Η δημιουργία του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος. Η μεγάλη πολεμική της δεκαετίας του 1960

Η δημιουργία του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος, διεθνώς και στη χώρα μας, είναι αποτέλεσμα των συνθηκών που διαμορφώθηκαν στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα μετά την επικράτηση του ρεβιζιονισμού στο 20ό Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετικής Ένωσης (ΚΚΣΕ), το 1956.

Το συνέδριο αυτό ανέτρεψε την επαναστατική γραμμή του ΚΚΣΕ και του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, αναθεώρησε και απαρνήθηκε τις μαρξιστικές – λενινιστικές θέσεις για την προλεταριακή επανάσταση και τη δικτατορία του προλεταριάτου, για την επιθετική, φιλοπόλεμη φύση του ιμπεριαλισμού, για το χαρακτήρα του κομμουνιστικού κόμματος και τους θεμελιώδεις επαναστατικούς σκοπούς του και τις αντικατέστησε με τις ρεβιζιονιστικές θέσεις για “το ειρηνικό πέρασμα στο σοσιαλισμό”, την “ειρηνική άμιλλα” του καπιταλιστικού με το σοσιαλιστικό σύστημα, το “παλλαϊκό κράτος”, το “κόμμα όλου του λαού” κ.ά.

Με σημαία τον αντισταλινισμό, η σοβιετική ηγεσία επεδίωξε να επιβάλει τη ρεβιζιονιστική γραμμή στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα, εξαπολύοντας επιθέσεις στα κόμματα που υπεράσπιζαν την επαναστατική γραμμή, προχωρώντας σε ωμές επεμβάσεις σε μια σειρά κομμουνιστικά κόμματα, όπως και στο δικό μας, και τελικά διέσπασε το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα.

Η αντίσταση στην κλιμακούμενη επίθεση των ρεβιζιονιστικών δυνάμεων εξελίχθηκε στα πρώτα χρόνια μετά το 1956, μέσα από μια εσωτερική αντιπαράθεση στα κομμουνιστικά κόμματα και στις διεθνείς συσκέψεις εκείνης της περιόδου, για να μετασχηματιστεί το 1962 – 1963 σε μια μεγάλη πολεμική ενάντια στη γενική γραμμή του σύγχρονου αναθεωρητισμού. Επικεφαλής αυτού του θυελλώδη αγώνα τέθηκε το ΚΚ Κίνας με ηγέτη τον Μάο Τσετούνγκ, ενώ ιδιαίτερη συμβολή είχε και το ΚΕ Αλβανίας με ηγέτη τον Ε. Χότζα.

Στο επίκεντρο της μεγάλης πολεμικής βρέθηκαν όλα τα ιδεολογικά, πολιτικά και θεωρητικά ζητήματα που αφορούσαν τη γενική γραμμή του, όπως είναι ο χαρακτήρας και οι αντιθέσεις του παγκόσμιου καπιταλιστικού και ιμπεριαλιστικού συστήματος, τα ζητήματα του πολέμου, της ειρήνης και της ειρηνικής συνύπαρξης του σοσιαλιστικού με το καπιταλιστικό στρατόπεδο, η ταξική πάλη και το επαναστατικό πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, η διατήρηση ή όχι της δικτατορίας του προλεταριάτου και της ταξικής πάλης στο σοσιαλισμό, ο χαρακτήρας του κομμουνιστικού κόμματος και ο ρόλος του στον επαναστατικό αγώνα της εργατικής τάξης και των καταπιεζόμενων λαών και εθνών, ο ρόλος του εθνικοαπελευθερωτικού και αντιιμπεριαλιστικού κινήματος στην εποχή μας.

Με βαρυσήμαντα άρθρα και ντοκουμέντα αντιρεβιζιονιστικής πολεμικής το ΚΚ Κίνας ξεσκεπάζει και αντικρούει τις θέσεις του ΚΚΣΕ, τις αντεπαναστατικές θεωρίες του, και προειδοποιεί πως η γενική γραμμή του βάζει τα θεμέλια της καπιταλιστικής παλινόρθωσης. Η ανοιχτή παλινόρθωση του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση με την περεστρόικα το 1991, η διάλυσή της, όπως και η διάλυση του ΚΚΣΕ, ήταν η αναπόφευκτη κατάληξη, το τραγικό τέλος μιας ολέθριας διαδρομής που είχε αφετηρία την κυριαρχία του ρεβιζιονισμού στο 20ό Συνέδριο. .

Μια ιστορικής σημασίας έκφραση του αντιρεβιζιονιστικού αγώνα αποτέλεσε η Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση (ΜΠΠΕ) στην Κίνα, που στηρίχθηκε στη θεωρητική συνεισφορά του Μάο για τη συνέχιση της επανάστασης στις συνθήκες της δικτατορίας του προλεταριάτου, η οποία άνοιξε νέους δρόμους πάλης και κινητοποίησης των λαϊκών μαζών για την αποτροπή της καπιταλιστικής παλινόρθωσης και τον επαναστατικό μετασχηματισμό του σοσιαλιστικού εποικοδομήματος μέσω της ταξικής πάλης.

Ο αντιρεβιζιονιστικός αγώνας του ΚΚΚίνας αρχικά, η ακτινοβολία της ΜΠΠΕ στη συνέχεια, άσκησαν σημαντική επίδραση στο κομμουνιστικό κίνημα σε όλο τον κόσμο και πρόσφεραν πολύτιμο εξοπλισμό στους μαρξιστές – λενινιστές όλων των κομμουνιστικών κομμάτων που αντιστέκονταν ή ήθελαν να αντισταθούν στη ρεβιζιονιστική επιδρομή.

Η εξέλιξη αυτή επηρέασε και επιτάχυνε τις διεργασίες που είχαν αναπτυχθεί στο εσωτερικό πολλών άλλων κομμουνιστικών κομμάτων και που οδήγησαν, μετά το 1963, στην ιδεολογικοπολιτική και οργανωτική ρήξη με τον ντόπιο ρεβιζιονισμό σε κάθε συγκεκριμένη χώρα, και στην εμφάνιση μιας σειράς νέων μαρξιστικών – λενινιστικών κομμάτων, οργανώσεων και ομάδων.

Επέδρασε και στο δικό μας κίνημα έτσι ώστε να αναπτυχθούν και να επιταχυνθούν οι διαδικασίες που οδήγησαν στην ανοιχτή ρήξη με τον ντόπιο ρεβιζιονισμό. Ωστόσο, οι κύριοι παράγοντες που προσδιόρισαν τη δημιουργία του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος της χώρας μας ήταν εσωτερικοί.

Η πραξικοπηματική επιβολή της ρεβιζιονιστικής γραμμής στο ΚΚΕ. Η ίδρυση του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος της Ελλάδας

Ένα μήνα μετά το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, πραγματοποιήθηκε, το Μάρτη του 1956, η περιβόητη 6η Ολομέλεια του ΚΚΕ.

Για πρώτη φορά στην ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, οργανώθηκε και επιβλήθηκε μια βάναυση, πραξικοπηματική επέμβαση στα εσωτερικά ενός κόμματος, καταπατώντας κάθε έννοια αρχών και σχέσεων ισοτιμίας, αφού η σύγκληση της οππορτουνιστικής παρασυναγωγής και η “εισήγηση- έκθεση” σ’ αυτήν έγιναν από μια “διεθνή επιτροπή”, που την αποτελούσαν εκπρόσωποι πέντε ξένων κομμάτων της Ανατολικής Ευρώπης κάτω από την άμεση καθοδήγηση των χρουσ­τσιωφικών ρεβιζιονιστών. Η εισήγηση αυτή της “Επιτροπής Κοουζίνεν – Ντεζ” έγινε “απόφαση της 6ης Ολομέλειας” με την οποία επιβλήθηκε στο ΚΚΕ η γραμμή του 20ού Συνεδρίου, ενώ ταυτόχρονα ανέτρεψαν τη νόμιμη ηγεσία του, καθαίρεσαν τον γραμματέα του Νίκο Ζαχαριάδη -που λίγο αργότερα τον διέγραψαν, τον κατασυκοφάντησαν και τελικά τον εξόρισαν στη Σιβηρία για να τον εξοντώσουν- και διόρισαν στην ηγεσία μια κλίκα από δεξιά, χρεοκοπημένα και διαγραμμένα από το κόμμα στοιχεία. Καρπός της επέμβασης ήταν η ηγεσία Κολιγιάννη – Παρτσαλίδη η οποία ανέλαβε το ρόλο να περάσει στο ΚΚΕ και στο κίνημα τη γενική γραμμή του 20ού Συνεδρίου, εκτελώντας πιστά τις εντολές των σοβιετικών ρεβιζιονιστών.

Τα γεγονότα πιστοποιούν πως, παρ’ ότι μέσα στο ΚΚΕ, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1940, εκφράζονταν, από μια σειρά οππορτουνιστικά στοιχεία, δεξιές, συμβιβαστικές και ηττοπαθείς αντιλήψεις και ο ρεβιζιονισμός είχε ρίζες στο κόμμα, τελικά, μόνο με την ξένη επέμβαση μπόρεσε να επιβληθεί στο ΚΚΕ η αντεπαναστατική γραμμή.

Η εφαρμογή αυτής της γραμμής οδήγησε βαθμιαία στον πλήρη ιδεολογικοπολιτικό εκφυλισμό του ΚΚΕ, στο ξερίζωμα της επαναστατικής ψυχής του και στη μετατροπή του σε ένα ρεφορμιστικό κόμμα. Η ηγεσία του εγκατέλειψε τους θεμελιώδεις επαναστατικούς σκοπούς του κομμουνιστικού κινήματος, αρνήθηκε τον επαναστατικό δρόμο της κοινωνικής αλλαγής, υιοθέτησε το “ειρηνικό – κοινοβουλευτικό πέρασμα στην εθνικοδημοκρατική αλλαγή” και πρόβαλε το ρεφορμιστικό δρόμο των βαθμιαίων διαρθρωτικών αλλαγών και επί μέρους βελτιώσεων του συστήματος της εξάρτησης και υποτέλειας. Έφτασε στην ουσιαστική άρνηση του αντινατοϊκού – αντιιμπεριαλιστικού αγώνα και προσανατόλισε το λαϊκό κίνημα στον “εκδημοκρατισμό” του συστήματος της αμερικανοκρατίας, σε μια πολιτική υπονόμευσης του ηγετικού και ανεξάρτητου ρόλου της εργατικής τάξης στο λαϊκό κίνημα, που μετέτρεψε το αριστερό κίνημα και την ΕΔΑ σε ουρά της Ένωσης Κέντρου του Γ. Παπανδρέου και σε εξάρτημα της πολιτικής της μεγαλοαστικής τάξης.

Ύστερα από αυτήν τη μεγάλη ανατροπή, ξεκίνησε ο αγώνας των κομμουνιστών της Ελλάδας που παρέμειναν πιστοί στους επαναστατικούς σκοπούς του κομμουνιστικού κινήματος, στις φυλακές, τις εξορίες και την πολιτική προσφυγιά. Σταδιακά, και όσο προχωρούσε ο ρεβιζιονιστικός εκφυλισμός, εξελίχθηκε σε έναν παρατεταμένο ιδεολογικοπολιτικό αγώνα που κάλυψε τα πιο βασικά ζητήματα του δικού μας και του παγκόσμιου κινήματος. Χιλιάδες μέλη και στελέχη του ΚΚΕ, που ήταν πολιτικοί πρόσφυγες στις ανατολικές χώρες, αντιτάχθηκαν και εξεγέρθηκαν στη χρουστσιωφική επέμβαση, υπερασπίζοντας τις επαναστατικές παραδόσεις του ΚΚΕ. Ιδιαίτερα μαζικές και παρατεταμένες ήταν οι εξεγέρσεις στη Σοβιετική Ένωση (Τασκένδη), αλλά και στην Τσεχοσλοβακία.

Στην Ελλάδα, οι πιο σημαντικοί αγώνες άρνησης, καταδίκης και απόκρουσης της γραμμής της “6ης Ολομέλειας” εκδηλώθηκαν στο στρατόπεδο πολιτικών εξόριστων στον Άη Στράτη αμέσως μετά το 1956.

Ακριβώς σ’ αυτούς τους αγώνες που ξεκίνησαν στον Αη Στράτη και συνεχίστηκαν στην ΕΔΑ, προετοιμά­στηκαν οι όροι και διαμορφώθηκαν οι προϋποθέσεις για την πλήρη ιδεολογικοπολιτική και οργανωτική ρήξη με το ΚΚΕ και την ΕΔΑ.

Αφού η ιδεολογικοπολιτική πάλη στο κομμουνιστικό κίνημα της χώρας μας πέρασε τη φάση της αντιπαράθεσης στο εσωτερικό του με την πολιτική των ηγεσιών του ΚΚΕ και της ΕΔΑ και καθώς οι κομμουνιστές που ασκούσαν κριτική υποβάλλονταν σε φίμωση των απόψεών τους και σε διωγμό, προχώρησαν στη θεμελίωση της ανεξάρτητης δράσης του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος της Ελλάδας, κάτω και από την επίδραση της μεγάλης πολεμικής που είχε ξεσπάσει δημόσια στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα το 1963 – 64. Στις αρχές του 1963 δημιουργήθηκαν οι “Ιστορικές Εκδόσεις”, που με την έκδοση έργων του Μάο Τσετούνγκ και ντοκουμέντων αντιρεβιζιονιστικής πολεμικής του ΚΚ Κίνας προωθούσαν τη δουλειά για μια προκαταρκτική συσπείρωση κομμουνιστών γύρω από ένα κέντρο. Τον Ιούνη του 1964, με πρωτοβουλία των συντρόφων Ισαάκ Ιορδανίδη και Γιάννη Χοτζέα, πραγματοποιείται στην Αθήνα σύσκεψη μιας μικρής ομάδας κομμουνιστών, κύρια πρώην εξόριστων του Άη Στράτη, που αποφάσισε τη δημιουργία του πρώτου οργανωμένου πολιτικού πυρήνα των μαρξιστών – λενινιστών της Ελλάδας. Η σύσκεψη αποφάσισε τη δημιουργία μαρξιστικής – λενινιστικής οργάνωσης, εξέλεξε γραμματέα της τον σύντροφο Ισαάκ Ιορδανίδη και καθόρισε πως, στις συνθήκες που ο ρεβιζιονισμός είχε ουσιαστικά διαλύσει το ΚΚΕ, όλες οι προσπάθειες θα έπρεπε να συγκλίνουν στην προετοιμασία των αναγκαίων όρων για την αναδημιουργία ενός πραγματικά επαναστατικού ΚΚΕ. Η σύσκεψη αποφάσισε την έκδοση του περιοδικού “Αναγέννηση” που κυκλοφόρησε τον Οκτώβρη της ίδιας χρονιάς, εγκαινιάζοντας έτσι τη δημόσια εμφάνιση του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος της Ελλάδας.

Παράλληλα, οι κομμουνιστές μαχητές του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ στις ανατολικές χώρες, που ξεκίνησαν ιδεολογικό αγώνα ενάντια στο ρεβιζιονισμό και δέχτηκαν κάθε είδους επιθέσεις και διώξεις από τις κρατικές αρχές των ανατολικών χωρών και τη διορισμένη ηγεσία του ΚΚΕ, θα προωθήσουν το έργο της οργανωτικής συνένωσης των προσπαθειών τους.

Οι σύντροφοι Πολύδωρος Δανιηλίδης και Γαβρήλος Παπαδόπουλος, που βρίσκονταν στη Ρουμανία, μαζί με άλλους κομμουνιστές πολιτικούς πρόσφυγες, στην Ουγγαρία, στην Τσεχοσλοβακία, στην Πολωνία, πήραν την πρωτοβουλία της ανοιχτής αντιπαράθεσης με τη ρεβιζιονιστική πολιτική του ΚΚΕ και δημιούργησαν τη Μαρξιστική – Λενινιστική Οργάνωση (ΜΛΟ) των πολιτικών προσφύγων από την Ελλάδα στις ανατολικές χώρες. Θα εκδώσουν στη συνέχεια το περιοδικό “Επαναστάτης”.

Η έκδοση της «Αναγέννησης» και η ανοιχτή αντιπαράθεση με το ρεβιζιονισμό και τους φορείς του

Με την έκδοση της “Αναγέννησης”, η πάλη μπήκε στο αποφασιστικό στάδιο της ανοιχτής αντιπαράθεσης με το ρεβιζιονισμό και τους φορείς του. Στις συνθήκες αυτές, η “Αναγέννηση” υπεράσπισε το μαρξισμό – λενινισμό, τις αγωνιστικές παραδόσεις του κομμουνιστικού και λαϊκού κινήματος της Ελλάδας. Ανέπτυξε μια συστηματική πολεμική ενάντια στη γραμμή του 20ού Συνεδρίου και της 6ης Ολομέλειας και πρόβαλε τις θέσεις της πάνω στα σημαντικά προβλήματα που απασχολούσαν τη χώρα και το λαϊκό κίνημα. Υπέβαλε σε ολόπλευρη κριτική τη ρεφορμιστική πολιτική της ΕΔΑ που ανέτρεπε τα θεμέλια του αριστερού κινήματος με τη σημαία του “νέου πνεύματος” και ουσιαστικά παραιτούνταν από την επιδίωξη ριζικών αλλαγών στη ζωή του τόπου και προσαρμόζονταν στα πλαίσια του αστικού συστήματος. Άσκησε πολεμική στη θεωρία και πρακτική των “ενδιάμεσων φάσεων” και στο “πρόγραμμα ουσιαστικού εκδημοκρατισμού” που καλλιεργούσε την ιδέα της αλλαγής του ταξικού χαρακτήρα του κράτους και της συνεργασίας των τάξεων. Αντιτάχθηκε στη γραμμή της ουσιαστικής παραδοχής των πλαισίων του ΝΑΤΟ και εγκατάλειψης του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα. Στη γραμμή που αρνούνταν τον ηγετικό ρόλο της Αριστεράς και την υπέτασσε στην Ένωση Κέντρου.

Σε αντιδιαστολή με τη ρεβιζιονιστική γραμμή, η “Αναγέννηση” θα διακηρύξει πως καμιά ουσιαστική αλλαγή στη ζωή του τόπου δεν μπορεί να γίνει χωρίς ριζική αλλαγή στο ζήτημα της πολιτικής εξουσίας.

Πάνω στη βάση αυτή, και σύμφωνα με τη γενική ιδεολογική και πολιτική γραμμή της, καλούσε σε αγώνα για την ανατροπή του καθεστώτος της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας και την άνοδο στην εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της και προσδιόριζε ως άμεσο κεντρικό στόχο την πραγματοποίηση μιας ριζικής αντιιμπεριαλιστικής, αντιμονοπωλιακής δημοκρατικής αλλαγής που, στην προοπτική της, θα μετεξελισσόταν αναπόφευκτα σε σοσιαλιστική αλλαγή.

Ταυτόχρονα, θα υπερασπίσει το ΚΚ Κίνας και το ΚΕ Αλβανίας από τις επιθέσεις των σοβιετικών ρεβιζιονιστών, θα αποκρούσει τις συκοφαντίες κατά του ιστορικού έργου του Στάλιν, θα καταγγείλει την πολιτική του ΚΚΣΕ που συνθηκολογεί απέναντι στον ιμπεριαλισμό και υπονομεύει τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα και θα αναδείξει όλο το περιεχόμενο της διεθνούς αντιρεβιζιονιστικής πολεμικής κάνοντας στην Ελλάδα γνωστά τα σημαντικότερα ντοκουμέντα της μέσα από τις στήλες της “Αναγέννησης” και τις “Ιστορικές Εκδόσεις”.

Τη δική του συμβολή στον αγώνα που ξεκίνησε η “Αναγέννηση”, έδωσε αργότερα από το Γενάρη του 1967, όταν άρχισε να εκδίδεται, και ο βδομαδιάτικος “Λαϊκός Δρόμος”.

Τον Απρίλη του 1967, επειδή η νόμιμη δράση του κομμουνιστικού κινήματος ήταν απαγορευμένη από τις κυρίαρχες αντιδραστικές δυνάμεις, οι μαρξιστές – λενινιστές για να δώσουν παραπέρα ώθηση στη δουλειά τους ίδρυσαν τη νόμιμη πολιτική οργάνωσή τους, τη Συνεπή Πολιτική Αριστερή Κίνηση (ΣΠΑΚ), με γραμματέα της το σύντροφο Ισαάκ Ιορδανίδη. ‘

Με τα κυριότερα κείμενα που δημοσιεύτηκαν στην ‘‘Αναγέννηση” διαμορφώθηκαν η ιδεολογική φυσιογνωμία και η πολιτική γραμμή του σύγχρονου μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος της Ελλάδας.

Ο ιδεολογικός και πολιτικός αγώνας του μ-λ κινήματος της χώρας μας στα χρόνια 1964-1967

Με βάση το γενικό αυτόν προσανατολισμό, που αποφάσισε η σύσκεψη του Ιούνη και έδιναν τα υλικά της “Αναγέννησης”, ξεδίπλωσαν όλη την πρακτική δράση τους οι μαρξιστές – λενινιστές στα χρόνια 1964 – 1967. Στηριγμένοι στην αρχή πως μόνο μέσα στους καθημερινούς λαϊκούς αγώνες για τις άμεσες, μερικές, οικονομικές και πολιτικές διεκδικήσεις και μέσα σε μια πορεία βαθμιαίας ανύψωσής τους ως το επίπεδο της πάλης για τα γενικά μακροπρόθεσμα παλλαϊκά και πανεθνικά αιτήματα μπορούν να συγκεντρωθούν οι απαραίτητες δυνάμεις για την προώθηση των επαναστατικών σκοπών τους, προσπάθησαν να συνδεθούν με τις λαϊκές μάζες, με τα προβλήματα και τις ανάγκες τους, να οργανώσουν και να καθοδηγήσουν τους αγώνες τους, να παίξουν τον πρωτοπόρο ρόλο τους στα διάφορα μαζικά κινήματα που αναπτύσσονταν στην Ελλάδα την περίοδο αυτή.

Στο εργατικό κίνημα, έβαλαν σαν πρωταρχικό στόχο τη δημιουργία και ανάπτυξη ενός συνδικαλιστικού κινήματος βασισμένου στις επαναστατικές αρχές της ταξικής πάλης και ενάντια στη θεωρία και πρακτική της συνεργασίας των τάξεων. Στα πλαίσια αυτά, προώθησαν το έργο της δημιουργίας συνδικαλιστικών παρατάξεων σε μια σειρά εργατικούς κλάδους και έβαλαν τη σφραγίδα τους σε διάφορες πανεργατικές κινητοποιήσεις αυτής της περιόδου και ιδιαίτερα στις μεγάλες αντιφασιστικές – αντιιμπεριαλιστικές διαδηλώσεις μετά το παλατιανό πραξικόπημα του Ιούλη του 1965.

Στο φοιτητικό κίνημα, ιδρύθηκε η Προοδευτική Πανσπουδαστική Συνδικαλιστική Παράταξη (ΠΠΣΠ), τον Μάη του 1966, που συσπείρωνε και κινητοποιούσε αγωνιστικά ολοένα και πιο πλατιές μάζες φοιτητών και στάθηκε η ψυχή της φοιτητικής αντίστασης μπροστά στις επιθέσεις των διαφόρων κυβερνήσεων της ολιγαρχίας ενάντια στο φοιτητικό κίνημα. Τα στελέχη και τα μέλη της ΠΠΣΠ βρέθηκαν στις πρώτες γραμμές της μάχης στη διάρκεια των μεγάλων αντιφασιστικών φοιτητικών εκδηλώσεων και των σκληρών συγκρούσεων με τις δυνάμεις της αστυνομίας και της χωροφυλακής στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, μέχρι και λίγες μέρες πριν από την εκδήλωση του φασιστικού πραξικοπήματος, τον Απρίλη του 1967.

Τόσο στο φιλειρηνικό κίνημα και στις Μαραθώνιες Πορείες Ειρήνης εκείνης της περιόδου, όσο και στο πανδημοκρατικό κίνημα που αναπτύχθηκε ορμητικά, ύστερα από το παλατιανό πραξικόπημα του Ιούλη του 1965, οι μαρξιστές – λενινιστές έπαιξαν τον πρωτοποριακό – αγωνιστικό ρόλο τους.

Σε όλη αυτή την περίοδο, κατάγγελλαν αποφασιστικά τα σχέδια και τις προετοιμασίες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και της εσωτερικής αντίδρασης για την εξαπόλυση ανοιχτού στρατιωτικού φασιστικού πραξικοπήματος, ξεσκέπαζαν το ρόλο των αστικών κομμάτων της ΕΡΕ και της ΕΚ και τη στάση του ΚΚΕ και της ΕΔΑ που αποπροσανατόλιζαν τις μάζες και υπονόμευαν τον αγώνα τους. Πριν ακόμα από το Ιουλιανό πραξικόπημα του 1965, υπογράμμιζαν πως “…η προετοιμασία για την εξαπόλυση ανοιχτού στρατιωτικού πραξικοπήματος αποτελεί το βασικό προσανατολισμό της φασιστικής δεξιάς” (“Αναγέννηση”, No 9, σελ. 1) και λίγες μόνο μέρες πριν την επιβολή του πραξικοπήματος της 21ης Απρίλη 1967 διακήρυτταν πως “…το οξύτατο πρόβλημα της στιγμής είναι σε διεθνές πεδίο η αύξηση της επιθετικότητας του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και στο εσωτερικό ο άμεσος κίνδυνος επιβολής φασιστικής δικτατορίας” (“Λαϊκός Δρόμος” No 11, 8/4/1967). Και κατάγγελλαν, στο ίδιο φύλλο, πως η ΕΔΑ “παίζει το παιχνίδι της αντίδρασης, καλλιεργώντας την αυταπάτη πως θα ματαιωθεί το πραξικόπημα και οι επικείμενες εκλογές θα λύσουν όλα τα προβλήματα του λαού”.

Οι μαρξιστές – λενινιστές, όλη αυτή την περίοδο, μετέφεραν παντού το πνεύμα της αντίστασης, καλλιεργούσαν την ιδέα πως η φασιστική απειλή θα μπορούσε να αποτραπεί όχι με υποχωρήσεις και συμβιβασμούς, αλλά μόνο με τον δραστήριο και αποφασιστικό αγώνα των πλατιών λαϊκών μαζών.

Παρά τις σωστές πολιτικές εκτιμήσεις και τη σωστή προοπτική τους δεν μπόρεσαν ωστόσο να εξασφαλίσουν μια ανάλογη οργανωτική προετοιμασία μπροστά στο φασιστικό πραξικόπημα. Έτσι, το πραξικόπημα βρήκε την Οργάνωση ουσιαστικά απροετοίμαστη από οργανωτική άποψη. Βέβαια, το πολιτικο – οργανωτικό επίπεδο ανάπτυξης της δουλειάς τους είχε περιορισμένες δυνατότητες τον Απρίλη του 1967. Δεν μπορούσαν να επιδράσουν στην εξέλιξη των γεγονότων με έναν τρόπο ουσιαστικό, να αποτρέψουν το πραξικόπημα ή να προβάλουν μια σοβαρή αντίσταση σ’ αυτό. Όμως, μια πιο σωστή και έγκαιρη οργανωτική δουλειά θα τους βοηθούσε να εκδηλώσουν την παρουσία τους πιο έντονα και στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονταν ύστερα από την επιβολή της φασιστικής δικτατορίας, να ανταποκριθούν καλύτερα στα καθήκοντά τους με λιγότερες απώλειες και από καλύτερες θέσεις να συνεχίσουν τον αγώνα.

Συμπερασματικά, στα τρία περίπου χρόνια, από τον Ιούνη του 1964 μέχρι τον Απρίλη του 1967, η οργάνωση των μαρξιστών – λενινιστών, με την “Αναγέννηση”, στάθηκε το ιδεολογικό-πολιτικό και οργανωτικό κέντρο σημαντικών προσπαθειών και αγώνων που θεμελίωσαν το μαρξιστικό – λενινιστικό κίνημα της Ελλάδας. Το έργο τους θα πρέπει να αποτιμηθεί έχοντας επίγνωση των πολύ μικρών υποκειμενικών τους δυνάμεων και των εξαιρετικά δύσκολων συνθηκών εκείνης της περιόδου, καθώς το ξεκίνημά τους στηρίχθηκε στην προσπάθεια πέντε – δέκα αγωνιστών, που στη συνέχεια κατόρθωσε να συσπειρώσει έναν αξιόλογο, για τα δεδομένα εκείνης της περιόδου, αριθμό αγωνιστών. Παρά το γεγονός πως αντιπροσώπευαν μια μικρή δύναμη την περίοδο αυτή, έδωσαν σκληρές μάχες για την προβολή και τη νίκη της γραμμής τους στο λαϊκό κίνημα και σε πολλές περιπτώσεις, μέσα στις παλλαϊκές διαδηλώσεις, μπόρεσαν να βάλουν την πολιτική σφραγίδα τους και να επηρεάσουν, να προσδιορίσουν αυτοί την κατεύθυνση εξέλιξης των γεγονότων.

Το πιο σημαντικό ήταν πως, μέσα από τις αλλεπάλληλες συγκρούσεις με την αντίδραση και το ρεβιζιονισμό, πρόβαλαν την ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία τους, το πολιτικό τους πρόγραμμα μπροστά στις λαϊκές μάζες και δέθηκαν με αυτές, συσπειρώνοντας στις γραμμές τους, σ’ αυτά τα τρία περίπου χρόνια της δράσης τους, έναν αξιόλογο για τις συνθήκες εκείνες αριθμό αγωνιστών, θέτοντας ισχυρές παρακαταθήκες για την επόμενη περίοδο.

Γι’ αυτό και, παρά τις αρνητικές εξελίξεις που σημειώθηκαν αργότερα στους κόλπους του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος με τις αντιπαραθέσεις και διασπάσεις στις γραμμές του, όλη η δουλειά αυτής της περιόδου και το έργο της “Αναγέννησης’’, που έριξε τα θεμέλια, παραμένει μέχρι σήμερα ένα κοινό κτήμα και σημείο αναφοράς όλων των μαρξιστών – λενινιστών, όλων όσων εξακολουθούν να αγωνίζονται για τις μεγάλες αρχές που υπεράσπισε και πρόβαλε η “Αναγέννηση”.

Η πάλη της Οργάνωσης Μαρξιστών – Λενινιστών Ελλάδας (ΟΜΛΕ) στην περίοδο της φασιστικής δικτατορίας 1967 – 1974

Με την επιβολή της φασιστικής δικτατορίας στις 21 Απρίλη 1967, πολλά στελέχη και μέλη της οργάνωσης πιάστηκαν και κλείστηκαν στα στρατόπεδα εξορίας. Τα στελέχη που κατόρθωσαν να διαφύγουν τη σύλληψη προχώρησαν στη δημιουργία παράνομης οργάνωσης, αναπτύσσοντας σταθερά τη δράση τους στις νέες δύσκολες συνθήκες της παρανομίας. Η οργάνωση αυτή άρχισε να κυκλοφορεί ένα “Πληροφοριακό Δελτίο” και, στη συνέχεια, την εφημερίδα “Προλεταριακή Σημαία” σαν όργανο των μαρξιστών – λενινιστών της Ελλάδας. Ακριβώς την περίοδο αυτή έγινε γνωστή και καθιερώθηκε σαν η Οργάνωση Μαρξιστών – Λενινιστών Ελλάδας (ΟΜΛΕ).

Απ’ όλες τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας, η ΟΜΛΕ ήταν η μόνη που διακήρυξε ανοιχτά μπροστά στις λαϊκές μάζες μια αγωνιστική γραμμή για την ανατροπή της φασιστικής δικτατορίας και της αμερικανοκρατίας, με σταθερή εμπιστοσύνη στο λαό και στη δύναμη του λαϊκού αγώνα.

Αποκάλυψε το ρόλο των Αμερικάνων ιμπεριαλιστών και του ΝΑΤΟ, κατάγγειλε την αντιλαϊκή και αντεθνική πολιτική της φασιστικής χούντας, ξεσκέπασε την καιροσκοπική στάση της αστικής αντιπολίτευσης και τον συνθηκολόγο και αποδιοργανωτικό ρόλο των ρεβιζιονιστών. Έδωσε σημαντικές πολιτικές μάχες ενάντια στα δύο ψευτοδημοψηφίσματα που οργάνωσε το φασιστικό καθεστώς, το 1968 για το “Σύνταγμα” και το 1973 για την “Προεδρική Δημοκρατία”, και για το ξεσκέπασμα της μαρκεζινικής “φιλελευθεροποίησης”, προβάλλοντας και στις δύο περιπτώσεις τη θέση της αποχής από τη φασιστική φαρσοκωμωδία, σε αντιπαράθεση με τη γραμμή της συμμετοχής που υιοθέτησαν οι δυνάμεις της αστικής αντιπολίτευσης και τα δυο ρεβιζιονιστικά κόμματα, μια γραμμή προσαρμογής και υποταγής στη φασιστική νομιμότητα.

Τα μέλη και στελέχη της ΟΜΛΕ δούλευαν δραστήρια για το ανέβασμα της αγωνιστικότητας μέσα στις μάζες των εργαζομένων και της νεολαίας, για την καταπολέμηση των αυταπατών, του πνεύματος της αναμονής και του διπλώματος που καλλιεργούσαν μέσα στο λαό οι εκπρόσωποι της αστικής αντιπολίτευσης και οι σύμμαχοί τους ρεβιζιονιστές κάθε απόχρωσης. Η βασική προσπάθειά τους ήταν να δείξουν πως ο φασισμός μπορούσε να ανατραπεί, ενισχύοντας την πίστη στο μοναδικό μέσο για την επίτευξη αυτού του σκοπού, που ήταν ο αγώνας.

10. Σταδιακά, νέες δυνάμεις έρχονταν να ενταχθούν στις γραμμές της ΟΜΛΕ, ενώ ξεκίνησαν να συγκροτούνται αντιφασιστικές – αντιιμπεριαλιστικές πολιτικές ομάδες, κύρια στους φοιτητικούς χώρους. Οι δυνάμεις αυτές αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα στα τελευταία χρόνια της δικτατορίας και, έτσι, στη διάρκεια της εξέγερσης του Πολυτεχνείου μπόρεσαν να παίξουν τον πρωτοπόρο ρόλο τους, να συνεισφέρουν στην οικοδόμηση μιας πλατιάς αντιφασιστικής – αντιιμπεριαλιστικής ενότητας στο φοιτητικό κίνημα και να δώσουν τη συμβολή τους στη γενικότερη λαϊκή πάλη για την ανατροπή της φασιστικής δικτατορίας.

Στην κατεύθυνση αυτή ο ΟΜΛΕ, ύστερα από την πρωθυπουργοποίηση του Μαρκεζίνη το 1973, ξεσκέπασε τη μανούβρα της “φιλελευθεροποίησης”, κατάγγειλε τη συμμετοχή της αστικής αντιπολίτευσης και των ρεβιζιονιστών στις λεγόμενες “πολιτικές διαδικασίες”, κάλεσε το λαό να σαμποτάρει αυτές τις διαδικασίες που αποσκοπούσαν να λουστράρουν το δικτατορικό καθεστώς, και ανέλαβε δραστήριες προσπάθειες ανάμεσα στις εργαζόμενες μάζες για την οργάνωση της αντίστασής τους, διαδραματίζοντας πρωτοπόρο ρόλο στην εξέγερση του Νοέμβρη.

Ένα μήνα πριν από τον ηρωικό ξεσηκωμό τόνιζε: «Για όποιον δεν νοσταλγεί την αντιπολίτευση στα πλαίσια της φασιστικής νομιμότητας, όπως συμβαίνει με την αστική αντιπολίτευση και τους συρόμενους πίσω απ’ αυτήν ρεβιζιονιστές ηγέτες, αυτό που επέρχεται στη χώρα μας, και που έχει τεράστια σημασία, δεν είναι η επάνοδος στο κοινοβούλιο και οι εκλογές με τη συμμετοχή των υπό τον έλεγχο του “Συνταγματικού Δικαστηρίου” “εθνικοφρόνων” κομμάτων, αλλά η ανάπτυξη των μαζικών αγώνων της εργατικής τάξης και της νεολαίας, που ανοίγουν ελπιδοφόρες προοπτικές για την ανάπτυξη ενός πλατιού αντιφασιστικού – αντιιμπεριαλιστικού κινήματος”. (Απόφαση ΟΜΛΕ, Οκτώβρης 1973, “Λαϊκός Δρόμος” Νο 17).

Ο επαναστατικός ξεσηκωμός του Νοέμβρη προώθησε στην ημερήσια διάταξη τα μεγάλα αιτήματα για την απαλλαγή της Ελλάδας από την αμερικανονατοϊκή υποδούλωση και το γκρέμισμα της στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας και έδειξε το μοναδικό δρόμο για την πραγματοποίηση αυτών των αιτημάτων, που ήταν η ενεργητική συνένωση του φοιτητικού κινήματος με το αντιφασιστικό – αντιιμπεριαλιστικό επαναστατικό κίνημα, η επαναστατική συσπείρωση και πάλη των πλατιών λαϊκών μαζών με επικεφαλής την εργατική τάξη.

Κατά τη διάρκεια των γεγονότων του Νοέμβρη, αντιπαρατέθηκαν από την αρχή μέχρι το τέλος δυο βασικά αντίθετες πολιτικές γραμμές και κατευθύνσεις. Η πρώτη, που υποστηρίχθηκε και από τις δυο πτέρυγες του ρεβιζιονισμού, ήταν μια γραμμή άρνησης της κατάληψης του Πολυτεχνείου. Και όταν η γραμμή αυτή ανατράπηκε και χρεοκόπησε επεδίωξαν με κάθε τρόπο να περιορίσουν, να συγκρατήσουν και υπονομεύσουν το αντιφασιστικό, αντιαμερικάνικο και αντιιμπεριαλιστικό περιεχόμενο της εξέγερσης και τις αγωνιστικές διαθέσεις των μαζών. Η δεύτερη, που υποστηρίχθηκε από τους μαρξιστές – λενινιστές, ήταν μια σωστή αγωνιστική αντιφασιστική, αντιιμπεριαλιστική γραμμή που ανταποκρίνονταν στο επίπεδο των αγωνιστικών διαθέσεων του λαού και της νεολαίας και η οποία κυριάρχησε και έβαλε τη σφραγίδα της στον επαναστατικό ξεσηκωμό του Νοέμβρη.

11. Ένα κεφάλαιο της γενικής πάλης τους, στα χρόνια της φασιστικής δικτατορίας, αντιπροσώπευαν οι αγώνες των κρατούμενων μαρξιστών – λενινιστών. Στις φυλακές και ιδιαίτερα στα στρατόπεδα πολιτικών εξόριστων, έκαναν έναν παρατεταμένο και επίμονο αγώνα ενάντια στην ηττοπαθή γραμμή και πρακτική των ρεβιζιονιστών ηγετών, για τον αγωνιστικό προσανατολισμό των κρατουμένων κομμουνιστών, για το δυνάμωμα της αντίστασης ενάντια στη δικτατορία. Όλη η δουλειά τους είχε στόχο να ανεβαίνει το αγωνιστικό φρόνημα των κρατουμένων, να διαπαιδαγωγούνται οι αγωνιστές στο πνεύμα της κομμουνιστικής αδιαλλαξίας απέναντι στον εχθρό και, πάνω στη βάση αυτή, να οργανώνονται όλο και πιο ενεργητικές πολιτικές αντιδικτατορικές εκδηλώσεις, έτσι ώστε να φτάνει στο λαό το ανυπότακτο πνεύμα της αντίστασης και να δέχεται πλήγματα η φασιστική δικτατορία.

Σημαντικά αποτελέσματα έφερε η δουλειά που ανέπτυξε η ΟΜΛΕ, στην περίοδο της δικτατορίας, ανάμεσα στους έλληνες εργάτες, μετανάστες και φοιτητές στη Δ. Ευρώπη. Με πρωτοβουλία της, δημιουργήθηκε το Αγωνιστικό Μέτωπο Ελλήνων Εξωτερικού (ΑΜΕΕ) τον Ιούνη του 1967, μια αντιφασιστική, αντιιμπεριαλιστική, αντιρεβιζιονιστική οργάνωση, που αναπτύχθηκε γοργά και στάθηκε ο πρωτεργάτης μιας σειράς αντιδικτατορικών, αντιαμερικάνικων κινητοποιήσεων των Ελλήνων του εξωτερικού, ενώ το δημοσιογραφικό του όργανο, η εφημερίδα “Λαϊκή Ενότητα”, κατέκτησε χιλιάδες αναγνώστες.

Όλη η ανάπτυξη της δουλειάς της Οργάνωσης στο εξωτερικό συντελούνταν μέσα σε συνθήκες ιδεολογικής και πολιτικής σύγκρουσης με τους ρεβιζιονιστές και με διάφορα νεοτροτσκιστικά στοιχεία. Η πάλη για την ανατροπή της φασιστικής δικτατορίας και της αμερικανοκρατίας στην Ελλάδα συνδέθηκε στενά με την πάλη ενάντια στους ιδεολογικούς αντιπάλους του μαρξισμού – λενινισμού και στο εξωτερικό. Σημαντικό ρόλο στην πάλη αυτή έπαιξε το περιοδικό “Λαϊκός Δρόμος” που άρχισε να εκδίδεται το Δεκέμβρη του 1967 και στάθηκε το κέντρο του ιδεολογικού και πολιτικού αγώνα της Οργάνωσης στη Δ. Ευρώπη.

Η Μαρξιστική Λενινιστική Οργάνωση (ΜΛΟ) των πολιτικών προσφύγων οπό την Ελλάδα στις ανατολικές χώρες, ύστερα από την επιβολή της φασιστικής δικτατορίας, εκδήλωσε με κάθε τρόπο την αλληλεγγύη της στον αγώνα της ΟΜΛΕ και του λαού μας. Παρά τις πιέσεις, τους περιορισμούς και τα κάθε λογής μέτρα των ρεβιζιονιστικών κρατικών αρχών, έκαναν κύριο περιεχόμενο της καθημερινής πολιτικής τους δραστηριότητας τη συμβολή στον αγώνα του λαού και πραγματοποίησαν μια σειρά αντιφασιστικές, αντιδικτατορικές πολιτικές διαδηλώσεις, συγκεντρώσεις και εκδηλώσεις.

Στην πορεία του κοινού επαναστατικού αγώνα ανάμεσα στις δυο οργανώνεις, την ΟΜΛΕ και τη ΜΛΟ, αποκαταστάθηκε στενή επαφή και άρχισαν συζητήσεις που κατέληξαν στη δημιουργία, τον Αύγουστο του 1972, Συντονιστικού Γραφείου των δύο οργανώσεων. Τελικά οι δύο οργανώσεις ενοποιήθηκαν, στα πλαίσια της ΟΜΛΕ, τον Οκτώβρη του 1974.

Η κρίση και διάσπαση της ΟΜΛΕ. Η μεγάλη υποχώρηση του μ-λ κινήματος. Το ρεύμα του διαλυτισμού και αγνωστικισμού

12. Ύστερα από την πτώση της δικτατορίας, η ΟΜΛΕ πέρασε στη νομιμότητα, επανεκδόθηκε ο βδομαδιάτικος “Λαϊκός Δρόμος”, επανεμφανίστηκε η ΠΠΣΠ στις φοιτητικές σχολές, συγκροτήθηκε η Προοδευτική Μαθητική Συνδικαλιστική Παράταξη (ΠΜΣΠ) στο μαθητικό κίνημα, ενώ πραγματοποιήθηκε το πιο σημαντικό βήμα με τη δημιουργία εργατικής συνδικαλιστικής αντιρεφορμιστικής παράταξης σε πανελλαδικό επίπεδο, της Προοδευτικής Εργατικής Συνδικαλιστικής Παράταξης (ΠΕΣΠ).

Ταυτόχρονα, αναπτύχθηκε μια πλατιά δουλειά στις συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά με τη δημιουργία πολλών συνοικιακών συλλόγων που συσπείρωναν και κινητοποιούσαν ένα μεγάλο δυναμικό αγωνιστών.

Μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα, η δουλειά της ΟΜΛΕ και των παρατάξεων που συγκροτήθηκαν με πρωτοβουλία της αναπτύχθηκε σημαντικά, για να οδηγήσει στα χρόνια 1975 -1976 στον υψηλότερο, ως τότε, βαθμό την ιδεολογικοπολιτική και οργανωτική επιρροή του μ-λ κινήματος. Για πρώτη φορά, από το 1964, η ΟΜΛΕ είχε τη δυνατότητα να συμμετέχει με μαζικούς όρους όχι μόνο στο φοιτητικό κίνημα αλλά και στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, συσπειρώνοντας χιλιάδες αγωνιστές κάτω από τα πανό της στις μεγάλες δημοκρατικές, αντιιμπεριαλιστικές κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις εκείνης της περιόδου.

Αλλά τότε ακριβώς ξέσπασε ανοιχτά η κρίση στην ΟΜΛΕ και το μ-λ κίνημα μπήκε σε μια πορεία διαδοχικών διασπάσεων και κατακερματισμού των δυνάμεών του. Πρώτα έγινε η διάσπαση της ΟΜΛΕ, το Νοέμβρη του 1976, που οδήγησε στην εμφάνιση του Μ-Λ ΚΚΕ και του ΚΚΕ(μ-λ). Στα επόμενα χρόνια, οι δυο οργανώσεις γνώρισαν νέες διασπάσεις που αναπαρήγαγαν την ίδια μεθοδολογία και πρακτική, δημιουργώντας μια εξαιρετικά αρνητική και κρίσιμη κατάσταση στο μ-λ κίνημα.

Το 1979 διασπάται το Μ-Λ ΚΚΕ και το 1980-1982 δημιουργείται μια διαλυτική κατάσταση στο ΚΚΕ(μ-λ). Έκφραση αυτής της κρίσης ήταν τα διαδοχικά κύματα διαρροών μεγάλου αριθμού κομματικών και παραταξιακών μελών, ο περιορισμός της επιρροής και της ακτινοβολίας του, η μεγάλη εξασθένιση των δυνάμεών του που είχε σαν συνέπεια τη μείωση της παρουσίας και της πρακτικής δράσης του στους μαζικούς χώρους και γενικότερα στην πολιτική σκηνή της χώρας.

Στην μεταπολιτευτική περίοδο, εμφανίστηκε επίσης με αξιόλογη επιρροή, κύρια στο φοιτητικό κίνημα, το ΕΚΚΕ. Την παρουσία τους έκαναν ακόμα και ορισμένες άλλες οργανώσεις ή ομάδες που, όπως και το ΕΚΚΕ, είχαν δημιουργηθεί στον καιρό της δικτατορίας. Και σε αυτές τις οργανώσεις, επίσης, ξέσπασε κρίση που οδήγησε σε αλλεπάλληλες διασπάσεις και τελικά στη συρρίκνωση ή και τη διάλυση, τις περισσότερες από αυτές.

Στο τέλος της δεκαετίας του 1970, ισχυροποιείται, ιδιαίτερα στους χώρους της νεολαίας, το ρεύμα του διαλυτισμού, που τροφοδοτείται απ’ όλες τις αρνητικές πλευρές των νεολαιίστικων κινημάτων αμφισβήτησης της Δ. Ευρώπης, το οποίο, σε συνδυασμό με τις αντεπαναστατικές εξελίξεις στην Κίνα και την πολιτική και κοινωνική άνοδο της σοσιαλδημοκρατίας του ΠΑΣΟΚ, δημιουργεί ισχυρές τάσεις αποσυσπείρωσης στο μ-λ κίνημα.

Κόντρα σ’ αυτό το κλίμα των διασπάσεων και κατακερματισμού κινήθηκε η ΚΕΜΛ, μια οργάνωση που ανέπτυξε πλούσια δράση, τη μεταπολιτευτική περίοδο, στο φοιτητικό κίνημα στην Ήπειρο με κέντρο τα Γιάννινα. Το βασικό δυναμικό των στελεχών και μελών της ΚΕΜΛ αποφάσισε να προσχωρήσει στο Μ-Λ ΚΚΕ στα τέλη του 1977.

Το βασικό συμπέρασμα από τη διαβρωτική επίδραση του διαλυτισμού, που διατηρήθηκε και διατηρείται με άλλες μορφές ως τις μέρες μας, είναι ότι οι κομμουνιστές χρειάζονται να αντικρούσουν με λόγια και έργα το βασικό λιγκβινταριστικό οπλοστάσιο. Η αντικατάσταση της οργάνωσης – κόμματος με δίκτυα και οριζόντια σχήματα, ο αγνωστικισμός, η αμφισβήτηση των θεμελιωδών αρχών και της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος, η αναίρεση της εργατικής τάξης ως κεντρικού επαναστατικού υποκειμένου και η αντικατάστασή της με άλλα κοινωνικά στρώματα, η αποθέωση του αυθόρμητου και της «από τα κάτω δράσης» πρέπει να αντικρουστούν με πειστικότητα και αποφασιστικότητα.

13. Η κρίση στην ΟΜΛΕ κυοφορούνταν πολύ καιρό πριν και άρχισε να παίρνει σοβαρές και επικίνδυνες διαστάσεις μετά τη μεταπολίτευση. Μετά την πτώση της δικτατορίας, μπροστά στην ΟΜΛΕ ξανοίγονταν ένα ευρύτατο πεδίο δράσης. Είχαν δημιουργηθεί ευνοϊκές συνθήκες αλλά και μια σύνθετη πολιτική πραγματικότητα διεθνώς και στη χώρα μας. Και καλούνταν η οργάνωση, με νέες δυνάμεις και δυνατότητες, να δώσει απαντήσεις σε σημαντικά προβλήματα που αφορούσαν τη συγκρότηση, τη λειτουργία και την προοπτική της, τη διεθνή και την εσωτερική πολιτική της με την εμφάνιση του σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού και το ρόλο του ντόπιου ρεβιζιονισμού, τη γενική γραμμή και την τακτική της, το ξάνοιγμα όλης της δουλειάς της στις νέες αυτές συνθήκες.

Τότε ακριβώς στον καθοδηγητικό πυρήνα της οργάνωσης εμφανίστηκαν σοβαρές διαφωνίες. Διαφωνίες ανάμεσα στα καθοδηγητικά στελέχη της οργάνωσης είχαν εκδηλωθεί και σε προηγούμενες φάσεις του κινήματος, αλλά τώρα πήραν ένα γενικευμένο και οξύτατο χαρακτήρα. Και το χειρότερο ήταν πως αυτές οι διαφωνίες δεν αντιμετωπίστηκαν με σωστό κομματικό τρόπο σύμφωνα με το χαρακτήρα τους, ώστε να ξεπεραστούν και να επιλυθούν μέσα στα πλαίσια της οργάνωσης. Αντί για μια συντροφική, εσωκομματική συζήτηση των διαφωνιών και των διαφορών, όπως θα έπρεπε να γίνει για μια κομματική λύση στα προβλήματα που είχαν προκύψει, οι διαφωνίες ανάχθηκαν σε διάφορες ιδεολογικές, οππορτουνιστικές παρεκκλίσεις και ακολουθήθηκε ο δρόμος της εσωκομματικής πάλης και αντιπαράθεσης, που πήρε το χαρακτήρα γενικευμένης σύγκρουσης ανάμεσα σε δύο γραμμές και χώρισε τα στελέχη και τα μέλη σε δυο εχθρικά στρατόπεδα με τη διαμόρφωση φραξιονιστικών συσπειρώσεων, οδηγώντας αναπόφευκτα στη διάσπαση της ΟΜΛΕ με οδυνηρές συνέπειες.

Με αυτόν τον τρόπο, έκλεισε ο δρόμος για μια ουσιαστική συζήτηση πάνω στις διαφορετικές απόψεις και εκτιμήσεις που θα αναδείκνυε και το πραγματικό βάθος των προβλημάτων που υπήρχαν και εκδηλώθηκαν στην πορεία και άνοιξε ο δρόμος των διαδοχικών διασπάσεων, του κατακερματισμού των δυνάμεων και της βαθιάς κρίσης στην οποία μπήκε το μ-λ κίνημα.

Τα επίμαχα ζητήματα που βρέθηκαν στο επίκεντρο της εσωκομματικής αντιπαράθεσης, όπως η ανάλυση της διεθνούς κατάστασης εκείνης της περιόδου (“θεωρία των τριών κόσμων”), η εκτίμηση του ρόλου του σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού στον κόσμο και στη χώρα μας, η τοποθέτηση για το χαρακτήρα της πολιτικής του ΚΚΕ, και ορισμένα άλλα, είχαν σίγουρα τη σημασία τους, καταγράφοντας τις διαφορετικές απόψεις και αντιλήψεις που αντιπαρατέθηκαν, όμως δεν ήταν αυτές ή οι άλλες απαντήσεις σε αυτά τα ζητήματα που προσδιόρισαν και καθόρισαν την πορεία του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος της χώρας μας, όπως έδειξε η ίδια η ζωή τα τελευταία σαράντα χρόνια.

Άλλα ήταν τα πραγματικά και κρίσιμα προβλήματα που υπόβοσκαν και αναδείχθηκαν καθαρά την αμέσως επόμενη περίοδο. Και αυτά φάνηκε πως ήταν η ταλάντευση για την αναγκαιότητα της ιδεολογικοπολιτικής και οργανωτικής ρήξης με το ρεβιζιονισμό, ως πού πρέπει να φτάσει αυτή η ρήξη, και κατά πόσο μπορεί το μαρξιστικό – λενινιστικό κίνημα να τα βγάλει πέρα στην πάλη του με το ρεβιζιονισμό και να αλλάξει τους συσχετισμούς δυνάμεων μέσα στο κομμουνιστικό κίνημα. Και αυτή τροφοδοτούσε μια ακόμη μεγαλύτερη και καταστροφικότερη ταλάντευση, αν είναι σε θέση το κομμουνιστικό κίνημα να αναμετρηθεί και να τα βγάλει πέρα με το καπιταλιστικό και ιμπεριαλιστικό σύστημα, που στην πράξη οδηγούσε στην εγκατάλειψη του αγώνα, στην υπονόμευση και διάλυση του κομμουνιστικού κινήματος.

Σε αυτές ακριβώς τις συνθήκες, εκδηλώθηκε και αναπτύχθηκε στις γραμμές του μ-λ κινήματος, ξεκινώντας από ηγετικά του κλιμάκια, ένα διαλυτικό ρεύμα, στα τέλη της δεκαετίας ’70, κάτω και από την επίδραση της ρεβιζιονιστικής ανατροπής και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης στην Κίνα, που κήρυττε μέσα σε ένα κλίμα γενικού ιδεολογικού κλονισμού και αγνωστικισμού, την άρνηση, το μηδενισμό και την αυτοδιάλυση του μ-λ κινήματος, προξενώντας μεγάλη ζημιά στις οργανώσεις του.

Αυτοκριτική τοποθέτηση για τα λάθη μας χωρίς στείρα και καταστροφική λαθολογία. Το κύριο χαρακτηριστικό της δράσης του μ-λ κινήματος είναι η θετική συνεισφορά του στον αγώνα του λαού μας

14. Η εξέλιξη αυτή υπογραμμίζει τον κρίσιμο ρόλο και τις ευθύνες της καθοδήγησης και του κάθε στελέχους ξεχωριστά. Η αρνητική εμπειρία του κινήματός μας ανέδειξε ένα βασικό συμπέρασμα, πως η διάσπαση του καθοδηγητικού πυρήνα οδηγεί αναπόφευκτα και σε διάσπαση της οργάνωσης, ενώ αντίθετα στο βαθμό που διαμορφώνονται συνθήκες σωστής λειτουργίας και τα καθοδηγητικά στελέχη δουλεύουν με πνεύμα συντροφικότητας και ενότητας, στη βάση μιας επαναστατικής πολιτικής αρχών, τότε η οργάνωση δυναμώνει, ενισχύοντας τη συσπείρωση των γραμμών της.

Στις κυριότερες και πιο κρίσιμες φάσεις διαμόρφωσης του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος, ιδιαίτερα κατά την πρώτη περίοδο 1964 – 1976, δεν έγινε δυνατό να εξασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία και η αναγκαία σύμπνοια και ενότητα στον καθοδηγητικό πυρήνα. Στην ουσία, όλη αυτή την περίοδο, ποτέ δεν μπόρεσε να λειτουργήσει σωστά η οργάνωση με βάση τη λενινιστική συγκρότηση και τη θεμελιακή αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Η υποχώρηση του κομματικού πνεύματος, η χαλάρωση των συνεκτικών κρίκων της οργάνωσης, επέτρεψε ώστε η πάλη απόψεων να οδηγήσει στην ομαδοποίηση και τον φραξιονισμό. Η ίδια η εξέλιξη και η πορεία των πραγμάτων, αυτή την περίοδο, επιβεβαιώνει ότι ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα του μ-λ κινήματος ήταν ότι δεν μπόρεσε να διαμορφώσει και να σφυρηλατήσει ένα σταθερό επαναστατικό ηγετικό πυρήνα, ικανό να κρατήσει το τιμόνι της οργάνωσης σε κρίσιμες φάσεις. Βασικά καθοδηγητικά στελέχη της οργάνωσης, όπως έδειξε η πορεία τους, κλονίστηκαν ιδεολογικά, υιοθέτησαν βαθιά λαθεμένες απόψεις, οδηγήθηκαν στον αγνωστικισμό και στην άρνηση του μ-λ κινήματος.

Υπάρχουν σοβαρές ευθύνες των ηγετικών στελεχών για λάθη που διαπράχθηκαν και αυτές θα πρέπει να αποδοθούν με αντικειμενικότητα και αυστηρότητα ως προς το χαρακτήρα τους, παίρνοντας υπόψη τη συνολική προσφορά τους, τη στάση και την πρακτική τους κατά τη διάρκεια της πενηντάχρονης αγωνιστικής πορείας του μ-λ κινήματος.

Υπάρχουν και ορισμένοι ακόμη παράγοντες που επέδρασαν σε αυτή την εξέλιξη. Μέσα σε συνθήκες μεγάλων ανατροπών στο διεθνές και ντόπιο κομμουνιστικό κίνημα και απότομων πολιτικών εξελίξεων και εναλλαγών στις οποίες έκανε τα πρώτα του βήματα το μ-λ κίνημα, δεν έγινε δυνατό, και λόγω της άσχημης εσωκομματικής κατάστασης και των διασπάσεων που συντελέστηκαν στις γραμμές του, να αναπτυχθεί μια ουσιαστική προσπάθεια αφομοίωσης των νέων αγωνιστών που αποτελούσαν το μεγαλύτερο αριθμητικά τμήμα του, ώστε να κατακτήσουν τον επαρκή εκείνο ιδεολογικοπολιτικό εξοπλισμό που απαιτούσε η αντιμετώπιση των δύσκολων προβλημάτων.

Και ακόμα πιο σημαντικό ήταν το γεγονός πως υποτιμήθηκε η πιο σοβαρή δουλειά, αυτή για το τράβηγμα κόσμου από την εργατική τάξη, με αποτέλεσμα το μ-λ κίνημα να συγκροτηθεί βασικά από στοιχεία μικροαστικής προέλευσης, ενώ οι εργάτες αντιπροσώπευαν ένα ελάχιστο ποσοστό. Μια τέτοια κοινωνική σύνθεση της οργάνωσης αναπόφευκτα οδηγούσε σε αστάθεια και ταλαντεύσεις και η ταξική βάση της δεν ήταν αυτή που θα της εξασφάλιζε την αναγκαία σταθερότητα απέναντι στις μεγάλες ιδεολογικές και πολιτικές πιέσεις που δέχθηκε.

15. Τα λάθη του παρελθόντος, οι αδυναμίες και ανωριμότητες που εκδηλώθηκαν στις γραμμές του πρέπει να αποκαλυφθούν, να αναλυθούν και να εξηγηθούν θαρραλέα και αυτοκριτικά, για να αποτελέσουν έτσι έναν αρνητικό δάσκαλο και για να εξοπλιστούμε στην παραπέρα δουλειά μας.

Αλλά αυτό δεν μπορεί να έχει σχέση με τη στείρα και καταστροφολογική λαθολογία που μηδενίζει όλη τη δράση του μ-λ κινήματος και δεν βλέπει σε αυτή τίποτα άλλο εκτός από λάθη και αποτυχίες, σπέρνοντας την απογοήτευση, την απαισιοδοξία και την ηττοπάθεια.

Το μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα στη χώρα μας έχει πίσω του μια πορεία μισού αιώνα θετικών και αρνητικών εμπειριών. Μια πορεία που έχει σαν κύριο χαρακτηριστικό τη θετική συνεισφορά του, ώστε να κρατηθεί ανοικτός ο δρόμος για την ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος. Μια πορεία που επιβεβαιώνει την ορθότητα της ρήξης με τους φορείς του ρεβιζιονισμού και τη σπουδαία συμβολή του στην προώθηση του στρατηγικού καθήκοντος της ανασύστασης του κόμματος της εργατικής τάξης. Μια πορεία ταυτόχρονα και με αρνητικές εμπειρίες που συνδέονται με το λαθεμένο τρόπο επίλυσης των εσωκομματικών αντιθέσεων, με λάθη και αδυναμίες στην καθοδηγητική και οργανωτική συγκρότηση και λειτουργία του, στην πολιτική δουλειά και στην πολιτική τακτική του.

Τα προβλήματα του μ-λ κινήματος, όπως και τα λάθη που διέπραξε, θα πρέπει να εξεταστούν μέσα στο ιστορικό πλαίσιο και στις συνθήκες που επικρατούσαν εκείνη την περίοδο, παίρνοντας υπόψη ότι δυόμισι χρόνια μόλις μετά την έκδοση της “Αναγέννησης” και τη δημιουργία του μ-λ κινήματος και πριν καλά – καλά ο καθοδηγητικός του πυρήνας συγκροτηθεί, διαμορφωθεί και λειτουργήσει, επιβλήθηκε στη χώρα μας η εφτάχρονη στρατιωτικοφασιστική δικτατορία. Από το 1964 μέχρι το 1974 το μ-λ κίνημα έδωσε τη σύνθετη και δύσκολη πάλη του μέσα σε συνθήκες περιορισμών, απαγορεύσεων και διώξεων από τις κυρίαρχες αντιδραστικές δυνάμεις του συστήματος της υποτέλειας, σε συνθήκες ημινόμιμης και παράνομης πολιτικής δράσης, με πυκνές μεταβολές στο πολιτικό σκηνικό και με τις ρεβιζιονιστικές δυνάμεις να υποβάλλουν σε διωγμούς τους πρωτεργάτες του, να το συκοφαντούν και να το προβοκάρουν.

Ο καθοδηγητικός του πυρήνας λίγο μετά τη δημιουργία του διασκορπίστηκε. ‘Άλλα στελέχη του συνελήφθησαν αμέσως μετά το πραξικόπημα και βρέθηκαν στις φυλακές και στις εξορίες, άλλα πέρασαν στην παρανομία και ανέπτυξαν τη δράση τους στην Ελλάδα για να συλληφθούν αργότερα, να φυλακιστούν και να εξοριστούν, άλλα διέφυγαν στο εξωτερικό και ανέπτυξαν τη δράση τους στις χώρες της Δ. Ευρώπης, ενώ στις χώρες της Α. Ευρώπης παρέμεναν εγκλωβισμένα τα στελέχη και μέλη της πολιτικής προσφυγιάς (ΜΛΟ).

Αντιμέτωπα με διαφορετικά προβλήματα, ανάγκες και απαιτήσεις, ευρισκόμενα σε διαφορετικούς χώρους και συνθήκες, χωρίς τη δυνατότητα μιας ομαλής κομματικής ζωής που θα επέτρεπε μέσα από ουσιαστικές ιδεολογικοπολιτικές συζητήσεις μια γόνιμη ανταλλαγή απόψεων και γνωμών ή την ανεμπόδιστη ανάπτυξη της κριτικής και πάλης των διαφορετικών απόψεων πάνω στα σοβαρά προβλήματα της παγκόσμιας και εσωτερικής πολιτικής κατάστασης και στα σημαντικά ζητήματα του διεθνούς και του δικού μας κομμουνιστικού κινήματος που είχαν ξεσπάσει εκείνη την περίοδο, τα παλιά και νέα καθοδηγητικά στελέχη, μιας νεοδημιουργημένης οργάνωσης, διαμορφώνονταν κάτω από την επίδραση διαφορετικών παραγόντων, αντιλήψεων και επιρροών, που εκφράστηκε όταν βρέθηκαν μαζί ύστερα από την πτώση της φασιστικής δικτατορίας, το καλοκαίρι του 1974.

Τα διαφορετικά τμήματα του στελεχικού δυναμικού δεν συνενώθηκαν σε ένα συμπαγή πυρήνα που θα έδινε ώθηση σε όλη τη δουλειά της οργάνωσης, με βάση τις νέες ευνοϊκές συνθήκες μετά την πτώση της φασιστικής δικτατορίας και τις ενισχυμένες υποκειμενικές δυνατότητες που είχαν διαμορφωθεί, αλλά παρέμειναν στην πραγματικότητα “ξένα σώματα” που βαθμιαία, με την εμφάνιση των διαφωνιών και την αναγωγή τους σε ιδεολογικές παρεκκλίσεις, οδηγήθηκαν σε σύγκρουση με καταστροφικές συνέπειες για την ενότητα της οργάνωσης.

Η σχέση του μ-λ κινήματος της χώρας μας με το διεθνές μ-λ κίνημα, με το ΚΚ Κίνας και το ΚΕ Αλβανίας

16. Σημαντικό κεφάλαιο της πορείας και δράσης του μ-λ κινήματος της χώρας μας ήταν η σχέση του με το διεθνές μαρξιστικό – λενινιστικό κομμουνιστικό κίνημα και ειδικά η σχέση του με το ΚΚ Κίνας και το ΚΕ Αλβανίας.

Από τη σχέση του αυτή, το κίνημά μας πήρε μια μεγάλη ιδεολογική και πολιτική βοήθεια, αλλά δέχθηκε και σοβαρές αρνητικές επιδράσεις. Ο αρχειακός αγώνας του ΚΚΚ και του ΚΕΑ στη δεκαετία του 1960 ήταν μια τεράστια συνεισφορά στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και βοήθησε τους αγώνες των κομμουνιστών σ’ όλο τον κόσμο, όπως και το δικό μας αγώνα.

Αυτό αφορά, ιδιαίτερα, τους νέους δρόμους που άνοιξε η κινέζικη επανάσταση, τις ιστορικές εμπειρίες που πρόσφερε η ΜΠΠΕ, καθώς και τις γενικεύσεις της ιστορικής πείρας των επαναστατικών αγώνων όπως αποτυπώθηκαν σε μια σειρά έργα του Μάο Τσετούνγκ που ανέπτυξαν τη μαρξιστική – λενινιστική θεωρία.

Από την άλλη πλευρά, το κίνημά μας δέχθηκε πολύ σοβαρές αρνητικές επιδράσεις στις συνθήκες που στο ΚΕΑ και στο ΚΚΚ συντελέστηκαν οππορτουνιστικές ανατροπές και, πιο ειδικά, όταν η ρεβιζιονιστική κλίκα του Τεγκ Χσιάο Πιγκ κυριάρχησε στο ΚΚΚ και έβαλε τη Λαϊκή Δημοκρατία Κίνας στο δρόμο της καπιταλιστικής παλινόρθωσης.

Μετά το θάνατο του Μάο Τσετούνγκ (Σεπτέμβρης 1976), σοβαρές εξελίξεις δρομολογήθηκαν στο ΚΚ Κίνας. Η μεταβατική περίοδος της προεδρίας του Χούα Κούο Φενγκ στο ΚΚΚ, με το χτύπημα των τεσσάρων ηγετικών στελεχών του ΚΚΚ -που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ΜΠΠΕ- και την αποκατάσταση του Τενγκ Χσιάο Πιγκ -που την προηγούμενη περίοδο είχε αποτελέσει στόχο κριτικής για δεξιά, ρεβιζιονιστική γραμμή-, διαμόρφωνε τις προϋποθέσεις για να κυριαρχήσει, στη συνέχεια, ο δρόμος του ρεβιζιονισμού και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης.

Αν ήταν αναπόφευκτο το κίνημά μας να δεχθεί αυτές τις αρνητικές επιδράσεις, ωστόσο δεν ήταν καθόλου αναπόφευκτο αυτές να πάρουν το χαρακτήρα βαθιών τρανταγμών και να προκαλέσουν σοβαρές διαλυτικές καταστάσεις. Και αυτό έχει σχέση με τον τρόπο που είχε οικοδομηθεί το κίνημά μας.

Οι γενικές αδυναμίες και τα λάθη που σημειώθηκαν στην οικοδόμηση του μ-λ κινήματος της Ελλάδας δεν επέτρεψαν σ’ αυτό να δημιουργήσει μια ισχυρή αυτόνομη βάση, έτσι ώστε να μην επηρεάζεται και κλυδωνίζεται από τις αλλαγές στην πολιτική του ΚΚΚ και του ΚΕΑ. Και ακόμα περισσότερο, οι ίδιοι οι εσωτερικοί αγώνες στο κίνημά μας, οι διαφωνίες και οι αντιπαραθέσεις στους κόλπους του, καθορίστηκαν, σε σημαντικό βαθμό, από τα προβλήματα, τις διαφωνίες και αντιπαραθέσεις στο διεθνές μ-λ κομμουνιστικό κίνημα.

Δόθηκε συχνά μια τόση βαρύτητα και προσοχή στα προβλήματα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, ώστε να υποτιμηθούν τα ουσιαστικά προβλήματα της εσωτερικής ανάπτυξης του κινήματός μας και να μην δοθεί η προσοχή που έπρεπε στην εξέταση και αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1970, συγκεκριμένα το 1974 – 1975, ξέσπασε μια διαμάχη στους κόλπους του μ-λ κινήματος για την ανάλυση της παγκόσμιας κατάστασης εκείνης της περιόδου, γνωστής ως «θεωρία των τριών κόσμων». Η ανάλυση αυτή του ΚΚ Κίνας προσδιόριζε ότι ο πρώτος κόσμος αποτελείται από τις δύο υπερδυνάμεις, ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, ο δεύτερος κόσμος από τις υπόλοιπες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις με επίκεντρο την Ευρώπη και ο τρίτος κόσμος από τα καταπιεζόμενα έθνη και τους λαούς των φτωχών και αναπτυσσόμενων χωρών της Ασίας, της Αφρικής και της Λ. Αμερικής, τοποθετώντας την Κίνα στον τρίτο κόσμο. Με βάση αυτή την ανάλυση το παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα έπρεπε να στηριχθεί στον τρίτο κόσμο, να επωφεληθεί από τις αντιθέσεις στο στρατόπεδο του εχθρού και να δημιουργήσει το πιο πλατύ ενιαίο μέτωπο ενάντια στους κύριους εχθρούς της ανθρωπότητας, τις δύο υπερδυνάμεις. Την ανάλυση αυτή υιοθέτησε και υποστήριξε το Μ-Λ ΚΚΕ.

Ορισμένα κόμματα και οργανώσεις, που αναφέρονταν στο μ-λ κίνημα, διαστρέβλωσαν αυτή την ανάλυση και πρότειναν ενότητα με τις καπιταλιστικές χώρες του δεύτερου κόσμου ή ακόμα περισσότερο αντιΕΣΣΔ μέτωπο, στο όνομα του αντιηγεμονισμού. Επρόκειτο για μια βαθιά λαθεμένη ερμηνεία των αντιθέσεων σε διεθνή κλίμακα, που κατέληγε σε συμμαχία του κομμουνιστικού κινήματος με τις αστικές τάξεις των χωρών του τρίτου ή και του δεύτερου κόσμου. Στη χώρα μας σε μια τέτοια ακριβώς παρέκκλιση έπεσε η ηγεσία του ΕΚΚΕ.

Από την άλλη πλευρά, ήταν η σεχταριστική πολιτική που πρόβαλε η ηγεσία του ΚΕ Αλβανίας για τη διεθνή κατάσταση εκείνης της περιόδου. Μια πολιτική που οδήγησε τελικά το ΚΕΑλβανίας την περίοδο 1977-78 να περάσει σε μια δημόσια γενική επίθεση, διαστρέβλωση και απόρριψη της επαναστατικής γραμμής και του έργου του Μάο Τσετούνγκ, τόσο σε ότι αφορά τη θεωρητική του συνεισφορά για τη συνέχιση της επανάστασης στις συνθήκες της δικτατορίας του προλεταριάτου και για τη Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση, όσο και για την επαναστατική του πολιτική σε ότι αφορά την παγκόσμια κατάσταση και τον ενιαίο αγώνα των καταπιεζόμενων λαών και εθνών ενάντια στον ιμπεριαλισμό και σοσιαλιμπεριαλισμό.

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 με την καπιταλιστική παλινόρθωση στην Κίνα, η διάταξη των παγκόσμιων αντιθέσεων άλλαξε και κανένας λόγος αναφοράς στην ανάλυση για τους τρεις κόσμους δεν υφίσταται. Εξ άλλου την ανάλυση αυτή εγκαταλείπει αμέσως η νέα ρεβιζιονιστική ηγεσία του ΚΚ Κίνας που κάνει εταίρους και συμμάχους τις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ και αποκαθιστά κομματικές σχέσεις με το ΚΚΣΕ.

Το επαναστατικό κίνημα πρέπει να αξιοποιεί τις αντιθέσεις στο αντίπαλο στρατόπεδο, όπως έκανε καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα, απομονώνοντας τον κύριο εχθρό, προωθώντας μια ενιαιομετωπική πολιτική με όλες τις δυνάμεις που είναι δυνατό να ενωθούν, διασφαλίζοντας την ανεξαρτησία του κομμουνιστικού κινήματος, τη συγκρότηση και την ηγεμονία της εργατικής τάξης.

Το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως, στην πάλη για την απελευθέρωση του λαού μας, πρέπει να στηριζόμαστε, πριν απ’ όλα, στις δικές μας δυνάμεις, δημιουργώντας ένα ισχυρό και αυτόνομο επαναστατικό κίνημα στον τόπο μας, που ενώ θα διατηρεί και θα αναπτύσσει τους διεθνιστικούς δεσμούς του με τα άλλα τμήματα του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος, θα διαφυλάσσει ταυτόχρονα την ανεξαρτησία του, την ικανότητά του να χαράζει τη γραμμή του και να καθορίζει τα καθήκοντά του με ανεξάρτητο τρόπο.

Αυτό απαιτεί να δεθούμε γερά με τον τόπο μας και με τα προβλήματά του και να έχουμε σαν κύριο προσανατολισμό την πραγματοποίηση της επανάστασης στη χώρα μας. Προωθώντας την επαναστατική υπόθεση του λαού μας, συμβάλλουμε και στην προώθηση της παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας.

Αγώνας για το ξεπέρασμα της κρίσης και την επανασυσπείρωση των δυνάμεων του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος

17. Παρά τη βαθιά κρίση στην οποία μπήκε το μ-λ κίνημα με την πολλαπλή διάσπαση, εξασθένιση και συρρίκνωση των δυνάμεών του, είχε διαμορφώσει μέσα του εκείνες τις δυνάμεις που ξεπερνώντας τους τρανταγμούς και τις διαλυτικές καταστάσεις το κράτησαν όρθιο και ζωντανό.

Τόσο οι δυνάμεις του Μ-Λ ΚΚΕ που πήραν την πρωτοβουλία και προώθησαν την κομματική τους επανένωση στο ενωτικό συνέδριο του Μ-Λ ΚΚΕ το 1988, μια ενότητα που σφυρηλατήθηκε μέσα στους αγώνες τώρα και τριάντα χρόνια, επιβεβαιώνοντας έμπρακτα μέσα στη ζωή και τη δράση την ορθότητα και την αξία της. Όσο και δυνάμεις του ΚΚΕ(μ-λ) που πήραν την πρωτοβουλία να πάνε κόντρα στο ρεύμα της διάλυσης το 1980-82, να αναδημιουργήσουν το ΚΚΕ(μ-λ) και να αναπτύξουν στη συνέχεια τον αγώνα τους.

Μετά τη διάσπαση της ΟΜΛΕ το 1976, οι διάφορες οργανώσεις του μ-λ κινήματος, αφού πέρασαν από μια νέα φάση έντονης πολεμικής μεταξύ τους, διαμόρφωσαν βαθμιαία -κάτω από την πίεση των ίδιων των αναγκών του λαϊκού αγώνα αλλά και μέσα από μια διαδικασία αυτοελέγχου και κριτικού απολογισμού της πορείας τους – πιο ομαλές αμοιβαίες σχέσεις, αποκατέστησαν μια επικοινωνία μεταξύ τους και προώθησαν ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 την πολιτική συνεργασία τους, δημιουργώντας την “Κομμουνιστική Αριστερά” το 1985 από τις δυνάμεις του Μ-Λ ΚΚΕ και του ΚΚΕ (μ-λ). Παρ’ ότι το σχήμα αυτό δεν άντεξε στη δοκιμασία του χρόνου, κατέδειξε όμως τις δυνατότητες που διαμορφώνονταν για το ξεπέρασμα των αρνητικών καταστάσεων και την επανασυσπείρωση των δυνάμεων του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος.

Το βασικό συμπέρασμα που είχαν βγάλει οι δυνάμεις του Μ-Λ ΚΚΕ, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, αξιολογώντας τη διάσπαση της ΟΜΛΕ, τη διάσπαση του Μ-Λ ΚΚΕ το 1979 και την πορεία του μ-λ κινήματος στη συνέχεια, είναι πως οι σοβαρές διαφωνίες που εκφράστηκαν έπρεπε να λυθούν με διαφορετικό τρόπο, πως οι αντιθέσεις που εμφανίστηκαν δεν ήταν ανταγωνιστικές και ακριβώς πάνω στη βάση μιας τέτοιας γενικής εκτίμησης και αυτοκριτικής τοποθέτησης πρόβαλαν και προώθησαν τη γραμμή της ενότητας των μαρξιστικών – λενινιστικών οργανώσεων. Καρπός ακριβώς αυτής της γραμμής, αυτών των συμπερασμάτων και διδαγμάτων που έβγαλαν από τότε, ήταν η προώθηση της κομματικής επανένωσής τους με το ενωτικό συνέδριο του Μ-Λ ΚΚΕ το 1988. Και από τότε, αυτά τα συμπεράσματα και διδάγματα τα έχει ενσωματώσει στη γραμμή και τη δράση του και τα παλεύει επίμονα και σταθερά το Μ-Λ ΚΚΕ.

Παρ’ ότι μια τέτοια κατεύθυνση δεν καρποφόρησε γενικά, οι οργανώσεις του μ-λ κινήματος, στα χρόνια που πέρασαν, μπόρεσαν να αντέξουν στις πιέσεις του ταξικού αντιπάλου και του ρεβιζιονισμού, να διατηρήσουν και στην πορεία να ισχυροποιήσουν τις θέσεις τους και πάνω στη βάση αυτή, αν και δρώντας ξεχωριστά η καθεμιά, να συνεισφέρουν σε μια προοδευτική άνοδο του κινήματός μας γενικά.

Έτσι, σταδιακά από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, ανακόπτεται η πορεία κρίσης και κατακερματισμού των δυνάμεών του, ο γενικός ιδεολογικοπολιτικός του προσανατολισμός δικαιώνεται πάνω στα μεγάλα προβλήματα του κομμουνιστικού κινήματος και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης και επιβεβαιώνονται οι θέσεις του μέσα στη δοκιμασία του ταξικού αγώνα και του λαϊκού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Η δράση που αναπτύσσουν οι οργανωμένες δυνάμεις του μέσα στα συνδικάτα, στους χώρους δουλειάς και στη νεολαία, μέσα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και στους αντιιμπεριαλιστικούς αγώνες, διαδραματίζοντας μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις πρωτοπόρο ρόλο σε πολύμηνους απεργιακούς μαχητικούς αγώνες, δυναμώνει τους δεσμούς τους με τους εργαζόμενους και τους αγωνιστές του κινήματος. Έτσι, ύστερα από μία δύσκολη περίοδο, βγαίνει ενισχυμένο σε επίπεδο ιδεολογικοπολιτικής επιρροής και τα γεγονότα αποδεικνύουν πως αναπτύσσεται η απήχηση και επιρροή των θέσεων και της πολιτικής του μέσα στους εργαζόμενους και τη νέα γενιά.

18. Από την εποχή των διασπάσεων και της συνακόλουθης υποχώρησης του μ-λ κινήματος, πριν τέσσερις περίπου δεκαετίες, σήμερα το κίνημα αυτό συνολικά παρμένο, βρίσκεται στο καλύτερο σημείο του. Όχι μόνο γιατί ξέφυγε από τα χαμηλά επίπεδα όπου παρέμενε καθηλωμένο για αρκετά χρόνια και πλάτυνε σημαντικά την ιδεολογικοπολιτική και οργανωτική επιρροή του, αλλά και γιατί τα τελευταία χρόνια μια θετική προοπτική έχει διαμορφωθεί στις σχέσεις των δύο βασικών οργανώσεων του μ-λ κινήματος, του Μ-Λ ΚΚΕ και του ΚΚΕ(μ-λ), που παλεύει να αφήσει πίσω της αρνητικές καταστάσεις και να δώσει μια ώθηση στον κοινό μας αγώνα.

Οι κρίσιμες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες των τελευταίων χρόνων έθεσαν, με ιδιαίτερα επιτακτικό τρόπο, το καθήκον της κεντρικής πολιτικής συνεργασίας του ΚΚΕ (μ-λ) και του Μ-Λ ΚΚΕ, της ενίσχυσης μέσα στο κίνημα του ευρύτερου λαϊκού, αντιιμπεριαλιστικού, επαναστατικού προσανατολισμού που υπηρετούν δεκαετίες. Και σε αυτή την επιτακτική ανάγκη οι δύο οργανώσεις ανταποκρίθηκαν θετικά.

Φέτος την άνοιξη, συμπληρώνονται έξι χρόνια από τη δημιουργία της ΠΑΑΣ και στη συνέχεια της Λαϊκής Αντίστασης – Αριστερής Αντιιμπεριαλιστικής Συνεργασίας (ΛΑ-ΑΑΣ) που αποτέλεσαν καρπό αυτής της πολιτικής συνεργασίας. Οι δύο οργανώσεις, μέσα από την πανελλαδική δράση της ΛΑ-ΑΑΣ, δίνουν καθημερινά τη μάχη για να στηρίξουν και να ενισχύσουν τους αγώνες της εργατικής τάξης και του λαού μας, ενάντια στα βάρβαρα μνημόνια των κυβερνήσεων της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης και των ξένων αφεντικών της, ενάντια στην καπιταλιστική και ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση, καταπίεση και εξάρτηση.

Έξι χρόνια, το Μ-Λ ΚΚΕ και το ΚΚΕ (μ-λ) δίνουν από κοινού κεντρικές πολιτικές μάχες στη βάση ενός γενικού πολιτικού προσανατολισμού που κατοχυρώνει τον ανεξάρτητο πολιτικό ρόλο και τη δράση τους κόντρα στην πολιτική της συνθηκολόγησης της “πρώτη φορά κυβέρνησης αριστεράς” και ενάντια στην πολιτική του ρεβιζιονιστικού ΚΚΕ και των “μεταβατικών προγραμμάτων” ρεφορμιστικής έμπνευσης και κοπής. Η πολιτική συνεργασία των δύο οργανώσεων διαμόρφωσε ένα συναγωνιστικό κλίμα στις σχέσεις τους, ενίσχυσε την αλληλογνωριμία, τους αγωνιστικούς δεσμούς ανάμεσά τους, περιόρισε τις καχυποψίες, και το άσχημο κλίμα δεκαετιών.

Παρά τις αναπόφευκτες δυσκολίες και τα προβλήματα που προέκυψαν το διάστημα αυτό, παρά τις εκφρασμένες διαφορές απόψεων που υπάρχουν, ορισμένες μάλιστα σε σημαντικά ζητήματα, αυτό που προέχει στις σημερινές συνθήκες είναι, υιοθετώντας ένα πνεύμα συντροφικότητας, ειλικρίνειας και ισοτιμίας, να βαδίσουν σταθερά στο δρόμο που χάραξαν, στέλνοντας μήνυμα πως οι δυνάμεις του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος είναι μάχιμες μπροστά στις πολιτικές εξελίξεις, παλεύοντας να συσπειρώσουν και να εμπνεύσουν ευρύτερες δυνάμεις, να διαδώσουν το δικό τους μήνυμα μέσα στους αγώνες, το λαό και την Αριστερά.

Σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να επιμείνουμε, να εμβαθύνουμε τις σχέσεις των δύο οργανώσεων μέσα από ένα συντροφικό διάλογο πάνω στις διαφορές απόψεων που υπάρχουν με σκοπό την αντιμετώπισή τους, αφήνοντας πίσω τα λάθη του παρελθόντος, και στηριγμένοι σε όσα έχουν κατακτηθεί να επιχειρήσουμε ακόμα πιο ουσιαστικά βήματα την επόμενη περίοδο.

Για την ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος, την ενότητα των μαρξιστών – λενινιστών και την αναδημιουργία του πραγματικού κόμματος της εργατική τάξης

19. Η επίτευξη των σκοπών του κομμουνιστικού κινήματος συνδέεται άμεσα και καθοριστικά με την ύπαρξη ενός πραγματικά κομμουνιστικού κόμματος της εργατικής τάξης. Χωρίς ένα προλεταριακό κόμμα, στηριγμένο στην κοσμοθεωρία του μαρξισμού – λενινισμού, δοκιμασμένο σε πολύχρονους ιδεολογικούς, πολιτικούς, ταξικούς αγώνες, είναι αδύνατο το προχώρημα και η εκπλήρωση των θεμελιωδών σκοπών του. Αυτό έδειξε η εμπειρία του διεθνούς και του δικού μας κομμουνιστικού κινήματος όλη την προηγούμενη ιστορική περίοδο.

Το μαρξιστικό – λενινιστικό κίνημα της Ελλάδας, που συμπλήρωσε πάνω από μισό αιώνα αδιάκοπης πάλης και προσφοράς, από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας του έθεσε σαν βασικό στόχο την ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος, την αναδημιουργία ενός αυθεντικού κομμουνιστικού κόμματος της εργατικής τάξης. Ο στόχος αυτός, παρά τις σημαντικές αλλαγές που έχουν συντελεστεί τον τελευταίο μισό αιώνα, εξακολουθεί να αποτελεί και σήμερα κεντρικό καθήκον για την υπόθεση του λαϊκού, αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος.

Όλη η εμπειρία των τελευταίων πενήντα χρόνων έδειξε πως πρόκειται για ένα μεγάλο και δύσκολο καθήκον και θα απαιτηθούν σκληροί, επίπονοι και πολύχρονοι αγώνες έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι αναγκαίες, ιδεολογικές, πολιτικές και οργανωτικές προϋποθέσεις για να ενωθεί η βασική μάζα των κομμουνιστών, όπου κι αν βρίσκονται, στα πλαίσια ενός κόμματος, πάνω στις επαναστατικές αρχές του μαρξισμού – λενινισμού, ένα κόμμα ικανό να οργανώσει και να καθοδηγήσει τους λαϊκούς αγώνες και να προετοιμάσει σε μια πορεία τις λαϊκές μάζες για τις μεγάλες και αποφασιστικές αναμετρήσεις με τον ιμπεριαλισμό και τη ντόπια μεγαλοαστική τάξη.

Αυτός είναι ο δρόμος που πρέπει να διανύσει το μαρξιστικό – λενινιστικό κίνημα, σταθερά και αταλάντευτα, για να ανταποκριθεί στους μεγάλους επαναστατικούς σκοπούς του κομμουνιστικού κινήματος.

Για το Μ-Λ ΚΚΕ, αυτό αποτελεί ένα μακρόπνοο στόχο, που θα κατακτηθεί μέσα από την πρωτοπόρα δράση των κομμουνιστών στους εργατικούς και λαϊκούς αγώνες ενάντια στον ιμπεριαλισμό, την ντόπια ολιγαρχία και τους πολιτικούς υπηρέτες τους, μέσα από το ρίζωμα και το άπλωμα των δεσμών τους με την εργατική τάξη και τις πλατιές λαϊκές μάζες, σε αδιάλλακτο ιδεολογικοπολιτικό αγώνα με τη σοσιαλδημοκρατική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και τη ρεβιζιονιστική, ψευτοεπαναστατική πολιτική του ΚΚΕ και ενάντια στα ιδεολογικά ρεύματα του μικροαστικού εξεγερτισμού.

20. Ο αντιρεβιζιονιστικός αγώνας, διεθνώς και στη χώρα μας, υπήρξε ένας αναγκαίος και δίκαιος αγώνας, που υπεράσπισε τις μεγάλες θεωρητικές, ιδεολογικές και πολιτικές κατακτήσεις του κομμουνιστικού κινήματος, τον επαναστατικό δρόμο για την κοινωνική απελευθέρωση, για τη μεγάλη υπόθεση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Έδωσε μια πλούσια συνεισφορά στον παγκόσμιο αγώνα του προλεταριάτου και των καταπιεζόμενων λαών και εθνών και αποτελεί ένα ανεκτίμητο ιδεολογικό και πολιτικό κεφάλαιο για την ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος.

Το μαρξιστικό – λενινιστικό κίνημα έδωσε τις δικές του απαντήσεις σε όλα τα μεγάλα προβλήματα που συντάραξαν το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα, μισόν αιώνα τώρα, και οδήγησαν στην παλινόρθωση του καπιταλισμού στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες.

Η πορεία των γεγονότων των τελευταίων δεκαετιών επιβεβαιώνει τη θεωρητική αξία τους και τα καθιστά πολύτιμο εφόδιο για την κατανόηση της εμφάνισης, εξέλιξης και εδραίωσης του σοβιετικού αναθεωρητισμού, το κλειδί για την κατανόηση και ερμηνεία της παλινόρθωσης του καπιταλισμού στην Σ. Ένωση και στην Κίνα. Αυτές οι θέσεις που επιβεβαιώθηκαν μέσα στο καμίνι της ταξικής πάλης και της μεγάλης πολεμικής με το σύγχρονο ρεβιζιονισμό αποτελούν τη βάση για να προχωρήσουμε στο δρόμο της ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού κινήματος.

21. Το μαρξιστικό – λενινιστικό κίνημα της χώρας μας, παρά τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετώπισε και τις σκληρές δοκιμασίες του ταξικού και πολιτικού αγώνα, τις διώξεις, τις φυλακές και τις εξορίες, παρά τις αποτυχίες και τα σοβαρά λάθη των διασπάσεων που προξένησαν μεγάλη εξασθένιση των δυνάμεών του, ποτέ δεν έχασε τον επαναστατικό του χαρακτήρα και προσανατολισμό, την αγωνιστική διάθεση και πίστη των δυνάμεων που το συγκροτούν να συνεισφέρουν στην υπόθεση της εργατικής τάξης και του λαού μας, στο μεγάλο στόχο της ανασυγκρότησης του κομμουνιστικού κινήματος.

Έχοντας βαθιές ρίζες μέσα στο λαό και το κίνημα, συμπλήρωσε πάνω από μισό αιώνα συνεχούς αγωνιστικής δράσης και προσφοράς. Σε όλα αυτά τα χρόνια, οι δυνάμεις του βρέθηκαν πάντα στις πρώτες γραμμές των αγώνων ενάντια στον ξένο ιμπεριαλισμό και τη ντόπια μεγαλοαστική τάξη, τους πολιτικούς εκφραστές της και τις κυβερνήσεις τους. Την ΕΡΕ του Κ. Καραμανλή και την Ένωση Κέντρου του Γ. Παπανδρέου. Τη ΝΔ του Κ. Καραμανλή και όλων των διαδόχων του. Το ΠΑΣΟΚ του Α. Παπανδρέου και του Σημίτη. Το ΣΥΡΙΖΑ και την “πρώτη φορά κυβέρνηση Αριστεράς” του Τσίπρα.

Πάνω από μισό αιώνα, η φωνή του δεν έπαψε να ακούγεται στο στίβο της ταξικής πάλης και να ενισχύει τους λαϊκούς αγώνες. Χάρη στους αγώνες και τις προσπάθειες των μαρξιστών-λενινιστών αποκαλύφθηκε η αντεπαναστατική φύση του ρεβιζιονισμού, ξεσκεπάστηκε η απάτη του ρεφορμιστικού δρόμου και της ταξικής συνεργασίας και προβλήθηκε πλατιά η αναγκαιότητα του επαναστατικού δρόμου για την ανατροπή της κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού και της ντόπιας πλουτοκρατικής ολιγαρχίας και για τη λύση των ώριμων προβλημάτων της νεοελληνικής κοινωνίας. Η ιδεολογική και πολιτική γραμμή που πρόβαλαν κατάκτησε τις συνειδήσεις χιλιάδων κομμουνιστών, ενώ πολλά από τα συνθήματά τους έγιναν κτήμα πλατιών λαϊκών μαζών. Το μαρξιστικό – λενινιστικό κίνημα, μέσα από τους πολύχρονους αγώνες του, επιβεβαίωσε στην πράξη την αναγκαιότητά του και τον αναντικατάστατο ρόλο του και παραμένει πάντοτε μια ζωντανή πολιτική πραγματικότητα και μια ρεαλιστική ελπίδα για την ανάπτυξη του λαϊκού, αντιιμπεριαλιστικού κινήματος.

Ανασκοπώντας σήμερα όλη την περασμένη δράση του, το πιο σημαντικό δίδαγμα που προσφέρει αυτή η πορεία είναι η αναγκαιότητα για την υπερνίκηση της διάσπασης των γραμμών του, που θα του επιτρέψει να διαδραματίσει το ρόλο της κινητήριας δύναμης για την ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος.

Το Μ-Λ ΚΚΕ έχει προβάλει και παλέψει κοντά τρεις δεκαετίες τη γραμμή της ενότητας όλων των δυνάμεων του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος, οργανωμένων και ανένταχτων, στα πλαίσια μιας ενιαίας οργάνωσης που θα βάλει τέρμα στη διάσπαση.

Όλη η εμπειρία της προηγούμενης περιόδου έχει δείξει πως θα απαιτηθούν μεγάλες, συνειδητές προσπάθειες και στο βαθμό που θα συμβάλουν και θα συνεισφέρουν όλοι, ώστε να διαμορφωθούν εκείνες οι ιδεολογικές, πολιτικές και οργανωτικές προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν να προχωρήσει στη ζωή ο στόχος της ενότητας.

Οι αντικειμενικές και υποκειμενικές συνθήκες και προϋποθέσεις που διαμορφώθηκαν την τελευταία εξαετία, δημιουργούν ευνοϊκό έδαφος για να τεθεί και να απασχολήσει τις οργανωμένες δυνάμεις του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος η υπόθεση της ενότητας που αποκτά πλέον επιτακτικό χαρακτήρα μπροστά στις δύσκολες, κρίσιμες και επικίνδυνες εξελίξεις που έρχονται και ξεσπούν στην παγκόσμια σκηνή, στην περιοχή και στη χώρα μας.

100 χρόνια από την ίδρυση του ΚΚΕ και 50 από την δημιουργία του μ-λ κινήματος που αποτέλεσε την απευθείας συνέχεια του ΚΚΕ μετά το ρεβιζιονιστικό εκφυλισμό του

22. Φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από την ίδρυση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, μία επέτειος ορόσημο για το λαϊκό, επαναστατικό και κομμουνιστικό κίνημα της χώρας μας.

Το ΚΚΕ γεννήθηκε σαν ώριμος καρπός όλης της νεοελληνικής κοινωνικο-οικονομικής και πολιτικής εξέλιξης, ιδιαίτερα σαν αποτέλεσμα της κρίσης που δημιούργησε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και κάτω από την ισχυρή επίδραση της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης της Ρωσίας. Με την ίδρυση του ΚΚΕ η εργατική τάξη της χώρας μας απέκτησε το επαναστατικό πολιτικό της κόμμα, τον εκφραστή των ταξικών συμφερόντων της. Αυτό ήταν ένα μεγάλο, ιστορικό ορόσημο, που σημάδεψε βαθιά όλη την παραπέρα πορεία όχι μόνο του προλεταριάτου της Ελλάδας, αλλά και των άλλων εργαζομένων της πόλης και του χωριού, όλου του λαού και του έθνους μας.

Το Μ-Λ ΚΚΕ τιμά τα 100 χρόνια από την ίδρυση του ΚΚΕ υπερασπίζοντας την προσφορά και τις μακρόχρονες αγωνιστικές παραδόσεις του επαναστατικού ΚΚΕ, τον εμπνευστή, οργανωτή και καθοδηγητή των μεγάλων αγώνων του λαού μας στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, μέχρι να του ξεριζώσουν οι ρεβιζιονιστές την επαναστατική του ψυχή, μηδενίζοντας όλη τη δράση του και όλους τους αγώνες του και ιδιαίτερα χτυπώντας και συκοφαντώντας τον τρίχρονο ηρωικό αγώνα του ΔΣΕ ενάντια στους Αγγλοαμερικάνους ιμπεριαλιστές και τον ελληνικό μοναρχοφασισμό. Το κόμμα που γέννησε Μπελογιάννηδες, Μαλτέζους και Ηλέκτρες και τόσους αφανείς λαϊκούς ήρωες στα ένδοξα πεδία των μαχών του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ, στα εκτελεστικά αποσπάσματα, στις φυλακές και τις εξορίες, γαλουχημένους από το λαό και το κόμμα στα πιο ψηλά ιδανικά.

Το Μ-Λ ΚΚΕ τιμά τον ένα αιώνα από την ίδρυση του ΚΚΕ και το μισό αιώνα από τη δημιουργία του μαρξιστικού – λενινιστικού κινήματος της Ελλάδας, που αποτέλεσε την απευθείας συνέχεια του ΚΚΕ ύστερα από το ρεβιζιονιστικό εκφυλισμό του, αντλώντας διδάγματα από τους πλούσιους επαναστατικούς αγώνες τους για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και του λαού μας, για τη Λευτεριά, τη Δημοκρατία, την Εθνική Ανεξαρτησία και το Σοσιαλισμό, πασχίζοντας μέσα από το χώνεμα όλης αυτής της εμπειρίας των επιτυχιών και των λαθών και τη ζωντανή επαφή με τη σημερινή πραγματικότητα της ταξικής και της μνημονιακής βαρβαρότητας στη χώρα μας, να δώσουμε τη δική μας συμβολή στον αγώνα για την ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος και την αναδημιουργία του κόμματος της εργατικής τάξης, για την ανατροπή της κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού και της ντόπιας πλουτοκρατικής ολιγαρχίας, για τη μεγάλη υπόθεση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού.

Η ΚΕ του Μ-Λ ΚΚΕ

 

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το