Πόσες φορές άραγε έχουμε περάσει ανέμελα πάνω από ένα μεταλλικό καπάκι σε κάποιο πεζοδρόμιο στο κέντρο της Αθήνας, αγνοώντας ότι από κάτω του μπορεί να κρύβεται ένας ολόκληρος ξεχασμένος κόσμος;

Υπόγειοι θάλαμοι, σκοτεινές στοές, κάθετες σκάλες, μεταλλικές πλάκες σε πεζοδρόμια, ακόμη και (πνιγμένες στη βλάστηση) κρυφές είσοδοι σε λόφους αποτελούν σιωπηλούς μάρτυρες ταραγμένων εποχών, που βρίσκονται κυριολεκτικά κάτω από τα πόδια μας και έχουν να διηγηθούν τη δική τους ιστορία για την περίοδο περί τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την Κατοχή, την Απελευθέρωση, αλλά και τον Εμφύλιο.

Η Ιωάννα Σωτήρχου σε δημοσίευμά της στην efsyn.gr, παρουσιάζει την έρευνα του Κωνσταντίνου Κυρίμη που αποκρυπτογράφησε τα υπόγεια μυστικά και μεταφέρει ψήγματα παράδοξων ιστοριών που κρύβει η πόλη στα σπλάχνα της.

Λίγα χρόνια πριν την έναρξη του β΄παγκοσμίου πολέμου όλες οι νεόδμητες πολυκατοικίες ήταν υποχρεωτικό να διαθέτουν κοινόχρηστο ιδιόκτητο καταφύγιο, αποτυπωμένο στα σχέδια που έλεγχε η επιτροπή αεράμυνας, συγκεκριμένων και αυστηρότατων προδιαγραφών, διαφορετικά η Πολεοδομία δεν εξέδιδε άδεια οικοδόμησης.

Μάλιστα, η εξοικείωση των Αθηναίων με τα καταφύγια ήταν τέτοια ώστε σε σχετικό χρονογράφημά του το 1941, ο λογοτέχνης Κώστας Βάρναλης τους χαρακτηρίζει «καταφυγιώτες» και περιγράφει την ανάπτυξη των κοινωνικών σχέσεων στους κόλπους τους ή τη συνέχιση των καθημερινών δραστηριοτήτων τους, όπως η ανάγνωση της εφημερίδας, ακόμη και το… πλέξιμο: «κάθε πολίτης, αρσενικός ή θηλυκός, μικρός ή μεγάλος, έχει τα γνωστά του καταφύγια, ξέρει ποια είναι τα κοντινότερα καταφύγια στο γραφείο του, στο σπίτι του, στο καφενείο που πάει ή στο ρεστοράν που τρώει. Αυτά τα καταφύγια τα θεωρεί ιδιοκτησία του, όταν βαρέσει συναγερμός δεν καταλαμβάνεται εξ απροόπτου, ξέρει πού θα πάει και πάει ήσυχα και καμαρωτός. Εκεί όχι μόνο δεν θα πλήξει, αλλά θα συναντήσει τους γνωστούς και τους φίλους. (…) Οταν σημάνει η λήξη του συναγερμού κανείς δεν βιάζεται να βγει (…) γιατί όλοι οι καταφυγιώτες έχουν το συναίσθημα πως το καταφύγιο είναι σπίτι τους» αναφέρει μεταξύ άλλων.

Πώς ήταν συνήθως ένα αστικό καταφύγιο; Η είσοδός του ήταν από κάποιο σημείο μέσα στην πολυκατοικία και η έξοδος διαφυγής έβγαζε στο πεζοδρόμιο – για την περίπτωση κατάρρευσης της κύριας εισόδου.

Τα καταφύγια διέθεταν στοές, προθαλάμους, κύριους θαλάμους, βοηθητικούς χώρους και τουαλέτες. Αυτός ήταν ο βασικός σχεδιασμός, ωστόσο υπήρχαν διάφορες παραλλαγές.

Τα παράδοξα

Πέρα από τα κοινά και τις διαφορές των καταφυγίων, αυτό που έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον είναι οι ιστορίες που αποκαλύπτουν:

◼ Η βόλτα στον Λυκαβηττό δεν ήταν πάντα τόσο αθώα: σε ένα μεγάλο μέρος του είναι κούφιος, καθώς κατασκευάστηκε ένα πάρα πολύ μεγάλο στρατιωτικό καταφύγιο για το κέντρο αεράμυνας και συναγερμού, που ο συνομιλητής μας χαρακτηρίζει «τα μάτια και τα αυτιά της πόλης», με στοές 150 μέτρων, εμβαδού 500 τ.μ., πρόνοια για εσωτερική δεξαμενή νερού, ενώ την είσοδο προστατεύει εσωτερικά μια «φωλιά» πολυβόλου.

◼ Στην Κατοχή, αυτά που κατασκευάστηκαν για να σώσουν τις ζωές των Ελλήνων μετατράπηκαν σε κολαστήριά τους, καθώς επιτάχθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν ως φυλακές και χώροι βασανιστηρίων. Εκτός από τον χώρο ιστορικής μνήμης στο κτίριο της Εθνικής Ασφαλιστικής της οδού Κοραή 4, λίγα μέτρα από τη Βουλή, στην οδό Ζαλοκώστα 7, βρίσκεται ίσως ο καλύτερα σωζόμενος χώρος τέτοιας χρήσης.

◼ Κοντά στο Σύνταγμα βρίσκεται ακόμη ένα από τα καλά κρυμμένα υπόγεια μυστικά της πόλης. Το μεγαλύτερο, ίσως, καταφύγιο, σύμφωνα με τον ερευνητή, που εκτείνεται σε δύο ορόφους, σε βάθος 6,5 μέτρων, με εμβαδόν 400 τ.μ., με 4 εισόδους, δύο εξόδους διαφυγής, εφτά κύριους θαλάμους και 20 βοηθητικούς: οι έξοδοι κινδύνου βγάζουν στο πεζοδρόμιο, ακριβώς μπροστά από το υπουργείο Οικονομικών στην οδό Καραγεώργη Σερβίας 10.

Όμως τα καταφύγια δεν έμελλε να προφυλάξουν μόνο από τους βομβαρδισμούς των κατακτητών της περιόδου 1940-41, αλλά και από φίλια πυρά. Σε μια τραγική περίπτωση μάλιστα, οι συμμαχικοί βομβαρδισμοί αποδείχτηκαν περισσότερο θανατηφόροι. Αυτό συνέβη στις 11/1/1944 με τον διαβόητο «βομβαρδισμό του Πειραιά» (το πρωί από αμερικανικά και στη συνέχεια το απόγευμα από βρετανικά βομβαρδιστικά αεροσκάφη). Με δηλωμένο στόχο τις γερμανικές εγκαταστάσεις στο λιμάνι του Πειραιά, οι βομβαρδισμοί ήταν ένα αποτυχημένο πλήγμα, μοιραίο για τον πληθυσμό της πόλης, αφού υπολογίζεται ότι σκοτώθηκε μονοψήφιος αριθμός Γερμανών και σύμφωνα με τις αναφορές περισσότεροι από 700 άμαχοι πολίτες, ενώ η πόλη του Πειραιά ισοπεδώθηκε. Μια επιχείρηση που για πολλούς συνιστά έγκλημα πολέμου. Μια τραγική λεπτομέρεια αυτού του βομβαρδισμού γράφτηκε σε ένα δημόσιο καταφύγιο κοντά στη Δραπετσώνα, όπου κατέφτασαν για να προστατευτούν από γειτονική σχολή δεκάδες μαθήτριες -περίπου 70- με τις δασκάλες τους. Το καταφύγιο άντεξε. Ωστόσο, επειδή τα πάντα γύρω καταστράφηκαν, δεν ήταν δυνατό να βγουν από εκεί. Όταν το συνεργείο ανεύρεσης ήταν κοντά στη διάσωσή τους, ήρθε η δεύτερη δόση των συμμαχικών βομβαρδισμών, με αποτέλεσμα να μην μπορούν πλέον να τις απεγκλωβίσουν έγκαιρα και να πεθάνουν από ασφυξία, αφού ο αέρας στα καταφύγια συνήθως δεν επαρκούσε για περισσότερες από 3 ώρες.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το