόηση όλων των εθνοτήτων, μη εξαιρουμένων των Γερμανών.

2.Σε αυτή την ένοπλη σύγκρουση των δύο ξεχωριστών κόσμων, από τη μια βλέπουμε τη φασιστική Γερμανία, που εκπροσωπεί τις ιδέες του ρατσισμού, καθώς και της αχαλίνωτης και τερατώδους στις μορφές της κοινωνικο-εθνικής καταπίεσης, και από την άλλη, την Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, η οποία πλήρως εξάλειψε την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, οδήγησε στην αδελφικότητα όλους τους λαούς και με κοινές προσπάθειες των εργαζομένων, των αγροτών και της εργαζόμενης διανόησης οικοδομεί την κομμουνιστική κοινωνία με υψηλή, μη επιτεύξιμη για τον καπιταλιστικό κόσμο πνευματική και υλική κουλτούρα για τις εργαζόμενες μάζες.

3.Σε αυτή την επιβληθείσα ένοπλη σύγκρουση, στο πλευρό της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών θα βρίσκονται όλοι οι υποταγμένοι λαοί του κόσμου, οι εργάτες, οι αγρότες και η εργαζόμενη διανόηση. Έτσι και εμείς, είμαστε έτοιμοι να θυσιάσουμε τη ζωή μας για τη δίκαιη αυτή υπόθεση.

4.Ως εκπρόσωποι ενός από τους λαούς που είναι υποταγμένοι από τη φασιστική επίθεση, μοναδικό δρόμο για την απελευθέρωση του πολωνικού λαού βλέπουμε στη συνεργασία με την Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, στις τάξεις της οποίας Πατρίδας σας μπορεί αυτή πλήρως να αναπτυχθεί.

5.Επιθυμούμε να είμαστε πειθαρχημένοι στρατιώτες του στρατού της απελευθέρωσης, ώστε να επιτελέσουμε το ιερό καθήκον μας έναντι του λαού μας και των εργαζόμενων μαζών όλου του κόσμου.

6.Υποσχόμαστε στη σοβιετική κυβέρνηση, ότι θα εκπληρώνουμε έντιμα τις αναληφθείσες υποχρεώσεις μας.

Ζήτω η ΕΣΣΔ – πατρίδα των εργαζομένων όλου του κόσμου!

Ζήτω η απελευθέρωση των υποταγμένων στο φασισμό λαών!

Αντισυνταγματάρχης Μπέρλινγκ Σίγκμουντ

Αντισυνταγματάρχης Μπουκογιέμσκι Λεόν

Συνταγματάρχης Γκορτσίνσκι Εουστάχι Γκουρτσίνσκι

Αντισυνταγματάρχης Τισίνσκι Λεόν

Αντισυνταγματάρχης Ντουντζίνσκι Καζίμιερς

Λοχαγός Ζαβάντσκι Καζίμιερς

Υπολοχαγός Σουμιγκάλσκι Βλοτζίμιερς

Υπολοχαγός Τόμαλα Μίχαλ

Υπολοχαγός Σιέβιερσκι Γιάνους

Δόκιμος Ανθυπολοχαγός Κουκουλίνσκι Φράντσιζεκ

Αντισυνταγματάρχης Στσιπιόρσκι Στάνισλαβ

Συνταγματάρχης Βιχερκέβιτς Ταντέους

Συνταγματάρχης Ίμαχ Ρόμαν

Πηγή: ЦПА НМЛ при ЦК КПСС (Κεντρικό Κομματικό Αρχείο Ινστιτούτο Μαρξισμού-Λενινισμού παρά την ΚΕ του ΚΚΣΕ), συλλογή αταξινόμητων εγγράφων (εδώ).

***

Σε μια παράλληλη εξέλιξη, αμέσως μετά την χιτλερική επίθεση στην ΕΣΣΔ, στις 22 Ιούνη 1941, οι πολωνοί κομμουνιστές στο Μινσκ, που συσπειρώνονταν γύρω από την εφημερίδα “Σημαία της Λευτεριάς” (Sztandar Wolności), απευθύνθηκαν στη Γραμματεία της ΚΕ του ΚΚ(μπ.) Λευκορωσίας. Το αίτημα έφτασε και στο Πανενωσιακό ΚΚ (μπ.). Άρχισαν να σχηματίζονται ένοπλες δυνάμεις από πολωνούς πρόσφυγες και κατοίκους στο Μπιελοστόκ, το Μπαράνοβιτσι, το Πινσκ, το Μπρεστ και άλλα κέντρα της δυτικής Λευκορωσίας.

Στις 3 Ιούλη 1941, στη λευκορωσική πόλη Μαγκιλιόφ, το Επιτελείο της 1ης Πολωνικής Μεραρχίας στην ΕΣΣΔ απήθυνε κάλεσμα στον πολωνικό λαό, με σαφείς αιχμές για τους πολωνούς πολιτικούς που οδήγησαν τη χώρα στην καταστροφή και που τώρα έδρευαν στο Λονδίνο.

Κάλεσμα του Επιτελείου της 1ης Πολωνικής Μεραρχίας στην ΕΣΣΔ προς τον πολωνικό λαό σε αγώνα ενάντια στους φασίστες κατακτητές (03/07/1941)

Προς όλους τους Πολωνούς!

Πολίτες, άντρες και γυναίκες!

Σε στιγμές κατά τις οποίες κρίνεται η τύχη του πολωνικού λαού, επιθυμούμε να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων, με τη δύναμη των όπλων μας.

Εμείς, η πρώτη μεραρχία των πολωνικών ενόπλων δυνάμεων στις τάξεις του Εργατοαγροτικού Κόκκινου Στρατού, καλούμε όλους τους Πολωνούς, όπου κι αν βρίσκονται, στον αγώνα! Στα όπλα!

Πολωνοί!

Η χιτλερική βία εδώ και σχεδόν δύο χρόνια ποδοπατά ολόκληρη την Πολωνία με την αγριότητα της μπότας του κατακτητή.

Δεν άρκεσε η ανδρεία των στρατιωτών, δεν άρκεσε ο ηρωικός αγώνας του πληθυσμού της Βαρσοβίας για την υπεράσπιση του λαού μας.

Η Πολωνία βρέθηκε μόνη, επειδή εκείνοι που κυβέρνησαν τη χώρα μας, από στενά εγωιστικά κίνητρα απέρριψαν την ένοπλη βοήθεια της Σοβιετικής Ένωσης, τη μοναδική βοήθεια που θα μπορούσε να οδηγήσει στην ήττα του Χιτλερισμού.

Πολίτες, άντρες και γυναίκες!

Οι αιμοδιψείς χιτλερικοί ληστές κατέλαβαν τη χώρα μας όχι μόνο για να τη λεηλατήσουν, όχι μόνο για να μας κλέψουν το ψωμί, όχι μόνο ώστε να μεταφέρουν στη Γερμανία των συσσωρευμένο από γενιές πλούτο, όχι μόνο για να τσαλακώσουν την τιμή του λαού μας, να κυβερνούν τους Πολωνούς, όχι μόνο για να εξολοθρεύσουν, να ξεριζώσουν το όνομα του ίδιου του πολωνικού λαού, αλλά στη γη μας να φυτέψουν τους σύγχρονους σταυροφόρους – τους φύλακες του Χίτλερ.

Στο Πόζναν, την Πομερανία, αυτή η πολιτική ασκείται διά πυρός και σιδήρου.

Αύριο θα έρθει η σειρά της Βαρσοβίας, της Κρακοβίας, του Λιούμπλιν.

Ήδη τώρα, ο ανθός του πολωνικού λαού, η νεολαία, άνδρες στον ανθό της ηλικίας τους, οδηγούνται στην ταπείνωση στη Γερμανία, σε καταναγκαστικές εργασίες, στο θάνατο.

Πολωνοί και Σοβιετικοί στρατιώτες στο Λούμπλιν τον Αύγουστο του 1944

Στο όνομα της εγκληματικής θεωρίας ότι οι Γερμανοί αποτελούν “λαός προορισμένος να ηγείται”, ενώ όλοι οι λαοί είναι μόνο λίπασμα για την ανάπτυξη του γερμανισμού, οι αιμοσταγείς χιτλερικοί εξολοθρεύουν τον πολωνικό πολιτισμό, το πολωνικό βιβλίο, το πολωνικό σχολιό, όλα όσα θυμίζουν σε κάθε Πολωνό τις γεμάτες δόξα σελίδες της ιστορίας του λαού του.

Η πολωνική γλώσσα, η γλώσσα του Μιτσκιέβιτς, του Σλοβάτσκι, του Νόρβιντ, του Ζερόμσκι πρέπει να εξαλειφθεί, να γίνει νεκρή γλώσσα.

Θάνατος ή αγώνας ζωής και θανάτου, άλλη επιλογή δεν μας δίνει η Ιστορία!

Πολίτες, άντρες και γυναίκες!

Οι χιτλερικοί εγκληματίες έβαλαν φωτιά σε όλο τον κόσμο. Αλυσόδεσαν τους Πολωνούς, τους Τσέχους, τους Γάλλους, τους Βέλγους, τους Ολλανδούς, τους Νορβηγούς, τους Δανούς, τους Έλληνες, τους Σέρβους, τους Κροάτες, τους Βουλγάρους και τους Ρουμάνους. Σήμερα, ρίχτηκαν στο μοναδικό κράτος που ηγούνται εργάτες και αγρότες, στη μοναδική γωνιά όπου σε αδερφική ένωση ζουν δεκάδες λαοί, στην ισχυρή, 200 εκατομμυρίων Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών.

Υπερασπίζοντας τη Σοβιετική Ένωση, ο Εργατοαγροτικός Κόκκινος Στρατός ταυτόχρονα μάχεται για την απελευθέρωση των υποταγμένων στο Χίτλερ λαών.

Η Σοβιετική Ένωση διεξάγει πόλεμο ενάντια στους χιτλερικούς κατακτητές και άρπαγες τον πιο δίκαιο πόλεμο στην ιστορία του κόσμου. Όλοι όσοι εκτιμούν την ελευθερία, όλοι όσοι υπερασπίζονται τα μεγάλα επιτεύγματα της ανθρωπότητας, των πολιτισμό, την κουλτούρα, την επιστήμη – βρίσκονται στις μαχητικές τάξεις των αγωνιζόμενων ενάντια στη φασιστική βαρβαρότητα.

Σε αυτά τα χαρακώματα βρισκόμαστε σήμερα κι εμείς, οι Πολωνοί, γιοι και κόρες της πολωνικής γης!

Πολίτες, άντρες και γυναίκες!

Υπάρχει στον πολωνικό λαό ανεξάντλητη και αστείρευτη πηγή ζωντανών δυνάμεων, από όπου αναβλύζει ένα ισχυρό ρεύμα απεριόριστης αυταπάρνησης, ηρωισμού, το οποίο διασφαλίζει την απελευθέρωση των λαών.

Δεν θα βοηθήσουν τους σφαγείς οι αιματοχυσίες και οι μαζικές δολοφονίες αγωνιστών της ελευθερίας!

Ξεσηκώνεται για να αγωνιστεί η νεολαία, γεμάτη ενθουσιασμό, με αβυσσαλέο μίσος ενάντια στον άγριο κατακτητή.

Οι γυναίκες της Πολωνίας, όπως πάντα, βαδίζουν σε κοινή παράταξη με τους αδερφούς και τους γιους τους. Ετοιμάζονται για αγώνα οι εργάτες, ώστε η ισχυρή εργατική γροθιά να καταφέρει πλήγμα στον καταπιεστή του λαού, τον καταπιεστή όλων των εργαζομένων.

Υπόκωφο και συνεχώς αυξανόμενο μίσος τραβάει στον αγώνα τον καθημερινά ληστευόμενο και βασανιζόμενο από τον εισβολέα αγρότη!

Όλοι όσοι φλεγόμαστε από μια σκέψη, από μια ακλόνητη θέληση για αγώνα, ενωμένοι με τον ανίκητο Κόκκινο Στρατό, έναν στρατό με ανεξάντλητες ανθρώπινες εφεδρείες, εξοπλισμένο με την πλέον προηγμένη τεχνική, έναν στρατό τρεφόμενο από τον ενθουσιασμό 200 εκατομμυρίων αγωνιζόμενων για την πιο δίκαιη και ορθή υπόθεση, θα νικήσουμε, θα εξολοθρεύσουμε, θα τσακίσουμε τον κατακτητή, θα διαλύσουμε τα δεσμά της δουλείας της Πολωνίας.

Κάποτε, οι γερμανικές ορδές είχαν ηττηθεί στα πεδία του Γκρίνβαλντ, από τις ενωμένες δυνάμεις των Πολωνών, των Λιθουανών, των Λευκορώσων, των Ουκρανών και των Ρώσων, και ανακόπηκε τότε η αρπακτική εκστρατεία του Τευτονικού Τάγματος προς ανατολάς.

Στη διάρκεια 100 χρόνων σκλαβιάς σφυρηλατούταν η ενότητα των όπλων του πολωνικού και του ρωσικού λαού στον αγώνα ενάντια στον τσαρικό δεσποτισμό. Το 1905 και το 1917 στα οδοφράγματα του αγώνα εναντίον του τσαρισμού χύθηκε ένα ενιαίο ποτάμι αίματος Πολωνών και Ρώσων.

Η Σοβιετική Ένωση ήταν η πρώτη που το 1918 αναγνώρισε το δικαίωμα στην ανεξάρτητη κρατική υπόσταση της Πολωνίας.

Πολίτες, άντρες και γυναίκες!

Σήμερα εμείς, γιοι και κόρες της πολωνικής γης, θέλουμε, στην καθοριστική αυτή στιγμή για την ύπαρξη του λαού μας, να υψώσουμε ξανά την ένδοξη σημαία της αγωνιστικής ενότητας με τους λαούς της Σοβιετικής Ένωσης. Ιδρύουμε το πολωνικό εθελοντικό ένοπλο τμήμα στις τάξεις του απελευθερωτή Εργατοαγροτικού Κόκκινου Στρατού. Θα είναι οι μοναδικές πολωνικές ένοπλες μονάδες που στην πράξη υπηρετούν την υπόθεση της απελευθέρωσης του πολωνικού λαού.

Να δώσουμε το αίμα μας για την ελεύθερη Πολωνία, για την ανεξάρτητη Πολωνία, για την Πολωνία της εργασίας, στην οποία ο ίδιος ο λαός θα αποφασίζει την τύχη του.

Θέλουμε δυναμικά, με τη θυσία της ζωής μας να δείξουμε μπροστά σε όλο τον κόσμο, ότι ο πολωνικός λαός είναι έτοιμος στα πεδία της μάχης να παλέψει για την ελευθερία του!

Αδερφοί και αδερφές!

Αγωνιζόμενοι στο πλαίσιο του Κόκκινου Στρατού, αισθανόμαστε στενά συνδεδεμένοι με τον εξεγερσιακό αγώνα στα κατεχόμενα από τον Χίτλερ πολωνικά εδάφη, αποτελούμε μονάδα από τις μονάδες του μεγάλου πολωνικού εξεγερσιακού στρατού!

Ιδρύστε αντάρτικες μονάδες! Συντονιστείτε με τις μονάδες του Κόκκινου Στρατού! Να ξεσπάσει σαν μια κόκκινη φλόγα σε ολες τις γωνιές της Πολωνίας ο αντάρτικος αγώνας! Να είστε αδίστακτοι έναντι των χιτλερικών συμμοριτών! Καταστρέψτε γέφυρες, σιδηροδρομικές γραμμές, πυρπολήστε πολεμικές αποθήκες, εμποδίστε την προέλαση των χιτλερικών στρατευμάτων!

Πολωνοί!

Πολωνική νεολαία!

Σας καλούμε στις τάξεις μας. Καλούμε όλους όσους η καρδιά τους πάλλεται, γεμάτη μίσος για την υποδούλωση, φλεγόμενη με αγάπη για την ελευθερία, καλούμε όλους εκείνους τους ειλικρινείς πατριώτες, ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων, οι οποίοι είναι έτοιμοι να χύσουν για την Πολωνία το αίμα τους και να δώσουν τη ζωή τους. Προσχωρήστε στις μαχητικές τάξεις μας!

Πολωνοί στη Σοβιετική Ένωση!

Πολωνοί διάσπαρτοι σε όλο τον κόσμο!

Πολωνοί υπό τη χιτλερική κατοχή!

Ελάτε κάτω από τη σημαία μας! Στον αγώνα για την ελεύθερη, ανεξάρτητη Πολωνία!

Κάτω η χιτλερική επιδρομή!

Θάνατος στους χιτλερικούς κατακτητές και τους πράκτορές τους!

Ζήτω η ενωμένη με τον Κόκκινο Στρατό πολωνική ένοπλη δύναμη!

Ζήτω η μεγάλη Σοβιετική Ένωση!

Ζήτω η ελεύθερη και ανεξάρτητη Πολωνία!

Στον αγώνα! Στα όπλα!

Επιτελείο της 1ης Πολωνικής Μεραρχίας

Πηγή:АВП СССР.ф. 06, on. 3, п. 26, д. 245, лл. 9—14.

**

Με την εξαπόλυση της ναζιστικής επίθεσης στις 22 Ιούνη 1941 εναντίον της, η ΕΣΣΔ επιδίωξε τη συγκρότηση του πλατύτερου δυνατού μετώπου εναντίον του ναζισμού. Όσον αφορά, μάλιστα, την Πολωνία, σε κάθε περίπτωση, δεν την ενδιέφερε μόνο η συμμετοχή και των τριών πολωνικών παρατάξεων (Λονδίνο, κομμουνιστές, αιχμάλωτοι) στον αντιφασιστικό αγώνα, αλλά και η ενότητά τους. Έτσι, έβαζε σε δεύτερη μοίρα το ότι αυτό αναπόφευκτα έδινε την πρωτοκαθεδρία στους προβληματικούς του Λονδίνου, που μάλιστα είχαν μείνει πίσω, όσον αφορά το θέμα του πραγματικού στρατού της Πολωνίας και άρα και της πραγματικής εξουσίας. Ωστόσο, η σοβιετική κυβέρνηση, αρχικά, δεν αποθάρρυνε τις δύο παράλληλες κινήσεις, των πολωνών κομμουνιστών και των πολωνών αξιωματικών εντός της ΕΣΣΔ, καθώς τα μηνύματα από το Λονδίνο δεν ήταν ξεκάθαρα. O Σικόρσκι, στο διάγγελμά του την επομένη της εισβολής, του οποίου τη σφοδρότητα μετρίασε κατόπιν υποδείξεων των Τσόρτσιλ και Ήντεν (όπως ομολόγησε στο υπουργικό συμβούλιο της 25/06/1941) ήταν φειδωλός έναντι της ΕΣΣΔ, απαιτώντας, μάλιστα, χωρίς καν να πει τη λέξη “συνεργασία”: 1) την αποκήρυξη των γερμανοσοβιετικών συνθηκών του 1939 και την επιστροφή στη συνθήκη της Ρίγας (18/03/1921), δηλαδή την σοβιετική αποποίηση των εδαφών που το 1939 ανέκτησε (τμήμα των οποίων χάρισε στην αστική Λιθουανία) και 2) την απελευθέρωση των πολωνών αιχμαλώτων πολέμου. Βασιζόταν στην ενημέρωση που είχε από τον βρετανό πρέσβη στην ΕΣΣΔ Κριπς, ότι επίκειται η εισβολή, η οποία θα είναι αρκετά επιτυχής και “θα απλοποιήσει το ζήτημα” των ανατολικών συνόρων της Πολωνίας. Οι Βρετανοί σκόπιμα “έπαιζαν καθυστερήσεις” στο πολωνοσοβιετικό (ο Σικόρσκι συμφώνησε με τον Κριπς να τα ξαναπούν σε καμια βδομάδα για το πολωνοσοβιετικό, συμφωνώντας ότι απευθείας συνομιλίες θα διεξαχθούν “όταν έρθει ο καιρός”). Άλλωστε, με τις εξελίξεις στο μέτωπο να τρέχουν, καθώς σημειωνόταν γρήγορη κατάληψη από τους Ναζί εδαφών που η ΕΣΣΔ είχε ανακτήσει το 1939, οι παρατάξεις της εξόριστης στο Λονδίνο κυβέρνησης συνέκλιναν στο ότι δεν χρειάζεται να τεθεί ως προαπαιτούμενο η “επιστροφή” των εδαφών αυτών στην Πολωνία, αφού, όπως έλεγε και στο υπόμνημά του ο Ρατσίνσκι (01/07/1941), η απόφαση για τα ανατολικά σύνορα “δεν θα εξαρτηθεί από την ΕΣΣΔ, η οποία στο εγγύς μέλλον θα συντριβεί και θα διασπαστεί σε κάμποσες πολιτικές οντότητες”, αλλά “από τις νικήτριες χώρες” που πιο πιθανό θεωρούσε να είναι οι ΗΠΑ και η Βρετανία.

Με το πέρασμα, λοιπόν, των πρώτων και νικηφόρων για τους Ναζί ημερών, είχε βρεθεί κοινή βάση συζήτησης με το Λονδίνο, για την ΕΣΣΔ.

Τηλεγραφήματα σοβιετικού υπ.εξ και σοβιετικού πρέσβη στο Λονδίνο (03-11/07/1941)

Σε τηλεγράφημα του σοβιετικού υπουργείου εξωτερικών προς τον πρέσβη της ΕΣΣΔ στο Λονδίνο Ιβάν Μάισκι στις 3 Ιούλη 1941, αναφέρονταν τα ακόλουθα: “1.Από διάφορες πλευρές φτάνουν σε εμάς προτάσεις ώστε να επιτραπεί στους Πολωνούς, τους Τσέχους και τους Γιουγκοσλάβους να ιδρύσουν στην ΕΣΣΔ Εθνικές Επιτροπές και να συγκροτήσουν εθνικές ένοπλες μονάδες για ταυτόχρονο με την ΕΣΣΔ αγώνα εναντίον του γερμανικού φασισμού. Η σοβιετική κυβέρνηση επέτρεψε την ίδρυση εθνικών επιτροπών και εθνικών ενόπλων μονάδων και παρέχει στους Πολωνούς, τους Τσέχους και τους Γιουγκοσλάβους βοήθεια στον τομέα του εξοπλισμού και ένδυσης αυτών των εθνικών μονάδων.

2.Για το ζήτημα της ανασύστασης εθνικών κρατών της Πολωνίας, της Τσεχοσλοβακίας και της Γιουγκοσλαβίας, θα πρέπει να τηρείτε την ακόλουθη θέση: α) Είμαστε υπέρ της ίδρυσης ανεξάρτητου πολωνικού κράτους στα σύνορα της εθνικής (σ.parapoda: από εθνολογικής άποψης) Πολωνίας, συμπεριλαμβανομένων κάποιων πόλεων και περιφερειών, που πρόσφατα αποδόθηκαν στην ΕΣΣΔ, ενώ εξάλλου το ζήτημα για το χαρακτήρα του κρατικού καθεστώτος της Πολωνίας, η σοβιετική κυβέρνηση το θεωρεί εσωτερική υπόθεση των ίδιων των Πολωνών. β)(…) (σ.parapoda: αφορά τις άλλες δυο χώρες, με τους σοβιετικούς να έχουν την ίδια θέση).

3.Μπορείτε όλα αυτά να τα μεταφέρετε στον Ήντεν, καθώς και τον Σικόρσκι, τον Μπένες και τους Γιουγκοσλάβους, δηλώνοντας στον Σικόρσκι ότι, αν το επιθυμεί, τότε η σοβιετική κυβέρνηση δεν αντιτίθεται στη σύναψη μαζί του συμφωνίας για κοινό αγώνα ενάντια στη χιτλερική Γερμανία.”

Σύμφωνα με τηλεγράφημα του Μάισκι στις 5 Ιούλη 1941 προς το σοβιετικό υπουργείο εξωτερικών, ο βρετανός αναπληρωτής υπουργός εξωτερικών Κάντογκαν τηλεφώνησε εκείνη τη μέρα στον σοβιετικό πρέσβη, ώστε αυτός να συναντήσει τον πρωθυπουργό Σικόρσκι, μετά τη συμφωνία για αυτό που είχε με τον βρετανό υπ.εξ. Ήντεν. Στη συνάντηση, που έλαβε χώρα στο Φόρειν Όφις, κατά τον Μάισκι, “ο Κάντογκαν, αρχικά, πρότεινε να αποχωρήσει από την αίθουσα (…) όμως ο Σικόρσκι διαφώνησε με αυτό. Εγώ δεν είχα λόγο να αντιταχθώ στην παρουσία του Κάντογκαν, έτσι, ο τελευταίος παρέμεινε στην αίθουσα καθ’ όλη τη διάρκεια των συζητήσεών μου με τους Πολωνούς, όμως σχεδόν δεν μίλησε καθόλου.” (Στη συνάντηση της 11/07/1941, ο Ήντεν πήρε ενεργά μέρος στη συζήτηση). Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η αποκατάσταση των σοβιετοπολωνικών σχέσεων έγινε με την πατρωνία – το λιγότερο – των Βρετανών επί των Πολωνών, την οποία οι Σοβιετικοί αποδέχονταν για το καλό της έκβασης του πολέμου.

Μάλιστα, σύμφωνα με την ίδια αναφορά του Μάισκι, “Ο Σικόρσκι είναι έτοιμος να αφήσει στην άκρη το ζήτημα των συνόρων του μελλοντικού πολωνικού κράτους και θα ήθελε τουλάχιστον μια κοινή δήλωση με την πλευρά μας, ότι όλες οι συμφωνίες ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και τη Γερμανία, που έχουν να κάνουν με την Πολωνία, θεωρούνται από την πλευρά μας, εφεξής ως μη ισχύουσες”.

Το σοβιετικό Υπ.Εξ. στις 11/07/1941 έστειλε τηλεγράφημα στον Μάισκι, με το οποίο αποδεχόταν αυτό το αίτημα Σικόρσκι, όπως και την ίδρυση πολωνικού στρατού εντός της ΕΣΣΔ. Συγκεκριμένα, έγραφε στον Μάισκι: “Μεταφέρετε στον Σικόρσκι την ακόλουθη απάντηση: 1.Παραμένοντας στη θέση της για υποστήριξη της ανασύστασης μιας ανεξάρτητης Πολωνίας σε εθνικά σύνορα, η σοβιετική κυβέρνηση δεν αντιτίθεται στην πρόταση του Σικόρσκι ότι, για να αφήσουμε στην άκρη τώρα το ζήτημα της εγκαθίδρυσης κοινής σοβιετοπολωνικής γραμμής σχετικά με τα σύνορα του μελλοντικού πολωνικού κράτους, η σοβιετική κυβέρνηση πρέπει να κάνει μια αντίστοιχη δήλωση, ότι οι συμφωνίες ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και τη Γερμανία του 1939 θεωρούνται από πλευράς μας, ως εφεξής μη ισχύουσες”.

Σικόρσκι και Μάισκι υπογράφουν την πολωνοσοβιετική συμφωνία υπό το άγρυπνο βλέμμα των Ήντεν και Τσόρτσιλ

Για το καλό, επομένως, του συμμαχικού αγώνα, η ΕΣΣΔ δέχτηκε να ταπεινωθεί και να αναγραφεί επί της συμφωνίας της με τους Πολωνούς του Λονδίνου, ότι θεωρεί “τις συμφωνίες” με τη Γερμανία, εκείνες μάλιστα που “αφορούν εδαφικές μεταβολές στην Πολωνία”, δηλαδή και αυτή της 23ης Αυγούστου και αυτή της 28ης Σεπτέμβρη 1939, εφεξής μη ισχύουσες, παρότι φυσικά συνέχιζε να μην θεωρεί ότι βρισκόταν σε πόλεμο με την Πολωνία το 1939, καθώς τα εδάφη στα οποία εισήλθε στις 17 Σεπτέμβρη 1939 ήταν ακυβέρνητα (βλ.επίσης νότα Λαϊκού Επιτροπάτου Εξωτερικών Υποθέσεων στην πολωνική πρεσβεία στο Κουίμπισεφ αναφορικά με την πολωνική υπηκοότητα, 05/01/1942 σε Polish-Soviet Relations 1918-1943, σ.168).

**

Συμφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση της ΕΣΣΔ και της κυβέρνησης της Πολωνικής Δημοκρατίας για αποκατάσταση διπλωματικών σχέσεων και ίδρυση Πολωνικού Στρατού στην επικράτεια της ΕΣΣΔ

30 Ιούλη 1941

Λονδίνο

1.Η κυβέρνηση της ΕΣΣΔ αναγνωρίζει ότι οι σοβιετογερμανικές συμφωνίες του 1939 αναφορικά με εδαφικές μεταβολές στην Πολωνία έχουν χάσει την ισχύ τους. Η πολωνική κυβέρνηση δηλώνει ότι η Πολωνία δεν συνδέεται με καμία συμφωνία με καμία τρίτη πλευρά, που στρέφεται ενάντια στη Σοβιετική Ένωση.

2.Οι διπλωματικές σχέσεις θα αποκατασταθούν ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις με την υπογραφή της παρούσας συμφωνίας και θα πραγματοποιηθεί άμεσα ανταλλαγή πρέσβεων.

3.Οι δύο κυβερνήσεις αμοιβαία υποχρεώνονται να παρέχουν η μια στην άλλη οποιοδήποτε είδος βοήθειας και στήριξης στον τρέχοντα πόλεμο ενάντια στη χιτλερική Γερμανία.

4.Η κυβέρνηση της ΕΣΣΔ εκφράζει τη συμφωνία της για την ίδρυση στην επικράτεια της ΕΣΣΔ πολωνικού στρατού υπό διοίκηση που θα οριστεί από την πολωνική κυβέρνηση και με τη συμφωνία της σοβιετικής κυβέρνησης. Ο Πολωνικός Στρατός στο έδαφος της ΕΣΣΔ, σε επιχειρησιακό επίπεδο, θα δρα υπό την καθοδήγηση της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης της ΕΣΣΔ, εντός της οποίας θα υπάρχει εκπρόσωπος του πολωνικού στρατού. Όλες οι λεπτομέρειες σχετικά με την οργάνωση στρατιωτικής διοίκησης και θέσης της σε ισχύ θα επιλυθούν με επόμενη συμφωνία.

5.Η παρούσα συμφωνία τίθεται σε ισχύ άμεσα, από τη στιγμή της υπογραφής της και δεν επιδέχεται επικύρωσης. Η παρούσα συμφωνία συντάχθηκε σε 2 αντίτυπα, ένα στην πολωνική και ένα στη ρωσική γλώσσα, με τα δύο κείμενα να έχουν την ίδια ισχύ.

Στη συμφωνία προστέθηκε πρωτόκολλο με το ακόλουθο περιεχόμενο:

“Η Σοβιετική κυβέρνηση χορηγεί αμνηστία σε όλους τους πολωνούς πολίτες, που βρίσκονται σε κράτηση τώρα στη σοβιετική επικράτεια, είτε ως αιχμάλωτοι πολέμου, είτε σε άλλη βάση, από τη στιγμή της αποκατάστασης των διπλωματικών σχέσεων.

Εξ ονόματος της πολωνικής κυβέρνησης,

πρωθυπουργός Σικόρσκι

Εκ μέρους της κυβέρνησης της ΕΣΣΔ,

ο επιτετραμμένος και πληρεξούσιος πρέσβης Ι.Μάισκι

**

Πολωνο-Σοβιετική Στρατιωτική Συμφωνία (Μόσχα, 14 Αυγούστου 1941)

Στρατιωτική Συμφωνία ανάμεσα στην Πολωνική Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση και τη Σοβιετική Ανώτατη Σοβιετική Διοίκηση

1.Η στρατιωτική συμφωνία προκύπτει φυσιολογικά από την πολιτική συμφωνία της 30ής Ιούλη 1941.

2.Στο συντομότερο δυνατό χρονικό διάστημα, θα οργανωθεί πολωνικός στρατός στο έδαφος της ΕΣΣΔ, ο οποίος:

α)θα αποτελεί τμήμα των ένοπλων δυνάμεων της κυρίαρχης Πολωνικής Δημοκρατίας

β)οι στρατιώτες αυτού του στρατού θα δίνουν όρκο αφοσίωσης στην Πολωνική Δημοκρατία

γ)θα προορίζεται, μαζί με τις Ένοπλες Δυνάμεις της ΕΣΣΔ και των άλλων σύμμαχων κρατών, για τον κοινό αγώνα εναντίον της Γερμανίας

δ)μετά το τέλος του πολέμου, θα επιστρέψει στην Πολωνία

ε)καθ’ ολόκληρη την περίοδο των κοινών επιχειρήσεων, θα υπάγεται επιχειρησιακά στην Ανώτατη Διοίκηση της ΕΣΣΔ. Σε θέματα οργάνωσης και προσωπικού, θα παραμείνει υπό την ηγεσία του Α/ΓΕΕΘΑ των Πολωνικών Ενόπλων Δυνάμεων, που θα συντονίζει τις διαταγές και τους κανονισμούς οργάνωσης και προσωπικού με την Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση της ΕΣΣΔ μέσω του Διοικητή του Πολωνικού Στρατού στο έδαφος της ΕΣΣΔ.

3.Ο Διοικητής του Πολωνικού Στρατού στο έδαφος της ΕΣΣΔ θα οριστεί από τον Α/ΓΕΕΘΑ των Πολωνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Ο υποψήφιος προς ορισμό θα πρέπει να εγκριθεί πρώτα από την κυβέρνηση της ΕΣΣΔ.

4.Ο Πολωνικός Στρατός στο έδαφος της ΕΣΣΔ θα αποτελείται μόνο από μονάδες χερσαίων δυνάμεων. Η ισχύς και ο αριθμός τους θα εξαρτάται ανάλογα με το διαθέσιμο ανθρώπινο δυναμικό, εξοπλισμό και προμήθειες.

5.Στρατολογημένοι και εθελοντές, που προηγουμένως ανήκαν στην Πολωνική Πολεμική Αεροπορία και Ναυτικό, θα σταλούν στη Μεγάλη Βρετανία, για να συμπληρώσουν τις μονάδες των αντίστοιχων όπλων που ήδη υπάρχουν εκεί.

6.Ο σχηματισμός των πολωνικών στρατιωτικών μονάδων θα λαμβάνει χώρα σε τοποθεσίες που θα υποδειχτούν από την Ανώτατη Στρατιωτική Ηγεσία της ΕΣΣΔ. Οι ανώτατοι αξιωματικοί και άλλοι βαθμοφόροι θα κληθούν από τις τάξεις των πολωνών πολιτών που βρίσκονται στην ΕΣΣΔ με υποχρεωτική στρατολογία και εθελοντική κατάταξη. Προσωρινά επιτελεία θα δημιουργηθούν με τη συμμετοχή των κατά τόπους σοβιετικών αρχών σε μέρη που θα υποδειχτούν από αυτές.

7.Οι πολωνικές μονάδες θα μεταφέρονται στο μέτωπο μόνο αφότου είναι πλήρως έτοιμες για δράση (σ.parapoda: το ρωσικό κείμενο αναφέρει “με την επίτευξη της πλήρους μαχητικής ετοιμότητας”, ενώ το πολωνικό – τουλάχιστον, βάσει σύγχρονων πηγών – αναφέρει “dopiero po osiągnięciu pełnej gotowości bojowej”, δηλαδή, “μόνο με την επίτευξη πλήρους μαχητικής ετοιμότητας”). Κατά κανόνα, θα δρουν σε σχηματισμούς όχι μικρότερους των μεραρχιών και θα χρησιμοποιούνται ανάλογα με τα επιχειρησιακά σχέδια της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης της ΕΣΣΔ.

8.Όλοι οι στρατιώτες του Πολωνικού Στρατού στο έδαφος της ΕΣΣΔ θα υπόκεινται στους πολωνικούς στρατιωτικούς νόμους και διατάγματα.

Θα συγκροτηθούν πολωνικά στρατοδικεία στις μονάδες για στρατιωτικά αδικήματα και εγκλήματα κατά του θεσμού, της ασφάλειας, της καθημερινότητας ή της πειθαρχίας του Πολωνικού Στρατού.

Για εγκλήματα κατά του κράτους, οι στρατιώτες του Πολωνικού Στρατού στο έδαφος της ΕΣΣΔ θα λογοδοτούν στα στρατοδικεία της ΕΣΣΔ.

9.Η οργάνωση και ο πολεμικός εξοπλισμός των πολωνικών μονάδων θα αντιστοιχούν όσο το δυνατό περισσότερο στα πρότυπα που έχουν καθιερωθεί για τον Πολωνικό Στρατό στη Μεγάλη Βρετανία.

Τα χρώματα και τα εμβλήματα των διαφόρων υπηρεσιών και των στρατιωτικών βαθμών θα αντιστοιχούν ακριβώς σε εκείνα που έχουν καθιερωθεί για τον Πολωνικό Στρατό στη Μεγάλη Βρετανία.

10.Οι μισθοί, τα δελτία, η συντήρηση και άλλα υλικά προβλήματα θα αντιμετωπίζονται σύμφωνα με τους κανονισμούς της ΕΣΣΔ.

11.Οι ασθενείς και τραυματίες στρατιώτες του Πολωνικού Στρατού θα λαμβάνουν θεραπεία σε νοσοκομεία και σανατόρια σε ίση βάση με τους στρατιώτες της ΕΣΣΔ και θα χαίρουν συντάξεων και επιδομάτων.

12.Ο οπλισμός, o εξοπλισμός, οι στολές, τα μέσα μεταφοράς κλπ θα παραχωρηθούν το συντομότερο δυνατό από:

α)την κυβέρνηση της ΕΣΣΔ από δικούς της πόρους

β)την πολωνική κυβέρνηση από προμήθειες στη βάση του νόμου περί δανεισμού και ενοικίασης (σ.σ.νόμος για την προώθηση της άμυνας των ΗΠΑ της 11ης Μάρτη 1941). Σε αυτή την περίπτωση, η κυβέρνηση της ΕΣΣΔ θα παρέχει όλες τις δυνατές διευκολύνσεις μεταφοράς.

13.Δαπάνες που σχετίζονται με την οργάνωση, τον εξοπλισμό και τη συντήρηση του Πολωνικού Στρατού στο έδαφος της ΕΣΣΔ θα καλύπτονται από πιστώσεις που θα παρέχει η κυβέρνηση της ΕΣΣΔ, οι οποίες θα αποπληρωθούν από την πολωνική κυβέρνηση μετά το τέλος του πολέμου.

Το πρόβλημα θα διευθετηθεί με ξεχωριστή χρηματοδοτική συμφωνία.

14.Σύνδεσμος θα εγκαθιδρυθεί από:

α)μια Πολωνική Στρατιωτική Αποστολή που θα βρίσκεται στην Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση της ΕΣΣΔ,

β)μια Σοβιετική Στρατιωτική Αποστολή που θα βρίσκεται στην Πολωνική Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση στο Λονδίνο.

Οι εκατέρωθεν σύνδεσμοι αξιωματικοί θα οριστούν με αμοιβαία συμφωνία.

15.Όλα τα ζητήματα και λεπτομέρειες που δεν καλύπτονται από την παρούσα συμφωνία άμεσα θα διευθετούνται από την Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση του Πολωνικού Στρατού στο έδαφος της ΕΣΣΔ και τις αντίστοιχες αρχές της ΕΣΣΔ.

16.Αυτή η συμφωνία συντάσσεται σε δύο αντίγραφα, στην πολωνική και τη ρωσική γλώσσα, και είναι και τα δύο κείμενα εξίσου έγκυρα.

Πληρεξούσιος της Πολωνικής Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης

Σίσκο Μπόχους, Ταξίαρχος

Πληρεξούσιος της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης της ΕΣΣΔ

Α.Βασιλιέφσκι

Υποστράτηγος

Μόσχα, 14 Αυγούστου 1941

(Πηγή: Πολωνική Πρεσβεία στην Ουάσινγκτον, Πολωνο-Σοβιετικές Σχέσεις 1918-1943, σ.σ.126-128.)

***

Δήλωση Φιλίας & Αμοιβαίας Βοήθειας Σικόρσκι-Στάλιν (04/12/1941)

Η κυβέρνηση της Πολωνικής Δημοκρατίας και η κυβέρνηση της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, εμφορούμενες από το πνεύμα της φιλικής κατανόησης και της μαχητικής συνεργασίας, δηλώνουν:

1.Ο γερμανικός χιτλερικός ιμπεριαλισμός είναι ο χειρότερος εχθρός της ανθρωπότητας – κανένας συμβιβασμός δεν είναι εφικτός μαζί του.

Και τα δύο κράτη, μαζί με τη Μεγάλη Βρετανία και τους άλλους Συμμάχους, υποστηριζόμενα από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, θα διεξάγουν πόλεμο μέχρι την πλήρη νίκη και τελική καταστροφή των γερμανών εισβολέων.

Ο Στάλιν υπογράφει την κοινή δήλωση με τον Σικόρσκι (πίσω του). Πίσω δεξιά ο Άντερς και ο πολωνός υπουργός εσωτερικών Στάνισλαβ Κοτ, ο δεξιά ο Μαλένκοφ και αριστερά του ο Μολότοφ

2.Εφαρμόζοντας τη Συνθήκη που συνήφθη στις 30 Ιούλη 1941, και οι δύο κυβερνήσεις θα παρέχουν η μία στην άλλη κατά τη διάρκεια του πολέμου πλήρη στρατιωτική βοήθεια, και τα στρατεύματα της Πολωνικής Δημοκρατίας στο έδαφος της Σοβιετικής Ένωσης θα διεξάγουν στο πλευρό των σοβιετικών στρατευμάτων πόλεμο ενάντια στους γερμανούς άρπαγες.

Σε καιρό ειρήνης, οι αμοιβαίες σχέσεις τους θα βασίζονται στην συνεργασία καλής γειτονίας, τη φιλία και την αμοιβαία έντιμη εκπλήρωση των υποχρεώσεων που θα έχουν αναλάβει.

3.Μετά το νικηφόρο πόλεμο και την κατάλληλη τιμωρία των χιτλερικών εγκληματιών, στόχος των Σύμμαχων Κρατών θα είναι η διασφάλιση μιας διαρκούς και δίκαιης ειρήνης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω μιας νέας οργάνωσης των διεθνών σχέσεων, στη βάση της ένωσης των δημοκρατικών χωρών σε μια διαρκή συμμαχία. Ο σεβασμός του διεθνούς δικαίου που θα υποστηρίζεται από τη συλλογική ένοπλη δύναμη των Σύμμαχων Κρατών πρέπει να αποτελεί τον αποφασιστικό παράγοντα για τη δημιουργία μιας τέτοιας οργάνωσης. Μόνο υπό αυτή την προϋπόθεση μπορεί μια Ευρώπη κατεστραμμένη από τη γερμανική βαρβαρότητα να ανοικοδομηθεί και να δημιουργηθεί μια εγγύηση ότι η καταστροφή που προκλήθηκε από τους Χιτλερικούς δεν θα επαναληφθεί.

Για την κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Πολωνίας

Σικόρσκι

Κατ’εξουσιοδότηση της κυβέρνησης της Σοβιετικής Ένωσης

Στάλιν

Μόσχα, 4 Δεκέμβρη 1941

(Πηγή: Πολωνική Πρεσβεία στην Ουάσινγκτον, Πολωνο-Σοβιετικές Σχέσεις 1918-1943, σ.σ.126-128.)

**

Αυτές όμως οι συμφωνίες και οι δηλώσεις από πλευράς Πολωνών δεν σημαίνει ότι ολόκληρη η πολωνική ελίτ ήταν υπέρ της σύναψης συμφωνίας με την ΕΣΣΔ ή, έστω, με την τελική διατύπωση του κειμένου της συμφωνίας. Αυτό, το παραδέχτηκε και ο προσωρινός απεσταλμένος της λονδρέζικης κυβέρνησης της Πολωνίας, Ρέιτινγκερ, στη συζήτηση με τον αναπληρωτή λαϊκό επίτροπο εξωτερικών υποθέσεων Α.Ι.Βισίνσκι στις 14 Αυγούστου 1941. Μάλιστα, σε ένδειξη διαμαρτυρίας εναντίον της σύναψης συμφωνίας, παραιτήθηκαν ο στρατηγός Κ. Σοσνκόφσκι, ο υπουργός εξωτερικών Ζαλέσκι και ο υπουργός Δικαιοσύνης Μ. Σέιντα. Όλοι αυτοί οι δηλωμένοι αντισοβιετικοί θα αποτελέσουν μαζί με τους άλλους αντισοβιετικούς του Λονδίνου που έκαναν απλώς ελιγμό, τη βάση για την συνέχιση των αντισοβιετικών ενεργειών, για την υπονόμευση των πολωνοσοβιετικών σχέσεων και του αντισυμμαχικού αγώνα, οπως θα δούμε παρακάτω, από την παράθεση του ιστορικού του στρατού που δημιουργήθηκε, αλλά και του ρόλου των πολωνών διπλωματών που εξαπλώθηκαν σε εκατοντάδες σημεία της ΕΣΣΔ, κατόπιν φιλικής, αλλά μάλλον και αφελούς, σοβιετικής άδειας.

***

Δήλωση Α.Ι. Βισίνσκι, αναπληρωτή Λαϊκού Επιτρόπου Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΣΣΔ προς τους εκπροσώπους του βρετανικού και του αμερικανικού Τύπου στη Μόσχα (06/05/1943)

Σε σχέση με τα ερωτήματα που διατυπώθηκαν από μερικούς εκπροσώπους του βρετανικού και του αμερικανικού Τύπου αναφορικά με τις σοβιετοπολωνικές σχέσεις, θεωρώ απαραίτητο εκ μέρους του Λαϊκού Επιτροπάτου Εξωτερικών Υποθέσεων να σας γνωστοποιήσω κάποια γεγονότα και καταστάσεις σχετικά με αυτό το ζήτημα.

Αυτό καθίσταται ακόμα πιο απαραίτητο τώρα που η σημερινή πολωνική κυβέρνηση, υπό την επιρροή φιλοχιτλερικών στοιχείων στις τάξεις της ίδιας και του πολωνικού Τύπου, προκάλεσε τη γνωστή απόφαση της σοβιετικής κυβέρνησης να διακόψει τις σχέσεις με την πολωνική κυβέρνηση, ενώ πολωνοί αξιωματικοί, ο πολωνικός Τύπος και το ραδιόφωνο συνεχίζουν να διαδίδουν διάφορες αβάσιμες αναφορές σχετικά με τις σοβιετοπολωνικές σχέσεις. Το κάνουν αυτό, επωφελούμενοι της συγκυρίας ότι η κοινή γνώμη σε μεγάλο βαθμό δεν είναι ενημερωμένη για τα πραγματικά γεγονότα για τις σχέσεις αυτές.

1.Για τις Μονάδες του Πολωνικού Στρατού που συγκροτήθηκαν στην ΕΣΣΔ

Μετά τη σύναψη της πολωνοσοβιετικής συμφωνίας της 30ής Ιούλη 1941, άρχισε στο έδαφος της Σοβιετικής Ένωσης η συγκρότηση ενός Πολωνικού Στρατού, σε εκπλήρωση των όρων της στρατιωτικής συμφωνίας της 14ης Αυγούστου 1941 που συνήφθη ανάμεσα στη σοβιετική και την πολωνική στρατιωτική διοίκηση.

Την ίδια περίοδο, με συμφωνία ανάμεσα στις δύο στρατιωτικές διοικήσεις, το συνολικό μέγεθος του Πολωνικού Στρατού ορίστηκε στους 30.000 άντρες, ενώ, κατόπιν της πρότασης του Στρατηγού Άντερς, κρίθηκε κατάλληλο ότι, μόλις μία μεραρχία ετοιμαζόταν, θα αποστελλόταν άμεσα στο σοβιετογερμανικό μέτωπο.

Οι σοβιετικές στρατιωτικές αρχές, που καθ’ υπόδειξη της σοβιετικής κυβέρνησης βοήθησαν με κάθε τρόπο την πολωνική στρατιωτική διοίκηση για την ταχύτερη δυνατή διευθέτηση όλων των προβλημάτων που σχετίζονταν με την επιταχυμένη συγκρότηση πολωνικών μονάδων, καθιέρωσαν πλήρη ισότητα στις προμήθειες για τις μονάδες του υπό συγκρότηση Πολωνικού Στρατού και του Κόκκινου Στρατού.

Για τη χρηματοδότηση των μέτρων που σχετίζονταν με τη συγκρότηση και συντήρηση του Πολωνικού Στρατού, η σοβιετική κυβέρνηση χορήγησε άτοκο δάνειο 65 εκ. ρουβλίων που αργότερα, μετά την 1η Γενάρη 1942, αυξήθηκε στα 300 εκ. ρούβλια. Πέραν αυτών των χρημάτων που χορηγήθηκαν από τη σοβιετική κυβέρνηση, πάνω από 15 εκ. ρούβλια χορηγήθηκαν σε μη επιστρεπτέα επιδόματα στους αξιωματικούς των μονάδων του υπό συγκρότηση Πολωνικού Στρατού.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, παρότι το μέγεθος του Πολωνικού Στρατού είχε αρχικά οριστεί στους 30.000 άντρες, στις 25 Οκτώβρη 1941, ο Πολωνικός Στρατός ήδη αριθμούσε 41.561 άντρες, συμπεριλαμβανομένων 2.630 αξιωματικών. Η σοβιετική κυβέρνηση ευνοϊκά αντιμετώπισε την πρόταση της πολωνικής κυβέρνησης το Δεκέμβρη του 1941, που διατυπώθηκε από το στρατηγό Σικόρσκι, για την περαιτέρω αύξηση του αποσπάσματος του Πολωνικού Στρατού στους 96.000 άντρες. Συνεπεία αυτής της απόφασης, συγκροτήθηκε ένας Πολωνικός Στρατός 6 μεραρχιών και, επιπρόσθετα, αποφασίστηκε να αυξηθούν σε 40.000 οι εφεδρικές μονάδες των σχολών αξιωματικών και των μονάδων ενίσχυσης του στρατού, που αρχικά είχαν οριστεί στους 3.000 άντρες.

Σε αντιστοιχία με την επιθυμία της πολωνικής κυβέρνησης, ολόκληρος ο στρατός μεταφέρθηκε στις νότιες περιοχές της ΕΣΣΔ, μια απόφαση που υπαγορευόταν κυρίως λόγω κλιματικών συνθηκών, και εκεί, άρχισε η οικοδόμηση στρατώνων και εδρών των επιτελείων, στρατιωτικών σχολών, ιατρικών ιδρυμάτων κλπ.

Παρά τις δύσκολες πολεμικές συνθήκες, το Φλεβάρη του 1942, οι μεραρχίες που σχεδιάζονταν είχαν πια σχηματιστεί και αριθμούσαν 73.415 άντρες. Παρά τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις της πολωνικής στρατιωτικής διοίκησης, ωστόσο, αναφορικά με την αποφασιστικότητά της να θέσουν τις μονάδες της σε δράση το συντομότερο δυνατό, στην πραγματικότητα, η ημερομηνία αποστολής αυτών των μονάδων στο μέτωπο συνέχιζε να αναβάλλεται.

Όταν άρχισε ο σχηματισμός του Πολωνικού Στρατού, το χρονικό όριο για την θέση του σε ετοιμότητα είχε οριστεί για την 1η Οκτώβρη 1941. Επιπλέον, η πολωνική στρατιωτική διοίκηση δήλωσε ότι πίστευε πως ήταν κατάλληλο να σταλούν οι μεραρχίες στο μέτωπο ξεχωριστά, μόλις ολοκληρωνόταν ο σχηματισμός τους.

Παρότι η προετοιμασία κάποιων μονάδων καθυστερούσε, εντούτοις, υπήρχε μεγάλη δυνατότητα να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση, αν όχι για την 1η Οκτώβρη, έστω, λίγο αργότερα. Αυτό, ωστόσο, δεν έγινε και η πολωνική στρατιωτική διοίκηση ουδέποτε έθεσε το ζήτημα της αποστολής των πολωνικών μεραρχιών στο σοβιετογερμανικό μέτωπο.

Η σοβιετική κυβέρνηση δεν θεώρησε καν δυνατό να πιέσει την πολωνική στρατιωτική διοίκηση σχετικά με το ζήτημα. Όμως, 5 μήνες μετά την έναρξη του σχηματισμού των πολωνικών μονάδων, το Φλεβάρη του 1942, η σοβιετική κυβέρνηση θεώρησε ότι οι πολωνικές μονάδες θα μπορούσαν πια να αρχίσουν να πολεμούν τους χιτλερικούς και ανέφερε την 5η Μεραρχία ως μία μεραρχία που είχε ήδη ολοκληρώσει την εκπαίδευσή της. Όταν έθετε αυτό το ζήτημα, η σοβιετική κυβέρνηση εκκινούταν, πρώτα από όλα, από τις άμεσες και ξεκάθαρες πρόνοιες της σοβιετοπολωνικής στρατιωτικής συμφωνίας της 14ης Αυγούστου 1941, το άρθρο 7 της οποίας ανέφερε:

“Οι μονάδες του Πολωνικού Στρατού, με την επίτευξη της πλήρους μαχητικής τους ετοιμότητας, θα μεταφέρονται στο μέτωπο. Κατά κανόνα θα δρουν εκεί σε σχηματισμούς όχι μικρότερους αυτής της μεραρχίας και θα χρησιμοποιούνται σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης της ΕΣΣΔ”.

Παρά τις κατηγορηματικές πρόνοιες της σοβιετοπολωνικής στρατιωτικής συμφωνίας, ο στρατηγός Άντερς, εκ μέρους της πολωνικής κυβέρνησης, ακολούθως δήλωσε ότι δεν θεωρούσε επιθυμητό να σταλούν οι μεραρχίες σε δράση ξεχωριστά, παρότι σε άλλα μέτωπα οι Πολωνοί πολεμούσαν ακόμα και ως ταξιαρχίες. Ο στρατηγός Άντερς έδωσε υπόσχεση ότι όλος ο Πολωνικός Στρατός θα ήταν έτοιμος να πάρει μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις των Γερμανών ως την 1η Ιούνη 1942.

Όμως, ούτε την 1η Ιούνη, ούτε αρκετά αργότερα, επέδειξε η πολωνική στρατιωτική διοίκηση και η πολωνική κυβέρνηση ετοιμότητα να στείλει τον Πολωνικό Στρατό να πάρει μέρος στις επιχειρήσεις στο σοβιετογερμανικό μέτωπο. Επιπρόσθετα, η πολωνική κυβέρνηση έφτασε μάλιστα στο σημείο και τυπικά να αρνηθεί να αποστείλει τα στρατεύματά της στο σοβιετογερμανικό μέτωπο, δηλώνοντας ως λόγο ότι “Η χρήση ξεχωριστών μεραρχιών δεν θα αποφέρει κανένα αποτέλεσμα,” και ότι “η στρατιωτική εκπαίδευση μίας μεραρχίας δεν θα δικαιολογήσει τις προσδοκίες μας” (Τηλεγράφημα στρατηγού Σικόρσκι 7 Φλεβάρη 1942).

Ο Σικόρσκι υπογράφει την κοινή δήλωση με τον Στάλιν

Στο μεταξύ, οι αποστολές προμηθειών στην ΕΣΣΔ μειώθηκαν σε σχέση με το σχεδιασμό, λόγω του ξεσπάσματος του πολέμου στον Ειρηνικό, και αυτό επέβαλε την ανάγκη περικοπών του αριθμού των δελτίων για στρατιωτικές μονάδες που δεν εμπλέκονταν άμεσα σε μάχες, υπέρ της διασφάλισης προμηθειών για τα στρατεύματα που βρίσκονταν στα πεδία των μαχών.

Καθόσον η πολωνική στρατιωτική διοίκηση επέδειξε απροθυμία να αποστείλει οποιαδήποτε μονάδα του Πολωνικού Στρατού στο σοβιετογερμανικό μέτωπο και συνέχιζε να τις διατηρεί βαθιά μέσα στα μετόπισθεν, η σοβιετική κυβέρνηση ήταν φυσιολογικά υποχρεωμένη να θεωρήσει αυτές τις μονάδες ως στρατεύματα που δεν εμπλέκονται άμεσα σε μάχες. Κατ’ αυτό τον τρόπο, επεκτάθηκε και σε αυτές η απόφαση για μείωση των προμηθειών σε τρόφιμα για τις μονάδες που δεν εμπλέκονται σε μάχες.

Με δεδομένο αυτό, η σοβιετική κυβέρνηση έλαβε την απόφαση, αρχής γενομένης από την 1η Απρίλη 1942, να μειώσει τον αριθμό των δελτίων στα 44.000 και να επιτρέψει, σύμφωνα με τη ρητή επιθυμία της πολωνικής κυβέρνησης, την αποχώρηση στο Ιράν εκείνων των πολωνικών στρατευμάτων που υπερέβαιναν τους 44.000 άντρες, οι οποίοι και θα παρέμεναν στη Σοβιετική Ένωση.

Αυτή η αποχώρηση έλαβε χώρα το Μάρτη του 1942, όταν 31.488 υπηρετούντες άντρες έφυγαν από τη Σοβιετική Ένωση. 12.455 μέλη των οικογενειών αυτών των πολωνών στρατιωτών επιτράπηκε να φύγουν μαζί τους.

Ενώ αρνιόταν να αποστείλει το στρατό της στο σοβιετογερμανικό μέτωπο, η πολωνική κυβέρνηση, ταυτόχρονα, πίεζε τη σοβιετική κυβέρνηση να της επιτρέψει επιπρόσθετη στρατολόγηση στον Πολωνικό Στρατό στο έδαφος της ΕΣΣΔ. Ταυτόχρονα με την πρότασή της για επιπρόσθετη στρατολόγηση, η πολωνική κυβέρνηση απευθύνθηκε στη σοβιετική κυβέρνηση με μια νότα, προτείνοντας την απασχόληση των μονάδων του Πολωνικού Στρατού με τρόπο που δεν σήμαινε παρά άρνηση να τις αποστείλει στο σοβιετογερμανικό μέτωπο.

Σε απάντηση σε αυτή τη νότα (10 Ιούνη 1942), η σοβιετική κυβέρνηση ενημέρωσε την πολωνική κυβέρνηση ότι, καθώς η πολωνική κυβέρνηση, αντίθετα προς τη συμφωνία ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και την Πολωνία, δεν θεωρούσε εφικτό να χρησιμοποιηθούν οι πολωνικές μονάδες που συγκροτήθηκαν στην ΕΣΣΔ στο σοβιετογερμανικό μέτωπο, η σοβιετική κυβέρνηση δεν μπορούσε να επιτρέψει τον περαιτέρω σχηματισμό πολωνικών μονάδων στην ΕΣΣΔ.

Έπειτα, τέθηκε το θέμα της αποχώρησης ολόκληρου του Πολωνικού Στρατού από την ΕΣΣΔ στην Μέση Ανατολή, και 44.000 επιπλέον πολωνοί στρατιωτικοί αποχώρησαν τον Αύγουστο του 1942. Έτσι, το ζήτημα της συμμετοχής των πολωνικών στρατευμάτων, από κοινού με τα σοβιετικά στρατεύματα, στον αγώνα ενάντια στη χιτλερική Γερμανία απομακρύνθηκε από την ημερήσια διάταξη από την πολωνική κυβέρνηση. Η πολωνική κυβέρνηση αποφάνθηκε αρνητικά σε αυτό το ζήτημα, αντίθετα με τις αρχικές της διαβεβαιώσεις, αντίθετα με τις πομπώδεις δηλώσεις της που έκανε στη διακήρυξη της 4ης του Δεκέμβρη 1941, όπου λεγόταν ότι “τα στρατεύματα της Πολωνικής Δημοκρατίας στο έδαφος της Σοβιετικής Ένωσης θα διεξάγουν στο πλευρό των σοβιετικών στρατευμάτων πόλεμο ενάντια στους γερμανούς άρπαγες”.

Πριν την δεύτερη αποχώρηση, η πολωνική στρατιωτική διοίκηση ζήτησε άδεια ώστε 20 με 25.000 μέλη των οικογενειών των πολωνών στρατιωτών να φύγουν μαζί με τις πολωνικές στρατιωτικές μονάδες. Η σοβιετική κυβέρνηση ικανοποίησε αυτό το αίτημα. Πράγματι, μέχρι την 1η Σεπτέμβρη 1942, 25.301 μέλη οικογενειών των πολωνών στρατιωτικών είχαν ήδη αποχωρήσει. Έτσι, συνολικά το 1942 έφυγαν από την ΕΣΣΔ, πέραν των 75.491 μελών του πολωνικού στρατού, 37.756 μέλη των οικογενειών τους.

Πρόσφατα, ο κ. Ρόμερ, ο πολωνός πρέσβης, έθεσε το ζήτημα μιας ακόμα αποχώρησης από την ΕΣΣΔ, συγκεκριμένα, 110 μελών οικογενειών πολωνών στρατιωτικών που δεν είχαν φτάσει έγκαιρα στα κέντρα αποχώρησης τη στιγμή της αποχώρησης. Η σοβιετική κυβέρνηση συμφώνησε. Καμία άλλη πρόταση για αποχώρηση οικογενειών πολωνών στρατιωτικών δεν έγινε προς τη σοβιετική κυβέρνηση από την πολωνική στρατιωτική διοίκηση ή την πολωνική πρεσβεία. Οι ισχυρισμοί ότι οι σοβιετικές αρχές εμπόδισαν ή εμποδίζουν την αποχώρηση από την ΕΣΣΔ πολωνικών υποκειμένων (σ.parapoda: αποεδαφικοποιημένος όρος που υπερβαίνει αυτόν του υπηκόου, καθώς δεν αντιστοιχει σε κράτος, για την ύπαρξη του οποίου οι τρεις προϋποθέσεις, που είναι το έδαφος, ο εξουσιαζόμενος λαός και η αυθυπόστατη πολιτική εξουσία, εν προκειμένω, όσον αφορά την πολωνική κυβέρνηση, δεν υφίσταντο. Συχνά χρησιμοποιούταν για τους κατοίκους χωρών της βρετανικής κοινοπολιτείας), των οποίων ο αριθμός στην πραγματικότητα δεν είναι μεγάλος, καθώς και των οικογενειών πολωνών στρατιωτικών που αποχώρησαν από τη Σοβιετική Ένωση, είναι ψευδείς.

Όλα τα παραπάνω αποδεικνύουν ότι η σοβιετική κυβέρνηση έλαβε κάθε μέτρο για να διασφαλίσει τον επιτυχή σχηματισμό και επέκταση του Πολωνικού Στρατού στο έδαφος της Σοβιετικής Ένωσης.

Οι πρόνοιες της συμφωνίας της 30ής Ιούλη 1941 και της διακήρυξης της 4ης Δεκέμβρη 1941, έθεταν στη σοβιετική και την πολωνική κυβέρνηση ένα αρκετά συγκεκριμένο και ξεκάθαρο καθήκον: να ενώσουν τις δυνάμεις των σοβιετικών λαών και του πολωνικού λαού στον κοινό αγώνα ενάντια στους χιτλερικούς αλήτες και κατακτητές, για να δημιουργήσουν έναν Πολωνικό Στρατό εμπνεόμενο από αυτή τη μεγάλη ιδέα, και να τον καταστήσουν ικανό να πολεμήσει για την ανεξαρτησία της πατρίδας του στο πλευρό του Κόκκινου Στρατού.

Σοβιετικοί και Πολωνοί (ο Άντερς καθισμένος κοιτά αριστερά) σε εκπαίδευση των πολωνών στρατιωτών το χειμώνα του 1941

Η σοβιετική κυβέρνηση έκανε όλα όσα ήταν απαραίτητα για την επίτευξη αυτού του καθήκοντος. Η πολωνική κυβέρνηση ακολούθησε έναν διαφορετικό δρόμο. Δεν απέστειλε τις μεραρχίες της στο σοβιετογερμανικό μέτωπο. Αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει τα πολωνικά στρατεύματα ενάντια στους Γερμανούς σε αυτό το μέτωπο στο πλευρό των σοβιετικών στρατευμάτων και έτσι απέφυγε την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που είχε αναλάβει.

Σε σχέση με το ζήτημα του σχηματισμού του Πολωνικού Στρατού στο έδαφος της Σοβιετικής Ένωσης, είναι απαραίτητο να αναφέρουμε τα ακόλουθα: μετά την ένωση, κατόπιν της έκφρασης της θέλησης του ουκρανικού και του λευκορωσικού λαού, των δυτικών περιφερειών της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας με την Ουκρανική ΣΣΔ και την Λευκορωσική ΣΣΔ στις 19 Νοέμβρη 1939, εκδόθηκε διάταγμα από το Ανώτατο Σοβιέτ, σύμφωνα με το οποίο, σε αντιστοιχία με την γενική πανενωσιακή νομοθεσία περί υπηκοότητας, οι κάτοικοι αυτών των περιφερειών αποκτούσαν τη σοβιετική υπηκοότητα.

Όπως έχω ήδη επισημάνει, μετά την αποκατάσταση των σχέσεων ανάμεσα στη σοβιετική κυβέρνηση και την πολωνική κυβέρνηση και τη σύναψη της σοβιετοπολωνικής στρατιωτικής συμφωνίας στις 14 Αυγούστου 1941, η σοβιετική κυβέρνηση έλαβε πλήθος μέτρων για να διασφαλίσει τη δημιουργία Πολωνικού Στρατού στο έδαφος της ΕΣΣΔ. Προκειμένου να διευκολύνει το σχηματισμό αυτού του στρατού και να εξασφαλίσει στελέχη για αυτόν, η σοβιετική κυβέρνηση εξέφρασε την ετοιμότητά της, κατ’ εξαίρεση του διατάγματος της 29ης Νοέμβρη 1939, να θεωρήσει τα πρόσωπα πολωνικής εθνικότητας που υπήρχαν ανάμεσα στους κατοίκους της δυτικής Ουκρανίας και της δυτικής Λευκορωσίας ως πολωνικά υποκείμενα. Παρ’ όλη, όμως, αυτή την εκδήλωση καλής θέλησης και ελαστικότητας εκ μέρους της σοβιετικής κυβέρνησης, η πολωνική κυβέρνηση υιοθέτησε μια αρνητική στάση έναντι αυτής της κίνησης της σοβιετικής κυβέρνησης και δεν ήταν ικανοποιημένη με αυτή, καθοδηγούμενη από τις παράνομες διεκδικήσεις της των εδαφών της δυτικής Ουκρανίας και της δυτικής Λευκορωσίας.

Στο μεταξύ, όπως έχω ήδη αναφέρει, η πολωνική κυβέρνηση απέσυρε τις στρατιωτικές μονάδες της από την ΕΣΣΔ ήδη από τον Αύγουστο του 1942, και έτσι, η αναγκαιότητα για περαιτέρω σχηματισμό μονάδων του Πολωνικού Στρατού σε σοβιετικό έδαφος εξέλιπε. Δεδομένων των προαναφερθεισών περιστάσεων, εξέλειπε πλέον και η ανάγκη για εξαίρεση των προσώπων πολωνικής εθνικότητας στην οποία η σοβιετική κυβέρνηση είχε προβεί το Δεκέμβρη του 1941.

Επομένως, στις 16 Γενάρη 1943, η σοβιετική κυβέρνηση ενημέρωσε την πολωνική κυβέρνηση ότι η προηγούμενη δήλωσή της να επιτρέπει την εξαίρεση από το διάταγμα της 29ης Νοέμβρη 1939 των προαναφερθέντων προσώπων πολωνικής εθνικότητας θα πρέπει να θεωρείται εφεξής ότι δεν ισχύει, και ότι η πιθανότητα εξαίρεσής τους από τις πρόνοιες των σοβιετικών νόμων περί υπηκοότητας δεν υπάρχει πια.

Αυτά είναι τα γεγονότα που φωτίζουν τις περιστάσεις στις οποίες συγκροτήθηκαν οι μονάδες του Πολωνικού Στρατού στο έδαφος της ΕΣΣΔ και στις οποίες αποχώρησαν αυτές οι μονάδες από τη Σοβιετική Ένωση.

2.Για τα μέτρα ανακούφισης για τις πολωνικές οικογένειες που αποχώρησαν από περιφέρειες που κατέλαβαν οι γερμανοί εισβολείς

Από την πρώτη στιγμή της αποκατάστασης των σοβιετοπολωνικών σχέσεων το καλοκαίρι του 1941, η σοβιετική κυβέρνηση οικειοθελώς ανταποκρίθηκε στις επιθυμίες της πολωνικής κυβέρνησης αναφορικά με την οργάνωση της παροχής μέτρων ανακούφισης στους πολωνούς πολίτες στο έδαφος της ΕΣΣΔ. Σε σχέση με αυτό, η σοβιετική κυβέρνηση επέτρεψε το άνοιγμα αντιπροσωπειών της πολωνικής πρεσβείας σε πολλές πόλεις της Σοβιετικής Ένωσης. Τέτοιες αντιπροσωπείες άνοιξαν σε 20 σημεία στη Σοβιετική Ένωση.

Οι τοπικοί αντιπρόσωποι της πρεσβείας ήταν επιφορτισμένοι με την παροχή υλικής βοήθειας στους πολωνούς πολίτες. Αυτή η βοήθεια παρασχέθηκε, πρώτα, από το δάνειο ύψους 100 εκ. ρουβλίων, που χορηγήθηκε από τη σοβιετική κυβέρνηση προς τούτο το σκοπό, πέραν του δανείου των 300 εκ. ρουβλίων για το οποίο ήδη έχω αναφερθεί. Αυτή η βοήθεια παρασχέθηκε σε αντστάθμισμα των κονδυλίων της πολωνικής πρεσβείας και δωρεών που τέθηκαν στη διάθεση της πρεσβείας από το εξωτερικό.

Η σοβιετική κυβέρνηση θεώρησε εφικτό, ταυτόχρονα με την οργάνωση των ειδικών αντιπροσωπειών της πρεσβείας σε 20 σημεία στη Σοβιετική Ένωση, να επιτρέψει επίσης τον ορισμό από την πρεσβεία των λεγόμενων εντεταλμένων της. Μέχρι την 1η Γενάρη 1943, το Λαϊκό Επιτροπάτο Εξωτερικών Υποθέσεων είχε επιτρέψει τον ορισμό 421 εντεταλμένων της πολωνικής πρεσβείας, στους οποίους οι τοπικές αρχές παρείχαν κάθε βοήθεια στο έργο τους.

Έτσι, η πολωνική πρεσβεία ήταν σε θέση να οργανώσει ένα ευρύ δίκτυο εντεταλμένων της σε ολόκληρη την επικράτεια της Σοβιετικής Ένωσης, μέσω των οποίων θα μπορούσε να παρέχει τακτική βοήθεια προς τους πολωνούς πολίτες που την χρειάζονταν και να ασκήσει την επιρροή της στο πνεύμα της σοβιετοπολωνικής συνεργασίας, αξιοποιώντας προς τούτο μέσα όπως την εφημερίδα “Πόλσκα”, που εκδιδόταν από την πολωνική πρεσβεία με τη βοήθεια του Λαϊκού Επιτροπάτου Εξωτερικών Υποθέσεων. Στους εκπροσώπους της Πρεσβείας, καθώς και τους εντεταλμένους, οι σοβιετικές αρχές παρείχαν κάθε δυνατότητα για την πιο επιτυχή επίλυση των καθηκόντων με τα οποία ήταν αντιμέτωποι.

Για τον ίδιο σκοπό βοήθειας προς τους πολωνούς πολίτες, η σοβιετική κυβέρνηση υιοθέτησε επίσης έναν αριθμό μεγάλης κλίμακας χρηματικών και οικονομικών μέτρων για την αύξηση της υλικής βοήθειας προς τους πολωνούς πολίτες που την χρειάζονταν. Η σοβιετική κυβέρνηση διέθεσε προμήθειες για πολωνικά φιλανθρωπικά ιδρύματα και παρείχε μειωμένα μεταφορικά κόστη για φορτία που προορίζονταν για πολωνούς πολίτες.

Με την ολόπλευρη βοήθεια των σοβιετικών αρχών, η πρεσβεία οργάνωσε 589 φιλανθρωπικές εγκαταστάσεις (εστιατόρια, παιδικούς σταθμούς, νηπιαγωγεία, οίκους αναπήρων κλπ). Κατ’ αυτό τον τρόπο, η σοβιετική κυβέρνηση πήρε όλα τα μέτρα για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του πολωνικού πληθυσμού για για την ευρεία και αποδοτική ανάπτυξη των δραστηριοτήτων των πολωνικών θεσμών που είχαν ως καθήκον την παροχή υλικής βοήθειας στον πολωνικό πληθυσμό. Τα τοπικά σοβιετικά όργανα – εκτελεστικές επιτροπές των Σοβιέτ – στα οποία ανατιθόταν η κύρια ευθύνη για την εγκατάσταση των πολωνών πολιτών, την παροχή σε αυτούς τροφίμων, στέγης, καυσίμων, ιατρικής βοήθειας, εύρεσης εργασίας κλπ, έκαναν αντίστοιχα ό,τι ήταν εφικτό για να διευκολύνουν την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων των τοπικών πολωνικών αντιπροσωπειών και έδωσαν σε αυτές μεγάλη βοήθεια. Αυτό συναντούσε κάποιες λίγες δυσκολίες, δεδομένων των εξαιρετικά δύσκολων συνθηκών που υπάρχουν σε καιρό πολέμου.

Στους πολωνούς εκπροσώπους, κατ’ αυτό τον τρόπο, είχαν δοθεί ευρείες δυνατότητες για αποδοτικό έργο στην παροχή υλικής βοήθειας σε πολωνούς πολίτες που είχαν ανάγκη. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, αποκαλύφθηκε ότι οι πολωνοί εκπρόσωποι κατά τόπους, και πλήθος εντεταλμένων τους, αντί να ασκούν έντιμα τα καθήκοντά τους σε συνεργασία με τις τοπικές σοβιετικές αρχές, επέλεξαν το δρόμο των εχθρικών προς την ΕΣΣΔ κατασκοπευτικών δραστηριοτήτων.

Ο Στάλιν και ο Μολότοφ με τον Σικόρσκι και τον Άντερς μετά την υπογραφή της κοινής δήλωσης Σικόρσκι-Στάλιν

Τα πρόσωπα που βρέθηκαν ένοχα για αυτά τα αδικήματα παραπέμφθηκαν σε δίκη, όπου τεκμηριώθηκε ότι τοπικοί εκπρόσωποι της πρεσβείας είχαν διεξάγει κατασκοπία υπό την κάλυψη δήθεν “φιλανθρωπικών” δραστηριοτήτων, πλατιά χρησιμοποιώντας πολωνούς πολίτες που είχαν ανάγκη υλική βοήθεια, και ότι ο κύριος οργανωτής αυτών των εχθρικών προς τη Σοβιετική Ένωση εγκληματικών δραστηριοτήτων εκ μέρους κάποιων πολωνών πολιτών ήταν κάποια μέλη της διπλωματικής αποστολής της πρεσβείας που ενθάρρυναν, οργάνωναν και καθοδηγούσαν αυτές τις εγκληματικές δραστηριότητες.

Ο στρατηγός Βολικόφσκι, ο πρώην επικεφαλής της πολωνικής στρατιωτικής αποστολής, που έπαιξε έναν από τους σημαντικότερους ρόλους στην προώθηση και την πραγματοποίηση κατασκοπίας στην ΕΣΣΔ, οι πρώτοι γραμματείς της πρεσβείας, Αρλέτ και Ζαλένσκι (ο τελευταίος ήταν επίσης εκπρόσωπος της πρεσβείας στο Βλαδιβοστόκ), οι δεύτεροι γραμματείς Γκρούγιαρ (εκπρόσωπος στην περιφέρεια Αρχάνγκελσκ) και Γκλογκόφσκι, οι επιτετραμμένοι της πρεσβείας Ρόλια Γιανίτσκι Σλοβικόφσκι, Πλόσκι, Λίτζκεντορφ, Κοσιαλκόφσκι, Χάιτεμαν κ.ά., η πλειοψηφία των οποίων ταυτόχρονα δρούσαν ως εκπρόσωποι της πρεσβείας σε διάφορες περιφέρειες και περιοχές, αποκαλύφθηκαν και απελάθηκαν από την ΕΣΣΔ.

Πέραν των ανωτέρω προσώπων, άλλοι εκπρόσωποι της πρεσβείας και μέλη του επιτελείου των αντιπροσωπειών συμμετείχαν σε εγκληματικές δραστηριότητες εναντίον της ΕΣΣΔ και καταδικάστηκαν βάσει του ποινικού κώδικα. Κάποια απελάθηκαν από τη Σοβιετική Ένωση, ενώ άλλα οδηγήθηκαν σε δίκη και καταδικάστηκαν σε διάφορες ποινές στέρησης της ελευθερίας. Θα πρέπει να ειπωθεί ότι η συντριπτική πλειοψηφία των εντεταλμένων και των μελών του προσωπικού της πολωνικής πρεσβείας που διώχτηκαν βάσει του ποινικού κώδικα, πέραν των κατασκοπευτικών δραστηριοτήτων, επιδίδονταν σε συστηματική διάδοση κάθε είδους συκοφαντικών φημών και μυθευμάτων εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, με σκοπό να δυσφημίσουν τη σοβιετική τάξη και να προκαλέσουν δυσαρέσκεια και εχθρότητα των πολωνών πολιτών ενάντια στους σοβιετικούς λαούς. Πολυάριθμα περιστατικά εκθειασμού των χιτλερικών, κακοήθων παρεκτροπών εναντίον του Κόκκινου Στρατού, καθώς και η διάδοση ντεφαιτιστικών προβοκατόρικων φημών, αποδείχτηκαν ότι είχαν λάβει χώρα από αυτούς τους πολωνούς εκπροσώπους. Στο δικαστήριο, η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των ατόμων, καθώς και άλλα που κλήθηκαν να δώσουν λόγο για τις ποινικές τους ευθύνες, ομολόγησαν την ενοχή τους για εγκληματικές δραστηριότητες και έδωσαν λεπτομερή αναφορά, φωτίζοντας την ουσία και τις μεθόδους αυτών των δραστηριοτήτων.

Είναι επίσης απαραίτητο να αναφέρουμε τις “οδηγίες σχετικά με την αλληλογραφία των επικεφαλής” που εξέδωσε η πρεσβεία, που περιείχαν πρακτικές οδηγίες στους επικεφαλής των αντιπροσωπειών για την άσκηση των παράνομων δραστηριοτήτων τους, για τη χρήση κρυπτογραφικού κώδικα και συμφωνημένων κρυπτογραφικών λέξεων, συνθηματικών κλπ.

Πόσο διακριτικοί κάποιοι εκπρόσωποι της πρεσβείας ήταν στα μέσα και τις μεθόδους των εγκληματικών τους δραστηριοτήτων μπορεί να φανεί από το ακόλουθο ντοκουμέντο που είναι επίσημη επιστολή υπογεγραμμένη από τον επιτετραμμένο της πρεσβείας, Πόβεζ, με ημερομηνία 19 Φλεβάρη 1942, που απευθυνόταν προς των αντιπρόσωπο Μπένοεκ στην Άλμα Άτα. Στην επιστολή γραφόταν: “Πέραν των προηγούμενων συζητήσεών μας, επιτρέψτε μου να σας ενημερώσω για την απόφαση της πρεσβείας της Πολωνικής Δημοκρατίας αναφορικά με την αντιπροσωπεία σας: 1) Σας ανατίθεται να προβείτε με τον πιο προσεκτικό και μυστικό τρόπο στην αγορά τιμαλφών (…)”.

Στις 31 Μάη 1942, το Λαϊκό Επιτροπάτο Εξωτερικών Υποθέσεων προειδοποίησε την πολωνική πρεσβεία αναφορικά με περιστατικά εχθρικών προς την ΕΣΣΔ κατασκοπευτικών δραστηριοτήτων εκ μέρους κάποιων εκπροσώπων της πρεσβείας. Παρά την προειδοποίηση, οι εχθρικές προς την ΕΣΣΔ κατασκοπευτικές και άλλες δραστηριότητες από μέλη της πολωνικής πρεσβείας δεν διακόπηκαν.

Έπειτα, στις 20 Ιούλη 1942, το Λαϊκό Επιτροπάτο Εξωτερικών Υποθέσεων ενημέρωσε την πρεσβεία ότι οι πολωνικές αντιπροσωπείες θα έπαυαν τη λειτουργία τους, καθώς δεν δικαιολογούσαν την ύπαρξή τους.

Αυτά είναι τα γεγονότα σχετικά με το ζήτημα της παροχής βοήθειας σε πολωνικές οικογένειες που αποχώρησαν από περιοχές που καταλήφθηκαν από τους γερμανούς εισβολείς, που αναδεικνύουν τις εχθρικές προς την Σοβιετική Ένωση δραστηριότητες κάποιων πολωνών εκπροσώπων στην ΕΣΣΔ.

Τα προαναφερθέντα γεγονότα αποτελούν απάντηση στις πρόσφατες ψευδείς και εχθρικές προς τη Σοβιετική Ένωση αναφορές από τους πολωνούς εκπροσώπους και τον πολωνικό επίσημο Τύπο. Η ψευδής φύση και η αντισοβιετική εχθρότητα τέτοιων δηλώσεων δεν μπορούν να αποτελέσουν εμπόδιο στις πραγματικά φιλικές και στενές σοβιετοπολωνικές σχέσεις, για τις οποίες οι λαοί της Σοβιετικής Ένωσης και της Πολωνίας ενδιαφέρονται, ιδίως μπροστά στον κοινό εχθρό – τη χιτλερική Γερμανία.

***

Αυτό ήταν το ιστορικό – μέχρι το Στάλινγκραντ – των σχέσεων της ΕΣΣΔ με την αντισοβιετική και, αναμφίβολα, αχάριστη εξόριστη πολωνική κυβέρνηση, στην οποία οι Σοβιετικοί είχαν συγκροτήσει, παρ’ όλα αυτά, στρατό και πληθυσμό υπό τον έλεγχό της.

Η καμπή, ωστόσο, που σημειώθηκε με τη νίκη του Στάλινγκραντ οδηγεί την εξόριστη στο Λονδίνο πολωνική κυβέρνηση, καθ’ υπόδειξη των ιμπεριαλιστών χορηγών της, και για τους λόγους που ήδη αναφέρθηκαν, σε αντισοβιετισμό ναζιστικού πια επιπέδου και επιχειρηματολογίας.

Η υιοθέτηση της ναζιστικής επιχειρηματολογίας από την εξόριστη στο Λονδίνο πολωνική κυβέρνησης (17-20/04/1943)

Η κατηγορία ότι η πολωνική κυβέρνηση υιοθετούσε τη ναζιστική συκοφαντική δυσφήμιση που εξαπολύθηκε στις 13/04/1943 (μετά την καμπή του Στάλινγκραντ, για να διασπάσει τους Συμμάχους και να θυμήσει την κοινή αντισοβιετική φύση δυτικών ιμπεριαλιστών και Ναζί) και έκανε πως δεν έβλεπε την αδυναμία του Ερυθρού Σταυρού να εκπονήσει αντικειμενική έρευνα υπό την ομηρία των Ναζί δεν είναι αβάσιμη. Στην ανακοίνωση του πολωνικού Υπουργείου Εθνικής Άμυνας “σχετικά με την τύχη των πολωνών αιχμαλώτων πολέμου στα στρατόπεδα Κόζιελσκ, Στάρομπιελσκ και Όστασκοφ”(17/04/1943) αναφέρεται ότι δεδομένων “των άφθονων και λεπτομερών γερμανικών πληροφοριών αναφορικά με την ανακάλυψη των πτωμάτων πολλών χιλιάδων πολωνών αξιωματικών κοντά στο Σμόλενσκ, και την κατηγορηματική δήλωση ότι δολοφονήθηκαν από τις σοβιετικές αρχές την άνοιξη του 1940, έχει προκύψει η ανάγκη οι μαζικοί τάφοι που ανακαλύφθηκαν να ερευνηθούν και τα φερόμενα ως γεγονότα να επαληθευτούν από ένα κατάλληλο διεθνές σώμα, όπως ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός. Η πολωνική κυβέρνηση έχει, επομένως, προσεγγίσει τον θεσμό αυτό, με σκοπό αυτός να στείλει αντιπροσωπεία του στον τόπο όπου λέγεται ότι έχει λάβει χώρα η σφαγή των πολωνών αιχμαλώτων πολέμου”. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι τα ναζιστικά ψέματα χαρακτηρίζονται από την πολωνική κυβέρνηση του Λονδίνου “άφθονες και λεπτομερείς γερμανικές πληροφορίες”.

Λόγω του ξεκάθαρα φιλοναζιστικού αυτού ανακοινωθέντος, την επομένη (18/04/1943), η πολωνική κυβέρνηση υποχρεώθηκε σε δήλωση στην οποία αρνούταν στους Ναζί να αποσπάσουν πολιτικό κεφάλαιο από την υπόθεση και μάλιστα ανέφερε τη σειρά παρόμοιων με την υπόθεση Κατύν μαζικών δολοφονιών Πολωνών που διέπραξαν οι Ναζί (άρα, θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς, γιατί να διστάσουν να προβούν σε άλλη μία, πολλώ δε μάλλον μία που θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν επικοινωνιακά και πολιτικά). Ωστόσο, συνέχιζε στην ίδια αντισοβιετική και “αφελή” γραμμή, αφού οι δύο πρώτοι παράγραφοι της δήλωσης έκαναν λόγο για “είδηση, στην οποία έχει δοθεί ευρεία δημοσιότητα από τους Γερμανούς” για την ανακάλυψη των πτωμάτων των πολωνών αξιωματικών που “έλειπαν στην ΕΣΣΔ”, ενώ αναφερόταν ότι “Η πολωνική κυβέρνηση εξουσιοδότησε τον εκπρόσωπό της στην Ελβετία να ζητήσει από το Διεθνή Ερυθρό Σταυρό στη Γενεύη να στείλει αντιπροσωπεία για να διερευνήσει επί τόπου την πραγματική κατάσταση των πραγμάτων”, χαρακτηρίζοντάς τον “προστατευτικό θεσμό, που θα του ανατεθεί το καθήκον να ξεκαθαρίσει το ζήτημα και να αποδώσει ευθύνες”, λες και αυτό ήταν εφικτό.

Μόλις στις 20/04/1943, και αφού είχε αναπαράγει αυτούσια τη ναζιστική προπαγάνδα, εδέησε η πολωνική κυβέρνηση, διαμέσου του υπουργού εξωτερικών της Ρατσίνσκι, να ζητήσει εξηγήσεις από την ΕΣΣΔ και τον πρέσβη της. Σε νότα της παρουσίαζε ουδέτερα ότι “Ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία δημοσιεύουν μια έκθεση των γερμανικών στρατιωτικών αρχών” η οποία, “παρότι προέρχεται από εχθρικές πηγές(κάτι το ήσσονος σημασίας δηλαδή, άσχετα αν αυτές οι “πηγές” έχουν διακριθεί στην ψευδολογία), έχει προκαλέσει μεγάλη αγωνία”. Επίσης, χαρακτήριζε “γερμανικές αποκαλύψεις” τη ναζιστική προπαγάνδα, από τις οποίες πάσχιζε να παρουσιάσει το πολωνικό ενδιαφέρον ως “ανεξάρτητο”. Προς επίρρωση του ισχυρισμού ότι υιοθετούσε “αμάσητη” τη ναζιστική επιχειρηματολογία, δήλωνε ότι “μόνο αδιάψευστα γεγονότα μπορούν να ξεπεράσουν τη σημασία των πολυάριθμων και λεπτομερών γερμανικών δηλώσεων” για την τύχη των πολωνών που δολοφονήθηκαν, όπως έλεγαν οι Ναζί, “την άνοιξη του 1940” (δηλαδή, πριν την κατάληψη της περιοχής από τους Ναζί, άρα, δολοφονήθηκαν από Σοβιετικούς). (Πηγή: Πολωνική Πρεσβεία στην Ουάσινγκτον, Πολωνο-Σοβιετικές Σχέσεις 1918-1943, σ.σ.119-124).

Μετά από όλα αυτά, δεν μπορούσε να μην υπάρξει απάντηση από πλευράς ΕΣΣΔ. Η τελευταία, ωστόσο, δεν βάζει στο κάδρο των υπευθύνων και τους δυτικούς ιμπεριαλιστές, ώστε να μειώσει όσο το δυνατό τις συνέπειες από την ρήξη με την εξόριστη στο Λονδίνο πολωνική κυβέρνηση.

***

Νότα που επιδόθηκε από τον Β.Μ.Μόλοτοφ, Λαϊκό Επίτροπο Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΣΣΔ, στον κ. Ρόμερ, πολωνό πρέσβη στην ΕΣΣΔ (25/04/1943)

Κε.Πρέσβη,

εκ μέρους της κυβέρνησης της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών έχω την τιμή να κοινοποιήσω στην πολωνική κυβέρνηση τα ακόλουθα:

Η σοβιετική κυβέρνηση θεωρεί την πρόσφατη συμπεριφορά της πολωνικής κυβέρνησης έναντι της ΕΣΣΔ εντελώς αφύσικη, παραβιάζουσα κάθε κανόνα και υπόδειγμα σχέσεων ανάμεσα σε δύο Σύμμαχα κράτη. Η εχθρική προς την Σοβιετική Ένωση συκοφαντική εκστρατεία που εξαπολύθηκε από τους γερμανούς φασίστες αναφορικά με τη δολοφονία των πολωνών αξιωματικών, την οποία αυτοί διέπραξαν στην περιφέρεια Σμόλενσκ σε έδαφος που κατέλαβαν τα γερμανικά στρατεύματα, διαμιάς υιοθετήθηκε από την πολωνική κυβέρνηση, και παντοιοτρόπως διαδίδεται από τον πολωνικό επίσημο Τύπο.

Αντί να αποκρούσει την άθλια φασιστική συκοφάντηση της ΕΣΣΔ, η πολωνική κυβέρνηση δεν θεώρησε καν απαραίτητο να απευθύνει στη σοβιετική κυβέρνηση κάποιο ερώτημα ή αίτημα για εξηγήσεις επί του ζητήματος.

Έχοντας διαπράξει ένα τερατώδες έγκλημα εναντίον των πολωνών αξιωματικών, οι χιτλερικές αρχές τώρα διεξάγουν μια φαιδρή έρευνα και, προς τούτο, έχουν αξιοποιήσει κάποια πολωνικά φιλοφασιστικά στοιχεία που οι ίδιες επέλεξαν στην κατεχόμενη Πολωνία, όπου όλα βρίσκονται υπό τη φτέρνα του Χίτλερ, και όπου κανένας τίμιος Πολωνός δεν μπορεί ανοιχτά να πει κουβέντα.

Για την “έρευνα”, τόσο η πολωνική κυβέρνηση όσο και η χιτλερική κυβέρνηση προσκάλεσαν τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό που είναι υποχρεωμένος, σε συνθήκες ενός τρομοκρατικού καθεστώτος, με τις κρεμάλες του και τη μαζική εξολόθρευση ειρηνικού πληθυσμού, να συμμετέχει σε αυτή την έρευνα-φάρσα που έχει σκηνοθετηθεί από το Χίτλερ. Ξεκάθαρα, μια τέτοια “έρευνα”, διεξαγόμενη πίσω από την πλάτη της σοβιετικής κυβέρνησης, δεν μπορεί να αποσπάσει την εμπιστοσύνη κανενός ανθρώπου που κατέχει τον παραμικρό βαθμό εντιμότητας.

Το γεγονός ότι η εχθρική εκστρατεία εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης άρχισε ταυτόχρονα στο γερμανικό και πολωνικό Τύπο, και διεξήχθη με τα ίδια επιχειρήματα, δεν αφήνει αμφιβολία αναφορικά με την ύπαρξη επαφής και συμφωνίας στη διεξαγωγή αυτής της εχθρικής εκστρατείας ανάμεσα στον εχθρό των Συμμάχων – τον Χίτλερ – και την πολωνική κυβέρνηση.

Ενώ οι λαοί της Σοβιετικής Ένωσης, που χύνουν άφθονα το αίμα τους σε έναν σκληρό αγώνα ενάντια στη χιτλερική Γερμανία, καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για την ήττα του κοινού εχθρού του ρωσικού και του πολωνικού λαού και όλων των ελευθερόφιλων δημοκρατικών χωρών, η πολωνική κυβέρνηση, για να ευαρεστήσει την τυραννία του Χίτλερ, κατάφερε ένα προδοτικό πλήγμα στη Σοβιετική Ένωση.

Η σοβιετική κυβέρνηση κατανοεί ότι αυτή η εχθρική εκστρατεία ενάντια στη Σοβιετική Ένωση διεξάγεται από την πολωνική κυβέρνηση ώστε να ασκήσει πίεση στη σοβιετική κυβέρνηση, με τη χρήση της συκοφαντικής χιτλερικής ψευδούς είδησης, ώστε να αποσπάσει από αυτήν εδαφικές παραχωρήσεις σε βάρος των συμφερόντων της Σοβιετικής Ουκρανίας, της Σοβιετικής Λευκορωσίας και της Σοβιετικής Λιθουανίας.

Όλα αυτά υποχρεώνουν τη σοβιετική κυβέρνηση να αναγνωρίσει ότι η παρούσα κυβέρνηση της Πολωνίας, έχοντας εκτραπεί στο δρόμο της συμφωνίας με την κυβέρνηση Χίτλερ, έχει στην πραγματικότητα διακόψει τις συμμαχικές σχέσεις με την ΕΣΣΔ, και έχει υιοθετήσει μια εχθρική στάση έναντι της Σοβιετικής Ένωσης.

Βάσει των παραπάνω, η σοβιετική κυβέρνηση αποφάσισε να διακόψει τις σχέσεις με την πολωνική κυβέρνηση.

Παρακαλώ όπως αποδεχτείτε, κε. Πρέσβη, τη διαβεβαίωση για την υψηλότερη εκτίμησή μου.

***

Εντούτοις, παρά την υιοθέτηση της ναζιστικής επιχειρηματολογίας από πλευράς εξόριστης πολωνικής κυβέρνησης, η ΕΣΣΔ δεν άλλαζε άποψη αναφορικά με τις σχέσεις που θα επιθυμούσε να έχει με την Πολωνία μεταπολεμικά και το χαρακτήρα αυτής. Έτσι, οι λακωνικές απαντήσεις που έδωσε ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Λαϊκών Επιτρόπων της ΕΣΣΔ Στάλιν, έχουν ως εξής:

Απάντηση Στάλιν προς τον ανταποκριτή στη Μόσχα των εφημερίδων “Times” του Λονδίνου και “Νew York Times”, κ. Πάρκερ

Ο ανταποκριτής στη Μόσχα των εφημερίδων “Times” του Λονδίνου και “Νew York Times”, κ. Πάρκερ, απηύθυνε μια επιστολή στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Λαϊκών Επιτρόπων της ΕΣΣΔ, στρατάρχη Στάλιν, με την οποία ζητούσε απαντήσεις για δύο ερωτήματα που ενδιαφέρουν τη βρετανική και αμερικανική κοινή γνώμη. Ο στρατάρχης Στάλιν απάντησε με την ακόλουθη επιστολή.

Κε.Πάρκερ,

στις 3 Μάη έλαβα δύο ερωτήσεις σας αναφορικά με τις πολωνοσοβιετικές σχέσεις. Οι απαντήσεις μου είναι οι ακόλουθες:

Ερώτημα 1: Επιθυμεί η κυβέρνηση της ΕΣΣΔ να δει μια ισχυρή και ανεξάρτητη Πολωνία μετά την ήττα της χιτλερικής Γερμανίας;

Απάντηση: Αναμφίβολα, επιθυμεί.

Ερώτημα 2: Σε ποιες βάσεις, κατά την άποψή σας, πρέπει οι σχέσεις ανάμεσα σε Πολωνία και ΕΣΣΔ να βασίζονται μετά τον πόλεμο;

Απάντηση: Πάνω στις βάσεις των εδραιωμένων καλών σχέσεων γειτονίας και αμοιβαίου σεβασμού, ή, αν ο πολωνικός λαός επιθυμεί, πάνω στις βάσεις μιας συμμαχίας αμοιβαίας βοήθειας ενάντια στους Γερμανούς ως τους κύριους εχθρούς της Σοβιετικής Ένωσης και της Πολωνίας.

Διατελώντας με σεβασμό,

4 Μάη 1943

Υπογραφή: Στάλιν.

***

Πηγές: Μπροσούρα Σοβιετοπολωνικές Σχέσεις, Soviet War News, Λονδίνο, 1943.

Πολωνική Πρεσβεία στην Ουάσινγκτον, Πολωνο-Σοβιετικές Σχέσεις 1918-1943: Επίσημα Ντοκουμέντα, Ουάσινγκτον (βιβλίο που εκδόθηκε σύμφωνα με τις οδηγίες του πολωνικού υπουργείου εξωτερικών).

Валентина Парсаданова Варшавское восстание 1944 г.: Движение Сопротивления в Польше 1939-1945 гг. Направления. Программы. Практика. Результаты. Часть 1.

Документы и материалы по истории Советско-Польских отношений. Том VII.

Πηγή: parapoda.wordpress.com

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το