Η εξ αποστάσεως διδασκαλία δε σημαίνει μόνο κουρασμένα μάτια και πόνους στην πλάτη και στον αυχένα από τις ατελείωτες ώρες μπροστά στον υπολογιστή, ούτε πονοκεφάλους εξαιτίας της κακής σύνδεσης.

Δεν είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα ότι το μυαλό μας είναι απροετοίμαστο, ανέτοιμο, μη προγραμματισμένο να στρέφει το βλέμμα και την προσοχή του σε μια οθόνη για τις περισσότερες ώρες που βρίσκεται σε συνειδητή λειτουργία.

Είναι ότι η επικοινωνία χωρίς σώματα είναι πάντα ελλιπής, ότι δεν μπορούμε να λειτουργήσουμε εκπαιδευτικά ως ασώματες κεφαλές που παράγουν ήχο μέσα από λάπτοπ, ένα τάμπλετ ή, ακόμα χειρότερα, ένα κινητό.

Όσοι διδάσκουν γνωρίζουν ότι στη διαδικασία αυτή τα παιδιά προσέρχονται με μεγάλη γκάμα συναισθημάτων. Βασικό είναι η ανασφάλεια. Από τις σημαντικότερες και πιο εύστοχες συμβουλές που μου είχαν δώσει όταν ξεκίνησα αυτή τη δουλειά ήταν να μη ρωτάω ευθέως τα παιδιά αν έχουν «καταλάβει» αυτό που παρέδωσα. Αν δεν έχουν καταλάβει, τα περισσότερα θα αρνηθούν να το παραδεχτούν, είτε γιατί δε θέλουν να νιώσουν ανεπαρκή είτε γιατί φοβούνται την αποδοκιμασία –φανερή ή υπόγεια– των συμμαθητών και των καθηγητών τους.

Για να διαπιστώσει αυτός που διδάσκει αν έχει γίνει αντιληπτός, θα διατυπώσει την ερώτηση με τρόπο τέτοιο που να αφήνει περιθώριο στον μαθητή να παραδεχτεί ότι χρειάζεται βοήθεια. Κυρίως όμως θα το αναζητήσει στα μάτια των παιδιών, στις κινήσεις, στις συσπάσεις του προσώπου, θα το ανιχνεύσει σε ένα «μμμ», ένα «ουφ»».

Τι «ουφ» ήταν αυτό; Ανακούφισης; Αγανάκτησης; Απελπισίας;

Προσωπικά, θεωρώ αδιάψευστο κριτήριο τα μάτια. Μπορείς πραγματικά να τα δεις να λένε «έχω χαθεί τελείως, δεν καταλαβαίνω τίποτα, αλλά προτιμώ να πεθάνω από το να το δηλώσω δημόσια». Και τότε μπορείς να πλησιάσεις το παιδί. Να το αγγίξεις απαλά στην πλάτη, πολύ απαλά, ίσα για να του δηλώσεις ότι σ’ αυτή την τιτάνια προσπάθεια που κάνει για να μετατρέψει τη δοτική προσωπική σε υποκείμενο του απαρεμφάτου στην απρόσωπη σύνταξη εσύ είσαι εκεί. Δίπλα του. Καταλαβαίνεις ότι παιδεύεται, το συγχωρείς που δεν απάντησε σωστά, δεν το κατακρίνεις, συμμερίζεσαι τον αγώνα του, του δίνεις τον χρόνο που έχει ανάγκη. Να το διαβεβαιώσεις, τέλος πάντων, και με τη φυσική σου παρουσία, ότι είστε στην ίδια ομάδα και ότι έχει κάπου να στηριχτεί.

Η τηλεκπαίδευση, λοιπόν, είναι υποκατάσταστο της δια ζώσης εκπαίδευσης και δεν έχει τα ίδια παιδαγωγικά οφέλη με αυτή. Η επιλογή να κλείσουν τα σχολεία και να προχωρήσουμε στην τηλεκπαίδευση, αντί να μειωθεί ο αριθμός των μαθητών ανά τμήμα, στερεί από τα παιδιά το περιβάλλον εμπιστοσύνης και το κλίμα αποδοχής και κατανόησης που έχουν ανάγκη προκειμένου να μάθουν ακόμα και αυτή τη θεωρητική, ακαδημαϊκή, στεγνή, στρυφνή, ξεπερασμένη, ξεκομμένη από τη ζωή γνώση που τους προσφέρουμε.

Μαίρη Κοντογεώργου (από το fb)

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το