Είναι γενικά αποδεκτό ότι όταν οι άνθρωποι δεν υπακούουν στην ανάγκη ή στη συνήθεια, το σύνολο των ενεργειών τους είναι συνάρτηση της γνώσης ή «γνώσης» που μεταφέρουν.

Αυτό σημαίνει ότι κάθε πράξη-παρέμβαση στην κοινωνική πραγματικότητα καθορίζεται σ’ ένα μεγάλο βαθμό από τις πληροφορίες που έχουν δεχτεί από το άμεσο κι έμμεσο περιβάλλον, από την οικογένεια, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, το σχολείο ­ ειδικά το τελευταίο έχει αποφασιστικό ρόλο στη μετάδοση πληροφοριών λόγω του συνεχούς και οργανωμένου τρόπου μετάδοσης.

Oι πληροφορίες σχηματίζουν κρίσεις και πεποιθήσεις που αποτελούν μέρος του μηχανισμού που κατευθύνει τις ενέργειές μας.

Στο σχολείο ο μαθητής διαμορφώνει τρόπο σκέψης και δράσης ανάλογα με τις πληροφορίες που έχει δεχτεί. Όταν η κοινωνική πραγματικότητα του μακρινού ή του κοντινότερου παρελθόντος παρουσιάζεται σωστά -όπως πραγματικά είναι- τότε το μάθημα συμβάλλει στη διαμόρφωση κοινωνικής συνείδησης ικανής να «βλέπει», να κατανοεί, να παρεμβαίνει θετικά. Όταν όμως κυριαρχεί η ιστορική ανακρίβεια, τότε διαμορφώνεται κοινωνική συνείδηση πλανημένη, ανίκανη να σχηματίζει σωστή αντίληψη και κρίση και συνεπακόλουθα σωστή πράξη.

Η Ιστορία αφηγείται ανθρώπινες ενέργειες που σαφώς συνεπάγονται τιμές ή ενοχές για όσους έχουν σχέση μ’ αυτές. Με βάση όσα μαθαίνει ο νέος άνθρωπος στο σχολείο, σχηματίζει αξιολογικές κρίσεις για άλλους ανθρώπους, για κοινωνικές ομάδες, στρώματα, τάξεις, σεβασμό και εμπιστοσύνη ή αποστροφή και έχθρα.

Τα πράγματα, λοιπόν, είναι σοβαρά και επικίνδυνα. Για ποιους; Μα για όσους (κοινωνικά στρώματα, ομάδες, τάξεις) ήταν απόντες από μεγάλα έργα ή έπαιξαν ρόλο αρνητικό ή θεωρούν ότι η αφήγηση κάποιων γεγονότων δεν ευνοεί τις δικές τους θέσεις, την ιδεολογία τους, τους σκοπούς τους.

Αυτοί, λοιπόν, χρησιμοποιούν διάφορες μεθόδους απόκρυψης της ιστορικής αλήθειας, όπως την αποσιώπηση, παραποίηση, παρερμηνεία κ.λπ. Όλ’ αυτά, μ’ έναν σκοπό: τη δημιουργία πλανημένων κοινωνικών συνειδήσεων που σκέφτονται και ενεργούν σε βάρος των ίδιων τους των συμφερόντων.

Οι ιστορικές αλήθειες κλειδώνονται στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και αντικαθίστανται από εθνικούς μύθους και στερεότυπα. Ακόμη και όταν η κυρίαρχη τάση συγγραφής της επίσημης Ιστορίας είναι μια νέα σύνθεση εθνοκεντρικού και ευρωκεντρικού προσανατολισμού, ακόμη και όταν στα πλαίσια αυτής της «γραμμής» φαίνεται να στέκεται κριτικά στη μυθολογία, ακόμη και τότε, «ξεχνάει» ότι η επανάσταση του 1821 είχε εχθρούς και φίλους.

Η Τουρκοκρατία εξέθρεψε κοινωνικές τάξεις με συγκρουόμενα και ανταγωνιστικά συμφέροντα. Η οθωμανική κυβέρνηση, δημιούργησε μια ελληνική αριστοκρατία διοικητικών οργάνων και φοροεισπρακτόρων. (…) Η ηθική και πολιτική θέση τούτης της τάξης αποδόθηκε άριστα με την ονομασία τους σαν είδος «χριστιανών Τούρκων».

Για να έρθουμε, όμως, το θέμα μας πολύ – πολύ συγκεκριμένα με μια μελέτη περίπτωσης.

Γρηγόριος Ε΄

Το 1870/71, στον εορτασμό για τα  50 χρόνια από την κήρυξη της Ελληνικής επανάστασης του 1821, με μια επίσημη τελετή γίνεται η ανακομιδή των οστών του Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης Γρηγορίου του Ε΄ από την Οδησσό στην  Αθήνα και η πανηγυρική ένταξή του στους ήρωες και πρωτεργάτες της ελληνικής επανάστασης.

Ο τότε Μητροπολίτης Αθηνών Θεόφιλος αναφέρθηκε με λεπτομέρεια στον απαγχονισμό του Πατριάρχη από τους Οθωμανούς το Μάρτιο του 1821, στο χλευασμό του σκηνώματος από τους μουσουλμάνους και τους Εβραίους και απέδωσε την ανεύρεση του σώματος μετά τον ποντισμό του στη Θεία Πρόνοια, που εμφανιζόταν να αποτελεί κινητήρια δύναμη της ιστορίας.

Επρόκειτο για μια ακόμη επινοημένη «κατασκευή» της Ιστορίας, διανθισμένη με το γραμμένο το 1872 -κατά παραγγελία του Πανεπιστημίου Αθηνών- ποίημα «Στον αδριάντα Γρηγορίου του Ε’» του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη,  μέσω της οποίας ο Γρηγόριος Ε’ ανάγονταν σε σύμβολο του έθνους και σε νεομάρτυρα.

Την ίδια χρονιά στήθηκαν οι δύο πρώτοι ανδριάντες προς τιμή του Γρηγορίου. Ο ένας κατασκευάστηκε με δαπάνη του Γεωργίου Αβέρωφ και τοποθετήθηκε στα προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ ο άλλος κατασκευάστηκε με δαπάνη του δημάρχου Οδησσού Γρηγορίου Μαρασλή και τοποθετήθηκε στο προαύλιο του μητροπολιτικού ναού της Αγίας Κυριακής, της γενέτειράς του Δημητσάνας.

Ωστόσο, ο άνθρωπος αυτός όχι μόνο δεν υποστήριξε την Ελληνική επανάσταση αλλά αντίθετα ήταν, μαζί με την πλειονότητα του ανώτερου κλήρου -σε αντίθεση με την πλειονότητα του λαϊκού κλήρου- ορκισμένος αντίπαλος της.

Ήταν αυτός που στην Εγκύκλιο του Μαρτίου 1821 ισχυρίστηκε ότι η κυριαρχία των Οθωμανών ήταν θεόπεμπτη και όποιος οργανώνει ανταρσία εναντίον τους, όπως ο Υψηλάντης και ο Σούτσος, κινείται εναντίον τού Θεού και γι’ αυτό η Εκκλησία τον αφορίζει και τον καταδικάζει σε αιώνια τιμωρία.

Αφορισμός

Ας δούμε ένα τμήμα του κειμένου του αφορισμού των Αλεξάνδρου Υψηλάντη και Μιχαήλ Σούτσου που υπεγράφη από τον ελέω Θεού Oικουμενικό Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε’ και τους άλλους “αγίους” ΕΠΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ώστε να προκαλεί πραγματική φρίκη:  

…Η πρώτη βάσις της ηθικής, ότι είναι η προς τους ευεργετούντας ευγνωμοσύνη είναι ηλίου λαμπρότερον και όστις ευεργετούμενος αχαριστεί είναι ο κάκιστος των ανθρώπων. Αυτήν την κακίαν βλέπομεν πολλαχού στηλιτευομένην και παρά των ιερών γραφών και παρ’ αυτού του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ασυγχώρητον, καθώς έχομεν το παράδειγμα του Ιούδα. Όταν δε η αχαριστία ήναι συνωδευμένη και με πνεύμα κακοποιόν και αποστατικόν εναντίον της κοινής ημών ευεργέτιδος και τροφού, κραταιάς και αηττήτου βασιλείας, τότε εμφαίνει και τρόπον αντίθεον, επειδή ουκ έστι, φησί, βασιλεία και εξουσία ειμή υπό Θεού τεταγμένη  όθεν και πας ο αντιττατόμενος αυτή τήθεόθεν εφ’ ημάς τεταγμένη κραταιά βασιλεία, τη του Θεού διαταγή ανθέστηκε… Και τα δύο ταύτα ουσιώδη και βάσιμα ηθικά και θρησκευτικά χρέη κατεπάτησαν με απαραδειγμάτιστον θρασύτατα και αλαζονείαν ο, τε προδιορισθείς της Μολδαυίας ηγεμών ως μη ώφειλε, Μιχαήλ, και ο του γνωστού αγνώμονος και φυγάδος Υψηλάντου αγνώμων υιός Αλέξανδρος Υψηλάντης… Και τόσον υμείς οι αρχιερείς, οι μοναστηριακοί, οι ιερωμένοι, και οι προεστώτες και ευκατάστατοι και πρόκριτοι εκάστου τόπου με την άγρυπνον προσοχήν σας, όσον και οι λοιποί εκάστης τάξεως και βαθμού άνθρωποι με τας εκ μέρους σας αδιαλείπτους συμβουλάς και νουθεσίας, και κατά τας πατρικάς και προνοητικάς εκκλησιαστικάς ημών οδηγίας και παραινέσεις να γενήτε εδραίοι και αμετακίνητοι επί του κέντρου του ρεαγιαλικίου, και εξ όλης ψυχής και καρδίας σας να διαφυλλάττετε την πίστιν και κάθε υποταγήν και ευπείθειαν εις αυτήν την θεόθεν εφ’ ημάς τεταγμένην κραταιάν και αήττητον βασιλείαν, και να αποδεικνύετε εντελώς με όλα τα πραγματικά της ειλικρινείας σημεία καθότι η μετ’ ευχαριστίας και ειλικρινείας υποταγή χαρακτηρίζει και την προς Θεόν αγάπην και πίστιν…Υπεγράφη συνοδικώς επάνωθεν του ιερού θυσιαστηρίου παρά της ημών μετριότητος και της μακαριότητός του και πάντων των συναδέλφων αγίων αρχιερέων.

  • Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως αποφαίνεται.
  • Ο Ιεροσολύμων Πολύκαρπος συναποφαίνεται.
  • Ο καισαρίας Ιωαννίκιος.
  • Ο Νικομηδείας Αθανάσιος.
  • Ο Δέρκων Γρηγόριος.
  • Ο Αδριανουπόλεως Δωρόθεος.
  • Ο Βιζύης Ιερεμίας.
  • Ο Σίφνου Καλλίνικος.
  • Ο Ηρακλείας Μελέτιος.
  • Ο Νικαίας Μακάριος.
  • Ο Θεσσαλονίκης Ιωσήφ.
  • Ο Βερροίας Ζαχαρίας.
  • Ο Δυδιμοτοίχου Καλλίνικος.
  • Ο Βάρνης Φιλόθεος.
  • Ο Ρέοντος Διονύσιος.
  • Ο Κυζίκου Κωνστάντιος.
  • Ο Χαλκηδόνας Γρηγόριος.
  • Ο Τουρνόβου Ιωαννίκιος.
  • Ο Πισειδίας Αθανάσιος.
  • Ο Δρύστας Άνθιμος.
  • Ο Σωζοπόλεως Παίσιος.
  • Ο Φαναρίου και Φερσάλων Δαμασκηνός.
  • Ο Ναυπάκτου και Άρτης Άνθιμος.

Η εχθρική αυτή στάση του Γρηγορίου του Ε΄ στην έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης επιχειρήθηκε να δικαιολογηθεί από ορισμένους κύκλους με τον ισχυρισμό ότι η Εγκύκλιος του Μαρτίου του 1821 ήταν προϊόν εξαναγκασμού από την Οθωμανική εξουσία και μιας μέριμνας του ίδιου του Γρηγορίου να προφυλάξει από τις σφαγές τους χριστιανούς. Ωστόσο μια ματιά να ρίξει κανείς στη στάση του Γρηγορίου στη διάρκεια της θητείας του στον Πατριαρχικό θρόνο μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του.

Κατά τη διάρκεια της πρώτης του κιόλας θητείας (1797-1798) ο Γρηγόριος, όταν ο Ρήγας Φεραίος κυκλοφόρησε την «Νέαν Πολιτικήν Διοίκησιν των κατοίκων της Ρούμελης, της Μ. Ασίας, των Μεσογείων Νήσων και της Βλαχομπογδανίας», στρέφεται εναντίον του ενώ την ίδια περίοδο κατακεραυνώνει τους κατοίκους των Ιονίων νήσων όταν έφταναν στα νησιά οι Γάλλοι του Nαπολέοντα. «O πονηρός και αρχέκακος όφις έχυσε στις ψυχές τους το φάρμακο της αποστασίας του Θεού. Tους έριξε στην αθεΐα και ασέβεια» (εννοώντας τη διάδοση του ορθολογισμού και του διαφωτισμού).

ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟ ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΟ ΔΟΥΛΕΙΑΣ

Δύο ήταν τα Εικοσιένα: Το ένα του λαού και των πιο προοδευτικών ανθρώπων εκείνου του καιρού, το άλλο των κοτζαμπάσηδων, του ανώτερου κλήρου και των πολιτικάντηδων. Του πρώτου οι ρίζες αντλούν από τα «Δίκαια του ανθρώπου» του Ρήγα Βελεστινλή, πάνω στο άλλο πέφτει βαρύς ο ίσκιος της «Πατρικής διδασκαλίας» του Μακαριωτάτου Πατριάρχη της αγίας πόλης της Ιερουσαλήμ κυρ- Ανθίμου- ή πιο σωστά του Γρηγορίου του Ε’» όπως αναφέρει ο ιστορικός Δημήτρης Φωτιάδης.

Εδώ μερικά αποσπάσματα από την «Πατρική διδασκαλία: «Εδώ αγαπητοί μοι χριστιανοί πρέπει να ιδώμεν και να θαυμάσωμεν την άπειρον του Θεού προς ημάς αγάπην. Ιδέτε λαμπρότατα τι οικονόμησεν ο άπειρος εν ελέει και πάνσοφος ημών Κύριος, δια να φυλάγη και αύθις αλώβητον την αγίαν και ορθόδοξον πάντων ημών των ευσεβών και να σώση τους πάντας. Ήγειρεν εκ του μηδενός την ισχυράν αυτήν βασιλείαν των Οθωμανών αντί της των Ρωμαίων ημών βασιλείας, η οποία είχεν αρχίσει τρόπον τινά να χωλαίνη εις τα της ορθοδόξου πίστεως φρονήματα και ύψωσε βασιλείαν αυτήν των Οθωμανών περισσότερον από κάθε άλλην δια να αποδείξη αναμφιβόλως ότι θείω εγένετο βουλεύματι και ουχί με δύναμιν των ανθρώπων και να πιστοποιήση πάντας τους πιστούς ότι με αυτόν τον τρόπον ηυδόκησε να οικονομήση μέγα μυστήριον, την σωτηρίαν δηλαδή εις τους εκλεκτούς λαούς…Ο αποστάτης διάβολος, δια να εκτραχηλίση και αύθις και φέρη εις απώλειαν τους εγκαταλειφθέντες εκλεκτούς πιστούς μεθοδεύθη εις τον τρέχοντα αιώνα μίαν άλλην πονηρίαν και απάτην ξεχωριστήν, δηλαδή το νυν θρυλλούμενον σύστημα της ελευθερίας (εννοεί τα δόγματα της Γαλλικής Επανάστασης) το οποίον κατ’ επιφάνειαν φαίνεται τάχα καλόν, όσον διά να απατήση, ει δυνατόν, και τους εκλεκτούς, υπάρχει όμως ένα δέλεαρ του διαβόλου και φαρμάκι ολέθριον δια να κατακρημνίση τους λαούς εις την απώλειαν και την ακαταστασίαν…».

Ο συντάχτης της «Πατρικής διδασκαλίας» συνεχίζει τους καλογερικούς του αφορισμούς για κάθε ιδέα πολιτικής ελευθερίας και προτρέπει τους χριστιανούς: «να αποκείσωσι τα ώτα εις τα της αθέου ταύτης ελευθερίας τα παραγγέλματα: α. διότι αύτη αντιβαίνει προς τα ρητά της Αγίας Γραφής, ήτις κελεύει υποτασσώμεθα εις τας υπερεχούσας αρχάς β. διότι ουδέν η ελευθερία προξενεί πρόσκαιρον καλόν της παρούσης ζωής…η ελευθερία τα πάντα άρδην και διέφθερε…Πανταχού το φαντασιώδες τούτο της ελευθερίας σύστημα  εγένετο παραίτιον πτωχείας, αρπαγών, φόνων, τελείας ασεβείας, ψυχικής απωλείας…απατηλαί είναι πάσαι αι των Φιλελευθέρων διδασκαλίαι. Προσέχετε χριστιανοί, φυλάξετε στερεάν την πατροπαράδοτον πίστιν και ως οπαδοί του Ιησού Χριστού απαρασάλευτον  την υποταγήν εις την πολιτικήν διοίκησιν ήτις χαρίζει ημίν όσα αναγκαία μόνον εις παρούσαν ζωήν…οι περί ελευθερίας καιναί διδασκαλίαι ως απάδουσαι εις την θείαν γραφήν και την αποστολικήν διδασκαλίαν είνε άρα αξιομίσητοι…».

O ίδιος ο Kοραής, με το έργο του «Αδελφική Διδασκαλία» (1798) επικρίνοντας τον φιλοτουρκισμό του Πατριαρχείου έτσι όπως αυτός εκφράζεται από φυλλάδιό του («Πατρική διδασκαλία», Έκδοση του Πατριαρχείου) αναφέρει ότι «υπερασπίζει και δικαιολογεί την τυραννίαν των Tούρκων ο συγγραφέας του βιβλίου».

Από την άλλη ποιος Έλληνας, σε όποια ηλικία κι αν βρίσκεται, δεν γνωρίζει να πει δυο λόγια για το «Κρυφό Σχολειό» ή για το «ξεκίνημα της Επανάστασης στην Αγία Λαύρα στις 25 Μάρτη»; Μπορεί να μη γνωρίζουμε για την τύχη των πρωτεργατών τής Επανάστασης, για την εξάρτηση και τους ξένους προστάτες, για την κατάληξη του Αγώνα, όμως όλοι μπορούμε εύκολα να αναφερθούμε στα «δύο πιο σημαντικά γεγονότα της Νεότερης Ιστορίας μας, στο κρυφό σχολειό και στην ευλογία των όπλων στην Αγία Λαύρα από τον Π.Π. Γερμανό, που αποτέλεσε και αφετηρία της Ελληνικής Επανάστασης», όπως χρόνια πολλά τώρα αναφέρουν τα βιβλία, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και οι εορταστικοί λόγοι στα σχολεία.

Κι αν μας διαφεύγουν κάποιες λεπτομέρειες των βιβλίων, αν έχουμε ξεχάσει τους αναρίθμητους επετειακούς λόγους, σίγουρα έχουμε αποτυπώσει τα πρόσωπα, τις εικόνες, από τους γοητευτικούς πίνακες του Γύζη και του Βρυζάκη, που μαζί με το «Φεγγαράκι μου λαμπρό» του Ιωάννη Πολέμη έμειναν ανέπαφοι – χαραγμένοι βαθιά στη μνήμη. Γιατί η εικόνα λειτουργεί σαν πληροφορία που δεν δέχεται αμφισβήτηση, καθώς βοηθάει να γίνει παρόν το περιεχόμενό της, λειτουργώντας σαν αυτόπτης μάρτυρας.

Ο Γύζης (1824-1901), o ζωγράφος του πίνακα που «αναπαριστά» το κρυφό σχολειό (1886), έκανε ανώτερες σπουδές στη Σχολή Καλών Τεχνών του Μονάχου με υποτροφία του ευαγούς Ιδρύματος Τήνου. Με τη φροντίδα, δηλαδή, και την καθοδήγηση της Εκκλησίας. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης διακατεχόταν από βαθιές θρησκευτικές τάσεις και η ζωγραφική του παρέμεινε ερμητικά κλειστή στις μεγάλες αναταραχές που είχαν επηρεάσει το σύνολο των καλλιτεχνών σε Γαλλία και Γερμανία.

Ο Βρυζάκης (1814-1878), αφού φιλοτέχνησε τη λεγόμενη προσωπογραφία του Όθωνα (1837), έκανε ανώτερες σπουδές στο Μόναχο, αφού πήρε μια μεγάλη υποτροφία (για 10 χρόνια) από τη Βαυαρική κυβέρνηση.

Ο πίνακας του Βρυζάκη «Ο Μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει τη σημαία της Ελευθερίας» (1851) και ο πίνακας του Γύζη «Το Κρυφό Σχολειό» (1886) έγιναν σε μια συγκεκριμένη εποχή που βρισκόταν ήδη σε πλήρη εξέλιξη η σκύλευση πάνω στο πτώμα της Επανάστασης του ’21 και η Εκκλησία σε πλήρη σύμπνοια με την Πολιτεία μετέδιδε τη δική της εκδοχή για το παρελθόν.

Χρήστος Κάτσικας

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το