Σαν σήμερα γεννήθηκε ο μεγάλος επαναστάτης κομμουνιστής Άρης Βελουχιώτης.

O Άρης Βελουχιώτης (Λαμία, 27 Αυγούστου 1905 – Μεσούντα Άρτας, 15 Ιουνίου 1945) (πραγματικό όνομα Αθανάσιος Κλάρας ) ήταν αρχικαπετάνιος του ΕΛΑΣ και μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας. Ηγετική μορφή της ης Εθνικής Αντίστασης κατά την περίοδο της γερμανοϊταλικής κατοχής της Ελλάδας. Ήταν ο ουσιαστικός ιδρυτής και καθοδηγητής του ΕΛΑΣ και από τους πιο επίμονους υπέρμαχους για τον αντιστασιακό αγώνα.

Ο Ορκος του ΕΛΑΣ

Εκείνος ο Μάης του 1942 ήταν μήνας ορόσημο για την Αντίσταση στη Ρούμελη, μήνας που σημάδεψε όλο το αντάρτικο στην Ελλάδα.

Από τα μέσα του Μάη – 14 Μάη -31 Μάη 1942 — γεννήθηκαν οι πρώτες αντάρτικες ομάδες του ΕΛΑΣ, ο Θανάσης Κλάρας έγινε ο θρυλικός Αρης Βελουχιώτης και οι πρώτοι αντάρτες ορκίστηκαν με τα λόγια του πρώτου Ορκου του ΕΛΑΣ.

Στις αρχές του Γενάρη του 1942 η 8η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ πήρε την μεγάλη και ιστορική απόφαση: «Κύρια μορφή πάλης εναντίον των καταχτητών είναι ο ένοπλος αγώνας. Και για το σκοπό αυτό πρέπει να οργανωθούν αντάρτικα τμήματα».

Ολες οι οργανωμένες δυνάμεις του λαού ξεκινούν να στήνουν τα πρώτα ένοπλα τμήματα του ΕΛΑΣ.

Την Πέμπτη 14 Μάη, στην άκρη της Λαμίας, στην συνοικία της Νέας Σφαίρας στελέχη του ΚΚΕ από τη Φθιώτιδα και τη Φωκίδα μαζεύονται στο σπίτι του καπνεργάτη κομμουνιστή Μήτσου Μυρεσιώτη. Δεκατέσσερα στελέχη, γραμματείς των οργανώσεων, με την καθοδήγηση του Θανάση Κλάρα αποφασίζουν την συγκρότηση των πρώτων αντάρτικων ομάδων.

Στη σύσκεψη της Λαμίας εκτός του Γ. Γιαταγάνα που άνοιξε τη σύσκεψη, και του Θανάση Κλάρα που έκανε την εισήγηση, συμμετείχαν ακόμα οι Δ. Μυρεσιώτης, Γ. Φράγκος, Γ. Χουλιάρας, Τ. Καρκάνης, Ν. Λέβας, Γ. Λιάσκος, Δ. Μπακόλας, Ν. Παπιώτης, Β. Καθούλης, Φ. Μαστροκώστας, Κ. Αμπλιανίτης και ένα – δυο άλλοι.

Εκεί αποφασίστηκε να βγουν δυο ανταρτοομάδες στο βουνό. Η μία στον τομέα Φθιώτιδας – Δομοκού – Ευρυτανίας και η άλλη στον τομέα Λοκρίδας – Παρνασσίδας. Η κάθε τοπική οργάνωση να ετοιμάσει από δέκα αντάρτες και να συγκεντρωθούν αμέσως όσα εφόδια χρειάζονται για το αντάρτικο (όπλα, ρουχισμός, άρβυλα κλπ.)

Σε τούτη τη σύσκεψη εγκρίθηκε ομόφωνα και η Διακήρυξη προς το λαό της Ρούμελης για το ξεκίνημα του αντάρτικου, που είχε γράψει ο ίδιος ο Κλάρας.

Δυστυχώς δεν έχει διασωθεί κανένα αντίτυπο αυτής της Διακήρυξης που με τίτλο «Εμπρός για το νέο αρματολίκι» τυπώθηκε  στο τυπογραφείο του «Λαμιακού Τύπου» σε χιλιάδες αντίτυπα. Στην αρχή τα δέματα με τις προκηρύξεις αποθηκεύτηκαν στο καφενείο του Στεφανή και σε λίγες μέρες η Διακήρυξη μοιράστηκε σε όλη την περιοχή.

Στο βιβλίο του Πάνου Λάγδα, «Αρης Βελουχιώτης ο πρώτος του Αγώνα», διασώζονται μερικά αποσπάσματα, όπως καταγράφτηκαν από τις αναμνήσεις όσων την διάβασαν, που καλούσαν το λαό:

«Να ξυπνήσει από το λήθαργο της σκλαβιάς, να ενωθεί και να χτυπήσει τους καταχτητές μ’ όλη του τη δύναμη»  

Επίσης στην «Ελεύθερη Ελλάδα» αρ. φύλλου 237 της 23.6.1945 υπήρχε η περιγραφή:

«Καλεί τους Ρουμελιώτες να δημιουργήσουν τους καινούργιους αρματολούς και τους κλέφτες» και καταλήγει με τα λόγια του Ρήγα: «Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή».

Και ένα άλλο απόσπασμα της προκήρυξης αυτής σώθηκε. Υπάρχει σε κείμενο ομιλίας του Κλάρα στο Δομοκό που δημοσιεύτηκε στο «Νέο Δρόμο» της 2.7.1945:

«Σε λίγο θα σφυρίζει το μάλιγχερ και θα κροταλίζει ξερά το πολυβόλο στις βουνοκορφές και τα φαράγγια μας και οι Γερμανοί και Ιταλοί θα φύγουν ντροπιασμένοι».

Δυο μέρες μετά σε συνάντηση στην Σπερχειάδα με τον γραμματέα της περιοχής, στο σπίτι του Φώτη Μαστροκώστα (Θάνος), ο Θανάσης Κλάρας απευθύνει το ερώτημα: «Ποιος θα έρθει μαζί μου;».

Η δημιουργία των αντάρτικων ομάδων είχε δρομολογηθεί.  Στη Σπερχειάδα, στο Δομοκό, στους Καμποτάδες, την Υπάτη, στον Αη Γιώργη του Τυμφρηστού, στο Καρπενήσι, στη Στυλίδα, στο Μώλο, στην Αταλάντη, στην Αμφίκλεια (Δαδί), στην Αμφισσα, όλα τα μέλη των εθνικοαπελευθερωτικών οργανώσεων δουλεύουν ακούραστα για να καθορίσουν τους συνδέσμους και να κατατοπίσουν το λαό για το τι είναι το αντάρτικο. Εκείνοι που έχουν αποφασίσει να βγούνε στο βουνό απαλλάσσονται από κάθε άλλη δουλειά.

Στις 22 του Μάη οι πρώτοι αντάρτες συγκεντρώνονται στον αχυρώνα του Μαστροκώστα στο δρόμο προς τη Μάκρυση.  Ο Κλάρας και ο Μαστροκώστας, οι δυο πρώτοι ΕΛΑΣίτες αντάρτες της Ρούμελης περιμένουν την ομάδα που έρχεται από τον Δομοκό. Τρεις άντρες, τα αδέλφια Νίκος και Βαγγέλης Λέβας από την Ομβριακή και ο Βασίλης Ξυνοτρούλιας από τους Βελεσιώτες. Η πρώτη ομάδα του ΕΛΑΣ, με οπλισμό πέντε περίστροφα και έναν γκρά, έχει συγκροτηθεί.

Η καλύβα του Στεφανή

Λίγες ώρες αργότερα η ομάδα μετακινείται στον αχυρώνα του Στεφανή στην τοποθεσία «Αλώνια», 500 μέτρα έξω από την Σπερχειάδα.

Ενας –ένας, δυο –δυο, άρχισαν να φτάνουν αντάρτες από τα άλλα χωριά.

Εγιναν δεκατέσσερις. Δέκατος πέμπτος λογαριάστηκε ο νεαρός Βασίλης Λαγός που ο Κλάρας θα τον χρησιμοποιούσε για σύνδεσμο με την οργάνωση της Σπερχειάδας.

Το σούρουπο της 25 Μάη ο Κλάρας δηλώνει: «Κοιμηθείτε τώρα λίγο. Θάχουμε πορεία απόψε». Στις τέσσερις τα ξημερώματα η πρώτη αντάρτικη ομάδα ξεκινάει για το βουνό. Τράβηξαν κατά τη «Γουλινά», το μικρό βουνό πάνω και8 νοτιοδυτικά από τη Σπερχειάδα. Λίγο πριν ξημερώσει έφτασαν κοντά στο Νικολίτσι. Μπήκαν σε μια δασωμένη πλαγιά του βουνού και λημέριασαν. Από την πλαγιά αγνάντευαν κάτω τη Γούβα. Το πρώτο Λημέρι.

Ο Κλάρας γίνεται Αρης Βελουχιώτης

Προχώρησε λίγο η μέρα όταν ακούστηκε το κάλεσμα του Κλάρα:

–Καθίστε τώρα να κουβεντιάσουμε.

Ηταν η πρώτη κουβέντα στο βουνό. Τέντωσαν με μεγάλο ενδιαφέρον τα αυτιά τους, θα μιλούσαν γύρω από τη ζωή τους σαν αντάρτες.

–Εμείς βγήκαμε από τις οργανώσεις στο βουνό. Κι εδώ θα είμαστε οργανωμένοι. Η αποστολή μας είναι να πολεμήσουμε τους Γερμανούς και τους Ιταλούς που σκλάβωσαν τη χώρα μας. Είμαστε στρατιώτες του ΕΛΑΣ και θα πολεμήσουμε για την επιτυχία των σκοπών που έχει βάλει ο ΕΛΑΣ. Αυτό, άλλωστε, το ξέρουμε όλοι. Σα στρατιώτες, όμως, δε μπορούμε να είμαστε μπουλούκι, ασκέρι. Πρέπει να έχουμε τη διοίκησή μας. Κι αυτή θα τη διαλέξουμε εμείς. Ετσι; Θα προτείνω τη διοίκηση. Ο Φώτης Μαστροκώστας, που ήταν και λοχίας στο στρατό, θα είναι ο στρατιωτικός. Ο Νίκος Λέβας καπετάνιος κι ο Βασίλης Ξυνοτρούλιας, τρίτο μέλος.

Και ανέλυσε όσο μπορούσε πιο απλά, τις αρμοδιότητες του καθενός χωριστά και το ρόλο της διοίκησης, του τριμελούς Αρχηγείου.

Και ο Θανάσης Κλάρας συνέχισε:

–Εχουμε και κάτι άλλο να κάνουμε τώρα. Θα αρχίσουμε να μπαίνουμε στα χωριά. Κόσμος και κοσμάκης θα μας δει και θα μας ακούσει να μιλάμε και μεταξύ μας. Δεν είναι σωστό να μαθευτεί ποιοι είμαστε. Εχουμε οικογένειες και οι καταχτητές μπορεί να ξεσπάσουν σ’ αυτές.

Ο καπετάνιος, ο γερο-Λέβας, είχε αντίρρηση: «Οποιος θέλει. Εγώ δεν τ’ αλλάζω».

–Εμένα, συνεχίζει ο Κλάρας, από δω και πέρα θα με ξέρετε και θα με φωνάζετε Αρη. Θα είμαι ο Αρης Βελουχιώτης.

Αρης, ο Ολύμπιος θεός του πολέμου και Βελουχιώτης, από το χιλιοτραγουδισμένο βουνό, το Βελούχι. Σύμφωνα με άλλους ερευνητές το όνομα το αποφάσισε στη σύσκεψη στη Λαμία στις 14 Μάη. Όμως εδώ, στη «Γουλινά», σε τούτο το πρώτο λημέρι, στις 26 του Μάη το ανακοίνωσε στους πρώτους αντάρτες της Ρούμελης, και με τούτο το όνομα πέρασε στην Ιστορία.

Ο Φώτης Μαστροκώστας έγινε Θάνος και ο Βασίλης Ξυνοτρούλιας Βάσος. Μερικοί δεν άλλαξαν τα ονόματά τους, ανάμεσά τους κι ο γερο-Λέβας.

Δυο μέρες έμειναν στη «Γουλινά» κι από κει, στις 27 Μάη 1942,  ο Αρης Βελουχιώτης ξεκινάει τη θρυλική πορεία του και με αυτό το όνομα θα τον γνωρίσουν βουνά και λαγκαδιές, κορυφές και κάμποι, χωριά και πολιτείες. Με αυτό το όνομα θα τον τραγουδήσει ο λαός κι αυτό το όνομα θα γίνει εφιάλτης των ξένων κατακτητών και των ντόπιων συνεργατών τους.

Εκείνο το διήμερο που έμειναν στη «Γουλινά» περίμεναν να φτάσουν και όσοι καθυστέρησαν και δεν είχαν έρθει στη Σπερχειάδα. Δεν ήρθαν. Και ένας έφυγε. Πήγε για νερό και δεν ξαναγύρισε. Τον τρόμαξαν οι δυσκολίες. Θα ξαναγυρίσει όμως λίγο αργότερα, όταν θα έχει καλοσυνέψει ο καιρός και το ψωμί δε θα λείπει.

Το ίδιο βράδυ έφυγαν από τη «Γουλινά». Ηταν επικίνδυνο να παραμείνουν περισσότερο. Κι ο φίλος που έφυγε θα μπορούσε να πέσει στα χέρια των καταχτητών κι αν δεν άντεχε θα χτυπιόταν το λημέρι. Προορισμός η Στάγια, όπου τους έκρυψε και τους φρόντισε ένας πατριώτης, ο Γιώργος Μπαλαγιάννης, για τρεις μέρες.

Εκεί στη Στάγια συγκροτήθηκε και η κομματική επιτροπή της ομάδας από τον Αρη, το Θάνο, το Νίκο Λέβα και το Βάσο, που ορίστηκε γραμματέας.

Το πρώτο ζήτημα που απασχόλησε την Επιτροπή ήταν πως θα αποκαλούσαν ο ένας τον άλλο.

–Εμείς μπορούμε να φωνάζουμε ο ένας τον άλλον «σύντροφε», είπε ο Αρης, αλλά μόνο στις κομματικές συνεδριάσεις. Τους άλλους αντάρτες όμως, που δεν είναι κομμουνιστές, πως θα τους λέμε; Υστερα στα χωριά που θα πηγαίνουμε πως θα φωνάζουμε τους ΕΑΜίτες και τον άλλο κόσμο;

Πρότεινε τη λέξη «συναγωνιστής». Αυτό, εἰπε, θα ισχύει για όλους μας, κομμουνιστές και μη. Ολοι συναγωνιστές είμαστε.

Στη Γραμμένη Οξυά – ο Ορκος

Το βράδυ της τρίτης ημέρας ο Μπαλαγιάννης ξεπροβόδισε την ανταρτο-ομάδα στο δρόμο για το βουνό που υψώνεται πάνω από τη Στάγια, τη Γραμμένη Οξυά. Το επόμενο βράδυ πέρασαν του «Γιουσούφ τη Βρύση» και μπήκαν στο δρόμο κατά την Ευρυτανία.

Η ανησυχία όμως βασανίζει τον Αρη. Η φυγή ενός αντάρτη δεν είναι μικρό πράγμα. Τι θα γινόταν αν ο καθένας έπαιρνε το ντουφέκι του κι έφευγε; Ολοι βέβαια είναι εθελοντές. Κανένας δεν τους πήρε με το ζόρι. Ηθελαν και ήρθαν. Αυτό όμως τους δίνει το δικαίωμα να φύγουν ό,τι ώρα θέλει ο καθένας; Όχι βέβαια. Όταν φεύγει ένας αντάρτης, ας είναι εθελοντής, η πράξη του είναι λιποταξία. Και δεν υπάρχει δικαιολογία για μια τέτοια πράξη. Γιατί όλοι ήξεραν, πριν ξεκινήσουν, το σκοπό για τον οποίο έβγαιναν στο βουνό. Ηξεραν, πριν ξεκινήσουν, το σκοπό για τον οποίο έβγαιναν στο βουνό. Ηξεραν τις δυσκολίες που θα συναντούσαν. Κανείς δεν προσπάθησε να τους κρύψει τις κακουχίες, τους κόπους και τους κινδύνους. Και πρέπει να τα είχαν όλα σκεφτεί πριν έρθουν στο αντάρτικο. Κι αφού ήρθαν δεν πρέπει να φύγουν. Κοντά στα άλλα είναι και επικίνδυνο. Πολύ επικίνδυνο.

Ηταν φανερό ότι κανένας δεν έπρεπε να σκεφτεί ότι μπορεί να φύγει.  Χρειαζόταν, λοιπόν, να βρεθεί κάτι που θα τους έκανε να το σκεφτούν καλά πριν αποφασίσουν να φύγουν. Επρεπε να συνδέσουν ως το τέλος την ύπαρξή τους με το αντάρτικο. Να ξέρουν πως αν κάποιος φύγει, το αντάρτικο θα έχει το δικαίωμα να τον τιμωρήσει. Όπως στον ταχτικό στρατό τιμωρούνται οι λιποτάχτες.

Ο Αρης σκέφτηκε τον όρκο που δίνουν στον ταχτικό στρατό. Θυμήθηκε ότι μόνο οι ορκισμένοι κηρύσσονται λιποτάκτες. Χρειαζόταν κι εδώ ένας όρκος. Όχι βέβαια ο όρκος του στρατού. Χρειαζόταν ένας όρκος που να εκφράζει τους σκοπούς του αντάρτικου. Τον ετοίμασε.

Σε συνεννόηση με το αρχηγείο και πριν φύγουν από τη Γραμμένη Οξυά έγινε η πρώτη ορκωμοσία με κάθε επισημότητα. Παρατάχθηκαν όλοι με μέτωπο κατά την Ανατολή. Πέντε μέτρα μπροστά και στη μέση της γραμμής που σχηματίστηκε στάθηκε ο Αρης με μέτωπο προς τους αντάρτες. Ο Θάνος που ήταν ο πρώτος στη γραμμή, έδωσε το παράγγελμα:

–Παρουσιάστε Αρμ!

Τα όπλα χτύπησαν με ρυθμό και ακούστηκε για πρώτη φορά ο Ορκος με την καθαρή και σταθερή φωνή του Αρη και κάθε φράση του την επαναλάμβαναν οι συγκινημένοι αντάρτες:

«Εγώ παιδί του Ελληνικού Λαού, ορκίζομαι να αγωνιστώ πιστά στις τάξεις του ΕΛΑΣ, χύνοντας και την τελευταία ρανίδα του αίματός μου, σαν γνήσιος πατριώτης για το διώξιμο του εχθρού  από τον τόπο μας  για τις ελευθερίες του Λαού μας, κι ακόμα να είμαι πιστός και άγρυπνος φρουρός προστασίας στην περιουσία και το βιος του αγρότη.

Δέχομαι προκαταβολικά την ποινή του θανάτου, αν ατιμώσω την ιδιότητά μου ως πολεμιστής του  Έθνους και του Λαού και υπόσχομαι  να δοξάσω και να τιμήσω το όπλο που κρατώ και να μην το παραδώσω αν δεν ξελευτερωθεί η πατρίδα μου και δεν γίνει ο Λαός νοικοκύρης στον τόπο  του».

Κυριακή 7 Ιούνη 1942. Ο Αρης Βελουχιώτης και τα παλικάρια του μπαίνει στη Δομνίτσα, το Ευρυτανικό κεφαλοχώρι, με την  με φλογερά μάτια ελληνική σημαία μπροστά, τραγουδώντας «Μαυρ’ είναι η νύχτα στα βουνά» και μιλάει με τον παπά, τον πρόεδρο το δάσκαλο του χωριού και όλους τους χωριανούς για το νέο αρματολίκι, τον αντάρτικο λαϊκό απελευθερωτικό στρατό, τους σκοπούς του ένοπλου αγώνα που άρχιζε εναντίον των ξένων κατακτητών και των ντόπιων συνεργατών τους.

Αφήστε με να τον φανταστώ εκείνη την Κυριακή στις αρχές του Ιούνη του 1942 με φλογερά μάτια και λεβέντικο παράστημα να μπαίνει με τα παλικάρια του στο ευρυτανικό κεφαλοχώρι της Δομνίστας με την ελληνική σημαία μπροστά, τραγουδώντας «Μαυρ’ είναι η νύχτα στα βουνά». Να μιλά στον παπά και τον πρόεδρο του χωριού, το δάσκαλο και όλους τους χωριανούς. Από τη Δομνίστα άναψε τη φωτιά της απελευθέρωσης στις καρδιές του λαού της Ευρυτανίας, της Ρούμελης και όλης της Ελλάδας. Προέτρεψε να μην πληρώνουν φόρους στο κράτος των δοσιλόγων, έκαιγε τους φορολογικούς καταλόγους, έδιωχνε τους κρατικούς υπαλλήλους της «Συγκέντρωσης» και μοίραζε το στάρι στους πεινασμένους. Διέλυε τους ληστές, αφόπλιζε τη χωροφυλακή και τιμωρούσε αμείλικτα όσους συνεργάζονταν με οποιονδήποτε τρόπο με τους κατακτητές. Τόνιζε πως μόνος του ο λαός με τον αγώνα του θα αποκτήσει τη λευτεριά του. Γιατί ο ένοπλος αγώνας – και όποιος αγώνας – είναι υπόθεση της κοινωνίας.

*Βασική πηγή από όπου και εκτεταμένα αποσπάσματα: «Αρης Βελουχιώτης – Ο Πρώτος του Αγώνα (βιογραφία 1905 -1945) του Πάνου Λαγδά – «Κυψέλη», Αθήνα 1965

Πηγή: Με στοιχεία από άρθρο του Ανδρέα Δενεζάκη στον imerodromos.gr

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το