Σε κλίμα θριάμβου έγιναν οι εξαγγελίες από την Ιθάκη την 21η Αυγούστου, όπου ανακοινώθηκε πανηγυρικά η έξοδος της χώρας από τα μνημόνια με όρους ομηρικούς. Θρίαμβος για την κυβέρνηση και το κεφάλαιο, Γολγοθάς για τους χιλιάδες εργαζόμενους, που βλέπουν καθημερινά ότι η «έξοδος», έτσι όπως περιγράφεται, δεν πρόκειται και δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί.

Βασικός πυλώνας της κυβερνητικής προπαγάνδας η επιστροφή στην “κανονικότητα”, η “επαναφορά” στις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και στον κατώτατο μισθό. Ποια είναι, όμως, η πραγματικότητα; Τι σημαίνει «η μάχη για την ενίσχυση των εργαζομένων», που αναφέρει ο Αλ.Τσίπρας, στην πράξη και όχι στα χαρτιά;

Στην περίπτωση του κατώτερου μισθού, η κυβέρνηση υπόσχεται την “αύξησή” του. Στα ψιλά γράμματα είναι το γεγονός ότι η διαδικασία θα ξεκινήσει στις αρχές του 2019 και θα ολοκληρωθεί σε βάθος χρόνου, καθώς και το γεγονός ότι η σημαντική μείωση του αφορολόγητου θα σαρώσει τις (ελάχιστες) αυξήσεις των μισθών.

Επιπλέον η όποια αύξηση κατώτατων μισθών θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της χώρας να πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους που έχουν θέσει οι θεσμοί, και συγκεκριμένα το ετήσιο πλεόνασμα 3,5% από εδώ και στο εξής. “Η διαδικασία που υπάρχει και την οποία θα τηρήσουμε απαιτεί μία σειρά από εκθέσεις που θα δοθούν από συγκεκριμένους επιστημονικούς φορείς, διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους και στο τέλος την απόφαση του Υπουργού Εργασίας για την αύξηση”, αναφέρει σε δήλωσή της η Υπουργός Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου. Δηλαδή η χώρα θα βρίσκεται υπό τον στενό έλεγχο των Ευρωπαίων εταίρων, και αυτοί θα δίνουν το πράσινο φως για όποια κυβερνητική απόφαση, για την οποία βαρύνοντα λόγο θα έχει και η εργοδοσία μέσα από τη “διαβούλευση των κοινωνικών εταίρων”.

Τέλος, αυτό που επιδέξια αποφεύγει να αναφέρει η κυβέρνητική προπαγάνδα είναι ότι η πολυδιαφημισμένη αύξηση του κατώτατου μισθού θα γίνει με τον νόμο Σαμαρά-Βρούτση (Ν.4172/2013), καθώς ο μνημονιακός αυτός νόμος διατηρείται στο ακέραιο. Πρόκειται για έναν κατ’εξοχήν αντεργατικό νόμο, καθώς αποκλείει τις εργασιακές διεκδικήσεις και την ελεύθερη διαπραγμάτευση του ύψους του κατώτατου μισθού μέσω των συνδικαλιστικών οργάνων (ΓΣΕΕ κτλ.). Ο κατώτατος μισθός καθορίζεται με κυβερνητική απόφαση, έγκριση από τους εργοδότες και βασικό κριτήριο την “ανταγωνιστικότητα” των επιχειρήσεών τους, δηλαδή το καθαρό κέρδος του κεφαλαίου. Συνεπώς, για ποια έξοδο του κατώτατου μισθού από τα μνημόνια μπορεί να γίνεται λόγος, από τη στιγμή που διατηρείται και θα εφαρμόζεται η μνημονιακή νομοθεσία για τον καθορισμό του;

Η αύξηση του κατώτατου μισθού είναι ένα βασικό χαρτί της δημαγωγίας της κυβέρνησης εν όψει των επικείμενων εκλογών. Σκοπός των κυβερνητικών επιτελείων και των ΜΜΕ να αποπροσανατολίσουν, να συσκοτίσουν την πραγματικότητα, να συγκαλύψουν τον εργασιακό Μεσαίωνα που μονιμοποιούν και αντ’ αυτού να παρουσιάσουν ένα κλίμα ευμάρειας και ευημερίας. Η εγρήγορση των εργαζόμενων και η οργανωμένη δράση με τα συνδικάτα τους είναι πιο αναγκαίες από ποτέ. Για να μην γίνει το πλοίο του Οδυσσέα γαλέρα με εξοντωμένους ναύτες.

 

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το