της Κωνσταντίνας Λύγκουρη

(καθηγήτρια Ρωσικής γλώσσας)

Η μοίρα της γλώσσας, ως κοινωνικού φαινομένου, συνδέεται στενά με την ιστορία της κοινωνίας και των ανθρώπων που τη μιλούν. Γεννιέται και αναπτύσσεται σύγχρονα με τη γέννηση και την ανάπτυξη της κοινωνίας, αντανακλώντας τις αλλαγές που συντελούνται σε αυτήν. Για αυτό άλλωστε ο Λένιν, ο ηγέτης της μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης, γράφει πως η γλώσσα είναι «το πιο σημαντικό μέσο της ανθρώπινης επικοινωνίας».

Η γλώσσα, λοιπόν, ως εργαλείο επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη σκέψη. Καταγράφει και καθορίζει, μέσα από τις λέξεις και τη σύνθεση αυτών σε προτάσεις, τη λειτουργία της σκέψης, τις προόδους της εργασίας του ανθρώπου ώστε να προσλαμβάνει γνώσεις, να διερευνά και να ερμηνεύει την πραγματικότητα, να ανταλλάσσει ιδέες, να διαμορφώνει σύστημα αξιών.

Η Ρωσική γλώσσα είναι η εθνική γλώσσα του ρωσικού λαού και ανήκει στον σλαβικό κλάδο της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας γλωσσών. Αποτελεί μία από τις πιο διαδεδομένες γλώσσες του κόσμου και όπως πολλές άλλες γλώσσες, διήνυσε μια μακρά εξελικτική πορεία και συνεχίζει να εξελίσσεται. Βασικοί σταθμοί σε αυτήν την εξελικτική της πορεία είναι οι εξής: Η αποσύνθεση της ινδοευρωπαϊκής κοινότητας γλωσσών οδήγησε στη δημιουργία διαφόρων συναφών γλωσσών, όπως η λατινική, ελληνική, γερμανική κ.λπ. Σύμφωνα με ορισμένους γλωσσολόγους, στις αρχές της 3ης χιλιετίας π.Χ. υπήρξε ένας διαχωρισμός της σλαβικής γλώσσας (ή μάλλον, μιας ομάδας φυλών που μιλούσαν παρόμοιες διαλέκτους από τις οποίες σχηματίστηκε η σλαβική γλώσσα). Οι σλαβικές αυτές φυλές καταλαμβάνουν μια τεράστια έκταση στην ανατολική και κεντρική Ευρώπη, στο μεγαλύτερο μέρος της Βαλκανικής Χερσονήσου, κι έτσι η προσλαβική εθνογλωσσική ενότητα διασπάται

  1. σχηματίζοντας τρεις εθνικές συγγενικές ομάδες: ανατολική, δυτική και νότια. Η περίοδος αυτή ονομάζεται προσλαβική ή περίοδος της κοινής σλαβικής γλώσσας-βάσης και τελείωσε πιθανότατα στις αρχές της 1ης χιλιετίας μ.Χ.
  • Οι ανατολικοί Σλάβοι άρχισαν να χρησιμοποιούν μια σχετικά ενοποιημένη ανατολικοσλαβική γλώσσα (παλιά ρωσική ή γλώσσα της Ρωσίας του Κιέβου). Στην επόμενη περίοδο, έγινε η γλώσσα του κράτους όχι μόνο της ίδιας της Ρωσίας του Κιέβου, αλλά και των λιθουανικών και μολδαβικών δουκάτων και αποτέλεσε τη βάση μιας ενιαίας εκκλησιαστικής σλαβικής γλώσσας (της γλώσσας της Ορθόδοξης Εκκλησίας). Η γραπτή της βάση συνδέεται με τον εκχριστιανισμό των Ρώσων στο τέλος του 10ου αι. μ.Χ. και με την δημιουργία του κυριλλικού αλφάβητου, από τους αδελφούς Έλληνες θεολόγους, Κύριλλο και Μεθόδιο.  
    Καθώς ο φεουδαρχικός κατακερματισμός εντείνεται και ο Τάταρο-Μογγολικός ζυγός ανατρέπεται, σχηματίζονται τρία κέντρα εθνογλωσσικών ενοτήτων: το βόρειο-ανατολικό των Μεγαλορώσων, το δυτικό των Λευκορώσων και το νότιο των Μαλο-ρώσων (Ουκρανών). Έτσι, η ανατολική Σλαβική ομάδα γλωσσών χωρίζεται σε τρεις συναφείς γλώσσες: Ρωσική, Λευκορωσική και Ουκρανική. Από τον 14ο και 15ο αιώνα σχηματίστηκε η γλώσσα της μεγάλης ρωσικής εθνικότητας.

Η εξέλιξη της ρωσικής εθνικής γλώσσας υπήρξε ραγδαία κατά τον 17ο αιώνα ταυτόχρονα με την δημιουργία του ρωσικού κράτους και την ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων. Στην πραγματικότητα, από τον 17ο αιώνα η διαδικασία της ενοποίησης των εδαφών με πληθυσμό που μιλάει ρωσικά τελειώνει ήδη. Το φωνολογικό σύστημα, η γραμματική δομή και το λεξιλόγιο αποτελούν τη βάση της ρωσικής γλώσσας. Παρουσιάζει όμως πολυπλοκότητα στη χρήση και τη γραπτή αποτύπωσή της, αφού σταθεροί κανόνες δεν είχαν ακόμη διαμορφωθεί. Στις αρχές του 18ου αιώνα εισχωρεί πληθώρα λέξεων και εκφράσεων από τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες και ξεκινά να αναπτύσσεται η γραφή, η επιστημονική, ιατρική, πολεμική, ναυτική ορολογία και να δημιουργούνται εθνικοί γλωσσικοί κανόνες.      
Τον κύριο ρόλο στη θεωρητική θεμελίωση της ρωσικής γλώσσας διαδραμάτισε ο μεγάλος Ρώσος επιστήμονας Λομονόσοφ, με τη δημιουργία της πρώτης ρωσικής γραμματικής, η οποία έχει θεωρητική και πρακτική σημασία: πέτυχε τον εξορθολογισμό της λογοτεχνικής γλώσσας και την επεξεργασία των κανόνων χρήσης των στοιχείων της. «Όλες οι επιστήμες», εξηγεί, «έχουν ανάγκη τη γραμματική».   

ΠΟΥΣΚΙΝ

   
Ο θεμελιωτής όμως της εθνικής ρωσικής γλώσσας ήταν ο μεγάλος Ρώσος ποιητής Αλεξάντρ Σεργκέγεβιτς Πούσκιν. Στην ποίηση και την πεζογραφία, το κύριο, κατά την άποψή του, είναι «το αίσθημα αναλογικότητας και συνάφειας»: κάθε στοιχείο είναι κατάλληλο εάν μεταφέρει με ακρίβεια τη σκέψη και το συναίσθημα.

Αλεξάντρ Σεργκέγεβιτς Πούσκιν:
Θεμελιωτής της Ρωσικής λογοτεχνικής γλώσσας

Όλη η δραστηριότητα του Πούσκιν, στον τομέα του ρωσικού γλωσσικού πολιτισμού ήταν εμπνευσμένη από τον πατριωτισμό και την φλογερή αγάπη του για τον ρωσικό λαό και τη γλώσσα του. Ο ίδιος έγραφε «Μόνο ένα επαναστατικό μυαλό μπορεί να αγαπήσει τη Ρωσία έτσι, όπως μόνο ένας συγγραφέας μπορεί να αγαπήσει τη γλώσσα του. Όλα μπορούν να γίνουν στη Ρωσία και στη Ρωσική γλώσσα».

Τεράστια ήταν η συμβολή του μεγάλου Ρώσου ποιητή στην ιστορία και εξέλιξη της Ρωσικής γλώσσας. Ο Πούσκιν αγαπούσε τη γλώσσα με τη δύναμη και το πάθος ενός πατριώτη. Την αποκαλούσε «πλούσια και όμορφη», «ευέλικτη και ισχυρή». Το μεγαλείο και την ομορφιά της Ρωσικής γλώσσας την ερμήνευε με την ζωηρή και πνευματική δύναμη του ρωσικού λαού. Μιλούσε με θαυμασμό για την «πολύτιμη φρεσκάδα, απλότητα, ολόψυχη έκφραση» του λαού. Ο μεγάλος ποιητής εκτιμούσε ιδιαίτερα την ακρίβεια της λαϊκής γλώσσας. Ο ίδιος ο Λένιν επισημαίνοντας την αναγκαιότητα της δημιουργίας ενός σύγχρονου λεξικού, τόνισε ότι «με τον Πούσκιν ξεκινά μια νέα εποχή στην ανάπτυξη της γλώσσας». Η κύρια ιστορική αξία του Πούσκιν έγκειται στο γεγονός, ότι από εκείνον επιτεύχθηκε η εδραίωση της ρωσικής, λαϊκής-προφορικής γλώσσας στη λογοτεχνία. Ο ίδιος κατανοεί ότι η γλώσσα δημιουργείται από το λαό. Στα γραπτά του πετάει όλα τα περιττά, όλα τα δευτερεύοντα. Οι περιγραφές είναι λίγες, η δράση αναπτύσσεται ταχύτατα. Έκανε χρήση όλου του

διαθέσιμου πλούτου της λαϊκής ρωσικής γλώσσας, δίνοντας στην έκφρασή της μια ιδιαίτερη ευελιξία και ζωντάνια.

Η δραστηριότητα του Πούσκιν έλυσε το ζήτημα της σχέσης μεταξύ της ομιλούμενης γλώσσας και της λογοτεχνικής. Δεν υπήρχαν πλέον σημαντικές διαφορές μεταξύ τους. Οι ψευδαισθήσεις, που υπήρχαν σχετικά με τη δυνατότητα οικοδόμησης μιας λογοτεχνικής γλώσσας σύμφωνα με ορισμένους ειδικούς νόμους που ήταν ξένοι προς τη ζωντανή ομιλούμενη γλώσσα του λαού, διαλύθηκαν. Έχοντας δημιουργήσει ισχυρές, άφθαρτες και πολύπλευρες σχέσεις μεταξύ της ζωντανής ομιλούμενης γλώσσας του λαού και της λογοτεχνικής γλώσσας, ο Πούσκιν άνοιξε έναν ελεύθερο δρόμο για την ανάπτυξη σε αυτή τη βάση όλης της μετέπειτα ρωσικής λογοτεχνίας. Έδωσε το παράδειγμα σε όλους εκείνους τους συγγραφείς που προσπάθησαν να βελτιώσουν τη ρωσική προκειμένου να φέρουν τις ιδέες τους στο ευρύτερο δυνατό αναγνωστικό κοινό. Με αυτή την έννοια, όλοι οι μετέπειτα μεγάλοι συγγραφείς ήταν οι διάδοχοι του μεγάλου έργου του Πούσκιν.

Η εξέλιξη της Ρωσικής γλώσσας κατά τη Σοβιετική περίοδο

Η μεγάλη Οκτωβριανή σοσιαλιστική επανάσταση το 1917 είχε μεγάλη επιρροή τόσο στη ζωή του ρωσικού λαού, όσο και στην ανάπτυξη της γλώσσας του. Θεμελιώδεις αλλαγές έγιναν σε όλους τους τομείς της ζωής: στην επιστήμη, στη λογοτεχνία, στην τέχνη, αλλά και στη γλώσσα. Η σοβιετική κοινωνία, το σοβιετικό κράτος, διήνυσε μια μακρά πορεία ανάπτυξης και όλα τα χαρακτηριστικά της άφησαν το σημάδι τους στην εξέλιξη και της ρωσικής γλώσσας. Το 1922, πολλά έθνη που μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες εντάχθηκαν στο νέο κράτος, αλλά δεν μιλούσαν όλα ρωσικά. Στο μεγαλύτερο μέρος του ο πληθυσμός παρέμενε αναλφάβητος. Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, η σοβιετική ηγεσία ξεκίνησε την ανάπτυξη ενός πρωτοποριακού εκπαιδευτικού προγράμματος, προκειμένου να εξαλειφθεί ο αναλφαβητισμός. Η πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας είχε την ευκαιρία να σπουδάσει στη μητρική του γλώσσα. Αναπτύχθηκε ένα ευρύ δίκτυο εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στις εθνικές γλώσσες, γεγονός που συνέβαλε στην πλήρη

λειτουργική τους χρήση. Οι εθνικές σχολές λειτούργησαν παντού: η κορυφή ήταν το 1932, όταν στα σοβιετικά πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια σχολεία η διδασκαλία γινόταν σε 104 γλώσσες!

Στην σοσιαλιστική κοινωνία της ΕΣΣΔ όλες αυτές οι γλώσσες ήταν ισότιμες και όλες χρησιμοποιούνταν ευρέως στον Τύπο, στην επιστημονική και πολιτιστική ζωή. Ένα πολυεθνικό όμως κράτος δεν μπορεί να αναπτυχθεί εάν ο πληθυσμός του δεν είναι σε θέση να επικοινωνεί και να χρησιμοποιεί μαζί με τις εθνικές του γλώσσες και μια κοινή γλώσσα ως μέσον της ενδοεθνικής επικοινωνίας. Έτσι, η ανάπτυξη των οικονομικών και παραγωγικών σχέσεων μεταξύ των κρατών που συγκροτούν την Σοβιετική Ένωση, καθώς και η ιδεολογική, πολιτική και ηθική ενότητα καθόρισαν τη ρωσική γλώσσα ως γλώσσα της ενδοεθνικής επικοινωνίας. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα όχι ορισμένων πολιτικών ή νομικών προνομίων της ρωσικής γλώσσας, αλλά το αποτέλεσμα μιας αντικειμενικής κατάστασης. Η μετατροπή της ρωσικής γλώσσας σε γλώσσα ενδοεθνικής επικοινωνίας συνδέεται επίσης και με το γεγονός ότι είναι πολύ κοντά η γραμματική και το λεξιλόγιό της στις γλώσσες των λαών της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας, οι οποίες μαζί με τους Ρώσους αντιπροσώπευαν πάνω από τα τρία τέταρτα του πληθυσμού της ΕΣΣΔ.

Όντας η γλώσσα της ενδοεθνικής επικοινωνίας, η ρωσική δεν αντικαθιστά τις εθνικές γλώσσες, αλλά συνυπάρχει μαζί τους στην παραγωγή, στη δημόσια ζωή και στην καθημερινότητα. Σε όλες τις γλώσσες των λαών της ΕΣΣΔ, εμφανίστηκαν πολλές λέξεις που προήλθαν από τη ρωσική γλώσσα και ακούγονταν το ίδιο ή σχεδόν το ίδιο. Έτσι, η ρωσική γλώσσα, που οικειοθελώς επιλέχθηκε από τους λαούς της ΕΣΣΔ, ως γλώσσα ενδοεθνικής επικοινωνίας, συνέβαλε στην προώθηση των ιδεών της Μεγάλης Σοσιαλιστικής Επανάστασης του Οκτώβρη, της κουλτούρας και της ανεπτυγμένης επιστημονικής σκέψης, συνέβαλε στα μεγάλα επιτεύγματα των λαών της ΕΣΣΔ σε κοινωνικό, επιστημονικό, πολιτιστικό επίπεδο. Το λεξιλόγιό της εμπλουτίστηκε με μεγάλο αριθμό λέξεων και εκφράσεων που βγήκαν στην επιφάνεια με την εμφάνιση του νέου σοσιαλιστικού κράτους, ενός δηλαδή νέου

κοινωνικού περιβάλλοντος, όπου καταργούνταν μέρα με τη μέρα η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Με την εμφάνιση και εδραίωση της νέας ηθικής καθώς και με την αλματώδη πρόοδο που σημειώθηκε στην επιστήμη και την τεχνική αρκετές λέξεις και εκφράσεις άλλαξαν νόημα, ενώ κάποιες ήδη παρωχημένες εξαφανίστηκαν.

Το λεξιλόγιο της ρωσικής γλώσσας βρίσκεται σε μια κατάσταση σχεδόν ασταμάτητων αλλαγών. Η ραγδαία ανάπτυξη της βιομηχανίας, της γεωργίας, της τεχνικής, του εμπορίου, των μεταφορών και της επιστήμης απαιτεί από τη γλώσσα να εμπλουτίζει το λεξιλόγιό της με νέες λέξεις και εκφράσεις που είναι αναγκαίες σε αυτή την ανάπτυξη. Την περίοδο της Σοβιετικής Ένωσης εκδίδονται επίσης τα σπουδαία λεξικά του Ουσάκοφ και Οζέγκοφ.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το