«Αυτό που διαβάζουμε όλοι στο Άρθρο 16, σημαίνει αυτό που διαβάζουμε»
«Βρίσκομαι σε μια δύσκολη θέση και δεν περίμενα ποτέ ότι θα βρεθώ σε τέτοια θέση, γιατί, καλούμαι να επιχειρηματολογήσω ότι αυτό που όλοι μας διαβάζουμε στο Σύνταγμα και όλοι μας καταλαβαίνουμε, χωρίς να χρειάζεται να είμαστε ειδικοί, χωρίς να χρειάζεται να είμαστε νομικοί, σημαίνει αυτό που διαβάζουμε». Με αυτήν την ιδιαίτερη αμηχανία ξεκίνησε την εισήγησή του ο συνταγματολόγος Ακρίτας Καϊδατζής, σε εκδήλωση για την «Παράκαμψη του Συντάγματος και τα Ιδιωτικά Πανεπιστήμια». Απέναντι σε ένα άρθρο που είναι ξεκάθαρο στη διατύπωση, η κυβέρνηση αντιπαρατάσσει μία εκτενή γνωμοδότηση των Βενιζέλου-Σκουρή περί «σύγχρονης ερμηνείας» που πλέον «θα βρίσκεται σε αρμονία με το Δίκαιο της ΕΕ». Πέρα από τα προβλήματα που φέρνει μία τόσο αντίθετη ερμηνεία στο «γράμμα» του άρθρου 16, υπάρχει, σύμφωνα με νομικούς και πανεπιστημιακούς, το ζήτημα της προστασίας της ακαδημαϊκής ελευθερίας, ακόμα και το ζήτημα αν τελικά το Ενωσιακό Δίκαιο έχει αρμοδιότητα να κρίνει το θέμα.

του Θάνου Καμήλαλη

Tη Δευτέρα, η «Εναλλακτική Παρέμβαση Δικηγόρων Αθήνας» πραγματοποίησε εκδήλωση στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών με θέμα «Η παράκαμψη του Άρθρου 16 και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια». Η εκδήλωση περιείχε σειρά σχετικών εισηγήσεων από πανεπιστημιακούς, ενώ χαιρετισμό απηύθυναν και δύο μέλη του Φοιτητικού Συλλόγου Νομικής που τελεί υπό κατάληψη. Την εκδήλωση συντόνισε η Βαγγελιώ Κοντάκη, δικηγόρος και μέλος της Εναλλακτικής Παρέμβασης.

«Δεν είναι καθόλου αυτονόητο ότι βρίσκουμε βήμα να πούμε την άποψή μας» ανέφερε ο Ακρίτας Καϊδατζής, καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου του ΑΠΘ, ξεκινώντας την τοποθέτησή του.

«Βρίσκομαι σε μια δύσκολη θέση και δεν περίμενα ποτέ ότι θα βρεθώ σε τέτοια θέση, γιατί, καλούμαι να επιχειρηματολογήσω ότι αυτό που όλοι μας διαβάζουμε στο Σύνταγμα και όλοι μας καταλαβαίνουμε, χωρίς να χρειάζεται να είμαστε ειδικοί, χωρίς να χρειάζεται να είμαστε νομικοί, σημαίνει αυτό που διαβάζουμε. Είναι πολύ δύσκολο να αποδείξει κάποιος ότι δεν είναι ελέφαντας».

Στη συνέχεια διάβασε το άρθρο 16 του Συντάγματος, εστιάζοντας πρώτα στην παράγραφο όπου αναφέρεται πως «η σύσταση Aνώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται».

«Σαφέστατη διάταξη» συνέχισε, «όμως δεν είναι η πιο σημαντική για το θέμα. Θα μπορούσε να λείπει. Υπάρχουν δύο διατάξεις που είναι πιο σημαντικές. Παράγραφος 5: Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Παράγραφος 6: Οι καθηγητές των Α.Ε.Ι. είναι δημόσιοι λειτουργοί.»

«Από αυτά τα άρθρα προκύπτει με σαφήνεια ότι το Πανεπιστήμιο δεν είναι επιχείρηση, η πανεπιστημιακή εκπαίδευση δεν είναι εμπόρευμα, ο φοιτητής δεν είναι πελάτης, ο καθηγητής δεν είναι εργαζόμενος, δεν παραχωρείται στο διευθυντικό δικαίωμα κανενός εργοδότη. Δεν είναι κρατικές υπηρεσίες τα Πανεπιστήμια, είναι δημόσιες υπηρεσίες» τόνισε ο κ.Καϊδατζής.

«Κανονικά αυτό θα έπρεπε να ήταν όλη μου η εισήγηση, θα έπρεπε να τελειώνουμε εδώ πέρα» πρόσθεσε.

«Τους τελευταίους μήνες έχουμε δει στον δημόσιο διάλογο μια επιχειρηματολογία η οποία εμπλέκει το Ενωσιακό Δίκαιο και μέσω του Ενωσιακού Δικαίου εμπλέκει το Διεθνές Δίκαιο».

Η γνωμοδότηση Βενιζέλου-Σκουρή – «Σύγχρονη ερμηνεία σε αρμονία με το Δίκαιο της ΕΕ»

H κυβέρνηση βασίζεται σε μία γνωμοδότηση των καθηγητών Νομικής ΑΠΘ Ευάγγελου Βενιζέλου και Βασίλειου Σκουρή (μπορείτε να διαβάσετε το σχετικό άρθρο εδώ). «Το νομικό συνεπώς ερώτημα που τίθεται είναι αν, παρά τη γραμματική διατύπωση του εθνικού Συντάγματος, η ερμηνεία του σε αρμονία προς το Δίκαιο της ΕΕ και προς το Διεθνές Δίκαιο καθιστά συμβατές προς το Σύνταγμα παρόμοιες νομοθετικές επιλογές» γράφουν οι καθηγητές.

«Η γενική απαγόρευση ίδρυσης μη κρατικών ΑΕΙ που εισάγει το άρθρο 16 του ελληνικού Συντάγματος (χωρίς να διακρίνει μεταξύ ημεδαπών και αλλοδαπών φυσικών ή νομικών προσώπων) συνιστά σοβαρό περιορισμό της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, όπως αυτές κατοχυρώνονται στα άρθρα 49 επ. της Συνθήκης για τη λειτουργία της ΕΕ (ΣΛΕΕ) ενώ την ίδια στιγμή παραβιάζει την ελευθερία ίδρυσης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων (άρθρο 14 παρ. 3 του ΧΘΔ), την επιχειρηματική ελευθερία (άρθρο 16 του ΧΘΔ) και την ακαδημαϊκή ελευθερία (άρθρο 13 εδάφιο β΄ του ΧΘΔ)» τονίζουν.

Υποστηρίζουν επίσης πως η ερμηνεία του άρθρου «όπως και του Συντάγματος συνολικά, δεν μπορεί να είναι ούτε γραμματική ούτε “οριτζιναλιστική”, προσκολλημένη στην αρχική βούληση του συντακτικού νομοθέτη και στην πρόσληψη της γραμματικής διατύπωσης σύμφωνα με τα δεδομένα και τα συμφραζόμενα της εποχής κατά την οποία θεσπίστηκαν οι διατάξεις». Άποψη που ενστερνίστηκε η κυβέρνηση, υποστηρίζοντας, σε σχετικό κείμενο του Υπουργείο Παιδείας, πως το Σύνταγμα «δεν μπορεί να είναι ένα απολιθωμένο σύνολο διατάξεων που ερμηνεύονται στατικά μέσα στο χρόνο».

Οι Βενιζέλος-Σκουρής συνεχίζουν λέγοντας ότι «το Σύνταγμα, ιδίως σήμερα, υπό συνθήκες πολυεπίπεδου συνταγματισμού και πολλαπλότητας των έννομων τάξεων ( εθνική, ενωσιακή, διεθνής ) πρέπει να ερμηνεύεται σε αρμονία προς το Δίκαιο της ΕΕ και προς το Διεθνές Δίκαιο με στόχο να διατηρούνται σε κάθε περίπτωση στο ύψιστο δυνατό επίπεδο οι εγγυήσεις της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Διαμορφώνεται κατά τον τρόπο αυτό το “επαυξημένο Σύνταγμα” που δεν συνιστά υποχώρηση του εθνικού Συντάγματος, αλλά διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του κανονιστικού περιεχομένου του χωρίς περιττές»

Σημείο που επαναλαμβάνεται στο κείμενο των δύο καθηγητών είναι η ανάγκη να «ερμηνευτεί», το Σύνταγμα «σε αρμονία προς το Δίκαιο της ΕΕ».

Οι παρατηρήσεις Καϊδατζή – «Αυτό που “ερμηνεύω” τελικά παρακάμπτεται»

Αναφερόμενος, κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, στα συγκεκριμένα επιχειρήματα, ο Ακρίτας Καϊδατζής, σχολίασε πως «μας λένε δηλαδή ότι όλα αυτά που λέει το Άρθρο 16 ισχύουν, αλλά, επειδή πρέπει να σεβαστούμε το Ενωσιακό Δίκαιο, πρέπει να δεχθούμε ότι τουλάχιστον όσες επιχειρήσεις παρέχουν πανεπιστημιακή εκπαίδευση ως εμπόρευμα σε άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε., αυτές μπορούν να ιδρύσουν παραρτήματα και να παρέχουν υπηρεσίες στην Ελλάδα. Και οποιαδήποτε ελληνική επιχείρηση, αν θελήσει να παρέχει υπηρεσίες, μπορεί να το κάνει, αρκεί να μία οποιουδήποτε ειδους συνεργασία με επιχείρηση άλλου κράτους της Ε.Ε»

«Δύο παρατηρήσεις θα κάνω γι’ αυτήν την ερμηνευτική κατασκευή» συνέχισε στην ομιλία του.

«Η πρώτη είναι ότι σύμφωνη με κάτι άλλο ερμηνεία ενός κανόνα Δικαίου, σύμφωνη με το Ενωσιακό Δίκαιο ερμηνεία ενός κανόνα του Συντάγματος σημαίνει ότι μεταξύ περισσότερων ερμηνευτικών εκδοχών, των υποστηρίξιμων ερμηνευτικών εκδοχών, επιλέγω αυτή που εναρμονίζεται καλύτερα με το Ενωσιακό και Διεθνές Δίκαιο. Εδώ όμως δεν έχω σύμφωνη ερμηνεία. Εδώ έχω πλήρη παράκαμψη, άρα μη εφαρμογή, κανόνα του Συντάγματος, με την επίκληση του Ενωσιακού Δικαίου. Αυτό που “ερμηνεύω” τελικά παρακάμπτεται.

Η δεύτερη παρατήρηση είναι, αν θέλετε, εμπειρική. Το Ενωσιακό Δίκαιο, η ελευθερία της εγκατάστασης, η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών (GATS) υπάρχουν, έχουν κυρωθεί, εδώ και δεκαετίες. Αν λοιπόν, πράγματι το Ενωσιακό Δίκαιο επέτρεπε τη λειτουργία ιδιωτικών επιχειρήσεων πανεπιστημιακής εκπαίδευσης “από πάντα”, πώς γίνεται και το ανακαλύψαμε τώρα, πριν λίγους μήνες; Αυτό σημαίνει ότι είτε, αυτοί που συμβουλεύανε όλους όσοι, από το 1990 και μετά, έχουν υποβάλει αιτήματα-προτάσεις αναθεώρησης του άρθρου 16 σε όλες αναθεωρήσεις που έχουν γίνει, το 2001, το 2008, το 2019, σε όλες τις προτάσεις που έχουν γίνει, προκειμένου να επιτραπεί η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, γιατί το έκαναν αυτό; Ήταν κακοί σύμβουλοι, ήταν κακοί νομικοί αυτοί που τους συμβούλευαν; Επίσης, τα ελληνικά δικαστήρια και το ΣτΕ, χρόνια λένε αυτό που λέει το Σύνταγμα.

Στάθηκε επίσης στο ότι, κατά τον ίδιο, «υπάρχει μια λαθροχειρία. Το Σύνταγμα λέει τη λέξη “Ανώτατη”». Σημείωσε ότι υπάρχουν και άλλες μορφές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (π.χ. μεταλυκειακή εκπαίδευση, κολέγια), και «το Ενωσιακό Δίκαιο λέει για “τριτοβάθμια εκπαίδευση” Τα επιχειρήματα που μπαίνουν για την τριτοβάθμια εκπαίδευση τα εφαρμόζουν στην Ανώτατη Εκπαίδευση του ελληνικού Συντάγματος»

«Βεβαίως το Ενωσιακό Δίκαιο αναγνωρίζει την παροχή υπηρεσιών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δηλαδή μεταδευτεροβάθμιας, μετά το Λύκειο, εκπαίδευσης στην Ελλάδα» συνέχισε. «Κι αυτό γίνεται, εδώ και δεκαετίες, από τα περιβόητα κολλέγια, που παρέχουν υπηρεσίες τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτό που δεν μπορούν να παρέχουν τα κολέγια είναι αυτό που το ελληνικό Σύνταγμα επιφυλάσσει μόνο για Ν.Π.Δ.Δ». Τόνισε επίσης πως «το Ενωσιακό Δίκαιο δεν έχει αρμοδιότητα για τα εκπαιδευτικά συστήματα. Έχει για την επαγγελματική εκπαίδευση που ήδη παρέχεται και για τα επαγγελματικά δικαιώματα των τίτλων που απονέμουν.

«Υπάρχει, τέλος» σημείωσε, «το ζήτημα της πρόσβασης στα ιδιωτικά Πανεπιστήμια, που σύμφωνα με το άρθρο 16 πρέπει να είναι ισότιμη και η επιλογή των διδασκόντων στα ιδιωτικά πανεπιστήμια δεν μπορεί να είναι διαφορετική από την επιλογή των διδασκόντων στα δημόσια πανεπιστήμια. Αν, έχουμε ένα σύστημα πλήρους απορρύθμισης του πανεπιστημιακού τοπίου, όπου οποιοσδήποτε θα πουλάει υπηρεσίες πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και να προσλαμβάνει οποιονδήποτε για να παρέχει υπηρεσίες πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, τότε θα έχουμε διπλή και τριπλή αντισυνταγματικότητα.

«Οι λέξεις “αποκλειστικά” και “απαγορεύεται” καθιστούν την “σύμφωνη με το Ενωσιακό Δίκαιο” ερμηνεία μεθοδολογικώς αδύνατη»

Αξίζει να σημειωθεί ότι στο ίδιο μήκος κύματος και σε ακόμα πιο έντονους τόνους είναι και η τοποθέτηση του καθηγητή Δημοσίου Δικαίου, Πάνου Λαζαράτου, με άρθρο του στο dikastiko.gr

«ΠΟΤΕ, από καμία μεθοδολογία του δικαίου που γνωρίζω, μελέτη ή δικαστική απόφαση οποιουδήποτε δικαστηρίου, ΠΟΤΕ μα ΠΟΤΕ , δεν υποστηρίχθηκε από ΚΑΝΕΝΑΝ , πως μια σύμφωνη με το δίκαιο της ΕΕ ερμηνεία (όπως και κάθε σύμφωνη με το Σύνταγμα η ΑΝΩΤΕΡΗ πηγή δικαίου ερμηνεία ) μπορεί να γίνεται contra legem. Δηλαδή αντίθετα προς το γράμμα του φιλικά ερμηνευόμενου κανόνα δικαίου , διορθώνοντας αυτό. ΔΙΟΡΘΩΝΟΝΤΑΣ και συμπληρώνοντας εκτενώς αυτό. Οι διαπρεπείς ( κυριολεκτικώς) συνάδελφοι το γνωρίζουν άριστα. Το αναφέρουν (μια μόνη φορά είναι η αλήθεια) στην υποσημείωση 134 της σελίδος 74, της γνωμοδοτήσεως» τονίζει ο κ.Λαζαράτος και προσθέτει:

«Οι λέξεις “αποκλειστικά” και “απαγορεύεται” καθιστούν την “σύμφωνη με το Ενωσιακό Δίκαιο” ερμηνεία μεθοδολογικώς αδύνατη. Και τούτο διότι για να οδηγηθούμε στην ερμηνεία των ΣΚΟΥΡΗ – ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ πρέπει απλώς να διορθώσουμε και να συμπληρώσουμε με δεκάδες λέξεις αυτά τα “απαγορεύεται” και “αποκλειστικά”».

Από την πλευρά του, ο Γιάννης Σαρμάς, πρ. Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και πρ.υπηρεσιακός Πρωθυπουργός, σε άρθρο του στο syntagmawatch, ασχολείται με το τι θα συμβεί όταν ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και εκφράζει την εκτίμηση ότι θα μπορούσε το ΣτΕ «να υποστηρίξει μία ενδιάμεση λύση, αν υπάρχει βέβαια». Παράλληλα όμως, αναφέρει τρία επιπλέον πεδία «προσαρμογών» ώστε «να μειωθεί ο κίνδυνος αντισυνταγματικότητας», κίνδυνο που θεωρεί υπαρκτό, παρά το γεγονός ότι φαίνεται να τάσσεται υπέρ των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Ένα από αυτά, π.χ. είναι «οι εγγυήσεις ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας που απαιτεί το ελληνικό Σύνταγμα για τα δημόσια ελληνικά πανεπιστήμια να θεσπιστούν κατά ένα παρόμοιο τρόπο και για τα ιδιωτικά παραρτήματα που θα εγκατασταθούν στη χώρα μας».

«Το Ενωσιακό Δίκαιο δεν μπαίνει σε αυτήν την ιστορία»

«Το Ενωσιακό Δίκαιο δεν μπαίνει σε αυτήν την ιστορία. Δηλαδή η κατάσταση που έχουμε τώρα μπροστά μας είναι θέμα Συνταγματικού Δικαίου. Το Ενωσιακό Δίκαιο δεν εμπλέκεται για τους εξής δύο λόγους» τόνισε, ξεκινώντας την εισήγησή της στην εκδήλωση της «Εναλλάκτικής Παρέμβασης» η Λίνα Κουσκουνά, συντ. επίκουρη καθηγήτρια Δικαίου της Ε.Ε., στο ΕΚΠΑ.

«Ο ένας είναι ότι περιορίζεται στην αναγνώριση των διπλωμάτων, των τίτλων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που οδηγούν σε κατοχυρωμένο επάγγελμα. Αυτό το έχει κρατήσει για τον εαυτό του από το 1957. Δεν ενδιαφέρεται το Ενωσιακό Δίκαιο, η Ενωσιακή έννομη τάξη, παρά μόνο για το τελικό προϊόν. Το διαβατήριο για την πρόσβαση στην αγορά, στην οικονομική δραστηριότητα. Δεν ενδιαφέρεται για το πώς γίνονται οι σπουδές, πού γίνονται, ούτε πόσο χρόνο κρατάνε εκτός από τουλάχιστον τρία χρόνια, αλλά μένει στο τυπικό» ανέφερε και συνέχισε.

«Η δεύτερη διάσταση είναι ότι η ελευθερία εγκατάστασης και παροχής υπηρεσιών, ναι, είναι μία θεμελιώδης οικονομική ελευθερία. Υπάρχει συγκεκριμένο άρθρο στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ε.Ε., το 345, που μιλάει για την οικονομική ουδετερότητα του Ενωσιακού Δικαίου. Σας το διαβάζω: Οι Συνθήκες δεν προδικάζουν με κανένα τρόπο το καθεστώς της ιδιοκτησίας στα κράτη μέλη. Είναι θεμελιώδης αυτή η διάταξη».

Τόνισε επίσης ότι «σε απόφασή του για τα κολέγια, το Δικαστήριο της ΕΕ ανέφερε ότι δεν ενδιαφέρεται για το αν τα Πανεπιστήμια στην Ελλάδα είναι δημόσια ή όχι».

Η υπόθεση της Ουγγαρίας

Η κυβέρνηση και οι Βενιζέλος-Σκουρής, επικαλούνται μία απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ κατά της Ουγγαρίας, το 2020, προσπαθώντας να εξηγήσουν το ποια είναι αυτά τα νέα δεδομένα που τελικά οδηγούν στην παράκαμψη του άρθρου 16. Ο Υπουργός Επικρατείας, Μάκης Βορίδης, πρόσφατα έκανε λόγο για «εμβληματική απόφαση» υποστηρίζοντας ότι «το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είπε ότι υπερισχύει εδώ των συνταγματικών προβλέψεων η Συνθήκη».

Η κ. Κουσκουνά έχει διαφορετική άποψη, τονίζοντας, κατά την ομιλία της, ότι στην Ουγγαρία δεν υπήρχε συνταγματική απαγόρευση και πως, στη συγκεκριμένη υπόθεση, αυτό που κρίθηκε είναι η δυσμενής μεταχείριση ενός συγκεκριμένου πανεπιστημίου σε σχέση με τα υπόλοιπα.

«Στην Ουγγαρία δεν υπήρχε συνταγματική απαγόρευση των ιδιωτικών πανεπιστημίων και λειτουργούσε ήδη το συγκεκριμένο Πανεπιστήμιο. Περνάει ένας νόμος που το αποθαρρύνει, επειδή του λέει πως πρέπει να λειτουργεί ως Πανεπιστήμιο στη χώρα όπου έχει έδρα και να υπάρχει μία διεθνής συμφωνία που να το επιτρέπει. Αυτό δεν έχει να κάνει με κανένα Σύνταγμα, έχει να κάνει με την ελευθερία εγκατάστασης και παροχής υπηρεσιών, δηλαδή δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αυτού του Πανεπιστημίου η αρχή της ίσης μεταχείρισης. Όπως και με μία άλλη υπόθεση, πριν 20 χρόνια, την υπόθεση Nerri που επίσης επικαλούνται, είναι το ίδιο πράγμα. Δεν υπήρχε στην Ιταλία Συνταγματική απαγόρευση. Αλλά η ιταλική έννομη τάξη τα μεταχειριζόταν άνισα σε σχέση με τα ημεδαπά, όπως στην Ουγγαρία».

«Άρα δεν μπορείς να αντλείς το επιχείρημα από αυτές τις αποφάσεις που είδαμε στην γνωμοδότηση» ανέφερε στη συνέχεια. «Δεν βλέπω πού υποχρεώνει το Ενωσιακό Δίκαιο, να εγκριθούν τέτοιου τύπου πανεπιστήμια».

«Το Άρθρο 16 είναι η θεσμική εγγύηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας»

«Γιατί τα κάνει αυτά το Σύνταγμα; Γιατί βάζει αυτούς τους όρους; Είναι ένας περιορισμός της ελευθερίας του να μπορέσει κανείς να φτιάξει ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα; Είναι περιορισμός της επιχειρηματικής ελευθερίας. Είναι περιορισμός της ίδρυσης των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων, που το ίδιο το Σύνταγμα κατοχυρώνει για την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση; Είναι περιορισμός της ίδιας της ακαδημαϊκής ελευθερίας; Όχι, είναι το ακριβώς αντίθετο» τόνισε στην τοποθέτησή του στην εκδήλωση στον Δ.Σ.Α ο Δημήτρης Σαραφιανός, Διδάκτωρ Νομικής και δικηγόρος.

«Όπως και παγίως έχει τεκμηριωθεί νομολογιακά στις αποφάσεις, είναι η θεσμική εγγύηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας. Ακαδημαϊκή ελευθερία δεν είναι το να παρέχω εκπαίδευση, η ακαδημαϊκή ελευθερία είναι η ελευθερία της αμφισβήτησης των παραδεδειγμένων γνώσεων, είναι η ελευθερία της κριτικής σκέψης και της αποτύπωσής της. Αυτό όταν εξαρτάται από τα συμφέροντα κάποιου ιδιώτη δεν μπορεί να εξασφαλιστεί. Όπως δεν εξασφαλίζεται σε καμία χώρα του κόσμου, όπου έρχεται ένας ιδιώτης και επεμβαίνει στη λειτουργία του πανεπιστημίου. Λέγοντας π.χ. ότι υπάρχουν έξοδα και να μην παίρνουν τα παιδιά χαμηλούς βαθμούς ή να μη γίνονται πορείες υπέρ της Παλαιστίνης επειδή υπάρχουν χορηγοί από το Ισραήλ. Τα βλέπετε, δεν είναι τυχαία παραδείγματα.»

«Γι’ αυτό εξασφαλίζεται με συγκεκριμένες θεσμικές διατάξεις η πανεπιστημιακή αυτονομία μέσω των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και γι’ αυτό οι καθηγητές είναι δημόσιοι λειτουργοί ΄Άρα, κι από πλευράς του Δικαίου της Ε.Ε., εδώ δεν έχουμε περιορισμό της ακαδημαϊκής ελευθερίας».

«Είναι άλλο το ζήτημα της ακαδημαϊκής ισοτίμησης και άλλο της αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων» συνέχισε, συμφωνώντας με την κ.Κουσκουνά, προσθέτοντας το τίποτα δεν απαγορεύει ην εγκατάσταση ξένων ιδρυμάτων, όπως συμβαίνει εδώ και δεκαετίες με τα κολέγια, αλλά αυτό που απαγορεύεται είναι η αναγνώρισή τους ως πανεπιστημιακά ιδρύματα.

«Αυτό που κάνει η κυβέρνηση δεν είναι απλώς παράκαμψη, αλλά και ο όρος παραβίαση μου φαίνεται ευπρεπής. Είναι συνταγματική εκτροπή».

«Είμαστε αντίθετοι γιατί…»

Σε σειρά λόγων ενάντια στη δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων αναφέρθηκαν στις τοποθετήσεις τους ο Δημήτρης Καλτσώνης, καθηγητής θεωρίας Κράτους & Δικαίου, Πάντειο Πανεπιστήμιο και ο Γιώργος Βελεγράκης, συμβασιούχος διδάσκων στο Ε.Κ.Π.Α.. Επιχειρηματολογία που καταγράφεται και σε πλήθος ανακοινώσεων Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων, συλλόγων Διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού, Φοιτητικών Συλλόγων.

«Είμαστε αντίθετοι στη λογική ότι όποιος πληρώνει παίρνει πτυχίο. Είμαστε αντίθετοι γιατί στηρίζουμε όλα εκείνα τα παιδιά τα οποία με κόπο, με ταλαιπωρία, με έξοδα, μέσα στις Πανελλήνιες εξετάσεις, έκαναν την προσπάθεια να περάσουν στο ελληνικό πανεπιστήμιο» ανέφερε ο κ.Καλτσώνης. «Είμαστε αντίθετοι γιατί τα ιδιωτικά πανεπιστήμια σημαίνουν ότι τα παιδιά των ασθενέστερων τάξεων αποκλείονται ακόμα περισσότερο από ότι συμβαίνει μέχρι σήμερα. Άρα εντείνεται η κοινωνική αδικία. Και είμαστε αντίθετοι γιατί ακόμα και όσοι μπορέσουν να έχουν πρόσβαση σε αυτά, μέρος από τα μεσαία κοινωνικά στρώματα, θα φορτωθούν φοιτητικά δάνεια, όπως γίνεται στο εξωτερικό μια θηλιά που σε ακολουθεί σε όλη την υπόλοιπη ζωή σου. Είμαστε αντίθετοι γιατί ιδιωτικά πανεπιστήμια σημαίνει ότι περιορίζεται περαιτέρω η κοινωνική ανέλιξη και η κοινωνική κινητικότητα. Περιορίζεται η αξιοποίηση και ανάδειξη ταλαντούχων παιδιών από τις πιο χαμηλές κοινωνικές τάξεις. Γιατί ιδιωτικά πανεπιστήμια σημαίνει αναξιοκρατία. Είναι ορισμός της ανελευθερίας, όπου ο ιδιοκτήτης καθορίζει τι θα διδαχθεί, τι θα μπορεί να πει ο καθηγητής».

Τόνισε επίσης πως, κατά κανόνα, «τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στηρίζονται σε κρατική χρηματοδότηση» ενώ σημείωσε ότι «πάνω από το 83% των φοιτητών στην Ε.Ε. είναι σε δημόσια Πανεπιστήμια και «ιδίως, το 94% των υποψηφίων διδακτόρων στην Ε.Ε. εκπονούν διδακτορικές διατριβές στα δημόσια πανεπιστήμια». Ενώ εκτίμησε πως «τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα είναι κακής ποιότητας, με κακές υποδομές, αν εξαιρέσουμε το λούστρο και κάποιες ωραίες φωτογραφίες για το instagram. Και, ειδικά στην Ελλάδα, θα κινούνται στη λογική της αεριτζίδικης επιχειρηματικότητας».

«Η χρηματοδότηση των δημοσίων πανεπιστημίων σήμερα είναι στο 1/3 αυτής του 2009» συνέχισε. «Η μέση ετήσια δαπάνη ανά φοιτητή στην Ελλάδα είναι 1.780 ευρώ έναντι 10.132 ευρώ του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 16 φοιτητές ανά διδάσκοντα, ενώ στην Ελλάδα είναι 49 φοιτητές ανά διδάσκοντα. Η μείωση του διδακτικού προσωπικού είναι στο 22%, η μείωση του διοικητικού προσωπικού κατά 25%».

Ένα άρθρο γεμάτο αναλυτικά στοιχεία για την υποχρηματοδότηση του δημόσιου Πανεπιστημίου, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και την κατάσταση στην Ευρώπη δημοσίευσε πρόσφατα ο Δ. Δαμίγος, Καθηγητής ΕΜΠ / Κοσμήτορας Σχολής Μεταλλειολόγων-Μεταλλουργών Μηχανικών.

πηγή: thepressproject.gr

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το