1ος μύθος Κυβέρνησης – ΥΠΑΙΘ

Το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων ανακοινώνει την έναρξη της διαδικασίας για την εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση των σχολικών μονάδων, παρουσιάζοντας αναλυτικά στοιχεία για τον προγραμματισμό του έργου.

Η αξιολόγηση θα αποτελέσει μια διαρκή και δυναμική διαδικασία, ενώ όλα τα τα σχολεία αναμένεται να αξιολογηθούν ανά έτος, με βάση τον προγραμματισμό, τον σχεδιασμό και την υλοποίηση δράσεων.

Το παρακάτω διάγραμμα εξηγεί πώς θα πραγματοποιηθεί η αξιολόγηση εκπαιδευτικού έργου:

Αξιολόγηση εκπαιδευτικού έργου

Οι στόχοι της αξιολόγησης

Το υπουργείο Παιδείας αναφέρει πως σκοπός της αξιολόγησης είναι η συνεχής βελτίωση της ποιότητας του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου, σε ένα πλαίσιο αυξημένης διαφάνειας και λογοδοσίας.

Η διαδικασία αυτή συμβάλλει στη βελτίωση της ποιότητας των τριών βασικών λειτουργιών της σχολικής μονάδας:

α) της παιδαγωγικής και μαθησιακής λειτουργίας,

β) της διοικητικής λειτουργίας και

γ) της λειτουργίας της ως επαγγελματικής κοινότητας μάθησης, που προωθεί την επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών.

Βασικός φορέας της διαδικασίας του προγραμματισμού και της εσωτερικής αξιολόγησης είναι η ίδια η σχολική μονάδα, ενώ θεμελιώδη στοιχεία της αποτελούν η στοχοθεσία σχετικά με το παρεχόμενο εκπαιδευτικό έργο, αλλά και η τεκμηριωμένη αξιολογική κρίση που βασίζεται στη συστηματική συλλογή στοιχείων από ποικιλία πηγών.

Παράλληλα, το υπουργείο διευκρινίζει ότι οι ιδιαίτερες συνθήκες της πανδημίας του κορονοϊού θα ληφθούν υπόψιν κατά τη φετινή χρονιά και η αξιολόγηση θα προσαρμοστεί στις ειδικές περιστάσεις, που έχουν επηρεάσει τη λειτουργία των σχολικών μονάδων.

Ποιοι διενεργούν την αξιολόγηση;

Όπως ορίζεται από το υπουργείο Παιδείας, η εσωτερική αξιολόγηση πραγματοποιείται από το Σύλλογο Διδασκόντων και η εξωτερική από τους Συντονιστές Εκπαιδευτικού Έργου και τα Περιφερειακά Κέντρα Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού (ΠΕ.Κ.Ε.Σ.).

Όσο για τη μεταξιολόγηση, αυτή διενεργείται από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.) και την Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.), που επιβλέπουν την όλη διαδικασία.

Θα δημοσιεύονται οι εκθέσεις αξιολόγησης;

Οι εκθέσεις εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης θα αναρτώνται σε ειδική ψηφιακή εφαρμογή του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.), ενώ συνοπτικές εκδόσεις των εκθέσεων θα αναρτώνται και στις ιστοσελίδες των σχολικών μονάδων.

Επιμόρφωση για τα στελέχη της διαδικασίας

Το υπουργείο Παιδείας ενημερώνει πως εντός του Φεβρουαρίου θα πραγματοποιηθούν εξειδικευμένα προγράμματα κατάρτισης στην εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση υπό την επίβλεψη του ΙΕΠ.

Η πραγματικότητα

Το «αδειανό» πουκάμισο της συμμετοχής και ο νεοεπιθεωρητισμός

Από τη συζήτηση της αυτοαξιολόγησης εξοβελίζεται το ερώτημα «ποιος έχει την εξουσία» στην εκπαίδευση και την κοινωνία, ποιος καθορίζει τα αναλυτικά προγράμματα και τα βιβλία, ποιος οργανώνει τις εξετάσεις, ποιος φτιάχνει την εκπαιδευτική νομοθεσία, ποια είναι η συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε όλα αυτά. Ουσιαστικά η αυτοαξιολόγηση δημιουργεί την εντύπωση ότι η κυβέρνηση δε γνωρίζει τα προβλήματα της εκπαίδευσης και οι καθηγητές θα τις τα γνωστοποιήσουν μέσα από τις φόρμες που θα συμπληρώσουν.

Η ψευδαίσθηση πολλών εκπαιδευτικών, ότι η αυτοαξιολόγηση θα αναδείξει όψεις της δουλειάς τους και θα τις επιβραβεύσει (με τι άραγε σε μια εποχή άγριων περικοπών;), δηλαδή το πόσα προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης κάνουν στο σχολείο, πόσα θεατρικά έργα, τι εκδηλώσεις, αν βγάζουν ή όχι εφημερίδα, χωρίς να υπολογίζεται η επίδοση των μαθητών τους σε εθνικές εξετάσεις ή σταθμισμένα τεστ, διαλύεται από τους ίδιους τους θεωρητικούς της αυτοαξιολόγησης. Όλη αυτή η ρητορική περί αποτίμησης και ανάδειξης της προσπάθειας των εκπαιδευτικών και πώς μπορούν να τα πάνε καλύτερα ήταν μέχρι να γίνει αποδεκτή στη συνείδηση τους η ανάγκη της αυτοαξιολόγησης.
Πώς θα κινηθεί η αυτοαξιολόγηση με ανθρώπους που διαφωνούν με τους κεντρικούς αξιακούς προσανατολισμούς του αναλυτικού προγράμματος και επιδιώκουν την ανατροπή του;
Η απάντηση του δείχνει με σαφήνεια που πάνε τα πράγματα στο «ανοικτό» και «μεταμοντέρνο» σχολείο: στην πειθάρχηση του εκπαιδευτικού που διαφωνεί με την κυρίαρχη ιδεολογία και στη συμμόρφωσή του, όχι αυτή τη φορά από τον επιθεωρητή, αλλά από το σύλλογο διδασκόντων που «αυτοαξιαλογείται» εκτελώντας χρέη «συλλογικού επιθεωρητή». Έτσι, λοιπόν, η «αυτοαξιολόγηση» της σχολικής μονάδας είναι μια καρικατούρα συμμετοχής των εκπαιδευτικών και των άλλων φορέων στη λειτουργία του ταξικού σχολείου και των μηχανισμών αξιολόγησης. Ένα «αδειανό πουκάμισο», μια ψευδαίσθηση συμμετοχής που νομιμοποιεί την κρατική εξουσία και τον έλεγχο. H κλασική συνταγή της σοσιαλδημοκρατίας για τη συνδιοίκηση των κοινωνικών και εκπαιδευτικών θεσμών, που συμπυκνώνουν την κυριαρχία των κυρίαρχων τάξεων και στρωμάτων, χρησιμοποιείται και αξιοποιείται απ’ τη νεοφιλελεύθερη πολιτική και τους «αριστερούς» εκσυγχρονιστές – υποστηρικτές της στην κοινωνία και την εκπαίδευση.

               Η ΑΔΙΠΠΔΕ αποτελεί τον κεντρικό αξιολογικό μηχανισμό του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος που συντονίζει και ενοποιεί το σύνολο των αξιολογικών διαδικασιών (αυτοαξιολόγηση σχολικής μονάδας, ατομική αξιολόγηση εκπαιδευτικού). Να θυμίσουμε, επίσης, ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ με υπουργό Παιδείας τον Κ. Γαβρόγλου όχι μόνο δεν κατάργησε το αυταρχικό θεσμικό πλαίσιο για την αξιολόγηση, αλλά επιχείρησε να «βγάλει από τη ναφθαλίνη», αναβαθμίζοντάς τη λεγόμενη Αρχή Διασφάλιση της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (ΑΔΙΠΠΔΕ), που  δεν αποτελεί παρά “οδηγία” της Έκθεσης Παρακολούθησης της Εκπαίδευσης και της Κατάρτισης (Σεπτέμβριος 2016) που εκδόθηκε για την Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

               Η ΑΔΙΠΠΔΕ, ανάμεσα στα άλλα, «Εποπτεύει τις διαδικασίες αξιολόγησης των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης… με σκοπό τη διασφάλιση της εγκυρότητας, της αξιοπιστίας και της αντικειμενικότητας της αξιολόγησης… Μετααξιολογεί τα συστήματα αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών και εντοπίζει αδυναμίες και τρόπους αντιμετώπισής τους… Αποφαίνεται επί των ενστάσεων των περιφερειακών διευθυντών εκπαίδευσης…»  Έτσι, κάπως, σύμφωνα με τον Γιώργο Μαυρογιώργο, έχει δομηθεί η αρχιτεκτονική ενός παγκόσμιου πανοπτισμού, επιτήρησης, ελέγχου και πιστοποίησης των «εκπαιδευτικών προϊόντων» και των «εκπαιδευτικών υπηρεσιών», με όρους συνεχούς και αδιάλειπτης αξιολόγησης, ανταγωνισμού, ιεραρχικής κατάταξης, κερδοφορίας και κατανάλωσης. Υπάρχει ένα αξιολογικό οικουμενικό μάτι-ιερατείο που τα βλέπει όλα.

Είναι φανερό ότι οι σχολικές μονάδες θα είναι σε καθεστώς «διαρκούς αξιολόγησης». Θα τίθενται στόχοι, θα υλοποιούνται, θα αξιολογείται η πληρότητα της επίτευξής τους και θα επανακαθορίζονται. Οι σχολικές μονάδες θα ποσοτικοποιούν στόχους όπως η μείωση της μαθητικής διαρροής, η βελτίωση του ποσοστού των μαθητών που λαμβάνουν το ελάχιστο αναγκαίο μαθησιακό αποτέλεσμα κάθε μαθήματος ή σχολικής δράσης, η αντιμετώπιση φαινομένων σχολικής βίας, η αύξηση του αριθμού των αρίστων και η καλλιέργεια το ήθους. «Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται διαρκής εγρήγορση των εκπαιδευτικών και αυτό θα αυξήσει ραγδαία την αποδοτικότητά τους»!

Άμεσος στόχος, που αποκρύπτεται επιμελώς, είναι καταρχήν η εξεύρεση πόρων για την εκπαίδευση έξω από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αυτό οδηγεί στην προσαρμογή του επιπέδου της παρεχόμενης εκπαίδευσης, στις οικονομικές δυνατότητες της τοπικής κοινωνίας, ενώ ταυτόχρονα μειώνει ακόμη πιο πολύ την κρατική επιχορήγηση και καταργεί σταδιακά τον όποιο ενιαίο και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Δηλαδή, ανοίγει διάπλατα τις πόρτες για ένα πιο φτωχό και διαφοροποιημένο περιεχόμενο σπουδών και αναλυτικό πρόγραμμα (ιδιωτικοποίηση – κατηγοριοποίηση σχολείων και εκπαιδευτικών).

Η «αξιολόγηση» της σχολικής μονάδας, η οποία στην πιο ακραία έκφραση της θα συνδέεται με τις εξεταστικές επιδόσεις των μαθητών εκτός του ισοπεδωτικού της χαρακτήρα, θα χωρίζει τα σχολεία σε κατηγορίες, θα οξύνει τον μεταξύ τους ανταγωνισμό, δηλητηριάζοντας εκπαιδευτικές και κοινωνικές σχέσεις, διαφοροποιώντας τους τρόπους χρηματοδότησης, βάζοντας τους χορηγούς από το παράθυρο και τους γονείς να στηρίζουν οικονομικά τη λειτουργία, οδηγώντας πολλά σχολεία στο μαρασμό και τελικά στο κλείσιμο.
Οι επιδόσεις των μαθητών θα συνυπολογίζονται για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, αλλά και την παραμονή τους στο σχολείο!

Διαπιστώνεται, λοιπόν, ότι η αυτοαξιολόγηση δεν είναι μόνο «ένα πουκάμισο άδειανό», αλλά ο προθάλαμος του Λαβύρινθου, ενός πολυδαίδαλου αυταρχικού συστήματος αξιολόγησης που οδηγεί στον Μινώταυρο δηλαδή στον εξανδραποδισμό των εκπαιδευτικών και στη διάλυση του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης.

Μύθος 2ος Η ευρωπαϊκή εμπειρία

Το υπουργείο Παιδείας τονίζει πως η εξωτερική αξιολόγηση εφαρμόζεται σε 26 από τις 32 ευρωπαϊκές χώρες του δικτύου «Ευριδίκη».

Η εσωτερική αξιολόγηση, δε, εφαρμόζεται στα δύο τρίτα των εκπαιδευτικών συστημάτων στην Ευρώπη.

Η πραγματικότητα

Πίσω από χίλιες δυο «αθώες» έννοιες κρύβεται μια «εκπαιδευτική έρημος». Αυτό δείχνει η διεθνής εμπειρία. Καθυστερημένα οι μαθητευόμενοι μάγοι της παιδείας αντιγράφουν αποτυχημένες συνταγές που αμφισβητούνται ακόμα και στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. Καθυστερημένα οι μαθητευόμενοι μάγοι της παιδείας αντιγράφουν αποτυχημένες συνταγές που αμφισβητούνται ακόμα και στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες.

Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία της Νταϊάν Ράβιτς, θεωρητικού της εκπαίδευσης, συγγραφέα και υφυπουργού Παιδείας του Τζορτζ Μπους: «.η αξιολόγηση μετατράπηκε σε εφιάλτη για τα αμερικανικά σχολεία .Η τρέχουσα έμφαση στην αξιολόγηση έχει δημιουργήσει στα σχολεία μια τιμωρητική ατμόσφαιρα. Η κυβέρνηση Ομπάμα φαίνεται πως πιστεύει πως τα σχολεία θα βελτιωθούν αν απολύουμε εκπαιδευτικούς και κλείνουμε σχολεία . Η εκπαιδευτική πολιτική που ακολουθούμε αναστατώνει τις κοινότητες, κατεδαφίζει σχολεία, χωρίς να τα βελτιώνει. Το σημαντικότερο όμως είναι πως δεν παράγουμε μια γενιά μαθητών με περισσότερες γνώσεις.

Η ιστορία της εκπαίδευσης και η συγκριτική παιδαγωγική καταδεικνύουν ότι όπου εφαρμόστηκε η αξιολόγηση οδήγησε στην εξωτερική αξιολόγηση των μαθητών, δηλαδή σε εξετάσεις. Η γενίκευση της και η μετατροπή της σε βασική πηγή αξιολόγησης για τον εκπαιδευτικό (όπως συμβαίνει στις παραπάνω χώρες) θα μετατρέψει τα σχολεία σε φροντιστήρια εκγύμνασης εν όψει εξετάσεων και θα καταστρέψει όποια μορφωτική αξία έχει διατηρήσει το σχολείο.

Μύθος 3ος «αξιολόγηση εκπαιδευτικών

«Στα σκαριά» και η αξιολόγηση εκπαιδευτικών

Τέλος, το υπουργείο Παιδείας ανακοινώνει πως στις αμέσως επόμενες νομοθετικές πρωτοβουλίες περιλαμβάνεται η αξιολόγηση εκπαιδευτικών.

Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει μέχρι τώρα γνωστά, η ατομική αξιολόγηση θα αφορά τη «βαθμολόγηση» του έργου του εκπαιδευτικού μέσα στο σχολείο.

Την ίδια ώρα οι αυξημένες αρμοδιότητες σε αυτό θα έχουν ο διευθυντής του σχολείου και ο συντονιστής εκπαιδευτικού έργου (ο πρώην σχολικός σύμβουλος, θεσμός όμως που επανέρχεται σύντομα στα σχολεία).

Οι εκπαιδευτικοί θα αξιολογούνται για το ακαδημαϊκό τους προφίλ και τα μέσα που χρησιμοποιούν στη διδασκαλία.

Οι δε σχολικοί σύμβουλοι θα έχουν στις αρμοδιότητές τους να παρακολουθούν περιοδικά τη διδασκαλία των εκπαιδευτικών στις τάξεις.

Η πραγματικότητα

Στην Ελλάδα η ευφροσύνη της αξιολόγησης οδηγεί σε απόλυση εκπαιδευτικού, ακόμα και γιατί αφαιρεί το σκονάκι από τους βλαστούς των πολιτικών μας ταγών που λιπαίνουν τις μηχανές του κράτους της ρεμούλας, της διαφθοράς, της κομματικοκρατίας και της φελλο- κρατίας. Σε συνθήκες «αξιολογικής δικτατορίας» το παιδαγωγικό και διδακτικό έργο των εκπαιδευτικών μετατρέπεται σε ένα στεγνό διεκπεραιωτικό έργο επικύρωσης βαθμολογικών επιδόσεων. Η σχολική κοινότητα από χώρος συνεργασίας και συμβιωτικής προσπάθειας θα γίνει βαθμιαία χώρος απόκρυψης, προσωπικής προβολής και διαρκούς ανταγωνισμού.

Να θυμίσουμε ότι τα κριτήρια αξιολόγησης των εκπαιδευτικών σύμφωνα με το Π.Δ. 152, που υπερασπίζεται ο πρόεδρος του ΙΕΠ και οι επιτελείς της κυβέρνησης, κατηγοριοποιούνται σε πέντε κατηγορίες και σε κάθε κατηγορία περιλαμβάνονται μια σειρά κριτήρια με βάση τα οποία γίνεται η αξιολόγηση – κατηγοριοποίηση – κατάταξη των εκπαιδευτικών:

Οι πέντε κατηγορίες περιλαμβάνουν μια σειρά από κριτήρια και αντιστοιχίζονται με βάση την τετράβαθμη βαθμολογική κλίμακα και την κλίμακα 0 -100 ως εξής (άρθρο5):

α) «ελλιπής»:       0 έως 30 βαθμοί,

β) «επαρκής»:     31 έως 60 βαθμοί

γ) «πολύ καλός»: 61 έως 80 βαθμοί και

δ) «εξαιρετικός»:  81 έως 100 βαθμοί.

Οι εκπαιδευτικοί που σύμφωνα με το άρθρο 16, παρ. 4 «χαρακτηρίζονται ελλιπείς σε περισσότερα του ενός κριτήρια σε μια εκ των κατηγοριών χαρακτηρίζονται συνολικά ελλιπείς, ασχέτως συνολικής βαθμολογίας». Έτσι «εγγράφονται στον πίνακα των μη προακτέων που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 8 του ν. 4024/2011(ΦΕΚ Α 226)» για  το ενιαίο μισθολόγιο που προβλέπει: «Οι υπάλληλοι που περιλαμβάνονται σε πίνακα μη προακτέων στερούνται του δικαιώματος για προαγωγή για τα επόμενα δυο (2) έτη»

Η πρώτη γενική παρατήρηση είναι ότι με αυτό τον τρόπο κατακερματίζεται τόσο η προσωπικότητα του εκπαιδευτικού, όσο και η εκπαιδευτική διαδικασία. Και ακόμα χειρότερα επιχειρείται η ποσοτικοποίηση και μέτρηση χαρακτηριστικών της ανθρώπινης προσωπικότητας και στοιχείων της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Επιδιώκεται να επικυρωθούν ως αντικειμενικά μετρήσιμα στοιχεία της προσωπικότητας και νοητικές λειτουργίες των υποκειμένων της εκπαιδευτικής διαδικασίας, όπως η διδακτική ή μαθησιακή ικανότητα, η πνευματική και επιστημονική συγκρότηση, η ικανότητα επικοινωνίας και ο τρόπος συμπεριφοράς, οι διαπροσωπικές σχέσεις, οι ιδέες, η φαντασία, η πρωτοβουλία κ.ά. Τα πάντα θα μπαίνουν σε «κουτάκια» και θα πολλαπλασιάζονται με συντελεστές, από το κλίμα στην τάξη μέχρι τη χρήση νέων τεχνολογιών ή την προετοιμασία για τη διδασκαλία.

Η εργαλειοποίηση της πανδημίας από την κυβέρνηση για να περάσει σε όλα τα επίπεδα ένα αντιδραστικό αυταρχικό πλαίσιο που σαρώνει τα εναπομείναντα δικαιώματα και ελευθερίες μετά τον οδοστρωτήρα των μνημονιακών κυβερνήσεων δε σημαίνει και την έμπρακτη εφαρμογή του. Από το εκπαιδευτικό και λαϊκό κίνημα που δεν έχει πει ακόμα την τελευταία του λέξη εξαρτάται η εφαρμογή τους. Άλλωστε ειδικότερα για το θέμα της «αξιολόγησης» το εκπαιδευτικό κίνημα έχει μια νικηφόρα ιστορική πορεία από την οποία πολλά μπορεί να διδαχθεί.

Οι εκπαιδευτικοί έχουν δικαίωμα και υποχρέωση να αντισταθούν στον ασφυκτικό έλεγχο της αξιολόγησης. Γιατί «ο δάσκαλος που θα υποχρεωθεί να καταπνίξει τη σκέψη του θα γίνει διπλά σκλάβος ή θα καταντήσει ένας ψυχικά ανάπηρος άνθρωπος, ανίκανος να μορφώσει άλλους» (Δ.Γληνός). Καμιά συμμετοχή σε διαβουλεύσεις και άλλες διαδικασίες που εξωραΐζουν το αυταρχικό πρόσωπο μιας αδίστακτης εξουσίας που δια πυρός και σιδήρου υλοποιεί μια πολιτική εξαθλίωσης του λαού και κονιορτοποίησης δικαιωμάτων και κατακτήσεων ολόκληρου αιώνα. Η μάχη δεν μπορεί να αποφευχθεί.

Γιώργος Κ. Καββαδίας – drepani.gr (argyrades.gr)

O Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι εκπαιδευτικός μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου – Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το