Αφγανιστάν, η πιο πολύπαθη χώρα της Κεντρικής Ασίας. Μία χώρα που η στρατηγική της θέση και τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων, ανάγκασαν αυτόν τον λαό να ζήσει πολύ λίγα χρόνια πραγματικής ειρήνης. Από το Αφγανιστάν θα περάσουν Άραβες, Μογγόλοι, Πέρσες, Βρετανοί αποικιοκράτες, Σοβιετικοί σοσιαλιμπεριαλιστές, Αμερικανοί ιμπεριαλιστές. Μία χώρα που εδώ και 182 χρόνια στα κακοτράχαλα βουνά της τσακίστηκαν τα όνειρα τριών αυτοκρατοριών.

Το 1747 θα ξεκινήσει ο σχηματισμός ενός ανεξάρτητου κράτους με ηγεμόνα τον Χαν Αχμάτ, το κράτος Ντουρανί. Οι φυλές των Αφγανών, διατήρησαν την οικογενειακή φυλετική δομή και οργάνωση τους κατά γένη και την ανεξαρτησία τους στις εσωτερικές τους υποθέσεις. Τον πιο σημαντικό ρόλο τον έπαιζε η τζίργκα (το συμβούλιο των μελών της φυλής), στην εσωτερική ζωή των αφγανικών φυλών. Το μεγαλύτερο μέρος των φυλών ήταν απαλλαγμένo από φόρους, ήταν όμως υποχρεωμένοι να προμηθεύουν στο Σάχη πολεμιστές όταν υπήρχε ανάγκη. Ο Σάχης Αχμάτ θα μεγαλώσει το κράτος, κατακτώντας διάφορες περιοχές. Οι διάδοχοί του Σάχη Αχμάντ χάνουν τις πιο πολλές κατακτήσεις και το 1818 το κράτος Ντουρανί διασπάται σε τέσσερα πριγκιπάτα˙ της Χεράτ, της Κανταχάρ, της Καμπούλ και του Πεσαβάρ. Το πρώτο βήμα όμως προς την ενοποίηση είχε γίνει γιατί το κράτος Ντουρανί του Σάχη Αχμάτ είχε φέρει σε στενότερη επαφή τις διασπασμένες αφγανικές φυλές. Σύντομα ξεκίνησε μία νέα προσπάθεια ενοποίησης με πυρήνα το πριγκιπάτο της Καμπούλ, με ηγέτη αυτή τη φορά τον Ντόστ Μωχάμετ. Τη διαδικασία ενοποίησης θα τη διακόψει η επέμβαση των Βρετανών στο πλαίσιο του ανταγωνισμού τους με την τσαρική Ρωσία το 1838, στην αυτοκρατορία “όπου ο ήλιος δεν δύει ποτέ” όπως χαρακτηριστικά υπερηφανεύονταν οι Άγγλοι αποικιοκράτες. Ξεκινάει έτσι ο Α’ Άγγλο-αφγανικός πόλεμος (1839-1842), ο λαϊκός πόλεμος όμως που θα αναπτυχθεί θα αναγκάσει τον ήλιο της Βρετανικής αυτοκρατορίας να δύσει. Μία βρετανική στρατιά θα συντριβεί στα ορεινά περάσματα του Κούρντ-Καμπούλ και του Ντζαγκνταλάκ.

Ο Ένγκελς αναλύοντας την πολυπλοκότητα του Αφγανιστάν το 1857 με αφορμή τον Α’ αγγλο-αφγανικό πόλεμο γράφει: «Οι Αφγανοί είναι μία γενναία, σκληρή και ανεξάρτητη φυλή, επιδίδονται μόνο σε γεωργικές και κτηνοτροφικές ασχολίες, απέχοντας από το εμπόριο, το οποίο περιφρονητικά εγκαταλείπουν στους Ινδούς και σε άλλους κατοίκους των πόλεων. Για αυτούς, ο πόλεμος είναι μία συγκίνηση και ανακούφιση, από τη μονότονη απασχόληση με τις εργατικές ασχολίες. Οι Αφγανοί χωρίζονται σε φατρίες, επί των οποίων οι διάφοροι αρχηγοί, ασκούν κάποιου είδους φεουδαρχική κυριαρχία. Το άκαμπτο μίσος τους κατά της εξουσίας και η αγάπη τους για την ατομική ελευθερία είναι το μόνο που τους εμποδίζει να γίνουν ένα ισχυρό έθνος, αλλά αυτή η ιδιαίτερη μη κανονικότητα τους και η ασάφεια των πράξεών τους, τους κάνει επικίνδυνους γείτονες, ικανούς να εκραγούν από μία ιδιοτροπία ή να ξεσηκωθούν από πολιτικούς μηχανορράφους που τεχνηέντως εξαίρουν τα πάθη τους…… Παρόλα αυτά λέγεται ότι είναι φιλελεύθεροι και γενναιόδωροι άνθρωποι όταν δεν τους προκαλεί κάνεις……» Στον Β’  Άγγλο- αφγανικό πόλεμο (1878-1880) η ισχυρή αντίσταση του αφγανικού λαού θα αναγκάσει τους Βρετανούς να εγκαταλείψουν τις προσπάθειές τους για την κατάκτηση του Αφγανιστάν, όμως οι Αφγανοί θα δεχτούν τον αγγλικό έλεγχο στην εξωτερική τους πολιτική. Στα τέλη του 19ου αιώνα, αρχές του 20ου, έχει διαμορφωθεί ένα σχετικά συγκεντρωτικό φεουδαρχικό κράτος, έχει αναδιοργανωθεί ο στρατός, ο διοικητικός μηχανισμός, το φορολογικό σύστημα και έχει εν μέρει περιοριστεί η δραστηριότητα του ξένου εμπορικού κεφαλαίου. Οι πόλεις έχουν μεγαλώσει, έχει αναπτυχθεί το εμπόριο, η βιοτεχνία, έχουν ενισχυθεί οι δεσμοί των τσιφλικάδων με την αγορά και έχει εμφανιστεί μία εθνική, εμπορική αστική τάξη. Δημιουργούνται τα πρώτα μη θρησκευτικά εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Η Ρωσική Επανάσταση του 1905-1907, καθώς και τα επαναστατικά κινήματα γειτονικών χωρών, δίνουν ώθηση σε μία αφύπνιση της κοινωνικής και πολιτικής σκέψης του Αφγανιστάν και εμφανίζεται το κίνημα των Νεοαφγανών με ιδεολογικό ηγέτη τον ποιητή και δημοσιολόγο Ταρζί.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 θα ενισχύσει τις πατριωτικές δυνάμεις του Αφγανιστάν. Το Φεβρουάριο του 1919 γίνεται εμίρης ο Αμάν Αλλάχ που στις 28 Φεβρουαρίου 1919 ανακηρύσσει την ανεξαρτησία του Αφγανιστάν. Οι Βρετανοί δεν ανέχονται αυτή την κατάσταση και ξεκινάνε τον Γ’ Άγγλο-αφγανικό πόλεμο (Μάιος- Ιούνιος 1919) όμως ο Αφγανικός λαός με την υποστήριξη της νεαρής Σοβιετικής Ένωσης αποκρούει τους εισβολείς και η Σοβιετική Ένωση γίνεται η πρώτη χώρα που αναγνωρίζει την ανεξαρτησία του Αφγανιστάν στις 27 Μαρτίου 1919. Σε μήνυμά του προς τον εμίρη του Αφγανιστάν στις 27 Μαΐου 1919 ο Λένιν εκφράζει την προθυμία της Ρωσίας για την άμεση ανταλλαγή πρεσβευτών, πράγμα που γίνεται μέσα στη χρονιά.

Τελικά η Βρετανία θα αναγκαστεί με την προσωρινή συνθήκη του Ραβαλπίντι στις 8 Αυγούστου 1919 να αναγνωρίσει επίσημα την αφγανική ανεξαρτησία, ενώ θα αναγνωρίσει οριστικά την ανεξαρτησία του το 1921. Το Φεβρουάριο του 1921 είχε υπογράφει Σοβιετο-αφγανική συνθήκη. Στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το Αφγανιστάν διακηρύσσει την ουδετερότητά του. Τα φασιστικά κράτη, Γερμανία και Ιταλία, επιχειρούν με πράκτορες τους να οργανώσουν πράξεις δολιοφθοράς από το έδαφος του Αφγανιστάν ενάντια στη Σοβιετική Ένωση, όμως μετά από έκκληση της  Σοβιετικής Ένωσης και της Αγγλίας οι φασίστες πράκτορες απελάθηκαν.

Τις επόμενες δεκαετίες το Αφγανιστάν παρέμεινε μία υποανάπτυκτη, καθυστερημένη χωρά με φεουδαρχικά υπολείμματα. Οι όποιες προσπάθειες για αστικό εκδημοκρατισμό και για ανάπτυξη της καπιταλιστικής εξέλιξης σκόνταφταν επάνω στους φεουδάρχες-τσιφλικάδες, στον κλήρο και στα συντηρητικά στοιχεία.

Τον Μάρτιο του  1953 πεθαίνει ο Στάλιν στη Σ. Ένωση και σταδιακά θα καταλάβουν την εξουσία πραξικοπηματικά οι χρουστσωφικοί ρεβιζιονιστές. Το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956 θα σημάνει τον ξεριζωμό της επαναστατικής ψυχής του και η Σ. Ένωση από φίλη και στήριγμα των λαών και των εθνικοαπελευθερωτικών τους κινημάτων θα μετατραπεί σε μια χώρα που θα οργανώνει πραξικοπήματα και θα κάνει πολέμους και επεμβάσεις στο μισό πλανήτη. Στον άλλον μισό θα κάνουν οι ΗΠΑ.

Στο πλαίσιο του ανταγωνισμού των δυο υπερδυνάμεων, οι σοβιετικοί σοσιαλιμπεριαλιστές θα επέμβουν στο Αφγανιστάν για να το θέσουν κάτω από την κυριαρχία τους. Τον Απρίλη του 1978 οργάνωσαν πραξικόπημα με ένα τμήμα του στρατού και το φιλοσοβιετικό κόμμα, εγκαθιδρύοντας στην εξουσία ένα φιλοσοβιετικό καθεστώς με πρωθυπουργό τον ηγέτη του κόμματος, τον Ταράκι. Αυτός ανατράπηκε με νέο πραξικόπημα ενάμιση χρόνο αργότερα, τον Σεπτέμβρη του 1979, από τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησής του, τον Αμίν, που δολοφονεί τον Ταράκι για να καταρρεύσει κι αυτό σε σύντομο διάστημα. Μπροστά στην κρίση και το αδιέξοδο που βυθίζεται το πραξικοπηματικό καθεστώς για να ελέγξουν τις εξελίξεις και να κυριαρχήσουν στη χώρα, εισβάλουν με χιλιάδες στρατό οι σοβιετικοί στο Αφγανιστάν, το Δεκέμβριο του 1979, και οι ντόπιοι ρεβιζιονιστές του ΚΚΕ θα δουν “διεθνιστική αλληλεγγύη” και “οικοδόμηση του σοσιαλισμού”. Μετά από 10 χρόνια, το Φεβρουάριο του 1989, και αφήνοντας πίσω τους 15.000 νεκρούς Σοβιετικούς και εκατοντάδες χιλιάδες Αφγανούς θα αποχωρήσουν ταπεινωμένοι. Οι σοβιετικοί θα ακολουθήσουν τις τακτικές των ΗΠΑ στο Βιετνάμ και θα πολυβολούν τα χωριά από τα ελικόπτερα. Το αντάρτικο που θα δημιουργηθεί, θα το τροφοδοτεί ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός βρίσκοντας μία θαυμάσια ευκαιρία να χτυπήσει το σοβιετικό ανταγωνιστή του. Δημιούργημα αυτού του πολέμου και των αμερικανών είναι η Αλ Κάιντα, ο  Οσάμα Μπιν Λάντεν και οι Ταλιμπάν.

Στις 11 Σεπτεμβρίου 2001 το χτύπημα στους δίδυμους πύργους και η δολοφονία χιλιάδων αθώων πολιτών θα δώσει τη δυνατότητα στις πιο ακραίες, στις πιο φιλοπόλεμες, σκοτεινές και αντιδραστικές δυνάμεις των ΗΠΑ να εξαπολύσουν μια αχαλίνωτη επίθεση, ενάντια σε κάθε χώρα και κάθε λαό, που ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός είχε συμπεριλάβει στον περιβόητο «άξονα του κακού». Πρώτος στόχος το Αφγανιστάν, τον Οκτώβριο του 2001. Με πρόσχημα την εξολόθρευση του τρομοκράτη Μπιν Λάντεν και της Αλ Κάιντα, θέλησαν να θέσουν κάτω από την κυριαρχία τους αυτήν τη χώρα με την σπουδαιότατη γεωστρατηγική σημασία που βρίσκεται στο υπογάστριο της Ρωσίας, σε μία περιοχή κόμβο μεγάλων αντιθέσεων, όπου διεξάγεται ένας λυσσαλέος ανταγωνισμός για τον έλεγχο των τεράστιων αποθεμάτων πετρελαίου της Κασπίας. Έτσι ενεργοποιώντας και το άρθρο 5 του ΝΑΤΟ θα σύρουν τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές συμμάχους σε μία “επιχείρηση αστραπή” όπως νόμιζαν. Εκτός από τις ΗΠΑ θα στείλουν στρατεύματα όλες σχεδόν οι χώρες μέλη του ΝΑΤΟ, ανάμεσα σε αυτές και η Ελλάδα. 50 χώρες έστειλαν στρατεύματα στο Αφγανιστάν. Το Φεβρουάριο του 2020 υπήρχαν στο Αφγανιστάν στρατεύματα από 38 χώρες.

Ο Μπους το 2001 θα ονομάσει τον πόλεμο στο Αφγανιστάν «καλό πόλεμο», ο Ομπάμα το 2011 «δίκαιο πόλεμο» και, παρόλες τις προεκλογικές του υποσχέσεις για απόσυρση από το Αφγανιστάν, θα ενισχύσει τις αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις που τελικά θα φτάσουν τις 140.000. Ο Σαρκοζί το 2008, θα αποκαλέσει αυτόν τον πόλεμο «πόλεμο ενάντια στο σκοταδισμό και τον τρόμο».

Σήμερα, 20 χρόνια μετά, στον πιο μακροχρόνιο πόλεμό του, ο μεγαλύτερος διεθνής τρομοκράτης ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός αποχωρεί ταπεινωμένος από το Αφγανιστάν και η αστερόεσσα κατέβηκε, μετρώντας ακόμα μία ήττα τις τελευταίες δεκαετίες (Ιράκ, Συρία, Αφγανιστάν) αφήνοντας χιλιάδες νεκρούς Αμερικανούς στρατιώτες στα πεδία των μαχών και εκατοντάδες χιλιάδες Αφγανούς.

Οι λαοί του τρίτου κόσμου, θύματα της πιο βάρβαρης καταπίεσης και εκμετάλλευσης, ορθώνουν το ανάστημά τους, αντιστέκονται στον πόλεμο και αρνούνται να υποταχθούν στην ιμπεριαλιστική σκλαβιά και βαρβαρότητα. Η βαρβαρότητα του πολέμου που επέβαλαν οι ΗΠΑ, η πείνα, η εξόντωση και ο θάνατος που σκορπάει το καπιταλιστικό σύστημα σε εκατομμύρια εργαζόμενους στον τρίτο κόσμο διδάσκουν και καθημερινά πείθουν τους λαούς για την πραγματική φύση του ιμπεριαλισμού, για την αναγκαιότητα της ανειρήνευτης πάλης και ανατροπής του. Σε αυτόν το δρόμο θα βαδίσουν οι λαοί και αυτοί τελικά θα είναι οι νικητές στο θανάσιμο αγώνα που διεξάγεται ανάμεσα στις φιλοπόλεμες αντιδραστικές δυνάμεις του ιμπεριαλισμού από τη μία και στους καταπιεζόμενους λαούς και έθνη από την άλλη.

Και κάτι ακόμα, σήμερα το Αφγανιστάν μετά από την εικοσαετή κατοχή του από τις ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός οπίου και ηρωίνης στον κόσμο. Η αμερικανική κατοχή ευνόησε το εμπόριο σκληρών ναρκωτικών. Τα τελευταία χρόνια σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις 83%-97% της παγκόσμιας παραγωγής οπίου και ηρωίνης προέρχεται από το Αφγανιστάν.

Θανάσης Κ.

Δημοσιεύεται στο 53ο τεύχος του περιοδικού “Πορεία” που μόλις κυκλοφόρησε

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το