Προφανώς άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο θα ’χουμε γίνει αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες της φράσης – παρότρυνσης «να κοιτάς τη δουλειά σου».

Σύμφωνα με το φανερό και βαθύτερο νόημα της πρότασης θα πρέπει ν’ ασχοληθούμε με τα προσωπικά μας ζητήματα (εργασία, οικογένεια κλπ) και ν’ αφήσουμε κατά μέρος τα υπόλοιπα, δηλαδή τα «πολιτικά», τα «κοινά», τα «αλλότρια». Τον πόνο του γείτονα, τον αναστεναγμό του κατατρεγμένου, το μισό «αχ – βαχ» του μεροκαματιάρη.

Ιδιαίτερα σε κάποιες σκοτεινές και πονηρές μέρες όπως η κατοχή, ο εμφύλιος, τα κατοπινά χρόνια, η χούντα, το «να κοιτάς τη δουλειά σου» ήταν μία εθνικοφρονική φρονιμάδα, μία αρετή για τους «νοικοκυραίους» και εκείνους τους γονείς που θα ήθελαν να δουν τα βλαστάρια τους να βαδίζουν ήσυχα και αμέριμνα σ’ αντίθεση με τους άλλους που επιδιώκουν ταραχές, ρίσκα και φασαρίες. Στο χώρο της φάμπρικας, μικρής ή μεγάλης, η παραπάνω φράση σήμαινε να είσαι μακρυά από το συνδικαλισμό και το σωματείο, την απεργία και τη διαμαρτυρία.

Πολύ λίγοι θα είχαν αποκωδικοποιήσει τη φράση του Θουκυδίδη στον «Επιτάφιο» του Περικλή πως όποιος δεν ασχολείται με τα κοινά δεν είναι απράγμων (φιλήσυχος) αλλά αχρείος (κάθαρμα) και πως η λέξη ιδιώτης για τους αρχαίους Έλληνες ήταν προσβολή, ενώ για τον σύγχρονο κόσμο σημαίνει ηλίθιος (idiot).

Παρ’ όλα αυτά η προτροπή του «Βασίλη κάτσε φρόνιμα» ή το «να κοιτάς τη δουλειά σου» ζει και βασιλεύει. Γοητεύει με τη σαφήνεια και την αφοπλιστική απλότητά της πλήθος κόσμου, ναρκώνει συνειδήσεις και αφήνει – σαν τη ματιά της Μέδουσας – αποσβολωμένον αυτόν που – ενδεχομένως – θα ’θελε να ψηλώσει το μπόι του, να ρίξει μια ευρύτερη ματιά, ν’ ανοίξει τ’ αυτιά και τα μάτια του.

Τόσο η τωρινή διακυβέρνηση της ΝΔ, όσο και η προηγούμενη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχουν τον ίδιο παρονομαστή και οδηγούν από παράλληλους δρόμους στην κόλαση. Γιατί το ύφος, το στυλ, η γλώσσα, τα παράσημα και τα κοστούμια είναι μηδενικά μπροστά στην αμείλικτη πράξη. Αυτή δηλαδή η πραγματικότητα είναι ο Μέγας Κριτής των πάντων, αυτών που έγιναν και των παραλειπόμενων.

Ακόμα λοιπόν και αν οι σύγχρονοι κυβερνώντες δεν απευθύνονται με αυθάδεια λέγοντάς μας «κοίτα τη δουλειά σου», αυτό εννοούν. Το μαρτυρά η συνδικαλιστική παραλυσία, η μείωση των ταξικών αντανακλαστικών, η ελάττωση των εργατολαϊκών σκιρτημάτων. Διότι η παραπάνω φράση συνοδεύεται από τον σαρκασμό που κρύβει η πολιτική τους συνακόλουθη απάντηση: «θα φροντίσει γι’ αυτό η κυβέρνηση». Έτσι ο λαός από δράστης γίνεται αδρανής και η εξουδετέρωσή του εύκολη.

Πώς λοιπόν ν’ απαντήσουμε στην ώθηση προς το ατομικό, τον εγωισμό και τον «ωχαδελφισμό» που προωθεί η κυρίαρχη ιδεολογία;

Πώς να αντισταθούμε στη σμίκρυνση των κοινωνικών οριζόντων και το κλείσιμο σε μία φυλακή που φτωχαίνει την ύπαρξή μας;

Χρειάζεται θάρρος, απαντοχή, τσαγανό! Όμως η απάντηση, λιτή και απέριττη, βρίσκεται στα όπλα του αντίπαλου. Αυτόν που πρέπει να γνωρίσουμε καλά ως το μεδούλι για να οπλίσουμε τις λαϊκές αντιστάσεις, για να οικοδομήσουμε τις δικές μας απαντήσεις και – σε τελική ανάλυση – το δικό μας πολιτισμό.

Ε, λοιπόν, η απάντηση είναι πως: «Αυτό ακριβώς κάνουμε. Κοιτάμε τη δουλειά μας, με σχολαστικότητα, επιμέλεια και επιστημοσύνη».

Κοιτάω τη δουλειά μου! Που σημαίνει εργάζομαι για τα συμφέροντά μου στενά δεμένα με αυτά της τάξης μας. Κοιτάω τη δουλειά μου που σημαίνει πως σκέφτομαι νυχθημερόν να βελτιώσω τους όρους ύπαρξης και αναπαραγωγής του περιβάλλοντος που ζούμε, εργαζόμαστε, σπουδάζουμε.

Κοιτάμε τη δουλειά μας, γι’ αυτό πρέπει να την κάνουμε όσο γίνεται πιο σωστά. Πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να συγκρουστούμε με τη δουλειά των άλλων. Των εχθρών του λαού.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το

Παρόμοια αρθρογραφία