Διαβάζω το σχόλιο της κυρίας Πρωτοψάλτη που ευχαριστεί τις ένοπλες δυνάμεις. Και λέει “Ένα ευχαριστώ από τα βάθη της ψυχής μου στους στρατιώτες μας που «φυλάσσουν Θερμοπύλες».
Απ ότι διαφαίνεται θα είναι μία «πράξη» διαρκείας από τον Έβρο μεχρι το Καστελόριζο… Είμαστε μαθημένοι να υπερασπιζόμαστε την Ελλάδα, κι αυτή τη φορά δεν θα είμαστε 300 θα είμαστε μια γροθιά.Σταθερά προσηλωμένοι στα ιδανικά μας και στον πολιτισμό μας. Δίκαιοι…Σαν έτοιμοι από καιρό… Θα υπερασπιζόμαστε τον τόπο μας χωρίς να γινόμαστε απάνθρωποι.”

Και σκέφτομαι πως εκεί πάνω στον Έβρο δεν είναι μόνο οι στρατιώτες της κυρίας Πρωτοψάλτη. Είναι οι λαοί. Οι εξαντλημένοι λαοί του κόσμου. Οι λαοί που ήρθαν από την Παλαιστίνη και τη Συρία. Το Αφγανιστάν και τη Σομαλία. Το Ιράκ. Και σκέφτομαι πως πρωτίστως το ευχαριστώ θα έπρεπε να απευθυνθεί σε αυτούς. Τους κυνηγημένους του κόσμου. Τους πρόσφυγες και μετανάστες που χρεώθηκαν όλη τη βαρβαρότητα της γης. Εκείνους που τους έτυχε ο κλήρος να ξενιτευτούν για όλα τα λάθη της ανθρωπότητας. Που άντεξαν το περπάτημα, τις βάρκες, τις βόμβες, που πλήρωσαν διακινητές για το πέρασμα. Που είδαν νεκρούς και πνιγμένους. Που αντέχουν.

Και διαβάζω και τη δήλωση του Γιάννη Αγγελάκα. Ας μου επιτραπεί να τον λέω Αγγελάκα, σκέτο, δίχως κύριο. Επειδή ο Αγγελάκας είναι ένας από εμάς. Ένας σαν εμάς. Που νιώθει ξεθεωμένος και ανήμπορος να γράψει κάτι γι’ αυτή την ανελέητη κτηνωδία που ζούμε όλο και πιο έντονα κάθε μέρα, εδώ και χρόνια. Που γράφει: “Θα προσπαθήσω άλλη μια αν και δεν ξέρω πια αν έχει νόημα να λέμε και να ξαναλέμε μεταξύ μας πόσο άθλια, πόσο χυδαία και πόσο εύκολα η μετανεοελληνική μας κοινωνία αποφασίζει να πάει κατά διαόλου. Οι λίγοι που μας ακούνε το ξέρουν ήδη.
Μη ξεχνάμε όμως, εκεί έξω υπάρχει πολύς, πάρα πολύς κόσμος τρομαγμένος, χτυπημένος, ηττημένος, ταπεινωμένος, απελπισμένος, χωρίς μέλλον, άρρωστος, ανασφαλής, υποχείριο της σκοτεινής τηλεόρασης και ακόμα πιο σκοτεινών ιδεοληψιών, αποκομμένος από την αληθινή παιδεία, την πνευματικότητα, την αγάπη, τη λογική και την ορθή πληροφορία κι έτσι όλη αυτήν την τεράστια αρνητική του δύναμη την στρέφει εναντίον του, εναντίον της ψυχής του και εναντίον της ανθρώπινης υπόστασής του. Παλεύει να σταθεί όρθιος, κλαδεύοντας τα ίδια του τα πόδια.
Ντρέπομαι που δεν καταφέραμε να σταματήσουμε μια τέτοια κατρακύλα όλοι εμείς που αυτοπροσδιοριζόμαστε ως ευαίσθητοι, εμπνευσμένοι, καλλιτέχνες, διανοούμενοι κ.λπ. Το χειρότερο όμως και το πιο βαρύ είναι πως οφείλω να ντρέπομαι και για όλους αυτούς τους πολλούς, πολλούς, πάρα πολλούς κι ακόμα περισσότερους που έχουν σταματήσει να ντρέπονται εδώ και χρόνια (εξαιρούνται αυτοί που γεννήθηκαν ξεδιάντροποι και μ’ αυτό τους το ταλέντο μεγαλουργούν ως πολιτικοί)».


Ας μας επιτραπεί να συνεχίσουμε να είμαστε με τον Αγγελάκα, τον Αγγελάκα που δεν χωρά πουθενά. Τον Αγγελάκα που ψάχνει δικαιοσύνη, που παρακαλεί για μόνο λίγη, τόση δα, δικαιοσύνη. Ας μας επιτραπεί να νιώθουμε ανήμποροι και ξεθεωμένοι. Ας μας επιτραπεί να πούμε ευχαριστώ στα αδέλφια μας τους πρόσφυγες. Που μας δικαιολόγησαν τα λάθη. Που μας συγχώρεσαν.

Ας μας επιτραπεί να πούμε πως πάντα θα είμαστε με τις μέλισσες όπως είπε ο Θανάσης Καμπαγιάννης στην αγόρευσή του. Ας μας επιτραπεί να τραγουδήσουμε “Σιγά μην κλάψω, σιγά μη φοβηθώ.” Ας μας επιτραπεί να συνεχίσουμε να ντρεπόμαστε και να μην αισθανόμαστε καμιά εθνική υπερηφάνεια. Ας μας επιτραπεί. Με τον Αγγελάκα.

Γιάννα Κουκά

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το