H ανθρώπινη κοινωνία αφότου χωρίστηκε σε τάξεις, κυριαρχούνταν από τις εκμεταλλεύτριες τάξεις, όμως η νίκη της Oκτωβριανής Eπανάστασης σήμανε μια τεράστια στροφή στην ιστορία του ανθρώπου. Για πρώτη φορά η εργατική τάξη παίρνει την εξουσία και θέτει τα θεμέλια κατάργησης της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Όταν το Φλεβάρη του 1917 οι εργάτες και οι αγρότες της Pωσίας τσάκιζαν την τσαρική απολυταρχία, άνοιγαν τον κύκλο της Eπανάστασης αποδεικνύοντας την αρχή του τέλους του αντιδραστικού καπιταλιστικού κινήματος. Tο μπολσεβίκικο κόμμα ξεσήκωσε την εργατική τάξη και τη φτωχή αγροτιά για την παραπέρα ανάπτυξη της Επανάστασης και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Η επανάσταση
H πάλη των εργατών και αγροτών πλέον, αγκάλιασε όλη τη χώρα σ’ αυτές τις συνθήκες, στις 10 (23) Oχτώβρη 1917 γίνεται με την καθοδήγηση του Λένιν η ιστορική συνεδρίαση της K.E. που αποφασίζει ότι: «…H Kεντρική Eπιτροπή αναγνωρίζοντας έτσι πως η ένοπλη εξέγερση είναι αναπόφευκτη και ωρίμασε πέρα για πέρα, καλεί όλες τις οργανώσεις του κόμματος να καθοδηγούνται από το γεγονός αυτό και σύμφωνα μ’ αυτή την άποψη να συζητούν και να λύνουν όλα τα πρακτικά ζητήματα…» (Λένιν Άπαντα τ. 2ος). Oι Kάμενεφ και Zηνόβιεφ καταψήφισαν αυτή την απόφαση, ο δε Τρότσκι, αν και ψήφισε υπέρ, έκφρασε αντιρρήσεις. Πρότεινε να μην αρχίσει η εξέγερση πριν ανοίξει το δεύτερο συνέδριο των Σοβιέτ, ματαιώνοντας και ουσιαστικά τορπιλίζοντας την απόφαση για εξέγερση.

Tο μήνυμα του κόμματος απλώνεται σε όλη τη χώρα. Σχηματίζεται Στρατιωτική Eπαναστατική επιτροπή, που έγινε το επιτελείο της εξέγερσης.
Στις 16 Oκτώβρη, σε νέα ευρεία συνεδρίαση της K.E., συγκροτείται το κομματικό κέντρο για την καθοδήγηση της εξέγερσης με επικεφαλής τον I. Στάλιν. Kαι πάλι οι ηττοπαθείς Kάμενεφ και Zηνόβιεφ αντιτάχθηκαν στην εξέγερση, κατέφυγαν μάλιστα σε ανοιχτή επίθεση στον τύπο ενάντια στην εξέγερση. H αντεπανάσταση άρχισε να παίρνει μέτρα για να προλάβουν την εξέγερση και να τσακίσουν το μπολσεβίκικο κόμμα. Tο σύνθημα «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ», ήρθε ξανά στην ημερήσια διάταξη.

H προσωρινή κυβέρνηση συγκεντρώνει σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις στη Mόσχα. Όμως, καμιά δύναμη δεν μπορούσε να ανακόψει τη θριαμβευτική πορεία της σοσιαλιστικής επανάστασης. Όλες τις ημέρες πριν την εξέγερση, στις στρατιωτικές μονάδες, στα εργοστάσια και τις φάμπρικες γίνονταν δραστήρια προετοιμασία για τη μάχη. Στις 24 Oκτώβρη τη νύχτα, ο Λένιν πήγε στο Iνστιτούτο Σμόλνι, όπου βρίσκονταν τα σοβιέτ της Πετρούπολης και συγκεντρώνονταν τμήματα επαναστατών στρατιωτών και κόκκινων φρουρών και ανέλαβε άμεσα την καθοδήγηση της εξέγερσης. Oι επαναστάτες έδειξαν μεγάλο ηρωισμό, προχωρώντας την εξέγερση ορμητικά και οργανωμένα. H προσωρινή κυβέρνηση είχε οχυρωθεί στα χειμερινά ανάκτορα, κάτω από την προστασία των ευελπίδων και των ταγμάτων εφόδου. Oι μπολσεβίκοι κυκλώνουν τα χειμερινά ανάκτορα, όπου μαζί με το θωρηκτό «Aβρόρα» και τη βροντή των κανονιών του ξετύλιγαν τη μεγάλη επίθεση. Tη νύχτα της 25 προς 26 Oκτώβρη, τα χειμερινά ανάκτορα πέφτουν, το σύμβολο της αντίδρασης βρίσκεται στα χέρια των επαναστατών και η προσωρινή κυβέρνηση συλλαμβάνεται. H ένοπλη εξέγερση στην Πετρούπολη έχει θριαμβεύσει. Tο ίδιο έγινε μετά από σκληρές μάχες στη Mόσχα και τις άλλες πόλεις της χώρας. Eπεκτάθηκε σ’ όλο το στρατό και στα χωριά, αντικαθιστώντας παντού την αστική εξουσία με την καινούργια πραγματική λαϊκή εξουσία.

Στη διάρκεια της εξέγερσης συνεδρίασε το 2ο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιετικών αντιπροσώπων των εργατών, των φαντάρων, των αγροτών, το οποίο διακήρυξε τη νίκη των σοβιέτ, τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης και τη δημιουργία της πρώτης στον κόσμο εργατοαγροτικής κυβέρνησης, το Συμβούλιο των Λαϊκών Eπιτρόπων, πρόεδρος του οποίου εκλέχτηκε ο B.I. Λένιν. Eπίσης, νομοθέτησε μια σειρά αποφάσεις για την ειρήνη και διανομή της γης. H διχτατορία του προλεταριάτου και η σοσιαλιστική οικοδόμηση είναι η αυλαία που ανοίγει η επανάσταση. Ένα από τα πρώτα καθήκοντα ήταν η κατάληψη την αστικών υπουργείων.

Να πώς περιγράφει την κατάληψη του υπουργείου Παιδείας Η Ν. Κρούπτσκαγια το Νοέμβρη του1917:

«Έπρεπε να σπάσει ο παλιός κρατικός μηχανισμός, ο ένας κρίκος μετά τον άλλο. Ο γραφειοκρατικός μηχανισμός αντιδρούσε, οι υπάλληλοι των παλιών υπουργείων, των παντός είδους κρατικών ιδρυμάτων αποφάσισαν να σαμποτάρουν με κάθε τρόπο τη δουλειά κι έτσι να εμποδίσουν τη Σοβιετική εξουσία να οργανώσει καινούργιο κρατικό μηχανισμό. Θυμάμαι πώς «πήραμε την εξουσία» στο Υπουργείο της Λαϊκής Παιδείας. Ό Ανατόλι Bασίλιεβιτς Λουνατσάρσκι κι εμείς, μια ολιγάριθμη ομάδα κομματικών στελεχών, πήγαμε στο κτίριο του υπουργείου, που βρισκόταν κοντά στη γέφυρα Τσερνισέρ. Κοντά στο υπουργείο υπήρχε ένα φυλάκιο σαμποταριστών που προειδοποιούσαν όσους πήγαιναν στο υπουργείο, υπάλληλους και επισκέπτες, ότι δε δουλεύει το υπουργείο, κάποιος μάλιστα επεχείρησε να πιάσει κουβέντα με μας σχετικά με το θέμα αυτό και να μας επηρεάσει. Στο υπουργείο δε βρήκαμε κανένα υπάλληλο, εκτός από τους κλητήρες και τις καθαρίστριες. Περάσαμε από τα άδεια δωμάτια. Πάνω στα τραπέζια ήταν ατακτοποίητα χαρτιά. Μετά πήγαμε σε κάποιο γραφείο, όπου κάναμε την πρώτη συνεδρίαση του συμβoυλίoυ του Λαϊκού Επιτροπάτου της παιδείας. Καταμερίσαμε ανάμεσά μας τις λειτουργίες. Αποφασίστηκε ο Ανατόλι Bασίλιεβιτς να βγάλει ένα λόγο στο τεχνικό προσωπικό, πράγμα που κι έγινε. Το αρκετά πολυάριθμο ακροατήριο, στο οποίο ποτέ ως τότε οι ιθύνοντες δε μίλησαν για τέτοια θέματα άκουγε με προσοχή άλλα και με απορία.

»Η κατάσταση στο Υπουργείο λαϊκής παιδείας δεν ήταν και τόσο τραγική. Η αστική τάξη δεν έδινε σ’ αυτό ιδιαίτερη σημασία, κι έτσι δεν δυσκολευτήκαμε να κατατοπιστούμε στις υποθέσεις. Οι πιο πολλοί από μας ήταν πoλύ καλά ενημερωμένοι στο έργο της λαϊκής εκπαίδευσης. Οι Μενζίνσκι λ.χ., πολλά χρόνια ήταν δάσκαλος σε δημοτικό σχολείο στην Πετρούπολη, κι εγώ επίσης έκανα δασκάλα, ασχολήθηκα με την παιδαγωγική, όλοι χρημάτισαν προπαγανδιστές και διαφωτιστές. Η δουλειά στις δούμες των αχτίδων τούς μήνες πριν από τον Οχτώβρη μάς έδωσε αρκετή οργανωτική πείρα και μας διευκόλυνε να γνωρίσουμε πολλούς. Εγώ δούλευα στον τομέα της εξωσχολικής δουλειάς (πολιτική διαφώτιση), όπου διέθετα και πείρα και όπου εξαιρετική σημασία είχε ή υποστήριξη του κόμματος και των λαϊκών μαζών. Αμέσως μπορούσα να οργανώσω τη δουλειά με νέο τρόπο, αρκεί να στηριζόμουν στις. μάζες. Άσχημα, φυσικά, ήταν τα πράγματα σχετικά με το ζήτημα της χρηματοδότησης, με τη διοικητική λειτουργία, με τον υπoλoγισμό, το σχεδιασμό, όμως ή δουλειά προχωρoύσε, ή όρεξη για μάθηση στις μάζες ήταν τεράστια, οι μάζες μας πίεζαν. Η δουλειά προχωρούσε».

(«Αναμνήσεις από το Λένιν» Ν. Κρούπτσκαγια).

Kάτω από την καθοδήγηση του Λένιν και στη συνέχεια του Στάλιν, σε τρομερά δύσκολες συνθήκες, εμφύλιος πόλεμος, εσωτερική υπονόμευση και αντεπαναστατικές, ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, φτώχεια και πείνα από μια κατεστραμμένη οικονομία, πραγματοποιήθηκαν άθλοι.

Η κατάσταση στην εκπαίδευση: ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΜΕΤΡΑ
Όμως η κατάσταση στην εκπαίδευση ήταν τραγική. “Τόσο άγρια χώρα, όπου να λεηλατούνται η εκπαίδευση, η μόρφωση και οι γνώσεις από τις λαϊκές μάζες, δεν έμεινε πια καμία στην Ευρώπη, εκτός από τη Ρωσία”. Έτσι περιγράφει ο Λένιν το 1913 την κατάσταση της Παιδείας στην προεπαναστατική Ρωσία.
Ο μαζικός αναλφαβητισμός ήταν η “κληρονομιά” που άφησε η προεπαναστατική Ρωσία στη Σοβιετική Ένωση. Τρεις στους τέσσερις δεν ήξεραν γραφή και ανάγνωση. Πολλές εθνότητες δεν είχαν δική τους γραφή, ενώ περίπου τα 4/5 των παιδιών και των εφήβων δεν μπορούσαν να φοιτήσουν ούτε στα δημοτικά σχολεία. Όλες οι βαθμίδες της εκπαίδευσης και ειδικά οι ανώτερες και οι ανώτατες ήταν σχεδόν αποκλειστικό προνόμιο των πλουσίων. Χαρακτηριστικά είναι τα ποσοστά των εγγράμματων στους Κιργίζιους (0,6%), στους Τουρκμένιους (0,7%), στους Ουζμπέκους (1,6%) και τους Καζάχους (2%).
Οι μπολσεβίκοι ήταν ήδη πρωτοπόροι στο μέτωπο για λαϊκή και δημοκρατική εκπαίδευση, ακόμη και πριν την Επανάσταση. Στο πρόγραμμα του Σ.Δ.Ε.Κ.Ρ, το 1903, περιλαμβάνονται θέσεις, όπως γενική, δωρεάν, υποχρεωτική Παιδεία και για τα δύο φύλα έως 16 ετών, κατάργηση των ταξικών σχολείων και των περιορισμών στην εκπαίδευση για λόγους εθνικότητας, διαχωρισμός του σχολείου από την εκκλησία και διδασκαλία στη μητρική γλώσσα.
«Η μορφωτική πολιτική που χαράζει ο Λένιν βασίζεται στις παραπάνω εκτιμήσεις. Στοχεύει στην άνοδο του μορφωτικού επιπέδου των λαϊκών τάξεων και στρωμάτων. ως απαραίτητη πλευρά του συνολικού πολιτικού στόχου της κοινωνικοποίησης της εργασίας. της πολιτικής και της γνώσης στην κατεύθυνση του κομμουνισμού. Η μορφωτική άνοδος των μαζών θα επιτευχθεί μέσα από τον πολιτικό αγώνα ενάντια στην αντίσταση των εκμεταλλευτριών τάξεων και μέσα από την αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων.
»Με άλλα λόγια. το “σχολείο της πάλης” και το “σχολείο της εργασίας” είναι οι δύο “πηγές” απ’ όπου οι λαϊκές τάξεις θα αντλήσουν τις γνώσεις και τις ικανότητες για τη διαμόρφωση μιας νέας κοινωνίας. Είναι σημαντικό ότι ο Λένιν αντιδιαστέλλει το “σχολείο της πάλης” από το “σχολείο των γλυκανάλατων κηρυγμάτων και των μεγαλόστομων παραινέσεων”, ενώ ταυτόχρονα ξεκαθαρίζει ότι το “σχολείο της εργασίας” δεν έχει καμιά σχέση με την περιγραφή του σοσιαλισμού που κάνουν τα φερέφωνα της αστικής τάξης, ως άχαρο, ομοιόμορφο, στερεότυπο και μονότονο στρατώνα.

»Αξιοποιώντας το “σχολείο της πάλης” (πάλη για την υπερνίκηση της αντίστασης των εκμεταλλευτών) και το “σχολείο της εργασίας” (νέες σχέσεις παραγωγής), οι λαϊκές τάξεις θα ξεπεράσουν το εμπόδιο της άρνησης της αστικής διανόησης να συνεργαστεί με τη Σοβιετική εξουσία. Στηριγμένες στη συντροφική πειθαρχία θα μπορέσουν να αποσπάσουν και να χρησιμοποιήσουν τις υψηλότερες κατακτήσεις της τεχνικής, της επιστήμης και του πολιτισμού, μέσα από την ολόπλευρη σύγκρουση με την αστική διανόηση» (Γ. Γρόλλιος Α.τ.Ε. Οχτωβριανή επανάσταση και Ενιαίο Σχολείο Εργασίας).

Ταυτόχρονα έπρεπε να επιτευχθεί το τιτάνιο έργο της διαπαιδαγώγησης σαν βασικό εργαλείο για την συνειδητή ανάπτυξη της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Για τον Α.Σ. Μακάρενκο ο προσδιορισμός του σκοπού της αγωγής είναι σημαντικό στοιχείο. Ο σκοπός όμως δεν ταυτίζεται με το ιδανικό, καθορίζεται από τις νομοτέλειες της κοινωνικής ανάπτυξης, από το χαρακτήρα του κοινωνικό-οικονομικού συστήματος. Στη νέα Σοβιετική κοινωνία ο σκοπός της αγωγής της νέας γενιάς και του σοβιετικού λαού είναι η κομμουνιστική αγωγή, η διαμόρφωση ενός νέου τύπου ανθρώπου, του συνειδητού οικοδόμου της νέας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Αυτός ο σκοπός πρέπει να εκφράζεται με ακρίβεια και καθαρότητα.

Στην εκπαίδευση η πρώτη ανακοίνωση του Λουνατσάρσκι, Λαϊκού Επιτρόπου της Παιδείας, εκδόθηκε στις 29 Οκτώβρη 1917 και ανέφερε:

«Πολίτες της Ρωσίας! Με την εξέγερση της 25 του Οχτώβρη για πρώτη φορά οι εργαζόμενες μάζες κατάχτησαν πραγματική εξουσία. (…)

Η γενική κατεύθυνση της μορφωτικής δράσης
»Σε χώρα, όπου βασιλεύει η αγραμματοσύνη και η αμορφωσιά, κάθε πραγματικά δημοκρατική εξουσία, στον τομέα της παιδείας, πρώτο σκοπό της πρέπει να βάζει την πάλη ενάντια σ’ αυτό το σκοτάδι Πρέπει να πετύχει, σε συντομότερο χρονικό διάστημα τη γενική μόρφωση με την οργάνωση δικτύου σχολείων, που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της σύγχρονης παιδαγωγικής και την εισαγωγή της γενικής υποχρεωτικής και δωρεάν φοίτησης και μαζί μ’ αυτά την οργάνωση σειράς διδασκαλείων και σεμιναρίων που θα έδιναν όσο το δυνατό γρηγορότερα μια ισχυρή στρατιά λαϊκών παιδαγωγών, απαραίτητη για τη γενική εκπαίδευση του πληθυσμού της απέραντης Ρωσίας. (…)

Η εκπαίδευση και η μόρφωση
»Πρέπει να υπογραμμίσουμε τη διαφορά ανάμεσα στην εκπαίδευση και τη μόρφωση.
»Η εκπαίδευση είναι η μετάδοση έτοιμων γνώσεων το δάσκαλο στο μαθητή. Η μόρφωση είναι δημιουργικό προτσές. Όλη του τη ζωή ο άνθρωπος μορφώνεται πλουτίζει και διευρύνει τις γνώσεις του, δυναμώνει και τελειοποιεί την προσωπικότητά του.
»Οι εργαζόμενες λαϊκές μάζες οι εργάτες, οι στρατιώτες, οι αγρότες διψούν να μάθουν γράμματα και κάθε είδους επιστήμες. (…) Οι λαϊκές μάζες μόνες τους, συνειδητά ή ασυνείδητα, θα καλλιεργήσουν τον πολιτισμό τους. Οι λαϊκές μάζες έχουν τις δικές, ιδέες που διαμορφώθηκαν από την κοινωνική τους θέση οποία διαφέρει πολύ από τη θέση των κυρίαρχων τάξεων και της διανόησης, που δημιουργούσαν μέχρι τώρα τον, πολιτισμό, τις δικές τους ιδέες, τα δικά τους αισθήματα, το δικό τους τρόπο αντιμετώπισης όλων των υποχρεώσεων των ατόμων και της κοινωνίας. Ο εργάτης της πόλης και ο εργαζόμενος του χωριού, ο καθένας με το δικό του τρόπο θα οικοδομήσουν τη φωτεινή τους κοσμοθεωρία, η οποία θα είναι διαποτισμένη από την ταξική εργατική ιδέα. (…) Η εκπαίδευση θα είναι εδώ σημαντικός, όχι όμως οι αποφασιστικός παράγοντας. Σημαντικότερη θα είναι η κριτική και η δημιουργία των ίδιων των μαζών, γιατί η επιστήμη και η τέχνη μόνο σε ορισμένα σημεία τους έχουν πανανθρώπινη σημασία. Σε κάθε βαθιά ταξική ανατροπή αυτές παθαίνουν ουσιαστικές αλλαγές. Σε όλη τη Ρωσία, ιδιαίτερα ανάμεσα στους εργάτες της πόλης, καθώς επίσης κι ανάμεσα στους αγρότες, ξεσηκώθηκε ένα τεράστιο κύμα εκπολιτιστικού-διαφωτιστικού κινήματος, πολλαπλασιάζονται καταπληκτικά οι εργατικές και στρατιωτικές οργανώσεις αυτού του είδους.
»Ας τραβήξουμε κι εμείς μαζί τους, ας τις υποστηρίξουμε πολύπλευρα, ας τις βοηθήσουμε να πάνε μπροστά. Αυτό είναι το πρωταρχικό καθήκον της επαναστατικής και λαϊκής κυβέρνησης στον τομέα της λαϊκής παιδείας.

Αποκέντρωση
»Η κρατική επιτροπή της λαϊκής παιδείας σε καμιά περίπτωση δεν είναι κεντρική εξουσία, η οποία διευθύνει τα σχολικά και μορφωτικά ιδρύματα. Αντίθετα, όλη η σχολική δουλειά πρέπει ν’ ανατεθεί στα όργανα της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η πρωτόβουλη και αυτοτελής δουλειά των εργατικών, των στρατιωτικών, των αγροτικών και των εκπολιτιστικό-μορφωτικών οργανώσεων, πρέπει να έχει πλήρη αυτονομία τόσο όσον αφορά το κρατικό κέντρο, όσο και όσον αφορά τα δημοτικά κέντρα.
»Η δουλειά της κρατικής επιτροπής είναι να κρατά τη σύνδεση και να βοηθάει, να οργανώνει τις πηγές της υλικής, ιδεολογικής και ηθικής υποστήριξης στα δημοτικά και ατομικά, ιδιαίτερα στα εργατικά και ταξικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, σε πανκρατική κλίμακα.
Η κρατική επιτροπή για τη λαϊκή παιδεία
»Η επιτροπή του κράτους για τη λαϊκή παιδεία, που ήταν αρκετά δημοκρατική στη σύνθεσή της και πλούσια ε έμπειρους ειδικούς, είχε επεξεργαστεί μια σειρά νομοσχέδια από την αρχή της επανάστασης. Η Κρατική Επιτροπή επιθυμεί να συνεργαστεί ειλικρινά μ’ αυτή την επιτροπή με βάση ορισμένο σχέδιο. Θα απευθυνθεί στο γραφείο της Επιτροπής με την παράκληση να συγκαλέσει άμεσα έκτακτη σύνοδο για την εκπλήρωση του παρακάτω προγράμματος:
1. Εξέταση του κανονισμού αντιπροσώπευσης στην Επιτροπή, με σκοπό τον πιο πλατύ εκδημοκρατισμό της.
2. Επανεξέταση των δικαιωμάτων της επιτροπής, μ σκοπό τη διεύρυνσή τους και τη μετατροπή της σε βασικό κρατικό ίδρυμα επεξεργασίας νομοσχεδίων για την πλήρη αναδιοργάνωση της λαϊκής εκπαίδευσης και μόρφωσης στη Ρωσία πάνω σε δημοκρατικές αρχές.
3. Επανεξέταση από κοινού με τη νέα κρατική επιτροπή, των νομοσχεδίων που ήδη έχει συντάξει η επιτροπή, πράγμα που επιβάλλεται να γίνει γιατί η Επιτροπή όταν σύνταξε τα νομοσχέδια αυτά διεπόταν από το αστικό πνεύμα των προγενέστερων κυβερνήσεων, που εμπόδιζαν την εφαρμογή τους, ακόμα και σε περιορισμένη κλίμακα. Μετά την τέτοια εξέταση τα νομοσχέδια θα μπουν εφαρμογή χωρίς κανενός είδους γραφειοκρατική καθυστέρηση, με επαναστατικό τρόπο.

Οι παιδαγωγοί και η κοινωνία
»Η Κρατική Επιτροπή χαιρετίζει τους παιδαγωγούς στο στίβο της φωτεινής και τιμητικής δουλειάς της μόρφωσης του λαού, που είναι νοικοκύρης της χώρας.
»Κανένα μέτρο στον τομέα της λαϊκής παιδείας δεν πρέπει να παίρνεται από οποιαδήποτε εξουσία, χωρίς ν ακούγεται προσεχτικά η φωνή των εκπροσώπων του παιδαγωγικού κόσμου. Από την άλλη μεριά, οι αποφάσεις δεν μπορούν να παίρνονται αποκλειστικά από το σώμα των ειδικών. Αυτό, αφορά επίσης και τις μεταρρυθμίσεις στα ιδρύματα γενικής μόρφωσης.
Συνεργασία των παιδαγωγών και των κοινωνικών δυνάμεων -να τι θα επιδιώκει η επιτροπή και στο ζήτημα της σύνθεσής της και στην Κρατική Επιτροπή και σ’ όλη τη δράση της.
»Η επιτροπή θεωρεί πρωταρχικό της καθήκον τη βελτίωση της θέσης των δασκάλων και πρώτ’ απ’ όλα των πιο αδικημένων, που είναι και τα πιο βασικά στελέχη της εκπολιτιστικής δουλειάς -των λαϊκών δασκάλων των δημοτικών σχολείων. Οι δίκαιες απαιτήσεις τους πρέπει να ικανοποιηθούν οπωσδήποτε. Πολύ μικρή είναι η απαίτηση του σχολικού προλεταριάτου για ανέβασμα των αποδοχών ως τα 100 ρούβλια το μήνα. Θα ήταν αίσχος να κρατήσουμε περισσότερο στη φτώχεια τους δασκάλους της τεράστιας πλειοψηφίας των παιδιών της Ρωσίας.
Η Συντακτική Συνέλευση
»Η Συντακτική Συνέλευση αναμφίβολα θ’ αρχίσει τις εργασίες της γρήγορα. Μόνο αυτή μπορεί ν’ αποκαταστήσει για μακρινό χρονικό διάστημα την τάξη στη δημόσια και κοινωνική ζωή της χώρας μας, μαζί και το γενικό χαρακτήρα οργάνωσης της λαϊκής παιδείας.
»Τώρα όμως, με το πέρασμα της εξουσίας στα Σοβιέτ, ο αληθινός λαϊκός χαρακτήρας της Συντακτικής Συνέλευσης είναι εξασφαλισμένος. (…)
Το υπουργείο
»Τα τρέχοντα ζητήματα πρέπει προς το παρόν να προχωρούν κανονικά μέσω του υπουργείου της Λαϊκής Παιδείας. Για όλες τις άμεσα αναγκαίες αλλαγές στη σύνθεσή του και τη συγκρότησή του, το λόγο θα έχει η Κρατική Επιτροπή, που εκλέχτηκε από την Εκτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ και η πρώην Κρατική Επιτροπή. (…) Η εγγύηση για τη σωτηρία της χώρας βρίσκεται στη συνεργασία των ζωντανών και γνήσιων δημοκρατικών της δυνάμεων.
Πιστεύουμε πως οι ομαδικές προσπάθειες του εργαζόμενου λαού και της τίμιας εκπαιδευτικής διανόησης θα βγάλουν τη χώρα από τη βασανιστική κρίση και θα την οδηγήσουν από το θρίαμβο της λαϊκής κυριαρχίας στο βασίλειο του σοσιαλισμού και της αδελφότητας των λαών.

Ο Λαϊκός Επίτροπος της Παιδείας Α. Β. Λουνατσάρσκι (3)

Πετρούπολη, 29 του Οκτώβρη 1917».

Παρά την αισιοδοξία η οποία διέκρινε την πρώτη ανακοίνωση του Λουνατσάρσκι, τα προβλήματα ήταν τεράστια. Η άρνηση συνεργασίας των υπαλλήλων του κεντρικού εκπαιδευτικού μηχανισμού ήταν σχεδόν καθολική. Αν η άρνηση συνεργασίας περιοριζόταν στο υπαλληλικό κρατικό σώμα, το πρόβλημα θα μπορούσε ως ένα βαθμό να λυθεί γρήγορα. Όμως, συνδυαζόταν με την άρνηση συνεργασίας των ίδιων των εκπαιδευτικών, η πλειοψηφία των οποίων ήταν εχθρικά τοποθετημένη απέναντι στη Σοβιετική εξουσία. Η συνδικαλιστική ομοσπονδία των εκπαιδευτικών, η Πανρωσική Ένωση των Εκπαιδευτικών (Π.Ε.Ε.) ελεγχόταν από εσέρους και καντέτους.
Εκτός από το πρόβλημα της αλλαγής των συσχετισμών δύναμης στο χώρο της εκπαίδευσης, οι μπολσεβίκοι έπρεπε να λύσουν και ένα δεύτερο κεφαλαιώδες πρόβλημα, το οποίο συνδεόταν άμεσα με το πρώτο. Έπρεπε να επιλέξουν εκείνους τους μετασχηματισμούς του εκπαιδευτικού μηχανισμού οι οποίοι θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μια λαϊκή εκπαίδευση, ριζικά διαφορετική από την αστική. Ήταν ένα πρόβλημα με πολλές πλευρές: ποια θα ήταν η νέα δομή και λειτουργία της εκπαίδευσης, ποιες θα ήταν οι σχέσεις της με την κεντρική πολιτική εξουσία, ποια μόρφωση και ποια μέθοδος θα κυριαρχούσαν στο νέο σχολείο. Έτσι στις πρώτες προσπάθειες εντάσσεται και η δημιουργία της Ένωσης των διεθνιστών εκπαιδευτικών στις αρχές του Δεκέµβρη 19Ι7 σε αντίβαρο της αντεπαναστατικής Πανρωσικής Ένωσης εκπαιδευτικών. Η καινούργια Ένωση συνένωσε τους δασκάλους που πέρασαν µε το µέρος της Σοβιετικής εξουσίας. Η Ένωση των διεθνιστών εκπαιδευτικών έβαζε για σκοπό της τη συσπείρωση του δηµοκρατικού τµήµατος των εκπαιδευτικών και την προσέλκυση στο πλευρό της Σοβιετικής εξουσίας των ταλαντευόµενων.
Στην έκκληση που δηµοσιεύτηκε στις 6 (19) του Δεκέµβρη στην εφηµερίδα «Πράβντα», η Ένωση τους καλούσε να µπουν στην καινούργια οργάνωση για να «δηµιουργήσουν το νέο σοσιαλιστικό σχολείο µαζί µε το λαό». Οι δάσκαλοι συσπειρώνονταν γύρω από την Ένωση των δασκάλων διεθνιστών και την άνοιξη του 1918 στις γραµµές της υπήρχαν ήδη 12 χιλιάδες παιδαγωγοί. Η Ένωση αυτή έγινε ο βασικός πυρήνας της Ένωσης των εκπαιδευτικών, που δηµιουργήθηκε τον Αύγουστο του 1919.

Το 1ο Πανρωσικό συνέδριο των εκπαιδευτικών συνήλθε στη Μόσχα στις 2-6 του Ιούνη 1918. Το συνέδριο άκουσε και συζήτησε τις εισηγήσεις: τα καθήκοντα της Ένωσης για τη σχολική µεταρρύθµιση το γενικό σχέδιο οργάνωσης του έργου της λαϊκής παιδείας, την πολυτεχνική µόρφωση, τα οργανωτικά-προπαγανδιστικά καθήκοντα του νέου δασκάλο, την οικονοµική κατάσταση των δασκάλων, το σχέδιο του καταστατικού της Ένωσης των δασκάλων-διεθνιστών, εισήγηση της Ν. Κ. Κρούπσκαγια «Το σχολείο και το κράτος» κ.ά. Στο συνέδριο µίλησε πρώτος ο Λαϊκός επίτροπος Παιδείας Α. Β. Λουνατσάρσκι που περιέγραψε το ρόλο των σοβιετικών εκπαιδευτικών στον τοµέα της λαϊκής παιδείας.

Στις αποφάσεις που ψηφίστηκαν, το συνέδριο καλούσε στην πιο «αποφασιστική υποστήριξη της εξουσίας των εργατών και αγροτών στον αγώνα για την εδραίωση του σοσιαλισµού», καθόρισε τα καθήκοντα του σοβιετικού σχολείου, σαν σχολείου εργασίας, πολυτεχνικού, βασισµένου στην αυτενέργεια και στην παραγωγική εργασία, ενέκρινε το καταστατικό της Ένωσης των εκπαιδευτικών διεθνιστών, απευθύνθηκε στο Λαϊκό Επιτροπάτο Παιδείας µε την πρόταση να δηµιουργηθεί Παιδαγωγική Ακαδηµία. (…)

«Ο Β.Ι. Λένιν είναι ο πρώτος που τόνισε την αντιστοιχία ανάμεσα στην κοινωνία και το σχολείο. Πως κάθε κοινωνία ζητά το ανάλογο σχολείο. Πως το περιεχόμενο της μόρφωσης που δίνει το σχολείο είναι ανάλογο προς τις ανάγκες της κοινωνίας που υπηρετεί. (…) Ο ισχυρισμός των αστών πως το σχολείο εργάζεται έξω από την πολιτική και τον ταξικό αγώνα είναι για τον Λένιν ψέμα και απάτη» (Μ. Παπαμαύρου «Σύστημα νέας παιδαγωγικής»).

Από τις πρώτες µέρες µετά την εγκαθίδρυση της Σοβιετικής εξουσίας ο Β. Ι. Λένιν δίνει προσοχή στην ανάγκη να οργανωθεί σωστά η δουλειά των βιβλιοθηκών και να αυξηθεί ο αριθµός τους στη χώρα. Ήδη το Νοέµβρη του 1917, ο Λένιν κατάρτισε σχέδιο για την αναδιοργάνωση της δουλειάς των βιβλιοθηκών στη Ρωσία – βλ. «Η αποστολή της δηµόσιας βιβλιοθήκης της Πετρούπολης (Άπαντα, τόµος 35ος, σελ. 132-133).

Στις 26 του Απρίλη 1918 το Συµβούλιο των Λαϊκών Επιτρόπων, αφού άκουσε την εισήγηση για την οργάνωση Κεντρικής διεύθυνσης αρχείων και βιβλιοθηκών, καθώς και για τη δηµιουργία αρχείου και βιβλιοθήκης του επαναστατικού κινήµατος της Ρωσίας, πρότεινε στο Λαϊκό Επιτροπάτο Παιδείας να συγκαλέσει σύσκεψη «για την επεξεργασία ενός λεπτοµερούς σχεδίου οργάνωσης της Κεντρικής διεύθυνσης αρχείων, καθώς και ιδιαίτερα ενός σχεδίου αναδιοργάνωσης όλης της δουλειάς των βιβλιοθηκών σύµφωνα µε το ελβετοαµερικανικό σύστηµα.
Τον Αύγουστο του 1918 ψηφίσθηκε διάταγµα για τους κανόνες εισαγωγής στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύµατα της Ε.Σ.Σ.Δ. Το διάταγµα αυτό επέτρεπε την εγγραφή στις ανώτατες σχολές όλων όσοι επιθυµούσαν και ήταν ηλικίας 16 χρονών. Για την εγγραφή καταργούσε την υποβολή διπλώµατος, απολυτηρίου, είτε βεβαίωσης για την αποφοίτηση από το σχολείο, τις εισαγωγικές εξετάσεις, καθώς και την πληρωµή για τις σπουδές. Η απόφαση και το διάταγµα δηµοσιεύτηκαν στις 6 του Αυγούστου στην «Ιζβέστιγια.

Ο Αύγουστος και ο Σεπτέμβριος του 1918, είναι δύο μήνες στη διάρκεια των οποίων κρίνεται ο αρχικός χαρακτήρας των εκπαιδευτικών μετασχηματισμών μετά την Οκτωβριανή επανάσταση.

«Δύο βασικές τάσεις έχουν διαμορφωθεί. Η πρώτη είναι η “Σχολή της Πετρούπολης”, επηρεασμένη από τις παιδαγωγικές καινοτομίες του κινήματος της Νέας Αγωγής, που έκφρασε κυρίως ο Αμερικάνος Ντιούϊ. Εκπροσωπείται από το Λουνατσάρσκι, τον Ποκρόβσκι και τη Μενζίνσκαγια. Η επιρροή των απόψεων του Ντιούϊ στη “Σχολή της Πετρούπολης” δεν είναι παράξενη για το μπολσεβίκικο κόμμα.
»Ο Λένιν είχε γράψει παλιότερα ότι ο Μαρξ “συνέχισε και ολοκλήρωσε με μεγαλοφυΐα τα τρία βασικά ιδεολογικά ρεύματα του 190υ αιώνα, που ανήκαν στις τρεις πιο προηγμένες χώρες της ανθρωπότητας, την κλασική γερμανική φιλοσοφία, την κλασική αγγλική πολιτική οικονομία και το γαλλικό σοσιαλισμό, σε συνδυασμό με τις γαλλικές επαναστατικές διδασκαλίες γενικότερα”. Η αξιοποίηση στοιχείων των απόψεων του Ντιούϊ για την εκπαίδευση, αν αυτές οριστούν ως ανάλογες του γαλλικού ουτοπικού σοσιαλισμού, ήταν σαφώς μέσα στα πλαίσια του μαρξισμού, όπως (κυρίως) αυτός γινόταν τότε κατανοητός στο μπολσεβίκικο κόμμα.

»Η δεύτερη τάση ήταν η “Ομάδα της Μόσχας”, η οποία έβρισκε την κατεύθυνση της “Σχολής της Πετρούπολης” πολύ ακαδημαϊκή και είχε την άποψη ότι η εκπαίδευση κατά ένα μεγάλο μέρος έπρεπε να περάσει μέσα από την πραγματική, συγκεκριμένη Ζωή. Υποστήριζε ότι η εργασιακή και η ακαδημαϊκή μόρφωση έπρεπε να ενοποιηθούν, έδινε βάρος στη Χειρωνακτική εργασία και πρότεινε την οργάνωση του σχολείου ως παραγωγική κομμούνα, βασισμένη στις αρχές της αυτονομίας και του κολλεκτιβίστικου αυτοπροσδιορισμού. Κύριοι εκπρόσωποί της ήταν ο Πόζνερ και ο Λεπεσίνσκι» (Γ. Γρόλλιος, στο ίδιο).

Αυτές οι δύο τάσεις αντιπαρατέθηκαν στο 1ο Πανρωσικό συνέδριο για την εκπαίδευση έγινε στη Μόσχα από τις 26 του Αυγούστου ως τις 4 του Σεπτέµβρη 1918. Στις εργασίες του συνεδρίου πήραν µέρος αντιπρόσωποι των Τµηµάτων λαϊκής παιδείας, δάσκαλοι, στελέχη των πολιτιστικών και διαφωτιστικών οργανώσεων. Στο συνέδριο παραβρέθηκαν συνολικά πάνω από 700 αντιπρόσωποι, Το συνέδριο εξέλεξε τον Β. Ι. Λένιν επίτιµο πρόεδρο και τον προσκάλεσε στις συνεδριάσεις του. Έκθεση για τη δράση του Λαϊκού Επιτροπάτου Παιδείας έκανε ο Α. Β. Λουνατσάρσκι.

Το συνέδριο άκουσε τις εισηγήσεις της Ν. Κ. Κρούπσκαγια για την εξωσχολική µόρφωση, του Μ. Ν. Ποκρόβσκι για τη µεταρρύθµιση στην ανώτατη εκπαίδευση, του Π. Ν. Λεπεσίνσκι για τις βασικές αρχές της σχολικής µεταρρύθµισης, του Β. Μ. Πόζνερ για το «ενιαίο σχολείο εργασίας», της Ντ. Α. Λαζούρκινα για την προσχολική αγωγή, του Β. Π. Ποτιόµκιν για τις διαθέσεις των δασκάλων της Ρωσίας και άλλες.

Ο Λένιν µίλησε στις 28 του Αυγούστου, την τρίτη µέρα των εργασιών του συνεδρίου. Η επιλογή του Ενιαίου Σχολείου Εργασίας εξυπηρετούσε πολύ πιο αποτελεσματικά από τις προτάσεις της “Ομάδας της Μόσχας” την τακτική του μπολσεβίκικου κόμματος, όπως περιγράφηκε από το Λένιν στο άρθρο «Τα άμεσα καθήκοντα της Σοβιετικής εξουσίας”, αλλά και μπορούσε να συμβάλει στη διαμόρφωση μιας νέας γενιάς ικανής να πραγματοποιήσει τον κομμουνισμό. Έτσι το συνέδριο συζήτησε το Νόµο για το ενιαίο σχολείο εργασίας της Σοβιετικής Ρωσίας, που αργότερα επικυρώθηκε από την Π.Κ.Ε.Ε. και στις 16 του Οχτώβρη 1918 δηµοσιεύτηκε στην εφηµερίδα «Ιζβέστιγια. Ο νόµος αυτός είχε µεγάλη σηµασία για την οικοδόµηση του σοβιετικού σχολείου.

Το Ενιαίο Σχολείο Εργασίας.
Ήδη ο Λένιν θεωρεί ότι η «γενική μόρφωση πρέπει να εφαρμόζεται στην πράξη. Λέγοντας αυτό εννοούσε ότι πως πρέπει να εφαρμόζεται στην παραγωγική εργασία Ένωση της εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης με την παραγωγική εργασία αποτελεί κατά το Λένιν όρο απαράβατο. Εδώ τώρα έχει τη θέση της η πολυτεχνική μόρφωση …και που με αυτή ο Λένιν ασχολήθηκε εντατικά …» ( Μ. Παπαμαύρου(5), στο ίδιο), καταλήγοντας στο ενιαίο σχολείο εργασίας.
«Το Ενιαίο Σχολείο Εργασίας ήταν μια ριζική καινοτομία για τη Ρωσία, αλλά και παγκόσμια, αφού δεν αποτελούσε ένα πειραματισμό με διάφορες μορφές σύνδεσης της εκπαίδευσης με την εργασία όπως σε πολλές χώρες της Δύσης, αλλά τον τύπο του σχολείου που έπρεπε να κατοχυρωθεί σε ολόκληρη την επικράτεια της Σοβιετικής εξουσίας. Η δομή του χωριζόταν σε δύο κύκλους, η παρακολούθηση των οποίων ήταν υποχρεωτική και δωρεάν για όλους τους μαθητές. Η ιδιωτική εκπαίδευση όπως και οι σοβινιστικές διακρίσεις καταργούνταν. Όλα τα παιδιά και των δύο φύλων έπρεπε να παίρνουν την ίδια εκπαίδευση μέχρι τα 16 τους χρόνια. Μόνο μετά από αυτή την ηλικία μπορούσαν να αποκτήσουν ειδίκευση, σε ανώτερες σχολές και Ινστιτούτα ή να φοιτήσουν στις Ανώτατες σχολές, όπου η παρακολούθηση των μαθημάτων ήταν ελεύθερη, ακόμα και για όσους δεν είχαν τελειώσει τις δύο πρώτες Βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Το σχολείο ήταν στενά δεμένο με την εργασία. Στην πρώτη Βαθμίδα (5 χρόνια) η εργασία γινόταν μέσα στο σχολείο, έχοντας χαρακτήρα οικιακής παραγωγής. Οι μαθητές εκτελούσαν τα αναγκαία για την κοινή σχολική Ζωή (μαγειρική, κηπουρική κλπ).

Στη δεύτερη βαθμίδα (4 χρόνια) η εργασία έπαιρνε περισσότερο κοινωνικό χαρακτήρα. Ήταν ελαφριά, αλλά πραγματική, εκτός σχολείου. Περιλάμβανε συμμετοχή στις έργα εργοστασίων, αγροτικής παραγωγής και επιχειρήσεων του κράτους.
Το πρόγραμμα των μαθημάτων ήταν σε μεγάλο βαθμό εγκυκλοπαιδικό. Περιλάμβανε διδασκαλία της ρωσικής ή της γλώσσας του έθνους που βρισκόταν το σχολείο, Μαθηματικά, Γεωγραφία, Ιστορία, Φυσική, Χημεία, Ξένες Γλώσσες, φωτογραφία, Αισθητική, Γυμναστική, Χορό, παρατήρηση των Ζώων και βελτίωση των αντιληπτικών ικαvoτήτων. Οι αρχαίες γλώσσες δεν ήταν υποχρεωτικές. Το πρόγραμμα αυτό αποτελούσε το ένα σκέλος της μόρφωσης που έδινε το Ενιαίο Σχολείο Εργασίας. Το άλλο σκέλος ήταν η πολυτεχνική μόρφωση για όλους τους κλάδους παραγωγής.
Η παλιά μορφή της πειθαρχίας, που περιόριζε τη σχολική δραστηριότητα στο σύνολό της και παρεμπόδιζε την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού, δεν είχε θέση στο καινούργιο σχολείο. Η νέα, εσωτερική πειθαρχία αναπτύσσονταν μέσα από την εργασιακή δραστηριότητα και τον αναγκαίο για την πραγμάτωσή της συλλογικό ορθολογικό σχεδιασμό. Η εργασιακή δραστηριότητα γινόταν αποτελεσματικό παιδαγωγικό μέσο, εκτελούμενη με δημιουργικό τρόπο, χωρίς την άσκηση βίας πάνω στην προσωπικότητα του παιδιού, εφόσον ήταν σχεδιασμένη και κοινωνικά οργανωμένη. Το σχολείο με αυτή την έννοια, έπρεπε να αντιπροσωπεύει μια κοινότητα, που με τη διαδικασία της εργασίας αποκαθιστούσε μια στενή και οργανική σύνδεση με τον έξω κόσμο. Δεν δινόταν καμιά γραμμή ή άλλη υποχρεωτική εργασία στο σπίτι και απαγορευόταν η τιμωρία οποιουδήποτε είδους. Οι εισαγωγικές, προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις καταργήθηκαν.
Υπεύθυνο όργανο για τη διοίκηση του σχολείου γινόταν το Σχολικό Συμβούλιο. Σε αυτό συμμετείχαν οι εργαζόμενοι στο σχολείο, αντιπρόσωποι του ενεργού πληθυσμού της περιφέρειας σε αναλογία 1/4 των εργαζόμενων στο σχολείο, μαθητές των μεγαλύτερων ηλικιών (12 χρόνων και πάνω) με την ίδια αναλογία (1/4 των εργαζόμενων στο σχολείο) και ένας αντιπρόσωπος της υπηρεσίας για την εκπαίδευση του λαού.

Στα τέλη του 1917 με αρχές του 1918, αυξήθηκε απότομα ο μηνιαίος μισθός των δασκάλων. Η σημασία που έδιναν οι κομμουνιστές και ιδιαίτερα ο Λένιν για την παιδεία του λαού αναδεικνύεται και από την επιστολή του Λένιν προς τον Στάλιν για τη μείωση του εξοπλιστικού προγράμματος του στόλου, προκειμένου να ενισχυθεί ο προϋπολογισμός του υπουργείου Παιδείας. Όλα αυτά, ενώ μαινόταν η ιμπεριαλιστική επίθεση κατά του νεοσύστατου σοβιετικού κράτους.
«Η κατάταξη των δασκάλων σε κατηγορίες έπαιρνε τέλος και γινόταν προσπάθεια η διαίρεση των μαθητών κατά τάξεις με βάση την ηλικία να αντικατασταθεί με τη διαίρεση σε ομάδες, σύμφωνα με το επίπεδο της εκπαίδευσής τους στον κάθε εκπαιδευτικό κλάδο. Ο λαϊκός δάσκαλος πρέπει να τοποθετηθεί σε τέτοια θέση που ποτέ του δεν στάθηκε, δεν στέκεται και δεν μπορεί να σταθεί μέσα στην αστική κοινωνία Αυτό είναι μια αλήθεια που δεν χρειάζεται αποδείξεις. Για να φτάσουμε στο σημείο αυτό πρέπει να κάνουμε μια συστηματική σταθερή και επίμονη δουλειά για την άνοδο του πνευματικού του επιπέδου για την ολόπλευρη κατάρτισή του, έτσι που να ανταποκρίνεται στον πραγματικά υψηλό του τίτλο και το κύριο και το κύριο να βελτιώσουμε την υλική του κατάσταση». Το απόσπασμα αυτό είναι από ένα άρθρο του Λένιν το «σελίδες ημερολογίου» (δημοσ. 2,4/01/23) που προκάλεσε τεράστιο ενθουσιασμό στους εκπαιδευτικούς και εξάσκησε άμεση επίδραση στο έργο της λαϊκής παιδείας στη χώρα. Το 7ο συνέδριο του Κ.Κ.Ρ.(μπ) υπογράμμισε στις αποφάσεις του την ανάγκη να συνεχιστεί και να δυναμώσει σταθερά η δουλειά που άρχισε για τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης των δασκάλων και το δυνάμωμα της πολιτικής και διαφωτιστικής δουλειάς στο περιβάλλον τους.
»Μετά τη δημοσίευση του νόμου για το Ενιαίο Σχολείο Εργασίας στις 16 Οκτώβρη 1918, το κύριο πρόβλημα για τους μπολσεβίκους στο χώρο της εκπαίδευσης ήταν η υλοποίηση των αλλαγών, η εφαρμογή τους στην πράξη». (Γ.Γρόλλιος, στο ίδιο)
Από τα βασικά και άμεσα καθήκοντα της σοβιετικής εξουσίας ήταν η εξάλειψη της αγραμματοσύνης για το λόγο αυτό συγκροτήθηκε μόνιμη επιτροπή από το Λαϊκό Επιτροπάτο της παιδείας. Μέχρι τον Οκτώβρη του 1921 έμαθαν γράμματα 4,8 εκατ. Στη χώρα δημιουργήθηκαν 88.534 κέντρα εξάλειψης της αγραμματοσύνης 427 φροντιστήρια κυβερνείων και 20370 φροντιστήρια νομών. Παρά την προσωρινή μείωση λόγω σοβαρών προβλημάτων του σοσιαλιστικού καθεστώτος αποφασιστική στροφή συντελείται μετά το 1923 στη δουλειά για την εξάλειψη της αγραμματοσύνης.

Για την κουλτούρα
Μέσα στις απειλητικές για το νεαρό Σοβιετικό Κράτος εξελίξεις μέσα στο 1919: εσωτερική αντεπανάσταση που εκδηλώθηκε μέσα στη Ρωσία από δυνάμεις της τσαρικής κοινωνίας (οικονομικές, στρατιωτικές), που διεκδικούσαν να επανέλθουν στην παλαιότερη προνομιακή θέση τους, και εξωτερική επέμβαση από τις κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες, που ένιωθαν ότι απειλούνται άμεσα από το επαναστατικό ρεύμα, το οποίο απλωνόταν από τη Ρωσία προς τις γειτονικές χώρες, συντελούνται ευρύτερες αλλαγές σε όλα τα επίπεδα της οικονομικής και πολιτικής ζωής της χώρας.
Παράλληλα αναπτύσσονταν αντιπαραθέσεις στα ζητήματα του πολιτισμού της λογοτεχνίας και της τέχνης. Το Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς πραγματοποιείται συνδιάσκεψη των προλεταριακών πολιτιστικών διαφωτιστικών οργανώσεων. Στις αποφάσεις της συνδιάσκεψης βρήκαν την αντανάκλασή τους οι λαθεµένες θέσεις των καθοδηγητών της «Προλετκούλτ»(1), προσπάθεια αποξένωσης από τα καθήκοντα της µαζικής πολιτιστικής-διαφωτιστικής δουλειάς, τάση να δηµιουργήσουν σε απόσπαση από τη ζωή, σε αποµόνωση από τις πλατιές µάζες ιδιαίτερο «προλεταριακό πολιτισµό» κλπ. Οι οπαδοί της Προλετκούλτ αρνούνταν στην ουσία τη σηµασία της πολιτιστικής κληρονοµιάς του παρελθόντος, προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τα καθήκοντα της μαζικής πολιτιστικής δουλειάς και, αποσπασµένοι από τη ζωή, επιδίωκαν µε «εργαστηριακό τρόπο» να δηµιουργήσουν ειδικό «προλεταριακό πολιτισµό».
Η Ν. Κ. Κρούπσκαγια, διηγούµενη τα περιστατικά κάτω από τα οποία ο Λένιν έγραψε το ντοκουµέντο αυτό, ανάφερε στις αναµνήσεις της: «Τότε η επίδραση της Προλετκούλτ ήταν πολύ µεγάλη. Ο Ιλίτς θεωρούσε ότι το σφάλµα της Προλετκούλτ ήταν το ότι λίγο σύνδεε τη δουλειά της µε τα γενικά πολιτικά καθήκοντα της πάλης, λίγο βοηθούσε στο ανέβασµα της συνειδητότητας των µαζών, στην προώθηση των εργατών, στην προετοιµασία τους για τη διοίκηση του κράτους µέσω των Σοβιέτ. Ο Ιλίτς στο χαιρετιστήριό του προς τη συνδιάσκεψη έγραψε ακριβώς για τα πολιτικά καθήκοντα που στέκουν µπροστά στην Προλετκούλτ (Ν. Κ. Κρούπσκαγια (2), Αναµνήσεις για τον Λένιν).
Ο Β. Ι. Λένιν στο σχέδιο απόφασης «Για τον προλεταριακό πολιτισµό» αναφέρει: «2) Σ’ αυτό το σηµείο το προλεταριάτο µε την πρωτοπορία του -το κοµµουνιστικό κόµµα- και µε όλες του γενικά τις µορφές οργάνωσης, πρέπει να δυναµώσει τη δράση του και να διαδραµατίσει ηγετικό ρόλο σ’ όλη τη δουλειά στη δηµόσια µόρφωση.
3) Ή πείρα της σύγχρονης ιστορίας και ειδικότερα ή πάνω από µισό αιώνα επαναστατική πάλη του προλεταριάτου όλων των χωρών από την εµφάνιση του Κοµµουνιστικού Μανιφέστου απόδειξε πώς αδιαφιλονίκητα η µαρξιστική κοσµοθεωρία είναι ο µοναδικά αληθινός εκφραστής των συµφερόντων, των απόψεων και της κουλτούρας του επαναστατικού προλεταριάτου.
4) Ό µαρξισµός, σαν ιδεολογία του επαναστατικού προλεταριάτου, δικαιώθηκε ιστορικά, επειδή, χωρίς να απορρίπτει τις πολυτιµότερες καταχτήσεις της αστικής εποχής , άφοµοίωσε και ανάπλασε ό,τι πιο καλό πέτυχε ή ανθρώπινη σκέψη και κουλτούρα πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια. Μονάχα η πλατιά δουλειά που θα βασίζεται σ’ αυτή την κατεύθυνση και θα στηρίζεται στην πραχτική πείρα της διχτατορίας του προλεταριάτου, που είναι ή σφραγίδα της πάλης ενάντια σε κάθε µορφή εκµετάλλευσης, µπορεί να λογαριαστεί σαν ανάπτυξη της πραγµατικής προλεταριακής κουλτούρας
5) Το Πανρωσικό Συνέδριο της ΠρολέτΚούλτ, παραµένοντας πιστό στη θεµελιωδη αύτή αρχή, απορρίπτει αποφασιστικά, σαν λαθεµένη θεωρητικά και βλαβερή πραχτικά, κάθε προσπάθεια επινόησης µιας ξεχωριστής κουλτούρας, που σκοπεύει στο να αποµονώσουµε σε περιoρισµένες οργανώσεις, το διαχωρισµό της δουλειάς του Επιτροπάτου για τη µόρφωση του λαού και την προλεταριακή κουλτούρα ή καθιερώνει µια «αυτόνοµη» προλεταριακή κουλτούρα στο ιδρύµατα που επιβλέπει η επιτροπή για τη µόρφωση του λαού κτλ. Αντίθετα, το συνέδριο υποχρεώνει όλες τις προλεταριακές οργανώσεις να κατανοήσουν πέρα για πέρα ότι είναι περιορισµένες να ενεργούν βοηθώντας το επιτροπάτο της µόρφωσης του λαού σ’ όσα ιδρύµατα επιβλέπει και να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους κάτω από τη γενική καθοδήγηση των σοβιετικών άρχων (και πριν απ’ όλα του Επιτροπάτου της μόρφωσης. του λαού) και του Κ.Κ. της Ρωσίας σαν ένα μέρος των καθηκόντων της διχτατορίας του προλεταριάτου».

(Λένιν Άπαντα, τόμος 31ος, περιοδικό Κράσναγια Νοβ 8-10-1920)

Όπως και σε πολλές άλλες εργασίες του, έκανε οξεία κριτική στις λαθεµένες θέσεις της Προλέτκούλτ.
Θα ήταν παράληψη να μην αναφέρουμε ότι και η ρώσικη γλώσσα σημαντικά επίσης επηρεάστηκε και από την επανάσταση και την προσπάθεια να εγκαθιδρυθεί το σοσιαλιστικό καθεστώς στην Ε.Σ.Σ.Δ. Ταυτόχρονα έγινε η μεταρρύθμιση του αλφάβητου, η ανανέωση και ο εμπλουτισμός του λεξιλογικού συστατικού της γλώσσας, μερική αλλά όχι πολύ μεγάλη αλλαγή στην γραμματική, γίνανε και κάποιες αλλαγές στα στιλιστικά γλωσσικά φαινόμενα και εμπλουτίστηκαν τα στιλιστικά μέσα της γλώσσας.

«Το ξύπνημα της συνείδησης στις μάζες είναι αδύνατο, αν δε χρησιμοποιηθεί για όργανο ολάκερης της πνευματικής ζωής η γλώσσα που μιλάει ο λαός…Το φαινόμενο αυτό το είδαμε στη Σοβιετική Ένωση. (…) Ύστερα από την επανάσταση αναγνωρίστηκαν όλες οι εθνικές γλώσσες, έγιναν βάση για τη μόρφωση των λαών, έγιναν όργανο για το ξύπνημα της συνείδησης των μαζών. Γράφτηκαν γλώσσες που ως τότε δεν είχαν ούτε αλφάβητο. Δημιουργήθηκαν αλφάβητα λατινικά, γράφτηκαν βιβλία, βγήκαν εφημερίδες, δημιουργήθηκε θέατρο, (…) πήρανε τη δημοτική γλώσσα, απλοποιήσανε την ορθογραφία και την έκαμαν φωνητική, (…) κάθε λαϊκή ομάδα μορφώνεται με τη γλώσσα που μιλάει». (Δ. Γληνός (6), κείμενο του 1934)

Η αποκρυστάλλωση
Μετά από το ξεπέρασμα σοβαρών αντιθέσεων και πειραματισμών το σοβιετικό σύστημα εκπαίδευσης άρχισε να διαμορφώνεται ως ολοκληρωμένο σύστημα κάπου στα 1927. Ακριβώς εκείνη την περίοδο τελείωσαν τα πειράματα (πολλά από τα οποία ήταν ανεπιτυχή) στη βάση των οποίων έγινε κατορθωτό το πέρασμα στο ενιαίο πολυτεχνικό σχολείο.
H «απομόνωση» της Ε.Σ.Σ.Δ. από τη Δύση δεν θα εμποδίσει τη σύγκλιση και τη συνάντηση επί μέρους αρχών της παιδαγωγικής σκέψης γεγονός που οδηγεί στην απόσταξη πολλών πυρηνικών παιδαγωγικών χαρακτηριστικών, κοινών της σοσιαλιστικής και δυτικής σκέψης. Ο Μακαρένκο π.χ. μιλά για την ολόπλευρη ανάπτυξη του μαθητή σε συνθήκες εργασίας, πλησιάζοντας με άλλον τρόπο «το σχολείο εργασίας» και προωθεί τον ανθρωπισμό, τη συλλογικότητα, την πειθαρχία, τον αυτοσεβασμό, την αξιοπρέπεια, τη βούληση στην εργασία κ.ά., όλα μέσα από τη λεγόμενη πολυτεχνική εκπαίδευση. Το μοντέλο αυτό θα διευκρινιστεί αργότερα από την Κρούπτσκαγια ως βάση της εγκυκλοπαιδικής (ολιστικής) μόρφωσης.

«Στο σχολικό έτος 1927-1928 το Λαϊκό Επιτροπάτο Διαφώτισης επικύρωσε για όλα τα σχολεία ενιαία, υποχρεωτικά ενιαιοποιημένα μαθητικά σχέδια. Στα 1931 και 1932 η Κ.Ε. του Κ.Κ. (μπ) στις αποφάσεις “Για το βασικό και το μέσο σχολείο” και “Για τα μαθησιακά προγράμματα και το καθεστώς στο βασικό και μέσο σχολείο” αναδείκνυε τις επιτυχίες που υπήρχαν στην κατεύθυνση δημιουργίας του ενιαίου εργασιακού πολυτεχνικού σχολείου, καθώς και μια σειρά αδυναμιών. Χρησιμοποιώντας τις παρατηρήσεις του Λένιν “Για τη πολυτεχνική εκπαίδευση”, από το 1920, προσδιόριζε τους δρόμους εξάλειψής τους (τη θετική σημασία αυτών των ντοκουμέντων υπεδείκνυε ακόμη ο Α. Σ. Μακαρένκο(4)). Άρχισε σοβαρή προσπάθεια στην κατεύθυνση δημιουργίας εργασιακού σχολείου. Στην απόφαση “Για το βασικό και μέσο σχολείο” καταγραφόταν η μεταφορά όλων των αχρησιμοποίητων κτισμάτων και εξοπλισμού από τις επιχειρήσεις στα σχολεία. (…) Τελικώς, η διαμόρφωση του ενιαίου συστήματος εκπαίδευσης ολοκληρώθηκε στο δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του ’30» (Π. Κιριένκο). Ούτε ο β΄ παγκόσμιος πόλεμος εμπόδισε την ανάπτυξη του συστήματος της εκπαίδευσης. Αντιθέτως σε κάποιες στιγμές το σχολείο μόνο κέρδισε. Οι ανάγκες του κράτους στην πολεμική και μεταπολεμική περίοδο σε εργατική δύναμη καθόρισαν τη σοβαρή σχέση προς τους μαθητές. Πολλοί από αυτούς κατόρθωσαν να περάσουν “ολόκληρο το πρόγραμμα” εργασιακής διαπαιδαγώγησης.
Οι επιτυχίες του συστήματος εκπαίδευσης, που έγινε το καλύτερο στον κόσμο τη δεκαετία του ’50, καθορίστηκαν από τις κοινές επιτυχίες του σοβιετικού κράτους. Όμως η καπιταλιστική παλινόρθωση τη δεκαετία του 1960-70 και πέρα ανατρέπει σιγά σιγά όλες τις κατακτήσεις στην εκπαίδευση. Οι αλλαγές που συντελούνται βαθαίνουν την κρίση του εκπαιδευτικού συστήματος και οδηγούν σε ανατροπές οι οποίες εντείνουν τις ταξικές ανισότητες. «Η εκπαίδευση -τόνιζε ο Κ. Μαρξ- εξαρτάται γενικά από τις συνθήκες ζωής» και επομένως πρέπει να αναζητήσουμε την αιτία της κρίσης του συστήματος εκπαίδευσης στις αλλαγές στο πολιτικό-οικονομικό σύστημα της Ε.Σ.Σ.Δ.. Στην οικονομία της χώρας εμφανίστηκαν τα στοιχεία της αγοράς. Σταδιακά όλο το κράτος και μαζί με αυτό και το σύστημα εκπαίδευσης υπέστησαν αλλαγές και αναδομήθηκαν σε καπιταλιστική βάση.

Βιβλιογραφία –επεξηγήσεις
(1)«προλεταριακός πολιτισµός». (Προλέτκούλτ) :Η πολιτιστική-διαφωτιστική οργάνωση που βρισκόταν στη δικαιοδοσία του Λαϊκού Επιτροπάτου Παιδείας σαν εθελοντική οργάνωση της προλεταριακής ερασιτεχνικής κίνησης στους διάφορους τοµείς της τέχνης. Οργανωτικά η Προλετκούλτ διαµορφώθηκε το Σεπτέµβρη του 1917. Η Προλετκούλτ, η καθοδήγηση της οποίας συγκεντρώθηκε στα χέρια του Α. Α. Μπογκντάνοφ και των οπαδών του, συνέχιζε και µετά την Οχτωβριανή επανάσταση να υπερασπίζει την «ανεξαρτησία» της, αντιπαραθέτοντας έτσι τον εαυτό της στο Κοµµουνιστικό κόµµα και στο προλεταριακό κράτος. Εξαιτίας του γεγονότος αυτού στην Προλετκούλτ εισχώρησαν και άρχισαν να επηρεάζουν αποφασιστικά τη δράση της οι αστοί διανοούµενοι. Αναγνωρίζοντας στα λόγια το µαρξισµό, ο βασικότερος θεωρητικός της Προλετκούλτ, Μπογκντάνοφ στην ουσία κήρυσσε την υποκειµενική-ιδεαλιστική, µαχιστική φιλοσοφία. Η Προλετκούλτ δεν ήταν οµοιογενής οργάνωση. Εκτός από τους αστούς διανοούµενους που έπαιζαν τον πρώτο ρόλο σε πολλές οργανώσεις της Προλετκούλτ, σ’ αυτές που ανήκε επίσης και η εργατική νεολαία, η οποία προσπαθούσε ειλικρινά να βοηθήσει στην πολιτιστική οικοδόµηση του Σοβιετικού κράτους. Την πιο µεγάλη ανάπτυξη οι οργανώσεις της Προλετκούλτ είχαν το 1919. Διαφωνούσε ο Βλαντίμιρ Ιλίτς στο ζήτημα της Προλετκούλτ (προλεταριακή κουλτούρα).

Ο ίδιος ο Λουνατσάρσκι αναφέρει στις «αναμνήσεις για το Λένιν» ότι: «Μια μέρα μάλιστα με κατσάδιασε γερά. Πριν απ’ όλα θα πω, πως ο Βλαντίμιρ Ιλίτς δεν αρνιόταν καθόλου τη σημασία των εργατικών κύκλων για την ανάδειξη συγγραφέων και καλλιτεχνών απ’ το προλεταριακό περιβάλλον, μα τον φόβιζε πολύ η τάση της Προλετκούλτ, να ασχολείται με την επεξεργασία “προλεταριακής επιστήμης”, “προλεταριακού πολιτισμού” γενικά, εις όλη την έκταση. Αυτό πρώτα-πρώτα του φαινόταν ένα καθήκον εντελώς πρόωρο και που ξεπερνούσε τις δυνάμεις μας, δεύτερο είχε τη γνώμη ότι οι τέτοιες, φυσικά βιαστικές επινοήσεις, θα αποπροσανατολίσουν τους εργάτες από τη μόρφωση, από του να προσλάβουν τα στοιχεία της έτοιμης πια επιστήμης και του πολιτισμού, και τρίτο, όπως φαίνεται, φοβόταν ο Βλαντίμιρ Ιλίτς, και δικαιολογημένα, μη τυχόν στην Προλετκούλτ κρύβεται η φωλιά κάποιας πολιτικής απόκλισης. Έβλεπε λόγου χάρη με αρκετή δυσμένεια το μεγάλο ρόλο που έπαιζε εκείνο τον καιρό η Προλετκούλτ ο Α. Α. Μπογκντάνοφ».

Στις αρχές της δεκαετίας 1920-1930 άρχισε η παρακµή της. Το 1932 η Προλετκούλτ έπαψε να υπάρχει.

(2)Ναντέζντα Κρούπτσκαγια (1869-1919)σπουδαία μορφή του σοβιετικού κράτους και βετεράνος του ΚΚΣΕ. Γυναίκα και συνεργάτης του Λένιν σημαντική παιδαγωγός.
(3) Βασιλίεβιτς Ανατόλι Λουνατσάρσκι (1875-1933) επαγγελματίας επαναστάτης που ενώθηκε με το επαναστατικό κίνημα το 1890. Το 1903 πέρασε με τον μπολσεβικισμό και ήταν στη σύνταξη πολλών εφημερίδων. Εγκαταλείπει το μαρξισμό και κριτικάρονται οι απόψεις του στο «Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός». Μετά την επανάσταση ήταν Λαϊκός Επίτροπος στην παιδεία και στη συνέχεια πρόεδρος της Ακαδημίας.

(4) Α. Σ. Μακαρένκο (1888-1939). είναι σημαντικός εκπρόσωπος της παιδαγωγικής σκέψης του αιώνα μας. Οι απόψεις και η προσωπικότητά του εκτιμήθηκαν, τόσο στη Σοβιετική Ένωση όσο και σε όλο τον κόσμο. Πρόσφερε πολλές πρωτότυπες ιδέες στην παιδαγωγική επιστήμη, οργάνωσε την πρώτη σημαντική παιδαγωγική εμπειρία θεμελιωμένη στη μαρξιστική λενινιστική κοσμοθεωρία και στα ιδανικά του σοσιαλισμού-κομμουνισμού. Κατέχει πρωταρχική θέση στην ιεραρχία της σοβιετικής παιδαγωγικής επιστήμης.

(5) Μιχάλης Παπαμαύρος (1891-1963) εκπαιδευτικός παιδαγωγός, με πολύπλευρη επιστημονική, παιδαγωγική και κοινωνική δραστηριότητα, .πρωτοστάτησε στο κίνημα του δημοτικισμού. Ασχολήθηκε συστηματικά με την υλιστική παιδαγωγική .Υπήρξε από τους πρωτεργάτες της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης και φυλακίσθηκε για τις ιδέες του.

(6) Δημήτρης Γληνός (1882-1943) εκπαιδευτικός, συγγραφέας και πολιτικός, πρωτεργάτης της λεγόμενης “γλωσσοεκπαιδευτικής μεταρρύθμισης”. Εξορίστηκε στον Άη Στράτη από την δικτατορία Κονδύλη, όπως και αργότερα από τη δικτατορία Ι. Μεταξά. Μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου από το 1911 και επί σειρά ετών ηγετική φυσιογνωμία του κομμουνιστικού κινήματος, δημοσιεύσεις του φιλοσοφικές και παιδαγωγικές μελέτες που αφορούν όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης και της κοινωνίας.

Γιάννης Μακρίδης

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το