Η απεργία των οικοδόμων την πρώτη Δεκεμβρίου του 1960 έμεινε ιστορική για πολλούς λόγους, μα πάνω απ’ όλα για την καθολική συμμετοχή, την πίστη στον αγώνα και το δίκιο, τη σύγκρουση  με τις κατασταλτικές δυνάμεις του κράτους.
Η ιστορία θα γράψει πως είναι η πρώτη σοβαρή αντίδραση των εργαζομένων από τη λήξη του εμφυλίου πολέμου.
 

Γενική Συνέλευση μπετατζήδων το 1960. Χαρακτηριστικά τα συνθήματα στα πανό για σύνταξη στα 60 και 7ωρη δουλειά

Το ιστορικό 

Ένας στους χίλιους οικοδόμους έπαιρνε τότε σύνταξη. Ο ασφαλιστικός νόμος 4104/60, για το  «νοικοκύρεμα των ασφαλιστικών ταμείων», ερχόταν να ανεβάσει τα απαιτούμενα ένσημα για την κατώτερη σύνταξη από 2.050 σε 4.050. Αυτό πρακτικά σήμαινε ακόμα μεγαλύτερο περιορισμό των οικοδόμων που θα έπαιρναν σύνταξη και ταυτόχρονα αύξηση του ορίου ηλικίας στα 65 χρόνια αντί για 60, αν κατόρθωναν να μαζέψουν τα ένσημα. Η σποραδικότητα της απασχόλησης σε διαφορετικούς κάθε φορά περιστασιακούς εργοδότες, περιόριζε τον αριθμό των ενσήμων που συνολικά μπορούσε να εξασφαλίσει ένας οικοδόμος.
Καθώς η οργή στα γιαπιά βράζει, οι εργατοπατέρες της εποχής προσπαθούν να ησυχάσουν τα πνεύματα μιλώντας για διάλογο με την κυβέρνηση.
Τα ταξικά σωματεία των οικοδόμων συγκροτούν τη Συντονιστική Επιτροπή που αφήνει στην άκρη την διοίκηση της Ομοσπονδίας και αρχίζουν έναν παρατεταμένο απεργιακό αγώνα, κορυφαία στιγμή του οποίου είναι η απεργία της 1ης Δεκέμβρη του 1960.
Τα αιτήματα  
Όριο συνταξιοδότησης τα 60 αντί τα 65 χρόνια. 2500 ημερομίσθια για να θεμελιωθεί συνταξιοδοτικό δικαίωμα αντί για 4050 που απαιτούσε το νομοσχέδιο. 
Διανομή των “υπέρ αγνώστων” ενσήμων στους υπερήλικες οικοδόμους. 
Δώρο Χριστουγέννων και άδεια από το ΙΚΑ. 

1-12-1960. Από τη μεγάλη απεργιακή συγκέντρωση των οικοδόμων μπροστά στο ΕΚΑ

Η επιτυχία είναι πρωτοφανής. Η συμμετοχή των οικοδόμων αγγίζει σχεδόν το απόλυτο. Τα εργοτάξια και τα μικρότερα γιαπιά, στην κυριολεξία νέκρωσαν. Γίνονται συγκεντρώσεις και πορείες των οικοδόμων σε πολλές μεγάλες πόλεις της χώρας: Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Αγρίνιο, Λάρισα και αλλού. Στην Αθήνα, έξω από τα γραφεία του Εργατικού Κέντρου συγκεντρώνονται περίπου 15.000 απεργοί οικοδόμοι.

Μετά τις ομιλίες αντιπροσωπεία ξεκίνησε να πάει στο υπουργείο Εργασίας για να καταθέσει τα αιτήματα. Τότε, οι αστυνομικοί που βρίσκονται στην οδό Κολωνού και Αγησιλάου βγάζουν τα κλομπς και εφορμούν ενάντια στη συγκέντρωση κτυπώντας ανηλεώς τους απεργούς. Επακολουθούν σκηνές πρωτοφανούς αγριότητας. Οι απεργοί πέφτουν αναίσθητοι από τα κτυπήματα των κλομπς, ποδοπατούνται από τους αστυνομικούς, ενώ άλλων απεργών τους στρίβουν τα χέρια, τους ακινητοποιούν και τους χτυπούν στο πρόσωπο, στο στομάχι, στην κοιλιά. Οι απεργοί υποχωρούν προς το κτίριο του Εργατικού Κέντρου, ενώ χάμω στον δρόμο σφαδάζουν τραυματίες οικοδόμοι καταματωμένοι, με σπασμένα κεφάλια και σχισμένα πρόσωπα.
Η επίθεση και η αντεπίθεση 
Η εντελώς απρόκλητη αυτή επίθεση των αστυνομικών εναντίον ενός πλήθους που διαδήλωνε ειρηνικά την αγανάκτησή του για τον εμπαιγμό που υφίσταται, προκαλεί φοβερή οργή.
Γυναίκες που από τα παράθυρα των γύρω σπιτιών παρακολουθούν τις σκηνές φωνάζουν: «Χειρότερα από τους Γερμανούς»!
Ενώ η επίθεση των αστυνομικών συνεχίζεται εναντίον των εργατών που κουβαλούν στους ώμους τους τραυματισμένους συναδέλφους τους, η μάζα των απεργών ανασυντάσσεται μπροστά στο Εργατικό Κέντρο και όταν οι αστυνομικοί επιτίθενται εκ νέου για να τους διαλύσουν οι οικοδόμοι αμύνονται απεγνωσμένα και προσπαθούν με τα σώματά των να συγκρατήσουν την επίθεση.
Τα κτυπήματα με τα κλομπς δεν σταματούν ούτε στιγμή. Αστυνομικά αυτοκίνητα σφυρίζοντας δαιμονισμένα φθάνουν στον τόπο των επεισοδίων και αδειάζουν συνεχώς αστυνομικούς.
Στην οδόν Πειραιώς, στο ύψος της πλατείας Ωδείου, καταφθάνουν μεγάλα στρατιωτικά αυτοκίνητα γεμάτα στρατό. Οι στρατιώτες κατέρχονται και προχωρούν με τα όπλα προταγμένα και σε σχηματισμό μάχης…
Σε μια στιγμή ακούγονται πυροβολισμοί από την πλευρά της οδού Πειραιώς και η κραυγή των υποχωρούντων απεργών «μας σκοτώνουν», «ρίχνουν στο ψαχνό».
Η αγανάκτηση φθάνει στο αποκορύφωμά της. Οι οικοδόμοι αρπάζουν τα ξύλα που βρίσκουν μέσα σε μια αποθήκη της οδού Αγησίλαου, ξηλώνουν τις πλάκες των πεζοδρομίων και ετοιμάζονται να αμυνθούν ενεργητικά υπερασπιζόμενοι τη ζωή τους…
Οι αστυνομικοί επιχειρούν νέα, βιαιότερη επίθεση. Αυτή την φορά οι δυνάμεις των αστυνομικών αποκρούονται από τους οικοδόμους. Πέφτουν οι πρώτες πέτρες και οι αστυνομικοί οπισθοχωρούν προσπαθώντας να καλυφθούν στις παρόδους της οδού Αγησιλάου η οποία καταλαμβάνεται και πάλι από τους απεργούς. Σε λίγο όμως και ενώ στο μεταξύ έχουν καταφθάσει ενισχύσεις η αστυνομία εκ νέου εφορμά.
Οι απεργοί καλυπτόμενοι πίσω από τα αυτοκίνητα Ι.Χ. που βρίσκονται στην οδό Αγησιλάου ρίχνουν πέτρες και τούβλα κατά των επιτιθέμενων. Οι αστυνομικοί φθάνουν μέχρι τα αυτοκίνητα αλλά είναι αδύνατον να προχωρήσουν.
Τώρα αρπάζουν και αυτοί από χάμω πέτρες και τις ρίχνουν κατά των απεργών. Ένας φοβερός πετροπόλεμος αρχίζει. Ισχυρή αστυνομική δύναμη επιτίθεται από την οδό Βούλγαρη και κόβει τους απεργούς σε δύο τμήματα. Νέα μεγάλη μάχη αρχίζει.
Οι αστυνομικοί απωθούν τους οικοδόμους κάτω από το Εργατικό Κέντρο. Στο μεταξύ από την πλευρά της οδού Κολοκυνθούς εκδηλώνεται άλλη επίθεση των αστυνομικών οι οποίοι φορούν κράνη και αντιασφυξιογόνες προσωπίδες.
Ένας αστυνόμος βγάζει το περίστροφό του και πυροβολεί. Ένας νέος εργάτης πέφτει αιμόφυρτος. Η επίθεσις των αστυνομικών συνεχίζεται και στις δύο πλευρές. Βροχή από πέτρες εξαπολύεται και από τις δύο πλευρές.
Μεταξύ των απεργών και των αστυνομικών έχει τώρα δημιουργηθεί μια «νεκρή ζώνη». Στην οδό Κεραμικού αστυφύλακες σπάζουν και αυτοί πλάκες των πεζοδρομίων για να έχουν εφόδια.
Για πρώτη φορά σε διαδήλωση στην Ελλάδα γίνεται χρήση χημικών ουσιών. Σε μια στιγμή πλάι στα αναποδογυρισμένα αυτοκίνητα ξεπηδά μια λουρίδα φωτιάς. “Δακρυγόνα”!… Η φωτιά από τα δακρυγόνα μεταδίδεται στη βενζίνη που έχει χυθεί από ένα αναποδογυρισμένο αυτοκίνητο το οποίο αναφλέγεται.
Έτσι ο Ρακιντζής δίνει εντολή σε κρανοφόρους αστυνομικούς του μηχανοκίνητου τμήματος να επιτεθούν στη μάζα των απεργών και να πυροβολήσουν με τα περίστροφά τους. Κάποιοι είπαν μετά πως η εντολή ήταν να πυροβολήσουν για εκφοβισμό, στον αέρα. Τρεις διαδηλωτές τραυματίζονται.
Το ειδικό τμήμα της αστυνομίας, εφοδιασμένο με κράνη και αντιασφυξιογόνες μάσκες, εκτοξεύει στους διαδηλωτές δακρυγόνα και καπνογόνα αέρια. Με την παράλληλη ρίψη θαλασσινού νερού από τις πυροσβεστικές αντλίες, καταφέρνουν να σπάσουν την πορεία. Το ξύλο πέφτει ανελέητα.
Την αγριότητα των γκλομπς των αστυνομικών, δοκιμάζουν πολλοί δημοσιογράφοι και φωτορεπόρτερς. Οι υποχωρούντες απεργοί επιδιώκουν να φθάσουν στο κτίριο του ΕΚΑ. Στη «μάχη» που εξακολουθεί οι αστυνομικοί τρέπονται σε φυγή αφήνοντας την οδό Αγησιλάου ελεύθερη.
Ο δρόμος παρουσιάζει ένα άγριο θέαμα καθώς είναι καλυμμένος από πέτρες, φέιγ – βολάν, από αίματα και από καπέλα αστυφυλάκων και αστυνόμων που τα εγκατέλειψαν κατά τη φυγή τους.
Το πανδαιμόνιο που κάνουν οι σειρήνες των αστυνομικών αυτοκινήτων, των πυροσβεστικών αντλιών και των ασθενοφόρων αυτοκινήτων που αρχίζουν να καταφθάνουν, οι κραυγές διαμαρτυρίας των απεργών, οι οιμωγές των τραυματισμένων δημιουργούν μια εφιαλτική ατμόσφαιρα».
Ο απολογισμός 
είναι 120 τραυματίες(3 από σφαίρες), 173 συλλήψεις από τις οποίες οι 139 είναι οικοδόμων, παραπομπή σε δίκη 22 ατόμων.
Την επομένη 2 Δεκέμβρη, 45.000 οικοδόμοι δίνουν απάντηση με νέα απεργία και διαδήλωση που χτυπιέται επίσης από το στρατό και την αστυνομία.
Στο πλευρό τους τάχθηκαν με ψηφίσματα και απεργίες αλληλεγγύης δεκάδες οργανώσεις: Τυπογράφοι, Μηχανουργοί, Υποδερματεργάτες και Λογιστές της Αθήνας, οι εργαζόμενοι στο Φωταέριο και την Ηλεκτρική Εταιρεία Αθηνών – Πειραιώς, οι Οδηγοί και Εισπράκτορες Λεωφορείων, οι Λογιστές, Μηχανουργοί, Νοσηλευτές, Αρτεργάτες και Υαλουργοί του Πειραιά, κ.ά.
Η δίκη των 22 διαρκεί δεκατρείς μέρες (5-18 Δεκέμβρη), με την παρουσία πάνοπλων αστυνομικών δυνάμεων έξω από το χώρο των δικαστηρίων. Το δικαστήριο συνεδρίασε για 1.130 ώρες, εξέτασε περισσότερους από 100 μάρτυρες, παρουσία 26 δικηγόρων υπεράσπισης των οικοδόμων και 4 της πολιτικής αγωγής.
Καταθέσεις μαρτύρων κατηγορίας όπως του προϊσταμένου του συνδικαλιστικού τμήματος της Γενικής Ασφάλειας: «η συγκέντρωσις είχε τον χαρακτήρα τοπικής επαναστάσεως με περιωρισμένον αντικείμενον την καταφρόνησιν της εννοίας του Κράτους και ίσως την πυρπόλησιν του υπουργείου», είναι χαρακτηριστικές.
Η αγόρευση του εισαγγελέα διήρκεσε 4 ώρες.
Είκοσι κατηγορούμενοι απεργοί αθωώθηκαν, ένας καταδικάστηκε και αφέθηκε ελεύθερος έπειτα από άσκηση έφεσης, ενώ ο 22ος δικάστηκε αργότερα αφού νοσηλευόταν από τραυματισμό σφαίρας . Λίγες μέρες μετά, ο «πρόεδρος» της Ομοσπονδίας Οικοδόμων Λυκιαρδόπουλος, ευχαριστούσε τον υπουργό Δημ. Τάξεως Καλαντζή, για τη συμπαράσταση (!) που είχε εκδηλώσει προς τους οικοδόμους και το Ρακιντζή ο οποίος «δια των εντολών του προς τα αστυνομικά όργανα, επέδειξε αισθήματα συμπαθείας, κατανοήσεως και συμπαραστάσεως εις τους αγώνας των οικοδόμων».
Οι «εγκάθετοι» και οι «εργατοπατέρες», …άξιζαν το μισθό που εισέπρατταν για τις «υπηρεσίες» τους σε εργοδοσία και κυβέρνηση και σίγουρα δεν είναι σημερινή ανακάλυψη…
Οι εφημερίδες της άρχουσας τάξης με ναυαρχίδα την «Καθημερινή», κατακεραυνώνουν τους απεργούς και τους «κομμουνιστάς υποκινητάς» τους:
«Με αρτίαν οργάνωσιν, αναπτύξαντες πρωτοφανή μαχητικότητα, οι κομμουνισταί προεκάλεσαν χθες αιματηράς ταραχάς εις Αθήνας» ήταν ο πρωτοσέλιδος τίτλος της «Καθημερινής» (2/12/1960).
Και πιο κάτω: «οι κομμουνισταί επεδίωκαν να προκαλέσουν αιματηράς συγκρούσεις και να εμφανίσουν την πόλιν ως αναρχουμένην». Στη Βουλή ο Π. Κανελλόπουλος παραλλήλισε τα γεγονότα με τα Δεκεμβριανά και ισχυρίστηκε ότι «το δράμα βαρύνει εκείνους οι οποίοι και προ 16 ακριβώς ετών (…) αιματοκύλησαν (…) την πόλιν των Αθηνών.»
Η σημασία της απεργίας
Μες στο αποκορύφωμα της βίας και της τρομοκράτησης των εργατών και του λαού συνολικότερα από το καραμανλικό καθεστώς, για πρώτη φορά μετά τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου, οι καταπιεζόμενοι εργάτες απαντούν αγωνιστικά και συγκροτημένα στην – έτσι κι αλλιώς – βίαιη καταστολή των κινητοποιήσεών τους.
Η σημασία της απεργίας, όχι μόνο για τους οικοδόμους, αλλά και για την εργατική τάξη της χώρας μας συνολικότερα, ήταν ιδιαίτερα μεγάλη. «Ο πρώτος ιστορικός σταθμός για την ανάπτυξη του συνδικαλιστικού και του δημοκρατικού κινήματος στη χώρα μας», αναφέρει στη μαρτυρία του ο παλαίμαχος οικοδόμος Β. Κατσαρός, «είναι το 1960, όταν οι οικοδόμοι πλέον ξέσπασαν, έβγαλαν τελείως κάθε φόβο από πάνω τους και έφτασαν στο σημείο πλέον να κάνουνε ολόκληρη, όχι μόνο την ελληνική κοινή γνώμη, αλλά και την παγκόσμια κοινή γνώμη, να κοιτάει στο πρόσωπό τους μπροστά σ’ αυτήν την τεράστια κίνηση που κάνανε». «Ηττήθησαν για πρώτη φορά οι δυνάμεις του κράτους από το εγχώριο προλεταριάτο», σημειώνει από τη μεριά του ο Θ. Σταυρόπουλος (συνήγορος υπεράσπισης στη δίκη των οικοδόμων). «Ήταν μεγίστης σημασίας αυτό το γεγονός. Διότι πριν τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 1960 όλα “τά σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά”, από την άποψη της πολιτικής τρομοκρατίας». «Οι οικοδόμοι», έγραφε ο «Νέος Κόσμος», «έσπασαν τη φοβία που επικρατούσε και έγιναν το αγωνιστικό παράδειγμα για όλους τους άλλους κλάδους, αναδείχθηκαν στην πρωτοπορία των κλαδικών αγώνων».

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το