Στις 8 Μαρτίου ξεκίνησε η δίκη του ρατσιστή αστυνομικού, Ντέρεκ Σόβιν, ο οποίος δολοφόνησε τον Αφροαμερικάνο, Τζόρτζ Φλόυντ, τον περασμένο Μάιο. Όπως ήταν αναμενόμενο, στην πόλη του Φλόυντ, στη Μινεάπολις, πραγματοποιήθηκαν την ίδια μέρα διαδηλώσεις, με τον κόσμο να απαιτεί, αυτή τη φορά, ο δολοφόνος αστυνομικός να μην πέσει στα μαλακά, όπως συνηθίζεται σε αυτές τις περιπτώσεις.
Ο δολοφόνος του Τζορτζ Φλόυντ, Ντέρεκ Σόβιν, ο οποίος έχει απολυθεί από την αστυνομία, αρνείται προκλητικά όλες τις κατηγορίες εναντίον του, τόσο αυτής του φόνου, όσο και της ανθρωποκτονίας που σχετίζεται και με ελαφρότερες ποινές.

Το νέο οπτικό υλικό που προβλήθηκε στη δίκη στις 31 Μαρτίου, από τις κάμερες που είχαν πάνω τους οι υπόλοιποι αστυνομικοί, δείχνει τον αδικοχαμένο Φλόυντ να εκλιπαρεί τους αστυνομικούς να μην τον πυροβολήσουν. Σε άλλη στιγμή ακούγεται να απευθύνεται στην οικογένειά του, με τρόπο που φαίνεται να έχει καταλάβει ότι δεν θα επιβιώσει της σύλληψης.

Ο Ντέρεκ Σόβιν δολοφόνησε τον 46χρονο Τζορτζ Φλόυντ στις 25 Μαΐου πέρσι στη Μινεάπολις, συνθλίβοντας τον αυχένα του με το γόνατό του, ενώ τον είχε ξαπλωμένο και ακινητοποιημένο στο πεζοδρόμιο. Το περιστατικό έγινε αφορμή για το ξέσπασμα μιας πρωτοφανούς εξέγερσης σε πανεθνικό επίπεδο, η οποία διήρκησε μήνες και θεωρείται από τις μεγαλύτερες κινητοποιήσεις στην ιστορία των ΗΠΑ, τουλάχιστο όσον αφορά το πλήθος των διαδηλώσεων και τη συμμετοχή του λαού σε αυτές.
Στην πραγματικότητα αυτός είναι και ο μόνος λόγος που ο Ντέρεκ Σόβιν κάθεται το εδώλιο του κατηγορούμενου σήμερα. Αν δεν είχε υπάρξει το κύμα των αντιρατσιστικών κινητοποιήσεων, η δολοφονία του Φλόυντ θα ήταν άλλη μία από τις πολλές που συμβαίνουν στις ΗΠΑ από αστυνομικούς, οι οποίοι δεν τιμωρούνται σχεδόν ποτέ, ειδικά όταν τα θύματα είναι Αφροαμερικάνοι.

Αυτό φυσικά το γνωρίζει ο κόσμος τόσο στη Μινεάπολις όσο και αλλού, και γι’ αυτό παράλληλα με τη δίκη, λαμβάνουν χώρα και κινητοποιήσεις, ώστε να υπάρξει η αρμόζουσα καταδίκη, τόσο του ίδιου, όσο και των υπόλοιπων αστυνομικών της ομάδας του. Απαίτηση είναι επίσης να αναγνωρισθεί και το ρατσιστικό κίνητρο σε βάρος του Ντέρεκ Σόβιν, αίτημα που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Όσο η δίκη συνεχίζεται, πλησιάζει και η επέτειος της δολοφονίας, όπου αναμένεται να κορυφωθούν οι κινητοποιήσεις μνήμης και καταδίκης του περιστατικού, που δεν είναι και το μόνο. Κατά τη διάρκεια της εξέγερσης που ακολούθησε, υπήρξαν πολλά περιστατικά φόνων διαδηλωτών ή και ανυποψίαστων πολιτών, είτε από την αστυνομία, είτε από ρατσιστές παραστρατιωτικούς υποστηρικτές της.

Με αφορμή την έναρξη της δίκης, υπήρξε και διαδήλωση για μία άλλη θλιβερή επέτειο δολοφονίας από την αστυνομία, αυτή της Αφροαμερικανής Μπριόνα Τέυλορ, στις 13 Μαρτίου του περασμένου έτους στο Λούισβιλ του Κεντάκι. Η Μπριόνα δολοφονήθηκε από αστυνομικά πυρά στο σπίτι της ενώ κοιμόταν, στα πλαίσια μιας αποτυχημένης αστυνομικής επιχείρησης φιάσκο, που αφορούσε υποτίθεται τη διακίνηση ναρκωτικών. Μετά το φόνο της δεν βρέθηκαν ναρκωτικά στην κατοικία της και θεωρείται ότι η αστυνομία επέδραμε, χωρίς προειδοποίηση, σε λάθος μέρος. Οι διαδηλωτές απαιτούν την τιμωρία των αστυνομικών ως δικαίωση της δολοφονημένης νοσοκομειακής υπαλλήλου. Η οικογένειά της που αγωνίζεται για να αποδοθούν ευθύνες, φοβάται δικαίως ότι το περιστατικό θα ξεχαστεί, όπως έχει συμβεί με αμέτρητα άλλα.

Ο σύντροφός της, που αντιστάθηκε στην επιδρομή χρησιμοποιώντας το όπλο του, είχε κατηγορηθεί για επίθεση εναντίον αστυνομικών, αλλά δικαιώθηκε από τον αρμόδιο δικαστή του Κεντάκι και η δίωξή του τερματίστηκε. Ενώ για τυχούσες ευθύνες για τον θάνατο της Τέυλορ είναι σε εξέλιξη ομοσπονδιακή έρευνα.

Ο Μπάιντεν θεώρησε ότι μπορεί να εκμεταλλευτεί την περίπτωσή της με μία υποκριτική ανάρτηση στο Twitter, περιγράφοντας το περιστατικό ως: “…μια τραγωδία, ένα χτύπημα στην οικογένειά της, την κοινότητά της, την Αμερική” και “καθώς συνεχίζουμε να την θρηνούμε, πρέπει να προχωρήσουμε μπροστά, για μια χρήσιμη αστυνομική μεταρρύθμιση στο Κονγκρέσο”. Στη μακρά πολιτική του σταδιοδρομία ο πρόεδρος Μπάιντεν, είχε πολλές ευκαιρίες να προωθήσει αυτά που υπόσχεται σήμερα, ακόμη και από τη θέση του αντιπρόεδρου επί Ομπάμα. Οποιαδήποτε ουσιαστική αλλαγή δε θα έρθει από τον ίδιο, αλλά από την πίεση του λαϊκού κινήματος στις ΗΠΑ.

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το