Εδώ και αρκετό καιρό εκπαιδευτικοί, γονείς και μαθητές όλων των τύπων των Λυκείων της χώρας έχουν υπογραμμίσει σε όλους τους τόνους ότι λόγω των συσσωρευμένων προβλημάτων που επέφερε στα σχολεία η πανδημία θα ήταν καλό να μην εφαρμοστεί η Τράπεζα Θεμάτων.

Ωστόσο η απάντηση που πήραν όλοι ήταν τα γνωστά Έγγραφα του Υπουργείου Παιδείας ότι η ύλη θα ολοκληρωθεί κανονικά και τα μισά θέματα στις απολυτήριες εξετάσεις της Α και της Β Λυκείου θα παρθούν από την Τράπεζα Θεμάτων.

Μάλιστα “για τα μάτια της Τράπεζας Θεμάτων” το ΥΠΑΙΘ ορίζει την αναμόρφωση του ωρολογίου προγράμματος με στόχο “την έγκαιρη και αποτελεσματική ολοκλήρωση της εξεταστέας ύλης”. Προφανώς όλα γίνονται για την “έγκαιρη” και όχι για την “αποτελεσματική” καθώς όλη η εκπαιδευτική κοινότητα εβδομάδες τώρα έχει διαμηνύσει ότι είναι ακατόρθωτο εγχείρημα η ουσιαστική ολοκλήρωση της ύλης.

Aν η περσινή χρονιά των πανελλαδικών εξετάσεων αποδείχτηκε πραγματικός «εφιάλτης» για χιλιάδες αποφοίτους λυκείων οι οποίοι διεκδίκησαν μια θέση στα ΑΕΙ, η φετινή διεκδικεί να είναι ακόμη χειρότερη καθώς εκτός από τους 100.000 υποψήφιους μπερδεύονται στο δίχτυα του αποκλεισμού και οι 160.000 μαθητές της Α΄ και Β΄ Λυκείου.

Η πρώτη εμπειρία, λοιπόν, με την Τράπεζα Θεμάτων είναι το «τρέξιμο» στην εξεταστέα ύλη, που για εκατοντάδες σχολεία ήταν και παραμένει μεγάλος βραχνάς. Αγνοεί η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας ότι σε πολλά μαθήματα η εξεταστέα ύλη μόνο τυπικά μπορεί να ολοκληρωθεί λόγω του αυξημένου όγκου της; Οχι βέβαια. Φυσικά το γνωρίζει, αλλά φαίνεται να μην την απασχολεί, καθώς είναι της αντίληψης ότι το να «βγάλεις» την ύλη είναι αξία. Το να μορφώσεις μαθητές είναι απλώς ξεπερασμένη ιδεοληψία.

Τι σημαίνει αυτό;

α) Επί της ουσίας μετατρέπει τις ενδοσχολικές εξετάσεις της Α΄ και Β΄ Λυκείου σε άτυπες «Πανελλήνιες», ενισχύοντας τον ανταγωνιστικό και εξετασιοκεντρικό χαρακτήρα του εκπαιδευτικού συστήματος. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος δε βρίσκεται ο μαθητής αλλά η ύλη.

β) Δε λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες και τις μαθησιακές ανάγκες των παιδιών διαφορετικών τμημάτων και υποτάσσει τα πάντα σε μια ασθμαίνουσα κάλυψη μιας υπερβολικά εκτενούς ύλης περιορίζοντας τα περιθώρια εμβάθυνσης και αφομοίωσής της από τους μαθητές.

γ) Στοιχειώδη γνώση να έχει κάποιος για την κατάσταση στις σχολικές τάξεις και για τους όρους της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της μάθησης, αντιλαμβάνεται ότι πολύ γρήγορα η λειτουργία της Τράπεζας θα απογειώσει τη σχολική θνησιμότητα, δηλαδή την απόρριψη ή την ενσωμάτωση της αδυναμίας, την απόγνωση, την αναχαίτιση, το ψαλίδισμα των προσδοκιών, τον φόβο και την εγκατάλειψη.

Η ζημιά είναι ανεπανόρθωτη

Ο Πανεπιστημιακός Γιώργος Μαυρογιώργος επισημαίνει: «Τα “νομίσματα¨της τράπεζας θεμάτων είναι κίβδηλα. Αν κρίνω από τα θέματα για το μάθημα της ιστορίας, έχουμε να κάνουμε με μια ακόμη δαπανηρή επιλογή που υποβαθμίζει τη γνώση, την κουρελιάζει, την κάνει πληροφορίες για θιασώτες του σταυρόλεξου και εθισμένους στη συνδυαστική αναζήτηση των κάθετων και οριζόντιων ενδείξεων . Έχω σχολιάσει και άλλοτε ότι οι θεματοθέτες είναι αδέξιοι. Δείτε τις ερωτήσεις ΣΩΣΤΟΥ-ΛΑΘΟΥΣ στο μάθημα της Ιστορία: Καλεί τους μαθητές/τριες να χαρακτηρίσουν τις προτάσσεις που παραθέτουν ως προς την ορθότητά τους.Τους διαφεύγει πως σε ένα μάθημα ιστορίας δεν κρίνεται η ορθότητα της πρότασης(λες και είναι θέμα γλώσσας) αλλά η ορθότητα των απόψεων και των ισχυρισμών. Δείτε και τις ερωτήσεις αντιστοίχισης….Το πιο σοβαρό είναι το γεγονός ότι με μη έγκυρο και μη αξιόπιστο εκπαιδευτικά κι επιστημονικά εργαλείο ασκείται κοινωνικός έλεγχος στην εκπαίδευση, σε εκπαιδευτικούς και μαθητές,που αισθάνονται την ανάσα ενός ιδιότυπου αστυνόμου που με βίαιο γάντι επιβάλλει ρυθμούς διδασκαλίας και μάθησης. Η τράπεζα ορίζει το τι συνιστά σχολική γνώση, συρρικνώνει το περιθώριο σχετικής αυτονομίας των εκπαιδευτικών και προβάλλεται ως μέτρο που αντικειμενικοποιεί τις αξιολογικές ιεραρχήσεις των μαθητών».

Το ξεσκαρτάρισμα του Λυκείου 

Η εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων που προβάλλεται με φωτοστέφανο αθωότητας από την ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, αποτελεί το πιο δηλητηριώδες τμήμα της οικοδόμησης του λεγόμενου «νέου σχολείου».

Να το ξεκαθαρίσουμε ευθύς: Η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας και του ΙΕΠ αναμασούν τα περί «ποιοτικής διδασκαλίας», «κριτικής ικανότητας και αναστοχασμού των μαθητών», αλλά οι μάχιμοι εκπαιδευτικοί που αναπνέουν καθημερινά κιμωλία και αφουγκράζονται την αγωνία των μαθητών τους καταλαβαίνουν ότι στην πραγματικότητα το «νέο» λύκειο οικοδομείται με τα πιο παλιά υλικά. Είναι φανερό ότι η κεντρική γραμμή πλεύσης του υπουργείου Παιδείας είναι η έμφαση στις εξεταστικές δοκιμασίες που αφενός οδηγούν σε ένα «ξεκαθάρισμα» του μαθητικού πληθυσμού και αφετέρου απλώνουν την «σκιά της» στην ημερήσια διάταξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Δεν χρειάζεται να καταναλώσουμε πολλή… στατιστική, για να αποδείξουμε ότι στήνεται και πάλι ένας ολοκληρωμένος και «θωρακισμένος μηχανισμός αναχαίτισης» όσων ετοιμάζονται στο μέλλον να χτυπήσουν τις πόρτες του νέου Λυκείου. Πολύ γρήγορα η λειτουργία της Τράπεζας θα απογειώσει τη σχολική θνησιμότητα, δηλαδή την απόρριψη ή την ενσωμάτωση της αδυναμίας, την απόγνωση, την αναχαίτιση, το ψαλίδισμα των προσδοκιών, τον φόβο και την εγκατάλειψη.

Να θυμίσουμε ότι την πρώτη φορά που εφαρμόστηκε η Τράπεζα Θεμάτων είχε ως αποτέλεσμα να πενταπλασιαστεί σχεδόν ο αριθμός των μαθητών που έμειναν μετεξεταστέοι. Συγκεκριμένα, τη σχολική χρονιά 2013-2014 το ποσοστό των μετεξεταστέων στην Α’ Λυκείου εκτινάχθηκε στο 23,3%, όταν την προηγούμενη χρονιά, ήταν στο 4,2%. Μετά τα πρώτα αποτελέσματα, το υπουργείο είχε θορυβηθεί και έκανε διόρθωση στον τρόπο υπολογισμού του Μ.Ο. προαγωγής ώστε το ποσοστό των μετεξεταστέων τελικά να «πέσει» στο 16%.

Παράλληλα την περίοδο της εφαρμογής της, όλα τα στοιχεία έδειξαν ότι τα φροντιστήρια ήταν τελικά αυτά που επωφελήθηκαν περισσότερο καθώς καταγράφηκε αύξηση 15% στους μαθητές της Α’ Λυκείου οι οποίοι αναζήτησαν, με το αζημίωτο βέβαια, εξωσχολική βοήθεια.

Μα, θέλει η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας ένα τέτοιο αποτέλεσμα; Πρωτίστως! Επείγεται να «ξεσκαρτάρει» το  Λύκειο, να το «ελαφρώσει», σαν μια επιχείρηση που θέλει να απαλλαγεί από το προσωπικό της.

Παράλληλα η Τράπεζα Θεμάτων, δηλαδή το είδος και η «ποιότητα» των ερωτήσεων, μπορεί αθέατα να προσανατολίσει τη μαθησιακή διαδικασία σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις, να υποβαθμίσει το «πώς» και το «γιατί», να πριμοδοτήσει συγκεκριμένους τρόπους διδασκαλίας ή διαβάσματος. Στην κατεύθυνση αυτή προφανώς ριχνόταν λίπασμα και από τις ερωτήσεις τύπου πολλαπλής επιλογής κ.λπ.

Είναι σαφές ότι στο νέο περιβάλλον η φροντιστηριακή εκγύμναση κέρδιζε έδαφος ως «σώμα και πνεύμα» στο σχολείο, εκτρέποντας το εκπαιδευτικό έργο σε τεχνικές απομνημόνευσης πληροφοριών και όχι αναλυτική επεξεργασία της ύλης και δημιουργικής αφομοίωσης από τους μαθητές. Ειδικότερα, «καλό» Λύκειο θα αναγορεύεται αυτό που μιμείται καλύτερα το φροντιστήριο. Αυτό, δηλαδή, που καλουπώνει και παραδίδει αποσπασματικές γνώσεις χρήσιμες για τις εξετάσεις.

Αξιολόγηση με βάση τις επιδόσεις των μαθητών

Με την Τράπεζα Θεμάτων το Υπουργείο Παιδείας θα επιχειρήσει σταδιακά να αξιολογήσει τους εκπαιδευτικούς και τις σχολικές μονάδες με βάση τις επιδόσεις των μαθητών.

Είναι προφανές ότι η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας γνωρίζει πολύ καλά τις κοινωνικές παραμέτρους της σχολικής επίδοσης. Η στόχευση είναι αλλού και «φωτογραφίζει» κατευθείαν τον εκπαιδευτικό. Το ΥΠΑΙΘ θεωρεί κατάλληλο το χρόνο να προβάλει συστηματικά μια, έτσι κι αλλιώς, διαδεδομένη αντίληψη σύμφωνα με την οποία για ό,τι «καλό» ή «κακό» γίνεται στα σχολεία την ευθύνη την έχει ο εκπαιδευτικός. Μια τέτοια αντίληψη, όπως γίνεται φανερό, εναποθέτει μεγάλο φορτίο ευθύνης στους ώμους του δασκάλου και συνήθως, όταν τίθεται θέμα σχολικής αποτυχίας ή εκπαιδευτικής κρίσης, ο δάσκαλος είναι ο «αποδιοπομπαίος τράγος». Με αυτό τον τρόπο γίνεται ευκολότερη υπόθεση η επιβολή αυταρχικών μέτρων αξιολόγησης, εντατικοποίησης και διοικητικού ελέγχου.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το